Γαλλία: Ένα κίνημα γεννιέται ενάντια στην ασφαλιστική αντιμεταρρύθμιση

προδημοσίευση από την Εργατική Πάλη Φεβρουαρίου

Μεγάλη επιτυχία κατέγραψε η γενική απεργία της Τρίτης 31/1, η δεύτερη μετά τη γενική απεργία της 19ης Ιανουαρίου.

Η αντιμεταρρύθμιση προβλέπει σταδιακή μετάβαση σε γενικό κατώτατο ηλικιακό όριο συνταξιοδότησης στα 64 χρόνια από τα 62. Η αύξηση του ορίου σχεδιάζεται να ξεκινήσει άμεσα. Έτσι, η πρώτη γενιά εργαζομένων που θα κληθεί να δουλέψει παραπάνω είναι οι γεννηθέντες το 1961, πρακτικά όσοι θα μπορούσαν να βγουν στη σύνταξη από το τέλος της φετινής χρονιάς.

Σύμφωνα με την κυβέρνηση, εξαιρέσεις θα αποτελούν όσοι άρχισαν να εργάζονται νωρίτερα, από 14 έως 19 χρονών, για τους οποίους προβλέπονται κλιμακωτά ελαφρώς μικρότερα κατώτατα ηλικιακά όρια, από 58 έως 62 χρονών. Πρόκειται φυσικά για μία εξαίρεση που θα ισχύσει για μερικά χρόνια, μέχρι να αναιρεθεί από μία νέα αντεργατική ρύθμιση – και στοχεύει αποκλειστικά να ρίξει στάχτη στα μάτια της πολυάριθμης εργατικής νεολαίας, που ξεκινάει τον εργασιακό βίο της με μαθητεία και πρακτική στα τεχνικά λύκεια και στην μεταλυκειακή επαγγελματική εκπαίδευση. Ανάλογη στάχτη στα μάτια αποτελεί ο συνυπολογισμός των γονικών αδειών των γυναικών ως ασφαλιστικών τριμήνων. Είναι προφανώς θετικό, αλλά πρόκειται για μια ψευδο-ευαισθησία, για ένα φεμινιστικό προσωπείο.

Τέλος, η κυβέρνηση ανακοίνωσε την κατάργηση των «ευγενών ταμείων», των ξεχωριστών ταμείων, και την ενοποίηση σε έναν γενικό ασφαλιστικό φορέα. Ωστόσο, προσέχοντας να μην ανάψει παραπάνω φλόγες από αυτές που μπορεί να διαχειριστεί και κατόπιν της πικρής εμπειρίας των πολύμηνων καθολικών απεργιών του 2019-2020 στα μέσα μαζικής μεταφοράς του Παρισιού (διαθέτουν τέτοιο ξεχωριστό ταμείο), αυτή η ενοποίηση θα αφορά μόνο τους νεο-προσληφθέντες και όχι τους εν ενεργεία εργαζόμενους. Επίσης, στην προσπάθειά της να παρουσιάσει ένα κάποιο «φιλολαϊκό» προσωπείο και να διαιρέσει, ανακοίνωσε ότι το σχέδιο νόμου προβλέπει αυξήσεις για περίπου 2 εκ. χαμηλοσυνταξιούχους αν έχουν πλήρη ασφαλιστικά τρίμηνα/έτη και οι οποίοι θα λαμβάνουν εφεξής ως σύνταξη το 85% του κατώτατου μισθού.

Επιπλέον, η αντιμεταρρύθμιση επιταχύνει διατάξεις προηγούμενων αντι-συνταξιοδοτικών επιθέσεων, κυριότερα του νόμου Touraine του 2014 επί προεδρίας του «σοσιαλιστή» Ολάντ, που προβλέπει αύξηση των απαραίτητων ασφαλιστικών τριμήνων/ετών για την απονομή πλήρους σύνταξης (δηλαδή 50% του μικτού ετήσιου μισθού) στα 173 τρίμηνα, με άλλα λόγια στα 43 έτη. Οποιαδήποτε συνταξιοδότηση ανάμεσα στα 64 και 67 έτη θα υπόκειται σε μειωμένο ποσοστό σύνταξης, αν δεν υπάρχουν τα απαραίτητα ασφαλιστικά τρίμηνα/έτη, και μόνο μετά τα 67 έτη θα δικαιούται κανείς πλήρη σύνταξη ανεξαρτήτως τριμήνων (υπολογισμένη προφανώς, όπως και όλες οι συντάξεις, στα τελευταία 25 καλύτερα χρόνια).

Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία της αστυνομίας, η συμμετοχή στη διαδήλωση ανήλθε στα 1,27 εκ. κόσμου, πάνω από τα 1,12 εκ. της προηγούμενης απεργίας – και επισήμως πρόκειται για τη μεγαλύτερη διαδήλωση των τελευταίων 30 ετών, συμπεριλαμβανομένων των διαδηλώσεων του 1995. Τα στοιχεία των συνδικάτων κάνουν λόγο για 2,8 εκ. διαδηλωτές, εκ των οποίων οι 500 χιλιάδες στο Παρίσι. Πανεθνικά έγιναν περίπου 250 διαδηλώσεις, σε πόλεις, μεγάλες, μεσαίες και μικρές. Η συμμετοχή παντού ήταν ανοδική, με πρωτοεμφανιζόμενες διαδηλώσεις ακόμα και σε πολύ μικρές πόλεις, ενώ υψηλότερη ήταν η συμμετοχή της νεολαίας, φοιτητών και μαθητών.

Η συμμετοχή στην απεργία στον δημόσιο τομέα, για τον οποίο υπάρχουν στοιχεία, ήταν ελαφρώς μικρότερη από την προηγούμενη φορά, αλλά φαίνεται ότι ήταν μάλλον μεγαλύτερη στον ιδιωτικό τομέα, τουλάχιστον σε ό,τι αφορά τον αριθμό των επιχειρήσεων όπου απήργησαν έστω και λίγοι. Αυτό είναι ιδιαίτερα σαφές στις μικρές και μεσαίες πόλεις. Δεν υπάρχει όμως, ακόμα, στον ιδιωτικό τομέα κάποια επιχείρηση με καθολική συμμετοχή, με μόνη εξαίρεση ορισμένα διυλιστήρια (αν και υπάρχουν ορισμένες με συμμετοχή τέτοια ώστε να μπλοκάρει ή να σταματάει η παραγωγή). Στον δημόσιο τομέα, πολύ υψηλά ποσοστά συμμετοχής παρατηρούνται στους σιδηροδρομικούς, στα μέσα μεταφοράς του Παρισιού, στην EDF (γαλλική ΔΕΗ) και ακολουθούν οι εκπαιδευτικοί. Στις διαδηλώσεις, εμφανίστηκαν περισσότερα πανό επιχειρήσεων από την προηγούμενη φορά, αλλά ο κύριος όγκος των διαδηλωτών συμμετέχει με παρέες, ομάδες συναδέλφων, φίλους και συγγενείς. Αντίστοιχα μικρή είναι η συμμετοχή στις γενικές συνελεύσεις, όπου αυτές έχουν επιχειρηθεί, ακόμα και σε κλάδους που απεργούν μαζικά.

Κατόπιν αυτής της μαζικότατης διαδήλωσης, τα συνδικάτα, διατηρώντας το κοινό τους μέτωπο, προκήρυξαν γενική απεργία για την Τρίτη 7 Φεβρουαρίου και διαδήλωση το Σάββατο 12 του μηνός. Σε διάφορους κλάδους, όπως διυλιστήρια και σιδηρόδρομοι, συζητιέται η κάθοδος σε απεργία διαρκείας. Η συνδικαλιστική γραφειοκρατία ιδιαίτερα της СGT διστάζει γι’ αυτό, ενώ η συνομοσπονδία CFDT υποστηρίζει τις μονοήμερες γενικές απεργίες «χωρίς μπλοκάρισμα της χώρας», όπως οδύρονται στα κανάλια κυβέρνηση και εργοδότες εναντίον των κυλιόμενων απεργιών ή των απεργιών διαρκείας.

Είναι βέβαιο ότι η ερχόμενη απεργία θα είναι ίδιου μεγέθους ή ακόμα μεγαλύτερου, καθώς όσοι δεν απήργησαν δύο φορές τον Ιανουάριο (για να μην χάσουν δύο μεροκάματα), θα απεργήσουν ξανά στις 7 Φεβρουαρίου. Η συμμετοχή στις διαδηλώσεις θα είναι μάλλον ακόμα μεγαλύτερη, καθώς είναι δύσκολο να εξαπολυθεί ανοιχτή καταστολή και αυτό διευκολύνει τη συμμετοχή πιο διστακτικών στοιχείων ή άπειρων διαδηλωτών. Φυσικά, όσο η κυβέρνηση συνεχίζει να εμμένει στα 64 έτη, υποστηρίζοντας ότι είναι εκτός συζήτησης, τόσο η κύρια αιτία κινητοποίησης θα παραμένει, όσα τερτίπια ή μερικές βελτιώσεις και εάν παρουσιαστούν. Εξάλλου, ήδη εντός των κοινοβουλευτικών ομάδων του Μακρόν και των Ρεπουμπλικάνων έχουν αρχίσει να εμφανίζονται δισταγμοί και κάποιες πρώτες ρωγμές, που θα γίνουν πιο εμφανείς και βαθιές όσο οι κινητοποιήσεις διευρύνονται και βαθαίνουν. Μια ενδεχόμενη απώλεια της πλειοψηφίας στο Κοινοβούλιο θα οδηγούσε την κυβέρνηση Μακρόν να προσφύγει στα διατάγματα «έκτακτων διαδικασιών», όπως το 49.3 – κάτι που θα στιγμάτιζε, ιδιαίτερα μετά την απώλεια στήριξης στο κοινοβούλιο, τον Μακρόν και την κυβέρνηση του ως δικτάτορες και θα παρόξυναν την πολιτική και κοινωνική κρίση.

Κωνσταντίνος Σηφάκης