70 χρόνια από το Σύμφωνο Χίτλερ – Στάλιν
Στις 23-24 Αυγούστου 1939 υπογράφηκε στη Μόσχα το σύμφωνο μεταξύ Χίτλερ και Στάλιν, γνωστό και ως Σύμφωνο Ρίμπεντροπ-Μολότοφ (από τα ονόματα των αντίστοιχων υπουργών Εξωτερικών που το υπέγραψαν). Το σύμφωνο Χίτλερ-Στάλιν ονομάστηκε επίσημα «Σύμφωνο Μη Επίθεσης». Η υπογραφή τού συμφώνου, που πραγματοποιήθηκε εντός ενός μόλις εξαμήνου από τη λήξη του ισπανικού Εμφυλίου Πολέμου, φόβισε τις ευρωπαϊκές «δημοκρατικές» δυνάμεις και συγκλόνισε τους εργάτες όλου του κόσμου. Το Σύμφωνο Χίτλερ-Στάλιν και το μοίρασμα της Πολωνίας μεταξύ Γερμανίας και ΕΣΣΔ που το ακολούθησε, απέδειξε για άλλη μια φορά την προδοσία της γραφειοκρατικής ηγεσίας της ΕΣΣΔ απέναντι στο σκοπό της παγκόσμιας σοσιαλιστικής επανάστασης και αποκάλυψε πλήρως τη φύση και τις προθέσεις των σταλινικών, ενώ αντικειμενικά βοήθησε τον Χίτλερ να προχωρήσει τα σχέδιά του για έναν γρήγορο πόλεμο σε ένα κάθε φορά μέτωπο. Πάνω απ’ όλα, το επαίσχυντο αυτό σύμφωνο δυσφήμισε το σοσιαλιστικό κράτος της ΕΣΣΔ και έβλαψε ανεπανόρθωτα τον σοσιαλισμό στα μάτια εκατομμυρίων αγωνιστών.
Με το Σύμφωνο, οι δύο δυνάμεις δεσμεύονταν να μην εμπλακούν σε πόλεμο μεταξύ τους, καθώς και να διατηρήσουν την ουδετερότητά τους σε περίπτωση που μία από τις δύο αναμιχθεί σε πόλεμο. Με μυστική συμφωνία στα πλαίσια των συζητήσεων του Συμφώνου, η Γερμανία και η ΕΣΣΔ κατένειμαν περιοχές της Ευρώπης σε ζώνες επιρροής. Αυτή η συμφωνία, που αποτυπώθηκε σε μυστικό πρωτόκολλο, περιελάμβανε τον διαμελισμό της Πολωνίας μεταξύ των δύο δυνάμεων, το πέρασμα δύο βαλτικών χωρών (Εσθονία, Λετονία) και της Φινλανδίας στη σφαίρα επιρροής της ΕΣΣΔ καθώς και την παραχώρηση διευκολύνσεων από την ΕΣΣΔ προς το πρόγραμμα εξοπλισμού της ναζιστικής Γερμανίας.
Εφαρμόζοντας πιστά το πρωτόκολλο, ο Χίτλερ και ο Στάλιν εισέβαλαν στην Πολωνία και τη διαμέλισαν (Σεπτέμβρης 1939). Λίγο αργότερα, η ΕΣΣΔ εισέβαλλε σε εδάφη της Ρουμανίας και στις βαλτικές χώρες (συμπεριλαμβανομένης της Λιθουανίας, που είχε εξαιρεθεί από το πρωτόκολλο) και ενσωμάτωσε με τη βία αυτές τις περιοχές στην επικράτειά της. Το σύμφωνο Χίτλερ-Στάλιν παραβιάστηκε όταν η Γερμανία εισέβαλλε στην ΕΣΣΔ το καλοκαίρι του 1941, προκαλώντας σοκ τόσο στον Στάλιν όσο και στη σοβιετική γραφειοκρατία που περίμεναν ότι με ένα σύμφωνο αντί για την παγκόσμια επανάσταση, θα την γλίτωναν από τον επερχόμενο ενδοϊμπεριαλιστικό πόλεμο.
Το Σύμφωνο Χίτλερ-Στάλιν: η λογική συνέχεια της εγκατάλειψης της παγκόσμιας επανάστασης
Οι στόχοι του Χίτλερ όσον αφορά την επιδίωξη του συμφώνου ήταν απλοί: Επειδή η Γερμανία δεν είχε τη δυνατότητα να εμπλακεί σε πόλεμο σε πολλά μέτωπα ταυτόχρονα, επιθυμούσε να εξασφαλίσει το ανατολικό της μέτωπο, ώστε να μπορέσει να ξεκινήσει τον πόλεμο στο δυτικό, όπως και έκανε. Συμφωνώντας με τον Χίτλερ, η γραφειοκρατία της ΕΣΣΔ του άναψε το πράσινο φως για το ξεκίνημα των επιχειρήσεων.
Οι απολογητές του σταλινισμού πιστεύουν πως η ΕΣΣΔ «αναγκάστηκε» να υπογράψει το σύμφωνο, προκειμένου να «κερδίσει χρόνο». Δεν υπάρχει πιο γελοίο επιχείρημα από αυτό. Η εισβολή και ο διαμελισμός της Πολωνίας, όπως και οι εισβολές στις βαλτικές χώρες δεν ήταν καθόλου «αναγκαστικές» ούτε και εξασφάλιζαν «χρόνο» για την ΕΣΣΔ. Εξάλλου δεν υπάρχει καλύτερη απόδειξη από το γεγονός ότι οι σοβιετικοί γραφειοκράτες όχι μόνο δεν προετοιμάστηκαν για τον επερχόμενο πόλεμο (τα γερμανικά στρατεύματα έκαναν σχεδόν ανενόχλητα παρέλαση μέχρι τα Ουράλια) αλλά και σοκαρίστηκαν όταν εισέβαλε ο γερμανικός στρατός στην Σοβιετική Ένωση.
Ούτε είναι σωστή η άποψη ότι το σύμφωνο ήταν μια «λανθασμένη» τακτική των σοβιετικών. Στην πραγματικότητα, το σύμφωνο Χίτλερ-Στάλιν ήταν μια απόλυτα λογική συνέχεια της πολιτικής της «οικοδόμησης του σοσιαλισμού σε μία χώρα» και της εγκατάλειψης του μπολσεβίκικου στόχου της εξάπλωσης της παγκόσμιας επανάστασης.
Ο Λένιν, ο Τρότσκι και οι υπόλοιποι μπολσεβίκοι επαναστάτες, ακόμη και πριν την Οκτωβριανή Επανάσταση, ανέμεναν την εξάπλωση της επανάστασης στην Ευρώπη και ιδίως στη Γερμανία. Αυτό σήμαινε ανάπτυξη των εργατικών αγώνων και πάλη των Κομμουνιστικών Κομμάτων σε κάθε χώρα, με στόχο την κατάληψη της εξουσίας από την εργατική τάξη. Με την άνοδο της σταλινικής γραφειοκρατίας στην ΕΣΣΔ, οι προτεραιότητες άλλαξαν. Έχοντας σφετεριστεί την πολιτική εξουσία και απολαμβάνοντας τεράστια προνόμια σε σύγκριση με τον λαό, οι γραφειοκράτες με επικεφαλής τον Στάλιν έθεσαν ως πρώτη προτεραιότητα τη διατήρησή τους στην εξουσία με κάθε κόστος. Αυτό μεταφράστηκε σε στραγγαλισμό της δημοκρατίας των Σοβιέτ και δολοφονίες μπολσεβίκων στο εσωτερικό και σε εγκατάλειψη της προσπάθειας για σοσιαλιστικές επαναστάσεις στο εξωτερικό. Μέσω της γραφειοκρατικοποίησης της Κομμουνιστικής Διεθνούς, των διώξεων-διαγραφών κομμουνιστών ηγετών και τους διορισμούς σταλινικών ηγεσιών στα ΚΚ ανά τον κόσμο, η πάλη για την επέκταση της σοσιαλιστικής επανάστασης σε άλλες χώρες αντικαταστάθηκε από μια απέλπιδα προσπάθεια για διατήρηση της σταλινικής γραφειοκρατίας στη θέση της. Ο Στάλιν πάνω απ’ όλα φοβόταν ―και σωστά― πως μια νέα σοσιαλιστική επανάσταση θα αφύπνιζε τις εργατικές μάζες στην ΕΣΣΔ και θα προκαλούσε μια πολιτική επανάσταση ενάντια στα προνόμια και την εξουσία της γραφειοκρατίας. Γι’ αυτό και πριν τον πόλεμο πραγματοποιήθηκε μια σειρά από προδοσίες των επαναστάσεων από τα γραφειοκρατικοποιημένα Κ.Κ. (Κίνα, Γερμανία, Γαλλία, Ισπανία — για να μείνουμε στις σημαντικότερες).
Η άνοδος του Χίτλερ στην εξουσία θα μπορούσε να έχει αποφευχθεί μονάχα μέσα από την ενωτική πάλη των Γερμανών εργατών, οι οποίοι ήταν περίπου ισόποσα χωρισμένοι μεταξύ Κομμουνιστών και Σοσιαλιστών. Ωστόσο ο Στάλιν και το γερμανικό Κ.Κ. προώθησαν τη γραμμή του «σοσιαλφασισμού», δηλαδή την άποψη ότι οι εργάτες που πρόσκεινται στο γερμανικό Σοσιαλιστικό Κόμμα ήταν φασίστες. Αυτή η αντίληψη, που επιβλήθηκε λόγω του φόβου της σοβιετικής γραφειοκρατίας απέναντι στην επέκταση της σοσιαλιστικής επανάστασης, απέτρεψε μια ενωτική γενική απεργία και αγώνα, που θα μπορούσε να εξελιχθεί σε πολιτική πάλη ενάντια στον Χίτλερ. Αφού απέτυχε με αυτόν τον τρόπο να αποτρέψει την άνοδο του ναζισμού, ο Στάλιν επέβαλε αργότερα την πολιτική του αντιφασιστικού μετώπου (με Σοσιαλδημοκρατία και αστικά κόμματα), εν συνεχεία, κάνοντας ακόμα μια στροφή 180 μοιρών, επέλεξε την υπογραφή του Συμφώνου Μη Επέμβασης με τον Χίτλερ, αιφνιδιάζοντας πλήρως τα διάφορα Κομουνιστικά Κόμματα. Μέχρι την υπογραφή του Συμφώνου τα Κ.Κ. θεωρούσαν ως βασικό εχθρό τον φασισμό (και όχι την αστική τάξη) και επεδίωκαν συμμαχίες με όλους απέναντι στους φασίστες. Με την υπογραφή του Συμφώνου έπαυσαν να θεωρούν τον φασισμό κύριο εχθρό, φτάνοντας μάλιστα στη γελοία θέση να τον προτιμούν και από τη Σοσιαλδημοκρατία. Τέλος, μετά την εισβολή του Χίτλερ στην ΕΣΣΔ, το εκκρεμές κινήθηκε ξανά προς την άλλη άκρη, δηλαδή προς το αντιφασιστικό μέτωπο — ποτέ όμως προς την επανάσταση!