ΚΝΕ: αγεφύρωτο χάσμα “θεωρίας” και πράξης
προδημοσίευση από την Εργατική Πάλη Νοεμβρίου
Κριτική στις Θέσεις του 13ου Συνεδρίου
Στα μέσα Οκτώβρη δημοσιεύτηκαν στον «Οδηγητή» οι Θέσεις του ΚΣ της ΚΝΕ για το 13o Συνέδριο, που θα πραγματοποιηθεί στις 10-12 Φεβρουαρίου 2023. Kεντρικό σύνθημα: «Είμαστε η σπίθα που θα κάνει τα σκοτάδια φως!».
Οι «Θέσεις» έρχονται ως συνέχεια του 21ου Συνεδρίου του ΚΚΕ (Ιούλιος 2021) και διέπονται από τις κύριες αντιφάσεις και τα αδιέξοδα της πολιτικής και των αναλύσεων του ΚΚΕ. Παραθέτουμε μόνο ορισμένα ενδεικτικά σημεία:
Α) Για την κρίση του ελληνικού καπιταλισμού. Παρότι σωστά υπογραμμίζεται (ίσως για πρώτη φορά) πως βρίσκεται σε κρίση τα τελευταία 15 χρόνια, παντού είναι διάσπαρτη η λογική ότι για τους επιχειρηματικούς ομίλους υπάρχει λαμπρό πεδίο δόξης και κερδοφορίας. Άλλο ένα αναμάσημα της περιβόητης θέσης του ΚΚΕ «ανάπτυξη για το κεφάλαιο, όχι για τον λαό», που οφείλεται στην ελλιπή, αντιμαρξιστική ερμηνεία των κρίσεων: αυτή λογαριάζει μόνο τους βιομηχανικούς κύκλους, αρνούμενη το μακρύ κύμα ύφεσης της παγκόσμιας οικονομίας (από τα μέσα της δεκαετίας του ’70). Έτσι, εγκλωβίζεται μονόπλευρα στην «υπερσυσσώρευση κεφαλαίων», χωρίς να αντιλαμβάνονται την ταυτόχρονη κρίση υπερπαραγωγής και γενικά τη δομική κρίση του ελληνικού καπιταλισμού και το προχώρημά της σε υποβάθμιση και παρακμή.
Β) Για τους ιμπεριαλιστικούς ανταγωνισμούς και τον πόλεμο στην Ουκρανία. Οι «Θέσεις» περηφανεύονται για την «υπεύθυνη και σωστή» στάση των «ίσων αποστάσεων» στον πόλεμο στην Ουκρανία, με το σύνθημα «δεν διαλέγουμε ληστή». Ταυτόχρονα, η ΚΝΕ αυτοπαρουσιάζεται ως αυτή που ηγήθηκε του «αγώνα ενάντια στον ιμπεριαλιστικό πόλεμο, με την ιστορική συγκέντρωση έξω από την ρωσική πρεσβεία με κατεύθυνση προς την αμερικάνικη … αφήνοντας συμβολικές πινελιές αντίστασης και αντεπίθεσης στις φρεγάτες και τα στρατεύματα των δολοφόνων» – ένα κατάφωρο ψέμα. Για περίπου έναν μήνα αφότου ξεκίνησε ο πόλεμος στην Ουκρανία, το ΚΚΕ απλώς παρακολουθούσε τις εξελίξεις: δεν έκανε και συνεχίζει να μην κάνει τίποτα ουσιαστικό –εκτός από «συμβολικές» κινήσεις και δημοσιογραφική κάλυψη– για την οικοδόμηση ενός αντιπολεμικού αντιιμπεριαλιστικού κινήματος.
Η σωστή επισήμανση για βαθιά, ενεργή εμπλοκή της Ελλάδας στα σχέδια των δυτικών ιμπεριαλιστών (βάσεις, εξοπλισμοί κ.ά.), όταν φτάνει στην όξυνση του ελληνοτουρκικού ανταγωνισμού μετατρέπεται σε πατριωτικά διαπιστευτήρια στην ελληνική αστική τάξη και αναπαραγωγή της εθνικιστικής προπαγάνδας, μιλώντας αποκλειστικά: α) περί «τούρκικης επιθετικότητας, που αμφισβητεί [ιμπεριαλιστικές] συνθήκες με βάση τις οποίες έχουν διαμορφωθεί τα σύνορα», β) «θυσίες των κυριαρχικών δικαιωμάτων [αστικών] της χώρας».
Γ) Για την επίθεση στην εκπαίδευση, υπάρχει το χιλιοπαιγμένο μοτίβο: «Οι αλλαγές που προωθούνται… απαντάνε στις ανάγκες του κεφαλαίου αυτή την περίοδο». Αυτό δείχνει με τον πιο ξεκάθαρο τρόπο την αδυναμία κατανόησης του μεγέθους και του χαρακτήρα της επίθεσης την τελευταία τριετία στην παιδεία. Η ΚΝΕ δεν αντιλαμβάνεται ή σκόπιμα αποκρύπτει ότι οι νόμοι Κεραμέως και οι βασικές τους διατάξεις (πανεπιστημιακή αστυνομία, νόμος-πλαίσιο, γενίκευση διδάκτρων κ.ά.) α) δεν αποτελούν απλά αλλαγές/αναδιαρθρώσεις, αλλά τομές προς τη διάλυση της δημόσιας δωρεάν εκπαίδευσης, β) οι σημερινές «ανάγκες του κεφαλαίου», που ανταποκρίνονται στις συνθήκες του χρεωκοπημένου ελληνικού καπιταλισμού, δεν είναι παρά η νεοφιλελεύθερη αρπαγή και λεηλασία χρεοκοπία σε βάρος των εργαζομένων και της νεολαίας. Γι’ αυτό και, κάπως όψιμα, παρά τα περί «αντιλαϊκής ανάπτυξης», η ΚΝΕ αναγκάζεται να ανακαλύψει ότι «διαμορφώνονται οι όροι για την ενίσχυση της εμπορευματοποίησης όλων των λειτουργιών της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης» – στην πραγματικότητα, αυτό έχει ήδη προχωρήσει και εφαρμόζεται πλέον πλατιά (αντίτιμο σε λέσχες, γενίκευση διδάκτρων σε μεταπτυχιακά, εστίες ΣΔΙΤ, πληρωμή αναλώσιμων και εργαστηριακού εξοπλισμού από τους φοιτητές κ.ά.).
Δ) Στον οργανωτικό απολογισμό της, η ΚΝΕ κατάφωρα διαστρεβλώνει την πραγματικότητα, ενώ υπάρχει πλήρης απουσία αυτοκριτικής για την πρακτική της. Αυτοπαρουσιάζεται ως «η κύρια δύναμη οργάνωσης των αγώνων της νέας γενιάς, ειδικά μέσα στην πανδημία και στις απαγορεύσεις, τις οποίες έκανε κουρελόχαρτο»! Ήταν η πρώτη δύναμη που σύρθηκε στις ηλεκτρονικές διαδικασίες, εφάρμοσε με θρησκευτική ευλάβεια την «αγωνιστική» παραλλαγή του «Μένουμε σπίτι» (ειδικά στο πρώτο λόκνταουν). Απείχε από τις πρώτες κινητοποιήσεις του 2021 και επιδίωξε σε ορισμένες περιπτώσεις τις ηλεκτρονικές συνελεύσεις, γενίκευσε τα ηλεκτρονικά ΔΣ, χρησιμοποιώντας ως δικαιολογία την πανδημία.
Εμφανίζεται ως «πρωτοπόρα στους μικρούς και μεγάλους μαθητικούς και φοιτητικούς αγώνες, με αιτήματα ενάντια στους νόμους Κεραμέως για Λύκεια και Πανεπιστήμια». Αντιθέτως, τα μόνα αιτήματα που πρόβαλε τότε ήταν για μέτρα υγειονομικής προστασίας, ώστε να γίνουμε «φοιτητές ξανά». Ψεύδεται ότι πρωταγωνίστησε στο άνοιγμα του αγώνα ενάντια στην πανεπιστημιακή αστυνομία και τον νέο νόμο-πλαίσιο: η πρώτη δύναμη στις φοιτητικές εκλογές του 2022 (που κύριο σύνθημά της δεν ήταν ο αγώνας αλλά να ξεπεράσει εκλογικά τη ΔΑΠ), ήταν κρυμμένη και σκανδαλωδώς απούσα από όλες τις σημαντικές κινητοποιήσεις ενάντια στην εγκατάσταση της αστυνομίας στο ΑΠΘ και εμφανιζόταν πάντα 2-3 μέρες μετά από τις συγκρούσεις για μια συγκέντρωση μπροστά από τα ΜΑΤ, για να βγουν και οι απαραίτητες φωτογραφίες και βίντεο. Έτσι, δύο μέρες μετά από τη δολοφονική επίθεση των ΜΑΤ σε φοιτητή του ΑΠΘ με ευθεία βολή κρότου λάμψης στο πρόσωπο, η ΚΝΕ συγκεντρώθηκε μπροστά από τα ΜΑΤ κρατώντας βιβλία, για να δείξει πως είναι «φοιτητές και όχι εγκληματίες». Οι «συμβολικές» κινήσεις συνεχίστηκαν και στις προσπάθειες επιβολής της ΟΠΠΙ σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη, πάντοτε με διαβεβαιώσεις αστικής νομιμότητας για «να μην προκληθούν επεισόδια»!
Πολύ γρήγορα εντοπίζεται στο κείμενο μία τεράστια απόκλιση μεταξύ θεωρίας και πράξης. Σχεδόν σε κάθε παράγραφο υπάρχει μια αναφορά στην λέξη «σοσιαλισμός», την ίδια στιγμή που όλο και πιο συχνά, μέσα στους χώρους παρέμβασης (σχολεία, σχολές, χώροι νεολαίας), η ΚΝΕ κρύβει την πολιτική-κομματική ταυτότητά της και με μια απολίτικη προσέγγιση προσπαθεί να ταυτιστεί με τις πιο καθυστερημένες συνειδήσεις και να τις πλευρίσει, κυρίως εκλογικά (π.χ. όταν το 2021 εμφανίστηκε σε πολλές σχολές (όχι χωρίς την πλειοψηφία των ΕΑΑΚ στο πλευρό της) ως ένα μπλοκ αντι-κατάληψης.
Αυτές οι έκδηλες αδυναμίες και εκκωφαντικές απουσίες της ΚΝΕ από σειρά αγώνων, η διασπαστική και συμβιβαστική στάση της, καμουφλάρονται με φλυαρία για φανταστικά «επιτεύγματα».
Ε) Για τον προγραμματισμό μέχρι το 14ο Συνέδριο, δύο κεντρικά σημεία: 1) Για να υλοποιηθεί ο σχεδιασμός της ΚΝΕ «είναι αναγκαίο να θέτουμε εμπόδια στις προσπάθειες άλλων δυνάμεων μέσα στο κίνημα να αποπροσανατολίζουν από τον πραγματικό αντίπαλο». Έτσι «ντύνουν» τη λύσσα τους προς κάθε δύναμη, οργάνωση, συλλογικότητα που βρίσκεται στα αριστερά της ΚΝΕ. 2) Η «συσπείρωση» στην ΚΝΕ μπαίνει ως στείρα υπενθύμιση ενός καθήκοντος, χωρίς ούτε μια γραμμή για την ανάπτυξη των αγώνων π.χ. ενάντια στους ν. Κεραμέως, για την πάλη ενάντια στην κρατική καταστολή και τον πόλεμο.
Η ΚΝΕ ευαγγελίζεται διαρκώς τον πολυπόθητο σοσιαλισμό (ας αφήσουμε για την ώρα το λιβάνισμα των σταλινικών καθεστώτων), αλλά δεν έχει καμία στρατηγική, τακτική και πολιτική πρακτική για το πως θα φτάσουμε εκεί μέσω της σοσιαλιστικής επανάστασης. Με άλλα λόγια, το πρόγραμμά της έχει τον άναρχο χαρακτήρα κάθε ρεφορμισμού. Η κάθετη διχοτόμηση ανάμεσα στο «μάξιμουμ» του σοσιαλισμού και στον καθημερινό αγώνα είναι χαρακτηριστικό του ρεφορμισμού, σοσιαλδημοκρατικού και σταλινικού – και δεν έχει καμία σχέση με την πολιτική του επαναστατικού μαρξισμού (μεταβατικά αιτήματα/πρόγραμμα και αντίστοιχη ενωτική και ριζοσπαστική πρακτική). Κάθε μέρα που περνάει, εκτός από τις διασπαστικές κινήσεις της, η ΚΝΕ κάνει πιο απόλυτη αυτή τη διχοτόμηση – π.χ. στις σχολές τονίζει όλο και περισσότερο τα εκπαιδευτικά αιτήματα ή τα περίφημα «προβλήματα σχολής», ενώ δεν τολμάει να ανοίξει το θέμα του πολέμου και της πάλης εναντίον του. Όλο αυτό δεν καταλήγει παρά σε μια όλο και πιο απολίτικη και εκλογικίστικη προσέγγιση της νεολαίας – εν τέλει μια προσαρμογή στις δυσκολίες της σημερινής συντηρητικοποίησης.
Με αυτά τα υλικά, παρά την επίκληση μιας «αλύγιστης αντοχής παντός καιρού», η ΚΝΕ βρίσκεται στους πρόποδες μιας σοβαρής κρίσης, όντας ανίκανη να ανταποκριθεί στις δύσκολες απαιτήσεις μιας ταξικής πάλης που σκληραίνει διαρκώς. Αν αυτή η κρίση δείχνει να αναβάλλεται για λίγο, αυτό οφείλεται κυρίως στην άσχημη κατάσταση και τις υποχωρήσεις από τον χώρο της άκρας-ριζοσπαστικής αριστεράς. Όμως αυτά τα περιθώρια εξαντλούνται και η ΚΝΕ δεν θα μπορέσει να αποφύγει την κατάληξη περιθωριοποίησης που είχαν/έχουν παγκόσμια όλες οι σταλινικές δυνάμεις. Ειδικά αν αμφισβητηθεί από μια συνεπή επαναστατική πολιτική, που κάνει πράξη τα όσα λέει!