Ο θάνατος των αγροτών στην ΕΕ – Οι αγροτικές κινητοποιήσεις

Αναδημοσίευση από την Εργατική Πάλη Μαρτίου 2024

Τον τελευταίο μήνα ξέσπασε ένα τσουνάμι αγροτικών κινητοποιήσεων σε όλες σχεδόν τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ακόμη και σε αυτές που δεν είχαν γνωρίσει ποτέ τέτοιου είδους κινητοποιήσεις (π.χ. Γερμανία). Οι αγροτικές κινητοποιήσεις ήταν μαζικές και σε πολλές περιπτώσεις πήραν άγριες μορφές,  όπως κλεισίματα δρόμων, πέταγμα κοπριάς σε κυβερνητικά κτήρια, συγκρούσεις με την αστυνομία, αποκλεισμός της έδρας της ΕΕ στις Βρυξέλες κ.α. Η σύμπτωση όλων αυτών των κινητοποιήσεων δεν είναι τυχαία και σαν υπόβαθρο έχει τη συνειδητοποίηση των ευρωπαίων αγροτών ότι η ΕΕ και το σύνολο των κυβερνήσεων στοχεύουν πλέον στην οριστική εξαφάνισή τους.

Αντίστοιχες κινητοποιήσεις είχαμε και στη χώρα μας μόνο που αυτές, παρά τη μαζικότητά τους, δεν πήραν άγριες μορφές παρ’ όλο που το αγροτικό κίνημα στη χώρα μας έχει μια μεγάλη παράδοση σε τέτοιου είδους κινητοποιήσεις. Αυτό οφείλεται στην ηγεσία των αγροτών που εξακολουθεί να αποτελείται κατά βάση από το ΚΚΕ και τη ΝΔ. Και τα δύο κόμματα επέλεξαν να μην διευρύνουν τις κινητοποιήσεις και να μην προχωρήσουν σε μπλόκα διαρκείας δηλαδή κλείσιμο των δρόμων για πολλές ημέρες, ενώ ακόμη και το κατέβασμα στην Αθήνα ήταν πλήρως ελεγχόμενο και συμπεφωνημένο με την αστυνομία. Γι’ αυτό και στο τέλος τα κέρδη από αυτές τις κινητοποιήσεις ήταν ελάχιστα («δεν υπάρχουν άλλα δημοσιονομικά περιθώρια» όπως δήλωσε η κυβέρνηση) και οι κινητοποιήσεις έληξαν απότομα (πριν τη διαδήλωση της 28ης Φλεβάρη) και άδοξα, παρά την ευρεία υποστήριξη που είχε ο αγώνας των αγροτών.

Ωστόσο, τόσο στην Ευρωπαϊκή Ένωση όσο και στη χώρα μας κανένα από τα σημαντικά προβλήματα των αγροτών δεν έχει λυθεί. Είναι σίγουρο ότι μετά τον αιφνιδιασμό των ευρωπαϊκών κυβερνήσεων από το ξέσπασμα των αγροτών θα υπάρξουν κάποιες οριακές βελτιώσεις στην Κοινή Αγροτική Πολιτική (ΚΑΠ), αλλά αυτή στις βασικές της γραμμές δεν πρόκειται να αλλάξει, καθώς και μια κάποια αύξηση των εθνικών ενισχύσεων, που και προσωρινή θα είναι (ένα ή δύο έτη) και δεν αλλάζει κάτι επί της ουσίας. Γι’ αυτό είναι σίγουρο ότι θα ξαναβγούν αγροτικές κινητοποιήσεις, η αποτελεσματικότητα των οποίων θα εξαρτηθεί τόσο από την εξέλιξη του εργατικού κινήματος όσο και από την ανάδειξη νέων ηγεσιών μέσα στο αγροτικό κίνημα.

Οι αιτίες των αγροτικών κινητοποιήσεων

Το ταυτόχρονο ξέσπασμα των αγροτικών κινητοποιήσεων σε όλη σχεδόν την Ευρώπη έχει και συγκυριακές αιτίες αλλά και βαθύτερες, δομικές αιτίες. Ο στόχος της ΕΕ ήταν ανέκαθεν η εκμηδένιση των αγροτών και του αγροτικού τομέα στην Ευρώπη. Ο λόγος είναι ότι ο αγροτικός τομέας στην Ευρώπη δεν χαρακτηρίζονταν από μεγάλες εκμεταλλεύσεις, είτε στη γεωργία είτε στην κτηνοτροφία, σε αντίθεση με άλλες χώρες (ΗΠΑ, Αργεντινή, Βραζιλία, Ουκρανία, κ.α.) είτε από φθηνή εργατική δύναμη (Βόρεια Αφρική, Ινδία, κ.α.) και γενικά η παραγωγικότητα του αγροτικού τομέα υπολείπονταν, εκτός περιορισμένων εξαιρέσεων, της παραγωγικότητας σε παγκόσμιο επίπεδο. Οι ευρωπαϊκές πολυεθνικές επιθυμούσαν πάντοτε την εισαγωγή φθηνών τροφίμων και φθηνών πρώτων υλών από το εξωτερικό, ώστε και οι μισθοί να μειωθούν και το κόστος των βιομηχανικών πρώτων υλών να φθηνύνει, ενώ ταυτόχρονα θα μπορούσαν να συνάπτουν εμπορικές συμφωνίες με τρίτες χώρες εξάγοντας βιομηχανικά προϊόντα και εισάγοντας αγροτικά. Παρ’ όλα αυτά, το κύριο εμπόδιό τους ήταν ότι οι αγρότες ήταν μια μαζική δύναμη και είχαν μια  παράδοση κινητοποιήσεων, συνεπώς αυτός ο στόχος ήταν δύσκολο να επιτευχθεί. Γι’ αυτό και δημιούργησαν την Κοινή Αγροτική Πολιτική όπου πρακτικά η Γερμανία, και παλιότερα η Βρετανία, επιδοτούσαν τους γάλλους και ιταλούς αγρότες.

Είναι αλήθεια ότι στις τελευταίες τρεις δεκαετίες ο στόχος των ευρωπαϊκών πολυεθνικών και των νεοφιλελεύθερων έχει σχεδόν επιτευχθεί. Την τελευταία εικοσαετία οι απασχολούμενοι στον αγροτικό τομέα έχουν μειωθεί στο μισό όπως επίσης και το ποσοστό του αγροτικού τομέα στο Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν. Το ίδιο ισχύει λίγο πολύ και στη χώρα μας όπου οι αγρότες έχουν στραφεί πλέον σε άλλες εργασίες (τουρισμός κ.α.) ή απασχολούνται κυρίως σε άλλες δουλειές. Τώρα βρισκόμαστε στην τελευταία φάση, στην τελειωτική και οριστική εξόντωση όλων των μεσαίων και μικρών αγροτών, κι αυτό είναι κάτι που διαισθάνονται και συνειδητοποιούν όλοι οι αγρότες. Και έχουν απόλυτο δίκαιο γιατί:

  1. ΚΑΠ και Πράσινη Συμφωνία. Η νέα ΚΑΠ για το 2023-27, ύψους 55 δισ. ευρώ ετησίως, είναι στο μισό μέγεθος από αυτό που ήταν πριν τριάντα χρόνια. Ταυτόχρονα στοχεύει ξεκάθαρα στην ενίσχυση των πολύ μεγάλων επιχειρήσεων στον αγροτικό τομέα. Η λεγόμενη Πράσινη Συμφωνία στοχεύει στη περιβόητη πράσινη μετάβαση, στη μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου και στην αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης. Περιλαμβάνει τη μείωση της χρήσης γης από τη γεωργία (είτε με αγρανάπαυση είτε με φύτευση μη παραγωγικών δέντρων είτε με την εγκατάσταση φωτοβολταϊκών), τη μείωση των φυτοφαρμάκων (κατά 50% μέχρι το 2030), τη μείωση των λιπασμάτων κατά 20%, τους γενετικά τροποποιημένους σπόρους καθώς και τη μείωση της κατανάλωσης πετρελαίου. Όλα αυτά βέβαια μετακυλώντας το κόστος αποκλειστικά στις πλάτες των μικρών και μεσαίων αγροτών.
  2. Παγκόσμιες οικονομικές συμφωνίες. Ήδη αυξάνεται αλματωδώς η εισαγωγή πρώτων υλών από χώρες εκτός ΕΕ. Καταρχάς υπάρχει η Συμφωνία με τέσσερεις χώρες της Λατινικής Αμερικής (Αργεντινή, Βραζιλία, Παραγουάη, Ουρουγουάη) για εισαγωγή από αυτές τόσο γεωργικών όσο και κτηνοτροφικών προϊόντων. Η συμφωνία αυτή για διάφορους λόγους (κυρίως γεωπολιτικές ανακατατάξεις) δεν έχει οριστικοποιηθεί ακόμα αλλά θα υπογραφεί πολύ σύντομα, τουλάχιστον όσον αφορά ορισμένους τομείς της. Την τελευταία διετία όλες σχεδόν οι αγροτικές εξαγωγές της Ουκρανίας κατευθύνονται στην ΕΕ χωρίς δασμούς. Έτσι οι ευρωπαίοι νεοφιλελεύθεροι ενισχύουν τον πόλεμο κατά της Ρωσίας ρίχνοντας το οικονομικό κόστος στους αγρότες. Και τέλος αυξάνονται και οι εισαγωγές από τις χώρες της βόρειας Αφρικής. Γίνεται λοιπόν κατανοητό ότι όλες οι υποσχέσεις περί ελέγχων για παράνομες «ελληνοποιήσεις» από την κυβέρνηση Μητσοτάκη, αλλά και από τις άλλες ευρωπαϊκές κυβερνήσεις, είναι σκέτα φούμαρα.
  3. Η αύξηση της τιμής του πετρελαίου. Την τελευταία διετία, λόγω του πολέμου στην Ουκρανία, αυξήθηκαν οι τιμές τόσο του πετρελαίου όσο και των λιπασμάτων που παράγονται από αυτό. Αλλά τώρα πια είναι σε όλους γνωστό ότι το μεγαλύτερο μέρος αυτών των αυξήσεων δεν οφείλεται στην αύξηση των διεθνών τιμών του πετρελαίου αλλά αφενός στην εκτεταμένη και μακροχρόνια αύξηση των τιμών λόγω αύξησης των κερδών των βιομηχανικών επιχειρήσεων (διυληστήρια, εταιρίες ενέργειας, κ.α.), και αφετέρου στη διατήρηση, παρά την εκτόξευση των τιμών, των διαφόρων φόρων ώστε να εξυπηρετείται το δημόσιο χρέος. Το αποτέλεσμα είναι την τελευταία διετία όλες οι τιμές πετρελαίου, ρεύματος, λιπασμάτων και φυτοφαρμάκων (που όλα παράγονται από το πετρέλαιο ή το φυσικό αέριο) να έχουν αυξηθεί κατά 30 με 40%, στραγγαλίζοντας το εισόδημα των αγροτών. Απέναντι σε αυτό είτε η γερμανική είτε η ελληνική κυβέρνηση, απλώς υποσχέθηκαν παράταση της επιδότησης σε αγροτικό πετρέλαιο για δύο χρόνια. Αλλά όπως ξεκαθάρισε και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, οι χώρες της ΕΕ δεν θα πρέπει με τίποτα να χαλαρώσουν τη σφικτή δημοσιονομική πολιτική τους προς χάριν των αγροτών ή όποιων άλλων.
  4. Η κλιματική κρίση και οι φυσικές καταστροφές. Η κλιματική κρίση, που ήδη έχει τραγικές επιπτώσεις στην Ευρώπη, εμφανίζεται είτε με μείωση της παραγωγής (λόγω ακαρπίας, περιορισμού των βροχοπτώσεων, κ.α.) είτε με τις «φυσικές» καταστροφές (πλημμύρες, πυρκαγιές κ.α.). Απέναντι σε αυτές η ΕΕ αλλά και η ελληνική κυβέρνηση αδιαφορούν πλήρως και συνειδητά. Δεν προχωρούν σε δημόσια έργα αντιμετώπισης είτε πλημμυρών είτε πυρκαγιών, ούτε επίσης αποζημιώνουν τους πληγέντες. Τα ποσά των αποζημιώσεων υπολείπονται σε μεγάλο βαθμό των ζημιών (ειδικά για Θεσσαλία και Έβρο) και επιπλέον καθυστερούν με διάφορα προσχήματα.
  5. Τα καρτέλ των εμπόρων. Την τελευταία εικοσαετία, και ιδιαίτερα την τελευταία διετία, έχει γιγαντωθεί το «καρκίνωμα των μεσαζόντων», δηλαδή των μεγάλων πολυεθνικών ή εταιριών που ελέγχουν τη μεταφορά και το εμπόριο των αγροτικών προϊόντων. Μεταφορικές εταιρίες, χονδρέμποροι, σούπερ μάρκετ, όλοι έχουν πέσει πάνω στους αγρότες συμπεριφερόμενοι σαν νέοι φεουδάρχες, αρπάζοντας μεγάλα κομμάτια του εισοδήματός τους, την ίδια στιγμή που γδέρνουν και τους καταναλωτές εργαζόμενους.

Οι έλληνες μικροί και μεσαίοι αγρότες, έχοντας συσσωρεύσει τεράστια χρέη, χωρίς ουσιαστικά συνεταιρισμούς και χωρίς μια Αγροτική Τράπεζα, με μικρές εκμεταλλεύσεις, πέφτουν θύματα των μεγάλων τραπεζών, των χονδρεμπόρων, των κυβερνητικών φόρων, της νεοφιλελεύθερης κυβερνητικής αδιαφορίας αλλά και της μείωσης των επιδοτήσεων της ΚΑΠ, τους κανονισμούς της Πράσινης Συμφωνίας, της κλιματικής κρίσης. Δικαιολογημένα αισθάνονται, τόσο αυτοί όσο οι ευρωπαίοι συνάδελφοί τους, ότι οι κυβερνήσεις, οι πολυεθνικές και η ΕΕ στοχεύουν στην πλήρη και οριστική εξόντωσή τους. Απέναντι σε όλους αυτούς θα πρέπει να αγωνιστούν με αποφασιστικότητα, με μαχητικότητα και με ένα επαναστατικό σχέδιο και μια νέα πολιτική δύναμη αν θέλουν να επιβιώσουν.