Για την Έκθεση ζωγραφικής της Ματίνας Σταυροπούλου (του Δημήτρη Κατσορίδα)

«Ν’ ΑΓΑΠΑΣ ΣΗΜΑΙΝΕΙ ΝΑ ΧΑΝΕΙΣ»

O τίτλος, «Ν’ αγαπάς σημαίνει να χάνεις», είναι από Έκθεση ζωγραφικής της Ματίνας Σταυροπούλου,

Η έκθεση θα είναι ανοιχτή μέχρι 17-3-2018 και πραγματοποιείται στην Γκαλερί «7» (Σόλωνος 20).

 

Η Έκθεση ζωγραφικής της Ματίνας Σταυροπούλου (από 20/2 έως 17/3/2018) είναι επηρεασμένη από το έργο της Γαλλίδας γλύπτριας Καμίλ Κλοντέλ (1864-1943). Μάλιστα, την ενδιέφερε όχι μόνο η ζωή, αλλά και το άδοξο τέλος αυτής της γυναίκας.

Η Καμίλ Κλο­ντέλ ήταν αδελ­φή του ποι­η­τή Πωλ Κλο­ντέλ και είχε την ατυ­χία να γεν­νη­θεί σε μια εποχή που η γλυ­πτι­κή ήταν κα­τε­ξο­χήν αν­δρι­κή ασχο­λία. Εντού­τοις, έμελ­λε να αφή­σει τη σφρα­γί­δα της στη σύγ­χρο­νη τέχνη τόσο με το δικό της έργο όσο και την επί­δρα­ση που άσκη­σε στον κο­ρυ­φαίο γλύ­πτη Ρο­ντέν «που τη χρη­σι­μο­ποί­η­σε ως μούσα, ερω­μέ­νη και πολύ συχνά ως ερ­γά­τρια για τη κα­τα­σκευή των γλυ­πτών του», όπως λέει το ενη­με­ρω­τι­κό έντυ­πο της έκ­θε­σης. Ει­κά­ζε­ται πως πολλά έργα που τα υπό­γρα­φε ο Ρο­ντέν ήταν δικά της. Η πο­λυ­τά­ρα­χη και θυ­ελ­λώ­δης σχέση τους, θα άφηνε τα απο­τυ­πώ­μα­τα στο έργο και των δύο καλ­λι­τε­χνών. Όμως, ο επώ­δυ­νος χω­ρι­σμός τους, άφησε στη Κλο­ντέλ ανε­ξί­τη­λα ση­μά­δια.

«Ν’ αγα­πάς ση­μαί­νει να χά­νεις». Δεν είναι τυ­χαί­ος ο τί­τλος της έκ­θε­σης. Η «παρ­τί­δα» της αγά­πης παί­ζε­ται επει­δή μπο­ρού­με να απο­δε­χτού­με την ιδέα ότι μπο­ρεί και να χά­σου­με. Και αν χά­σεις και αφο­σιω­θείς σε κάτι άλλο, τότε έχει καλώς. Αλ­λιώς, υπάρ­χει ο κίν­δυ­νος να χά­σεις τον εαυτό σου. Είναι αυτό που συ­νέ­βη με την Κλο­ντέλ. Στα­δια­κά απο­σύρ­θη­κε από τα εγκό­σμια, για να κα­τα­λή­ξει σε ψυ­χια­τρι­κή κλι­νι­κή, το 1913, με εντο­λή της μη­τέ­ρας της, που δεν είχαν ποτέ καλές σχέ­σεις και του αδελ­φού της, μέχρι το τέλος της ζωής της.

Τα έργα της ζω­γρά­φου Μα­τί­νας Σταυ­ρο­πού­λου είναι επη­ρε­α­σμέ­να τόσο από την ανα­γέν­νη­ση όσο και από τα γλυ­πτά της Κλο­ντέλ, τα οποία έχουν σα­φείς ανα­φο­ρές στην αρ­χαία Ελ­λά­δα. Οι πε­ρισ­σό­τε­ρες ζω­γρα­φιές δεν είναι κορ­νι­ζα­ρι­σμέ­νες, αλλά κρε­μα­σμέ­νες με μα­γνή­τες για να δια­τη­ρούν τη φυ­σι­κό­τη­τά τους. «Δεν είναι φυ­λα­κι­σμέ­νες σε κορ­νί­ζα», όπως λέει η ίδια. Μπο­ρείς να δεις τα χρώ­μα­τα, την κί­νη­σή τους, να τα «αγ­γί­ξεις». Σε κά­ποια έργα έχει μικρά κεί­με­να ή ποι­ή­μα­τα, στη γαλ­λι­κή γλώσ­σα. Και όπως συμ­βαί­νει με την τέχνη, τι γί­νε­ται όταν το κοινό δυ­σκο­λεύ­ε­ται να  κα­τα­λά­βει τι θέ­λουν να πουν τα έργα; Συ­νή­θως, τα έργα είναι τα συ­ναι­σθή­μα­τα του καλ­λι­τέ­χνη, που τα «πε­τά­ει από πάνω του». Παρ’ όλα αυτά, ο κα­θέ­νας από τη θέση του, βλέ­πει ή κα­τα­λα­βαί­νει κάτι. Και αυτό είναι το με­γα­λείο της τέ­χνης.