50 χρόνια από τη δολοφονία του Γρηγόρη Λαμπράκη

Στις 22 Μαΐου 1963 δολοφονήθηκε στη Θεσσαλονίκη από ακροδεξιούς ο Γρηγόρης Λαμπράκης, βουλευτής της ΕΔΑ (Ενιαία Δημοκρατική Αριστερά). Το αστικό κράτος και η τότε κυβέρνηση της ΕΡΕ (Εθνική Ριζοσπαστική Ένωση) του Καραμανλή προετοίμασαν, τουλάχιστον ιδεολογικά με τον αντικομουνισμό τους, τη δολοφονία, ενώ κομμάτια του κρατικού μηχανισμού, λιγότερο ή περισσότερο ανοιχτά, υπέθαλψαν αυτό το έγκλημα, αν δεν συμμετείχαν κιόλας στην ίδια την οργάνωση της εκτέλεσης.

Η δολοφονία του Λαμπράκη επέτεινε το πολιτικό αδιέξοδο της κυβέρνησης της ΕΡΕ, επέσπευσε την πτώση της και τροφοδότησε το εργατικό και λαϊκό κίνημα της εποχής. Ο Λαμπράκης, με τη στάση και τη ζωή του ως αγνός αγωνιστής ― ασχέτως της πολιτικής της ΕΔΑ ― μπορεί σε μεγάλο βαθμό να αποτελέσει, με τα στοιχεία του χαρακτήρα του, ένα από τα πρότυπα για τη σημερινή νεολαία. Η δολοφονία του έχει καταγραφεί στο μυθιστόρημα «Ζ» του Β. Βασιλικού και στην ομώνυμη ταινία του Κ. Γαβρά (1969).

Ο Γρηγόρης Λαμπράκης, γεννημένος τον Απρίλη του 1912, ήταν ένας πολυτάλαντος άνθρωπος. Γιατρός, ειδικευμένος στη γυναικολογία, έγινε υφηγητής Μαιευτικής-Γυναικολογίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών το 1950. Παράλληλα, είχε εξαιρετικές επιδόσεις ως αθλητής στο άλμα εις μήκος (κατείχε το πανελλήνιο ρεκόρ ως το 1959).

Πέρα από τις επιστημονικές και αθλητικές του διακρίσεις, ο Λαμπράκης αναδείχθηκε μέσα στις συνθήκες της εποχής ως ένας αγνός εκφραστής των πόθων του ελληνικού λαού για την απαλλαγή του από το μετεμφυλιακό, αντικομουνιστικό αστυνομικό καθεστώς της ΕΡΕ. Εκλέχθηκε βουλευτής Πειραιά, συνεργαζόμενος με την ΕΔΑ το 1961. Στις 21 Απριλίου 1963, αψηφώντας την απαγόρευση της αστυνομίας, πραγματοποίησε ουσιαστικά μόνος του μια μαραθώνια πορεία ειρήνης, στο τέλος της οποίας συνελήφθη και κρατήθηκε. Η πράξη του αυτή ήταν, όπως φαίνεται, η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι για την κυβέρνηση, το κράτος και τους εθνικόφρονες, που πίστεψαν ότι δολοφονώντας τον Λαμπράκη θα ξεμπέρδευαν με το εργατικό και λαϊκό κίνημα, που βρισκόταν σε άνοδο από την αρχή της δεκαετίας.

Η δολοφονία του Λαμπράκη οργανώθηκε από τον «επίσημο» και «ανεπίσημο» κρατικό μηχανισμό. Στη Θεσσαλονίκη, όπου ήταν προγραμματισμένη αντιπολεμική εκδήλωση με ομιλητή τον ίδιο, αστυνομικοί με πολιτικά και άλλοι εθνικόφρονες είχαν καταλάβει από νωρίς τα πεζοδρόμια και προπηλάκιζαν όσους επιθυμούσαν να παρευρεθούν, προετοιμάζοντας το κλίμα μίσους για τη δολοφονία. Οι συγκεντρωμένοι είχαν επιτεθεί στον Λαμπράκη και στους υπόλοιπους διοργανωτές και συμμετέχοντες, ήδη κατά την είσοδό τους στην αίθουσα. Καθώς ο Λαμπράκης εξερχόταν, μετά το τέλος της εκδήλωσης, δέχθηκε δολοφονικό χτύπημα με κάποιο αντικείμενο στο κεφάλι από έναν από τους επιβαίνοντες στο διαβόητο «τρίκυκλο», το οποίο φυσικά δεν είχε εμποδιστεί από κανέναν, παρά την απαγόρευση της κυκλοφορίας στους γύρω δρόμους. Είναι ενδεικτικό ότι οι επιβαίνοντες δολοφόνοι (Σπύρος Γκοτζαμάνης και Μανόλης Εμμανουηλίδης) συνελήφθησαν μόνο χάρη στην αυτοθυσία και τον ηρωισμό ενός παρευρισκόμενου, όχι όμως της αστυνομίας. Ο Λαμπράκης εξέπνευσε στο νοσοκομείο ΑΧΕΠΑ έπειτα από τέσσερις μέρες.

Η κατακραυγή από τη δολοφονία ήταν τόσο μεγάλη που η κυβέρνηση και ο κρατικός μηχανισμός (οι μετέπειτα χουντικοί) δεν ήταν δυνατόν να συγκαλύψουν το έγκλημα, παρά τις αρχικές προσπάθειές τους να το βαφτίσουν… τροχαίο! Την κηδεία του Λαμπράκη ακολούθησε ένα πλήθος μισού εκατομμυρίου διαδηλωτών και αυτό οδήγησε στην πτώση της κυβέρνησης Καραμανλή (Ιούνιος 1963) και στην αντικατάστασή της από νέα κυβέρνηση της ΕΡΕ υπό τον Πιπινέλη. Αυτός ο ελιγμός της άρχουσας τάξης και των πολιτικών της επιτελείων δεν ήταν ικανός να τιθασεύσει το κίνημα και τις συνειδήσεις που αγανακτούσαν και ριζοσπαστικοποιούνταν. Οι εκλογές του Νοεμβρίου 1963 ανέδειξαν πρώτη την Ένωση Κέντρου (ΕΚ) του Γεωργίου Παπανδρέου.

Η νίκη της ΕΚ ήταν αποτέλεσμα των αγώνων των μαζών, αλλά συνάμα και των αυταπατών που είχαν για το πρόγραμμα και τις δυνατότητές της. Ήταν παράλληλα και αποτέλεσμα της λαϊκομετωπικής πολιτικής της ΕΔΑ-ΚΚΕ, που εγκατέλειψε τους αγώνες των μαζών για χάρη μιας εκλογικής συμμαχίας με την ΕΚ. Είχαν προηγηθεί οι εκλογές «βίας και νοθείας» του Οκτώβρη 1961, έπειτα από τις οποίες είχε αρχίσει να κορυφώνεται η αναμέτρηση των λαϊκών μαζών και της κυβέρνησης της ΕΡΕ, που είχε προκύψει από το εκλογικό πραξικόπημα που είχαν οργανώσει η αυλική κυβέρνηση, η ΚΥΠ, ο κρατικός μηχανισμός, το κεφάλαιο και οι Αμερικάνοι. Στις 20 Απρίλη 1962 έλαβε χώρα μια μεγάλη ταξική μάχη, αναμέτρηση με τον κρατικό μηχανισμό, με αφορμή μια συγκέντρωση της ΕΚ. Αυτή η μάχη ήταν μια συνολικότερη έκφραση ενός μεγάλου κινήματος για δημοκρατικές ελευθερίες. Μπροστάρης στους αγώνες ήταν μια νέα γενιά, εργατική και σπουδαστική, που δεν ανεχόταν άλλο το καταπιεστικό αστυνομικό κράτος, τις φασιστικές συμμορίες, τους φόρους, το πλιάτσικο του «δημόσιου χρήματος», τον εκπαιδευτικό σκοταδισμό, τις στρατιωτικές δαπάνες κ.λπ.

Το Δεκέμβρη του 1962 οργανώθηκαν μεγάλες σπουδαστικές κινητοποιήσεις σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη, με βασικό αίτημα το 15% του προϋπολογισμού για την παιδεία. Παράλληλα, πραγματοποιούνταν διάσπαρτες απεργίες και αγροτικές κινητοποιήσεις (ο αριθμός των απεργών τετραπλασιάστηκε μεταξύ 1959-62, ξεπερνώντας τους 800.000 ανά έτος). Αυτή την αλλαγή της ψυχολογίας των μαζών εκμεταλλεύτηκε με τη δημαγωγία της η ΕΚ για «τίμιο» κράτος, έχοντας άξιο συμπαραστάτη την ΕΔΑ-ΚΚΕ. Το ΚΚΕ, έχοντας ως στόχο την «εθνική δημοκρατική αλλαγή» και το «πατριωτικό μέτωπο αλλαγής», ενίσχυε την απάτη του «δημοκρατικού Κέντρου» και δεν προσπάθησε να οικοδομήσει ένα ανεξάρτητο μέτωπο πάλης των εργατών και των καταπιεζόμενων. Έτσι δημιουργήθηκε ένα μεγάλο ρεύμα για την πρόσδεση των αγώνων στο άρμα της «φιλελεύθερης» μπουρζουαζίας που εξέφραζε η ΕΚ.

Η μνήμη της δολοφονίας του Λαμπράκη έχει ιδιαίτερη σημασία στις σημερινές συνθήκες, όπου το αστικό κράτος γίνεται ένα κράτος «έκτακτης ανάγκης» για την αντιμετώπιση του εργατικού κινήματος και δεν διστάζει να δολοφονήσει νεολαίους, εργάτες, ανέργους, μετανάστες. Η δολοφονία του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου και η έκρηξη της νεολαίας που την ακολούθησε ήταν ένα δείγμα της εποχής στην οποία έχουμε μπει. Πρέπει να τελειώνουμε με τη χούντα συγκυβέρνησης-ΕΕ-Τρόϊκας, προτού δολοφονήσει κι άλλους νεολαίους και αγωνιστές, είτε με σφαίρες είτε με ανεργία και εξαθλίωση.