Γενική απεργία ενάντια στο πραξικόπημα στη Μιανμάρ (του Πιερ Ρουσέ)

μετάφραση από το internationalviewpoint.org, 23 Φεβρουαρίου

(από τις εκδόσεις Εργατική Πάλη, κυκλοφορεί το βιβλίο του Πιερ Ρουσέ Η Κινέζικη Επανάσταση)

Το Κίνημα Πολιτικής Ανυπακοής (CDM, Civil Disobedience Movement) κάλεσε σ’ αυτή την 24ωρη γενική απεργία, 3 εβδομάδες μετά το πραξικόπημα της 1ης Φεβρουαρίου. Τα ρεπορτάζ των ΜΜΕ επιβεβαιώνουν την επιτυχία: σε όλη τη χώρα οι υπηρεσίες, επιχειρήσεις, αγορές, μαγαζιά και εστιατόρια έκλεισαν. Στις γειτονιές στήθηκαν οδοφράγματα και μπλόκα, ενώ αποκλείστηκαν δρόμοι.

Η στρατιωτική χούντα είχε προσπαθήσει να εμποδίσει αυτή την επιτυχία αυξάνοντας τη καταστολή. Υπήρξαν πάνω από 400 συλλήψεις. Μερικές φορές χρησιμοποιήθηκαν πραγματικά πυρά. Στη Νέπιντο, τη διοικητική πρωτεύουσα, η 19χρονη μανάβισσα Μια Τουετ Τουετ Κιν δολοφονήθηκε. Η κηδεία της ακολουθήθηκε από μια μεγάλη μοτοπορεία. Έγινε διαδήλωση για τη μνήμη της στη Ρανγκούν (Γιανγκόν), την οικονομική πρωτεύουσα και μεγαλύτερη πόλη της χώρας. Αυτή η δολοφονία ριζοσπαστικοποίησε τη διαμαρτυρία.

Μια ακόμα μεγάλη διαμαρτυρία έγινε στο λιμάνι του Μανταλέι, όπου οι αστυνομικές δυνάμεις σκότωσαν δυο άτομα, ενώ επιχειρούσαν να εξαναγκάσουν σε δουλειά απεργούς που αρνούνταν να φορτώσουν ένα καράβι.

Τη Δευτέρα 22 Φεβρουαρίου, ο στρατός πήρε αποτρεπτικά μέτρα, αναπτύσσοντας τανκς, σηκώνοντας φράγματα και τοποθετώντας στρατιωτικά κονβόι σε κοντινή απόσταση από τα αστικά κέντρα. Αυτό δεν απέτρεψε τους διαδηλωτές, που ξήλωσαν τα φράγματα ή συγκεντρώθηκαν μπροστά στους στρατιώτες.

Από την αρχή, η αντίσταση στο πραξικόπημα ένωσε ένα μεγάλο εύρος ανθρώπων, με τους υγειονομικούς και τη μορφωμένη νεολαία της «γενιάς Z» στην πρώτη γραμμή. Το κίνημα συγκεντρώνει επίσης δυνατές επίσημες ή ανεπίσημες ομοσπονδίες των εργαζομένων του δημοσίου τομέα, των εργαζόμενων στον ιδιωτικό, επιχειρηματίες και εμπόρους. Η αντιπολίτευση έχει διευρυνθεί σε νέες ομάδες και περιοχές τις τελευταίες τρεις εβδομάδες. Ένα συνδικάτο καθοδηγούμενο από γυναίκες στη βιομηχανική περιοχή στη Γιανγκόν βοηθά στην ενίσχυση των διαδηλώσεων στο κέντρο της πόλης. Οι ομάδες ΛΟΑΤΚΙ είναι πολύ δραστήριες. Αρχίζει να διαμορφώνεται και μια αγροτική κινητοποίηση. Αξιωματούχοι της αστυνομίας (μερικοί) στρέφονται με τη μεριά των διαδηλωτών. Βουδιστές μοναχοί δείχνουν την στήριξή τους (αλλά όχι το θρησκευτικό κατεστημένο). Οι διαδηλωτές έχουν επιλέξει τη μη βία, συνδυάζοντάς «ρευστές» δράσεις με μαζικές στατικές συγκεντρώσεις. Συνολικά, παρά κάποια μεμονωμένα περιστατικά, δεν φαίνεται να υπάρχει ιδιαίτερα βίαιη καταστολή μέχρι στιγμής.

H αντίσταση γρήγορα απέκτησε ένα πλαίσιο συντονισμού: το CDM. Αυτό στοχεύει στην εξασφάλιση ενός αγώνα με διάρκεια στο χρόνο και με αλληλεγγύη. Η απεργία στη Μπούρμα [άλλη ονομασία της χώρας – σημείωση του μεταφραστή] δεν είναι άνευ συνεπειών. Ακόμα και οι εργαζόμενοι στην πολιτική υπηρεσία (δημόσιος τομέας) καταλήγουν χωρίς εισόδημα: δεν υπάρχουν συνδικάτα και απεργιακά ταμεία ικανά να τους στηρίξουν. Αν ο αγώνας αποτύχει, ρισκάρουν τη δουλειά τους. Πολλές τοπικές πρωτοβουλίες έχουν παρθεί, συχνά από γνωστές προσωπικότητες, να βοηθήσουν τις οικογένειες των απεργών προμηθεύοντάς τους στέγη, φαγητό κ.ά. Η ύπαρξη του CDM έχει διευκολύνει μια αμοιβαία βοήθεια, ακόμα και αν είναι μόνο μια μερική και προσωρινή απάντηση.

Η δημιουργία του CDM είναι μια από τις πιο χτυπητές διαφορές από τα προηγούμενα μαζικά κινήματα ενάντια στον στρατιωτικό νόμο αρχίζοντας από τις 8 Αυγούστου του 1988 από φοιτητές, δικηγόρους και γιατρούς και –όπως και σήμερα– δημόσιους υπαλλήλους. Τα κινήματα αυτά εναντιώνονταν στο «σοσιαλιστικό» και δικτατορικό καθεστώς του στρατηγού Νε Γουίν. Τη δεκαετία του 1980 στη Μπούρμα, η λέξη «σοσιαλιστής» σίγουρα δεν είχε τη σημασία που της αποδίδεται γενικά. Τότε, η χούντα όριζε το όραμά της ως «σοσιαλιστικό και αντικομμουνιστικό».

Κανείς στη Μιανμάρ δεν ξεχνά τη σφαγή 3.000 ή και παραπάνω το 1988. Αλλά η ιστορία δεν είναι καταδικασμένη να επαναλαμβάνεται. Οι διαδηλωτές επιμένουν ότι αυτό το νέο κίνημα «4 δυάρια» (για τις 22.02.21) θα είναι πολύ μεγαλύτερο από το παλιό κίνημα «4 οχτάρια» (για τις 08.08.1988). Η χώρα δεν είναι πια απομονωμένη. Σήμερα, ο στρατός ελέγχει δύο πανίσχυρες οικονομικές κοινοπραξίες που τα κέρδη τους βασίζονται στο περιφερειακό εμπόριο ( η Σιγκαπούρη είναι η μεγαλύτερη πηγή ξένων επενδύσεων). Η εκπαίδευση των σημερινών ανώτατων αξιωματούχων, συμπεριλαμβανομένου του στρατηγού Μιν Άουνγκ Χλάινγκ [ο πραξικοπηματίας] είναι αρκετά διαφορετική από την εκπαίδευση του αστυνομικού σώματος υπό τον Νε Γουίν.

Το πραξικόπημα της 1ης Φεβρουαρίου δείχνει ότι ο στρατός δεν θέλει να παραδώσει καμία από τις εξουσίες του. Αλλά, αντιμέτωπος με τη δύναμη της λαϊκής κινητοποίησης, μπορεί να δοκιμάσει να παίξει με τον χρόνο παρά εξαπολύσει μια αιματοχυσία. Όπως και να έχει, δεν υπάρχει γυρισμός. H αποφασιστικότητα του κινήματος αντανακλά το αίσθημα ότι δεν υπάρχει αποδεκτή κατάληξη άλλη από τη νίκη – και η νίκη είναι εφικτή αυτή τη φορά!