Αντιμέτωποι με την κατάργηση του ασύλου και την αναγνώριση των κολλεγίων

Με την οικονομική κρίση να βαθαίνει και την Ελλάδα σε κατάσταση χρεοκοπίας, η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ έρχεται με το Σύμφωνο Σταθερότητας και τα νέα μέτρα στη φορολογία, την ασφάλιση και στην τοπική αυτοδιοίκηση (σχέδιο «Καλλικράτης»), να χαράξει νέες βαθιές πληγές στην ελληνική κοινωνία. Την ίδια στιγμή έχουν αρχίσει να ξεσπάνε αγώνες μεγαλύτεροι ή μικρότεροι υπό το βάρος των εξελίξεων (αιγύπτιοι αλιεργάτες, αγρότες), που όπως φαίνεται θα οξυνθούν ακόμη περισσότερο την επόμενη περίοδο.

Στα πανεπιστήμια δύο ζητήματα έχουν πάρει κεντρικό χαρακτήρα την τελευταία περίοδο. Το ένα είναι το ζήτημα του ασύλου, μετά και τα γεγονότα του περασμένου Δεκέμβρη. Τόσο λοιπόν με τον νόμο-πλαίσιο που περιορίζει το άσυλο σε χώρους που πραγματοποιείται εκπαιδευτικό και ερευνητικό έργο όσο και με τις συνεχείς πρόσφατες παραβιάσεις, φαίνεται ότι έχουν βάλει το άσυλο στο στόχαστρο. Γιατί το άσυλο για το κίνημα σημαίνει ελευθερία του φοιτητικού συνδικαλισμού και μαζική δημόσια δωρεάν παιδεία. Αποτελεί «ορμητήριο» φοιτητικών και εργατικών αγώνων και επαναστατικών και προοδευτικών ιδεών. Αποτελεί ασπίδα των φοιτητών απέναντι στην καθηγητική αυθαιρεσία και τους κατασταλτικούς μηχανισμούς.

Το χτύπημα του τελευταίου Δεκέμβρη με τις συνεχείς παραβιάσεις του ασύλου από την αστυνομία σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη, δεν είναι τυχαίο. Στη δίνη της κρίσης, με το βιοτικό επίπεδο να ισοπεδώνεται μέρα με τη μέρα, είναι βέβαιο ότι θα ξεσπάσουν αγώνες. Έτσι η κυβέρνηση προσπαθεί με την κατάργηση του ασύλου στην πράξη, να δημιουργήσει ένα ανάχωμα στα πανεπιστήμια αφού οι φοιτητές είναι ένα κομμάτι της κοινωνίας με διάθεση για μακροχρόνιους και μαχητικούς αγώνες. Εξάλλου στο πανεπιστήμιο της αγοράς που ετοιμάζουν (και στο οποίο συμφωνούν ΝΔ και ΠΑΣΟΚ) δεν χωράει η έννοια του ασύλου. Βέβαια δεν πρέπει να περιοριστούμε μόνο στο άσυλο, αλλά πρέπει να αντιμετωπίσουμε συνολικά την πολιτική συρρίκνωσης και κατάργησης των δημοκρατικών, συνδικαλιστικών και πολιτικών δικαιωμάτων και ελευθεριών.

Το δεύτερο ζήτημα είναι η αναγνώριση επαγγελματικών δικαιωμάτων στα πτυχία των κολλεγίων. Η υπουργός παιδείας, μετά από την παραπλανητική στάση με την αναστολή των αδειών των κολλεγίων, φαίνεται πως επαναφέρει το ζήτημα. Αυτή η εξέλιξη νομιμοποιεί την «παρασιτική» μεταλυκειακή αγορά που έχει δημιουργηθεί και δίνει το δικαίωμα σε κάθε έμπορο να πουλάει στην ουσία πτυχία ανώτατης εκπαίδευσης. Τα αποτελέσματα θα είναι η υποβάθμιση των εργασιακών και επαγγελματικών δικαιωμάτων των πτυχίων ή της έννοιας της πανεπιστημιακής μόρφωσης, αφού στο μέλλον ένα 2ετές ή 3ετές πακέτο σπουδών μπορεί να θεωρείται ισότιμο με ένα 4ετές ή 5ετές πτυχίο δημοσίου πανεπιστημίου. Ακόμη επιχειρείται η αμφισβήτηση του πτυχίου και των πτυχιούχων, οι οποίοι θα μετατραπούν σε «απασχολήσιμους» που θα καταρτίζονται δια βίου, αλλά δεν θα κατοχυρώνουν ποτέ δικαιώματα. Τέλος εισάγεται η έννοια των διδάκτρων στον χώρο της εκπαίδευσης ώστε να προετοιμαστεί το έδαφος για την επιβολή διδάκτρων και στα δημόσια πανεπιστήμια (μέτρο που πρόκειται σύντομα να ανακοινωθεί). Όποιος έχει λεφτά θα μπορεί να σπουδάζει ενώ οι σχολές που δεν εξυπηρετούν τις άμεσες ανάγκες της αγοράς θα κλείνουν.

Τέλος με τη σημερινή δημοσιονομική κατάσταση της χώρας είναι σίγουρο ότι θα επισπευστεί και μια άλλη δέσμη μέτρων που θα έχουν ως στόχο τη μείωση των δαπανών για την εκπαίδευση. Έτσι προβλέπεται η εφαρμογή του νόμου-πλαίσιο και των 4ετών πλάνων που αντικαθιστούν την ετήσια δαπάνη του προϋπολογισμού με έκτακτες επιχορηγήσεις, αν βέβαια η σχολή εκπληρώνει τους όρους «αξιολόγησης». Με αυτήν την έννοια, προβλέπεται κατάργηση της δωρεάν σίτισης και στέγασης, κατάργηση του δωρεάν βιβλίου, μείωση του ακαδημαϊκού και βοηθητικού προσωπικού. Τα δημόσια ΑΕΙ και ΤΕΙ θα πρέπει να βάλουν δίδακτρα για να επιβιώσουν.

Το φοιτητικό κίνημα δεν μπορεί να μείνει αμέτοχο στα φλέγοντα ζητήματα που έχουν ανοίξει στην ελληνική κοινωνία. Η κατάργηση του ασφαλιστικού, τόσο στον τομέα της ασφάλισης όσο και σε αυτόν της ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης, η επιβολή νέων φορολογικών μέτρων, με την επακόλουθη μείωση των μισθών, όπως και η περαιτέρω διάλυση των εργασιακών σχέσεων και κατάργηση των μισθών, είναι ζητήματα τα οποία πρέπει να ανοίξουν και στα πανεπιστήμια, όχι μόνο επειδή οι φοιτητές θα αποτελέσουν τους μελλοντικούς εργαζόμενους, αλλά και γιατί αυτά πλήττουν το σημερινό βιοτικό επίπεδο. Το φοιτητικό κίνημα πρέπει να συζητήσει αυτά τα ζητήματα σε βάθος, να κατανοήσει τη σημασία τους και να πάρει ενεργά μέρος στο πλάι των εργαζόμενων στους αγώνες που θα αναπτυχθούν στο επόμενο διάστημα. Για να καταστεί αυτό δυνατό, υπάρχει η άμεση ανάγκη ενδυνάμωσης μιας αντικαπιταλιστικής-επαναστατικής πολιτικής δηλαδή η ενίσχυση της Σοσιαλιστικής Σπουδαστικής Πάλης στα πανεπιστήμια.