Προσχέδιο μνημονιακού προϋπολογισμού 2024

Αναδημοσίευση από την Εργατική Πάλη Νοεμβρίου 2023

Η παρακμή του ελληνικού καπιταλισμού

Στις 2 Οκτώβρη κατατέθηκε στη Βουλή το προσχέδιο του προϋπολογισμού για το 2024 (το τελικό σχέδιο με οριακές αλλαγές αναμένεται να κατατεθεί στα μέσα Νοέμβρη) και, όπως αναμενόταν, συνεχίζει την μνημονιακή πολιτική που εφαρμόζεται μετά την άτυπη χρεοκοπία του ελληνικού καπιταλισμού. Αν το ελληνικό εργατικό κίνημα δεν ανατρέψει αυτή την πολιτική και δεν ανατάξει με βάση τα συμφέροντά του και υπό τον έλεγχό του την οικονομία, αυτή η πολιτική θα εφαρμόζεται συνεχώς. Δεν μπορεί να γίνει και διαφορετικά, αφού μετά το 2010 η τροχιά του ελληνικού καπιταλισμού έχει κατακρημνιστεί μερικές βαθμίδες προς τα κάτω: το Ακαθάριστο Εθνικό Προϊόν αναμένεται το 2024 να φτάσει τα 235 δισ. ευρώ σε ονομαστικές τιμές, πράγμα που σημαίνει ότι σε σταθερές (αποπληθωρισμένες) τιμές και με αυτούς τους ρυθμούς αύξησης (ακόμη κι αν συνεχιστούν αμείωτοι) ούτε το 2030 δεν θα φθάσει το ΑΕΠ του 2008. Ακόμη κι αν ο ελληνικός καπιταλισμός φθάσει το 2030 στο ΑΕΠ που είχε το 2008, όχι μόνο θα έχουν χαθεί 22 χρόνια αλλά και οι καπιταλισμοί (εκτός των δυτικών ιμπεριαλιστών) θα έχουν ήδη διπλασιάσει ή τριπλασιάσει το δικό τους ΑΕΠ!

Έτσι, εφόσον η ελληνική αστική τάξη δεν μπορεί να αυξάνει την παραγωγή και τα κέρδη της σε βάρος άλλων αστικών τάξεων το μόνο που μπορεί να κάνει είναι να αυξάνει το δικό της μερίδιο στην εγχώρια παραγόμενη πίτα σε βάρος των εργαζομένων και των φτωχών λαϊκών στρωμάτων, με άλλα λόγια να τρώει τις σάρκες του ελληνικού καπιταλισμού. Μέχρι βέβαια να πέσουμε σε μια άλλη παγκόσμια αναταραχή όπου ο ελληνικός καπιταλισμός θα κατακρημνιστεί κι άλλο με ανείπωτες, αυτή τη φορά, συνέπειες για τους εργαζόμενους.

Ωστόσο, ακόμη και σε αυτήν τη χαμηλότερη τροχιά ο ελληνικός καπιταλισμός θα συνεχίσει να ζει και το καρδιογράφημά του θα καταγράφει αυξομειώσεις, καθόδους και ανόδους. Σε μια τέτοια προσωρινή άνοδο βρισκόμαστε μια που οι «ακαθάριστες επενδύσεις παγίου κεφαλαίου» (αποσβέσεις και νέες επενδύσεις σε κατοικίες, κατασκευές, παραγωγικό εξοπλισμό, κ.ά.) φθάνουν φέτος το 15% του ΑΕΠ. Να σημειώσουμε ότι πριν την χρεοκοπία κινούνταν στο 22% ενώ στην οκταετία 2012-2019 κατακρημνίστηκαν στο 10% (στην ΕΕ κινούνταν την αντίστοιχη περίοδο στο 22%). Με άλλα λόγια, η αναγκαστική στοιχειώδη ανανέωση των πεπαλαιωμένων κατοικιών, υποδομών, μηχανολογικού εξοπλισμού συν ο προσωρινός και ευάλωτος τουρισμός μαζί με το γλέντι των διεθνών κερδοσκόπων και της ελληνικής αστικής τάξης που λυμαίνονται τους πόρους της οικονομίας και τις επιχορηγήσεις του Ταμείου Ανάκαμψης, εξηγούν τον υποτιθέμενο οικονομικό «θρίαμβο» της κυβέρνησης.

Μέσα σε αυτά τα πλαίσια κινείται η κυβέρνηση που δεν είναι παρά μια λογιστική επιτροπή διαχείρισης της χρεοκοπίας σε βάρος των εργαζομένων και των φτωχών λαϊκών στρωμάτων. Και αυτό αποτυπώνεται και στο προσχέδιο του προϋπολογισμού για το 2024.

Το προσχέδιο προϋπολογισμού του 2024

Το 2023 τα έσοδα του κράτους (άμεση και έμμεση φορολογία, κ.ά.) είχαν προϋπολογιστεί στα 56,7 δισ. ευρώ και τελικά εισπράχθηκαν 61,3, δηλαδή 4,5 δισ. επιπλέον. Αυτή η αύξηση κυρίως οφείλονταν κατά 1,2 δισ. στην αύξηση του ΦΠΑ στα προϊόντα, κατά 1 δισ. στην αύξηση του φόρου εισοδήματος φυσικών προσώπων (κατά βάση των εργαζομένων) και κατά 2 δισ. στην αύξηση της φορολόγησης των επιχειρήσεων. Με άλλα λόγια, μέσα σε μία χρονιά που οι μισθοί των εργαζομένων και τα εισοδήματα των φτωχών λαϊκών στρωμάτων ακρωτηριάζονταν από την ακρίβεια ενώ τα κέρδη, ειδικά των μεγάλων, επιχειρήσεων εκτοξεύτηκαν σε πρωτοφανή βαθμό, η κυβέρνηση αρνούμενη να μειώσει τον Ειδικό Φόρο Κατανάλωσης επιβάρυνε τους εργαζόμενους με επιπλέον 2,2 δισ. ευρώ και τις επιχειρήσεις με επιπλέον 2 δισ. ευρώ. Το ίδιο προβλέπεται να κάνει και το 2024 όπου τα φορολογικά έσοδα θα ανέβουν άλλα 3 δισ. Έτσι, δίπλα στον λεγόμενο «πληθωρισμό λόγω της απληστίας των επιχειρήσεων» θα πρέπει να προσθέσουμε και τον «πληθωρισμό λόγω της φορολογικής (απ)ληστίας του κράτους».

Αν η αύξηση των φόρων μεταξύ προϋπολογισμού 2023 και 2024 είναι 6 δισ., η αύξηση του δαπανών είναι μόνο 4 δισ., από 70 στα 74 δισ. Οι παροχές σε εργαζόμενους (μισθοί των δημοσίων υπαλλήλων) αυξάνονται από 13,6 δισ. το 2022, σε 14,1 δισ. το 2023 και σε 14,7 δισ. το 2024 δηλαδή κατά 1,1 δισ. ή αλλιώς κατά 7,7%, όταν μόνο με βάση τον επίσημο πληθωρισμό οι τιμές θα ξεπεράσουν αθροιστικά το 17%!

Είναι χαρακτηριστικό ότι τα έξοδα των νοσοκομείων παρά την αύξηση του πληθωρισμού κατά 17% την τριετία 2022-24 και παρά την μακροχρόνια και σχεδιασμένη παρακμή τους, παραμένουν κολλημένα περίπου στα 3,5 δισ. ευρώ ετησίως.

Επιπλέον αποδεικνύεται πως με την αύξηση των φόρων στα είδη λαϊκής κατανάλωσης και στο εισόδημα των εργαζομένων, με τη μείωση των κοινωνικών δαπανών, ότι οι όποιες ενισχύσεις προς τους «αδύναμους», όπως τα διάφορα pass, δεν είναι τίποτε άλλο παρά μια αναδιανομή εισοδήματος μεταξύ «πλουσίων» και «φτωχών» εργαζομένων.

Έτσι, η κυβέρνηση μπορεί να θριαμβολογεί για τα αιματηρά πρωτογενή (χωρίς την πληρωμή των τόκων του χρέους) πλεονάσματα του προϋπολογισμού που, ενώ το 2022 ήταν 0,3 δισ. (0,1% του ΑΕΠ) και που το 2023 προϋπολογίζονταν στα 1,6 δισ. (0,7% του ΑΕΠ), ενώ έφθασαν τελικά στα 2,5 δισ. (1,1%) το 2024 υπολογίζονται στα 5 δισ. (2,1% του ΑΕΠ)! Αλλά το χρέος εξακολουθεί να αυξάνεται φθάνοντας το 2024 τα 403 δισ. συν άλλα 60 δισ. (έντοκα γραμμάτια και repos), και γι’ αυτό το λόγο, μαζί βέβαια με την αύξηση των επιτοκίων, αυξάνονται και οι τόκοι για το 2024 από 6 στα 7,5 δισ.