Οι δασμοί του Τραμπ: Πυροδότηση μιας οικονομικής καταιγίδας και του Γ΄Π.Π.

donald_trump2_0.jpg

Η «Ημέρα της Απελευθέρωσης»

Στις 2 Απρίλη, στον κήπο του Λευκού Οίκου, ο Τραμπ ανακοίνωσε την επιβολή δυσθεώρητων δασμών σε όλες τις χώρες του πλανήτη. Κατά περίεργο και ασυνήθιστο τρόπο, οι δασμοί δεν αφορούσαν μεμονωμένες κατηγορίες εμπορευμάτων (αυτοκίνητα, επεξεργαστές, ρούχα, κ.ά.) αλλά όλες τις χώρες του πλανήτη, μια που το κριτήριο ήταν αν αυτές έχουν εμπορικό πλεόνασμα με τις ΗΠΑ — πρακτικά εκτός από 2-3 ασήμαντες χώρες στον πλανήτη, όλες έχουν εμπορικό πλεόνασμα με τις ΗΠΑ, γεγονός ενδεικτικό της παρακμής αμερικανικής οικονομίας. Και ακόμη πιο γκροτέσκα ήταν η αιτιολόγηση. Όλες οι χώρες του πλανήτη «εκμεταλλεύονται» αισχρά τις ΗΠΑ αλλά τώρα ο «απελευθερωτής» Τραμπ θα σταματήσει αυτήν την «εκμετάλλευση» επιβάλλοντας δασμούς: γι’ αυτό και αυτή η μέρα ονομάστηκε η «Ημέρα της Απελευθέρωσης», προφανώς της «Απελευθέρωσης» του αμερικάνικου έθνους από τους «εκμεταλλευτές» ξένους. Ταυτόχρονα με την επιβολή των δασμών ο Τραμπ απηύθυνε πρόσκληση σε όλες τις χώρες να διαπραγματευθούν διμερώς μαζί τους έτσι ώστε να μετριαστούν οι δασμοί.

Ποιο πρόβλημα θα λύσει η επιβολή τέτοιων δασμών;

Η αιτιολόγηση για την επιβολή αυτών των δασμών συνίσταται στο εξής απλό: οι αμερικάνικες βιομηχανίες έχουν φύγει από τις ΗΠΑ, οι τελευταίες γνωρίζουν μια διαρκή αποβιομηχάνιση με αποτέλεσμα να διογκώνεται χρόνο με τον χρόνο το εμπορικό τους έλλειμμα που με τη σειρά του δημιουργεί ένα γιγαντιαίο δημοσιονομικό έλλειμμα και συνακόλουθα μια αύξηση του δημόσιου και ιδιωτικού χρέους, ειδικότερα του εξωτερικού χρέους των ΗΠΑ. Αυτή η κατάσταση έχει φτάσει όντως στο απροχώρητο και συνεπώς χρειάζονται να ληφθούν μέτρα για την επαναβιομηχάνιση των ΗΠΑ. Ένα τέτοιο σημαντικό μέτρο είναι η επιβολή δασμών. Υποτίθεται ότι μετά την επιβολή τους, κανένας ξένος βιομήχανος δεν θα εξάγει τα εμπορεύματά του στις ΗΠΑ αλλά θα υποχρεωθεί να κάνει ένα εργοστάσιο μέσα στις ΗΠΑ αν θέλει να πουλά μέσα στην αμερικάνικη αγορά. Κι αντίστοιχα, όσες αμερικανικές βιομηχανίες έχουν εγκαταλείψει τις ΗΠΑ θα υποχρεωθούν να επαναφέρουν τις βιομηχανικές τους δραστηριότητες μέσα στις ΗΠΑ.

Μπορούν να επαναβιομηχανοποιηθούν οι ΗΠΑ

Η παραπάνω συλλογιστική του επιτελείου του Τραμπ είναι ακριβώς η ίδια με την συλλογιστική προηγούμενων προέδρων (του υιού Μπους, του Ομπάμα, της πρώτης θητείας Τραμπ, και πολύ περισσότερο του Μπάιντεν). Εκεί που διαφέρει ίσως είναι στο ότι κατανοεί το πρόβλημα της παρακμής των ΗΠΑ με μεγαλύτερη διαύγεια και αμεσότητα απ’ ότι οι προηγούμενοι και, κυρίως, έχει μια μεγαλύτερη και λυσσασμένη αποφασιστικότητα για να το επιλύσει. Αλλά κι αυτό δεν είναι κανένα ιδιαίτερο προσόν μια που το γιγαντιαίο μέγεθος του εμπορικού ελλείμματος, του ελλείμματος του προϋπολογισμού και του δημόσιου χρέους, δεν αφήνει κανένα περιθώριο για οποιεσδήποτε καθυστερήσεις ή για ημίμετρα. Ωστόσο είναι ένα θέμα να κατανοείς το πρόβλημα και είναι ένα άλλο ζήτημα να μπορέσεις να το λύσεις: αυτά τα δύο δεν ταυτίζονται καθόλου. 

Μπορεί να υπάρξει αντιστροφή της οικονομικής παρακμής των ΗΠΑ; Η απάντηση είναι κατηγορηματικά όχι. Για δύο βασικούς λόγους:

α) Καταρχάς η διάγνωση του προβλήματος των ΗΠΑ, δηλαδή της αποβιομηχάνισης, είναι μερικώς ορθή αλλά συνολικά λανθασμένη, όχι μόνο θεωρητικά αλλά και εμπειρικά/ιστορικά. Το πρόβλημα δεν είναι η μετεγκατάσταση κάποιων αμερικάνικων βιομηχανιών στην Κίνα, Μεξικό, ή άλλες χώρες που είχαν ή έχουν φθηνό εργατικό δυναμικό. Το πρόβλημα είναι ότι οι ΗΠΑ έχαναν τη μάχη της παραγωγικότητας ήδη από την κρίση του 1973-74, απέναντι στην Ιαπωνία και τη Γερμανία, και από το 2000 και μετά απέναντι στην Κίνα και μια σειρά άλλων χωρών. Η επαναφορά των εργοστασίων της Nike ή της Apple δεν θα οδηγήσει σε καμία ουσιαστική διεύρυνση της συσσώρευσης του κεφαλαίου στις ΗΠΑ. Το πρόβλημα αποβιομηχάνισής τους οφείλεται στην κρίση του παγκόσμιου καπιταλισμού (δηλαδή στην παγκόσμια υπερσυσσώρευση κεφαλαίου και τον κορεσμό της παγκόσμιας αγοράς) και κυρίως στην αδυναμία τους να ανταγωνιστούν σε βιομηχανικούς κλάδους αιχμής άλλες χώρες, και επιπρόσθετα στην γιγαντιαία συσσώρευση στην νοτιοανατολική Ασία.

β) Η οικονομική πολιτική του Τραμπ δεν περιορίζεται στους δασμούς αλλά συμπληρώνεται και ενισχύεται από την προσπάθεια εφαρμογής του πιο γνήσιου ή καθαρόαιμου νεοφιλελευθερισμού μέσα στις ΗΠΑ. Ο Τραμπ θέλει να καταργήσει κάθε κρατική ρύθμιση ή περιορισμό του κεφαλαίου (περιβαλλοντολογικούς περιορισμούς, προστασία μεταφορών, ελέγχου τροφίμων, κ.ά.) και κυρίως να απελευθερώσει πλήρως (ακόμη κι από τους αναιμικούς περιορισμούς που εισήγαγε ο Ομπάμα μετά την κρίση του 2007-08) το χρηματοπιστωτικό κεφάλαιο. Θέλει να καταργήσει την φορολόγηση των επιχειρήσεων ή τουλάχιστον να την περιορίσει δραστικά αντικαθιστώντας την με την επιβολή δασμών, δηλαδή με έμμεση φορολογία των εργαζομένων. Θέλει να καταργήσει κάθε είδους κρατική επένδυση, σχεδιασμό, έρευνα, βιομηχανική πολιτική. Τέλος στοχεύει στην άγρια κακομεταχείριση της εργατικής τάξης (εξαθλίωση των μισθών και κυριολεκτικά κατάργηση της δημόσιας υγείας, παιδείας, κοινωνική ασφάλισης, κ.ά.) — ίσως φαντάζεται πως εξαθλιωμένοι εργαζόμενοι που θα ζουν με φιλανθρωπικά συσσίτια, δεν θα έχουν τελειώσει λύκειο επειδή δεν θα μπορούν να πληρώσουν δίδακτρα, δεν θα έχουν ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, θα μπορούν να δουλεύουν παραγωγικά σε αυτοματοποιημένα εργοστάσια! Ή οι βιομήχανοι καπιταλιστές που τα μισά κέρδη τους τα αντλούν με την επαναγορά των μετοχών τους ή τις χρηματοπιστωτικές τους δραστηριότητες θα στραφούν στις βιομηχανικές επενδύσεις που δεν τους αποφέρουν κέρδη.

Ο πραγματικός στόχος των δασμών είναι η καταστροφή της Κίνας

Η επαναβιομήχανιση των ΗΠΑ σίγουρα δεν είναι ο στόχος του Τραμπ ή στον όποιο βαθμό είναι, τότε σίγουρα δεν διευκολύνεται ιδιαίτερα από τους δασμούς. Ο πραγματικός στόχος ή κύριος στόχος των δασμών είναι άλλος και αποκαλύφθηκε κατά την διάρκεια των διαπραγματεύσεων με τις διάφορες χώρες. Αυτό που κυρίως απαιτούν οι Αμερικάνοι είναι η διακοπή των σχέσεων της κάθε χώρας με την Κίνα. Με άλλα λόγια απαιτούν, για να μην επιβληθούν εξοντωτικοί δασμοί ή πολύ περισσότερο κυρώσεις, να σταματήσουν τις εμπορικές τους σχέσεις με την Κίνα, να διώξουν ή να συρρικνώσουν στο ελάχιστο τις κινέζικες επενδύσεις, να αντικαταστήσουν τον δανεισμό τους με την Κίνα με δανεισμό από το ΔΝΤ, κ.ά. Το επιτελείο του Τραμπ στοχεύει στην δημιουργία μιας όσο το δυνατόν ευρύτερης σφαίρας επιρροής που θα αποκλείει την Κίνα, οδηγώντας την τελευταία σε βαθιά κρίση και σε πολιτική κατάρρευση. Και τι έχει να προσφέρει στις υπόλοιπες χώρες; Τίποτε περισσότερο από οικονομική κρίση, πιθανόν πόλεμο, και σίγουρα την υποχρέωση να αγοράζουν αμερικάνικα ομόλογα, δηλαδή να δανείζουν τις ΗΠΑ παρ’ όλο που η αξία του δολαρίου θα πέφτει. Κοντολογίς η κλασική καθαρόαιμη λεηλασία των αυτοκρατοριών.

Οικονομική καταιγίδα και Γ΄ Π.Π.

Η επιβολή δασμών σημαίνει το τέλος στην λίγο πολύ ελεύθερη διακίνηση εμπορευμάτων σε παγκόσμιο επίπεδο. Αλλά το τέλος αυτό θα σημάνει και το τέλος ή τον δραστικό περιορισμό στην κίνηση κεφαλαίων είτε προς τις ΗΠΑ (αγορά από ξένους αμερικάνικων δημόσιων ομολόγων, μετοχών ή ομολόγων επιχειρήσεων, ακινήτων) δηλαδή περιορισμός της χρηματοδότησης των ελλειμμάτων και των χρεών των ΗΠΑ, είτε δραστικό περιορισμό στις αμερικάνικες κερδοσκοπικές επενδύσεις σε άλλες χώρες. Σημαίνει επίσης χρεοκοπίες χωρών, άρα και ιμπεριαλιστικών τραπεζών, και συνολικά σημαίνει την υπονόμευση της λειτουργίας του παγκόσμιου χρηματοπιστωτικού συστήματος και του σημερινού πυλώνα του, του δολαρίου. Μέσα σε μια κατάσταση διχασμού της παγκόσμιας οικονομίας και των ήδη προβλημάτων του χρηματοπιστωτικού τομέα, η επερχόμενη οικονομική κρίση θα πάρει τα χαρακτηριστικά κυριολεκτικά οικονομικής καταιγίδας.

Αλλά αυτό είναι το… λιγότερο. Η προσπάθεια οικονομικού στραγγαλισμού της Κίνας από τον Τραμπ εξηγεί γιατί ο κινέζικος ιμπεριαλισμός αυτή τη φορά όχι μόνο δεν υποχωρεί ή ελίσσεται όπως τις προηγούμενες φορές που του επιβάλλονταν δασμοί αλλά είναι αποφασισμένος να οδηγήσει τη σύγκρουση στα άκρα. Αυτό σημαίνει και την επιταχυνόμενη ανάδυση – συγκρότηση των BRICS+ και, πρακτικά, αν σε ένα-δύο χρόνια αποτύχει η πολιτική Τραμπ, τότε δεν θα υπάρχει άλλος δρόμος για τις ΗΠΑ πέρα από τον Γ΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.