Συμφωνία της Βάρκιζας: η ολοκλήρωση της προδοσίας

Το Γενάρη του 1945, η προδοτική πολιτική της σταλινικής ηγεσίας του ΚΚΕ είχε οδηγήσει στην τραγωδία των Δεκεμβριανών και τη σφαγή του λαού της Αθήνας και του Πειραιά από τον βρετανικό ιμπεριαλισμό και τους συνεργάτες των ναζί. Ωστόσο, παρά το ισχυρό χτύπημα, το μεγαλειώδες λαϊκό εαμικό κίνημα κάθε άλλο παρά είχε συντριβεί. Ο ΕΛΑΣ εξακολουθούσε να ελέγχει πολλές περιοχές, ιδίως στη βόρεια Ελλάδα, και οι περισσότερες δυνάμεις του παρέμεναν άθικτες και ετοιμοπόλεμες. Την αποφασιστικότητα του λαού να συνεχίσει τον αγώνα εξέφραζε χαρακτηριστικά το στιχάκι της εποχής «μας πήραν την Αθήνα μόνο για ένα μήνα, οι Άγγλοι θα νικήσουν όταν οι μαύροι ασπρίσουν». Την ίδια στιγμή, η επιρροή του ΚΚΕ μέσα στα συνδικάτα και τις μαζικές οργανώσεις της εργατικής τάξης ήταν σχεδόν καθολική. Υπήρχαν συνεπώς οι προϋποθέσεις για συνέχιση της πάλης, τόσο με μαζικούς εργατικούς αγώνες στις πόλεις, όσο και με ένοπλο αγώνα στην ύπαιθρο, αρκεί να γινόταν οργανωμένη ανασύνταξη των δυνάμεων του κινήματος. Κάτι τέτοιο όμως αποδείχτηκε αδύνατο όσο η ηγεσία του τελευταίου βρισκόταν στα προδοτικά χέρια των σταλινικών, που ακολουθούσαν πιστά τις επιταγές της Μόσχας. Λίγες εβδομάδες πριν τη διάσκεψη της Γιάλτας, όπου θα ολοκληρωνόταν το μοίρασμα των «σφαιρών επιρροής» με τους Αγγλοαμερικάνους ιμπεριαλιστές, ο Στάλιν διαμήνυσε στους ηγέτες του ΚΚΕ, μέσω του στενού του συνεργάτη Δημητρώφ, να μην περιμένουν οποιουδήποτε είδους βοήθεια. Το σταλινικό ΚΚΕ, πανικόβλητο μπροστά στην κυνική στάση του «πατερούλη» και μη έχοντας την παραμικρή εμπιστοσύνη στο μεγαλειώδες λαϊκό κίνημα του οποίου ήταν επικεφαλής, οδηγήθηκε άρον-άρον σε μια προδοτική συνθηκολόγηση.

Από την άλλη πλευρά, τόσο οι Άγγλοι ιμπεριαλιστές όσο και η ελληνική αστική τάξη είχαν συνειδητοποιήσει πλήρως τον θανάσιμο κίνδυνο που μόνο προσωρινά είχαν αποφύγει και εξακολουθούσε να τους απειλεί. Ο μόνος τρόπος να απαλλαχτούν οριστικά από αυτόν ήταν να πνίξουν στο αίμα το εαμικό κίνημα. Μια ομαλή επιστροφή στη «δημοκρατική νομιμότητα», όπως αφελώς έλπιζαν οι σταλινικοί ηγέτες ήταν πια αδύνατη. Κατά τις 11 μέρες διαπραγματεύσεων που προηγήθηκαν της υπογραφής της τελικής συμφωνίας σε μια βίλα της Βάρκιζας, ο Σιάντος και οι άλλοι ηγέτες του ΚΚΕ και του ΕΑΜ βρέθηκαν αντιμέτωποι με την αποφασιστικότητα και την αδιαλλαξία της κυβέρνησης Πλαστήρα και των Άγγλων προστατών της. Τελικά, στις 12 Φλεβάρη 1945, δέχτηκαν την οριστική διάλυση του ΕΛΑΣ και την παράδοση των όπλων του. Η προδοτική συμφωνία προέβλεπε επίσης ότι θα αμνηστεύονταν όλα τα πολιτικά «εγκλήματα» αλλά όχι και τα ποινικά. Έτσι, οι αγωνιστές του κινήματος της αντίστασης αφέθηκαν στο έλεος των συμμοριών της αντίδρασης, την ίδια στιγμή που οι σταλινικοί ηγέτες εξασφάλιζαν αμνηστία για τους εαυτούς τους.

Την υπογραφή της συμφωνίας της Βάρκιζας ακολούθησε ένα κύμα προπαγάνδας από πλευράς ΚΚΕ, με στόχο να ξεγελαστούν οι μάζες σχετικά με το πραγματικό της περιεχόμενο και βέβαια για τις συνέπειές της. Οι σταλινικοί υποστήριζαν ότι η συμφωνία «εξασφαλίζει την αποκατάσταση των λαϊκών ελευθεριών» και ανοίγει την «εποχή των ειρηνικών πολιτικών αγώνων». Επιπλέον, αποδοκίμαζαν κάθε ενέργεια ενάντια στον αγγλικό στρατό κατοχής, καθώς, σύμφωνα με τη «γραμμή» του Στάλιν, οι Άγγλοι παρέμεναν βεβαίως «σύμμαχοι» και ο «αντιφασιστικός» αγώνας συνεχιζόταν, αφού η χιτλερική Γερμανία δεν είχε παραδοθεί ακόμη. Ο Ιωαννίδης, ένα από τα ηγετικά αλλά και πιο διεφθαρμένα σταλινικά στελέχη, δήλωνε με απίστευτη αδιαντροπιά και κυνισμό: «Η συμφωνία της Βάρκιζας ήταν σωστή, διότι ο ένοπλος αγώνας μας γίνεται αντισυμμαχικός, με τον πόλεμο που συνεχίζεται ενάντια στους Γερμανούς. Έτσι ο λαϊκός αγώνας μας γίνεται κυρίως σε βάρος της Σοβιετικής Ένωσης». Ενάντια στην κατάπτυστη συμφωνία εκδηλώθηκαν έντονες λαϊκές αντιδράσεις, λίγοι όμως τόλμησαν να καταγγείλουν ανοιχτά την ηγεσία. Ο Άρης Βελουχιώτης προσπάθησε να επικοινωνήσει με τους καπετάνιους του ΕΛΑΣ για να μην παραδώσουν τα όπλα, ήταν όμως πολύ αργά. Το κόμμα τον κατήγγειλε ως «προβοκάτορα» και τον άφησε στο έλεος των συμμοριών της αντίδρασης, που τον δολοφόνησαν. Οι αντάρτες του ΕΛΑΣ παρέδωσαν κλαίγοντας τα όπλα. Η καπιταλιστική αντίδραση ξέσπασε με απίστευτη μανία ενάντια στους αγωνιστές της αντίστασης. Χιλιάδες άνθρωποι, κάθε ηλικίας και φύλου, σφαγιάστηκαν, ιδιαίτερα στην ύπαιθρο, από τις συμμορίες των χιτών και των ταγματασφαλιτών. Ακόμα περισσότεροι οδηγήθηκαν στις φυλακές και τα ξερονήσια. Εκατοντάδες κοπέλες βιάστηκαν. Η λύσσα της ελληνικής αστικής τάξης και των ιμπεριαλιστών δεν θα καταλάγιαζε αν δεν ήταν απόλυτα βέβαιοι ότι η εξουσία τους δεν απειλείται.

Στις μέρες μας οι σταλινικοί, όταν αναγκάζονται να αναφερθούν στην προδοσία της Βάρκιζας, συνηθίζουν να επιρρίπτουν τις ευθύνες στην τότε ηγεσία και τον Σιάντο, προσπαθώντας να αφήσουν στο απυρόβλητο τον Ζαχαριάδη, ο οποίος τότε ήταν αιχμάλωτος των Γερμανών. Οι ρίζες όμως της προδοσίας ήταν πολύ βαθύτερες και βρίσκονταν στο σταλινικό εκφυλισμό του ΚΚΕ, που ξεκίνησε το 1926-27 και ολοκληρώθηκε το 1934 με την 6η Ολομέλεια, υπό την ηγεσία του Ζαχαριάδη. Με την απόφαση της 6ης Ολομέλειας, το ΚΚΕ εγκατέλειψε το στόχο της σοσιαλιστικής επανάστασης, αντικαθιστώντας τον με την «αστικοδημοκρατική επανάσταση». Η πολιτική αυτή πρακτικά σήμαινε ότι το κόμμα έπρεπε να συμμαχήσει με την «δημοκρατική» μερίδα της αστικής τάξης και να υπερασπίσει την αστική «πατρίδα». Φυσικές συνέπειες της σταλινοζαχαριαδικής πολιτικής ήταν το σύμφωνο Σοφούλη-Σκλάβαινα και η προδοσία των εξεγερμένων εργατών της Θεσσαλονίκης το 1936, η στήριξη προς τον Μεταξά κατά τον πόλεμο του 1940 και τελικά η προδοσία της ελληνικής επανάστασης το 1943-44.

Με τις συμφωνίες του Λιβάνου και της Καζέρτας, το ΚΚΕ συμμετείχε στην κυβέρνηση «εθνικής ενότητας», τη στιγμή που οι ένοπλες εξεγερμένες μάζες έδιναν στα χέρια του την εξουσία. Στα Δεκεμβριανά, κράτησε τον κύριο όγκο του ΕΛΑΣ μακριά από τη μάχη, αφήνοντας το λαό της Αθήνας στο έλεος της αντίδρασης και των Άγγλων ιμπεριαλιστών. Η συμφωνία της Βάρκιζας ήταν απλά η ολοκλήρωση της προδοτικής πολιτικής που υπαγορευόταν από τα συμφέροντα της σταλινικής γραφειοκρατίας της Σοβιετικής Ένωσης.