Η ελληνική χρεοκοπία μπροστά σε μια νέα παγκόσμια ύφεση

Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΧΡΕΟΚΟΠΙΑ ΜΠΡΟΣΤΑ ΣΕ ΜΙΑ ΝΕΑ ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΥΦΕΣΗ

Από την Εργατική Πάλη Μαΐου

Μπροστά σε μια νέα παγκόσμια ύφεση ή σε έναν Αρμαγεδδώνα;

Το ΔΝΤ, στην τελευταία έκθεσή του, αναγκάστηκε, για δεύτερη φορά μέσα σε ένα εξάμηνο, να αναθεωρήσει τις προβλέψεις του για την παγκόσμια οικονομία προς το χειρότερο. Σύμφωνα λοιπόν με την έκθεση, το παγκόσμιο ΑΕΠ, ενώ είχε γνωρίσει μια ασθενή ανάκαμψη από τα μέσα του 2015 μέχρι τα τέλη του 2017, το 2018 θα αυξηθεί κατά 3,6%, το 2019 η αύξηση θα μειωθεί στο 3,3% και το 2020, αν δεν εκδηλωθεί κάποιος επικίνδυνος παράγοντας, η αύξηση θα επανέλθει στο 3,6%,  σχεδόν σε επίπεδα ύφεσης. Ακόμη μεγαλύτερη επιδείνωση θα γνωρίσει το παγκόσμιο εμπόριο, με την αύξησή του, από 5,4% το 2017, να πέφτει στο 3,4% το 2019, αρκετά μακριά από τα υψηλά ποσοστά πριν την κρίση του 2007-09. Η συρρίκνωση της αύξησης του ΑΕΠ θα είναι γενικευμένη, με ορισμένες βέβαια χώρες να την υφίστανται περισσότερο: ΕΕ, Ιαπωνία, Βραζιλία (γενικά η Λατινική Αμερική), Μεξικό, Νότια Αφρική, καθώς και αρκετές οικονομικά καθυστερημένες χώρες.

Αυτές οι προβλέψεις άναψαν το κόκκινο φως στα αστικά επιτελεία και σχεδόν ταυτόχρονα ανακοινώθηκαν από τις τέσσερις μεγαλύτερες κεντρικές τράπεζες (ΗΠΑ, ΕΕ, Ιαπωνίας, Κίνας) το σταμάτημα της αύξησης των επιτοκίων και η συνέχιση, αν χρειαστεί, της ενίσχυσης των τραπεζών με άτοκα δάνεια ή ακόμη και νέα προγράμματα «ποσοτικής χαλάρωσης».

Αλλά γιατί μια τέτοια πανικόβλητη αντίδραση μπροστά σε περιορισμένη ύφεση; Γιατί η παγκόσμια καπιταλιστική οικονομία είναι σε τέτοια γερασμένη κατάσταση που ακόμη κι ένα απλό συνάχι μπορεί να τη σκοτώσει — ή αλλιώς, μια απλή ύφεση μπορεί πολύ εύκολα να μετατραπεί σε Αρμαγεδδώνα. Η έκθεση του ΔΝΤ δεν διστάζει να παραθέσει τους «παράγοντες κινδύνου», με διακριτικό τρόπο: ένταση του εμπορικού πολέμου, χρηματοπιστωτική αστάθεια, όξυνση των κοινωνικών και οικονομικών ανισοτήτων, γενικευμένη εφαρμογή πολιτικών λιτότητας.

Τα αστικά επιτελεία διαπιστώνουν ότι ο βιομηχανικός κύκλος (κρίση, ανάκαμψη, υπερθέρμανση, κρίση, κ.ο.κ.) δεν λειτουργεί μετά την κρίση του 2007-09 και μάλλον έχουμε μπει σε μια παρατεταμένη περίοδο ελαφρών διακυμάνσεων της οικονομίας (ή αλλιώς σύντομων και αδύναμων ανακάμψεων, που τις διαδέχονται υφέσεις). Αυτό για κάποιες χώρες σημαίνει πλήρη στασιμότητα, παρατεταμένο βάλτωμα του ΑΕΠ: δίπλα στην Ιαπωνία, που γνωρίζει τριαντακονταετή στασιμότητα (παρά τα γιγαντιαία κυβερνητικά προγράμματα και δάνεια) φαίνεται να παγιδεύεται και η Ευρωζώνη. Η στασιμότητα αυτή σημαίνει ότι η κρίση του 2007-09, παρ’ όλες τις κοινωνικές καταστροφές που προκάλεσε, δεν αφέθηκε να παίξει τον εξυγιαντικό της ρόλο. Η κρίση φαίνεται να γενικεύεται και να συγχρονίζεται. Με την εξαίρεση ίσως της Ινδίας (με ερωτηματικό για το πόσο μπορεί να κρατήσει), όλες οι χώρες (συμπεριλαμβανομένων των BRICS και της Κίνας, αλλά και της Αφρικής, που τα τελευταία χρόνια εκδηλώνει μια οικονομική ζωντάνια) φαίνεται να πέφτουν σε αυτόν τον βάλτο.

Οι εκρηκτικές αντιφάσεις του καπιταλιστικού συστήματος (αυτές που το ΔΝΤ ονομάζει «παράγοντες κινδύνου») συσσωρεύονται:

α) Σε σχέση με δέκα χρόνια πριν, οι οικονομικές ανισότητες έχουν χειροτερέψει, έχουμε μεγαλύτερη συρρίκνωση της καταναλωτικής δαπάνης των εργαζομένων και ταυτόχρονα διεύρυνση του κεφαλαίου (επενδυμένου και χρηματικού), σε συνδυασμό με μια μάλλον συρρίκνωση ή στασιμότητα των κερδών.

β) Υπάρχει εκρηκτική αύξηση του χρέους του δημόσιου τομέα και των μη χρηματοπιστωτικών επιχειρήσεων. Ενώ το δημόσιο χρέος σε πολλές χώρες είναι στο κόκκινο, των επιχειρήσεων έχει ξεπεράσει προ πολλού αυτό το κατώφλι. Με τις τράπεζες η κατάσταση φαίνεται διαφορετική, αλλά δεν είναι. Αν και βρίσκονται σε κατάσταση χρεοκοπίας, διασώζονται φαινομενικά επειδή έχουν αποφορτιστεί από πολλούς σάπιους τίτλους, τους οποίους, μέσω των διαφόρων προγραμμάτων («ποσοτική χαλάρωση» κ.ά.) έχουν φορτωθεί προσωρινά οι τέσσερις μεγάλες κεντρικές τράπεζες, και επειδή έχουν πάρει άτοκα δάνεια και επιχορηγήσεις. Έτσι, κάθε πιθανή αύξηση των επιτοκίων, όπως με φανφάρες ανακοίνωναν οι κεντρικές τράπεζες, μπορούσε να οδηγήσει σε κύμα χρεοκοπιών κρατών και επιχειρήσεων. Γι’ αυτό οι κεντρικές τράπεζες την εγκατέλειψαν πανικόβλητες.

γ) Η αύξηση των χρεών κάθε είδους έχει αγκαλιάσει το σύνολο του πλανήτη. Διαφέρει βέβαια στα μεγέθη από χώρα σε χώρα, αλλά όλες βρίσκονται σε σημείο καμπής. Είναι ενδεικτική η εκρηκτική αύξηση του χρέους (κατά βάση των επιχειρήσεων) της Κίνας, που έχει πλησιάσει αυτό των ΗΠΑ (αν και διατηρεί ακόμη μεγαλύτερα ποσοστά ανάπτυξης, ειδικά της βιομηχανικής παραγωγής).

δ) Η διόγκωση του χρηματοπιστωτικού τομέα έχει ξεπεράσει κατά πολύ τα επίπεδα του 2007 (χρηματιστήρια, χρέη) ή είναι κοντά σε αυτά (παράγωγα), ενώ τα «σκιώδη τραπεζικά συστήματα» όχι μόνο δεν συρρικνώθηκαν δραστικά μετά την κρίση, αλλά η όποια κάμψη τους αποδείχθηκε προσωρινή και σήμερα μάλλον είναι πιο ενισχυμένα. Ο χρηματοπιστωτικός τομέας επιβαρύνει την κρίση, καθώς: α) απορροφά όλο και περισσότερο τα διαρκή κύματα πληθωριστικού χρήματος ή πιστώσεων που προσφέρονται από τις κεντρικές τράπεζες, αφήνοντας ψίχουλα για τους παραγωγικούς τομείς, β) απαιτεί όλο και μεγαλύτερες ενισχύσεις (παρατεταμένα μηδενικά επιτόκια, «ποσοτική χαλάρωση» κ.ά.), σε έναν επικίνδυνο φαύλο κύκλο, γ) αποδυναμώνει τα προγράμματα δημοσιονομικών αντικυκλικών παρεμβάσεων (επενδύσεις σε κρατικές υποδομές κ.ά.), δ) απορροφά όλο και περισσότερη υπεραξία και αναδιανέμει ολοένα και περισσότερο προς όφελός του τον δημόσιο (δημόσιες επιχειρήσεις, ακίνητα κ.ά.) και ιδιωτικό πλούτο (κατοικίες, καταθέσεις, αποθεματικά ασφαλιστικών ταμείων κ.ά.), ε) συμβάλλει στην πλήρη εξουδετέρωση των εργαλείων αντιμετώπισης της κρίσης (χαμηλά επιτόκια, δημοσιονομικές παρεμβάσεις κ.ά.).

Έτσι, συνολικά το καπιταλιστικό σύστημα, σε όλη τη διάρκεια του σχεδόν πεντηκονταετούς μακρού κύματος κρίσης, απλά αναβάλλει την ολοκληρωμένη εκδίπλωση της βαθιάς οικονομικής κρίσης του — παρά τα διαδοχικά ξεσπάσματά της, τις ανελέητες επιθέσεις εναντίον των εργαζομένων και των φτωχών λαϊκών στρωμάτων, τη γιγαντιαία αύξηση της υπεραξίας, ακόμη και την προεξόφληση της υπεραξίας των επόμενων δεκαετιών — με αποτέλεσμα να την επιδεινώνει στο έπακρο. Στη διάρκεια αυτών των δεκαετιών έχουν μεταβληθεί και οι ισορροπίες της παγκόσμιας δομής του ιμπεριαλισμού και έχει οξυνθεί η κρίση της παγκόσμιας αστικής ηγεσίας. Αυτό σημαίνει επί της ουσίας ένα σάπιο και γερασμένο σύστημα, που κινδυνεύει από ένα απλό συνάχι.

Προς μια νέα μετάπτωση της ελληνικής χρεοκοπίας;

Μετά την πρωτοφανή (για ειρηνική περίοδο) οικονομική κατάρρευση, η ελληνική καπιταλιστική οικονομία σταθεροποιήθηκε το 2016 στον πάτο όπου βρέθηκε και την τελευταία διετία γνωρίζει μια αναιμική ανάκαμψη. Η μείωση του ΑΕΠ την εξαετία 2008-2013 σωρευτικά ξεπέρασε το 25%, την επόμενη τριετία η αύξηση του ΑΕΠ κυμάνθηκε γύρω στο 0%, ενώ το 2017-2018 σημειώνεται αύξηση 1,5% και 1,9% αντίστοιχα.

Η βιομηχανική παραγωγή συρρικνώθηκε το 2010 κατά 30% περίπου σε σχέση με το 2007 και εν συνεχεία και μέχρι το 2018 υπήρξε μείωση 15%. Οι εξαγωγές, παρά τις φανφάρες, αυξήθηκαν από περίπου 50 δις (σε τρέχουσες τιμές) το 2010 στα 66 δις, δηλαδή σε σταθερές τιμές φαίνεται απλώς να έχουν επανέλθει στα επίπεδα πριν την κρίση. Αυτό πιστοποιεί ότι δεν υπάρχει ουσιαστική μεταβολή στην εξωστρέφεια της οικονομίας (καμία διεύρυνση του μεριδίου στην παγκόσμια αγορά, αλλά αντίθετα συρρίκνωση).

Βρισκόμαστε λοιπόν σε μια πορεία αργής και βασανιστικής επανάκτησης του χαμένου εδάφους, με άλλα λόγια, βγαίνουμε σιγά-σιγά από την κρίση; Το αντίστροφο ακριβώς ισχύει. Η σταθεροποίηση στην οικονομία είναι εντελώς προσωρινή. Ο ελληνικός καπιταλισμός, μετά αυτήν την ανάπαυλα, θα ξαναγνωρίσει ένα ξέσπασμα της κρίσης, όπως δείχνουν οι εξελίξεις:

α) Η παγκόσμια οικονομία, και πολύ περισσότερο η ευρωπαϊκή, ξαναμπαίνει σε περίοδο ύφεσης ή διαρκούς στασιμότητας, με απρόβλεπτους κινδύνους.

β) Το έλλειμμα στις επενδύσεις παγίου κεφαλαίου (και ειδικά μηχανολογικού εξοπλισμού) είναι γιγαντιαίο και δεν πρόκειται ποτέ να αναπληρωθεί. Οι επενδύσεις μειώθηκαν 50% στην πρώτη πενταετία της κρίσης και στη συνέχεια βρίσκονται κολλημένες εκεί όπου είχαν καταρρεύσει. Η τρομακτική και μακρόχρονη συρρίκνωσή τους, σε συνδυασμό με την καταστροφή κεφαλαίου (κλείσιμο επιχειρήσεων), σημαίνει ότι έχει απομείνει η μισή σχεδόν παραγωγική βάση του 2007, ενώ έχουν χαθεί και δέκα χρόνια σε ό,τι αφορά τον διεθνή ανταγωνισμό.

γ) Το χρέος, ειδικά το δημόσιο, έχει αυξηθεί σε σχέση με τη χρονιά της χρεοκοπίας, το 2010.

δ) Οι τράπεζες παραμένουν σε κατάσταση ζόμπι, ανίκανες να χρηματοδοτήσουν την οικονομία — εξάλλου έχουν χάσει τις μισές καταθέσεις τους.

ε) Η μείωση της ανεργίας στο 18,7% είναι εντελώς πλασματική, ακόμη κι ως δείκτης μελλοντικής ανάπτυξης. Ο λόγος είναι απλός: υπάρχει συνεχής διαρροή εργατικού δυναμικού μέσω μετανάστευσης και έχουν αυξηθεί ραγδαία κάθε είδους μορφές προσωρινής/μερικής εργασίας και οι φτωχοί εργαζόμενοι.

ζ) Το νέο ξέσπασμα της κρίσης μάλλον θα προκληθεί από το ξεκαθάρισμα των κόκκινων δανείων, που θα σημάνει ένα νέο κύμα χρεοκοπιών επιχειρήσεων.

Με αυτή την έννοια, η επιτυχία των πρωτογενών δημοσιονομικών πλεονασμάτων είναι παρόμοια με την «επιτυχία» κάποιου που πυροβολεί τα πόδια του. Η έξοδος στις αγορές είναι πλασματική, αν λάβουμε υπόψη τη διεθνή συγκυρία μείωσης των επιτοκίων.