Υεμένη: Κλιμάκωση του πολέμου με φόντο τη σύγκρουση ΗΠΑ-ΙΡΑΝ

ΚΛΙΜΑΚΩΣΗ ΤΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ ΣΤΗΝ ΥΕΜΕΝΗ ΜΕ ΦΟΝΤΟ ΤΗ ΣΥΓΚΡΟΥΣΗ ΗΠΑ –ΙΡΑΝ

Από την Εργατική Πάλη Ιουλίου-Αυγούστου

Τη σφοδρότερη επίθεση από το καλοκαίρι του 2015 δέχεται από τα μέσα Ιούνη η Υεμένη, σε μια προσπάθεια του φιλοκυβερνητικού αραβικού συνασπισμού κρατών, υπό την Σαουδική Αραβία, να καταλάβει τη Χοντάιντα, ένα από τα μεγαλύτερα λιμάνια της χώρας, αεροδρόμιο της πόλης και δρόμο προς την πρωτεύουσα Σάναα, που από το 2015 βρίσκονται στα χέρια των ανταρτών Χούτι, μαζί με το μεγαλύτερο μέρος της βόρειας Υεμένης. Απώτερος στόχος της υποστηριζόμενης από τους ιμπεριαλιστές συμμαχίας είναι να ανακόψει τους δρόμους ανεφοδιασμού των ανταρτών και να τους υποχρεώσει να συνθηκολογήσουν, τερματίζοντας, προς όφελός του ιμπεριαλιστικού στρατοπέδου, τον εμφύλιο που μαίνεται εδώ και χρόνια και καταφέρνοντας ένα ισχυρό πλήγμα στις γεωπολιτικές βλέψεις του Ιράν, που στηρίζει τους Χούτι.

Οδοιπορικό στην ιστορία

Η Υεμένη είναι μια πάμφτωχη χώρα, χωρίς ιδιαίτερα κοιτάσματα πετρελαίου, που έχει, ωστόσο το προνόμιο να βρίσκεται σε μια ιδιαίτερα κρίσιμη περιοχή: στο δυτικό άκρο της αραβικής χερσονήσου, δίπλα στη Σαουδική Αραβία και στις ανατολικές ακτές της Ερυθράς Θάλασσας, πάνω, δηλαδή στο νευραλγικό εμπορικό και ενεργειακό δρόμο μεταξύ Ανατολής και Δύσης. Αποτελείται ουσιαστικά από δύο χώρες: τη Βόρεια Υεμένη, άλλοτε τμήμα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, που χαρακτηρίζεται από την έντονη επιρροή της ισλαμικής θρησκείας, την κυριαρχία των φυλών και κατοικείται κυρίως από σιίτες, και τη Νότια Υεμένη, άλλοτε βρετανική αποικία, στη συνέχεια λαϊκή δημοκρατία, μετά από λαϊκή επανάσταση το 1962, που κατοικείται κυρίως από σουνίτες. Οι δυο χώρες ενώθηκαν το 1990 μετά την κατάρρευση του ανατολικού μπλοκ και πρόεδρος ανέλαβε ο Αλί αλ Σάλεχ, πρόεδρος, ως τότε, της Βόρειας Υεμένης και εκλεκτός των Αμερικανών, που εξελίχθηκε σε στυγνό δικτάτορα, ηγέτη ενός διεφθαρμένου καθεστώτος που βύθισε τη χώρα σε μεγαλύτερη φτώχεια. Το αποτέλεσμα ήταν μια εμφύλια σύρραξη (που πνίγηκε στο αίμα το 1994) και ένα αποσχιστικό κίνημα στο νότο, αλλά και η ένοπλη αντιπαράθεση στο βορρά από το 2004, με το κίνημα των Χούτι, που επιδιώκει να πάρει την εξουσία. Στη βόρεια Υεμένη ανδρώθηκαν οι μουτζαχεντίν που χρησιμοποιήθηκαν τόσο στο Αφγανιστάν κατά των Σοβιετικών όσο και στη χώρα τους κατά των προοδευτικών δυνάμεων, ενώ στο νότο εμφανίζεται η Αλ Κάιντα της Υεμένης που, από το 2009, συγχωνεύεται με την αντίστοιχη οργάνωση της Σαουδικής Αραβίας και χρησιμοποιείται από τις ΗΠΑ στην προσπάθεια να ανακόψουν την επέλαση των Χούτι.

Το κύμα της Αραβικής Άνοιξης παρέσυρε και την Υεμένη, με μαζικές διαδηλώσεις να απαιτούν από το Γενάρη του 2011 την αντιμετώπιση της ακραίας φτώχειας και της ανεργίας, συνταγματικές ελευθερίες και αποχώρηση του Σάλεχ από την εξουσία. Ένα χρόνο μετά, ο Σάλεχ παραιτείται και στη θέση του εκλέγεται ο Μανσούρ Χάντι που συνεχίζει την πολιτική του προκατόχου του. Μια σειρά νέων περικοπών, το καλοκαίρι του 2014, προκαλεί νέα εξέγερση των Χούτι και οδηγεί, το Γενάρη του 2015, στην κατάληψη της πρωτεύουσας Σάναα και μεγάλου μέρους της χώρας από τους αντάρτες. Καθώς γίνεται φανερό ότι ο Χάντι –που κατέφυγε στη Σαουδική Αραβία– είναι εξίσου ανίκανος με τον προκάτοχό του να χειριστεί την κατάσταση, παρά την ιμπεριαλιστική οικονομική και στρατιωτική βοήθεια, αναλαμβάνει η Σαουδική Αραβία με ένα συνασπισμό εννέα ακόμα μοναρχιών του Κόλπου και τη στήριξη ΗΠΑ, Βρετανίας, Γαλλίας και Τουρκίας και ξεκινά, το Μάρτη του 2015, μια επέμβαση που συνεχίζεται ουσιαστικά μέχρι σήμερα.

Η ανθρωπιστική κρίση και η νέα επίθεση

Ήδη πριν την επέμβαση του 2015, ο μισός πληθυσμός της Υεμένης ζούσε με λιγότερο από 2 δολάρια τη μέρα, το 35% ήταν άνεργο και το 50% αναλφάβητο, ενώ το 60% των παιδιών κάτω των πέντε έπασχε από υποσιτισμό. Η επέμβαση έχει διαλύσει ό,τι υπήρχε από υποδομή σε δίκτυα ηλεκτροδότησης και ύδρευσης, συγκοινωνίες, σχολεία και νοσοκομεία. Η εμφάνιση της χολέρας, που έχει ήδη προκαλέσει πάνω από 2.200 θανάτους, είναι ενδεικτική. Σήμερα, 11.000.000 άνθρωποι υποσιτίζονται, 16.000.000 δεν έχουν πρόσβαση σε νερό, 20.000.000 άνθρωποι (το 80% του πληθυσμού), εκ των οποίων τα 11.000.000 είναι παιδιά, χρειάζονται επείγουσα ανθρωπιστική βοήθεια και 7.000.000 εξαρτούνται απόλυτα απ’ αυτήν. Σχεδόν 200.000 Υεμενίτες έχουν μεταναστεύσει σε γειτονικές χώρες, ενώ γύρω στα 2.000.000 έχουν εκτοπιστεί σε άλλες περιοχές στο εσωτερικό της χώρας τους. Πρόκειται για τη χειρότερη ανθρωπιστική κρίση στον κόσμο, σύμφωνα με τον ΟΗΕ.

Η Χοντάιντα αποτελεί το λιμάνι μέσω του οποίου διέρχεται το μεγαλύτερο μέρος των εμπορευμάτων και της ανθρωπιστικής βοήθειας που φτάνουν στη χώρα, γι’ αυτό και είναι εξαιρετικής σημασίας. Η χρονική στιγμή άλλωστε της επίθεσης δεν είναι καθόλου τυχαία: λίγες μέρες νωρίτερα είχε διαρρεύσει ειρηνευτικό προσχέδιο του ΟΗΕ που προέβλεπε τον τερματισμό των αεροπορικών βομβαρδισμών εφόσον οι Χούτι παρέδιδαν τους βαλλιστικούς τους πυραύλους. Προέβλεπε, επίσης, μετά τον τερματισμό των συγκρούσεων, το σχηματισμό μεταβατικής κυβέρνησης εθνικής ενότητας με τη συμμετοχή όλων. Ακανθώδη ζητήματα, όπως το μέγεθος της εκπροσώπησης των ανταρτών στη μεταβατική κυβέρνηση, η εκλογική διαδικασία, ή η κατάρτιση συντάγματος αφήνονταν να εξεταστούν στα πλαίσια της διαπραγμάτευσης. Η κατάληψη, λοιπόν, της κρίσιμης περιοχής της Χοντάιντα, εφόσον επιτευχθεί, δεν επιδεινώνει μόνο την ανθρωπιστική κρίση, αλλά δυσχεραίνει και τον ανεφοδιασμό των ανταρτών, ανοίγει το δρόμο για ανακατάληψη περισσότερων εδαφών από τα φιλοϊμπεριαλιστικά στρατεύματα και δημιουργεί τετελεσμένα σε βάρος των Χούτι.

Βέβαια, οι ανησυχίες ΗΠΑ, ΕΕ κ.λπ. για τον άμαχο πληθυσμό είναι, ως συνήθως, πέρα για πέρα υποκριτικές. Πέρα από τα όπλα δισεκατομμυρίων δολαρίων που πουλούν ΗΠΑ, Βρετανία και Γαλλία στον επιτιθέμενο αραβικό συνασπισμό, δεν επέτρεψαν να βγει καν μια καταδικαστική απόφαση από το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ για την επέμβαση στην Υεμένη. Οι χιλιάδες ζωές αμάχων που θα θυσιαστούν και πάλι ελάχιστα βαραίνουν στη ζυγαριά των ιμπεριαλιστικών συμφερόντων και ανταγωνισμών.