Η άποψή μας: Να τους τιμωρήσουμε με τον Νόμο τους

Να τους τιμωρήσουμε με τον Νόμο τους

Από την στήλη “Η άποψή μας” της Εργατικής Πάλης Ιουλίου-Αυγούστου

Ο αντεργατικός νόμος που ψήφισε η κυβέρνηση των α(χ)ρίστων που λιβανίζεται από τα ΜΜΕξαπάτησης είναι ένα πισωγύρισμα στην «δουλεία» για τους εργαζόμενους. Όλοι αυτοί που έχουν επιδοθεί σε μία άνευ προηγουμένου επιχείρηση τρομοκρατίας, εκβιασμού, πατριδεμπορίου και «λοβοτομής», που εξελίσσεται πάνω από δέκα χρόνια, έχουν στρέψει όλα τα όπλα του συστήματος ενάντια στους μισθούς και τα δικαιώματα των εργαζομένων, των φτωχών λαϊκών στρωμάτων και της νεολαίας. Αυτοί οι χρυσοκάνθαροι που με αναίδεια καλοζωισμένων πορφυρογέννητων, αυτοί οι χορτάτοι, διατάζουν τους πεινασμένους «να αρθούν στο ύψος των περιστάσεων», να «εκσυγχρονιστούν» και να μετρούν τα 8ωρα με 10ωρα και το μεροκάματό τους με… ρεπό.

Δικτατορία του κεφαλαίου

Ήδη στο Κομμουνιστικό Μανιφέστο οι Μαρξ – Ένγκελς μιλούν για τον δεσποτισμό των εργασιακών σχέσεων, του εργοστασιάρχη κ.λπ. Η επιθετική εφαρμογή των νεοφιλελεύθερων θεωριών που αποτελούν τον πυρήνα του εργασιακού νόμου, είναι ταυτόχρονα επίθεση και στα δημοκρατικά δικαιώματα και ελευθερίες όλης της κοινωνίας. Εκείνο όμως που συμβαίνει στο κοινωνικό-ταξικό επίπεδο ίσως είναι ακόμη πιο κρίσιμο και πιο αποκαλυπτικό. Οι εργασιακές σχέσεις στον καπιταλισμό δεν ήταν ποτέ δημοκρατικές και πάντοτε διέφεραν από τις κοινωνικές-πολιτικές σχέσεις και τα γενικά δικαιώματα και ελευθερίες που επικρατούσαν στην κοινωνία. Οι κατακτήσεις και οι θεσμοί που κατακτήθηκαν διά μέσου κοινωνικών αγώνων, όπως το σταθερό ωράριο, οι συλλογικές συμβάσεις, το δικαίωμα στην απεργία κ.ά., περιορίζοντας τον δεσποτισμό των καπιταλιστών, δηλαδή την εργοδοτική αυθαιρεσία/δικτατορία, επέφεραν μια «περιορισμένη δημοκρατία» και στις εργασιακές σχέσεις. Οι καπιταλιστές και το αστικό κράτος φρόντιζαν πάντοτε και με όλα τα μέσα για τη διατήρηση του καθεστώτος «δεσποτισμού», έστω της «περιορισμένης δημοκρατίας» μέσα στο εργοστάσιο, στις καπιταλιστικές επιχειρήσεις, τους τόπους δουλειάς.

Ο δεσποτισμός στις εργασιακές σχέσεις –μόνιμο και όχι συγκυριακό καθεστώς στις καπιταλιστικές κοινωνίες– δείχνει επί της ουσίας, ότι η αστική τάξη δεν υπήρξε ποτέ «δημοκρατική» και όχι μόνο μέσα στο εργοστάσιο. Αποτελεί γεγονός ότι σε κάποιες αστικές κοινωνίες υπήρξαν δημοκρατικά δικαιώματα και ελευθερίες, πάντα όμως μετά από σκληρούς αγώνες των εργαζομένων και των λαϊκών στρωμάτων. Στην Βρετανία –στην αρχαιότερη κοινοβουλευτική αλλά και καπιταλιστική χώρα– το δικαίωμα ψήφου επεκτάθηκε στο σύνολο των ανδρών (όχι σε όλες τις γυναίκες, λόγω ηλικιακών και περιοίκων κριτηρίων) ενήλικων εργαζόμενων (δηλαδή και των μη κατεχόντων περιουσία) το 1918 (!), μετά το τέλος του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, όπου η εργατική τάξη είχε χύσει ποταμούς αίματος για αυτή την παραχώρηση και για να αποφύγουν οι άρχουσες τάξεις εκρηκτικές καταστάσεις! Αυτό δεν σημαίνει ότι υπήρχε και υπάρχει δημοκρατία στην αστική κοινωνία, όχι μόνο λόγω του δεσποτισμού στις εργασιακές σχέσεις, αλλά γιατί αυτή η κοινωνία ήταν και είναι θεμελιωμένη πάνω στην εκμετάλλευση και την καταπίεση των πολλών από τους λίγους, στην ιδιοποίηση της ξένης ιδιοκτησίας και του πλούτου που παράγουν οι εργαζόμενοι. Έτσι, ο όρος «αστική δημοκρατία» επί της ουσίας είναι καταχρηστικός και κυρίως αποτελεί μια διάκριση από τα δικτατορικά, φασιστικά κ.λπ., καθεστώτα, αλλά μόνο στο πολιτικό επίπεδο και όχι όσον αφορά το κοινωνικό και τη λειτουργία του καπιταλισμού  και του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής. Μόνο οι κάθε είδους ρεφορμιστές χρησιμοποίησαν και ταύτισαν  τον όρο «αστική δημοκρατία» με τη «Δημοκρατία» για την προώθηση του «σχεδίου» τους , του «δημοκρατικού δρόμου προς το σοσιαλισμό» και κατασκεύασαν, αρχικά, «δημοκρατικές» μερίδες της αστικής τάξης και κατόπιν συνολικά (ειδικά σε περιόδους κρίσης και «ανώμαλων καταστάσεων») για να πραγματοποιήσουν τις αξιοθρήνητες πολιτικές τους συμμαχίες, που όλες οδήγησαν στην ενίσχυση του αστικού καθεστώτος και στο αδυνάτισμα του εργατικού κινήματος.

Οι αγώνες για την κατάργηση των αντιδραστικών εργασιακών σχέσεων, του αντεργατικού νόμου Χατζηδάκη-Μητσοτάκη δεν αποτελούν μόνο αγώνες για την κατάργηση του δεσποτισμού των εργοδοτών ή έστω της άμβλυνσης της εγγενούς ταξικής ανισότητας καπιταλιστών και εργαζομένων, αλλά είναι και αγώνες ταξικοί για πολιτικά δικαιώματα, δημοκρατικές και ατομικές ελευθερίες και για την Δημοκρατία των εργαζομένων. Όλοι οι κλασικοί του μαρξισμού θεωρούσαν την πλήρη δημοκρατία στις εργασιακές σχέσεις σαν βασική προϋπόθεση για το σοσιαλισμό.

«Ούτε τα φίδια δεν γεννάν τόσα αυγά».

Ο Μητσοτάκης και όλη η ακραία νεοφιλελεύθερη παρέα του είναι ό,τι χειρότερο έχει αναδείξει η μέχρι τώρα πολιτική ιστορία της χώρας. Προσπαθεί να συγκεντρώσει γύρω του ένα «κοινωνικό μπλοκ» με ό,τι πιο αντιδραστικό και σάπιο υπάρχει στην πολιτική και κοινωνική ζωή (πολιτικούς νενέκους της άρχουσας τάξης, κυρίους και τις κυρίες «φιλανθρωπικών» σωματείων, «επιφανείς» κυρίους και κυρίες της «υψηλής» κοινωνίας, όλοι τους κηφήνες και σφετεριστές του πλούτου που άλλοι παράγουν) και κυρίως να συγκροτήσει έναν φασίζων μηχανισμό καταστολής, για να τσακίσει το εργατικό κίνημα και να καταπατήσει τα πιο βασικά δικαιώματα των εργαζομένων. Προσπαθεί να ξεκολλήσει την αστική τάξη από την διαρκή αποτυχία και χρεοκοπία, ιδιαίτερα της προηγούμενης δεκαετίας, με μια πολιτική απίστευτης σκληρότητας και χωρίς προηγούμενο για τους εργαζόμενους που βρίσκονται στην παραγωγή – μια και οι μετεμφυλιακές γενιές έχουν αποχωρήσει. Σ’ αυτή την προσπάθειά του ο ΣΥΡΙΖΑ του «έστρωσε τον δρόμο» πάνω στον οποίο οικοδομεί το καθεστώς του Νέου Συστήματος Εκμετάλλευσης (ΝΣΕ) και βέβαια τα ΜΜΕξαπάτησης και οι γνωστοί αργυρώνητοι δημοσιογράφοι που έχουν κάνει επιστήμη τον επικοινωνιακό φασισμό, οι οποίοι επαναλαμβάνουν ουρλιάζοντας ότι η εργατική τάξη απαγορεύεται να έχει δικαιώματα.

Το μόνο σχέδιο που έχει η αστική τάξη, οι αστικές δυνάμεις και όλο αυτός ο συρφετός, είναι η επίθεση στα συμφέροντα και στα δικαιώματα της εργατικής τάξης, των λαϊκών στρωμάτων και η εγκαθίδρυση ενός αυταρχικού αστυνομικού καθεστώτος. Με λίγα λόγια, το σύνολο της πολιτικής τους είναι το τσεκούρωμα των εργασιακών σχέσεων, η διάλυση των συστημάτων υγείας, παιδείας και κοινωνικής ασφάλισης, το ξεπούλημα του πλούτου του ελληνικού λαού (οι λεγόμενες ιδιωτικοποιήσεις), το ΝΣΕ (όπως εμπλουτίστηκε και με τον τελευταίο αντεργατικό νόμο) κ.λπ., δηλαδή ό,τι κατάκτησε ο ελληνικός λαός και η κοινωνία με τεράστιους αγώνες και θυσίες μετά τα μετεμφυλιακά χρόνια.

Εμείς οι εργαζόμενοι και τα φτωχά λαϊκά στρώματα έχουμε καθήκον να στείλουμε όλους αυτούς τους σπουδαιοφανείς αλλά ά(χ)ριστους επί της ουσίας, κυρίους και κυρίες της εξουσίας να δουλέψουν σύμφωνα με το αντεργατικό νόμο που ψήφισαν, τίποτα άλλο.