Σεπτέμβριος 1973 – Πραξικόπημα Πινοσέτ στη Χιλή: Η τραγωδία της «Λαϊκής Ενότητας»
Στην επέτειο του χιλιανού πραξικοπήματος (11 Σεπτεμβρίου 1973), αναδημοσιεύουμε άρθρο από την Εργατική Πάλη
–
Στις 11 Σεπτέμβρη 1973 η δημοκρατικά εκλεγμένη κυβέρνηση της αριστεράς στη Χιλή με επικεφαλής τον Σαλβαδόρ Αλιέντε ανατράπηκε από το πραξικόπημα του στρατηγού Πινοσέτ, με καθοριστικό ρόλο του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού. Η εγκληματική αυταπάτη του «ειρηνικού» δρόμου προς τον σοσιαλισμό είχε διαψευστεί με τον πιο τραγικό τρόπο.
Τον Σεπτέμβρη του 1970 η «Λαϊκή Ενότητα» (Λ.Ε.) κέρδισε τις εκλογές, στηριζόμενη ουσιαστικά στο κύμα εργατικών αγώνων της δεκαετίας του ’60. Η Λ.Ε. ήταν ένας συνασπισμός ρεφορμιστικών κομμάτων, με κυριότερα το Σοσιαλιστικό Κόμμα του Αλιέντε και το Κομμουνιστικό Κόμμα Χιλής. Το πρόγραμμά της προωθούσε την ταξική συνεργασία με την «προοδευτική» αστική τάξη, την «κυβέρνηση της αριστεράς» και τη «φιλολαϊκή» διαχείριση του καπιταλισμού. Αξίζει πάντως να σημειωθεί ότι ήταν σαφώς πιο ριζοσπαστικό από ανάλογα εγχειρήματα στην Ευρώπη, καθώς περιελάμβανε μεταξύ πολλών άλλων τη διανομή των τσιφλικιών στους αγρότες, την εθνικοποίηση των ορυχείων, των τραπεζών και των επιχειρήσεων στρατηγικής σημασίας και υποτίθεται, όπως με ειλικρίνεια πίστευε ο ίδιος ο Αλιέντε, ότι θα οδηγούσε, σε βάθος χρόνου, στον σοσιαλισμό. Ωστόσο, η αχίλλειος πτέρνα όλων των ρεφορμιστικών προγραμμάτων είναι το «ιερό δέος» απέναντι στο αστικό κράτος και τους μηχανισμούς του. Ο Αλιέντε, για να καθησυχάσει τους καπιταλιστές, υπέγραψε τη λεγόμενη «Δέσμευση των έξι σημείων», ότι δηλαδή δεν θα θίξει το στρατό, την αστυνομία, τα δικαστήρια, την εκκλησία, την εκπαίδευση και τα ΜΜΕ, δηλαδή όλους τους πυλώνες της αστικής εξουσίας.
Παρόλα αυτά, η κυβέρνηση της Λ.Ε. μπήκε από την πρώτη στιγμή στο στόχαστρο της ντόπιας και ξένης αντίδρασης, όχι τόσο για τα φιλολαϊκά μέτρα που πήρε, όσο διότι η εκλογή της πυροδότησε μια εκρηκτική άνοδο των κοινωνικών αγώνων. Αυτοί οργανώθηκαν από τις ίδιες τις εργαζόμενες μάζες, με δομές αυτοοργάνωσης που ξεπερνούσαν τους «παραδοσιακούς» γραφειοκρατικούς μηχανισμούς του εργατικού κινήματος. Μέχρι το 1972 η Χιλή είχε κατακλυστεί από τα Cordones Industriales, δηλαδή τα συντονιστικά των εργατικών εργοστασιακών επιτροπών, και τα Commandos Communales, συντονιστικά των λαϊκών συνελεύσεων στις γειτονιές. Παράλληλα, δημιουργήθηκαν οι JAP, επιτροπές που αναλάμβαναν καθήκοντα ελέγχου στις τιμές αλλά και τροφοδοσίας των εργατικών και λαϊκών περιοχών με είδη πρώτης ανάγκης, ενάντια στους εκβιασμούς και τα σαμποτάζ μικρών και μεγάλων αφεντικών. Οι JAP συσπείρωναν τα πιο καταπιεσμένα στρώματα, άνεργους, περιστασιακά εργαζόμενους και νοικοκυρές.
Αυτή η ραγδαία ανάπτυξη αυθεντικών δομών αυτοοργάνωσης των μαζών δημιούργησε μια κατάσταση δυαδικής εξουσίας απέναντι στην εξουσία των καπιταλιστών και κατά συνέπεια μια επαναστατική κατάσταση. Τέτοιες καταστάσεις στην ιστορία δεν διαρκούν για πολύ και λύνονται είτε με την επαναστατική κατάληψη της εξουσίας από το προλεταριάτο είτε με την επιβολή ωμής δικτατορίας από την αστική τάξη. Κι αυτό βέβαια θα κριθεί αργά ή γρήγορα με τη δύναμη των όπλων. Η κυβέρνηση του Αλιέντε ψήφισε νόμους που απαγόρευαν τον εξοπλισμό των εργατικών οργανώσεων για την αυτοάμυνά τους ενάντια στις συμμορίες του κράτους και των καπιταλιστών. Σαν να μην έφτανε αυτό, τον Οκτώβρη του 1972 κάλεσε αντιπροσώπους των ενόπλων δυνάμεων να συμμετάσχουν στην κυβέρνηση, ενώ τον Ιούλη του 1973, δύο μήνες πριν το πραξικόπημα, διόρισε τον ίδιο τον χασάπη Πινοσέτ υπεύθυνο για τις σχέσεις μεταξύ ενόπλων δυνάμεων και συνδικάτων (!!). Την ίδια περίοδο, ο γενικός γραμματέας του ΚΚ Χιλής Λουίς Κορβαλάν δήλωνε: «Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η κυβέρνηση μέσα στην οποία αντιπροσωπεύονται οι τρεις κλάδοι των ενόπλων δυνάμεων αποτελεί ανάχωμα ενάντια στα πραξικοπήματα»!
Η μοιραία κατάληξη αυτής της προδοτικής πολιτικής ήταν μια από τις μεγαλύτερες τραγωδίες στην ιστορία του παγκόσμιου εργατικού κινήματος. Μόνο τους πρώτους μήνες της χούντας του Πινοσέτ δολοφονήθηκαν πάνω από 30.000 άνθρωποι, ενώ πολύ περισσότεροι εξορίστηκαν, βασανίστηκαν ή «εξαφανίστηκαν». Στα 15 χρόνια που κράτησε η δικτατορία, πέρα από τα εκατοντάδες χιλιάδες θύματα, κατέστησε τον λαό της Χιλής πειραματόζωο της πρώτης ιστορικά εφαρμογής του νεοφιλελευθερισμού σε μαζική κλίμακα. Οι ανά τον κόσμο ρεφορμιστές, με πρώτο το ΚΚ Χιλής, βασικό υπεύθυνο για την προδοσία, είχαν το θράσος να ρίξουν το φταίξιμο στις μάζες, διότι …«προχώρησαν πολύ μακριά» και «προκάλεσαν» τη βίαιη αντίδραση του στρατού και του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού.
Η δύναμη που υπό προϋποθέσεις θα μπορούσε να αποτρέψει την καταστροφή ήταν το Κίνημα Επαναστατικής Αριστεράς (MIR). Το MIR έπαιξε καθοριστικό ρόλο στη δημιουργία και εξάπλωση των δομών αυτοοργάνωσης και στην οργάνωση της μαζικής αυτοάμυνας του κινήματος. Ωστόσο, δεν πήρε εγκαίρως πρωτοβουλίες για τη συγκεντροποίηση όλων των δομών (cordones industriales, commandos communales, JAP) σε ένα πανεθνικό όργανο, για επαναστατική δουλειά μέσα στον στρατό και για την προετοιμασία ένοπλης εξέγερσης. Πολλές φορές μάλιστα εξαντλούσε την ενεργητικότητά του στο να «πιέσει» την κυβέρνηση να «πάει αριστερότερα». Αυτά τα λάθη δεν επέτρεψαν στο MIR να εκμεταλλευθεί την ευνοϊκή συγκυρία που παρουσιάστηκε τον Ιούνιο του 1973, όταν μια πρώτη απόπειρα πραξικοπήματος (το λεγόμενο «tankazo») απέτυχε λόγω της αντίστασης του κινήματος, γεγονός που εκτόξευσε την αυτοπεποίθηση και τη μαχητικότητα των εργαζομένων και των φτωχών λαϊκών στρωμάτων.
Η τραγωδία της Χιλής είναι μια αμείλικτη υπενθύμιση για τις ολέθριες συνέπειες κάθε πολιτικού σχεδίου που σκορπά αυταπάτες για «αριστερή» διαχείριση του καπιταλισμού και αγνοεί ηθελημένα τον πραγματικό ρόλο των ένοπλων συμμοριών του αστικού κράτους – όπως, μεταξύ πολλών άλλων, ισχύει για τον ομώνυμο της «Λαϊκής Ενότητας» του Αλιέντε ελληνικό πολιτικό σχηματισμό.