Η γενοκτονία του παλαιστινιακού λαού συνεχίζεται: Κίνδυνοι επέκτασης του πολέμου
Αναδημοσίευση από την Εργατική Πάλη Ιανουαρίου 2024
Μαρία Κτιστάκη
Μπήκαμε στον τέταρτο μήνα του ανελέητου, απάνθρωπου πολέμου που έχει εξαπολύσει το σιωνιστικό κράτος του Ισραήλ ενάντια στον παλαιστινιακό λαό, συνέχεια και κορύφωση της διαρκούς γενοκτονίας που διενεργεί από την ίδρυσή του το 1948, και ασύμμετρη απάντηση στο ισχυρό πλήγμα που δέχτηκε η σιωνιστική αλαζονεία από την αιματηρή επίθεση της Χαμάς, στις 7 Οκτωβρίου.
Τα θύματα στη Λωρίδα της Γάζας πλησιάζουν πια τις 23.000, στη συντριπτική τους πλειοψηφία άμαχος πληθυσμός, με το ένα τρίτο να είναι παιδιά. Πάνω από 10.000 είναι οι αγνοούμενοι, θαμμένοι κάτω από τα χαλάσματα που αφήνουν πίσω τους οι ισραηλινοί βομβαρδισμοί. Στις 50.000 υπολογίζονται οι τραυματίες, σε 25.000 τα ορφανά παιδιά και 1,9 εκατομμύρια (το 85% του πληθυσμού) είναι οι εκτοπισμένοι από το βόρειο κομμάτι της Γάζας στο νότιο. Πλέον τα 2,3 εκατομμύρια Παλαιστίνιοι, έχουν συγκεντρωθεί σε 6 χιλιάδες τ.χ. αντιμέτωποι με την πείνα (1 στους 2 κινδυνεύει με λιμοκτονία), το κρύο και τις επιδημίες, καθώς η ανθρωπιστική βοήθεια που επιτρέπει το Ισραήλ να περνάει είναι ελάχιστη και δεν υπάρχουν υποδομές στέγασης και υγιεινής. Επιπλέον, με δεδομένο ότι κύριος στόχος των ισραηλινών επιθέσεων είναι τα νοσοκομεία (300 νεκροί, μέλη του υγειονομικού προσωπικού), τα σχολεία, οι καταυλισμοί, οι εγκαταστάσεις και οι αποστολές βοήθειας του ΟΗΕ (πάνω από 100 υπάλληλοί του ανάμεσα στα θύματα), στη βόρεια Γάζα δεν λειτουργεί πλέον κανένα νοσοκομείο, ενώ στη νότια υπολειτουργούν μόλις 9. Την ίδια στιγμή, ένας παράλληλος πόλεμος συντελείται στη Δυτική Όχθη με τα πογκρόμ, τις δολοφονίες (πάνω από 300 νεκροί και 3.400 τραυματίες), τις συλλήψεις, την εκδίωξη των κατοίκων από τα σπίτια τους και τα χωριά τους να συνεχίζεται. Ανάλογη μεταχείριση έχουν και οι Παλαιστίνιοι της Ιερουσαλήμ.
Αποτυχία των σιωνιστών
Και όμως, παρά το θάνατο και την απίστευτη καταστροφή που έχει σπείρει, παρά το θηριώδη, υπερσύγχρονο στρατιωτικό μηχανισμό που έχει επιστρατεύσει, η ακροδεξιά κυβέρνηση του Νετανιάχου δεν έχει επιτύχει τους διακηρυγμένους στόχους της. Το μεγαλύτερο μέρος των ομήρων δεν έχει απελευθερωθεί και εξαιτίας των χειρισμών της δεν υπάρχουν καν διαπραγματεύσεις για κάτι τέτοιο. Η Χαμάς δεν έχει εξαλειφθεί, παρόλο που υπολογίζεται ότι έχουν σκοτωθεί μερικές χιλιάδες μαχητές της. Αντίθετα, ακόμα και στο ισοπεδωμένο βόρειο τμήμα της Λωρίδας συνεχίζει να επιχειρεί και οι Ισραηλινοί εξακολουθούν να έχουν απώλειες. Ο μηχανισμός της παραμένει αλώβητος και η δημοφιλία της μεγαλύτερη από ποτέ, ενώ η συσπείρωση όλων των παλαιστινιακών οργανώσεων είναι απόλυτη (Λαϊκό Μέτωπο, Ισλαμική Τζιχάντ ακόμα και μέλη και υποστηριχτές της Φατάχ).
Απώτερος στόχος των σιωνιστών ήταν και είναι η εθνοκάθαρση – καταρχάς της Λωρίδας της Γάζας και σε δεύτερη φάση της Δ. Όχθης – η οποία, είτε εκφράζεται με την ευφάνταστη «εθελοντική μετανάστευση» του Νετανιάχου, είτε με τον ωμό τρόπο των υπουργών του Μπεν Γκβιρ και Σμότριτς που μιλούν για μαζική απομάκρυνση του συνόλου ή της συντριπτικής πλειοψηφίας των Παλαιστινίων της Λωρίδας της Γάζας και εποικισμό της. Αυτό, ωστόσο, φαίνεται να απομακρύνεται ως ενδεχόμενο, όχι μόνο λόγω της απίστευτης γενναιότητας και αποφασιστικότητας του ίδιου του παλαιστινιακού λαού και της επιχειρησιακής ικανότητας των μαχητών του, αλλά και για μια σειρά από πολιτικούς και γεωστρατηγικούς λόγους: Καταρχάς, συνεχίζεται η κάθετη άρνηση των γειτονικών χωρών (Αιγύπτου, Ιορδανίας, κ.λπ.) να δεχτούν παλαιστίνιους πρόσφυγες. Στην Ιορδανία ήδη τα δυο τρίτα του πληθυσμού είναι Παλαιστίνιοι από την Νάκμπα του 1948. Για το δικτάτορα Σίσι της Αιγύπτου, πέρα από το γενικότερο πολιτικό κόστος που θα έχει μια τέτοια συνεργασία με το Ισραήλ, ισοδυναμεί με ενίσχυση των πολιτικών του αντιπάλων Αδελφών Μουσουλμάνων. Επιπλέον, το διεθνές κλίμα που έχει πλέον αντιστραφεί – ακόμα και εκεί που είχε λειτουργήσει η αμερικανο-ισραηλινή προπαγάνδα – σε συνδυασμό με την ανάφλεξη που απειλείται στην ευρύτερη περιοχή, έχει αναγκάσει την αμερικανική κυβέρνηση να τραβήξει κάπως τα λουριά στο μαντρόσκυλό της. Στην πρόσφατη, τέταρτη κατά σειρά και εξίσου αποτυχημένη, επίσκεψη του αμερικανού υπουργού Εξωτερικών Μπλίνκεν στο Ισραήλ και μια σειρά εμπλεκόμενες χώρες (ανάμεσά τους και η δικιά μας) η δυσαρέσκεια ήταν εμφανής και οι κόκκινες γραμμές που μπήκαν από αμερικανικής πλευράς δεν συμφωνούν με τα ισραηλινά σχέδια: όχι στον εκτοπισμό των Παλαιστινίων, όχι στη συρρίκνωση της Γάζας (δηλαδή τον εποικισμό της και τη δημιουργία «νεκρών» ζωνών), όχι στη ισραηλινή κατοχή μετά το πέρας του πολέμου αλλά διοίκηση από μια νέα Παλαιστινιακή Αρχή (άλλωστε η υπάρχουσα του Μαχμούντ Αμπάς είναι πλήρως απονομιμοποιημένη με τη δημοτικότητα του ίδιου στο 5%).
Βέβαια, από τη δυσαρέσκεια μέχρι την πραγματική αντίδραση στα σιωνιστικά σχέδια η απόσταση είναι μεγάλη. Οι ΗΠΑ δεν έχουν πάρει κανένα ουσιαστικό μέτρο πίεσης του σιωνιστικού καθεστώτος. Ο στρατιωτικός εξοπλισμός και η ετήσια χρηματοδότηση των 3,8 δισ. παραμένουν, όπως και η έκτακτη των 14,3 δισ. Ακόμα και τα ψηφίσματα του ΟΗΕ που ζητούν κατάπαυση πυρός εξακολουθούν να μπλοκάρονται. Άλλωστε δεν απέκτησαν ξαφνικά καμιά ευαισθησία στο δράμα του παλαιστινιακού λαού τα γεράκια της αμερικανικής κυβέρνησης. Το πρόβλημά τους είναι, από τη μία η αδυναμία διαχείρισης της θηριώδους βαρβαρότητας και ο αντίκτυπός της στα ποσοστά του Μπάιντεν στις επερχόμενες αμερικανικές εκλογές, και από την άλλη η επικίνδυνη κλιμάκωση που προκαλούν οι ενέργειες των Ισραηλινών στην περιοχή.
Κίνδυνοι επέκτασης
Είναι, καταρχάς, οι επιθέσεις των Χούτι στην Ερυθρά Θάλασσα – ως αντίποινα για τη συνεχιζόμενη σφαγή των Παλαιστινίων – και το σοβαρό πλήγμα που επιφέρουν στο διεθνές εμπόριο (12% περνάει από το Σουέζ). Είναι, όμως, και οι επιπτώσεις που θα έχει η απόπειρα καταστολής τους στην Υεμένη (όπου είχε επιτευχθεί κάποιου είδους ισορροπία τον τελευταίο χρόνο) και την ευρύτερη περιοχή. Αν τα πράγματα φτάσουν εκεί, ερωτηματικό είναι τι στάση θα κρατήσει το Ιράν που στηρίζει τους Χούτι και το οποίο επίσης έχει γίνει στόχος του Ισραήλ όπως δείχνει η δολοφονία του ιρανού ταξίαρχου των Φρουρών της Επανάστασης, Σαγιέντ Ραζί Μουσαβί, στη Δαμασκό στα τέλη Δεκέμβρη, και λίγο μετά, στις αρχές Ιανουαρίου η διπλή βομβιστική επίθεση με πάνω από 100 νεκρούς και 200 τραυματίες στο νότιο Ιράν, στη διάρκεια εκδήλωσης μνήμης για τη δολοφονία (από το Ισραήλ 4 χρόνια πριν) του Κασέμ Σουλεϊμανί, στρατιωτικού στελέχους των Φρουρών της Επανάστασης. Βέβαια, η δημιουργία μιας διεθνούς ναυτικής δύναμης για την αντιμετώπιση των Χούτι, υπό την αιγίδα τους, αποδεικνύεται πολύ πιο δύσκολη από ό,τι περίμεναν οι ΗΠΑ αφού μόλις 12 χώρες έχουν συμφωνήσει (ανάμεσά τους και η πάντα πρόθυμη ελληνική κυβέρνηση) ενώ έχουν ξεκάθαρα αρνηθεί όχι μόνο οι αραβικές χώρες αλλά και η Γαλλία, η Ιταλία και η Ισπανία.
Στα σύνορα Ισραήλ – Λιβάνου οι εχθροπραξίες μεταξύ ισραηλινού στρατού και Χεζμπολάχ έχουν, όπως ήταν αναμενόμενο, ενταθεί με αρκετά θύματα και από τις δύο πλευρές. Ωστόσο από την πλευρά της σιιτικής οργάνωσης ήταν συγκρατημένες, όπως προσεκτικές ήταν και οι δηλώσεις του ηγέτη της, Χασάν Νασράλα. Οι πρόσφατες δολοφονίες στην πρωτεύουσα του Λιβάνου, τόσο του αναπληρωτή επικεφαλής της Χαμάς Σαλέχ Αλ Αρούρι και έξι ακόμα συνεργατών του, όσο και του Γουίσαμ Άλ Ταουίλ ανώτερου στελέχους της Χεζμπολάχ, δείχνουν την πρόθεση της ισραηλινής κυβέρνησης να τα βάλει με την πανίσχυρη οργάνωση του Λιβάνου, να ανοίξει δηλαδή ακόμα ένα μέτωπο στην εύφλεκτη περιοχή. Στο κάδρο μπαίνει έμμεσα και η Συρία, στην επικράτεια της οποίας επιχειρεί το Ισραήλ ενάντια στη Χεζμπολάχ (δολοφονία Μουσαβί) και στη Χαμάς (δολοφονία του αξιωματούχου της Χασάν Ακάσα στις 8/1). Οι βλέψεις του Ερντογάν να αποκτήσει η Τουρκία ηγεμονικό ρόλο στο μουσουλμανικό κόσμο φαίνεται να εξυπηρετούνται με τη στήριξη – φραστική προς το παρόν – του παλαιστινιακού αγώνα, μέσω της οποίας αυξάνεται η πίεση που ασκεί στις ΗΠΑ οι οποίες αγωνιούν να κρατήσουν κάποιες ισορροπίες, να αποφύγουν νέες εστίες πολέμου (ιδίως με το Ιράν) και να περισώσουν – αν κάτι περισώζεται – από τις συμφωνίες του Αβραάμ (εμπορικές και γεωστρατηγικές συμφωνίες μεταξύ Ισραήλ και αραβικών χωρών).
Νίκη στην Παλαιστίνη!
Οι προθέσεις του σιωνιστικού καθεστώτος είναι ο πόλεμος στη Γάζα να είναι μακρύς. Ο Νετανιάχου τον χρειάζεται για να κρατηθεί στην εξουσία και να γλιτώσει την καταδίκη για διαφθορά∙ το σιωνιστικό καθεστώς για να επιβάλλει την «τελική λύση» σε βάρος των Παλαιστινίων και την ιδεολογία του στον ισραηλινό λαό. Όμως οι φωνές ενάντια στον Νετανιάχου και τον πόλεμο πληθαίνουν πια και μέσα στο Ισραήλ. Η ανασφάλεια μεγαλώνει και η δυσαρέσκεια των συγγενών των ομήρων που συνειδητοποιούν ότι το καθεστώς αδιαφορεί, όταν δεν τους σκοτώνει το ίδιο (π.χ. 3 όμηροι εκτελέστηκαν από ισραηλινά πυρά ενώ προσπαθούσαν να παραδοθούν) ενώνεται με εκείνη των διαδηλωτών ενάντια στο συνταγματικό πραξικόπημα που επιχείρησε ο Νετανιάχου. Αρχίζει, επίσης να βαραίνει το τεράστιο οικονομικό κόστος του πολέμου. Δεν είναι μόνο οι 300.000 επίστρατοι που έχουν αφήσει τις δουλειές τους, είναι τα δισεκατομμύρια που σπαταλούνται στο πεδίο της μάχης καθημερινά και δεν μπορούν να καλυφθούν ούτε από την αμερικάνικη γενναιοδωρία που έχει κι αυτή τα όριά της.
Ωστόσο, πέρα από τους πολιτικούς, οικονομικούς και γεωστρατηγικούς παράγοντες που επηρεάζουν την έκβαση αυτού του πολέμου, καθοριστικό ρόλο παίζει το πείσμα και η άκαμπτη μαχητικότητα του παλαιστινιακού λαού που συνεχίζει να εξευτελίζει τον πάνοπλο ισραηλινό στρατό και ακυρώνει τους σχεδιασμούς των ιμπεριαλιστών. Καθοριστική είναι ακόμα η συμβολή του τεράστιου κινήματος αλληλεγγύης που έχει αναπτυχθεί σε όλο τον κόσμο και συνεχίζει να αγωνίζεται στο πλευρό των Παλαιστινίων, κόντρα στην προπαγάνδα, στις απαγορεύσεις και τις μακαρθικές πρακτικές των «πολιτισμένων» δυτικών καθεστώτων.