Δύο άρθρα αφιερωμένα στην Παρισινή Κομμούνα

Β. Λένιν: Στη Μνήμη της Κομμούνας

Πέρασαν 40 χρόνια από τον καιρό της ανακήρυξης της Παρισινής Κομμούνας. Σύμφωνα με τα καθιερωμένα, το γαλλικό προλεταριάτο τίμησε με συγκεντρώσεις και διαδηλώσεις τη μνήμη των αγωνιστών της επανάστασης της 18 Μάρτη 1871 και στο τέλος του Μάη θα καταθέσει ξανά στεφάνια στους τάφους των κομμουνάρων που εκτελέστηκαν, των θυμάτων της φοβερής «βδομάδας του Μάη» κι επάνω στους τάφους τους θα δώσει και πάλι όρκο να παλέψει ακούραστα ως τον πλήρη θρίαμβο των ιδεών τους, ως την πλήρη αποπεράτωση του έργου που άφησαν κληρονομιά. Αλλά γιατί το προλεταριάτο, όχι μόνο το γαλλικό, αλλά και όλου του κόσμου, τιμά στο πρόσωπο των αγωνιστών της παρισινής Κομμούνας τους προδρόμους του; Και ποια είναι η κληρονομιά της Κομμούνας;

Η Κομμούνα γεννήθηκε αυθόρμητα: Κανένας δεν την είχε προετοιμάσει συνειδητά και σχεδιασμένα. Ο αποτυχημένος πόλεμος με τη Γερμανία, τα βάσανα τον καιρό της πολιορκίας, η ανεργία στις γραμμές του προλεταριάτου και η καταστροφή της μικροαστικής τάξης, η αγανάκτηση των μαζών ενάντια στις ανώτερες τάξεις και ενάντια στις αρχές που είχαν δείξει πλήρη ανικανότητα, ο υπόκωφος αναβρασμός στους κόλπους της εργατικής τάξης, που ήταν δυσαρεστημένη με την κατάστασή της και επιδίωκε ένα άλλο κοινωνικό σύστημα, η αντιδραστική σύνθεση της Εθνοσυνέλευσης, που αποτελούσε κίνδυνο για την τύχη της δημοκρατίας, όλα αυτά και πολλά άλλα μαζεύτηκαν, με αποτέλεσμα να σπρώξουν τον πληθυσμό του Παρισιού στην επανάσταση της 18ης Μάρτη, η οποία παρέδωσε απροσδόκητα την εξουσία στα χεριά της Εθνοφρουράς, στα χέρια της εργατικής τάξης και της μικροαστικής τάξης, που είχε προσχωρήσει σ’ αυτήν.Α υτό ήταν ένα γεγονός πρωτοφανές στην ιστορία. Ως τότε η εξουσία βρισκόταν συνήθως στα χέρια των τσιφλικάδων και των κεφαλαιοκρατών, δηλαδή σε πρόσωπα της εμπιστοσύνης τους, που συγκροτούσαν τη λεγόμενη κυβέρνηση. Ύστερα όμως από την επανάσταση της 18ης Μάρτη, όταν η κυβέρνηση του Θιέρσου με το στρατό της, την αστυνομία και τους υπαλλήλους της έφυγε από το Παρίσι, ο λαός έμεινε κύριος της κατάστασης και η εξουσία πέρασε στο προλεταριάτο. Στη σημερινή όμως κοινωνία, το προλεταριάτο, που οικονομικά είναι υποδουλωμένο στο κεφάλαιο, δεν μπορεί να κυριαρχήσει πολιτικά, αν δε σπάσει τις αλυσίδες του που το κρατούν δεμένο στο κεφάλαιο. Και να γιατί το κίνημα της Κομμούνας όφειλε να πάρει αναπόφευκτα σοσιαλιστική χροιά, δηλαδή να επιδιώξει την ανατροπή της κυριαρχίας της αστικής τάξης, της κυριαρχίας του κεφαλαίου, την καταστροφή των θεμελίων του σημερινού κοινωνικού καθεστώτος.

Στην αρχή το κίνημα αυτό ήταν πάρα πολύ μπερδεμένο και ακαθόριστο. Προσχώρησαν σ’ αυτό και πατριώτες που έλπιζαν ότι η Κομμούνα θα ξαναρχίσει τον πόλεμο ενάντια στους Γερμανούς και θα τον φέρει σε νικηφόρο τέρμα. Το υποστήριξαν και οι μικροί καταστηματάρχες που τους απειλούσε η καταστροφή αν δε δινόταν αναστολή στην εξόφληση των γραμματίων και στην καταβολή των ενοικίων (η κυβέρνηση δεν ήθελε να δώσει αυτή την αναστολή, όμως η Κομμούνα την έδωσε). Τέλος, στις αρχές το συμπαθούσαν εν μέρει και οι αστοί δημοκράτες που φοβούνταν ότι η αντιδραστική Εθνοσυνέλευση («η χωριατιά», οι άξεστοι τσιφλικάδες) θα επαναφέρει τη μοναρχία. Τον κύριο όμως ρόλο στο κίνημα αυτό τον έπαιζαν, φυσικά, οι εργάτες (ιδίως οι χειροτέχνες του Παρισιού), ανάμεσα στους οποίους τα τελευταία χρόνια της 2ης Αυτοκρατορίας είχε γίνει δραστήρια σοσιαλιστική προπαγάνδα και πολλοί απ’ αυτούς ανήκαν και στη Διεθνή.

Μόνον οι εργάτες έμειναν ως το τέλος πιστοί στην Κομμούνα. Οι αστοί δημοκράτες και οι μικροαστοί γρήγορα ξέκοψαν απ’ αυτήν: τους πρώτους τους φόβισε ο επαναστατικο-σοσιαλιστικός, ο προλεταριακός χαρακτήρας του κινήματος, οι δεύτεροι ξέκοψαν, όταν είδαν ότι ήταν καταδικασμένο σε αναπόφευκτη ήττα. Μόνο οι Γάλλοι προλετάριοι υποστήριζαν άφοβα και ακούραστα τη δική τους κυβέρνηση, μόνο αυτοί μάχονταν και πέθαιναν γι’ αυτήν, δηλαδή για την υπόθεση της απελευθέρωσης της εργατικής τάξης, για ένα καλύτερο μέλλον όλων των εργαζομένων.

Εγκαταλειμμένη από τους χτεσινούς της συμμάχους και χωρίς καμιά υποστήριξη, η Κομμούνα έμελλε αναπόφευκτα να ηττηθεί. Όλη η αστική τάξη της Γαλλίας, όλοι οι τσιφλικάδες, οι χρηματιστές, οι εργοστασιάρχες, όλοι οι μεγάλοι και οι μικροί κλέφτες, όλοι οι εκμεταλλευτές ενώθηκαν εναντίον της. Η αστική αυτή συμμαχία, που υποστηριζόταν από τον Μπίσμαρκ (αυτός απελευθέρωσε από τη γερμανική αιχμαλωσία 100.000 Γάλλους φαντάρους για να υποτάξουν το επαναστατημένο Παρίσι), πέτυχε να ξεσηκώσει τους καθυστερημένους αγρότες και την επαρχιακή μικροαστική τάξη ενάντια στο παρισινό προλεταριάτο και να κυκλώσει το μισό Παρίσι μ’ ένα σιδερένιο κλοιό (το άλλο μισό ήταν μπλοκαρισμένο από το Γερμανικό στρατό). Σε μερικές μεγάλες πόλεις της Γαλλίας (Μασσαλία, Λυών, Σεντ – Ετιέν, Ντιζόν κ.ά) οι εργάτες έκαναν επίσης απόπειρες όμως αυτές κατέληξαν γρήγορα σε αποτυχία. Και το Παρίσι, που ύψωσε πρώτο τη σημαία της προλεταριακής εξέγερσης, αφέθηκε στις δικές του μόνο δυνάμεις και καταδικάστηκε σε σίγουρη καταστροφή.

Για να νικήσει η κοινωνική επανάσταση πρέπει να υπάρχουν τουλάχιστον 2 όροι: υψηλή ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων και κατάλληλη προετοιμασία του προλεταριάτου. Το 1871 όμως και οι δύο αυτοί όροι δεν υπήρχαν. Ο γαλλικός καπιταλισμός ήταν ακόμη αδύνατα αναπτυγμένος και η Γαλλία ήταν τότε χώρα κυρίως των μικροαστών (βιοτέχνες, αγρότες, καταστηματάρχες κ.ά). Από την άλλη μεριά, δεν υπήρχε εργατικό κόμμα, δεν υπήρχε προετοιμασία και μακρόχρονη εξάσκηση της εργατικής τάξης που στη μεγάλη πλειοψηφία της δεν καταλάβαινε και πολύ καθαρά τα καθήκοντά της και τους τρόπους της πραγματοποίησής τους. Δεν υπήρχε ούτε σοβαρή πολιτική οργάνωση του προλεταριάτου, ούτε μαζικά συνδικάτα και συνεταιριστικές ενώσεις…

Το βασικό όμως που έλειψε από την Κομμούνα ήταν ο χρόνος, η ελευθερία να εξετάσει προσεκτικά την κατάσταση και να καταπιαστεί με την εφαρμογή του προγράμματός της. Δεν πρόφτασε η Κομμούνα ν’ αρχίσει το έργο της, και η κυβέρνηση, που είχε εγκατασταθεί στις Βερσαλίες, άρχισε, με την υποστήριξη όλης της αστικής τάξης, τις πολεμικές επιχειρήσεις ενάντια στο Παρίσι. Και η Κομμούνα έπρεπε να σκεφτεί πρώτ’ απ’ όλα για την αυτοάμυνά της. Και ως το τέλος, που επήλθε στις 21 – 28 του Μάη, δεν είχε καιρό να σκεφτεί σοβαρά για τίποτε άλλο.

Ωστόσο, παρά τις τόσο δυσμενείς συνθήκες, παρά την ολιγόχρονη ύπαρξή της, η Κομμούνα πρόφτασε να πάρει κάμποσα μέτρα, που είναι αρκετά για να χαρακτηρίσουν το πραγματικό της νόημα και τους πραγματικούς της σκοπούς. Η Κομμούνα αντικατέστησε το μόνιμο στρατό, το τυφλό αυτό όργανο στα χέρια των κυρίαρχων τάξεων, με το γενικό εξοπλισμό του λαού: θέσπισε το χωρισμό της εκκλησίας από το κράτος, κατάργησε τον προϋπολογισμό των θρησκευμάτων (δηλαδή τη μισθοδοσία των παπάδων από το κράτος), έδωσε στη λαϊκή μόρφωση καθαρά κοσμικό χαρακτήρα και κατάφερε έτσι ένα ισχυρό χτύπημα στους ρασοφόρους χωροφύλακες. Στον καθαρά κοινωνικό τομέα λίγα πρόφτασε να κάνει, ωστόσο, αυτά τα λίγα εκφράζουν πάντως αρκετά καθαρά το χαρακτήρα της, σαν λαϊκής, εργατικής κυβέρνησης: απαγόρευσε τη νυχτερινή δουλειά στα αρτοποιεία, κατάργησε το σύστημα των προστίμων, τη νομιμοποιημένη ληστεία των εργατών, τέλος εξέδωσε το περίφημο διάταγμα σύμφωνα με το οποίο όλες οι φάμπρικες, τα εργοστάσια και τα εργαστήρια, που εγκαταλείφθηκαν ή κλείστηκαν από τους ιδιοκτήτες τους, παραδίνονταν στις συνεργατικές για να επαναλάβουν την παραγωγή. Και σα να ήθελε να υπογραμμίσει το χαρακτήρα της, το χαρακτήρα μιας πραγματικά δημοκρατικής προλεταριακής κυβέρνησης, η Κομμούνα καθόρισε ότι η αμοιβή των υπαλλήλων της διοίκησης και της κυβέρνησης όλων των βαθμών δεν πρέπει να ξεπερνάει τα 6.000 φράγκα το χρόνο (λιγότερο από 200 ρούβλια το μήνα).

Όλα αυτά τα μέτρα έδειχναν αρκετά καθαρά ότι η Κομμούνα αποτελεί θανάσιμη απειλή για τον παλιό κόσμο, το θεμελιωμένο στην υποδούλωση και στην εκμετάλλευση. Γι’ αυτό η αστική κοινωνία δεν μπορούσε να κοιμηθεί ήσυχα όσο στο δημαρχείο του Παρισιού ανέμιζε η κόκκινη σημαία του προλεταριάτου. Και όταν τελικά η οργανωμένη κυβερνητική δύναμη κατόρθωσε να καταβάλει την άσχημα οργανωμένη δύναμη της επανάστασης, οι βοναπαρτικοί στρατηγοί, που τις έφαγαν από τους Γερμανούς και έκαναν το γενναίο απέναντι στους νικημένους συμπατριώτες τους, οι Γάλλοι αυτοί Ρενενκάμπφ και Μέλερ – Ζακομέλσκι, οργάνωσαν μια σφαγή που δεν είχε ξαναδεί το Παρίσι. Περίπου 30.000 κάτοικοι του Παρισιού σκοτώθηκαν από την εξαγριωμένη φανταρία, 45.000 περίπου πιάστηκαν και αργότερα πολλοί απ’ αυτούς εκτελέστηκαν, χιλιάδες στάλθηκαν στα κάτεργα και στην εξορία. Γενικά το Παρίσι έχασε περίπου 100.000 από τα παιδιά του και ανάμεσα σ’ αυτά τους καλύτερους εργάτες απ’ όλα τα επαγγέλματα.

Η αστική τάξη ικανοποιήθηκε. «Με το σοσιαλισμό ξοφλήσαμε τώρα για πολύν καιρό!», έλεγε ο αρχηγός της, ο αιμοδιψής νάνος, ο Θιέρσος, ύστερα από το αιματηρό λουτρό που έκανε με τους στρατηγούς του στο παρισινό προλεταριάτο. Του κάκου όμως έκρωζαν τα αστικά αυτά κοράκια. Ύστερα από 6 περίπου χρόνια από την καταστολή της Κομμούνας, όταν πολλοί μαχητές της έλιωναν ακόμα στα κάτεργα και στις εξορίες, στη Γαλλία άρχιζε κιόλας ένα νέο εργατικό κίνημα. Η καινούρια σοσιαλιστική γενιά, πλουτισμένη με την πείρα των προδρόμων της, που δεν ήταν όμως καθόλου απογοητευμένη από την ήττα τους, άρπαξε τη σημαία που έπεσε από τα χέρια των μαχητών της Κομμούνας και την έφερε με πεποίθηση και τόλμη μπροστά με τα συνθήματα: «Ζήτω η κοινωνική επανάσταση! Ζήτω η Κομμούνα!». Και ύστερα από άλλα 2 χρόνια, το νέο εργατικό κόμμα, με τη ζύμωση που ανέπτυξε στη χώρα, υποχρέωσε τις κυρίαρχες τάξεις να απελευθερώσουν τους αιχμαλώτους κομμουνάρους που βρίσκονταν ακόμη στα χέρια της κυβέρνησης.

Τη μνήμη των μαχητών της Κομμούνας την τιμούν όχι μόνο οι Γάλλοι εργάτες, αλλά και το προλεταριάτο όλου του κόσμου. Γιατί η Κομμούνα δεν πάλευε για κάποιο τοπικό, είτε στενά εθνικό σκοπό, αλλά για την απελευθέρωση όλης της εργαζόμενης ανθρωπότητας, όλων των ταπεινών και καταφρονεμένων. Η Κομμούνα, σαν πρωτοπόρος μαχητής της κοινωνικής επανάστασης, απέσπασε τη συμπάθεια του προλεταριάτου παντού όπου αυτό υποφέρει και αγωνίζεται. Η εικόνα της ζωής και του θανάτου της, η μορφή της εργατικής κυβέρνησης, που πήρε και κράτησε στα χέρια της πάνω από δύο μήνες την πρωτεύουσα του κόσμου, το θέαμα της ηρωικής πάλης του προλεταριάτου και τα μαρτύριά του μετά την ήττα, όλα αυτά ανέβασαν το ηθικό εκατομμυρίων εργατών, αναπτέρωσαν τις ελπίδες τους, και τράβηξαν τη συμπάθειά τους προς το μέρος του σοσιαλισμού. Η βροντή των κανονιών του Παρισιού αφύπνισε τα πιο καθυστερημένα στρώματα του προλεταριάτου, που ήταν βυθισμένα σ’ ένα βαθύ ύπνο και έδωσε παντού ώθηση στο δυνάμωμα της επαναστατικής – σοσιαλιστικής προπαγάνδας. Να γιατί το έργο της Κομμούνας δεν πέθανε, ζει μέχρι σήμερα στον καθένα από μας.

Η υπόθεση της Κομμούνας είναι υπόθεση της κοινωνικής επανάστασης, υπόθεση της ολοκληρωτικής πολιτικής και οικονομικής απελευθέρωσης των εργαζομένων, είναι υπόθεση του παγκόσμιου προλεταριάτου. Και με την έννοια αυτή το έργο της Κομμούνας είναι αθάνατο.

Ν. Λένιν, Ραμπότσαγια Γκαζέτα, αρ. φύλ. 4-5, 15 (28) Απρίλη 1911


Λέον Τρότκσι: Τα μαθήματα της Παρισινής Κομμούνας

Συχνά η επανάσταση έχει ακολουθήσει τον πόλεμο στην ιστορία. Σε ομαλούς καιρούς, οι εργατικές μάζες εργάζονται από μέρα σε μέρα, υπομένοντας πειθήνια τη μισθωτή σκλαβιά τους, υποτασσόμενοι στη μεγάλη δύναμη της συνήθειας. Ούτε οι επιτηρητές, ούτε η αστυνομία, ούτε οι δεσμοφύλακες αλλά ούτε και οι εκτελεστές δεν θα μπορούσαν να κρατούν τις μάζες αυτές υποταγμένες αν δεν υπήρχε αυτή η συνήθεια, που προσφέρει σημαντικές υπηρεσίες στον καπιταλισμό.

Ο πόλεμος που βασανίζει και καταστρέφει τις μάζες είναι επίσης επικίνδυνος και για τους κυρίαρχους –ακριβώς επειδή με ένα μόνο χτύπημα αποσπά τους ανθρώπους από τη συνήθη κατάστασή τους και αφυπνίζει με τους κεραυνούς του τα πιο καθυστερημένα και σκοτεινά στοιχεία και τα αναγκάζει να εκτιμήσουν την κατάσταση και να κοιτάξουν γύρω τους.

Ωθώντας εκατομμύρια εργάτες μέσα στις φλόγες, οι κυρίαρχοι υποχρεώνονται να καταφύγουν σε υποσχέσεις και ψέματα στη θέση της αλήθειας. Η μπουρζουαζία χρωματίζει τον πόλεμό της με όλα εκείνα τα χαρακτηριστικά που είναι αγαπητά στη γενναιόδωρη ψυχή των μαζών: ο πόλεμος γίνεται για την «ελευθερία», για τη «δικαιοσύνη», για μια «καλύτερη ζωή!» Οδηγώντας τις μάζες στο κατώτερο σημείο τους, ο πόλεμος αναπόφευκτα οδηγεί στην εξαπάτησή τους: δεν τους φέρνει τίποτα πέρα από νέες πληγές και αλυσίδες.

Γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο η οξυμένη κατάσταση των εξαπατημένων μαζών που δημιουργεί ο πόλεμος συχνά οδηγεί σε μια έκρηξη κατά των κυρίαρχων. Ο πόλεμος γεννά την επανάσταση.

Αυτό συνέβη πριν από δώδεκα χρόνια κατά τη διάρκεια του Ρωσο-Ιαπωνικού πολέμου. Αμέσως όξυνε τη λαϊκή δυσφορία και αγανάκτηση και οδήγησε στην επανάσταση του 1905.

Αυτό συνέβη και πριν από 46 χρόνια. Ο Γαλλο-Πρωσικός πόλεμος του 1870-71 οδήγησε στην εξέγερση των εργατών και τη δημιουργία της Παρισινής Κομμούνας.

Οι Παρισινοί εργάτες οπλίστηκαν από την αστική κυβέρνηση και οργανώθηκαν σε Εθνοφρουρά για την υπεράσπιση της πρωτεύουσας εναντίον των Γερμανικών στρατευμάτων. Η Γαλλική μπουρζουαζία όμως φοβόταν πολύ περισσότερο τους προλετάριους από όσο τα στρατεύματα του Χοετζόλερν.

Μετά τη συνθηκολόγηση του Παρισιού, η Δημοκρατική κυβέρνηση προσπάθησε να αφοπλίσει τους εργάτες. Ο πόλεμος όμως είχε ήδη αφυπνίσει μέσα τους το πνεύμα της εξέγερσης. Δεν επιθυμούσαν να επιστρέψουν στους πάγκους της εργασίας τους, όπως ήταν πριν από τον πόλεμο. Οι Παρισινοί εργάτες αρνήθηκαν να αφήσουν τα όπλα από τα χέρια τους.

Μια σύγκρουση έλαβε χώρα μεταξύ των ένοπλων εργατών και των συνταγμάτων της Κυβέρνησης. Αυτό συνέβη στις 18 Μαρτίου του 1871. Οι εργάτες ήταν νικητές. Το Παρίσι ήταν στα χέρια τους και στις 28 Μαρτίου δημιούργησαν στην πρωτεύουσα μια προλεταριακή κυβέρνηση, γνωστότερη ως Κομμούνα.

Η τελευταία δεν κράτησε πολύ καιρό. Μετά από μια ηρωική αντίσταση στις 28 Μαΐου [1871], οι τελευταίοι υπερασπιστές της Κομμούνας έπεφταν μπροστά στην επίθεση των αστικών μονάδων. Στη συνέχεια ακολούθησαν βδομάδες και μήνες αιματηρών αντιποίνων ενάντια στους συμμετέχοντες της προλεταριακής επανάστασης.

Όμως, παρά τη σύντομη ύπαρξή της, η Κομμούνα έχει παραμείνει το μεγαλύτερο γεγονός στην ιστορία της προλεταριακής πάλης. Για πρώτη φορά, πάνω στη βάση της εμπειρίας των Παρισινών εργατών, το παγκόσμιο προλεταριάτο μπόρεσε να δει πώς είναι η προλεταριακή επανάσταση, ποιοί είναι οι στόχοι της και τί μονοπάτια πρέπει να ακολουθήσει.

Η Κομμούνα ξεκίνησε επιβεβαιώνοντας την εκλογή όλων των ξένων στην εργατική κυβέρνηση. Διακήρυξε ότι: «Το λάβαρο της Κομμούνας είναι το λάβαρο της Παγκόσμιας Δημοκρατίας».

Εκδίωξε από το κράτος και το σχολείο τη θρησκεία, κατάργησε τη θανατική ποινή, έριξε τη στήλη του Βεντόμ (το μνημείο στο σωβινισμό), μετέφερε όλα τα καθήκοντα και τις θέσεις στους πραγματικούς υπηρέτες του λαού, ορίζοντας το μισθό τους σ’ ένα επίπεδο που δεν ξεπερνούσε το μισθό του εργάτη.

Άρχισε την καταγραφή των εργοστασίων και των μύλων που είχαν κλείσει από τους τρομαγμένους καπιταλιστές για να θέσουν την παραγωγή πάνω σε κοινωνική βάση. Αυτό ήταν το πρώτο βήμα προς τη σοσιαλιστική οργάνωση της οικονομικής ζωής.

Η Κομμούνα δεν πραγματοποίησε τα προτεινόμενα μέτρα της: συντρίφτηκε. Η Γαλλική μπουρζουαζία σε συνεργασία με τον «εθνικό εχθρό» της, τον Μπίσμαρκ –που αμέσως έγινε ο ταξικός σύμμαχός της– έπνιξε στο αίμα την εξέγερση του πραγματικού εχθρού της: της εργατικής τάξης. Τα σχέδια και τα καθήκοντα της Κομμούνας δεν πραγματώθηκαν. Αντ’ αυτού όμως βρήκαν το δρόμο τους προς τις καρδιές των καλύτερων τέκνων του προλεταριάτου σ’ ολόκληρο τον κόσμο. Έγιναν τα επαναστατικά σύμβολα της πάλης μας.

Σήμερα, στις 15 του Μάρτη 1917, η εικόνα της Κομμούνας εμφανίζεται μπροστά μας πιο καθαρά από οποιαδήποτε άλλη φορά, καθώς, μετά από μια μεγάλη χρονική περίοδο, για μια ακόμα φορά έχουμε εισέλθει στην εποχή μεγάλων επαναστατικών μαχών.

Ο παγκόσμιος πόλεμος έχει αποσπάσει δεκάδες εκατομμύρια εργάτες από τη συνήθη κατάστασή τους, κάτω από τις οποίες η εργασία τους φυτοζωούσε. Έως τώρα αυτό συμβαίνει μονάχα στην Ευρώπη. Αύριο θα δούμε το ίδιο και στην Αμερική επίσης. Ποτέ η εργατική τάξη δεν είχε ακούσει τόσες υποσχέσεις. Ποτέ δεν της είχαν παρουσιάσει μια πιο ειδυλλιακή κατάσταση από τη σημερινή. Ποτέ δεν την κολάκευαν τόσο όσο κατά τη διάρκεια αυτού του πολέμου. Ποτέ οι ιδιοκτήτριες τάξεις δεν τόλμησαν να απαιτήσουν τόσο αίμα από το λαό στο όνομα της υπεράσπισης του ψέματος που ακούει στο όνομα «Υπεράσπιση της Πατρίδας». Και ποτέ οι εργάτες δεν έχουν εξαπατηθεί, προδοθεί και σταυρωθεί όσο σήμερα.

Στα χαρακώματα που είναι γεμάτα αίμα και λάσπη, στις πόλεις και χωριά που λιμοκτονούν, εκατομμύρια καρδιές χτυπούν γεμάτες οργή, απελπισία και θυμό. Τα συναισθήματα αυτά, που έρχονται σε επαφή με τις σοσιαλιστικές ιδέες, μεταμορφώνονται σε επαναστατική θέρμη. Αύριο οι φλόγες θα ξεχυθούν με πανίσχυρες εξεγέρσεις από τις εργατικές μάζες.

Ήδη, το προλεταριάτο της Ρωσίας έχει εμφανιστεί στο μεγάλο δρόμο της Επανάστασης και υπό την επίθεσή του συντρίβονται και καταρρέουν τα θεμέλια του πιο γνωστού δεσποτισμού που γνώρισε ο κόσμος. Η Ρωσική Επανάσταση όμως είναι μονάχα ο προάγγελος των προλεταριακών εξεγέρσεων σε ολόκληρη την Ευρώπη και ολόκληρο τον κόσμο.

Θυμηθείτε την Κομμούνα, θα πούμε εμείς οι σοσιαλιστές στις εξεγερμένες εργατικές μάζες. Η μπουρζουαζία σάς έχει εξοπλίσει εναντίον ενός εξωτερικού εχθρού. Αρνηθείτε να επιστρέψετε τα όπλα σας, όπως αρνήθηκαν οι Παρισινοί εργάτες το 1871! Ακούστε την έκκληση του Καρλ Λίμπκνεχτ και στρέψτε τα όπλα σας εναντίον των πραγματικών εχθρών σας, εναντίον του καπιταλισμού! Καταστρέψτε τον κρατικό μηχανισμό που κρατούν στα χέρια τους! Μεταμορφώστε τον από ένα όργανο αστικής καταπίεσης σε μηχανισμό προλεταριακής αυτό-εξουσίας.

Σήμερα είστε απεριόριστα πιο ισχυροί από ότι ήταν οι πρόγονοί σας την εποχή της Κομμούνας. Συντρίψτε τα παράσιτα από τους θρόνους τους! Καταλάβετε τη γη, τα ορυχεία και τα εργοστάσια προς δική σας χρήση! Αδελφότητα στην εργασία, ισότητα στην απόλαυση των καρπών της εργασίας!

Το λάβαρο της Κομμούνας είναι το λάβαρο της Παγκόσμιας Δημοκρατίας της Εργασίας.

Τα Μαθήματα της Παρισινής Κομμούνας είναι από μια ομιλία του Λ. Τρότσκι κατά τη διάρκεια της σύντομης παραμονής του στη Νέα Υόρκη, τον Μάρτη του 1917.