Η ιστορική πορεία της Κινέζικης Επανάστασης

Το φθινόπωρο του 1949, οι εργατικές και αγροτικές μάζες της Κίνας, κάτω από την ηγεσία του ΚΚ Κίνας και του Μάο Τσετούνγκ, κατέλαβαν την εξουσία και μετέτρεψαν την Κίνα σε εργατικό κράτος, μετά από μια επανάσταση που κράτησε πάνω από είκοσι χρόνια.

Εξέγερση και προδοσία

Η Κίνα βρισκόταν τον 19ο αιώνα σε μεγάλη καθυστέρηση σε σχέση με τις χώρες της Δύσης. Η συντριπτική πλειονότητα του πληθυσμού ήταν φτωχοί αγρότες, που ζούσαν κάτω από άθλιες συνθήκες, στο έλεος των λιμών, των ασθενειών και των φυσικών καταστροφών, που άφηναν πίσω τους εκατομμύρια θύματα. Η εμφάνιση του ιμπεριαλισμού επιδείνωσε ακόμα περισσότερο την κατάσταση, καθώς ο τεράστιος φυσικός πλούτος της χώρας μπήκε στο στόχαστρο της Αγγλίας και αργότερα σχεδόν όλων των μεγάλων δυνάμεων της εποχής. Η πολιτική ανεξαρτησία και η εξουσία της αυτοκρατορικής δυναστείας τυπικά διατηρούνταν, ωστόσο στην ουσία η Κίνα ήταν μια μισοαποικιακή χώρα, πλήρως εξαρτημένη από τις ιμπεριαλιστικές δυνάμεις, που απομυζούσαν τον πλούτο της και στραγγάλιζαν την ανάπτυξή της.

Στις αρχές του 20ου αιώνα, η περιορισμένη εκβιομηχάνιση των πόλεων της παραλιακής ζώνης οδήγησε στην εμφάνιση μιας εθνικής βιομηχανικής αστικής τάξης και ενός ολιγάριθμου, αλλά εξαιρετικά συγκεντρωμένου προλεταριάτου. Τα συμφέροντα της νέας αστικής τάξης περιλάμβαναν την ανατροπή των αναχρονιστικών κοινωνικών δομών και την επιδίωξη της εθνικής ανεξαρτησίας και εκφράστηκαν με τη δημιουργία του κόμματος του Κουόμιντανγκ. Το 1911 το Κουόμιντανγκ, με ηγέτη τον Σουν Γιατ Σεν, ανέτρεψε τον αυτοκράτορα Που Γι ξεκινώντας την αστική επανάσταση. Ωστόσο, η εδραίωση της εξουσίας του εμποδιζόταν από διασπαστικές κινήσεις τοπικών πολέμαρχων που στηρίζονταν από τους ιμπεριαλιστές.

Η νίκη της Οκτωβριανής Επανάστασης έφερε νέα δεδομένα, ενισχύοντας τη μαχητικότητα των Κινέζων εργατών και οδηγώντας στη δημιουργία του Κομμουνιστικού Κόμματος Κίνας. Το νεαρό ΚΚ, εξαιρετικά ολιγάριθμο στην αρχή, γνώρισε ραγδαία ανάπτυξη στα μέσα της δεκαετίας του ’20, μαζί με την άνοδο των αγώνων του κινέζικου προλεταριάτου.

Δυστυχώς, η άνοδος αυτή συνέπεσε με την επικράτηση του σταλινισμού στη Σοβιετική Ένωση. Η σταλινική γραφειοκρατία μισούσε θανάσιμα κάθε επαναστατικό κίνημα, καθώς η νίκη του θα υπονόμευε την εξουσία της, που την είχε αποσπάσει από τους εργάτες. Τα συμφέροντά της εκφράστηκαν με τη θεωρία των σταδίων, που υποστήριζε ότι η επανάσταση στις υπανάπτυκτες χώρες έπρεπε να πραγματοποιηθεί σε δύο διακριτά στάδια, αστικοδημοκρατικό και σοσιαλιστικό. Στο πρώτο στάδιο, η εργατική τάξη χρειάζεται να συμμαχήσει όχι μόνο με τους φτωχούς αγρότες αλλά και την ντόπια βιομηχανική αστική τάξη ενάντια στον ιμπεριαλισμό. Στην περίπτωση της Κίνας, τα παραπάνω μεταφράζονταν ως εξής: Το Κουόμιντανγκ δεν ήταν ένα αστικό κόμμα, αλλά ένα «μπλοκ τεσσάρων τάξεων» (εθνική αστική τάξη, αγρότες, μικροαστοί των πόλεων, προλεταριάτο) και ήταν το μόνο που μπορούσε να οδηγήσει στην πλήρη εκπλήρωση των αστικοδημοκρατικών καθηκόντων, την αναδιανομή της γης και την εθνική ανεξαρτησία. Έτσι, η ελεγχόμενη από τους σταλινικούς Κομμουνιστική Διεθνής επέβαλε στο ΚΚ Κίνας να διαλυθεί μέσα στο Κουόμιντανγκ. Οι ολέθριες συνέπειες αυτής της πολιτικής φάνηκαν τον Απρίλιο του 1927, όταν ο Τσανγκ Κάι Σεκ, ο νέος ηγέτης του Κουόμιντανγκ που μέχρι τότε εκθειαζόταν από τον Στάλιν ως «σύμμαχος», έπνιξε στο αίμα τους εργάτες της Σαγκάης και άλλων παραλιακών πόλεων και εξαπέλυσε τρομερές διώξεις ενάντια στο ΚΚ. Η τραγωδία αυτή ήταν μια οδυνηρή επιβεβαίωση της θεωρίας της διαρκούς επανάστασης του Τρότσκι: στην ιμπεριαλιστική εποχή η αστική τάξη στις εξαρτημένες χώρες έχει πάψει να παίζει οποιοδήποτε προοδευτικό ρόλο, αδυνατεί να ολοκληρώσει τα αστικοδημοκρατικά καθήκοντα, αντιτίθεται στη δίκαιη διανομή της γης (καθώς ο τσιφλικάς και ο τοκογλύφος της υπαίθρου και ο καπιταλιστής της πόλης είναι πολύ συχνά το ίδιο πρόσωπο) και φοβάται και μισεί πολύ περισσότερο το προλεταριάτο από ότι τους ιμπεριαλιστές.

Οι σταλινικοί δεν άντλησαν κανένα δίδαγμα από την καταστροφή του 1927 και προώθησαν νέα «συμμαχία» με τη λεγόμενη «αριστερή» πτέρυγα του Κουόμιντανγκ, που ήλεγχε ένα τμήμα της νότιας Κίνας, αλλά στη συνέχεια στράφηκε και αυτή ενάντια στο ΚΚ, προτού τελικά υποταχθεί στον Τσανγκ. Στις αρχές της δεκαετίας του ‘30, η εφαρμογή της τυχοδιωκτικής σταλινικής πολιτικής της «τρίτης περιόδου» οδήγησε σε εξεγέρσεις χωρίς επαρκή προετοιμασία που γρήγορα πνίγηκαν στο αίμα (επαρχία Χουνάν, Καντόνα) και στη δημιουργία καρικατούρας σοβιέτ σε αγροτικές περιοχές της νοτιοανατολικής Κίνας. Μέσα από τους άτυχους αυτούς αγώνες αναδείχθηκε μια νέα γενιά στελεχών, με επικεφαλής τον Μάο Τσετούνγκ, που άρχισαν να αμφισβητούν πολλά σημεία της σταλινικής πολιτικής. Το 1933, ο στρατός του Τσανγκ Κάι Σεκ ξεκίνησε αποκλεισμό της περιοχής που ήλεγχε το «αγροτικό σοβιέτ». Το φθινόπωρο του 1934, ο Μάο, επικεφαλής 80.000 κομμουνιστών και αγροτών έσπασε τον αποκλεισμό ξεκινώντας την επική «Μεγάλη Πορεία», η οποία μετά από ένα χρόνο και με δεκάδες χιλιάδες θύματα από τις κακουχίες και τις επιθέσεις του Κουόμιντανγκ κατέληξε σε μια επαρχία της βορειοδυτικής Κίνας, όπου το ΚΚ εγκατέστησε τη νέα βάση του.

Ιαπωνική εισβολή και αντίσταση

Ήδη από το 1931, η Ιαπωνία είχε καταλάβει τη βορειοανατολική επαρχία της Μαντζουρίας. Παρόλα αυτά, η κινέζικη μπουρζουαζία, το κόμμα της και ο ηγέτης της Τσανγκ Κάι Σεκ εξακολουθούσαν να θεωρούν τους εργάτες και τους κομμουνιστές ως πιο επικίνδυνο εχθρό από τους Ιάπωνες. Το 1937, η Ιαπωνία με νέα επίθεση καταλαμβάνει τη βόρεια Κίνα και την ανατολική παραλιακή ζώνη, εξαπολύοντας τρομερές σφαγές. Η οδηγία του Στάλιν προς το ΚΚ Κίνας ήταν να σχηματίσει ενιαίο μέτωπο με το Κουόμιντανγκ και να διαλύσει τον αντάρτικο στρατό του μέσα στο στρατό του Τσανγκ. Το «μέτωπο» αυτό υπήρχε μόνο στα χαρτιά, καθώς ο Τσανγκ συνέχιζε τις επιθέσεις κατά των κομμουνιστών. Ευτυχώς για την τελική έκβαση της κινέζικης επανάστασης, ο Μάο αρνήθηκε να διαλύσει τις δυνάμεις του μέσα στον αστικό στρατό και με έξυπνη τακτική ανταρτοπόλεμου προκαλούσε μεγάλη φθορά στους Ιάπωνες. Παράλληλα, κέρδιζε την εμπιστοσύνη των αγροτικών μαζών αποδεικνύοντας ότι οι κομμουνιστές βρίσκονται στην πρωτοπορία της πάλης ενάντια στον κατακτητή. Χάρη σ’ αυτή τη σωστή πολιτική, η πολιτική και στρατιωτική βάση του ΚΚ διευρύνθηκε ραγδαία μέχρι το τέλος του πολέμου.

Κόκκινη νίκη

Μετά την παράδοση της Ιαπωνίας, οι Σοβιετικοί εισέβαλαν στη Μαντζουρία και αφού συνέτριψαν τα εκεί ιαπωνικά στρατεύματα παρέδωσαν τον οπλισμό των τελευταίων στους μαχητές του ΚΚ Κίνας. Έτσι, ο Μάο είχε πλέον αρκετά όπλα για να πολεμήσει για την εξουσία. Στη συνέχεια, αξιοποίησε την περίοδο της εκεχειρίας και των διαπραγματεύσεων με τον Τσανγκ και τους Αμερικανούς για να προετοιμάσει και να εκπαιδεύσει τις αγροτικές μάζες που είχαν εισρεύσει στις τάξεις του ΚΚ και του Λαϊκού Απελευθερωτικού Στρατού. Το 1946 οι συνομιλίες κατέρρευσαν και ο εμφύλιος πόλεμος ξεκίνησε και πάλι. Ο Στάλιν ευνοούσε μια συμβιβαστική λύση και η βοήθεια που έστελνε στο ΚΚ Κίνας ήταν ελάχιστη, σε αντίθεση με την τεράστια οικονομική και στρατιωτική βοήθεια των ΗΠΑ προς τον Τσανγκ. Το καθεστώς του Τσανγκ όμως βούλιαζε στη διαφθορά και είχε χάσει κάθε λαϊκή υποστήριξη, με αποτέλεσμα τη ραγδαία πτώση του ηθικού του στρατού του. Αντίθετα, ο Λαϊκός Απελευθερωτικός Στρατός ενσάρκωνε τους πόθους των μαζών για μια άλλη κοινωνία και ενισχυόταν συνεχώς. Έχοντας εδραιώσει την κυριαρχία του στην ύπαιθρο, άρχισε να καταλαμβάνει μία-μία τις πόλεις και μέχρι το τέλος του 1949 η νίκη της κινέζικης επανάστασης είχε ολοκληρωθεί.

Θεωρία και πρακτική του μαοϊσμού

Ο Μάο ανέπτυξε τη θεωρία της λεγόμενης «Νέας Δημοκρατίας», ότι δηλαδή ήταν δυνατόν να υπάρξει ένα κράτος και ένας στρατός με διττό χαρακτήρα, εν μέρει αστικό και εν μέρει εργατικό. Οι μαοϊκοί ισχυρίζονταν αρχικά ότι η Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας ήταν ένα τέτοιο κράτος, αλλά αργότερα αναθεώρησαν τη θέση τους και παραδέχτηκαν ότι ήταν δικτατορία του προλεταριάτου. Στην πραγματικότητα δηλαδή, παραδέχτηκαν ότι στην πράξη, αντίθετα με τη θεωρητική τους θέση, εφάρμοσαν τη θεωρία της διαρκούς επανάστασης, η οποία τελικά τους επέτρεψε να φτάσουν στη νίκη. Ο Μάο, διαφυλάσσοντας την πλήρη οργανωτική αυτονομία των δυνάμεών του, οικοδόμησε ένα κόμμα και ένα στρατό που έγιναν όργανα ανατροπής της αστικής κυριαρχίας. Ο ταξικός χαρακτήρας του κόμματος, του στρατού και του νέου κράτους δεν προσδιοριζόταν από την αγροτική κοινωνική καταγωγή της πλειοψηφίας των στρατιωτών, αλλά από τη φύση του μηχανισμού του ΚΚ Κίνας, που προερχόταν από το εργατικό κίνημα και είχε εργατικό χαρακτήρα.

Όμως, το ΚΚ Κίνας ήταν ήδη πριν την κατάληψη της εξουσίας πλήρως γραφειοκρατικοποιημένο. Ακόμα και μετά την κατάληψη των πόλεων, αρνήθηκε να στηριχθεί στην ελεύθερη αυτοοργάνωση του κινέζικου προλεταριάτου σε εργατικά συμβούλια, με αποτέλεσμα το νέο εργατικό κράτος να ελέγχεται ασφυκτικά από έναν γραφειοκρατικό μηχανισμό. Ο Μάο αναγνώρισε, εν μέρει, αυτή την εξέλιξη και προσπάθησε να την ανατρέψει με την λεγόμενη Πολιτιστική Επανάσταση. Η τελευταία, παρά τα σκληρά κατασταλτικά μέτρα, ήταν καταδικασμένη σε αποτυχία, καθώς δεν βασίστηκε στην αυτόνομη πρωτοβουλία των μαζών, και γρήγορα εξελίχθηκε σε ξεκαθάρισμα λογαριασμών μεταξύ των αντιμαχόμενων μερίδων της γραφειοκρατίας.

Η εξωτερική πολιτική του Μάο δεν ήταν λιγότερο αποτυχημένη, καθώς, σε αντίθεση με το εσωτερικό, ακολούθησε τη λανθασμένη θεωρία της «Νέας Δημοκρατίας». Το μαοϊκό ΚΚ Ινδονησίας εφάρμοσε τη θεωρία αυτή σε σχέση με το αντιιμπεριαλιστικό, αλλά καθαρά αστικό καθεστώς του Σουκάρνο. Όπως επίσης καθαρά αστικός, και όχι βέβαια διττού χαρακτήρα, ήταν και ο ινδονησιακός στρατός, που το 1965 έπνιξε στο αίμα το εργατικό κίνημα της χώρας. Παράλληλα, η σύγκρουσή του με τη σοβιετική γραφειοκρατία οδήγησε το Μάο στην ολέθρια θεωρία των «Τριών Κόσμων» και του «σοσιαλιμπεριαλισμού», που τοποθετούσε τη Σοβιετική Ένωση στην ίδια μοίρα με τις ΗΠΑ και τους άλλους ιμπεριαλιστές και είχε ως αποτέλεσμα να υποστηρίζει η Κίνα αντιδραστικά καθεστώτα του Τρίτου Κόσμου, απλά και μόνο επειδή αντιτάσσονταν στη Σοβιετική Ένωση. Το 1979 η Κίνα στράφηκε ενάντια στη βιετναμέζικη επανάσταση, στηρίζοντας το αιμοσταγές καθεστώς του Πολ Ποτ στην Καμπότζη.

Μετά το θάνατο του Μάο το 1976, οι εσωκομματικές διαμάχες ανέδειξαν νικήτρια τη μερίδα της γραφειοκρατίας που ευνοούσε τα ανοίγματα στην οικονομία της αγοράς, με επικεφαλής τον Ντενγκ Ξιαοπίνγκ. Η αποτυχία και της νέας πολιτικής οδήγησε στη λαϊκή εξέγερση της πλατείας Τιενανμέν, που πνίγηκε στο αίμα από το καθεστώς. Από τότε η γραφειοκρατία του ΚΚ Κίνας, διατηρώντας σε όλη της την έκταση την καταπίεση των λαϊκών μαζών, στοχεύει στην πλήρη παλινόρθωση του καπιταλισμού, τη συγκρότησή της σε νέα εκμεταλλεύτρια τάξη και την ανάδειξη της Κίνας σε νέα μεγάλη δύναμη στο παγκόσμιο καπιταλιστικό και ιμπεριαλιστικό σκηνικό. Όλα τα παραπάνω έχουν τεράστιο κόστος για το βιοτικό επίπεδο και τις ελευθερίες των εργαζομένων και των λαϊκών στρωμάτων. Τα αναπόφευκτα νέα ξεσπάσματα της ταξικής πάλης στην Κίνα θα παίξουν καθοριστικό ρόλο στις παγκόσμιες εξελίξεις στα επόμενα χρόνια.