Λέoν Σεντόφ: Γιος, Φίλος, Αγωνιστής (του Λέον Τρότσκι)
Mε αφορμή την επέτειο του θανάτου του Λέον Σεντόφ (16 Φεβρουαρίου 1938, πιθανότατα δολοφονημένου από σταλινικούς πράκτορες), γιου του Τρότσκι και εξέχοντα αγωνιστή της Διεθνούς Αριστερής Αντιπολίτευσης και της 4ης Διεθνούς.
Λέoν Σεντόφ: Γιος, Φίλος, Αγωνιστής
του Λέον Τρότσκι
20 Φεβρουαρίου 1938
Writings 1937-1938, Νέα Υόρκη 1970, σελ. 166-179
μετάφραση από το Marxists Internet Archive
Καθώς γράφω αυτές τις γραμμές, με τη μητέρα του Λέον Σεντόφ στο πλευρό μου, συλλυπητήρια τηλεγραφήματα καταφθάνουν από διάφορες χώρες. Και για εμάς κάθε τηλεγράφημα προκαλεί την ίδια φρικτή ερώτηση: «Είναι πράγματι δυνατόν οι φίλοι μας στη Γαλλία, την Ολλανδία, την Αγγλία, τις Ηνωμένες Πολιτείες, τον Καναδά, τη Νότια Αφρική και εδώ στο Μεξικό να αποδέχονται ως σίγουρα αποδεδειγμένο ότι ο Σεντόφ δεν υπάρχει πια;» Κάθε τηλεγράφημα είναι μια ακόμη απόδειξη του θανάτου του, αλλά δεν μπορούμε να το πιστέψουμε ακόμα και τώρα. Κι αυτό, όχι μόνο επειδή ήταν ο γιος μας, ειλικρινής, αφοσιωμένος, στοργικός, αλλά πάνω από όλα επειδή είχε γίνει , όπως κανένας άλλος πάνω στη γη, μέρος της ζωής μας, συνυφασμένο σε όλες τις ρίζες της, ο συνστοχαστής μας, ο συνεργάτης μας, ο φύλακας μας, ο σύμβουλος μας, ο φίλος μας.
Από εκείνη την παλαιότερη γενιά στις γραμμές της οποίας καταταχτήκαμε στα τέλη του προηγούμενου αιώνα στον δρόμο προς την επανάσταση, όλοι, χωρίς εξαίρεση, έχουν εκκαθαριστεί από το σκηνικό. Αυτό που δεν κατάφεραν να πετύχουν τα τσαρικά κάτεργα και οι σκληρές εξορίες, οι κακουχίες της μετανάστευσης, ο εμφύλιος πόλεμος και οι αρρώστιες, έχει επιτευχθεί στα τελευταία χρόνια από τον Στάλιν, την χειρότερη μάστιγα της επανάστασης. Μετά την καταστροφή της παλαιότερης γενιάς, το καλύτερο τμήμα της επόμενης, δηλαδή της γενιάς που αφυπνίστηκε το 1917 και που εκπαιδεύτηκε στις είκοσι τέσσερις στρατιές του επαναστατικού μετώπου, καταστράφηκε επίσης. Επίσης συντρίφτηκε και καταστράφηκε ολοσχερώς το καλύτερο μέρος της νεολαίας, οι σύγχρονοι του Λέον. Ο ίδιος επέζησε ως εκ θαύματος, λόγω του ότι μας συνόδευσε στην εξορία και μετά στην Τουρκία. Στα χρόνια της τελευταίας μας μετανάστευσης κάναμε πολλούς νέους φίλους, μερικοί από τους οποίους έχουν μπει στενά στη ζωή μας και έχουν γίνει, όπως ήρθαν τα πράγματα, μέλη της οικογένειάς μας. Τους συναντήσαμε όμως όλους για πρώτη φορά τα τελευταία χρόνια, όταν είχαμε ήδη πλησιάσει στα γηρατειά. Ο Λέον ήταν ο μόνος που μας γνώριζε όταν ήμασταν νέοι. έγινε μέρος της ζωής μας από την πρώτη κιόλας στιγμή της «αφύπνισής» του. Ενώ ήταν νέος στα χρόνια, φαινόταν σύγχρονός μας. Μαζί μας πέρασε τη δεύτερη μετανάστευσή μας: Βιέννη, Ζυρίχη, Παρίσι, Βαρκελώνη, Νέα Υόρκη, Άμχερστ (στρατόπεδο συγκέντρωσης στον Καναδά) και τέλος Πετρούπολη.
Ενώ ήταν ακόμη παιδί –ήταν στα δώδεκα– είχε, με τον δικό του τρόπο, συνειδητά κάνει τη μετάβαση από την επανάσταση του Φλεβάρη σε αυτή του Οκτώβρη. Η παιδική του ηλικία πέρασε κάτω από μεγάλη πίεση. Πρόσθεσε έναν χρόνο στην ηλικία του για να μπορέσει να ενταχθεί πιο γρήγορα στην Κομμουνιστική Ένωση Νέων, βράζοντας εκείνη την εποχή από όλο το πάθος της αφυπνισμένης νεολαίας. Οι νεαροί αρτοποιοί, μεταξύ των οποίων έκανε προπαγάνδα, τον επιβράβευαν με ένα φρέσκο καρβέλι άσπρο ψωμί, το οποίο έφερνε με χαρά στο σπίτι κάτω από τη μασχάλη του και που προεξείχε από το σκισμένο μανίκι του σακακιού του. Ήταν έντονα και κρύα, μεγάλα και πεινασμένα χρόνια. Με δική του θέληση, ο Λέον έφυγε από το Κρεμλίνο για μια προλεταριακή φοιτητική εστία, για να μη διαφέρει από τους άλλους. Δεν θα επέβαινε μαζί μας σε αυτοκίνητο, αρνούμενος να κάνει χρήση αυτού του προνομίου των γραφειοκρατών. Συμμετείχε όμως ένθερμα σε όλα τα Κόκκινα Σάββατα και σε άλλες «εργατικές κινητοποιήσεις», καθαρίζοντας το χιόνι από τους δρόμους της Μόσχας, «εκκαθαρίζοντας» τον αναλφαβητισμό, ξεφόρτωνε ψωμί και ξύλα από φορτηγά αυτοκίνητα και αργότερα, ως φοιτητής πολυτεχνείου, επισκευάζοντας ατμομηχανές. Αν δεν έφτασε στο μέτωπο του πολέμου, ήταν μόνο επειδή ακόμη και η προσθήκη δύο ή τριών ετών στην ηλικία του δεν θα μπορούσε να τον βοηθήσει. γιατί δεν ήταν ακόμα δεκαπέντε όταν τελείωσε ο εμφύλιος. Ωστόσο, με συνόδευσε αρκετές φορές στο μέτωπο, απορροφώντας τις έντονες εντυπώσεις του και κατανοώντας σταθερά γιατί διεξαγόταν αυτός ο αιματηρός αγώνας.
Τα τελευταία δημοσιεύματα του Τύπου μιλούν για τη ζωή που έκανε ο Λέον Σεντόφ στο Παρίσι κάτω από «τις πιο ταπεινές συνθήκες» – πολύ πιο ταπεινές, επιτρέψτε μου να προσθέσω, από εκείνες ενός ειδικευμένου εργάτη. Ακόμη και στη Μόσχα, εκείνα τα χρόνια που ο πατέρας και η μητέρα του κατείχαν υψηλές θέσεις, έζησε όχι καλύτερα αλλά χειρότερα από ότι τα τελευταία χρόνια στο Παρίσι. Ήταν ίσως αυτός ο κανόνας στη νεολαία της γραφειοκρατίας; Με κανένα τρόπο. Ακόμα και τότε ήταν εξαίρεση. Σε αυτό το παιδί, που μεγάλωνε και γινόταν αγόρι και έφηβος, ξύπνησε νωρίς η αίσθηση του καθήκοντος και του επιτεύγματος.
Το 1923 ο Λέον ρίχτηκε με τα μούτρα στο έργο της Αντιπολίτευσης. Θα ήταν εντελώς λάθος να δει κανείς σε αυτό μόνο την γονική επιρροή. Άλλωστε, όταν έφυγε από το άνετο διαμέρισμα στο Κρεμλίνο για τον πειναλέο, κρύο και βρώμικο κοιτώνα του, το έκανε παρά τη θέλησή μας, παρόλο που δεν αντισταθήκαμε σε αυτή του την κίνηση. Ο πολιτικός του προσανατολισμός καθορίστηκε από το ίδιο ένστικτο που τον ώθησε να επιλέξει πολυσύχναστα τραμ παρά τις λιμουζίνες του Κρεμλίνου. Η πλατφόρμα της Αντιπολίτευσης απλώς έδωσε πολιτική έκφραση στα χαρακτηριστικά που ενυπήρχαν στη φύση του. Ο Λέον έσπασε ασυμβίβαστα με εκείνους τους φοιτητές φίλους του που οι γραφειοκράτες πατέρες τους τούς απόσχισαν βίαια από τον «τροτσκισμό» από τους και βρήκε έναν δρόμο για τους φίλους του φουρνάρηδες. Έτσι, στα δεκαεπτά του ξεκίνησε τη ζωή ενός πλήρως συνειδητοποιημένου επαναστάτη. Γρήγορα αντιλήφθηκε την τέχνη της συνωμοτικής εργασίας, των παράνομων συναντήσεων και της μυστικής έκδοσης και διανομής των εγγράφων της Αντιπολίτευσης. Η Κομμουνιστική Ένωση των Νέων ανέπτυξε γρήγορα τα δικά της ηγετικά στελέχη της Αντιπολίτευσης.
Ο Λέον είχε εξαιρετικές μαθηματικές ικανότητες. Δεν κουραζόταν να βοηθά πολλούς εργάτες- μαθητές που δεν είχαν πάει στο γυμνάσιο. Ασχολήθηκε με αυτή τη δουλειά με όλη του την ενέργεια. ενθαρρύνοντας, καθοδηγώντας, επιπλήττοντας τους τεμπέληδες – ο νεαρός δάσκαλος είδε σε αυτό το έργο μια υπηρεσία για την τάξη του. Οι δικές του σπουδές στην Ανώτερη Τεχνική Ακαδημία εξελίχτηκαν πολύ ευνοϊκά. Ήταν όμως μόνο ένα μέρος της εργάσιμης ημέρας του. Το μεγαλύτερο μέρος του χρόνου, της δύναμης και του πνεύματός του αφιερώθηκε στην υπόθεση της επανάστασης.
Τον χειμώνα του 1927, όταν ξεκίνησε η αστυνομική σφαγή της Αντιπολίτευσης, ο Λέον είχε κλείσει τα είκοσι δύο. Εκείνη την εποχή είχε γεννηθεί το παιδί του και θα έφερνε περήφανα τον γιο του στο Κρεμλίνο για να μας τον δείξει. Χωρίς να διστάσει ούτε στιγμή, ωστόσο, ο Λέον αποφάσισε να απομακρυνθεί από το σχολείο του και τη νεαρή οικογένειά του, για να μοιραστεί τη μοίρα μας στην Κεντρική Ασία. Σε αυτό ενήργησε όχι μόνο ως γιος αλλά πάνω απ’ όλα ως κάποιος που στοχαζόταν μαζί μας. Ήταν απαραίτητο, με κάθε κόστος, να σιγουρέψουμε τη σύνδεσή μας με τη Μόσχα. Η δουλειά του στην Άλμα Άτα, εκείνη τη χρονιά, ήταν πραγματικά απαράμιλλη. Τον αποκαλούσαμε υπουργό εξωτερικών, υπουργό αστυνομίας και υπουργό επικοινωνιών. Και για να εκπληρώσει όλες αυτές τις λειτουργίες, έπρεπε να βασιστεί σε έναν παράνομο μηχανισμό. Με εντολή του κέντρου της Αντιπολίτευσης στη Μόσχα, ο σύντροφος Χ, πολύ αφοσιωμένος και αξιόπιστος, απέκτησε μια άμαξα και τρία άλογα και εργάστηκε ως ανεξάρτητος αμαξάς μεταξύ της Άλμα Ατά και της πόλης Φρουνζέ (Πίσπεκ), εκείνη την εποχή το τέρμα του σιδηροδρόμου. Ήταν καθήκον του να μας μεταφέρει τη μυστική αλληλογραφία της Μόσχας κάθε δύο εβδομάδες και να μεταφέρει τις επιστολές και τα χειρόγραφά μας πίσω στο Φρουνζέ, όπου τον περίμενε ένας αγγελιοφόρος της Μόσχας. Μερικές φορές έφταναν και ειδικοί ταχυμεταφορείς από τη Μόσχα. Η συνάντηση μαζί τους δεν ήταν απλή υπόθεση. Μέναμε σε ένα σπίτι που περιβαλλόταν από όλες τις πλευρές από τα παραρτήματα της GPU και των πρακτόρων της. Τις εξωτερικές διασυνδέσεις χειριζόταν εξ ολοκλήρου ο Λέον. Έφευγε από το σπίτι αργά τις βροχερές νύχτες ή όταν το χιόνι έπεφτε πολύ, ή, αποφεύγοντας την επαγρύπνηση των κατασκόπων, κρυβόταν τη μέρα στη βιβλιοθήκη για να συναντήσει τον αγγελιαφόρο σε ένα δημόσιο λουτρό ή ανάμεσα στα χοντρά ζιζάνια. στα περίχωρα της πόλης ή στην ανατολίτικη αγορά όπου οι Κιργίζιοι συνωστίζονταν με τα άλογα, τα γαϊδούρια και τα εμπορεύματά τους. Κάθε φορά επέστρεφε ενθουσιασμένος και χαρούμενος, με τη λάμψη του κατακτητή στα μάτια του και την πολύτιμη λεία κάτω από τα ρούχα του. Και έτσι για ένα χρόνο ξέφευγε από όλους τους εχθρούς. Επιπλέον, διατηρούσε τις πιο «σωστές», σχεδόν «φιλικές» σχέσεις με αυτούς τους εχθρούς, που ήταν «σύντροφοι» του χθες, επιδεικνύοντας ασυνήθιστο τακτ και αυτοσυγκράτηση, φυλάσσοντάς μας προσεκτικά από εξωτερικές ενοχλήσεις.
Η μεγαλώσει ιδεολογική ζωή της Αντιπολίτευσης έβραζε τότε σαν καζάνι. Ήταν η χρονιά του 6ου Παγκόσμιου Συνεδρίου της Κομμουνιστικής Διεθνούς. Τα πακέτα της Μόσχας έφταναν με δεκάδες επιστολές, άρθρα, διατριβές, από συντρόφους γνωστούς και άγνωστους. Κατά τους πρώτους μήνες, πριν από την απότομη αλλαγή διαχείρισης από την GPU, λαμβάναμε πάρα πολλές επιστολές από τις επίσημες ταχυδρομικές υπηρεσίες από διάφορα μέρη της εξορίας. Ήταν απαραίτητο να κοσκινίσουμε προσεκτικά αυτό το διάχυτο υλικό. Και σε αυτό το έργο είχα την ευκαιρία να συνειδητοποιήσω, όχι χωρίς έκπληξη, πώς αυτό το μικρό αγόρι είχε ανεπαίσθητα μεγαλώσει, πόσο καλά μπορούσε να κρίνει τους ανθρώπους –ήξερε πολύ περισσότερους αντιπολιτευόμενους από εμένα–, πόσο αξιόπιστο ήταν το επαναστατικό του ένστικτο, που του έδωσε τη δυνατότητα, χωρίς κανένα δισταγμό, να ξεχωρίσει το γνήσιο και την ουσία από το ψεύτικο. Τα μάτια της μητέρας του, που γνώριζε τον γιο μας καλύτερα από τον καθένα, έλαμπαν από περηφάνια κατά τη διάρκεια των συνομιλιών μας.
Μεταξύ Απριλίου και Οκτωβρίου λάβαμε περίπου 1.000 πολιτικές επιστολές και έγγραφα και περίπου 700 τηλεγραφήματα. Την ίδια περίοδο στείλαμε 550 τηλεγραφήματα και όχι λιγότερες από 800 πολιτικές επιστολές, συμπεριλαμβανομένων ορισμένων σημαντικών έργων, όπως η Κριτική του Σχεδίου Προγράμματος της Κομμουνιστικής Διεθνούς [πρόκειται για το γνωστό βιβλίο του Τρότσκι Η Τρίτη Διεθνής μετά τον Λένιν, εκδ. Εργατική Πάλη] και άλλα. Χωρίς τον γιο μου δεν θα μπορούσα να είχα ολοκληρώσει ούτε τη μισή απ’ αυτή τη δουλειά.
Ωστόσο, αυτή η τόσο οικεία συνεργασία δεν σήμαινε ότι δεν προέκυπταν διαφωνίες ή περιστασιακά ακόμη και πολύ έντονες συγκρούσεις μεταξύ μας. Ούτε τότε, ούτε αργότερα κατά τη μετανάστευση –και αυτό πρέπει να το πω με πάσα ειλικρίνεια– οι σχέσεις μου με τον Λέων δεν είχαν καθόλου άρτιο και ήρεμο χαρακτήρα. Στις κατηγορηματικές επικρίσεις του, που συχνά ήταν ασεβείς για μερικούς από τους «παλιούς» της Αντιπολίτευσης, όχι μόνο αντέκρουα με εξίσου κατηγορηματικές διορθώσεις και επιφυλάξεις, αλλά επέδειξα απέναντί του την σχολαστική και απαιτητική στάση που είχα αποκτήσει σε πρακτικά ερωτήματα. Εξαιτίας αυτών των γνωρισμάτων, που είναι ίσως χρήσιμα και ακόμη απαραίτητα για δουλειά σε μεγάλη κλίμακα, αλλά ανεπαρκή στις προσωπικές σχέσεις, οι πιο κοντινοί μου άνθρωποι περνούσαν συχνά πολύ δύσκολα. Και καθώς ο πιο κοντινός μου από όλους τους νέους ήταν ο γιος μου, συνήθως αυτός περνούσε τις πιο δύσκολες στιγμές από όλους. Σε ένα επιφανειακό μάτι θα μπορούσε ακόμη και να φαινόταν ότι η σχέση μας ήταν διαποτισμένη από σοβαρότητα και ψυχρότητα. Όμως, κάτω από την επιφάνεια έλαμπε ένας βαθύς αμοιβαίος δεσμός βασισμένος σε κάτι αφάνταστα μεγαλύτερο από δεσμούς αίματος – μια σύμπνοια απόψεων και εκτιμήσεων, συμπαθειών και αντιπαθειών, από χαρές και λύπες που ζήσαμε μαζί, μεγάλες ελπίδες που είχαμε κοινές. Και αυτός ο αμοιβαίος δεσμός φούντωνε κατά καιρούς τόσο θερμά που μας αντάμειβε επί τριακόσια για τις μικροτριβές στην καθημερινή δουλειά.
Έτσι τέσσερις χιλιάδες χιλιόμετρα από τη Μόσχα, διακόσια πενήντα χιλιόμετρα από τον πλησιέστερο σιδηρόδρομο, περάσαμε μια δύσκολη και αξέχαστη χρονιά που παραμένει στη μνήμη μας κάτω από το σήμα Λέον, ή μάλλον Λέβικ ή Λεβούσγιατκα όπως τον λέγαμε.
Τον Ιανουάριο του 1929, το Πολιτικό Γραφείο αποφάσισε να με απελάσει «πέρα από τα σύνορα της ΕΣΣΔ» – στην Τουρκία, όπως αποδείχθηκε. Στα μέλη της οικογένειας δόθηκε το δικαίωμα να με συνοδεύσουν. Και πάλι χωρίς κανένα δισταγμό, ο Λέον αποφάσισε να μας συνοδεύσει στην εξορία, αποχωριζόμενος για πάντα τη γυναίκα και το παιδί του, τους οποίους αγαπούσε πολύ.
Ένα νέο κεφάλαιο, με τις πρώτες του σελίδες σχεδόν λευκές, άνοιξε στη ζωή μας. Οι συνδέσεις, οι γνωριμίες και οι φιλίες έπρεπε να χτιστούν εκ νέου. Και για άλλη μια φορά ο γιος μας έγινε τα πάντα για εμάς: ο μεσολαβητής μας στις σχέσεις με τον έξω κόσμο, ο φύλακας, ο συνεργάτης και ο γραμματέας μας όπως στην Άλμα Άτα, αλλά σε ασύγκριτα ευρύτερη κλίμακα. Οι ξένες γλώσσες, με τις οποίες στην παιδική του ηλικία ήταν πιο εξοικειωμένος απ’ ό,τι με τα ρωσικά, είχαν σχεδόν ξεχαστεί εντελώς στον αναβρασμό των επαναστατικών χρόνων. Έγινε απαραίτητο να τα μάθει ξανά από την αρχή. Ξεκίνησε η κοινή μας φιλολογική δουλειά. Τα αρχεία και η βιβλιοθήκη μου ήταν εξ ολοκλήρου στα χέρια του Λέον. Είχε ενδελεχή γνώση των έργων του Μαρξ, του Ένγκελς και του Λένιν, γνώριζε πολύ καλά τα βιβλία και τα χειρόγραφά μου, την ιστορία του κόμματος και της επανάστασης και την ιστορία της θερμιδοριανής πλαστογραφίας. Μέσα στο χάος της δημόσιας βιβλιοθήκης της Άλμα Άτα, είχε ήδη μελετήσει τα αρχεία της Πράβντα των σοβιετικών χρόνων και είχε συγκεντρώσει τα απαραίτητα αποσπάσματα και παραπομπές με αδιάλειπτη ευρηματικότητα. Χωρίς αυτό το πολύτιμο υλικό και χωρίς τις μετέπειτα έρευνες του Λέων σε αρχεία και βιβλιοθήκες, πρώτα στην Τουρκία, αργότερα στο Βερολίνο και τέλος στο Παρίσι, κανένα από τα έργα μου τα τελευταία δέκα χρόνια δεν θα ήταν δυνατό. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα για την Ιστορία της Ρώσικης Επανάστασης. Τεράστια σε ποσότητα, η συνεργασία του δεν είχε καθόλου έναν «τεχνικό» χαρακτήρα. Η ανεξάρτητη επιλογή του από γεγονότα, αποσπάσματα, χαρακτηρισμούς καθόριζε συχνά τη μέθοδο της παρουσίασής μου καθώς και τα συμπεράσματα. Η Προδομένη Επανάσταση περιέχει πολλές σελίδες που έγραψα με βάση πολλές γραμμές από τις επιστολές του γιου μου και τα αποσπάσματα που έστειλε από σοβιετικές εφημερίδες, στις οποίες δεν είχα πρόσβαση. Μου έδωσε ακόμη περισσότερο υλικό για τη βιογραφία του Λένιν. Μια τέτοια συνεργασία κατέστη δυνατή μόνο επειδή η ιδεολογική μας σύμπνοια είχε εισχωρήσει στη σάρκα και το αίμα μας. Το όνομα του γιου μου θα έπρεπε δικαίως να τοποθετηθεί δίπλα στο δικό μου σχεδόν σε όλα τα βιβλία μου που γράφτηκαν από το 1928 κι έπειτα.
Στη Μόσχα, μόλις ενάμιση χρόνος απόμενε στον Λέον για να ολοκληρώσει τη σχολή μηχανικής του. Η μητέρα του και εγώ επιμείναμε στο εξωτερικό να επιστρέψει στην εγκαταλειμμένη επιστήμη του. Στην Πρίγκηπο, μια καινούργια ομάδα νεαρών συνεργατών από διάφορες χώρες είχε στο μεταξύ δημιουργηθεί με επιτυχία, σε στενή συνεργασία με τον γιο μου. Ο Λέον συμφώνησε να φύγει μόνο λόγω του βαρυσήμαντος επιχειρήματος ότι στη Γερμανία θα μπορούσε να προσφέρει ανεκτίμητες υπηρεσίες στη Διεθνή Αριστερή Αντιπολίτευση. Συνεχίζοντας ξανά τις επιστημονικές του σπουδές στο Βερολίνο (έπρεπε να ξεκινήσει ξανά από την αρχή), ο Λέον ρίχτηκε με τα μούτρα στην επαναστατική δραστηριότητα. Στη Διεθνή Γραμματεία έγινε σύντομα εκπρόσωπος του ρωσικού τμήματος. Οι επιστολές του εκείνη την περίοδο προς τη μητέρα του και εμένα δείχνουν πόσο γρήγορα εγκλιματίστηκε στην πολιτική ατμόσφαιρα της Γερμανίας και της Δυτικής Ευρώπης, πόσο καλά έκρινε τους ανθρώπους και εκτιμούσε τις διαφορές και τις αμέτρητες συγκρούσεις εκείνης της πρώιμης περιόδου του κινήματός μας. Το επαναστατικό του ένστικτο, ήδη εμπλουτισμένο από σοβαρή εμπειρία, του έδωσε τη δυνατότητα σε όλες σχεδόν τις περιπτώσεις να βρει τον σωστό δρόμο ανεξάρτητα. Πόσες φορές χαρήκαμε όταν, ανοίγοντας ένα γράμμα που μόλις έφτασε, ανακαλύψαμε σε αυτό τις ίδιες ιδέες και συμπεράσματα στα οποία μόλις του είχα συστήσει την προσοχή. Και πόσο βαθιά και αθόρυβα χαρούμενος ήταν για τέτοιες συμπτώσεις των ιδεών μας! Η συλλογή των επιστολών του Λέων θα αποτελέσει αναμφίβολα μια από τις πιο πολύτιμες πηγές για τη μελέτη της εσωτερικής προϊστορίας της Τέταρτης Διεθνούς.
Όμως το ρωσικό ζήτημα συνέχιζε να καταλαμβάνει το κέντρο της προσοχής του. Ενώ ήταν ακόμη στην Πρίγκηπο, έγινε ουσιαστικά ο εκδότης του Δελτίου της Αντιπολίτευσης από την ίδρυσή του (μέσα του 1929) και ανέλαβε πλήρως την ευθύνη αυτού του έργου κατά την άφιξή του στο Βερολίνο (αρχές 1931), όπου το Δελτίο μεταφέρθηκε αμέσως από το Παρίσι. Η τελευταία επιστολή που λάβαμε από τον Λέον, που γράφτηκε στις 4 Φεβρουαρίου 1938, δώδεκα μέρες πριν από το θάνατό του, ξεκινά με τα εξής λόγια: «Σας στέλνω ορισμένες από τις σελίδες του Δελτίου, γιατί το επόμενο πλοίο δεν θα φύγει για κάποιο χρονικό διάστημα, ενώ το Δελτίο θα τυπωθεί αύριο το πρωί.» Η εμφάνιση του κάθε τεύχους ήταν ένα μικρό γεγονός στη ζωή του, ένα μικρό γεγονός που απαιτούσε μεγάλη προσπάθεια . σύνθεση του τεύχους, «γυάλισμα» της πρώτης ύλης, συγγραφή άρθρων, σχολαστική διόρθωση, άμεση αλληλογραφία με φίλους και συνεργάτες και, τουλάχιστον, συγκέντρωση χρηματικών κεφαλαίων. Μα πόσο περήφανος ήταν για κάθε «επιτυχημένο» φύλλο!
Τα πρώτα χρόνια της μετανάστευσης διατηρούσε ευρέως αλληλογραφία με αντιπολιτευόμενους στην ΕΣΣΔ. Αλλά μέχρι το 1932 η GPU κατέστρεψε σχεδόν όλες τις διασυνδέσεις μας. Κατέστη αναγκαίο να αναζητηθούν φρέσκες πληροφορίες μέσω υπόγειων καναλιών. Ο Λέον ήταν πάντα σε επιφυλακή, έψαχνε μανιωδώς για την επανασύνδεση των νημάτων με τη Ρωσία, κυνηγούσε τουρίστες που επέστρεφαν, Σοβιετικούς φοιτητές που είχαν μετατεθεί στο εξωτερικό ή συμπαθητικούς δημοσίους υπαλλήλους στις ξένες αντιπροσωπείες. Για να αποφύγει να διακινδυνεύσει την ταυτότητα του πληροφοριοδότη του, κινούνταν για ώρες στους δρόμους του Βερολίνου και αργότερα του Παρισιού για να αποφύγει τους κατασκόπους GPU που τον ακολουθούσαν. Όλα αυτά τα χρόνια δεν υπήρξε ούτε μία περίπτωση που να υπέφερε κάποιος ως συνέπεια αδιακρισίας, απροσεξίας ή απερισκεψίας εκ μέρους του.
Στα αρχεία της GPU αναφερόταν με το παρατσούκλι “synok” [στα ρώσικα: γιος] ή «Μικρός Γιός». Σύμφωνα με τον εκλιπών Ιγκνάς Ράις [στέλεχος των σοβιετικών μυστικών υπηρεσιών που προσχώρησε στην Τέταρτη Διεθνή και δολοφονήθηκε από τους πράκτορες της GPU, βλ. το βιβλίο της συζύγου του Ελίζαμπεθ Πορυέτσκι, Οι δικοί μας, εκδ. Futura], στη Λουμπιάνκα [διαβόητη φυλακή της GPU] είπαν σε περισσότερες από μία περιπτώσεις: «Ο μικρός γιος κάνει τη δουλειά του έξυπνα. Ο Γέρος δεν θα τα έβρισκε τόσο εύκολα χωρίς αυτόν.» Αυτή ήταν η πραγματική αλήθεια. Χωρίς αυτόν δεν θα ήταν εύκολο. Χωρίς αυτόν δεν θα ήταν εύκολο. Ακριβώς γι’ αυτό το λόγο οι πράκτορες της GPU, οι οποίοι εισχωρούσαν ακόμη και στις οργανώσεις της Αντιπολίτευσης, περικύκλωσαν τον Λέων με έναν πυκνό ιστό παρακολούθησης, ίντριγκες και συνωμοσίες. Στις δίκες της Μόσχας το όνομά του φιγουράρει πάντα δίπλα στο δικό μου. Η Μόσχα έψαχνε μια ευκαιρία να τον ξεφορτωθεί πάση θυσία!
Μετά την ανάληψη της εξουσίας από τον Χίτλερ, το Δελτίο της Αντιπολίτευσης απαγορεύτηκε αμέσως. Ο Λέον παρέμεινε στη Γερμανία για αρκετές εβδομάδες, συνεχίζοντας την παράνομη δουλειά, κρυμμένος από την Γκεστάπο σε διαφορετικά διαμερίσματα. Η μητέρα του και εγώ χτυπήσαμε τον συναγερμό, επιμένοντας στην άμεση αναχώρησή του από τη Γερμανία. Την άνοιξη του 1933 ο Λέον αποφάσισε τελικά να εγκαταλείψει τη χώρα που είχε μάθει να γνωρίζει και να αγαπά και μετακόμισε στο Παρίσι, όπου τον ακολούθησε το Δελτίο. Εδώ ο Λέον ξανάρχισε τις σπουδές του. Έπρεπε να περάσει εξετάσεις για το γαλλικό Λύκειο και στη συνέχεια για τρίτη φορά να ξεκινήσει με το πρώτο εξάμηνο στη Φυσικομαθηματική Σχολή της Σορβόννης. Στο Παρίσι έζησε κάτω από πολύ δύσκολες συνθήκες, σε διαρκή ανέχεια, ασχολούμενος με επιστημονικές σπουδές στο πανεπιστήμιο σε στιγμές αδράνειας. αλλά χάρη στις εξαιρετικές του ικανότητες ολοκλήρωσε τις σπουδές του, δηλαδή πήρε το δίπλωμά του.
Οι κύριες προσπάθειές του στο Παρίσι, ακόμη και σε μεγαλύτερο βαθμό από ό,τι στο Βερολίνο, ήταν αφιερωμένες στην επανάσταση και στη συνεργασία μαζί μου. Τα τελευταία χρόνια ο ίδιος ο Λέον άρχισε να γράφει πιο συστηματικά για τον τύπο της Τέταρτης Διεθνούς. Μεμονωμένες ενδείξεις, ειδικά οι σημειώσεις για τις αναμνήσεις του για την αυτοβιογραφία μου, με είχαν κάνει να υποψιάζομαι, όσο ήμουν ακόμη στην Πρίγκηπο, ότι είχε λογοτεχνικά χαρίσματα. Αλλά ήταν φορτωμένος με κάθε λογής άλλο έργο, και δεδομένου ότι είχαμε κοινές τις ιδέες και το θέμα μας, άφησε τη λογοτεχνική εργασία σε μένα. Όπως θυμάμαι, στην Τουρκία έγραψε μόνο ένα σημαντικό άρθρο: «Ο Στάλιν και ο κόκκινος στρατός – ή πώς γράφεται η ιστορία», με το ψευδώνυμο Ν. Μάρκιν, που ήταν ένας ναύτης-επαναστάτης με τον οποίο στην παιδική του ηλικία τους έδενε μια φιλία, ισχυροποιημένη από βαθύ θαυμασμό. Αυτό το άρθρο συμπεριλήφθηκε στο βιβλίο μου Η σταλινική σχολή της πλαστογραφίας. Στη συνέχεια τα άρθρα του άρχισαν να εμφανίζονται όλο και πιο συχνά στις σελίδες του Δελτίου και σε άλλες εκδόσεις της Τέταρτης Διεθνούς, που γράφονταν κάθε φορά υπό την πίεση της αναγκαιότητας. Ο Λέον έγραφε μόνο όταν είχε κάτι να πει και όταν ήξερε ότι κανείς άλλος δεν μπορούσε να το πει καλύτερα. Κατά την περίοδο της ζωής μας στη Νορβηγία έλαβα αιτήματα από διάφορα μέρη για ανάλυση των σταχανοβιστικών κινημάτων, που σε κάποιο βαθμό αιφνιδίασαν τις οργανώσεις μας. Όταν έγινε σαφές ότι η παρατεταμένη ασθένειά μου θα με εμπόδιζε να εκπληρώσω αυτό το καθήκον, ο Λέον μου έστειλε ένα προσχέδιο ενός άρθρου του για τον Σταχανοβισμό, με μια πολύ σεμνή συνοδευτική επιστολή. Αυτή η εργασία μου φάνηκε εξαιρετική τόσο στη σοβαρή και ενδελεχή ανάλυσής της όσο και στη λιτότητα και τη σαφήνεια της παρουσίασής της. Θυμάμαι πόσο ευχαριστημένος ήταν ο Λέον από τον θερμό μου έπαινο! Αυτό το άρθρο δημοσιεύτηκε σε πολλές γλώσσες και έδωσε αμέσως μια σωστή οπτική γωνία γι’ αυτή τη «σοσιαλιστική» δουλειά με το κομμάτι υπό το μαστίγιο της γραφειοκρατίας. Δεκάδες επόμενα άρθρα δεν έχουν προσθέσει τίποτα ουσιαστικό σε αυτή την ανάλυση.
Το κύριο φιλολογικό έργο του Λεόν ήταν το Κόκκινο Βιβλίο για τη Δίκη της Μόσχας, αφιερωμένο στη δίκη των δεκαέξι (Ζινόβιεφ, Κάμενεφ, Σμιρνόφ κ.ά.). Δημοσιεύτηκε στα γαλλικά, ρωσικά και γερμανικά. Εκείνη την εποχή η γυναίκα μου και εγώ ήμασταν αιχμάλωτοι στη Νορβηγία, δεμένοι χειροπόδαρα, στόχοι της πιο τερατώδους συκοφαντίας. Υπάρχουν ορισμένες μορφές παράλυσης, στις οποίες οι άνθρωποι βλέπουν, ακούν και καταλαβαίνουν τα πάντα, αλλά δεν μπορούν να κουνήσουν το δάχτυλό τους για να κρατήσουν μακριά τον θανάσιμο κίνδυνο. Ήταν σε μια τέτοια πολιτική παράλυση που μας υπέβαλε η νορβηγική «σοσιαλιστική» κυβέρνηση. Τι ανεκτίμητο δώρο για εμάς, υπό αυτές τις συνθήκες, ήταν το βιβλίο του Λέον, η πρώτη συντριπτική απάντηση στους πλαστογράφους του Κρεμλίνου. Οι πρώτες σελίδες, θυμάμαι, μου φάνηκαν ωχρές. Αυτό συνέβη επειδή επαναλάμβαναν μόνο μια πολιτική εκτίμηση, η οποία είχε ήδη γίνει, της γενικής κατάστασης της ΕΣΣΔ. Αλλά από τη στιγμή που ο συγγραφέας καταπιάστηκε με την ανεξάρτητη ανάλυση της δίκης, απορροφήθηκα εντελώς. Κάθε επόμενο κεφάλαιο μου φαινόταν καλύτερο από το προηγούμενο. «Καλό αγόρια, Λεβούσγιατκα!», είπαμε με τη γυναίκα μου. «Έχουμε έναν υπερασπιστή!. Πόσο πρέπει να έλαμπαν από ευχαρίστηση τα μάτια του καθώς διάβαζε τον θερμό μας έπαινο! Πολλές εφημερίδες, ιδιαίτερα το κεντρικό όργανο της Δανικής Σοσιαλδημοκρατίας, είπαν με βεβαιότητα ότι προφανώς είχα βρει, παρά τις αυστηρές συνθήκες εγκλεισμού, τα μέσα για να συμμετάσχω στο έργο που εμφανιζόταν με το όνομα του Σεντόφ. «Νιώθει κανείς την πένα του Τρότσκι…». Όλα αυτά είναι μυθοπλασία. Στο βιβλίο δεν υπάρχει ούτε μια δική μου γραμμή. Πολλοί σύντροφοι, που είχαν την τάση να θεωρούν τον Σεντόφ απλώς ως «γιο του Τρότσκι» –όπως ο Καρλ Λιμπκνεχτ θεωρούνταν για καιρό απλώς ο γιος του Βίλχελμ Λιμπκνεχτ– μπόρεσαν να πείσουν τον εαυτό τους, έστω και μόνο από αυτό το μικρό βιβλίο, ότι δεν ήταν μόνο μια ανεξάρτητη αλλά μια εξέχουσα φιγούρα.
Ο Λέων έγραφε όπως έκανε και όλα τα άλλα, δηλαδή συνειδητά, μελετώντας, στοχαζόμενος, ελέγχοντας. Η ματαιοδοξία της συγγραφής ήταν ξένη για αυτόν. Οι αγκιτατόρικες δηλώσεις δεν είχαν θέλγητρα για αυτόν. Ταυτόχρονα, κάθε γραμμή που έγραψε λάμπει από μια ζωντανή φλόγα, η πηγή της οποίας ήταν η πηγαία επαναστατική ιδιοσυγκρασία του.
Αυτή η ιδιοσυγκρασία διαμορφώθηκε και σκλήρυνε από γεγονότα προσωπικής και οικογενειακής ζωής που συνδέονται άρρηκτα με τα μεγάλα πολιτικά γεγονότα της εποχής μας. Το 1905, η μητέρα του ήταν σε μια φυλακή της Πετρούπολης περιμένοντας παιδί. Μια «ριπή» φιλελευθερισμού την άφησε ελεύθερη το φθινόπωρο. Τον Φεβρουάριο του επόμενου έτους γεννήθηκε το αγόρι. Εκείνη την εποχή ήμουν ήδη έγκλειστος στη φυλακή. Μπόρεσα να δω τον γιο μου για πρώτη φορά μόλις δεκατρείς μήνες αργότερα, όταν δραπέτευσα από τη Σιβηρία. Η πρώτη εντύπωση απ’ αυτόν έφερε με την ανάσα της πρώτης ρωσικής επανάστασης, η ήττα της οποίας μας οδήγησε στην Αυστρία. Ο πόλεμος, που μας οδήγησε στην Ελβετία, σφυρηλάτησε συνείδηση του οκτάχρονου αγοριού. Το επόμενο μεγάλο μάθημα για εκείνον ήταν η απέλασή μου από τη Γαλλία. Στο πλοίο μίλησε, στη νοηματική, για την επανάσταση με έναν Καταλανό θερμαστή. Η επανάσταση σήμαινε γι’ αυτόν όλη κάθε δυνατή ευλογία, κυρίως την επιστροφή στη Ρωσία. Καθοδόν από την Αμερική, κοντά στο Χάλιφαξ, ο εντεκάχρονος Λέβικ χτύπησε με τη γροθιά του έναν Βρετανό αξιωματικό. Ήξερε ποιον να χτυπήσει: όχι τους ναύτες που με μετέφεραν από το πλοίο, αλλά τον αξιωματικό που έδινε τις διαταγές. Στον Καναδά, κατά τη διάρκεια της φυλάκισής μου στο στρατόπεδο συγκέντρωσης, ο Λέον έμαθε πώς να αποκρύπτει γράμματα που έπρεπε να διαβάσει η αστυνομία και πώς να τα τοποθετεί απαρατήρητα στο γραμματοκιβώτιο. Στην Πετρούπολη, βρέθηκε αμέσως βυθισμένος στην ατμόσφαιρα του μπολσεβικισμού. Στο αστικό σχολείο όπου έτυχε να εγγραφεί στην αρχή, γιοι φιλελεύθερων και σοσιαλεπαναστατών τον ξυλοκοπούσαν επειδή ήταν γιος του Τρότσκι. Μια φορά πήγε στο Συνδικάτο Ξυλουργών, όπου δούλευε η μητέρα του, με το χέρι του ματωμένο. Είχε μια πολιτική συζήτηση στο σχολείο με τον γιο του Κερένσκι. Στους δρόμους συμμετείχε σε όλες τις διαδηλώσεις των Μπολσεβίκων, πίσω από τις πύλες βρήκε καταφύγιο από τις ένοπλες δυνάμεις του τότε Λαϊκού Μετώπου (ο συνασπισμός των Καντέτων, Σοσιαλεπαναστατών και Μενσεβίκων). Μετά τις μέρες του Ιουλίου, χλωμός και αδύνατος, ήρθε να με επισκεφτεί στη φυλακή των Κερένσκι-Τσερετέλι. Στο σπίτι ενός συνταγματάρχη που ήξεραν, στο τραπέζι του δείπνου, ο Λεόν και ο Σεργκέι ρίχτηκαν, με μαχαίρια στα χέρια, σε έναν αξιωματικό που είχε δηλώσει ότι οι Μπολσεβίκοι ήταν πράκτορες του Κάιζερ. Την ίδια περίπου απάντηση έδωσαν στον μηχανικό Σερεμπρόβσκι, τώρα μέλος της σταλινικής Κεντρικής Επιτροπής, όταν προσπάθησε να τους διαβεβαιώσει ότι ο Λένιν ήταν Γερμανός κατάσκοπος. Ο Λέβικ έμαθε νωρίς να τρίζει τα νεαρά του δόντια, όταν διάβαζε συκοφαντίες στις εφημερίδες. Πέρασε τις μέρες του Οκτώβρη παρέα με τον ναύτη Μάρκιν, που στον ελεύθερο τους χρόνο του δίδασκε στο κελάρι την τέχνη της σκοποβολής.
Έτσι διαμορφώθηκε ο αγωνιστής. Γι’ αυτόν η επανάσταση δεν ήταν μια αφηρημένη έννοια. Ω, όχι! Μπήκε στους πόρους του. Από αυτό προέκυψε η σοβαρή του στάση απέναντι στο επαναστατικό καθήκον, ξεκινώντας από τα Κόκκινα Σάββατα και τη διδασκαλία αυτών που είχαν μείνει πίσω. Γι’ αυτό αργότερα εντάχθηκε τόσο ένθερμα στον αγώνα κατά της γραφειοκρατίας. Το φθινόπωρο του 1927 ο Λέον έκανε μια «αντιπολιτευτική» περιοδεία στα Ουράλια, συνοδευόμενος από τον Μρατσκόβσκι και τον Μπελομπορόντοφ. Κατά την επιστροφή τους, και οι δύο μίλησαν με γνήσιο ενθουσιασμό για τη συμπεριφορά του Λέον κατά τη διάρκεια του αιχμηρού και απελπισμένου αγώνα, τις αδιάλλακτες ομιλίες του στις συναντήσεις της νεολαίας, την φυσική του αφοβία απέναντι στα αποσπάσματα χούλιγκαν της γραφειοκρατίας, το ηθικό του θάρρος που του επέτρεπε να αντιμετωπίζει την ήττα με το νεαρό κεφάλι του ψηλά. Όταν επέστρεψε από τα Ουράλια, έχοντας ωριμάσει σε αυτές τις έξι εβδομάδες, είχα ήδη εξοστρακιστεί από το κόμμα. Ήταν απαραίτητο να προετοιμαστούμε για την εξορία. Δεν επιδόθηκε στην απερισκεψία, ούτε έκανε επίδειξη θάρρους. Ήταν σοφός, προσεκτικός και μεθοδικός. Όμως ήξερε ότι ο κίνδυνος αποτελεί στοιχείο τόσο στην επανάσταση όσο και στον πόλεμο. Όποτε εμφανιζόταν η ανάγκη, και συνέβαινε συχνά, ήξερε πώς να αντιμετωπίσει τον κίνδυνο. Η ζωή του στη Γαλλία, όπου η GPU έχει φίλους σε κάθε όροφο του κυβερνητικού οικοδομήματος, ήταν μια σχεδόν αδιάσπαστη αλυσίδα κινδύνων. Επαγγελματίες δολοφόνοι ακολούθησαν τα βήματά του. Έμεναν σε διαμερίσματα δίπλα του. Έκλεβαν τις επιστολές και τα αρχεία του και άκουγαν τις τηλεφωνικές συνομιλίες του. Όταν, μετά από μια ασθένεια, πέρασε δύο εβδομάδες στις ακτές της Μεσογείου – οι μοναδικές του διακοπές για πολλά χρόνια – οι πράκτορες της GPU βρήκαν κατάλυμα στην ίδια πανσιόν. Όταν κανόνισε να πάει στη Μιλούζ για μια διάσκεψη με έναν Ελβετό δικηγόρο σε σχέση με μια νομική αγωγή κατά των συκοφαντιών του σταλινικού τύπου, μια ολόκληρη συμμορία πρακτόρων της GPU τον περίμενε στο σταθμό. Ήταν οι ίδιοι που αργότερα δολοφόνησαν τον Ίγκνας Ράις. Ο Λεόν γλίτωσε από βέβαιο θάνατο μόνο επειδή αρρώστησε την παραμονή της αναχώρησής του, υποφέροντας από υψηλό πυρετό και δεν μπορούσε να φύγει από το Παρίσι. Όλα αυτά τα γεγονότα διαπιστώθηκαν από τις δικαστικές αρχές της Γαλλίας και της Ελβετίας. Και πόσα μυστικά παραμένουν ακόμη άγνωστα; Οι πιο στενοί του φίλοι μάς έγραψαν πριν από τρεις μήνες ότι διέτρεχε έναν πολύ άμεσο κίνδυνο στο Παρίσι και επέμεναν να πάει στο Μεξικό. Ο Λέον απάντησε: «Ο κίνδυνος είναι αναμφισβήτητος, αλλά το Παρίσι σήμερα είναι πολύ σημαντικός σταθμός μάχης. να το αφήσεις τώρα θα ήταν έγκλημα.» Τίποτα δεν έμενε, παρά μόνο να υποκύψουμε σε αυτό το επιχείρημα.
Όταν το φθινόπωρο του περασμένου έτους ορισμένοι ξένοι σοβιετικοί πράκτορες άρχισαν να έρχονται σε ρήξη με το Κρεμλίνο και την GPU, ο Λέον φυσικά βρέθηκε στο επίκεντρο αυτών των γεγονότων. Ορισμένοι φίλοι διαμαρτυρήθηκαν για τη συναναστροφή του με νέους «αδοκίμαστους» συμμάχους: μπορεί να ήταν προβοκάτσια. Ο Λέον απάντησε ότι υπήρχε αναμφίβολα ένα στοιχείο κινδύνου, αλλά ήταν αδύνατο να αναπτυχθεί αυτό το σημαντικό κίνημα αν παραμέναμε στην άκρη. Έπρεπε και αυτή τη φορά να αποδεχτούμε τον Λέον όπως τον έκανε η φύση και η πολιτική κατάσταση. Ως γνήσιος επαναστάτης έδινε αξία στη ζωή μόνο στο βαθμό που αυτή υπηρετούσε τον αγώνα του προλεταριάτου για απελευθέρωση.
Στις 16 Φεβρουαρίου, οι απογευματινές εφημερίδες του Μεξικού έκαναν μια σύντομη ενημέρωση για τον θάνατο του Λέον Σεντόφ μετά από χειρουργική επέμβαση. Απορροφημένος σε επείγουσες εργασίες δεν είδα αυτά τα χαρτιά.
Ο Ντιέγκο Ριβέρα, με δική του πρωτοβουλία, έλεγξε αυτή την ενημέρωση μέσω ραδιοφώνου και ήρθε σε μένα με τα τρομερά νέα. Μια ώρα αργότερα είπα στη Ναταλία για το θάνατο του γιου μας – τον ίδιο μήνα Φεβρουαρίου, κατά τον οποίο πριν από τριάντα δύο χρόνια μού έφερε στη φυλακή την είδηση της γέννησής του. Έτσι τελείωσε για εμάς η μέρα της 16ης Φεβρουαρίου, η πιο μαύρη μέρα στην προσωπική μας ζωή.
Περιμέναμε πολλά πράγματα, σχεδόν τα πάντα, αλλά όχι αυτό. Διότι μόλις πρόσφατα ο Λέον μας είχε γράψει σχετικά με την πρόθεσή του να εξασφαλίσει μια δουλειά ως εργάτης σε ένα εργοστάσιο. Ταυτόχρονα εξέφρασε την ελπίδα να γράψει την ιστορία της Ρωσικής Αντιπολίτευσης για ένα επιστημονικό ινστιτούτο. Ήταν γεμάτος σχέδια. Μόνο δύο ημέρες πριν από την είδηση του θανάτου του, λάβαμε μια επιστολή από αυτόν με ημερομηνία 4 Φεβρουαρίου, γεμάτη θάρρος και ζωντάνια. Εδώ είναι μπροστά μου. «Προετοιμαζόμαστε», έγραψε, «για τη δίκη στην Ελβετία όπου η κατάσταση είναι πολύ ευνοϊκή όσον αφορά τόσο τη λεγόμενη ‘κοινή γνώμη’ όσο και τις αρχές». Και συνέχισε απαριθμώντας μια σειρά από ευνοϊκά γεγονότα και ενδείξεις. “En somme, nous marquons des points” (Συνολικά, σημειώνουμε πρόοδο). Η επιστολή αποπνέει σιγουριά για το μέλλον. Από πού λοιπόν αυτή η κακοήθης ασθένεια και ο αστραπιαίος θάνατος; Σε δώδεκα μέρες; Για εμάς, το ερώτημα καλύπτεται από ένα πέπλο βαθιού μυστηρίου. Θα ξεκαθαριστεί ποτέ; Η πρώτη και φυσική εικασία είναι ότι τον δηλητηρίασαν. Δεν ήταν δύσκολο για τους πράκτορες του Στάλιν να αποκτήσουν πρόσβαση στον Λέoν, τα ρούχα του, το φαγητό του. Είναι ικανοί οι δικαστικοί εμπειρογνώμονες, έστω και απερίσπαστοι από «διπλωματικές» εκτιμήσεις, να καταλήξουν σε οριστικό συμπέρασμα επί του θέματος; Σε σχέση με τη χημεία του πολέμου, η τέχνη της δηλητηρίασης έχει επιτύχει στις μέρες μας μια εξαιρετική εξέλιξη. Το σίγουρο είναι ότι τα μυστικά αυτής της τέχνης είναι απρόσιτα στους κοινούς θνητούς. Αλλά οι δηλητηριαστές της GPU έχουν πρόσβαση σε όλα. Είναι απολύτως εφικτό να φανταστούμε ένα δηλητήριο που δεν μπορεί να ανιχνευθεί μετά τον θάνατο, ακόμη και με την πιο προσεκτική ανάλυση. Και ποιος θα εγγυηθεί τέτοια προσοχή;
Ή τον σκότωσαν χωρίς να καταφύγουν στη βοήθεια της χημείας; Αυτή η νεαρή και βαθιά ευαίσθητη και τρυφερή ύπαρξη είχε πάρα πολλά που έπρεπε να αντέξει. Τα μακρά χρόνια της εκστρατείας του ψεύδους εναντίον του πατέρα του και των καλύτερων από τους μεγαλύτερους συντρόφους, τους οποίους ο Λέoν από την παιδική του ηλικία είχε συνηθίσει να σέβεται και να αγαπά, είχαν ήδη κλονίσει βαθιά τον ηθικό του οργανισμό. Η μακρά σειρά συνθηκολόγησης από μέλη της Αντιπολίτευσης του επέφερε πλήγματα που δεν ήταν λιγότερο βαριά. Στη συνέχεια, ακολούθησε στο Βερολίνο η αυτοκτονία της Ζίνας, της μεγαλύτερης κόρης μου, την οποία ο Στάλιν είχε δόλια, με την πιο καθαρή μνησικακία, ξεριζώσει μακριά από τα παιδιά της, την οικογένειά της, τον περίγυρο της. Ο Λέον βρέθηκε με το πτώμα της μεγαλύτερης αδερφής του και το εξάχρονο αγόρι της στα χέρια του. Αποφάσισε να προσπαθήσει να επικοινωνήσει τηλεφωνικά με τον μικρότερο αδελφό του Σεργκέι στη Μόσχα. Είτε επειδή η GPU ανησύχησε στιγμιαία από την αυτοκτονία της Ζίνα είτε επειδή ήλπιζε να ακούσει κάποια μυστικά, έγινε μια τηλεφωνική σύνδεση, αντίθετα με όλες τις προσδοκίες, και ο Λέον μπόρεσε να μεταδώσει τα τραγικά νέα στη Μόσχα με τη δική του φωνή. Τέτοια ήταν η τελευταία συζήτηση μεταξύ των δύο αγοριών μας, καταδικασμένων από την μοίρα αδερφών, πάνω από το ζεστό ακόμα σώμα της αδερφής τους.
Τα γράμματα του Λέον προς εμάς στην Πρίγκηπο ήταν λακωνικά, πενιχρά και συγκρατημένα όταν περιέγραφαν το μαρτύριο του. Μας γλίτωσε από πολλά. Αλλά σε κάθε γραμμή μπορούσε κανείς να νιώσει μια αφόρητη ηθική καταπόνηση.
Τις υλικές δυσκολίες και στερήσεις ο Λέον τις άντεχε εύκολα, σαν αστείο, όπως ένας αληθινός προλετάριος. αλλά φυσικά και αυτές άφησαν το στίγμα τους. Απείρως πιο οδυνηρά ήταν τα αποτελέσματα των επακόλουθων ηθικών βασανιστηρίων. Η δίκη των δεκαέξι της Μόσχας, ο τερατώδης χαρακτήρας των κατηγοριών, η εφιαλτική μαρτυρία των κατηγορουμένων, ανάμεσά τους ο Σμιρνόφ και ο Μρατσκόφσκι, τους οποίους ο Λέων γνώριζε και αγαπούσε τόσο στενά. ο απροσδόκητος εγκλεισμός του πατέρα και της μητέρας του στη Νορβηγία, η περίοδος τεσσάρων μηνών χωρίς κανένα νέο. η κλοπή των αρχείων. η μυστηριώδης απομάκρυνση της γυναίκας μου και εμού του ιδίου στο Μεξικό. η δεύτερη δίκη της Μόσχας και οι ακόμη πιο παραληρηματικές κατηγορίες και ομολογίες της. η εξαφάνιση του αδερφού του Σεργκέι, που κατηγορούνταν για «δηλητηρίαση εργατών»· η εκτέλεση αμέτρητων ανθρώπων που είτε ήταν στενοί φίλοι είτε παρέμειναν φίλοι μέχρι το τέλος. οι διώξεις και οι απόπειρες της GPU στη Γαλλία, η δολοφονία του Ράις στην Ελβετία, τα ψέματα, η χυδαιότητα, η προδοσία, οι σκευωρίες – όχι, ο «σταλινισμός» δεν ήταν για τον Λέων μια αφηρημένη πολιτική έννοια, αλλά μια ατελείωτη σειρά από ηθικά χτυπήματα και πνευματικές πληγές. Είτε οι δάσκαλοι της Μόσχας κατέφυγαν στη χημεία είτε αν όλα όσα είχαν κάνει προηγουμένως αποδείχθηκαν επαρκή, το συμπέρασμα παραμένει ένα και το αυτό: αυτοί ήταν που τον σκότωσαν. Την ημέρα του θανάτου του σημείωσαν στο θερμιδοριανό ημερολόγιο ως μεγάλη γιορτή.
Πριν τον σκοτώσουν, έκαναν ό,τι περνούσε από το χέρι τους για να συκοφαντήσουν και να μαυρίσουν τον γιο μας στα μάτια των συγχρόνων και των μεταγενέστερων γενεών. Ο Κάιν Τζουγκασβίλι (Στάλιν) και τα πρωτοπαλίκαρά του προσπάθησαν να απεικονίσουν τον Λέον ως πράκτορα του φασισμού, κρυφό υποστηρικτή της καπιταλιστικής παλινόρθωσης στην ΕΣΣΔ, οργανωτή των τροχαίων ατυχημάτων των σιδηροδρόμων και των δολοφονιών εργατών. Μάταιες οι προσπάθειες των αχρείων. Τόνοι θερμιδοριανής βρωμιάς αναπηδούν από τη νεανική του φιγούρα, χωρίς να αφήνουν λεκέ πάνω του. Ο Λέον ήταν ένας απόλυτα καθαρός, τίμιος, αγνός άνθρωπος. Μπορούσε πριν από οποιαδήποτε συγκέντρωση της εργατικής τάξης να αφηγηθεί την ιστορία της ζωής του –αλίμονο, τόσο σύντομη– μέρα με τη μέρα, όπως την έχω πει εν συντομία εδώ. Δεν είχε τίποτα να ντραπεί ή να κρύψει. Η ηθική αρχοντιά ήταν το βασικό στέμμα του χαρακτήρα του. Υπηρέτησε αταλάντευτα την υπόθεση των καταπιεσμένων, γιατί έμεινε πιστός στον εαυτό του. Από τα χέρια της φύσης και της ιστορίας αναδείχθηκε ένας άνθρωπος με ηρωικό καλούπι. Τα μεγάλα γεγονότα που προκαλούν δέος που αιωρούνται από πάνω μας θα χρειαστούν τέτοιους ανθρώπους. Αν ο Λέoν ζούσε για να συμμετάσχει σε αυτές τα γεγονότα, θα είχε δείξει το πραγματικό του ανάστημα. Δεν έζησε όμως. Ο Λέων μας, αγόρι, γιος, ηρωικός αγωνιστής, δεν υπάρχει πια!
Η μητέρα του –που ήταν πιο κοντά του από οποιονδήποτε άλλον άνθρωπο στον κόσμο– και εγώ ζούμε αυτές τις φριχτές ώρες αναπολώντας την εικόνα του, χαρακτηριστικό προς χαρακτηριστικό, ανίκανοι να πιστέψουμε ότι δεν υπάρχει πια και κλαίμε γιατί είναι αδύνατο να μην το πιστέψουμε. Πώς μπορούμε να συνηθίσουμε στην ιδέα ότι σε αυτή τη γη δεν υπάρχει πια η ζεστή, ανθρώπινη οντότητα, που ήταν δεμένη μαζί μας με τόσο αξεδιάλυτα νήματα κοινών αναμνήσεων, αμοιβαίας κατανόησης και τρυφερού δεσμού; Κανείς δεν μας ήξερε και κανείς δεν μας ξέρει, τις δυνατές και τις αδύναμες πλευρές μας, τόσο καλά όσο εκείνος. Ήταν μέρος και των δύο μας, το νεανικό μας κομμάτι. Μέσα από εκατοντάδες κανάλια, οι σκέψεις και τα συναισθήματά μας φτάνουν σε αυτόν καθημερινά στο Παρίσι. Μαζί με το αγόρι μας έχει πεθάνει ό,τι παρέμενε νέο μέσα μας.
Αντίο, Λέoν, αντίο, αγαπημένε και ασύγκριτε φίλε. Η μητέρα σου και εγώ ποτέ δεν σκεφτήκαμε, δεν περιμέναμε ποτέ ότι η μοίρα θα μας επέβαλλε αυτό το τρομερό καθήκον να γράψουμε την νεκρολογία σου. Ζούσαμε με την ακράδαντη πεποίθηση ότι πολύ καιρό αφότου εκλείψουμε θα ήσουν ο συνεχιστής του κοινού μας σκοπού. Αλλά δεν μπορέσαμε να σε προστατέψουμε. Αντίο Λεόν! Κληροδοτούμε την άμεμπτη μνήμη σου στη νέα γενιά των εργαζομένων του κόσμου. Δικαίως θα ζήσεις στις καρδιές όλων εκείνων που εργάζονται, υποφέρουν και αγωνίζονται για έναν καλύτερο κόσμο. Επαναστατική νεολαία όλων των χωρών! Δέξου από εμάς τη μνήμη του Λέον μας, υιοθέτησέ τον ως γιο σου –του αξίζει– και άφησέ τον εφεξής να συμμετέχει αόρατα στις μάχες σου, αφού η μοίρα του στέρησε την ευτυχία να συμμετάσχει στην τελική σου νίκη.