Λατινική Αμερική: οι εξεγέρσεις αλλάζουν το σκηνικό
Λατινική Αμερική: οι εξεγέρσεις αλλάζουν το σκηνικό
–
Από την Εργατική Πάλη Δεκεμβρίου
–
Οι μαζικές λαϊκές εξεγέρσεις σε λατινοαμερικάνικες χώρες (Χιλή, Βολιβία, Κολομβία, Εκουαδόρ), όπως και όλες οι άλλες που ξέσπασαν τους τελευταίους μήνες σε πολλά σημεία του πλανήτη, εντάσσονται σε ένα κοινό πλαίσιο: πίσω από φαινομενικά «ασήμαντες» αφορμές, κρύβονται δεκαετίες νεοφιλελευθερισμού, καταπίεσης και εξαθλίωσης, συσσωρευμένη εκρηκτική ύλη, που καθιστά εξαιρετικά δύσκολη οποιαδήποτε «πρόβλεψη» για το πότε θα σκάσει. Ειδικότερα όμως οι εξελίξεις στη Λατινική Αμερική την αναδεικνύουν σε «εργαστήριο» της αντεπίθεσης των εργαζομένων και των λαών σε παγκόσμια κλίμακα και – ειδικά αν συνυπολογίσουμε την ειδική σημασία της για τον αμερικάνικο ιμπεριαλισμό και τις μακρόχρονες αγωνιστικές της παραδόσεις – πεδίο ανελέητων συγκρούσεων που θα κρίνουν πολλά για το μέλλον της ανθρωπότητας.
Χιλή: το κίνημα βάζει τη ριζική πολιτική αλλαγή στην ατζέντα
Η λαϊκή εξέγερση στη Χιλή είναι ίσως η εμβληματικότερη του πρόσφατου διεθνούς «εξεγερσιακού κύματος». Η αύξηση της τιμής του εισιτηρίου στο μετρό της πρωτεύουσας Σαντιάγκο έδωσε την αφορμή για ογκώδεις κινητοποιήσεις και σκληρότατες συγκρούσεις, που κράτησαν πάνω από έναν μήνα. Ο απολογισμός της καταστολής της νεοφιλελεύθερης κυβέρνησης του Σεμπαστιάν Πινιέρα είναι ενδεικτικός για το τι είναι ικανό να επιστρατεύσει για την επιβίωσή του ένα σάπιο καπιταλιστικό καθεστώς: 22 βεβαιωμένοι νεκροί (πιθανότατα υπάρχουν αρκετά περισσότεροι), πάνω από 15.000 προσαγωγές ή συλλήψεις και πάνω από 2.000 τραυματίες, από τους οποίους 230 υπέστησαν σοβαρές βλάβες στα μάτια ή έχασαν εντελώς την όρασή τους, από πυροβολισμούς με πλαστικές σφαίρες σε ευθεία βολή. Την ίδια στιγμή, υπάρχει πλήθος καταγγελιών για βιασμούς διαδηλωτριών και βασανιστήρια. Ωστόσο, η μαζικότητα και αποφασιστικότητα των εξεγερμένων, με ορόσημο τη γενική απεργία στις 25 Οκτωβρίου και την ιστορική κινητοποίηση ενάμισι εκατομμυρίου ανθρώπων, τσάκισε τα σχέδια του Πινιέρα και τον ανάγκασε να πάρει πίσω την αύξηση της τιμής του εισιτηρίου, να άρει την απαγόρευση κυκλοφορίας και την κατάσταση έκτακτης ανάγκης που είχε κηρύξει, να απομακρύνει τους πιο μισητούς υπουργούς και να ανακοινώσει κάποια φιλολαϊκά μέτρα.
Καθώς οι κινητοποιήσεις συνεχίζονται, αλλά με σαφώς μειωμένη μαζικότητα και ένταση, το επίκεντρο μετατοπίζεται στην πολιτική αποκρυστάλλωση του κινήματος και στα πιο μόνιμα οφέλη που μπορούν να αποκομίσουν οι εργαζόμενοι και η νεολαία από τη σαφώς ευνοϊκή για αυτούς αλλαγή του συσχετισμού δυνάμεων που πέτυχαν με τον ηρωικό αγώνα τους. Σε κεντρικό πολιτικό ζήτημα στη νέα κατάσταση αναδεικνύεται η κατάρτιση και ψήφιση ενός ολοκληρωτικά νέου Συντάγματος. Το ισχύον Σύνταγμα είναι ουσιαστικά ίδιο με αυτό της δικτατορίας του Πινοσέτ, με κάποιες ακίνδυνες για το καθεστώς αλλαγές. Ο Πινιέρα αναγκάστηκε να παραδεχτεί την αναγκαιότητα για συνταγματική αλλαγή, σχεδιάζει ωστόσο να την απονευρώσει σε μια καθαρά κοινοβουλευτική διαδικασία και σε παζάρια με τα κόμματα της «επίσημης» αριστεράς, και ανακοίνωσε τη διεξαγωγή δημοψηφίσματος τον Απρίλιο του 2020, με ερώτημα αν θα πρέπει καν να γίνει η αναθεώρηση (!) και με ανοιχτό το ενδεχόμενο ενός δεύτερου δημοψηφίσματος, όπου θα προσδιοριστεί το περιεχόμενό της. Από την πλευρά τους, οι μαζικοί φορείς του κινήματος απαντούν ότι η διαδικασία αναθεώρησης του Συντάγματος πρέπει να ξεκινήσει άμεσα και ότι το ελάχιστο που θα πρέπει να κατοχυρώνεται από το νέο Σύνταγμα είναι πραγματικά δημόσια συστήματα υγείας, παιδείας και κοινωνικής ασφάλισης, η ιδιωτικοποίηση των οποίων αποτελεί βασικό άξονα του Συντάγματος του Πινοσέτ και παραμένει ακλόνητη από όλες τις μετέπειτα «δημοκρατικές» κυβερνήσεις.
Οι πιο ριζοσπαστικές πτέρυγες του κινήματος μιλούν για μια «Συντακτική Συνέλευση του Λαού», που θα θέσει το ζήτημα ενός Συντάγματος από μηδενική βάση, το οποίο θα ανταποκρίνεται στα συμφέροντα και τις ανάγκες των εργαζομένων και της νεολαίας. Κλειδί για να καρποφορήσει μια τέτοια προοπτική και να αποτελέσει αντικείμενο διαρκούς πολιτικής πάλης ενάντια στο καθεστώς είναι η δημιουργία μόνιμων δομών αυτοοργάνωσης του κινήματος. Το πρώτο ελπιδοφόρο βήμα είναι η συγκρότηση των λεγόμενων “cabildos populares” (λαϊκά συμβούλια) στις γειτονιές του Σαντιάγκο και άλλων πόλεων, που μετατρέπονται σταδιακά από άτυπες συζητήσεις μεταξύ αγωνιστών σε μαζικές συνελεύσεις.
Κολομβία: ο «καλός μαθητής» του ιμπεριαλισμού μπαίνει στον χορό της εξέγερσης
Παραδοσιακά, η Κολομβία αποτελεί βασικό προπύργιο της δεξιάς και του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού στη Λατινική Αμερική. Διαβόητα για τη δράση τους στη χώρα είναι τα παρακρατικά «τάγματα θανάτου», που δολοφονούν συνδικαλιστές και αγωνιστές σε σχεδόν καθημερινή βάση.
Τους τελευταίους μήνες, είχαν γίνει γνωστά τα σχέδια της νεοφιλελεύθερης κυβέρνησης του Ιβάν Ντούκε, με την καθοδήγηση του ΔΝΤ, για επέκταση της δουλειάς με ωρομίσθιο, μείωση του κατώτατου μισθού κατά 25% για τους νέους έως 25 χρόνων και διαφοροποίησή του ανά περιοχή της χώρας, κατάργηση της πληρωμής υπερωριών και της αποζημίωσης για απόλυση, αύξηση ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης, νέους φόρους για τα φτωχά στρώματα μαζί με φοροαπαλλαγές για τις επιχειρήσεις και ιδιωτικοποιήσεις, κυρίως στον τομέα της ενέργειας. Η αντίδραση του κινήματος ήρθε με τη συγκρότηση της Εθνικής Επιτροπής για την Πολιτική Απεργία, από συνδικαλιστικές οργανώσεις όλων των κλάδων, ενώσεις αγροτών, ιθαγενών, φοιτητών και άλλες κοινωνικές οργανώσεις, και την κήρυξη πανεθνικής απεργίας για την 21η Νοεμβρίου. Εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι διαδήλωσαν στην πρωτεύουσα Μπογκοτά και άλλες μεγάλες πόλεις. Η κυβέρνηση έβγαλε στους δρόμους τον στρατό και τις διαβόητες μηχανοκίνητες δυνάμεις καταστολής ESMAD, με αποτέλεσμα τρεις νεκρούς και πολλές εκατοντάδες τραυματίες και συλληφθέντες. Σε απάντηση στην καταστολή, οργανώθηκαν διαμαρτυρίες με κατσαρόλες, που ξεκίνησαν από φτωχογειτονιές της Μπογκοτά και επεκτάθηκαν σε όλη τη χώρα.
Από εκείνη τη μέρα και μέχρι την ώρα που γράφονται αυτές οι γραμμές, οι εργαζόμενοι, η νεολαία και οι φτωχοί αγρότες και ιθαγενείς δεν έχουν σταματήσει να αγωνίζονται. Η όξυνση της καταστολής, με τανκς στους δρόμους και άλλες δύο δολοφονίες διαδηλωτών (ο ένας 18χρονο παιδί), όχι μόνο δεν πτόησε τους εξεγερμένους, αλλά οδήγησε σε ακόμα μαζικότερες κινητοποιήσεις και άλλες δύο πανεθνικές απεργίες, στις 27 Νοεμβρίου και στις 3 Δεκεμβρίου. Ο Ντούκε, ενώ αρχικά δήλωνε ότι οι διαδηλώσεις είναι έργο πρακτόρων του Μαδούρο (!), αναγκάστηκε να πάρει πίσω τα περισσότερα από τα μέτρα, να ανακοινώσει μείωση του ΦΠΑ και αύξηση των συνταξιοδοτικών παροχών και να καλέσει τους εκπροσώπους του κινήματος σε «εθνικό διάλογο». Η Εθνική Επιτροπή για την Πολιτική Απεργία απάντησε ότι θα προσέλθει στον διάλογο μόνο αν γίνουν δεκτά 13 αιτήματα που παρέδωσε στην κυβέρνηση, τα οποία, πέρα από την απόσυρση όλων των μέτρων, περιλαμβάνουν μεγάλες αυξήσεις σε μισθούς, συντάξεις και δαπάνες για υγεία και παιδεία, διάλυση των ESMAD, παραδειγματική τιμωρία των υπευθύνων για την καταστολή, λήψη μέτρων για να σταματήσουν οι δολοφονίες αγωνιστών και τήρηση της ειρηνευτικής συμφωνίας με τους αντάρτες των FARC (Επαναστατικές Ένοπλες Δυνάμεις της Κολομβίας).
Εκουαδόρ: η πρώτη νίκη
Η πρώτη χρονικά από τις εξεγέρσεις που ξέσπασαν στη Λατινική Αμερική ήταν αυτή στο Εκουαδόρ, από τις αρχές Οκτωβρίου (βλ. και φύλλο Νοεμβρίου της ΕΠ). Ο πρόεδρος Λένιν (!) Μορένο, έχοντας μάλιστα εκλεγεί με τη σημαία του κόμματος του πρώην προέδρου Ραφαέλ Κορέα, που επί μία δεκαετία είχε ασκήσει φιλολαϊκή πολιτική, προχώρησε σε συμφωνία με το ΔΝΤ, που προβλέπει τεράστιες αυξήσεις στις τιμές των καυσίμων (μέχρι και 75%), σαρωτικές ιδιωτικοποιήσεις και πλήρη ελαστικοποίηση των εργασιακών σχέσεων. Επί 12 μέρες, ένα πανίσχυρο ενωμένο κίνημα εργαζομένων, αγροτών και φοιτητών σάρωσε την πρωτεύουσα Κίτο και άλλες μεγάλες πόλεις, αψηφώντας την απαγόρευση κυκλοφορίας και τον στρατιωτικό νόμο που κήρυξε ο Μορένο και τη δολοφονική δράση αστυνομίας και στρατού. Οι εξεγερμένοι κατέλαβαν τα κτήρια του κοινοβουλίου και του υπουργείου Οικονομικών, αναγκάζοντας τον Μορένο να καταφύγει, μαζί με τους υπουργούς του, σε άλλη πόλη. Ο αγώνας στέφθηκε με μια μεγάλη νίκη, που σίγουρα έπαιξε τον ρόλο της στο ξέσπασμα των επόμενων εξεγέρσεων, καθώς ο Μορένο υποχρεώθηκε να ανακοινώσει την ακύρωση της συμφωνίας με το ΔΝΤ.
Προοπτικές και κίνδυνοι
Ενώ μέχρι πριν λίγους μήνες γινόταν λόγος για δεξιά στροφή στη Λατινική Αμερική, η εισβολή του λαϊκού παράγοντα στο πολιτικό προσκήνιο αλλάζει άρδην τα δεδομένα. Οι εξεγέρσεις αυτές συνδυάζονται με τη μαζική αντίσταση ενάντια στο πραξικόπημα στη Βολιβία (βλ. σχετικό άρθρο) και στο καθεστώς του Μπολσονάρο στη Βραζιλία, την άνοδο του κινήματος και την εκλογική συντριβή των νεοφιλελεύθερων σε Μεξικό και Αργεντινή αλλά και τους σκληρούς αγώνες που είχαν ξεσπάσει νωρίτερα σε Περού και Αϊτή. Ο συναγερμός έχει μεταφερθεί στην Ουάσιγκτον, με τον υπουργό Εξωτερικών Πομπέο να δηλώνει: «θα… αποτρέψουμε οι διαδηλώσεις να εξελιχθούν σε ταραχές και βίαια επεισόδια που δεν αντικατοπτρίζουν τη δημοκρατική βούληση του λαού». Ο αγώνας από εδώ και πέρα θα δοθεί από καλύτερες θέσεις, όμως η συντριβή της βαρβαρότητας του ιμπεριαλισμού και των ντόπιων καπιταλιστών απαιτεί την οικοδόμηση μαζικών, μόνιμων δομών αυτοοργάνωσης των εργαζομένων και της νεολαίας και ισχυρών επαναστατικών κομμάτων.