Κώστας Καρυωτάκης: Ένας οριακός ποιητής (του Δημήτρη Κατσορίδα)

ΚΩΣΤΑΣ ΚΑΡΥΩΤΑΚΗΣ: ΕΝΑΣ «ΟΡΙΑΚΟΣ ΠΟΙΗΤΗΣ»

Του Δημήτρη Κατσορίδα


(90 χρόνια από τον θάνατό του)

Εφέ­τος, με­τα­ξύ άλλων εκ­δη­λώ­σε­ων και αφιε­ρω­μά­των, συ­μπλη­ρώ­θη­καν 90 χρό­νια και από τον θά­να­το, του ποι­η­τή και πε­ζο­γρά­φου Κώστα Κα­ρυω­τά­κη (γεν­νή­θη­κε στις 30 Οκτω­βρί­ου 1896 και πέ­θα­νε στις 21 Ιου­λί­ου 1928).

Ο Κα­ρυω­τά­κης έζησε σε μια εποχή πολύ τα­ραγ­μέ­νη, η οποία τον ση­μά­δε­ψε: Βαλ­κα­νι­κοί πό­λε­μοι, Α΄ Πα­γκό­σμιος Πό­λε­μος, επέ­κτα­ση των συ­νό­ρων της χώρας, Μι­κρα­σια­τι­κή κα­τα­στρο­φή και κα­τα­πο­ντι­σμός της Με­γά­λης Ιδέας, μα­ζι­κή εισ­ροή προ­σφύ­γων, πο­λι­τι­κή δια­φθο­ρά, εκτε­τα­μέ­νη εξα­θλί­ω­ση των λαϊ­κών τά­ξε­ων, άθλιες συν­θή­κες ερ­γα­σί­ας, έντο­νοι απερ­για­κοί αγώ­νες κλπ. Η ανερ­γία μόνο στην Αθήνα, το 1928 έφτα­νε στο 55%. Δεν είναι τυ­χαίο μά­λι­στα, που ο ίδιος εκεί­νη την εποχή είχε ανα­πτύ­ξει και συν­δι­κα­λι­στι­κή δράση, σε «σύ­γκρου­ση με την αστι­κή τάξη της πα­ρακ­μής» και το αντί­στοι­χο κρά­τος. Όντας Δη­μό­σιος Υπάλ­λη­λος είχε εκλε­γεί, στις 13 Ια­νουα­ρί­ου 1928, γραμ­μα­τέ­ας της «Ενώ­σε­ως Δη­μο­σί­ων Υπαλ­λή­λων Αθη­νών» και συμ­με­τεί­χε σε απερ­για­κούς αγώ­νες, πράγ­μα το οποίο του στοί­χη­σε την με­τά­θε­σή του σε Πάτρα και Πρέ­βε­ζα.

Μέσα σε ένα τέ­τοιο κλίμα, ιδιαί­τε­ρα ζο­φε­ρό για τη νέα γενιά, πολ­λοί νέοι με κά­ποιες ευαι­σθη­σί­ες, βλέ­πο­ντας ένα απροσ­διό­ρι­στο μέλ­λον, στρέ­φο­νται στην πνευ­μα­τι­κή ζωή και ανα­ζή­τη­ση. Ένας από αυ­τούς ήταν και ο Κα­ρυω­τά­κης, ο οποί­ος με την απαι­σιο­δο­ξία που τον διέ­κρι­νε, σε συν­δυα­σμό με την έλ­λει­ψη ση­μεί­ου στή­ρι­ξης και νέου κοι­νω­νι­κού προ­σα­να­το­λι­σμού, έκ­φρα­σε με τα ποι­ή­μα­τά του, όλο αυτό το εσω­τε­ρι­κό δράμα μιας σει­ράς αν­θρώ­πων εκεί­νης της επο­χής, και «τον πόνο ενός κό­σμου που αλ­λά­ζει».

Ο συν­δυα­σμός προ­σω­πι­κών και κοι­νω­νι­κών πα­ρα­γό­ντων είχαν ως απο­τέ­λε­σμα να βάλει ο ίδιος τέλος στη ζωή του, σε ηλι­κία 32 ετών, στην πε­ριο­χή της Πρέ­βε­ζας, που ήταν με δυ­σμε­νή με­τά­θε­ση. Οι προ­σω­πι­κοί λόγοι είναι μάλ­λον δύο. Ο ένας, που φαί­νε­ται να ώθησε τον Κα­ρυω­τά­κη στην αυ­το­κτο­νία, είναι η σύ­φι­λη από την οποία έπα­σχε. Ο άλλος, είναι μάλ­λον η συ­ναι­σθη­μα­τι­κή του ανα­πη­ρία. Σύμ­φω­να με το βι­βλίο, «Ιδα­νι­κοί αυ­τό­χει­ρες», του κα­θη­γη­τή της ψυ­χια­τρι­κής Πέ­τρου Χαρ­το­κόλ­λη, «ήταν πε­ρισ­σό­τε­ρο η αδυ­να­μία ν’ αγα­πή­σει η αιτία που τον ώθησε στην αυ­το­κτο­νία, παρά η στέ­ρη­ση της γυ­ναι­κεί­ας αγά­πης». Είναι γνω­στή η στενή ανο­λο­κλή­ρω­τη ερω­τι­κή σχέση που είχε ανα­πτύ­ξει με την επί­σης ποι­ή­τρια Μαρία Πο­λυ­δού­ρη. Και συ­νε­χί­ζει το βι­βλίο: «Το πρό­βλη­μα του Κα­ρυω­τά­κη ήταν ότι δεν μπο­ρού­σε να αγα­πή­σει τις γυ­ναί­κες που μπο­ρού­σαν να τον αγα­πή­σουν. Έχο­ντας μια πολύ κακήν ιδέα για τον εαυτό του την προ­έ­βαλ­λε στους άλ­λους -πολύ εύ­κο­λο για την φθο­νε­ρή πραγ­μα­τι­κό­τη­τα μέσα στην οποία ζού­σε- πλά­θο­ντας για τον εαυτό του μια ψεύ­τι­κη ει­κό­να ανω­τε­ρό­τη­τας που κα­τέρ­ρεε όταν μια γυ­ναί­κα τον απέρ­ρι­πτε, ενώ τον έκανε να χάνει την εκτί­μη­σή του για μια γυ­ναί­κα που, σαν την Πο­λυ­δού­ρη, μπο­ρού­σε να τον αγα­πή­σει».

Όπως και να έχει, ο Κα­ρυω­τά­κης υπήρ­ξε ένας σπου­δαί­ος ποι­η­τής, ενώ για το έργο του έχουν γρα­φεί πολλά άρθρα και βι­βλία, και έχουν πραγ­μα­το­ποι­η­θεί πολλά συ­νέ­δρια αφιε­ρω­μέ­να σε αυτόν, παρ’ ότι αδι­κή­θη­κε από τη Αρι­στε­ρά του Με­σο­πο­λέ­μου.

Ο ποι­η­τής και δο­κι­μιο­γρά­φος, Βύρων Λε­ο­ντά­ρης, γρά­φει στο δο­κί­μιό του, «Θέ­σεις για τον Κα­ρυω­τά­κη», πως ο Κα­ρυω­τά­κης είναι «Ορια­κός ποι­η­τής με ποι­ή­μα­τα αμε­τά­κλη­τα – δο­κί­μια αυ­το­γνω­σί­ας της ποι­η­τι­κής λει­τουρ­γί­ας», καθώς δεν περ­πα­τού­σε «στο χεί­λος του γκρε­μού» γρά­φο­ντας, αλλά είχε «αντι­κρύ­σει κατά μέ­τω­πο τον γκρε­μό», εκεί όπου «η ποί­η­ση φτά­νει στην ορια­κή της στιγ­μή».

Θα μπο­ρού­σα­με να πούμε ότι ο Κα­ρυω­τά­κης έζησε σε ένα επο­χια­κό με­ταίχ­μιο, σε μια «Ορια­κή πραγ­μα­τι­κό­τη­τα», ανά­με­σα στην ποι­η­τι­κή γενιά της δε­κα­ε­τί­ας του 1920 και στην ανερ­χό­με­νη της δε­κα­ε­τί­ας του 1930.