Ο Μάλθους, «η δυσοίωνη προφητεία του» και ο Μαρξ (του Βαγγέλη Σακκάτου)

Ο Μάλθους, «η δυσοίωνη προφητεία του» και ο Μαρξ

Του Βαγγέλη Σακκάτου*

Ο κ. Θανάσης Γιαλκέτσης, στο φύλλο 1798 της «Εφημερίδας των Συντακτών», από 22-23 Δεκεμβρίου 2018 και στη σελίδα 149, ξαναθυμήθηκε ύστερα από 220 χρόνια (1798) την πρώτη έκδοση της μελέτης του αιδεσιμότατου Άγγλου οικονομολόγου Τόμας Ρόμπερτ Μάλθους (Malthus), 1766-1834, με τον τίτλο: «Δοκίμιο για την αρχή του πληθυσμού όπως επιδρά στη μελλοντική βελτίωση της κοινωνίας», που εκδόθηκε τότε εκ μέρους του ανώνυμα στο Λονδίνο και από το οποίο προκύπτει και η «δυσοίωνη προφητεία του».

Δυο χρόνια νωρίτερα, το 1796, σε άλλο πόνημά του, με τον τίτλο «Η κρίση», που αναφερόταν στην κρίση που, κατ’ αυτόν, επέφερε η Γαλλική Επανάσταση, και επιτεθόταν κατά του τότε Άγγλου πολιτικού Πιτ, εκδηλωνόταν ως οπαδός του κόμματος των Ουίγων (Whigs), ένα από τα παλιότερα αγγλικά πολιτικά κόμματα, που στα μέσα του 13ου αιώνα μετονομάστηκε σε Κόμμα Φιλελευθέρων, κόμμα των μεγάλων γαιοκτημόνων, των εμπόρων και των επαγγελματιών και επέκρινε τον νόμο των φτωχών, νόμος που κάπως τους βοήθαγε.

Αυτή την μελέτη του, την «Κρίση», ο πατέρας του, μικρογαιοκτήμονας, ενθουσιώδης οπαδός του Ρουσσώ, του Κοντορσέ και του Γκόντγουιν, εναντίον των οποίων ο Μάλθους ανέπτυξε στη συνέχεια τις θεωρίες του, του απαγόρευσε να την δημοσιεύσει, όπως αναφέρεται και στην «Κοινωνιολογική και Πολιτική Εγκυκλοπαίδεια»του «Ανεξάρτητου», Αθήνα, 1934, σελίδες 2082-2084, απ’ όπου και τα προαναφερθέντα στοιχεία.

Και με την ευκαιρία και ο πατέρας του Μουσολίνι, όπως γράφει και η Ρωσοϊταλίδα επαναστάτρια Αλεξάνδρα Μπαλαμπάνοβα στην ίδια Εγκυκλοπαίδεια, σελίδες 2259-2269, «ήταν σιδηρουργός και δραστήριο μέλος της πρώτης Διεθνούς».

Σ’ αυτή του τη μελέτη του 1798, ο αιδεσιμότατος οικονομολόγος Μάλθους υποστηρίζει πως ο πληθυσμός της γης αυξάνεται υπέρογκα, με γεωμετρική πρόοδο (2,4,8,16,32 κ.λπ.), ενώ τα μέσα συντήρησής του, πολύ λιγότερο, με αριθμητική πρόοδο (2,4,6,8,10 κ.λπ.) και δεν επαρκούν για τη συντήρησή του.

Αυτό του το δοκίμιο αποτελεί πολεμική απάντηση στα δοκίμια των Ιωάννη Αντωνίου Κοντορσέ (Condorcet), 1747-1794, Γάλλου φιλόσοφου και μαθηματικού:«Σχεδιάγραμμα για έναν ιστορικό πίνακα των προόδων του ανθρώπινου πνεύματος», 1795, και Ουίλιαμ Γκόντγουιν (Godwin), 1756-1836, Άγγλου οικονομολόγου και λογοτέχνη: «Έρευνα σχετική με την πολιτική δικαιοσύνη και την επιρροή της γενικά στην αρετή και την ευτυχία» («Theinquiryconcerningpoliticaljustice,anditsinfluenceongeneralvirtueandhappiness», (2 τόμοι 1793), που ο κ. Γιαλκέτσης αποδίδει μόνο ως «πολιτική δικαιοσύνη».

Το φιλοσοφικό δοκίμιο του Γάλλου φιλόσοφου και μαθηματικού Κοντορσέ, «Περί της εφαρμογής της ανάλυσης επί των πιθανοτήτων των αποφάσεων που λαμβάνονται κατά πλειοψηφίαν», αποτελεί περισπούδαστη μελέτη και ανάλυση του ολοκληρωτικού λογισμού και του λογισμού των πιθανοτήτων. Η μελέτη αυτή φτάνει και μέχρι προβλημάτων τα οποία δεν έχουν λυθεί ούτε σήμερα ακόμη («Πολιτική και Κοινωνιολογική Εγκυκλοπαίδεια» του «Ανεξάρτητου», 1934, σελίδες 1799-1800).

Είναι ένας από τους σημαντικότερους Γάλλους υλιστές του 18ου αιώνα, που έπαιξε αποφασιστικό ρόλο στη Μεγάλη Γαλλική Επανάσταση στην οποία πήρε μέρος, εκλέχτηκε μέλος της Συντακτικής Συνέλευσης και σύνταξε τα περισσότερα διατάγματά της, όπως και το σχέδιο για τη δημόσια εκπαίδευση.

Έχοντας αντιρρήσεις για τη θανατική καταδίκη του βασιλιά Λουδοβίκου, χαρακτηρίστηκε αντεπαναστάτης και τέθηκε εκτός νόμου. Κρύφτηκε και στο διάστημα αυτό έγραψε το προαναφερόμενο σημαντικότερο από τα έργα του, (1795), στο οποίο διαγράφονται οι τρεις θεμελιώδεις αρχές του:

  1. Κατάργηση της ανισότητας μεταξύ των λαών.
  2. Κατάργηση της ανισότητας μεταξύ των κοινωνικών τάξεων.
  3. Βαθμιαία τελειοποίηση του ατόμου φυσιολογικά, πνευματικά και ηθικά.

Πιστεύει πως σ’ αυτά δεν αντιβαίνουνε καθόλου οι αντικειμενικοί και υποκειμενικοί όροι. Ως υλιστής απορρίπτει κάθε κοσμοθεωρία που δεν βασίζεται στην πείρα των αισθήσεων.Αυτοκτόνησε το 1794 στη φυλακή.

Και ο Γκόντγουιν (Godwin), οικονομολόγος και λογοτέχνης, κατ’ αρχήν θεολόγος και ιερέας που δεν πείστηκε για την αλήθεια των θρησκευτικών δογμάτων και παραιτήθηκε από τη θέση του.

Σημαντικός συγγραφέας οικονομικοκοινωνικών έργων αλλά και μυθιστορημάτων, με αναρχικές επιδράσεις, έγραψε πολλά. Εκτός από το ήδη αναφερθέν, που έδωσε αφορμή στον Μάλθους για να του επιτεθεί, όπως και του Κοντορσέ, και να οικοδομήσει τις αντιανθρωπιστικές θεωρίες του, οπαδός ων, ο Μάλθους, της ατομικιστικής και χρησιμοθηρικής σχολής, υπήρξε σταθερός και έμεινε ως το τέλος ακλόνητος στις αντιδραστικές θεωρίες του.

Η απάντησή του στην επίθεση του Μάλθους, που έγινε το 1820, έχει τον τίτλο «Onpopulation» («Ο πληθυσμός»). Άλλο βιβλίο του είναι η σημαντική ιστορική του μελέτη «HistoryofthecommonwealthofEngland» («Η ιστορία του κοινού πλούτου στην Αγγλία»), 1824-1828, πολλά μυθιστορήματα, δραματικά έργα, ιστορικές μελέτες κ.λπ.

Αποδίδω στη δημοτική, από την Κ.Π.Ε. του «Ανεξάρτητου» του 1934:

«Οι εκτιθέμενες αντιλήψεις στο πρώτο και κεφαλαιοδέστερο έργο του Γκόντγουιν είναι αναρχικές, έχουνε δηλαδή το βασικό χαρακτηριστικό του αναρχισμού, την αρνητική στάση απέναντι στο κράτος σαν μορφή κοινωνικής οργάνωσης. Ο ανώτατος νόμος για τον άνθρωπο, είναι κατά τον Γκόντγουιν, η καθολική ευδαιμονία, που η επιδίωξή της κεντάει την αρετή και γεμίζει την ψυχή με ένα ευγενές αίσθημα ανεξαρτησίας.

Οποιαδήποτε κοινωνική μορφή, αντίθετη προς την καθολική ευδαιμονία απορρίπτεται και εξοβελίζεται και τέτοιες είναι οι βασικές μορφές του κρατούντος κοινωνικού συστήματος: το δίκαιο, η ιδιοκτησία και το κράτος…

»Η άνιση διανομή των αγαθών εμποδίζει τη διανοητική πρόοδο και την ηθική τελειοποίηση τόσο των κατεχόντων όσο και των στερουμένων. Τη σημερινή άδικη διανομή των αγαθών θα πρέπει να αντικαταστήσει διανομή ανάλογη με τις ανάγκες του καθενός». Σελίδα 852.

Σ’ αυτές τις απόψεις και σ’ αυτές τις αρχές επιτέθηκε ο Μάλθους, με το πόνημά του «Δοκίμιο περί της αρχής του πληθυσμού», «το οποίον προσφέρον πολύτιμον ενίσχυσιν εις την ορθόδοξον οικονομικήν σχολήν, επροκάλεσε την αγανάκτησιν όλων των ρομαντικών και συναισθηματικών πολιτικών». Όπου παραπάνω, σελίδα 2082.

Το 1805 ο Μάλθους έγινε καθηγητής της ιστορίας της πολιτικής οικονομίας στο κολέγιο των Ανατολικών Ινδιών (Εταιρία Ανατολικών Ινδιών κ.λπ.). Και οι διακρίσεις και οι τιμές συνεχίζονται: Το 1819 ονομάστηκε μέλος της Βασιλικής Εταιρίας του Λονδίνου. Το 1821 συνιδρυτής της Λέσχης της Πολιτικής Οικονομίας. Το 1833 εκλέχτηκε αντεπιστέλλον μέλος της Ακαδημίας των Ηθικών και Πολιτικών Επιστημών του Παρισιού και της Βασιλικής Ακαδημίας του Βερολίνου.

Έχει γράψει πολλά έργα που γνώρισαν αλλεπάλληλες εκδόσεις. Οι κατέχοντες τα πάντα τον τίμησαν δεόντως.

«Ο κυριότερος αντίπαλός του στην εποχή του ήταν ο Προυντόν, που υποστήριζε πώς ναι μεν ο πληθυσμός αυξάνει κατά γεωμετρική πρόοδο, αλλά η απόδοση της εργασίας αυξάνει στο τετράγωνο του αριθμού των εργαζομένων. Όταν δηλαδή η απόδοση ενός εργάτη είναι α, η απόδοση δύο μαζί εργατών είναι 4α, τριών είναι 9α, τεσσάρων 16α κ.λπ. Κατά την άποψη αυτή (του Προυντόν), χωρίς να αυξάνουνε οι ατομικές προσπάθειες, όσο περισσότεροι εργάζονται, τόσο μεγαλύτερη είναι η ευημερία και τόσο μικρότερος ο κοινωνικός μόχθος. Την κακοδαιμονία επομένως, δεν την γεννάει ο υπερπληθυσμός, αλλά η κακή οργάνωση της κοινωνίας». Όπου παραπάνω, σελίδες 2083-2084.

Έτσι ο αιδεσιμότατος Μάλθους, με βάση τη θεωρία του περί υπερπληθυσμού και μη δυνατότητας διατροφής του, προτείνει την κατάργηση των Νόμων για τους φτωχούς, την καθυστέρηση των γάμων των φτωχών, τη σεξουαλική τους αποχή και άλλα παρεμφερή.

Στη δε δεύτερη έκδοση του πρώτου έργου του, αυτού του 1798, το 1803 κατά τον κ. Θ.Γ., 1805 κατά την Κ.Π.Ε. του «Ανεξάρτητου», ο Μάλθους δημοσιεύει ένα πρωτοφανές και αδιανόητο κείμενο, που το παραθέτει και ο κ. Γιαλκέτσης και το χαρακτηρίζει «απειλητική φράση», και που λόγω των αντιδράσεων που προκάλεσε, όπως γράφει, δεν το ξανάβαλε σε καμιά μεταγενέστερη έκδοση. Αυτό το κείμενο είναι το εξής:

«Ένας άνθρωπος που γεννιέται σε έναν κόσμο τον οποίο ήδη κατέχουν άλλοι, αν δεν μπορεί να έχει τα μέσα διαβίωσης από τους γονείς του, από τους οποίους έχει δικαίωμα να τα ζητάει, και αν η κοινωνία δεν έχει ανάγκη την εργασία του, δεν έχει κανένα δικαίωμα να ζητάει ούτε καν μια μικρή μερίδα φαγητού, δεν έχει καν λόγο να υπάρχει σε έναν τέτοιο κόσμο. Στο πλούσιο συμπόσιο της φύσης δεν υπάρχει μια κενή θέση γι’ αυτόν.

»Η φύση του λέει να φύγει, και θα εκτελέσει αμέσως τις εντολές της, αν αυτός δεν μπορεί να βασιστεί στη συμπόνια κάποιου από τους συνδαιτυμόνες. Και αν κάποιος από τους συνδαιτυμόνες σηκωθεί και του παραχωρήσει τη θέση του, άλλοι αποκλεισμένοι θα εμφανιστούν αμέσως για να ζητήσουν την ίδια χάρη και συνεπώς, πολύ γρήγορα, η αίθουσα του συμποσίου θα γεμίσει με ικέτες. Η τάξη και η αρμονία του συμποσίου θα διαταραχθούν, η αφθονία που υπήρχε πριν θα μετατραπεί σε σπάνιν και η ευτυχία των φιλοξενούμενων θα καταστραφεί από το θέαμα της αθλιότητας και από την πείνα, που θα υπάρχει σε όλες τις γωνιές της αίθουσας».

Αυτό μου θυμίζει και λίγο τη «Γαλάζια σάλα» του Χβα, στον άλλο κόσμο, στο πραγματικοφανταστικό ρομάντζο – σατιρικό δράμα «ΙΧΩΡ» του Γιώργου Δενδρινού. Είναι τόσος και τέτοιος ο ανθρωπισμός του αιδεσιμότατου Μάλθους σε όλο του το έργο, αλλά και σ’ αυτήν του εδώ τη λεπτομέρεια, που ξεχειλίζει και από τα πατζάκια του.

Αλλά ας δούμε και το τελικό σχόλιο και την τελική θέση του κ. Θ. Γιαλκέτση πάνω στο θέμα και στο ζήτημα:

«Παρά τις αδυναμίες και τις ελλείψεις του, το βιβλίο του Μάλθους διατηρεί την αξία του, καθώς εισήγαγε στη δημόσια συζήτηση το πρόβλημα των ορίων της ανάπτυξης και της εξάντλησης των φυσικών πόρων. Η συζήτηση αυτή συνεχίζεται και σήμερα, αντιπαραθέτοντας τους θιασώτες της προόδου και της ατέρμονης ανάπτυξης στους νεομαλθουσιανούς, που υποστηρίζουν ότι οι πόροι της γης δεν είναι απεριόριστοι και ότι η συνεχής αύξηση του πληθυσμού συνεπάγεται μια δραστική μείωση των διαθέσιμων πόρων για τις μελλοντικές γενεές».

Αλλά τα όρια της ανάπτυξης του κ. Θ. Γιαλκέτση, είναι ακριβώς τα ίδια με αυτά του Μάλθους, είναι η ανάπτυξη για τους λίγους, για τους ελάχιστους και μόνο, αυτή που καταστρέφει φύση και κοινωνία, για λογαριασμό ενός παράλογου και εγκληματικού κοινωνικού συστήματος, αιτίας όλων των κακών και όλων των δεινών της ανθρωπότητας.

Το θέμα της διανομής των αγαθών σύμφωνα με τις ανάγκες των ανθρώπων δεν απασχόλησε ποτέ τον αιδεσιμότατο Μάλθους, αλλά ούτε και τον κ. Γιαλκέτση, σύμφωνα και με την θέση του στην κατακλείδα του προαναφερόμενου άρθρου του.

Αλλά ας δούμε τώρα τι λέει κι ο Μαρξ για τον αιδεσιμότατο Μάλθους και την «Αρχή του πληθυσμού» του, «principleofpopulation» αγγλικά και«Populationsprinzip»γερμανικά.

Στον πρώτο τόμο του «Κεφαλαίου» τον αναφέρει 20 φορές, 35 φορές τον Α. Σμιθ και 31 φορές τον Δ. Ρικάρντο. Εκεί τον χαρακτηρίζει αντιγραφέα του έργου του Τζέιμς Στιούαρτ, που είχε κυκλοφορήσει 10 χρόνια πριν από το έργο του Άνταμ Σμιθ (1723-1790) «Έρευνα για τη φύση και τα αίτια του Πλούτου των Εθνών», (1835-39), «το βλέπουμε, ανάμεσα στ’ άλλα, και απ’ το ότι οι θαυμαστές του Μάλθους δεν ξέρουν καν, ότι ο συγγραφέας αυτός στην πρώτη έκδοση του έργου του για τον «Πληθυσμό», εκτός από το καθαρά ρητορικό μέρος του, δίπλα στους κληρικούς Ουάλας και Τάουνσεντ αντιγράφει σχεδόν μονάχα τον Στιούαρτ». (υποσημείωση 51, σελίδα 370 του Α΄ τόμου, μετάφραση Γιάννη Σκουριώτη).

Στη σελίδα αυτή ο Μαρξ μιλάει για τη διαφορά πόλης και χωριού, αντίθεση στην οποία «συνοψίζεται όλη η οικονομική ιστορία της κοινωνίας», και «ο σερ Τζέις Στιούαρτ έχει θαυμάσια πραγματευτεί αυτό το σημείο».

Και στο τέλος του 13ου κεφαλαίου «Μηχανές και μεγάλη βιομηχανία», υποκεφάλαιο 10, «Μεγάλη βιομηχανία και γεωργία», σελίδες 546-547, που τελειώνει με την κατακλείδα «Όσο περισσότερο μια χώρα, όπως λ.χ. οι Ενωμένες Πολιτείες της Βόρειας Αμερικής, ξεκινάει από τη μεγάλη βιομηχανία σαν υπόβαθρο της ανάπτυξής της, τόσο γρηγορότερη είναι αυτή η διαδικασία της καταστροφής (325). Έτσι η κεφαλαιοκρατική παράγωγή καλλιεργεί μόνο την τεχνική και τη διάρθρωση της κοινωνικής παραγωγικής διαδικασίας, ενώ ταυτόχρονα ξεθεμελιώνει τις πρωταρχικές πηγές του κάθε πλούτου: τη γη και τον εργάτη».

Η παραπάνω παραπομπή 325, είναι μία υποσημείωση που καλύπτει τα δύο ημισέλιδα των προαναφερόμενων σελίδων και αναφέρεται στον Λήμπιχ και στο έργο του για τη χημεία και τις εφαρμογές της στη γεωργία και στον Τζ. Στ. Μιλ, για να καταλήξει:

«Εκτός από τη σφαλερή εξήγηση της λέξης “εργασία”, με την οποία ο Λήμπιχ εννοεί κάτι άλλο απ’ ό,τι η πολιτική οικονομία, είναι το δίχως άλλο «αρκετά αξιοσημείωτο» ότι κάνει τον Τζ. Στ. Μιλ, πρώτον, διατυπωτή μιας θεωρίας, που την είχε διακοινώσει πρώτος ο Τζέιμς Άντερσον την εποχή του Α. Σμιθ και που έχει επαναληφθεί σε διάφορα συγγράμματα ως την αρχή του 19ου αιώνα που ο Μάλθους, σε όλη τη γραμμή μάστορης της λογοκλοπής (όλη η θεωρία για τον πληθυσμό είναι αδιάντροπη λογοκλοπή), την οικειώθηκε στα 1815, που ο Γουέστ τον ίδιο καιρό και ανεξάρτητα από τον Άντερσον την ανέπτυξε, που ο Ρικάρντο στα 1817 την έφερε σε συνάρτηση με τη γενική θεωρία της αξίας και που από τότε με το όνομα του Ρικάρντο έκανε το γύρο του κόσμου, που το 1820 εκλαϊκεύεται από τον Τζέιμς Μιλ (τον πατέρα του Τζ. Στ. Μιλ), και τέλος επαναλαμβάνεται μαζί με άλλους και από τον κ. Τζ. Στ. Μιλ σαν σχολικό δόγμα που έχει πια γίνει κοινός τόπος. Είναι αναντίρρητο, ότι ο Τζ. Στ. Μιλ την όπως και να ’ναι “αξιοσημείωτη” αυθεντία του σχεδόν μόνο σε κάτι τέτοια “άλλ’ αντ’ άλλων” την οφείλει». (Τα περί λογοκλοπής υπογραμμισμένα από εμένα. Β.Σ.).

Και στο τέλος του 15ου κεφαλαίου, σελίδα 570, στην υποσημείωσή του 15, αναφέρεται «στο χρονικό διάστημα 1799-1815, όταν «η ύψωση των τιμών των βιοτικών μέσων στην Αγγλία προκάλεσε μια ονομαστική ύψωση των μισθών, μολονότι οι εργατικοί μισθοί, εκφραζόμενοι σε βιοτικά μέσα, έπεσαν».

Εκεί παραθέτει απόσπασμα του Μάλθους από το έργο του «Έρευνα για τη φύση και την πρόοδο της προσόδου», που αναφέρεται σ’ αυτήν την πτώση της αγοραστικής δύναμης των εργατικών τάξεων, και τις εξαιρετικές προσπάθειες που αυτές κάνουν, «σε περίοδο ακρίβειας και που φέρνουν την πτώση των μισθών τη σημειούμενη στις μαρτυρίες», που «είναι πολύ αξιέπαινες και ασφαλώς ευνοούν την αύξηση του κεφαλαίου»…

Και ο Μαρξ σ’ αυτή του την υποσημείωση καταλήγει:

«Είναι κάθε τιμή για τον Μάλθους, ότι αποθέτει τον τόνο στην παράταση της ημέρας εργασίας, που σε άλλα μέρη στο φυλλάδιό του την κουβεντιάζει άμεσα, ενώ ο Ρικάρντο και άλλοι, μπροστά στα κραυγαλέα περιστατικά, έβαζαν για βάση όλων των ερευνών τους το σταθερό μέγεθος της ημέρας εργασίας. Αλλά τα συντηρητικά συμφέροντα, που ο Μάλθους ήταν υπηρέτης τους, τον εμπόδιζαν να βλέπει, ότι η άμετρη παράταση της ημέρας εργασίας, μαζί με την υπερβολική ανάπτυξη των μηχανών και της εκμετάλλευσης της γυναικείας και της παιδικής εργασίας, έπρεπε να κάνουν «υπεράριθμο» ένα μεγάλο μέρος της εργατικής τάξης και μάλιστα μόλις η πολεμική ζήτηση και το αγγλικό μονοπώλιο της παγκόσμιας αγοράς σταμάτησαν. Ήταν φυσικά πολύ καθησυχαστικό και πολύ ανταποκρινόταν στα συμφέροντα των κυρίαρχων τάξεων, που ο Μάλθους τους έχει γνήσια παπαδίστικη ειδωλολατρία, να εξηγεί αυτόν τον «υπερπληθυσμό» με τους αιώνιους νόμους της φύσης και όχι με τους ιστορικούς φυσικούς νόμους της κεφαλαιοκρατικής παραγωγής». (Όλες οι υπογραμμίσεις του Μαρξ).

Και στην ίδια σελίδα, πριν από τις υποσημειώσεις, ο Μαρξ καταλήγει με τα εξής:

«Ήταν η περίοδος εκείνη, οπότε η άμετρη παράταση της ημέρας εργασίας είχε πολιτογραφηθεί (15), η περίοδος που χαρακτηρίζεται από την αύξηση, εδώ του κεφαλαίου, εκεί της φτώχειας».

Και ενώ στην αρχή ο Μάλθους έχει ευλογήσει την αύξηση της εργάσιμης μέρας, με κάποιες επιφυλάξεις ως προς το πόσον καιρό θα διαρκέσει, παράθεσή του από τον Μαρξ στις σελίδες 602-603 αναφέρει: «Ομολογώ ότι βλέπω με δυσαρέσκεια το μεγάλο ξάπλωμα στην πράξη του μισθού με το κομμάτι. Πραγματικά σκληρή εργασία 12 ή 14 ώρες την ημέρα, για όποια μεγάλη κάπως χρονική περίοδο, είναι πάρα πολύ για ένα ανθρώπινο ον».

Και στη σελίδα 646 ο Μαρξ γράφει:

«Για να ξορκίσει την ψυχή του μπρος στην ολέθρια σύγκρουση ανάμεσα στο ένστικτο της απόλαυσης και στο ένστικτο του πλουτισμού, κήρυξε ο Μάλθους, στην αρχή της πρώτης εικοσαετίας του αιώνα μας, έναν καταμερισμό της εργασίας, που αναθέτει στον κεφαλαιούχο τον πραγματικά πιασμένον στην παραγωγή τη δουλειά της συσσώρευσης, στους άλλους μεριδιούχους της υπεραξίας [δηλαδή] στην εδαφική αριστοκρατία, στους κρατικούς και εκκλησιαστικούς εισοδηματίες, κ.λπ., τη δουλειά της σπατάλης».

Και τέλος, ο Μαρξ αφιερώνει στις σελίδες 671-674 του Α΄ τόμου του «Κεφαλαίου» του, μια υποσημείωση στον Μάλθους, που καλύπτει σχεδόν και τις 4 αυτές σελίδες, που επιφυλάσσομαι να ασχοληθώ προσεχώς ειδικά μ’ αυτήν.

Κλείνω δε για σήμερα με το εξής απόσπασμά του από τις σελίδες 706-707 αυτού του τόμου του:

«Ο νόμος τέλος, που κρατάει πάντα τον σχετικό υπερπληθυσμό ή το εφεδρικό βιομηχανικό στρατό σε ισορροπία με την έκταση και τη δραστηριότητα της συσσώρευσης, καρφώνει τον εργάτη στο κεφάλαιο στερεότερα απ’ ό,τι κάρφωναν τον Προμηθέα οι σφήνες του Ήφαιστου στο βράχο. Ο νόμος αυτός καθιερώνει μια συσσώρευση του κεφαλαίου. Η συσσώρευση λοιπόν του πλούτου στον ένα πόλο είναι ταυτόχρονα συσσώρευση αθλιότητας, εργατικού μαρτυρίου, σκλαβιάς, αμάθειας, αποκτήνωσης και ηθικής κατάπτωσης στον αντίθετο πόλο, δηλαδή προς την πλευρά της τάξης, που παράγει με τα ίδια της τα προϊόντα το κεφάλαιο».

Αθήνα, 23.01.2019

* Ο Βαγγέλης Σακκάτος είναι Συγγραφέας και Δημοσιογράφος