Ενδοϊμπεριαλιστικός ανταγωνισμός Ρωσίας-Κίνας και ΗΠΑ-ΝΑΤΟ

Αναδημοσίευση από την Εργατική Πάλη Μαΐου

Η αιτία της ενδοϊμπεριαλιστικής σύγκρουσης

Το 1965 οι ανεπτυγμένες χώρες, επί της ουσίας οι δυτικοί ιμπεριαλιστές (ΗΠΑ, ΕΕ και Ιαπωνία), συγκέντρωναν λίγο πάνω από το 70% του Ακαθάριστου Εθνικού Προϊόντος (σε ισοτιμία αγοραστικής δύναμης – ΡΡΡ) του πλανήτη. Το 2000 συγκέντρωναν το 57% όμως, το 2022 οι ανεπτυγμένες χώρες παρήγαγαν μόνο το 41% του παγκόσμιου ΑΕΠ, ενώ οι υπόλοιπες χώρες (όπου συμπεριλαμβάνονται οι Κίνα, Ινδία, Ρωσία, κ.ά.) το 59%. Το 2022 στις πρώτες δέκα χώρες με βάση το ΑΕΠ (σε ΡΡΡ) η Κίνα βρίσκονταν στην 1η θέση, οι ΗΠΑ στη 2η, η Ινδία στην 3η, η Ιαπωνία στην 4η, η Γερμανία στην 5η, η Ρωσία στην 6η, η Ινδονησία στην 7η, η Βραζιλία στην 8η, η Γαλλία στην 9η και η Βρετανία στην 10η. Και στη δομή του παγκόσμιου εμπορίου οι εξαγωγές της Κίνας ανέρχονταν το 2021 στα 3,34 τρισ., των ΗΠΑ στα 1,63, της Γερμανίας στα 1,56 και της Ιαπωνίας στα 0,7 τρισ., κοντολογίς οι εξαγωγές της Κίνας ήταν λίγο μικρότερες των εξαγωγών των υπόλοιπων τριών. Ο συσχετισμός δύναμης που αποτυπώνεται το 2022 όχι μόνο δεν αλλάζει στις διάφορες προβολές στο μέλλον (για το 2030 ή για το 2050) αλλά γίνεται πολύ χειρότερος για τους δυτικούς ιμπεριαλιστές.

Παρ’ όλο που τα τελευταία 40 χρόνια έχουν πραγματοποιηθεί αυτές οι γιγαντιαίες οικονομικές ανακατατάξεις (που συνοδεύονται από αντίστοιχες σε πληθυσμιακό επίπεδο) η πολιτική, γεωπολιτική, χρηματοπιστωτική και στρατιωτική αρχιτεκτονική του παγκόσμιου καπιταλισμού εξακολουθεί να είναι αυτή που διαμορφώθηκε αμέσως μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Όλοι οι διεθνείς οργανισμοί (Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, Παγκόσμια Τράπεζα, Παγκόσμιος Οργανισμός Εμπορίου, G7, κ.ά.) κυριαρχούνται από τις ΗΠΑ και από τους υπόλοιπους δυτικούς ιμπεριαλιστές και λειτουργούν με βάση τις πολιτικές τους, αν και με αυξανόμενες δυσκολίες ή αδιέξοδα. Το παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό σύστημα διευθύνεται επίσης από τις δυτικούς ιμπεριαλιστές και οι ΗΠΑ έχουν το τεράστιο προνόμιο του παγκόσμιου χρήματος, δηλαδή του δολαρίου. Οι ΗΠΑ εξακολουθούν να δαπανούν σε στρατιωτικές δαπάνες όσο όλες οι άλλες χώρες μαζί ενώ διατηρούν περίπου 1.100 στρατιωτικές βάσεις σε όλο τον πλανήτη και αναμφίβολα ήταν μέχρι πρόσφατα η ηγεμονική δύναμη που αποφάσιζε, σχεδόν μόνη της, για όλες τις πολιτικές και γεωπολιτικές διευθετήσεις σε παγκόσμιο επίπεδο.

Αυτή η αντίφαση ανάμεσα, από τη μια, στην οικονομική παρακμή των δυτικών ιμπεριαλιστών και στην άνοδο των BRICS αλλά και μια σειράς άλλων χωρών και, από την άλλη, στην παρωχημένη παγκόσμια αρχιτεκτονική με ηγεμόνα τις ΗΠΑ, είναι η βαθιά αιτία του ενδοϊμπεριαλιστικού ανταγωνισμού που σοβούσε τα τελευταία χρόνια, και που πήρε πλέον τη ανοικτή μορφή της, προς το παρόν έμμεσης, στρατιωτικής σύγκρουσης με την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία. Η αντίφαση αυτή γίνεται εκρηκτική αν λάβει κανείς υπόψη το μακρύ κύμα κρίσης όπου βρίσκεται το παγκόσμιο καπιταλιστικό σύστημα τα τελευταία 50 χρόνια και μάλιστα χωρίς καμία ορατή διέξοδο.

Το ερώτημα δεν είναι αν ο σημερινός καπιταλιστικός κόσμος θα πάψει να είναι μονοπολικός και θα γίνει πολυπολικός. Το ερώτημα είναι αν η Κίνα θα υποκαταστήσει στην ηγεμονική θέση τις ΗΠΑ και θα αναδιατάξει, με βάση τα συμφέροντά της, από τον διεθνή καταμερισμό της εργασίας μέχρι και τη διεθνή γεωπολιτική αρχιτεκτονική. Σε μια τέτοια περίπτωση, την αρχική εκθρόνιση των ΗΠΑ θα την ακολουθήσει μια καθίζηση στην παγκόσμια ιεραρχία και δεν γεννάται λόγος για τους υπόλοιπους δυτικούς ιμπεριαλιστές. Η σημερινή παγκόσμια ιμπεριαλιστική ιεραρχία θα αντιστραφεί πλήρως. Συνεπώς, το ζήτημα είναι υπαρξιακό τόσο για τις αστικές τάξεις των δυτικών ιμπεριαλιστών όσο και για τις αστικές τάξεις της Κίνας και των υπόλοιπων.

Προς τον εφιάλτη του Γ΄ Παγκόσμιου Πόλεμου και του πυρηνικού αφανισμού

Βαδίζουμε ολοταχώς προς έναν Γ΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και αυτό δεν αποτελεί μια καταστροφολογία αλλά μια πρόβλεψη που στηρίζεται στον λυσσώδη καπιταλιστικό ανταγωνισμό και στο γεγονός ότι καμία ιμπεριαλιστική τάξη δεν παρέδωσε την κυριαρχία της χωρίς πόλεμο (πράγμα που πιστοποιούν οι Α΄ και Β΄ Π. Π. αλλά και οι αμέτρητες ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις). Κανένας δεν θα πρέπει να έχει την παραμικρή αυταπάτη ότι όλες αυτές οι ανατροπές θα γίνουν με ειρηνικό τρόπο.

Επιπλέον, η πρόσφατη ιστορία ενισχύει αυτή την πρόβλεψη. Οι ΗΠΑ επιχείρησαν με την Παγκοσμιοποίηση και την Νέα Τάξη Πραγμάτων, ήδη από τις αρχές της δεκαετίας του 1980, να ανατρέψουν την χειροτέρευση των οικονομικών συσχετισμών σε βάρος τους, αρχικά απέναντι στους άλλους δύο ιμπεριαλιστικούς πόλους: την ΕΕ και την Ιαπωνία. Παρά κάποιες πρώτες επιτυχίες, ειδικά μετά την κατάρρευση της ΕΣΣΔ, οδηγήθηκαν σε πλήρη αποτυχία με πιο κραυγαλέο παράδειγμα την ήττα τους στο Ιράκ (και την εγκατάλειψη του σχεδίου τους για αναμόρφωση της Μέσης Ανατολής). Εντούτοις δεν σταμάτησαν και αύξησαν τη μίζα τους στο αιματοβαμμένο παιχνίδι, επιχειρώντας με την εισβολή στο Αφγανιστάν να διασπάσουν την Ευρασία και με τις πολύχρωμες επαναστάσεις στις χώρες του πρώην Ανατολικού Μπλοκ να στραγγαλίσουν τη Ρωσία. Σε γενικές γραμμές απέτυχαν και σε αυτό το σχέδιο, αλλά δεν σταμάτησαν. Το ακριβώς αντίθετο, εξόπλισαν την Ουκρανία και ετοιμάστηκαν να την εντάξουν στο ΝΑΤΟ ώστε να συμπιέσουν τη Ρωσία και να την κατακερματίσουν, ανοίγοντας τον δρόμο για μια περικύκλωση και αφοπλισμό της Κίνας. Αυτό οδήγησε στην αντίδραση της Ρωσίας και της Κίνας και στην εισβολή της πρώτης στην Ουκρανία. Ταυτόχρονα άνοιξαν και το δεύτερο μέτωπο απέναντι στην Κίνα, δηλαδή το ζήτημα της Ταϊβάν, ενώ κλιμακώνουν συνεχώς τον πόλεμο στην Ουκρανία και τώρα πια δεν διστάζουν να υποστηρίξουν και μια ουκρανική επίθεση στο έδαφος της Ρωσίας.

Μετά το ξέσπασμα του πολέμου στην Ουκρανία οι εξελίξεις στην ενδοϊμπεριαλιστική σύγκρουση είναι επιταχυνόμενες και όχι μόνο στο στρατιωτικό επίπεδο. Η Κίνα έχει αρχίσει πλέον να επιταχύνει τους διάφορους εμβρυακούς αντιδυτικούς θεσμούς που είχε δημιουργήσει μόνη της ή με τις BRICS (από στρατιωτικές συνεργασίες και ασκήσεις μέχρι οικονομικές, νομισματικές, κ.ά., ενώσεις, και βέβαια με την αντικατάσταση του δολαρίου στο εμπόριο με διάφορες χώρες), ενώ προχωρά στην διευθέτηση αντιπαραθέσεων όπως μεταξύ Σαουδικής Αραβίας και Ιράν.

Η απάντηση του εργατικού κινήματος

Απέναντι σε αυτή την εφιαλτική κλιμάκωση της ενδοϊμπεριαλιστικής σύγκρουσης, που οδηγεί στο ξέσπασμα του Γ΄ Παγκοσμίου Πολέμου και στον πυρηνικό αφανισμό, αν εντωμεταξύ δεν προκύψει κανένα «ατύχημα», μόνο το παγκόσμιο προλεταριάτο μπορεί να σταθεί εμπόδιο ανατρέποντας το καπιταλιστικό σύστημα και τους καταστροφικούς του ανταγωνισμούς.

Η στάση του παγκόσμιου προλεταριάτου θα πρέπει να είναι η ανειρήνευτη σύγκρουση και με τα δύο ιμπεριαλιστικά στρατόπεδα τόσο των παλαιών ιμπεριαλιστών, των ΗΠΑ και των υπόλοιπων νατοϊκών, όσο και της Κίνας και Ρωσίας. Θα ήταν εγκληματικό και ταυτόχρονα αυτοκτονικό να συνταχθεί με ένα από τα δύο στρατόπεδα, κάτω από το οποιοδήποτε πρόσχημα είτε της «υπεράσπισης της δημοκρατίας»(;) των δυτικών ιμπεριαλιστών απέναντι στον «αυταρχισμό» των νέων ιμπεριαλιστών ή της εθνικής απελευθέρωσης της Ουκρανίας κ.ά., είτε της μακροχρόνιας άδικης εκμετάλλευσης των νέων ιμπεριαλιστών από τους παλιούς. Παλιοί και νέοι ιμπεριαλιστές εκμεταλλεύονται άγρια, όχι μόνο το προλεταριάτο τους αλλά και το παγκόσμιο, και εν συνεχεία συγκρούονται για την αναδιανομή αυτής της ληστείας, μη διστάζοντας να αιματοκυλίσουν την ανθρωπότητα.

Η ανειρήνευτη και απόλυτη σύγκρουση και με τους δύο ιμπεριαλιστικούς πόλους δεν σημαίνει την αποχή από την εκμετάλλευση των διαφορών τους προς όφελος της παγκόσμιας επανάστασης ή την κατανόηση ότι μια πρώτη αποδυνάμωση των ισχυρότερων Δυτικών, προτού ολοκληρωθεί η κυριαρχία των νέων ιμπεριαλιστών, ανοίγει αντικειμενικά ένα ευνοϊκό μεσοδιάστημα για την παγκόσμια σοσιαλιστική επανάσταση. Ωστόσο είναι προφανές ότι η όποια τέτοιου είδους εκμετάλλευση των διαφορών τους κ.λπ. μπορεί να γίνει μόνο στον βαθμό που προωθείται η ριζοσπαστικοποίηση αφενός του αμερικάνικου και ευρωπαϊκού προλεταριάτου και αφετέρου του κινέζικου και του ρώσικου.

Ταυτόχρονα, το παγκόσμιο προλεταριάτο θα πρέπει να αποφύγει τον αφηρημένο αντιιμπεριαλισμό, δηλαδή την απλή φραστική καταδίκη και των δύο ιμπεριαλιστικών στρατοπέδων. Το καθήκον όλων των εργαζομένων σε όλο τον πλανήτη, και βέβαια της χώρας μας, δεν είναι να αυτοπεριοριστούν στις φραστικές καταγγελίες και τις απλές διαδηλώσεις αλλά να εμποδίσουν το ξέσπασμα του επικείμενου αφανισμού. Αυτό σημαίνει το ξήλωμα και των δύο ανταγωνιστικών ιμπεριαλιστικών δικτύων, ιδιαίτερα των Δυτικών που είναι το πιο ανεπτυγμένο, που πρέπει να γίνει χώρα με τη χώρα, και κυρίως η ανάπτυξη των αντικαπιταλιστικών αγώνων απέναντι στη εξαθλίωση, την αντιδημοκρατική αναδίπλωση και την οικολογική καταστροφή μέχρι την ανατροπή του καπιταλιστικού συστήματος. Ο μεγαλύτερος φόβος όλων των παλαιών και νέων ιμπεριαλιστικών τάξεων είναι η σοσιαλιστική επανάσταση. Η νίκη της έστω και σε μια μικρή χώρα θα επιβραδύνει αφάνταστα την ανεξέλεγκτη ροπή τους προς ένα γενικευμένο πόλεμο.