Γαλλία: κίνημα ενάντια στην ασφαλιστική αντιμεταρρύθμιση – Δευτέρα 27/03 19:00 Γαλλική Πρεσβεία

Κινητοποίηση

Δευτέρα 27/03 19:00 Γαλλική Πρεσβεία

Μπροστά σε μια αποφασιστική καμπή

Ανταπόκριση από το Παρίσι, 19/03/2023

Τους τελευταίους δύο μήνες εκτυλίσσεται στη Γαλλία μια μάχη σημαντική για τα γαλλικά και ευρωπαϊκά δεδομένα ενάντια στην ασφαλιστική αντιμεταρρύθμιση, που προωθεί η κυβέρνηση Μακρόν-Μπορν, η οποία κυρίως προβλέπει την αύξηση του ορίου συνταξιοδότησης από τα 62 στα 64 έτη.

Από την αρχή της μάχης αυτής, έχουν διεξαχθεί 6 γενικές απεργίες και 2 μεγάλες εθνικές διαδηλώσεις, στις 19 και 31/1, στις 7, 11 και 16/2 και στις 7, 11 και 15/03 – ενώ και στις 8/3 είχε κηρυχτεί γενική απεργία, ως μέρα για τα δικαιώματα των γυναικών, που συνδέθηκε με το αίτημα για απόσυρση του νομοσχεδίου. Όλες οι γενικές απεργίες ήταν πετυχημένες, με μεγάλη συμμετοχή στις διαδηλώσεις, που κυμαινόταν σύμφωνα με τα στοιχεία της αστυνομίας από 350 χιλιάδες μέχρι 1,3 εκ. σε πανεθνικό επίπεδο, και με αξιόλογη έως σημαντική συμμετοχή στην απεργία τόσο στον ιδιωτικό όσο και στον δημόσιο τομέα, σε όλη την Γαλλία, σε μικρές, μεσαίες και μεγάλες επιχειρήσεις.

Από τις 7/3, διάφορες ομοσπονδίες αποφάσισαν απεργίες διαρκείας, που συνεχίζονται μέχρι σήμερα. Πρόκειται για τις ομοσπονδίες της χημικής βιομηχανίας, που κυρίως έχουν δυνάμεις στα διυλιστήρια, τις ομοσπονδίες των σιδηροδρομικών, των αστικών μέσων μεταφοράς στο Παρίσι, και των δημοτικών υπαλλήλων, κυρίως των υπαλλήλων καθαριότητας, και της ενέργειας. Η συμμετοχή των εργαζομένων σε αυτές δεν είναι καθολική, όπως για παράδειγμα σε αυτές στα μέσα μεταφοράς το 2019 που είχαν κυριολεκτικά νεκρώσει στο Παρίσι, στις απεργίες στους σιδηροδρόμους το 2018 που είχαν παγώσει πανεθνικά το δίκτυο ή στις απεργίες στα διυλιστήρια τον Σεπτέμβριο-Οκτώβριο 2022 που είχαν οδηγήσει μέσα σε λίγες εβδομάδες σε έλλειψη καυσίμων στα μισά πρατήρια της χώρας. Η συμμετοχή των εργαζομένων της ενέργειας είναι πιο υψηλή και οδηγεί σε μείωση της παραγόμενης ηλεκτρικής ενέργειας, αλλά χωρίς σημαντικό αντίκτυπο στην λειτουργία της οικονομίας λόγω και της δυνατότητας εισαγωγών ηλεκτρισμού. Η απεργία των εργαζομένων της καθαριότητας στο Παρίσι έχει μεγάλη συμμετοχή, και ορατά αποτελέσματα στο Παρίσι – και έτσι η κυβέρνηση εφάρμοσε μια μερική επίταξη των εργαζομένων (όχι γενικευμένη σε όλα τα προάστια και σε όλες τις πόλεις). Έτσι η οικονομία συνεχίζει και λειτουργεί, παρά την στρατηγική τοποθέτηση των ομοσπονδιών και εργαζομένων που κινητοποιούνται.

Ωστόσο, οι μεγάλες γενικές απεργίες και οι συνεχιζόμενες κινητοποιήσεις κάθε είδους έχουν συντηρήσει και ενδυναμώσει τη γενικευμένη απόρριψη του νομοσχεδίου, την αποφασιστικότητα μιας μερίδας των εργαζομένων, την οργή απέναντι στην κυβερνητική προπαγάνδα. Διατηρούν, εν τέλει, συνεχώς ανοιχτό το ενδεχόμενο μίας σκλήρυνσης ή και επέκτασης των τρεχουσών απεργιών, μπλοκαρίσματος της οικονομίας ή ακόμα και μίας γενικευμένης ανάφλεξης ενάντια στην αντεργατική πολιτική της κυβέρνησης και της εργοδοσίας.

Μέσα σε αυτές τις συνθήκες, απέτυχε η προσπάθεια της κυβέρνησης να ψηφιστεί το νομοσχέδιο στο κοινοβούλιο, μέσω πολύμηνων διαπραγματεύσεων με το κόμμα των Ρεπουμπλικάνων (καθώς ο κυβερνητικός συνασπισμός είναι μειοψηφικός), εξελίχτηκε σε αποτυχία: ένα μεγάλο μέρος των ρεπουμπλικάνων βουλευτών, παρά τις πάγιες αντεργατικές θέσεις του και την ξεκάθαρη τρέχουσα και παλαιότερη τοποθέτησή του υπέρ της ανύψωσης του ορίου ηλικίας, αρνείται να ψηφίσει υπέρ του νομοσχεδίου –προφανώς υπό την πίεση της κοινής γνώμης και των δικών τους ψηφοφόρων–, παρά κάποιες παραχωρήσεις της κυβέρνησης σε επιμέρους απαιτήσεις του. Κατά συνέπεια, η κυβέρνηση κατέφυγε στο διαβόητο άρθρο 49.3 του γαλλικού συντάγματος, που επιτρέπει την υιοθέτηση ενός νόμου χωρίς ψηφοφορία του κοινοβουλίου. Ο Μακρόν επικαλέστηκε «πολύ μεγάλους οικονομικούς και χρηματοοικονομικούς κινδύνους», μια πιθανή χρεωκοπία της χώρας, και το γεγονός ότι η Γαλλία δανείζεται πλέον στις διεθνείς αγορές με επιτόκιο άνω του 3%. Έτσι, το δίλημμα συμπυκνώνεται στο «μεταρρύθμιση ή χρεωκοπία».

Η καταφυγή στο άρθρο 49.3, ωστόσο, παρέχει την δυνατότητα στην αντιπολίτευση να εκκινήσει διαδικασίες ψήφου εμπιστοσύνης. Ο υπολογισμός του Μακρόν και της κυβέρνησής του είναι απλός: οι Ρεπουμπλικάνοι δεν θα υπερψήφιζαν, αλλά δεν έχουν κανένα συμφέρον να υπερψηφίσουν μια πρόταση μομφής. Απαιτείται η υπερψήφιση της πρότασης μορφής από την μισή, τουλάχιστον, κοινοβουλευτική τους ομάδα (30 βουλευτές), ώστε να πέσει η κυβέρνηση. Ωστόσο, οι Ρεπουμπλικάνοι δεν θα είχαν κανένα όφελος από πιθανές εκλογές, όπου μόνοι ενισχυμένοι ή νικητές θα ήταν οι σχηματισμοί του Μελανσόν και της Λεπέν – και η γαλλική αστική τάξη δεν έχει κανέναν λόγο να τους σπρώξει σε μια τέτοια περιπέτεια. Αυτό ωστόσο δεν αποκλείει «ατυχήματα» ή περαιτέρω θρυμματισμό της κοινοβουλευτικής τους ομάδας, με υπερψήφιση της πρότασης μομφής από ορισμένους βουλευτές τους.

Έτσι, η πολιτική κατάσταση φαίνεται να εξελίσσεται όπως είχαμε αναλύσει μετά τις γαλλικές βουλευτικές εκλογές: «Οποιαδήποτε προσφυγή σε προεδρικά διατάγματα, θα βάθαινε το χάσμα ανάμεσα στον Μακρόν και στη γαλλική κοινωνία, ανάμεσα στην ελίτ και στα λαϊκά και εργατικά στρώματα. Αν στην προηγούμενη θητεία η προσφυγή στα διατάγματα ήταν στις αρχές έως έναν βαθμό μια επιλογή, σήμερα θα γινόταν αντιληπτή ως καθαρή παραχάραξη της λαϊκής έκφρασης και περιφρόνηση του κοινοβουλίου.

Οι εκλογές δεν ενέκριναν την πολιτική του Μακρόν και οποιαδήποτε προσπάθεια παραβίασης αυτής της ετυμηγορίας θα παροξύνει την πολιτική κρίση. Η κυβέρνηση θα χρειαστεί να καταφύγει σε ένα ατελείωτο κοινοβουλευτικό παζάρι για το νομοθετικό έργο, η ουσία του οποίου δεν είναι άλλη παρά ένα σύνολο αντεργατικών επιθέσεων. Παρά την επί της ουσίας συμφωνία όλων των κομμάτων (με τις αμφιταλαντεύσεις του σχηματισμού του Μελανσον, του NUPES), στις αντεργατικές πολιτικές και στον νεοφιλελευθερισμό, οι τακτικισμοί, η εκλογική επιβίωση, οι δημαγωγικοί πολιτικαντισμοί θα επιβάλλουν έναν αργό και διακεκομμένο χαρακτήρα στη νομοθέτηση και στη διακυβέρνηση.»

Πράγματι, ενώ η κυβέρνηση αναζητούσε μέχρι τελευταία στιγμή μια πιθανή στήριξη των Ρεπουμπλικάνων, την Πέμπτη το μεσημέρι, η πρωθυπουργός Μπορν ανακοίνωσε την ενεργοποίηση του 49.3. Το αποτέλεσμα ήταν αυθόρμητες απογευματινές διαδηλώσεις σε όλη τη Γαλλία, την Πέμπτη, και καλέσματα από συνδικάτα και οργανώσεις για συγκεντρώσεις την Παρασκευή, το Σάββατο και την Κυριακή, με δεκάδες χιλιάδες διαδηλωτές σε όλη την Γαλλία, συγκρούσεις σε διάφορες πόλεις και απαγορεύσεις διαδηλώσεων μπροστά στο κοινοβούλιο και στα κέντρα ορισμένων πόλεων – και χιλιάδες συνολικά προσαγωγές και συλλήψεις. Όλος ο αστικός τύπος χαρακτηρίζει την καταφυγή στο 49.3 ως ένδειξη αδυναμίας, λάθος, εκτροχιασμό της πολιτικής κρίσης, ενώ οι εργατικές συνομοσπονδίες, που προειδοποιούν ενάντια στον κίνδυνο «εκτροχιασμού της οργής και μη ελέγχου της βάσης τους», ανακοίνωσαν από κοινού μία νέα γενική απεργία για την Πέμπτη 23 Μάρτη.

Έτσι, η εξέλιξη της μάχης μοιάζει να πλησιάζει σε μια αποφασιστική καμπή. Το καθοριστικό στοιχείο θα είναι η γενίκευση και η μαζικοποίηση των απεργιών, που μπορούν να οδηγήσουν σε υπαναχώρηση την κυβέρνηση Μακρόν. Η έκβαση της μάχης θα έχει έναν διεθνή, ευρωπαϊκό ή και ευρύτερο, αντίκτυπο, ιδιαίτερα μέσα στις συνθήκες τριγμών του παγκόσμιου χρηματοπιστωτικού και τραπεζικού συστήματος και του συνεχιζόμενου πολέμου στην Ουκρανία.

Κωνσταντίνος Σηφάκης