Ινδία: Ακόμη μια ιστορικών διαστάσεων απεργία

ΙΝΔΙΑ: ΑΚΟΜΗ ΜΙΑ ΙΣΤΟΡΙΚΩΝ ΔΙΑΣΤΑΣΕΩΝ ΑΠΕΡΓΙΑ

Από την Εργατική Πάλη Φεβρουαρίου


Στις 8 και 9 Γενάρη, 10 συνομοσπονδίες εργαζομένων κάλεσαν πανεθνική απεργία στην Ινδία (δεν συμμετείχαν οι δύο φιλοκυβερνητικές συνομοσπονδίες). Η απεργία είχε ανακοινωθεί από τις αρχές Σεπτέμβρη και οργανώθηκε σε όλους τους βασικούς τομείς της οικονομίας (τράπεζες, μεταφορές, βιομηχανία κ.ά.).

Αυτή τη φορά συμμετείχαν στη γενική απεργία και πολλές οργανώσεις φτωχών αγροτών και εργατών γης (Παν-ινδική Ένωση Αγροτών). Τα εκατομμύρια των φτωχών αγροτών και εργατών γης της Ινδίας είναι σε άθλια κατάσταση. Η κυριαρχία μεγάλων πολυεθνικών στην ύπαιθρο έχει  ως αποτέλεσμα πολλοί εργάτες να αμείβονται με άθλια μεροκάματα, ενώ όσοι προσπαθούν να καλλιεργήσουν τα δικά τους χωράφια καταχρεώνονται με δάνεια. Η τραγικότητα της κατάστασης εκφράζεται με τις 48.104 αυτοκτονίες αγροτών από το 2013 ως το 2016! Βασικά τους αιτήματα είναι η διαγραφή των χρεών τους και η διανομή γης στους φτωχούς.

Σημαντική θέση στην απεργία είχε και η συμμετοχή των γυναικών, οι οποίες διεξάγουν σημαντικούς αγώνες στην Ινδία, σε διάφορες περιοχές, για την υπεράσπιση της ισότητας σε όλα τα δικαιώματα, και εκφράζονται και στις μεγάλες απεργίες.

Το 2016 είχε καταγραφεί στην Ινδία η μεγαλύτερη απεργία στην ιστορία της ανθρωπότητας, όταν απέργησαν 150 εκατομμύρια εργάτες. Αυτή τη φορά, οι εκτιμήσεις αναφέρουν κοντά στα 200 εκατομμύρια απεργούς σε όλη τη χώρα, με μπλόκα σε σιδηροδρομικές γραμμές και δρόμους, μεγάλες διαδηλώσεις (με επιθέσεις της αστυνομίας και χιλιάδες συλλήψεις), σταμάτημα της λειτουργίας μεγάλων εργοστασίων (Bosch, Seat, Volvo, Toyota, Daikin, Samsonite κ.ά.) και απεργία στους τομείς του άνθρακα και χάλυβα, της μεταλλουργίας κ.ά.

Ο φόβος της ινδουϊστικής/εθνικιστικής αλλά και ακραία νεοφιλελεύθερης κυβέρνησης του Μόντι εκδηλώθηκε με την παρεμπόδιση της επίσημης καταγραφής από τις αρμόδιες κρατικές υπηρεσίες της συμμετοχής στην απεργία. Το μίσος της κυβέρνησης προς τους εργαζόμενους και τα φτωχά λαϊκά στρώματα είναι η βαθύτερη αιτία της οργάνωσης αυτής της απεργίας. Οι 10 συνομοσπονδίες κατέθεσαν μια λίστα 12 βασικών αιτημάτων, που τις ένωσαν στον απεργιακό αγώνα: αύξηση του κατώτατου μισθού, έλεγχος των τιμών βασικών αγαθών, καθολική κοινωνική ασφάλιση, αποτροπή νέων ιδιωτικοποιήσεων και αρπαγής δημόσιων επιχειρήσεων, προστασία των εργαζομένων από την αδήλωτη εργασία κ.ά. Ακόμα, η κατάργηση μιας σειράς αντεργατικών, αντισυνδικαλιστικών νόμων και ρυθμίσεων, τους οποίους η κυβέρνηση Μόντι προσπαθεί να εφαρμόσει τον τελευταίο χρόνο για να αποδυναμώσει το εργατικό κίνημα.

Σε μια χώρα με υποτυπώδη νομική προστασία των δικαιωμάτων των εργαζομένων και ελάχιστη προστασία των συνδικαλιστικών ελευθεριών, η κυβέρνηση προσπαθεί να επιβάλει με απόλυτο τρόπο τον δεσποτισμό των ντόπιων και διεθνών εργοδοτών. Επίσημα, το ποσοστό των συνδικαλισμένων εργαζομένων φτάνει το 2%, και αυτό αφορά κυρίως κρατικούς και δημόσιους υπαλλήλους, αλλά η κυβέρνηση και οι άρχουσες τάξεις έχουν λόγο να ανησυχούν.

Σήμερα, υπολογίζεται ότι οι εργαζόμενοι στα αστικά κέντρα της Ινδίας φτάνουν τα 520 εκατομμύρια. Μόνο ένα 6-7% είναι επισήμως σταθερά εργαζόμενοι σε επιχειρήσεις. Εκατομμύρια ακτήμονες αγρότες και εργάτες γης συρρέουν κάθε μήνα στις μεγάλες βιομηχανικές πόλεις, ζώντας σε άθλιες συνθήκες σε παραγκουπόλεις. Δουλεύουν σε εργοστάσια-φρούρια των πολυεθνικών με ιδιωτικές φρουρές και τους αλλάζουν συχνά περιοχές για να μην αποκτήσουν επαφές με τους ντόπιους εργαζόμενους. Οι νέες θέσεις εργασίας που δημιουργούνται από τη γοργά αναπτυσσόμενη ινδική βιομηχανία δεν φτάνουν ούτε για το ένα τρίτο αυτών που ψάχνουν για δουλειά.

Όμως, αυτή η άγρια εκμετάλλευση της ινδικής εργατικής τάξης ξεσπάει σε τεράστιους εργατικούς αγώνες, με επικεφαλής αγωνιστικά συνδικάτα. Τις αμέσως επόμενες μέρες από τη 48ωρη απεργία ξέσπασαν αρκετές  απεργιακές δράσεις διαρκείας. Οι εργαζόμενοι στις συγκοινωνίες, το πολιτικό προσωπικό της αμυντικής βιομηχανίας, εκπαιδευτικοί, φοιτητές, βρέθηκαν σε κινητοποιήσεις αρκετές φορές, κερδίζοντας έστω κάποια από τα αιτήματά τους. Στις 3 Φλεβάρη, το κοινοβούλιο «πολιορκήθηκε» από τους «άτυπους» εργαζόμενους, που απαίτησαν να αναγνωριστούν έστω τα ελάχιστα καθολικά κοινωνικά δικαιώματα, όπως το δικαίωμα στη στέγη και ένα μίνιμουμ κοινωνικών παροχών.

Το 2019 είναι χρονιά εκλογών. Η κυβέρνηση του Ναρέντρα Μόντι δίνει τα πάντα στα μεγάλα συμφέροντα για να καταφέρει να παραμείνει στην εξουσία. Δεν διστάζει να προχωρήσει σε νέες, φασιστικού τύπου, επιθέσεις στην εργατική τάξη, για να επιβάλει «Νόμο και Τάξη». Δεκάδες μέλη της επαναστατικής αριστεράς (συγγραφείς, συνδικαλιστές, δημοσιογράφοι, καθηγητές, σπουδαστές) έχουν συλληφθεί μέσα στο 2018, με τη γελοία κατηγορία του σχεδιασμού της δολοφονίας του πρωθυπουργού. Ακροδεξιοί επιτίθενται στις συγκεντρώσεις των Νταλίτ (η κατώτερη κάστα, που αριθμεί περίπου 200 εκ.) και αριστερών αγωνιστών που υπερασπίζονται τα δικαιώματά τους. Οι συνδικαλιστές διώκονται με κάθε τρόπο και η απαξίωση/καταπίεση των γυναικών, ο θρησκευτικός φονταμενταλισμός και ο εθνικισμός υποδαυλίζονται συστηματικά από το καθεστώς.

Ήδη όμως διαφαίνονται σημάδια της πολιτικής κρίσης και της διάλυσης των παραδοσιακών πολιτικών δυνάμεων και η κυβέρνηση δύσκολα θα επιβιώσει στις επόμενες εκλογές. Ακόμα και αν καταφέρει να κερδίσει την κεντρική πολιτική μάχη για την ομοσπονδιακή κυβέρνηση, πολλά περισσότερα αυτόνομα κρατίδια θα περάσουν στα χέρια της αντιπολίτευσης. Αυτή δεν είναι μια παραδοσιακά αστική αντιπολίτευση, αλλά κυρίως τα διάφορα ΚΚ, που εκφράζουν, αλλά και εγκλωβίζουν, πολυάριθμους και αποφασισμένους αγωνιστές εργάτες που οργανώνουν το εργατικό κίνημα.

Σε κάθε περίπτωση όμως, αυτό που καταφθάνει είναι η βαθιά κοινωνική κρίση και οι ταξικές συγκρούσεις. Οι κοινωνικές θύελλες είναι μπροστά μας.