Αφιέρωμα στα 50 χρόνια από την εξέγερση του Πολυτεχνείου: Μέρος Α΄

Αναδημοσίευση από την Εργατική Πάλη Οκτωβρίου 2023

Η πορεία προς το Πολυτεχνείο

 

Φέτος συμπληρώνονται 50 χρόνια από την μεγαλειώδη εξέγερση του Νοέμβρη του 1973, γνωστή και ως «Πολυτεχνείο». Πολλά έχουν γραφτεί για εκείνη την περίοδο, όμως λίγα είναι αυτά που αποκρυσταλλώνουν την πραγματική σημασία, τον χαρακτήρα και τα κεκτημένα αυτής της εξέγερσης. Οι λίγοι μήνες που μεσολάβησαν από την πρώτη κατάληψη της Νομικής έως και τα ξημερώματα του Σαββάτου, που η κατάληψη του Πολυτεχνείου συντρίφτηκε από τα τανκς, αποτελούν μεταξύ άλλων έναν επαναστατικό σταθμό στην ιστορία του ελληνικού εργατικού κινήματος. Το σημερινό εργατικό κίνημα οφείλει όχι απλά να τιμήσει αυτή την επέτειο, αλλά ταυτόχρονα να τη μελετήσει, να την κατανοήσει και τέλος να δημιουργήσει τα σημερινά, δικά του «Πολυτεχνεία». Άλλωστε, δεν πρόκειται απλά για μια κατάληψη αλλά για ένα σύμβολο που, όπως θα δούμε παρακάτω, κατάφερε πολλά παραπάνω από το να ρίξει την χούντα.

Οι αστικές κυβερνήσεις που διαδέχτηκαν τη Δικτατορία, με σύνθημα τον «εκδημοκρατισμό», τον «εξευρωπαϊσμό» και άλλα τέτοια στολίδια, δεν κατάφεραν ποτέ – μέχρι και σήμερα – να κρύψουν το πόσο τρέμουν στην ανάμνηση αυτής της εξέγερσης που συνέτριψε τα σχέδια της ελληνικής αστικής τάξης και του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού. Αυτός είναι και ο λόγος που έχουν βαλθεί να την βομβαρδίσουν με ψεύτικες ιστορίες ή ακόμα και να την θάψουν στη λήθη της ιστορίας. Οι ίδιοι ξέρουν καλύτερα ότι η ιστορία γράφεται από τους νικητές και αυτή τη φορά δεν τους βολεύει καθόλου. Αυτή την ιστορία θα προσπαθήσουμε να γράψουμε.

Τα χρόνια μετά τον εμφύλιο

Μετά το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου ο καπιταλισμός παγκοσμίως περνάει στην μεγάλη άνθισή του και ο ελληνικός καπιταλισμός αντίστοιχα εισέρχεται στη λεγόμενη «χρυσή εικοσαετία» (1955 – 1975). Η βιομηχανική παραγωγή της χώρας αυξάνεται κατά 8%, ανοίγουν νέες εταιρίες – κολοσσοί για τα ελληνικά δεδομένα, δημόσιες υπηρεσίες και έργα υποδομής. Συγκροτούνται τα μεγάλα αστικά κέντρα της χώρας και οι λαϊκές μάζες αρχίζουν να εγκαταλείπουν την επαρχία.

Παρόλο που ο ελληνικός καπιταλισμός γνώριζε την μεγαλύτερη ανάπτυξη της ιστορίας του, οι εργαζόμενοι και τα φτωχά λαϊκά στρώματα δεν είδαν σημαντικές αλλαγές στο βιοτικό τους επίπεδο. Είναι γνωστό από την ιστορία ότι ο ελληνικός καπιταλισμός έχοντας συγκροτηθεί καθυστερημένα στηρίχτηκε εξαρχής στην υπερκεμετάλλευση μέσα από τους τσακισμένους μισθούς, την φορολογική αφαίμαξη των πιο φτωχών τμημάτων της κοινωνίας, την παντελή έλλειψη εργατικής νομοθεσίας, την υποαπασχόληση κ.ά. Η οικονομική άνθιση του ελληνικού κεφαλαίου δεν μπορούσε να κρύψει την κατάσταση που ζούσε η λεγόμενη «φτωχολογιά», την ανεργία (είχε το μεγαλύτερο ποσοστό στην Ευρώπη), τους εργαζόμενους που ζούσαν κάτω από το όριο της φτώχειας, την παιδική θνησιμότητα κ.ά.

Το μετεμφυλιακό κράτος

Η όξυνση των ανισοτήτων γινόταν όλο και περισσότερο αντιληπτή και προκαλούσε γενική δυσαρέσκεια στις μάζες, όμως μετά το τέλος του εμφυλίου και για αρκετά χρόνια, οι αντιδράσεις και οι διεκδικήσεις ήταν περιορισμένες. Αυτό το «πάγωμα» τόσο των εργατικών μαζών, όσο ακόμα και του οργανωμένου συνδικαλιστικού κινήματος οφείλεται από τη μία στην τεράστια απογοήτευση που έφερε η προδοτική ήττα του εμφυλίου με ευθύνη του ΚΚΕ και, από την άλλη στο αυταρχικό αστυνομοκρατούμενο μετεμφυλιακό κράτος που θεσπίστηκε από αστούς και ιμπεριαλιστές για να τιμωρήσει και να συντρίψει όσους τόλμησαν να αμφισβητήσουν την αστική εξουσία.

Το μετεμφυλιακό κράτος αποτελούνταν από ένα σύνολο θεσμών, μηχανισμών, «έκτακτων μέτρων» και νόμων που κατασκευάστηκαν κατά τη διάρκεια του εμφυλίου και παγιώθηκαν μετά την ήττα του για να κρατήσουν το εργατικό κίνημα σε καταστολή. Η πρώτη πράξη του αστυνομοκρατούμενου αυτού καθεστώτος ήταν να θέσει εκτός νόμου όλες τις οργανώσεις και τα κόμματα που είχαν αναφορά στην Αριστερά, το εργατικό κίνημα και τον κομμουνισμό. Χάριζε θέσεις εξουσίας σε πρώην αξιωματικούς των Ταγμάτων Ασφαλείας, μοίραζε απλόχερα δικαιώματα σε κυβερνήσεις και ιμπεριαλιστές να παίρνουν καταδικαστικές αποφάσεις χωρίς την μεσολάβηση δικαστηρίων. Για τα επόμενα χρόνια, μέχρι και την επιβολή της χούντας αυτό το αστυνομοκρατούμενο καθεστώς διατηρούνταν και το αποτέλεσμα ήταν 100 χιλιάδες εξόριστοι, εκατοντάδες δολοφονημένοι, χιλιάδες βασανισμένοι και φυλακισμένοι. Την ίδια στιγμή όλα τα συνδικαλιστικά όργανα ελέγχονταν από διορισμένα μέλη του μηχανισμού, εξήγγειλαν αντικομουνιστικές δηλώσεις και απέκλειαν οποιαδήποτε μορφή οργανωμένης διεκδίκησης και νόμιμης δράσης.

Σκοπός της ελληνικής αστικής τάξης και των ΗΠΑ ήταν η διατήρηση αυτού του καθεστώτος καθ’ όλη την περίοδο της οικονομικής «άνθισης» ώστε να μην μπορέσουν οι μάζες να διεκδικήσουν κανένα νέο όρο ζωής, να μην μπορέσουν να πετύχουν νίκες που θα τους έβγαζαν από τον «πάγο» της ήττας και φυσικά να μην τολμήσουν ξανά να απειλήσουν την αστική εξουσία. Άλλωστε, ο ρόλος του ελληνικού καπιταλισμού πλάι στις ΗΠΑ ήταν συγκεκριμένος, σύμφωνα και με το σχέδιο Μάρσαλ, και η κρίσιμη περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου και της Μέσης Ανατολής μετατρεπόταν σε ένα εργαστήριο – στρατόπεδο ελεγχόμενο από το ΝΑΤΟ. Στα πλαίσια του Ψυχρού Πολέμου όλη η περιοχή γκρεμίζονταν και φτιάχνονταν από την αρχή παίρνοντας τη μορφή μιας απέραντης στρατιωτικής βάσης και ενός «παραδείσου» υδρογονανθράκων στα χέρια των ιμπεριαλιστών.

Το εργατικό κίνημα ξεκινάει τις διεκδικήσεις

Το καθεστώς αν και αδίστακτο, ποτέ δεν κατάφερε να πείσει τις μάζες. Η οικονομική ανάπτυξη του κεφαλαίου συνοδεύτηκε από μια περαιτέρω προλεταριοποίηση. Ταυτόχρονα, η συγκέντρωση των λαϊκών στρωμάτων στις πόλεις, η μαζική απορρόφησή τους στην βιομηχανία, την οικοδομή και τις κατασκευές δημοσίων έργων, μετέθεσαν σημαντικά το κοινωνικό βάρος του προλεταριάτου. Η νεοσύστατη ΕΔΑ (Ενιαία Δημοκρατική Αριστερά) που προκύπτει από την ένωση κομμάτων και οργανώσεων που βρισκόταν στην παρανομία, συσπείρωσε γρήγορα πολλούς αγωνιστές και κατάφερε να βγει δεύτερη στις εθνικές εκλογές του 1958 (παρά την ρεφορμιστική και προδοτική ηγεσία της, η άνοδός της είναι ενδεικτική καθώς σκιαγραφεί ένα πρώτο ξεπέρασμα της ηττοπάθειας των μαζών).

Ταυτόχρονα, η άνοδος της αραβικής επανάστασης και οι δεκάδες κοινωνικοί αγώνες που ξέσπασαν στην Ευρώπη ξεκίνησαν να συζητούνται μεταξύ των εργαζόμενων μαζών δίνοντας ώθηση για διεκδικήσεις. Ήδη από το 1956 και ειδικά μετά το 1958, οι απεργίες μαζικοποιήθηκαν και απέκτησαν χαρακτηριστικά σύγκρουσης και επιμονής. Οι αγώνες κλιμακώθηκαν με τη μεγαλειώδη απεργία των οικοδόμων και τις εκπαιδευτικές κινητοποιήσεις. Το μεγάλο βήμα του εργατικού κινήματος γίνεται το 1965 ως αντίδραση στο «βασιλικό πραξικόπημα» με την εξέγερση των Ιουλιανών. Μπορεί το εργατικό κίνημα να μην κατάφερε να προβάλει ένα δικό του σχέδιο και να επιβάλλει τις ανάγκες του στην ελληνική ελίτ, όμως σίγουρα η περίοδος της ήττας γινόταν σταδιακά παρελθόν. Το μετεμφυλιακό κράτος έδειχνε τα όριά του και μια νέα «λύση έκτακτης ανάγκης» ήταν στα σκαριά.

 

Η πολιτική κρίση γιγαντώνεται

Οι αγώνες που ξέσπασαν δεν είχαν ένα σαφές πολιτικό πρόγραμμα, όμως στρέφονταν ενάντια στην σκληρή παραδοσιακή δεξιά και στον Καραμανλή, στο πρόσωπο του οποίου έβλεπαν όλα τα εγκλήματα, τη βία και την εξαθλίωση των προηγούμενων χρόνων. Η Ένωση Κέντρου (ΕΚ) με ηγέτη τον Γ. Παπανδρέου βρήκε μεγάλο έρεισμα μεταξύ των μαζών υιοθετώντας μια υποτιθέμενη «αντιδεξιά» ρητορική. Σύντομα έγινε εκφραστής και μιας μερίδας της αστικής τάξης, η οποία γνωρίζοντας τον αντικομουνιστικό και δόλιο χαρακτήρα του Παπανδρέου, θεώρησε ότι μπορεί να τους εγγυηθεί μια σταθερότητα και μερικές ελεγχόμενες διαφοροποιήσεις που θα περιόριζαν τις αντιδράσεις των μαζών. Την ίδια στιγμή η ΕΡΕ δεν φαινόταν να μπορεί να κυβερνήσει με ομαλότητα και το εκλογικό της αποτέλεσμα αδυνάτιζε. Το 52% που πήρε η ΕΚ στις εκλογές του 1964, αν και αρχικά αγκαλιάστηκε από τις μάζες που πάλευαν για μεταρρυθμίσεις, σταδιακά ξεθώριασε ξεγυμνώνοντας μια κυβέρνηση που δεν μπορούσε να υλοποιήσει όλα αυτά για τα οποία εκλέχτηκε. Όσο οι αγώνες κλιμακώνονταν, τόσο η ΕΚ έχανε την ικανότητα να τους επηρεάζει. Το τρίπτυχο της εξουσίας (αστική τάξη, Παλάτι, Στρατός) σε συνδυασμό με τις ΗΠΑ αντιλήφθηκαν ότι οι ταξικοί συσχετισμοί μεταβάλλονταν και ότι το κίνημα κινδύνευε να χαράξει ένα νέο δρόμο προς μια δεύτερη αμφισβήτηση του καθεστώτος.

Ο φόβος του χαφιέ και η προδοσία των σταλινικών που αποτελούσαν βαρίδια της προηγούμενης δεκαετίας, είχαν αντικατασταθεί από ένα ορμητικό κίνημα, που αξιοποιούσε ό,τι εργαλεία διέθετε για να συγκρουστεί με το μετεμφυλιακό κράτος, τις έκδηλες κυβερνήσεις με τα ιμπεριαλιστικά σχέδια και με τις αυταπάτες περί εκλογικών λύσεων που προέβαλαν οι ρεφορμιστές της ΕΔΑ/ΚΚΕ. Η κρίση των δύο βασικών αστικών κομμάτων και η ανικανότητα του Παλατιού (δεν είχε ρίζωμα στην κοινωνία και η απόπειρα πραξικοπήματος του βασιλιά γέννησε την εξέγερση των Ιουλιανών), έβαζαν την ελληνική αστική τάξη και τα σχέδια των ιμπεριαλιστών σε τεράστιο κίνδυνο. Το μετεμφυλιακό κράτος δεν είχε απλά ξηλωθεί, αλλά είχε ποδοπατηθεί από ένα επιθετικό λαϊκό κίνημα. Οι ΗΠΑ έδωσαν το πράσινο φως για το πραξικόπημα και οι εκλογές του 1967 δεν έγιναν ποτέ.

Η Δικτατορία

Η δικτατορία των Συνταγματαρχών με αρχηγό τον Γ. Παπαδόπουλο, ανέλαβε την εξουσία της χώρας τα ξημερώματα της 21ης Απριλίου του 1967 και σε λίγες ώρες ολόκληρη η Αθήνα είχε καταληφθεί από μονάδες του στρατού. Η χούντα δεν επιβλήθηκε σαν κεραυνός εν αιθρία. Αντίθετα, είναι γνωστό ότι: α) ο βασιλιάς ετοίμαζε δικό του πραξικόπημα, β) ο στρατός ήταν καιρό σε ετοιμότητα, γ) οι Αμερικάνοι σε συνεννόηση με την ελληνική αστική τάξη και την ηγεσία του στρατού παρότρυναν την ενέργεια, δ) προβλεπόταν ήδη από το Σύνταγμα η αμφισβήτηση της αστικής διακυβέρνησης από τον βασιλιά αν θεωρούνταν αναγκαίο. Ας μην ξεχνάμε τον, ανέκαθεν, ισχυρό ρόλο που είχε ο στρατός στην πολιτική διακυβέρνηση της χώρας και την «ευκολία» με την οποία επενέβαινε άμεσα στην κοινοβουλευτική εξουσία. Οι δικτατορίες στην Ελλάδα άλλωστε δεν αποτελούσαν ποτέ σχέδιο μιας μικρής ομάδας «παρανοϊκών» αλλά αντίθετα, επιβεβαίωναν το μακρύ χέρι του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού στους κρατικούς μηχανισμούς της χώρας και τα συμφέροντα της ελληνικής αστικής τάξης, στραμμένα πάντα στην Δύση και στην εξυπηρέτησή της.

Αμέσως μετά την εγκαθίδρυση της χούντας, χιλιάδες αγωνιστές φυλακίστηκαν και εξορίστηκαν (πάνω από 10.000), περίπου 90.000 συνελήφθησαν και βασανίστηκαν ενώ ταυτόχρονα χωροφύλακες πυροβολούσαν στο ψαχνό διαδηλωτές με κάθε ευκαιρία (19 επιβεβαιωμένοι νεκροί κατά τα πρώτα χρόνια). Η ωμή βία και ο βοναπαρτισμός καθόριζαν την δικτατορία, η οποία κατά τ’ άλλα δεν είχε μια δικιά της ιδεολογία. Αν και ήταν ταυτισμένη με την ελίτ και τις ΗΠΑ, δεν απέκτησε ρίζες στην κοινωνία. Με ένα αμάλγαμα ιδεολογικών κατακαθιών προηγούμενων δικτατοριών («Πατρίς – θρησκεία – οικογένεια») και με σημαία τον αντικομουνισμό, προσπαθούσε να δικαιολογήσει την εμφάνισή της κινδυνολογώντας περί σοβιετικών επιθέσεων στη χώρα.

Η χούντα επιβλήθηκε για την διαιώνιση του μετεμφυλιακού κράτους που είχε κλονιστεί από τους αγώνες και την πολιτική κρίση. Στα πλαίσια του Ψυχρού Πολέμου, η δικτατορία των «καραβανάδων» θα έκανε την Ελλάδα ακόμα πιο εύκολα διαχειρίσιμη, ειδικά μπροστά στον επικείμενο πόλεμο Αιγύπτου – Συρίας που ξεκινούσαν οι Αμερικάνοι για τον περιορισμό της ΕΣΣΔ. Στα ίδια πλαίσια, οι ΗΠΑ θέλοντας να στρατικοποιήσουν την Κύπρο, έπρεπε να βρουν μια κυβέρνηση που θα ξεπουλήσει γη και ύδωρ χωρίς να τη νοιάζει το πολιτικό κόστος. Η γνωστή και δοκιμασμένη τακτική του στρατιωτικού πραξικοπήματος ήταν και γι’ αυτούς η πιο «ασφαλής» επιλογή.

Τα οικονομικά μέτρα της χούντας εξυπηρετούσαν αποκλειστικά και απρόκλητα το ντόπιο και το ξένο κεφάλαιο. Άνοιξαν τις πόρτες για τις μεγαλύτερες καταληστεύσεις και ασυδοσίες προς όλους τους μεγάλους κεφαλαιούχους της εποχής, με μέτρα και οικονομικές ρυθμίσεις «κατά παραγγελία». Όλα τα μονοπώλια απαλλάσσονταν από φόρους και δέχονταν επιχορηγήσεις και τεράστια δάνεια. Όσον αφορά στο ξένο κεφάλαιο, η χώρα μετατράπηκε σε ένα επενδυτικό κέντρο με ξένες τράπεζες και πολυεθνικές που επισφράγιζαν την επέκταση του αμερικανικού ιμπεριαλισμού στην ανατολική Μεσόγειο, ενώ χτίστηκαν βιομηχανίες στις οποίες εξασφαλιζόταν το δικαίωμα εκμετάλλευσης της εσωτερικής αγοράς κάτω από «αποικιοκρατικούς» όρους. Αυτά είναι τα «έργα» της χούντας… ένα τεράστιο ξεπούλημα που ακόμα πληρώνουμε.

Η κρίση της Δικτατορίας: οι πρώτοι αγώνες

Μπορεί η απριλιανή δικτατορία να κρατούσε τους αστούς ικανοποιημένους, όμως οι λαϊκές μάζες ξεκίνησαν από νωρίς τις πρώτες αντιδράσεις. Η χούντα είχε δείξει από τις αρχές τις αδυναμίες της (πραξικόπημα βασιλιά, σκάνδαλα, έλλειψη ριζώματος) και έτσι μικροί και μεγάλοι αγώνες παρά την ακραία καταστολή επιδείκνυαν αυτοθυσία. Με την είσοδο στη νέα δεκαετία, η παγκόσμια οικονομική κρίση που σχηματίζεται προκαλεί νέους τριγμούς. Το τελευταίο «χαρτί» της χούντας σχετικά με βελτίωση του βιοτικού επιπέδου και παραχώρηση δικαιωμάτων έγινε στάχτη. Το σχέδιο «φιλελευθεροποίησης» που ξεκινάει τότε και κλιμακώνεται τον πρώτο καιρό της εξέγερσης, έδειξε τα όρια αυτού του καθεστώτος. Τα βασικά αστικά κόμματα είχαν ήδη δυσφημηθεί λόγω της μεσοβέζικης στάσης τους, και η χώρα περνάει σε μια βαθιά πολιτική κρίση.

Οι αγώνες αυξάνονται και αρχικά οργανώνονται από εργαζόμενους σε τυπογραφία, τράπεζες, μεταφορές, εργοστάσια κ.ά. Οι κινητοποιήσεις σε εκείνη τη φάση εστίαζαν σε συνδικαλιστικά αιτήματα αλλά υιοθετούσαν μαχητικές μορφές πάλης (απεργίες, στάσεις εργασίας). Την ίδια στιγμή οι φοιτητές, αν και αποτελούσαν ένα μικρό ποσοστό της νεολαίας, αναπτύσσουν αντανακλαστικά και οργανώνουν κινητοποιήσεις σε όλα σχεδόν τα Πανεπιστήμια της χώρας με αίτημα τις δημοκρατικές εκλογές. Με το πέρασμα των μηνών, οι μορφές πάλης της νεολαίας κλιμακώνονται, οι συνελεύσεις συσπειρώνονται, τα αιτήματα διευρύνονται και ο δρόμος προς τις καταλήψεις της Νομικής και μετέπειτα του Πολυτεχνείου ανοίγει. Η εξέλιξη του φοιτητικού κινήματος και τα νέα χαρακτηριστικά που παίρνει αντανακλούν, όπως θα δούμε παρακάτω και την επέμβαση της άκρας και επαναστατικής Αριστεράς, την περιθωριοποίηση των ρεφορμιστών και την κατάρρευση των αυταπατών για μια ομαλή επιστροφή στην «δημοκρατική διακυβέρνηση».