H προδοτική Συμφωνία της Βάρκιζας (Φλεβάρης 1945)

Η Συμφωνία της Βάρ­κιζας (12 Φλεβάρη 1945) μεταξύ του ΕΑΜ (υπό τον απόλυτο έλεγχο του ΚΚΕ) και της κυβέρνησης Πλαστήρα, αποτέ­λεσε μια ανεξίτηλη ιστορική προδοσία. Ο ΕΛΑΣ παρέδιδε τα όπλα και διαλυόταν άνευ όρων, ενώ ως «αντάλ­λαγμα» η ηγεσία του ΚΚΕ εξασφάλισε αμνηστία για τον εαυτό της.

Η συμφωνία δεν ήταν ένα «λάθος» της στιγμής, ούτε προήλθε από «προσωπικές αδυναμίες» ηγετών του ΚΚΕ ή εξωτερικές πιέσεις. Ήταν η λογική κατάληξη της λαϊκομετωπικής πο­λιτικής του ΚΚΕ από το 1934 (6η Ολομέλεια, εγκατάλειψη της σοσιαλιστικής επανάστασης για μια «αστικοδημοκρατική επανάσταση»), παρότι το ΕΑΜι­κό κίνημα αντίστασης μετά την αποχώρηση των γερμανικών στρατευμάτων κατοχής είχε κυριαρχήσει σ’ όλη τη χώρα.

Η τριπλή κατοχή της Ελλάδας (από Γερμανία, Ιταλία, Βουλγαρία) είχε οδηγήσει τις μάζες κάτω από καθεστώς ανέχειας, πείνας, τρομοκρατίας. Έτσι μαζικοποιήθηκε το αντιστασιακό κίνημα. Επικεφαλής τέθηκε το ΚΚΕ, βοηθούμενο απ’ τη ριζοσπαστικοποίηση, τα αντιιμπεριαλιστικά, φιλοσοβιετικά και αντικαπιταλιστικά αισθήματα των μαζών.

Η συντριβή των Ναζί στην ΕΣΣΔ, η συνθηκολόγηση της Ιταλίας, η είσοδος του ΕΛΑΣ (αριθμούσε 150 χιλ. τακτικούς μαχητές) στη Θεσσαλονίκη, η νίκη των παρτιζάνων σε Γιουγκοσλαβία και Αλβανία, η προέλαση των Σοβιετικών στην Ανατολική Ευρώπη, δημιουργούσαν ιδανικές συνθήκες μετά την απελευθέρωση για την κατάληψη της εξουσίας στην Αθήνα.

Ωστόσο, το ΚΚΕ δεν είχε κανένα τέτοιο σχέδιο, αλλά μια πολιτι­κή ταξικής συνεργασίας, συνθηκολόγησης με την ελληνική αστική τάξη και τον βρετανικό ιμπερια­λισμό και βέβαια πλήρους υποταγής στα συμφέροντα της σταλινικής γραφειοκρα­τίας της ΕΣΣΔ, που είχε συμφωνήσει με τους «δημοκράτες» ιμπεριαλιστές στη Γιάλτα για το μοίρασμα του κόσμου σε σφαίρες επιρροής.

Ήδη από το 1934, το ΚΚΕ, έχοντας εκαθαρρίσει τους αντιπολιτευόμενους απ’ τις γραμμές του, έφραξε και απ’ αυτή την πλευρά τη δυνατότητα για μια νικηφόρα επανάσταση στην Ελλάδα. Όλα του τα ηγετικά στελέχη την περίοδο της Αντίστα­σης είχαν διαπαιδαγωγηθεί θεω­ρητικά και πολιτικά για μια δεκαετία πάνω στην πολιτική της ταξικής συ­νεργασίας με το «προοδευτικό–δημοκρατικό» κομ­μάτι της ελληνικής αστικής τάξης, που υποτίθεται είχε σκοπό τη δι­εξαγωγή μιας αστικοδημοκρατικής επανάστασης ενάντια στη ντόπια συντηρητική «αντίδρα­ση», τα (φανταστικά) «φεουδαρχικά κατάλοιπα», τα ξένα μονοπώλια που δεν άφηναν τον ελληνικό καπιταλισμό να αναπτυχθεί.

Επιπλέον, η σταλινική γραφειοκρατία της ΕΣΣΔ επεδίω­κε με κάθε τρόπο την αποφυγή νέων σοσιαλιστικών επαναστάσεων σε διεθνές επίπεδο, για να μην διαταραχτούν οι εκάστοτε συμφωνίες της με τις ιμπεριαλιστικές μπουρζουαζίες αλλά κυρίως απ’ το φόβο της αφύπνισης των μαζών της ΕΣΣΔ στην κατεύθυνση της πολιτικής επανάστασης. Έτσι, η πολιτική της ΕΣΣΔ προσπαθού­σε με κάθε τρόπο να αποφύγει μια σο­σιαλιστική επανάσταση στην Ελλά­δα και τα Βαλκάνια, όσο και στη δυτική Ευρώπη (Ισπανική Επανάσταση 1936, Γαλλία και Ιταλία 1944–45).

Ωστόσο, η προδοσία της ελληνικής επανάστασης βαραίνει κύρια το ίδιο το ΚΚΕ, που δεν προετοι­μάστηκε γι’ αυτήν και δεν προε­τοίμασε το ελληνικό προλέταριάτο και τους συμμάχους του. Θα μπορούσαμε να συνοψίσουμε την πολιτική του ΚΚΕ: Πρώτον, στην προσπάθεια αναγνώρισης του ΕΑΜ–ΕΛΑΣ και υποστηριξής του απ’ τον ιμπεριαλισμό, δεύτερον, στο άνοιγμα διαύλου επικοινωνίας με την εξόριστη κυβέρνηση στο Κάιρο, για τη συγκρότησης «κυβέρνησης εθνικής ενότητας», τρίτον στην προκύρηξη εκλογών – και τέλος στην ανασυγκρότηση του αστικού μηχανισμού στην Ελλάδα, με τη μορφή αβασίλευτης δημοκρατίας μέσω δημοψηφίσματος. Αυτή η πολιτική ταξικής συνεργασίας και υποταγής, και όχι κάποια «λάθη», «αντικειμενι­κές καταστάσεις» ή «εξωτερικοί παράγοντες» έφεραν την βρετανική επέμβαση και χαντάκωσαν τις δυνατότητες για τη νίκη της ελλη­νικής επανάστασης.

Η πολιτική αυτή είχε ήδη οδηγήσει στην υπογραφή των συμφωνιών της Πλάκας, του Καΐρου, του Λιβάνου και της Κα­ζέρτας. Μ’ αυτές τις συμφωνίες, ο βρετανικός ιμπεριαλισμός και η ελληνι­κή αστική τάξη εκμεταλλεύτηκαν την πολιτική του ΚΚΕ και παρέλυσαν το ελληνικό κίνημα, με τελικό στόχο τον αφοπλισμό του ΕΛΑΣ, την ανάκτηση της εξουσίας, τη σταθεροποίηση του καπιταλισμού και την επιστρο­φή του βασιλιά (το αρχικό πρόγραμμα του ΕΑΜ δεν αναφερόταν στην πτώση της μοναρχίας).

Με τη συμφωνία του Λιβάνου (17–20 Μαΐου 1944), ο ΕΛΑΣ έμπαινε υπό την ηγεσία της «ενιαίας κυβερνήσεως», το ΕΑΜ δε­χόταν να συντονίζει τις ενέργειές του μ’ αυτές των Άγγλων, ενώ καταδικα­ζόταν η «τρομοκρατία στην ύπαιθρο». Με τη συμφωνία της Καζέρτας (26 Σεπτέμβρη 1944), ο ΕΛΑΣ τίθονταν υπό την ηγεσία της κυβέρνησης Εθνικής Ενότητας και, μέσω αυτής, του βρετανού αξιωματικού Σκόμπι, δεσμευόταν ότι δεν θα προέβαινε σε καμία ενέργεια στην Αθήνα, παρά μόνο αν αυτή ήταν απο­φασισμένη προηγουμένως απ’ τους Άγγλους. Σε αντάλλαγμα, το ΚΚΕ–ΕΑΜ έλαβε 4 υπουργεία στην κυβέρ­νηση Παπανδρέου, μετέπειτα σφαγέα των Δεκεμβριανών.

Έπειτα απ’ αυτές τις συμφωνίες, οι Άγγλοι έβα­λαν μπροστά το σχέδιο ένοπλου τσα­κίσματος του ΕΑΜ–ΕΛΑΣ. Ακόμα και όταν ξεκίνησε ανοιχτά η επίθεσή τους, το Δεκέμβρη του 1944, το ΚΚΕ δεν έδωσε μάχη για την κα­τάληψη της εξουσίας, δίνοντας εντολή στις τακτικές δυ­νάμεις του ΕΛΑΣ να παραμείνουν μα­κριά απ’ την πρωτεύουσα και στέλνοντας τον Άρη Βελουχιώτη στην Ηπείρο. Σταδιακά οι Άγγλοι επικράτησαν, με τη βοήθεια των ντόπιων χιτών και ταγματασφαλιτών. Μετά την ήττα του Δεκέμβρη, η Βάρκιζα ολοκλήρωσε την προδοσία της ελληνικής επανάστασης και εγκαινίασε (παρά τις προσπάθει­ες των λαϊκών μαζών με τη συγκρό­τηση του ΔΣΕ, με τον οποίο ακολου­θήθηκε παρόμοια καταστροφική πολιτι­κή), μια περίοδο τρομερής αντεπανά­στασης.