Αργεντινή: άλλος ένας «στοιχειωμένος» Δεκέμβρης

Δώδεκα χρόνια μετά το Αργεντινάτζο, ο Δεκέμβρης παραμένει ένας «στοιχιωμένος» μήνας για την αργεντίνικη μπουρζουαζία. Όσο και να ήθελε η κυβέρνηση Κίρχνερ να γιορτάσει τα τριάντα χρόνια απ’ το τέλος της χούντας και την «αποκατάσταση της δημοκρατίας» στις 10/12/1983, τον τελευταίο λόγο τον είχαν κι αυτό το Δεκέμβρη οι φτωχές λαϊκές μάζες.

Η αρχή γίνεται στις 10/12 με την απεργία των αστυνομικών της Κόρδοβα (εκβιάζουν για μεγάλες αυξήσεις μισθών), η οποία δίνει την ευκαιρία να ξεδιπλωθεί ένα μεγάλο κύμα ομαδικών λεηλασιών σούπερ μάρκετ και καταστημάτων από χιλιάδες φτωχούς, άνεργους και περιθωριοποιημένους. Η κατάσταση εκτροχιάζεται τις επόμενες ημέρες με την κινητοποίηση «αγανακτισμένων» καταστηματαρχών, οι οποίοι προστατεύουν με τα όπλα τις ιδιοκτησίες τους. Παρόλο που ο κυβερνήτης της επαρχίας κατήγγειλε την απεργία ως αντίδραση στην απόφασή του να κλείσουν 140 πορνεία (που χρηματοδοτούσαν κυκλώματα διεφθαρμένων ενστόλων), κάτω απ’ το βάρος της δολοφονίας ενός νεαρού υποχώρησε δίνοντας 33% αύξηση στους αστυνομικούς.

Το παράδειγμα της Κόρδοβα ακολούθησαν αστυνομικοί απ’ όλη τη χώρα με αποτέλεσμα να εξαπλωθούν σαν χιονοστιβάδα οι λεηλασίες σε 17 από τις 23 επαρχίες της Αργεντινής, αφήνοντας πίσω τους 12 νεκρούς, εκατοντάδες τραυματίες (σε ορισμένες περιπτώσεις, τα νοσοκομεία έπαψαν να δέχονται μη επείγοντα περιστατικά) και εκατοντάδες συλλήψεις απο τις Ομοσπονδιακές Αστυνομικές Δυνάμεις (χωροφυλακή), που επιστράτευσε η κεντρική κυβέρνηση για την επιβολή της «τάξης».

Τα αποτελέσματα της αστυνομικής εκβιαστικής απεργίας και η επιτυχής έκβασή της με αύξηση των μισθών για τις κατασταλτικές δυνάμεις (σχεδόν παντού αυξήσεις έως και 45%, ενώ στο Μπουένος Άιρες ο κυβερνήτης Σκιόλι διπλασίασε τον εισαγωγικό τους μισθό, χορήγησε αμνηστία στους παραβάτες ένστολους, υποσχέθηκε 14.000 προαγωγές και επέτρεψε την επιστροφή στην υπηρεσία συνταξιοδοτημένων αστυνομικών), ουσιαστικά έβαλαν φρένο στο σχέδιο περικοπών της κυβέρνησης.

Πριν όμως ακόμα καταλαγιάσουν αυτές οι ταραχές, ένα άλλο μεγάλο κύμα κινητοποιήσεων ξέσπασε, αυτή τη φορά ενάντια στις διακοπές ρεύματος και νερού. Εν μέσω του πιο ζεστού καλοκαιριού από το 1906, δεκάδες χιλιάδες οικογένειες ζουν χωρίς ρεύμα και χωρίς νερό εξαιτίας των διακοπών. Η αγανάκτηση άρχισε να εκφράζεται με καταστροφές των γραφείων της εταιρείας διανομής ηλεκτρισμού Edenor (ιδιωτικοποιημένη απ’ το 1992) και συνεχίζεται με καθημερινά κλεισίματα δρόμων και σιδηροδρομικών γραμμών, που πολλαπλασιάζονται σε 20 γειτονιές του Μπουένος Άιρες (12 εκ. κάτοικοι), οι οποίες πολλές φορές καταλήγουν σε βίαιες συγκρούσεις με την αστυνομία.

Παράλληλα, διαρκείς είναι οι κινητοποιήσεις των εργαζομένων για να υπερασπίσουν στοιχειωδώς το βιοτικό τους επίπεδο, διεκδικώντας αυξήσεις μισθών που να αντισταθμίζουν τον υψηλό πληθωρισμό.

Όλες αυτές οι κινητοποιήσεις έβγαλαν για ακόμη μια φορά τους σκελετούς που η κυβέρνηση Κίρχνερ θέλει να κρατήσει καλά κρυμμένους στη ντουλάπα, την φτώχεια και εξαθλίωση μιας μεγάλης μερίδας του πληθυσμού. Η πορεία προς τον κατήφορο της καταστολής, στο όνομα «του νόμου και της τάξης», εντείνεται. Ένα πλαίσιο πολιτικών διαχωρισμού και αποκλεισμού των λαϊκών στρωμάτων, μια αυστηρή επιτήρηση και ορισμός των χώρων όπου κυκλοφορούν και ζουν οι φτωχοί, οι νόμοι περί ναρκωτικών, η αστυνομική ασυδοσία και διαφθορά, δημιουργούν ένα εύφλεκτο υλικό ανάμεσα στα πιο φτωχά και καταπιεσμένα λαϊκά στρώματα. Ο συστηματικός αποκλεισμός και η ακραία φτώχεια, που παραμένει σε αρκετά υψηλά επίπεδα (24%), ιδίως στους νέους των λαϊκών γειτονιών, μεγαλώνουν την οργή και την αγανάκτηση.

Όμως η κυβέρνηση είναι αντιμέτωπη και με δύο νέα σκάνδαλα, που ροκανίζουν το ήδη μειωμένο, μετά τις εκλογές, πολιτικό της κύρος. Στο πρώτο, πρόκειται για το χρονικό μιας προαναγγελθείσας απάτης στο χώρο της δικαιοσύνης, όπου ο πρώην πρόεδρος Φερνάντο ντε λα Ρούα, διωγμένος απ’ τη λαϊκή εξέγερση το 2001, αθωώνεται για δεύτερη συνεχή φορά στο ανώτατο δικαστήριο. Η πρώτη φορά ήταν πριν δύο χρόνια, όταν είχε βγει «καθαρός» για τις ευθύνες της άγριας καταστολής κατά τη διάρκεια του Αργεντινάτζο. Αυτή τη φορά βγαίνει αλώβητος για μια υπόθεση δωροδοκίας γερουσιαστών για την ψήφιση του Νόμου Εργασιακής Ελαστικοποίησης, γνωστού ως «νόμος Μπανέλκο».

Το δεύτερο πρόβλημα της κυβέρνησης έχει να κάνει με το διορισμό ως Ανώτατου Αρχηγού του Στρατού του Θέσαρ Μιλάνι, ένα πρόσωπο που κατηγορείται από οργανώσεις για τα ανθρώπινα δικαιώματα και από το Κίνημα των Μητέρων της Πλατείας του Μάη (μητέρες απαχθέντων, βασανισθέντων και «εξαφανισθέντων» απ’ τη δικτατορία του Βιντέλα του 1976-1983). Η τοποθέτηση του Μιλάνι σε μια τόσο νευραλγική θέση είναι η προσπάθεια να κλείσει μια ανοιχτή πληγής της αργεντίνικης μπουρζουαζίας, να συμβιβάσει την κοινωνία μ’ έναν από τους πιο απαξιωμένους θεσμούς του κράτους, τον στρατό – αλλά και να επισημοποιήσει το δόγμα «νόμος και τάξης». Οι στρατιωτικοί έχουν πράξει τα πιο φρικτά και αποτρόπαια εγκλήματα στην ιστορία της Αργεντινής. Οι απαγωγές, βασανισμοί και δολοφονίες 30.000 αγωνιστών αποκεφάλισαν τις μαχητικές οργανώσεις μιας ολόκληρης γενιάς και μιας εργατικής τάξη σε άνοδο. Σήμερα οι στρατιωτικοί είναι αποκηρυγμένοι απ’ την πλειοψηφία του πληθυσμού και ειδικότερα της νεολαίας.