Γαλλία: Το απεργιακό κίνημα συνεχίζει! (ανταπόκριση από το Παρίσι)

Την Τρίτη 17/12, ακόμα μία γενική απεργία συγκλόνισε τη Γαλλία. Ήταν η τρίτη γενική απεργία, από την αρχή του κινήματος ενάντια στις αντιδραστικές-νεοφιλελεύθερες συνταξιοδοτικές “μεταρρυθμίσεις”, οι άλλες δύο έγιναν στις 5/12 και 10/12.

Αυτή τη φορά, στην απεργία καλούσαν το σύνολο των γαλλικών συνδικάτων, δηλαδή το συνδικαλιστικό μέτωπο των CGT, FO, Solidaires (και νεολαιίστικες ομοσπονδίες), που είχε κηρύξει και τις προηγούμενες δύο, απαιτώντας την απόσυρση του νομοσχεδίου, και το συνδικάτο CFDT, το μεγαλύτερο στη Γαλλία, το οποίο κάλεσε για πρώτη φορά, καθώς τάσσεται καταρχήν υπέρ της “μεταρρύθμισης”, αντιδρώντας κατά κύριο λόγο στην αύξηση των ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης.

Οι απεργιακές διαδηλώσεις ήταν πολυάριθμες σε όλη τη Γαλλία, σε μικρές και μεγάλες πόλεις συγκεντρώνοντας σύμφωνα με στοιχεία του Υπουργείου Εσωτερικών 615 χιλιάδες διαδηλωτές – στις 5/12 και 10/12 τα επίσημα στοιχεία έκαναν λόγο για 806 και 339 χιλιάδες διαδηλωτές. Στο Παρίσι, η διαδήλωση ήταν γιγάντια, μάλλον αρκετά μεγαλύτερη από τις δύο προηγούμενες φορές, συγκεντρώνοντας, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία 76 χιλιάδες διαδηλωτές, η δε CGT κάνει λόγο για 1,8 εκατομμύρια διαδηλωτές πανεθνικά, εκ των οποίων οι 350 χιλιάδες στο Παρίσι. Η συμμετοχή στην απεργία πρέπει να ήταν αρκετά σημαντική στον δημόσιο τομέα, τα στοιχεία του Υπουργείου μιλάνε για 10% απεργών σε όλο τον δημόσιο τομέα, και πρέπει να άγγιξε επιχειρήσεις και τομείς του ιδιωτικού τομέα (τουλάχιστον με ολιγόωρες στάσεις εργασίας ή απουσίες εργαζομένων από τη δουλειά).

Παράλληλα, από τις 5/12 οι σιδηροδρομικοί (SNCF) και οι εργαζόμενοι των ΜΜΜ του Παρισιού και των προαστίων (RATP) βρίσκονται σε απεργία διαρκείας με πολύ μεγάλα  και εντυπωσιακά ποσοστά συμμετοχής, έχοντας παραλύσει τη χώρα και το Παρίσι, καθώς  ένα μικρό ποσοστό τραίνων, λεωφορείων, μετρό και τραμ κυκλοφορεί. Οι κλάδοι αυτοί αποτελούν την αιχμή του δόρατος του κινήματος και ακολουθούν οι εκπαιδευτικοί, το νοσηλευτικό και ιατρικό προσωπικό, οι εργαζόμενοι στα ταχυδρομεία και σε διάφορες άλλες δημόσιες υπηρεσίες, που επίσης βρίσκονται σε κινητοποιήσεις διαρκείας.

Είχαν προηγηθεί, στις 11/11, η παρουσίαση των συνταξιοδοτικών “μεταρρυθμίσεων” σε ειδική συνέντευξη τύπου του πρωθυπουργού Έντουαρντ Φιλίπ, όπου σε γενικές γραμμές επιβεβαιώθηκαν οι κατευθύνσεις της έκθεσης του κυβερνητικού αξιωματούχου επιφορτισμένου με τον φάκελο, Ντελαβουά. Ο τελευταίος παραιτήθηκε στις 16/12, μετά από αποκαλύψεις ότι είχε παραλείψει να δηλώσει στο «πόθεν έσχες» του έσοδα από δραστηριότητές του στον ιδιωτικό τομέα, παράλληλες με τα κυβερνητικά του αξιώματα, και θέσεις ευθύνης σε εταιρείες εκπαίδευσης στελεχών για ασφαλιστικές εταιρίες.

Στην συνέντευξη τύπου, ο πρωθυπουργός δήλωσε ότι το νέο σύστημα υπολογισμού των συντάξεων δεν θα εφαρμοστεί στους γεννηθέντες πριν το 1975, θα εφαρμοστεί με μερικό τρόπο και συνδυαστικά με την εν ισχύ μέθοδο υπολογισμού, σε όσους έχουν γεννηθεί μετά το 1975 και κατοχυρώνουν δικαιώματα σύνταξης μετά το 2037, και πλήρως σε όσους έχουν γεννηθεί μετά το 2004. Ασφαλώς, αυτή η χρονική  μετάθεση συνιστά μια μέθοδο διαίρεσης των εργαζομένων αφενός, αφετέρου μία ελαφρά υποχώρηση και μανούβρα υπό την πίεση του κινήματος.

Επιβεβαιώθηκε ότι η σύνταξη θα υπολογίζεται επί των μισθών όλου του εργασιακού βίου και όχι επί των 25 καλύτερων ετών στον ιδιωτικό τομέα και έξι τελευταίων μηνών στον δημόσιο όπως συμβαίνει τώρα.

Επιβεβαιώθηκε ότι θα οριστεί ένα κινούμενο όριο ηλικίας, κάτω από το οποίο οι συντάξεις θα χορηγούνται μειωμένες κατά 5% για κάθε έτος που προηγείται και κατά 5% αυξημένες για κάθε έτος που έπεται. Το 2022, το κινούμενο όριο θα είναι στα 62,4 έτη και θα αγγίξει τα 64 έτη το 2027. Προβλέπεται να ανέλθει στα 66,25 έτη για τη γενιά του 1990. Έτσι, παρότι, το ελάχιστο ηλικιακό όριο συνταξιοδότησης θα μείνει σταθερό στα 62 έτη, όσοι το 2027 επιλέξουν να συνταξιοδοτηθούν σε αυτή την ηλικία, με πλήρη πάντα εργασιακό βίο, θα λάβουν σύνταξη μειωμένη κατά 10%. Διατηρείται, εντούτοις, η δυνατότητα πρόωρης συνταξιοδότησης για τα βαρέα επαγγέλματα, όπως έχει σήμερα, κατά δύο έτη.

Η επίθεση στα συνταξιοδοτικά δικαιώματα των σιδηροδρομικών (SNCF) και των εργαζόμενων στα μέσα μεταφοράς του Παρισιού (RATP) είναι σκληρή και διαιρετική. Ευθυγραμμίζει τα όρια ηλικίας συνταξιοδότησης του με αυτά που ισχύουν για όλους τους υπόλοιπους κλάδους, από 52 και 57 έτη που ισχύει ως σήμερα . Προσπαθώντας να διαιρέσει τους εργαζόμενους, έχει ορίσει έτσι τις συνθήκες εφαρμογής των νέων ορίων ηλικίας, ώστε αφορά το 30 με 40% των εργαζομένων αυτών των κλάδων. Ταυτόχρονα, η κυβέρνηση επιχείρησε να κατευνάσει τους εκπαιδευτικούς, οι οποίοι σύμφωνα με το νέο σύστημα υπολογισμού θα χάσουν αρκετές εκατοντάδες ευρώ σύνταξης, υποσχόμενη αυξήσεις μισθών το 2021, που υποθετικά θα επιτρέψουν τη διατήρηση των συντάξεων στα ίδια επίπεδα. Τέλος, εξαίρεσε τα σώματα ασφαλείας από διάφορες ζημιογόνες διατάξεις. Τα παραπάνω επιβεβαιώνουν τον αντεργατικό χαρακτήρα του νομοσχεδίου, που επιβάλλει στους εργαζομένους να δουλεύουν περισσότερα χρόνια και να λαμβάνουν μικρότερες συντάξεις, προετοιμάζοντας το πεδίο σε ασφαλιστικές εταιρίες παροχής συμπληρωματικών συντάξεων να κερδοσκοπήσουν, ανοίγοντας τον δρόμο για βαθύτερες νεοφιλελεύθερες τομές.

Η κυβέρνηση εμφανίζεται αμετακίνητη, με τον πρωθυπουργό να έχει αναλάβει προσωπικά τη σύγκρουση. Εντούτοις, υπάρχουν δηλώσεις από διάφορα κυβερνητικά στελέχη και από τον ίδιο τον πρόεδρο Μακρόν που αφήνουν ανοιχτό το ενδεχόμενο ορισμένων τροποποιήσεων, που θα “απαλύνουν” την επίθεση για ορισμένους κλάδους ή θα μεταθέσουν την εφαρμογή διαφόρων όψεων της μεταρρύθμισης. Αυτά συνοδεύουν την προσπάθεια διάσπασης του μετώπου των συνδικάτων, τροφοδότησης του συντεχνιασμού ορισμένων κλάδων και των συνδικαλιστικών γραφειοκρατιών, εντέλει απόσπασης της CFDT από τις κινητοποιήσεις. Έτσι, οι συσκέψεις της κυβέρνησης με τα συνδικάτα και εργοδοτικές οργανώσεις είναι συνεχείς αυτή την εβδομάδα. Παράλληλα, συκοφαντεί τους απεργούς, κατηγορώντας τους ότι “πολιτικοποιούν τα Χριστούγεννα”, απαιτεί μια “χριστουγεννιάτικη ανακωχή”, προσπαθώντας να κερδίσει την κοινή γνώμη με το μέρος της, καθώς σύμφωνα με πολλές δημοσκοπήσεις  η στήριξη ή συμπάθεια στις απεργιακές κινητοποιήσεις κυμαίνεται στο 55-65%.

Η μάχη, στην οποία έχει εμπλακεί το συνδικαλιστικό κίνημα και ένα σημαντικό τμήμα, παρότι μειοψηφικό, των εργαζομένων, που συμμετέχει ενεργητικά στον αγώνα, έχοντας την πλατιά στήριξη της εργατικής τάξης και των λαϊκών στρωμάτων, μπορεί να αποδειχτεί πολύ σημαντική. Πράγματι, όλα τα σενάρια είναι ανοιχτά: από τη διατήρησή του νομοσχεδίου, αλλά ξεδοντιασμένου λόγω των διαφόρων τροποποιήσεων, που θα αναγκαστεί να κάνει η κυβέρνηση υπό το βάρος των κινητοποιήσεων, μέχρι την πλήρη απόσυρσή του. Πολιτικά, ήδη πίσω από την παραίτηση του Ντελαβουά διαφαίνεται η παραίτηση του ίδιου του πρωθυπουργού σε περίπτωση αποτυχίας. Σε κάθε περίπτωση, η πολιτική κρίση του μακρονισμού μεγαλώνει, τα περιθώρια για μια ενίσχυση του εργατικού κινήματος, των συνδικαλιστικών και πολιτικών του οργανώσεων διευρύνονται. Επιπλέον, μία νίκη ή ένα στόμωμα της επίθεσης θα αποτελέσει ένα παράδειγμα για τους εργαζόμενους όλης της Ευρώπης.

Πέμπτη 19 Δεκεμβρίου