Εξέγερση στο Μπαγκλαντές
Αναδημοσίευση από την Εργατική Πάλη Σεπτεμβρίου 2024
Αφορμή για τις βίαιες διαδηλώσεις και την ανατροπή της πρωθυπουργού Σεΐχ Χασίνα αποτέλεσε η απόφαση ενός κατώτερου δικαστηρίου του Μπαγκλαντές το οποίο επανάφερε σε ισχύ ένα σύστημα ποσόστωσης βάσει του οποίου θα γίνονταν οι προσλήψεις σε ανώτερες υπαλληλικές θέσεις στο σύνολο του κρατικού μηχανισμού. Το σύστημα αυτό των ποσοστώσεων το οποίο προέβλεπε πως το 30% των θέσεων έπρεπε να δοθεί σε συγγενείς βετεράνων του πολέμου ανεξαρτησίας του Μπαγκλαντές (1971) είχε καταργηθεί το 2018 από την ίδια την κυβέρνηση Χασίνα.
Οι ταραχές ξεκίνησαν όταν στις 15 Ιουλίου φοιτητικές κινητοποιήσεις στην Ντάκα δέχθηκαν επίθεση από άτομα με ξύλα και ρόπαλα (κυκλοφόρησαν φήμες ότι ήταν κυβερνητικοί οπαδοί).
Η Χασίνα έχοντας κερδίσει τέταρτη θητεία τον Ιανουάριο (οι εκλογές χαρακτηρίστηκαν «μη ελεύθερες ή δίκαιες» από τις ΗΠΑ) αντιμετώπισε τους φοιτητές με αλαζονεία και καταστολή, γεγονός που αύξησε το μέγεθος των διαδηλώσεων και ώθησε τους ηγέτες των φοιτητών να διευρύνουν τα αιτήματά τους. Ταυτόχρονα την κατάσταση εκμεταλλεύθηκαν τα κόμματα της αντιπολίτευσης (το δεξιό Εθνικιστικό Κόμμα του Μπαγκλαντές [BNP] και το ισλαμιστικό Τζαμάατ-ε-Ισλάμι) και επωφελούμενοι από την πολιτική αστάθεια κινητοποιήθηκαν για τις δικές τους ατζέντες κατά του κυβερνώντος κόμματος Λίγκας Αουάμι (Ένωση του Λαού).
Οι κινητοποιήσεις γιγαντώθηκαν και άφησαν πίσω πάνω από 400 νεκρούς και την ανατροπή μέσα σε ένα μήνα της κυβέρνησης Χασίνα (η ίδια κατήγγειλε πως η ανατροπή της σχετίζεται με άρνηση να παραδώσει στις ΗΠΑ αεροπορική βάση στον κόλπο της Βεγγάλης) οδηγώντας την χώρα των 170 εκατομμυρίων μπροστά σε μια τεράστια πολιτική, οικονομική και γεωπολιτική αστάθεια που επηρεάζει ολόκληρη την Νότια Ασία. Επικεφαλής της νέας προσωρινής κυβέρνησης ανέλαβε ένα αγαπημένο παιδί των ιμπεριαλιστών, ο βραβευμένος με Νόμπελ οικονομολόγος Μοχάμεντ Γιουνούς.
Οι λόγοι για τις βαθιές πολιτικές διαιρέσεις στο Μπαγκλαντές πρέπει να αναζητηθούν στην δεκαετία του 1970 κατά την διάρκεια του αγώνα ανεξαρτησίας εναντίον του Πακιστάν και στα πρώτα χρόνια δημιουργίας ανεξάρτητου κράτους.
Συμμαχώντας με την Ινδία, η ηγεσία της Λίγκας Αουάμι κερδίζει τον πόλεμο ενάντια στο Πακιστάν επιβάλλοντας την ανεξαρτησία το 1971. Η ηγεσία της Λίγκας Αουάμι αυτοαποκαλούνταν σοσιαλιστική (επιρροές από το Ινδικό Εθνικό Κογκρέσο) και στις εκλογές του 1973 όπου έλαβε το 73% των ψήφων υιοθέτησε ένα πενταετές σχέδιο δημοσίων επενδύσεων και ένα εκτεταμένο πρόγραμμα επέκτασης της εκπαίδευσης, καταπόλεμησης της φτώχειας, υγειονομικής περίθαλψης.
Στο εσωτερικό της όμως υπήρχε μια ισχυρή τάση ιδιαίτερα στον στρατό και την νεολαία που ήθελε ριζοσπαστικότερες λύσεις και άμεσα σοσιαλιστικά μέτρα. Ύστερα από διάσπαση της νεολαίας της το 1972 προέκυψε μια νέα μαζική ριζοσπαστική δύναμη, το Jatiya Samajtantrik Dal (Εθνικό Σοσιαλιστικό Κόμμα) το οποίο εφάρμοζε μια πολιτική ανάλογη με εκείνη των ένοπλων κινημάτων στην Λατινική Αμερική. Μέσω ένοπλων ενεργειών (Gonobahini – Λαϊκός Στρατός) σκόπευε στη δημιουργία μιας σοσιαλιστικής επαναστατικής κυβέρνησης ανεξάρτητης από μαοϊκή ή σοβιετική επιρροή. Η Λίγκα Αουάμι ανταπάντησε με την δημιουργία της παραστρατιωτικής οργάνωσης Jatiya Rakkhi Bahini (Εθνική Αμυντική Δύναμη) επιταχύνοντας την σύγκρουση. Τον Αύγουστο του 1975 την κατάσταση εκμεταλλεύονται οι αμερικάνοι ιμπεριαλιστές που κινητοποιούν κομμάτι του πρώην ενιαίου στρατιωτικού μηχανισμού και ανατρέπουν την Λίγκα Αουάμι δολοφονώντας και τον πρόεδρο Σέιχ Μουτζιμπούρ Ραχμάν (ηγετική μορφή και πατέρας της Χασίνα).
Έκτοτε η ιστορία της χώρας έως το 2009 χαρακτηρίζεται από δεκάδες πραξικοπήματα και απόπειρες πραξικοπημάτων και στην δημιουργία αφενός του Εθνικιστικού Κόμματος Μπαγκλαντές (BNP, 1978) το οποίο εκφράζει τις πιο φιλοιμπεριαλιστικές θέσεις και αφετέρου την σχετική ισχυροποίηση του ισλαμιστικού κόμματος Τζαμάατ-ε-Ισλάμι (συνεργάστηκαν με το Πακιστάν ενάντια στην Ανεξαρτησία) το οποίο αποτελεί σημαντικό στήριγμα του BNP.
Στα 15 χρόνια μεταξύ 2009-2024 που διακυβέρνησε η Λίγκα Αουάμι, το Μπαγκλαντές οικοδόμησε μια ιδιαίτερα στενή σχέση με την Κίνα.
Από το 2015 έγινε μέρος του Δρόμου του Μεταξιού και κυρίως μέσω ενός από τα ειδικά έργα του, γνωστό ως Οικονομικός Διάδρομος Μπαγκλαντές, Κίνας, Ινδίας και Μιανμάρ καταφέρνοντας να εξελιχθεί στην 2η μεγαλύτερη οικονομία της Νότιας Ασίας (μεγαλύτερη βιομηχανία κλωστοϋφαντουργίας στον κόσμο) μετά την Ινδία βγάζοντας 25 εκατομμύρια ανθρώπους από τη φτώχεια ενώ το κατά κεφαλήν εισόδημα σήμερα είναι υψηλότερο από αυτό της Ινδίας και προηγείται σε αρκετούς δείκτες ανθρώπινης ανάπτυξης.
Ωστόσο το Μπαγκλαντές έχοντας βρεθεί τα τελευταία χρόνια στην δύνη της σύγκρουσης ΗΠΑ – Κίνας και της σημαντικής πίεσης από την Ινδία, προσπαθούσε να κρατήσει μια ουδέτερη στάση βλέποντας σειρά από γειτονικά καθεστώτα να ανατρέπονται το ένα μετά το άλλο. Στο Πακιστάν ανατράπηκε ο πρόεδρος Ίμραν Χαν, φυλακισμένος πλέον και με δεκάδες απίθανες κατηγορίες επειδή προσέγγισε στενές σχέσεις με Ρωσία – Κίνα. Σήμερα κυβερνά μια φιλο-αμερικανική κυβέρνηση. Στη Σρι Λάνκα ανατράπηκε η κυβέρνηση της Gotabaya Rajapaksa, που επέτρεψε σημαντικές κινέζικες επενδύσεις μεταξύ των οποίων η κατασκευή του λιμανιού βαθέων υδάτων Hambantota και του διεθνούς αεροδρομίου Mattala Rajapaksa.
Στο Νεπάλ η κυβέρνηση έχει εγκαταλείψει το Δρόμο του Μεταξιού ενώ ο σημερινός πρωθυπουργός Σάρμα Όλι (πρώην μαοϊκός αντάρτης) απομάκρυνε τη μαοϊκή πτέρυγα του κόμματός του για να συνεχίσει χωρίς πίεση την «αποκινεζοποίηση». Σε αυτό το πλαίσιο δεν μπορεί να αγνοηθεί ο εμφύλιος πόλεμος από το 2021 στην Μιανμάρ ο οποίος ξεκίνησε ανατρέποντας το κινεζικό επενδυτικό σχέδιο (λιμάνι και σιδηροδρομική γραμμή) που θα της επέτρεπε να μεταφέρει τις εξαγωγές της ταχύτατα από το εσωτερικό της Κίνας στον Κόλπο της Βεγγάλης.
Είναι άραγε δυνατό να μετατραπεί το Μπαγκλαντές – αυτός ο γίγαντας των 170 εκατ. (80 εκατομμύρια εργάτες) – στο νέο «μαργαριτάρι του περιδέραιου» με το οποίο το Στέιτ Ντιπάρτμεντ προσπαθεί να στραγγαλίσει την Κίνα;
Παουλίν Μπουμπουλίμα