95 χρόνια από το ξέσπασμα της Γερμανικής Επανάστασης του 1918

Όταν οι ιμπεριαλιστές το 1914 οδήγησαν τις εργατικές μάζες στο σφαγείο του Πρώτου Παγκόσμιου Πολέμου, η πλειοψηφία των παρατηρητών θα προέβλεπε το τέλος της καπιταλιστικής εξουσίας στην Ευρώπη των μαζικών Σοσιαλδημοκρατικών Κομμάτων. Όμως οι σοσιαλδημοκράτες ηγέτες στοιχήθηκαν πίσω από τις αστικές τους τάξεις, άλλος για την «υπεράσπιση του πολιτισμού και της δημοκρατίας από τους πρώσους στρατοκράτες» και άλλος ενάντια στην «τσαρική αντίδραση».

Μπορεί να προσέφεραν δώρο ανεκτίμητης αξίας στους αστούς, όμως ήταν αδύνατο να ανακόψουν τον χείμαρρο της επανάστασης, όπως τον διαμόρφωναν οι εκρηκτικές αντιφάσεις του καπιταλισμού-ιμπεριαλισμού. Τα φράγματα έσπασε η Μεγάλη Οκτωβριανή Σοσιαλιστική Επανάσταση. Η σειρά της κοιτίδας του εργατικού κινήματος Γερμανίας ερχόταν: εφτάμισι εκατομμύρια νεκροί, τραυματίες και αιχμάλωτοι, η πείνα και η φυματίωση θέριζαν, η βιομηχανία και η γεωργία κατεστραμμένες και μια δράκα βιομηχάνων πολέμου και τραπεζιτών να θησαυρίζει.  Η επαναστατική έκρηξη ξέσπασε τον Νοέμβρη του 1918. Είχε προηγηθεί απεργία στη στρατιωτική βιομηχανία με το ξέσπασμα της Φεβρουαριανής Επανάστασης στη Ρωσία, ενώ το καλοκαίρι του 1917 γίνονταν ανταρσίες στον στόλο. Οι  πολιτικές μετατοπίσεις εκφράστηκαν με την ίδρυση του Ανεξάρτητου Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος (Α.Σ.Κ.), κεντριστικής διάσπασης του Σ.Κ. Μέσα στο Α.Σ.Κ. δραστηριοποιούνταν ως τάση ο Σπάρτακος, η κομμουνιστική πτέρυγα των Καρλ Λήμπκνεχτ και Ρόζα Λούξεμπουργκ. Τον Δεκέμβρη του 1917 συναδελφώνονται οι στρατιώτες στο γερμανορωσικό μέτωπο, ενώ τον Γενάρη του 1918 ξεσπά απεργιακό κύμα, με πάνω από ένα εκατομμύριο απεργούς, για δημοκρατικές ελευθερίες, ειρήνη χωρίς προσαρτήσεις και αλληλεγγύη στη Ρωσία.

Από τον Αύγουστο του 1918 η κατάσταση εκτραχύνεται, καθώς η ήττα στον πόλεμο είναι προ των πυλών. Οι προσπάθειες για αναχαίτιση της επανάστασης έχουν ήδη αρχίσει. Το Σ.Κ. συμμετέχει στην κυβέρνηση. Στις 3 Νοέμβρη οι ναύτες στο Κίελο εξεγείρονται ενάντια σε μια απελπισμένη επιχείρηση του στόλου. Η ανταρσία πνίγηκε στο αίμα, αλλά η επιχείρηση ματαιώθηκε και η φλόγα της επανάστασης άναψε. Στις 9 Νοέμβρη εκατοντάδες χιλιάδες εργάτες διαδήλωσαν ένοπλα στο Βερολίνο, απαιτώντας τερματισμό του πολέμου, εκδίωξη της μοναρχίας και ανθρώπινη ζωή. Σε πολλές πόλεις απελευθερώθηκαν πολιτικοί κρατούμενοι, συγκροτήθηκαν συμβούλια εργατών και στρατιωτών και καθαιρέθηκαν τοπικοί άρχοντες, όπως στη Βαυαρία, στη Σαξονία και αλλού.

Το Σ.Κ. κινήθηκε άμεσα ώστε να σώσει το αστικό καθεστώς. Απαίτησε την παραίτηση του Κάιζερ Γουλιέλμου και συγκρότησε κυβέρνηση συνεργασίας Σ.Κ.-Α.Σ.Κ., με πρωθυπουργό τον  Έμπερτ, ηγέτη του Σ.Κ. Στη συνέλευση των Βερολινέζικων Συμβουλίων Εργατών-Στρατιωτών (Β.Σ.Ε.Σ.) στις 10 Νοέμβρη οι σοσιαλδημοκράτες, δημαγωγώντας, ανακήρυξαν την ανάληψη της εξουσίας από τα Συμβούλια και την κοινωνικοποίηση των μέσων παραγωγής, χωρίς ποτέ να υλοποιηθούν οι αποφάσεις. Το Σ.Κ. σύναψε συμφωνία με τους βιομηχάνους για την καθιέρωση της 8ωρης εργασίας και άλλων κοινωνικών δικαιωμάτων, ενώ συνεργαζόταν με τον στρατάρχη Χίντεμπουργκ, που οργάνωνε τις ένοπλες αντεπαναστατικές μονάδες.

Στις 6 Δεκέμβρη, η κυβέρνηση ενέκρινε την παρέλαση αντεπαναστατικών μονάδων στο Βερολίνο. Όμως αναγκάστηκε να υπαναχωρήσει, όταν με κάλεσμα του Σπάρτακου 150 χιλιάδες εργάτες διαδήλωσαν την αντίθεσή τους. Ακολούθησε το Παγγερμανικό Συνέδριο των Συμβουλίων στις 16-21 Δεκέμβρη, από το οποίο το Σ.Κ. απέσπασε απόφαση για μεταβίβαση της εξουσίας στη Συντακτική Εθνοσυνέλευση.

Στους ηγέτες του Σπάρτακου είχε γίνει πλέον φανερό ότι δεν μπορούσαν να δρουν ως φράξια στο Α.Σ.Κ. Στις 30 Δεκέμβρη έγινε το ιδρυτικό συνέδριο του Κομμουνιστικού Κόμματος Γερμανίας (Κ.Κ.Γ.). Τέθηκε το καθήκον της περαιτέρω ανάπτυξης της επανάστασης, για την εργατική εξουσία. Εκτίμησαν όμως ότι έπρεπε να προηγηθεί μια περίοδος ανάπτυξης της μικρής ακόμα δύναμης του Κ.Κ. και όχι άμεσες επιθετικές ενέργειες.

Τα ένοπλα αντεπαναστατικά τμήματα των Freikorps άρχισαν να συγκεντρώνονται στο Βερολίνο. Η αφορμή δόθηκε στις 4 Γενάρη, όταν απολύθηκε ο διευθυντής της αστυνομίας Βερολίνου Αϊχγκορν  (διορισμένος από το Β.Σ.Ε.Σ. και αγαπητός στους εργάτες). Η πρόκληση αποσκοπούσε να σπρώξει τους εργάτες σε πρόωρη επίθεση, για να δοθεί η ευκαιρία επέμβασης των Freikorps. Στην πρόκληση τσίμπησαν και το Α.Σ.Κ. και το Κ.Κ.Γ. (παρά τις αντίθετες αποφάσεις του συνεδρίου), καλώντας σε ένοπλη διαδήλωση για την πτώση της κυβέρνησης και συγκρότηση επαναστατικής κυβέρνησης.

Στις 5 Γενάρη έγινε μεγαλειώδης διαδήλωση, στις 6 ξέσπασε στο Βερολίνο γενική απεργία με καθολική συμμετοχή και 500.000 διαδηλωτές, καταλήφθηκαν δημόσια κτήρια, στις 7-8 Γενάρη οι εργάτες κατέλαβαν τους σιδηροδρομικούς σταθμούς και τα γραφεία των Μ.Μ.Ε. Στην κρίσιμη στιγμή οι ηγέτες του Α.Σ.Κ. πρότειναν διαπραγματεύσεις με την κυβέρνηση, σπέρνοντας σύγχυση στους εργάτες. H κυβέρνηση άρχισε την επίθεσή στις 8 Γενάρη. Η αντίσταση ήταν ηρωική αλλά χωρίς ενιαίο καθοδηγητικό κέντρο, καθώς το Κ.Κ. ήταν ακόμα αδύναμο. Εναντίον των εργατών και στρατιωτών χρησιμοποιήθηκαν τουφέκια και πυροβολικό. Οι κομμουνιστές τέθηκαν εκτός νόμου και καταδιώχθηκαν. Στις 13 Γενάρη η ηγεσία του Α.Σ.Κ. κήρυξε τη λήξη της απεργίας. Οι αντεπαναστάτες δολοφόνησαν τους Λήμπκνεχτ και Λούξεμπουργκ στις 15 Γενάρη. Στις 19 έγιναν οι εκλογές για τη Συντακτική Εθνοσυνέλευση, με ισχνή πλειοψηφία των αστικών κομμάτων, με τα οποία σχημάτισε κυβέρνηση το  Σ.Κ., αποσπώντας την εξουσία από τα Συμβούλια. Η προλεταριακή επανάσταση γνώρισε την ήττα. Θα αποδεικνυόταν όμως προσωρινή.