ΕΥΤΥΧΙΑ: μια τραγική γυναίκα της τέχνης (του Δημήτρη Κατσορίδα)

ΕΥΤΥΧΙΑ: μια τραγική γυναίκα της τέχνης

Δεν θα αναφερθούμε στην οποιαδήποτε προσωπική ευτυχία, ούτε σε αυτή που αφορά το γενικό καλό, αλλά στην ταινία «Ευτυχία», η οποία αναφέρεται στη ζωή της μεγάλης Ελληνίδας στιχουργού, Ευτυχίας Παπαγιαννοπούλου (1893-1972).

Κα­τα­φθά­νει με τα πα­γκά­ζια της στην Αθήνα, με τις δυο μι­κρές κόρες της και τη μάνα της, αμέ­σως μετά τη τρα­γω­δία της μι­κρα­σια­τι­κής κα­τα­στρο­φής, το 1922. Μορ­φω­μέ­νη (δα­σκά­λα το επάγ­γελ­μα), επι­λέ­γει να χω­ρί­σει από τον πρώτο άντρα της και να ζήσει μια αντι­συμ­βα­τι­κή ζωή για τα δε­δο­μέ­να της επο­χής. Τολ­μη­ρή, ιδιό­μορ­φη, ελεύ­θε­ρη, ασυμ­βί­βα­στη, άστα­τη, με χιού­μορ, γί­νε­ται αρ­χι­κά θε­α­τρί­να σε μπου­λού­κια. Ερω­τεύ­ε­ται με πάθος, πα­ντρεύ­ε­ται τον δεύ­τε­ρο άντρα της, τον Γιώρ­γο, ο οποί­ος υπήρ­ξε ο με­γά­λος της έρω­τας (από αυτόν πήρε το επώ­νυ­μό της), κα­πνί­ζει πολύ, ενώ η με­γά­λη της αδυ­να­μία και ο εθι­σμός της είναι η χαρ­το­παι­ξία τόσο σε σα­λό­νια όσο και σε κα­τα­γώ­για, η οποία την κα­τέ­στρε­ψε. Διά­βα­ζε ποί­η­ση, άλλα και έγρα­φε ποί­η­ση, θαύ­μα­ζε τον Καβ­βα­δία και τον Κρυ­στάλ­λη, στον οποίο αφιέ­ρω­σε και ένα ποί­η­μά της.

«Τη ζωή μου την περ­πά­τη­σα όπως ήθελα», έλεγε. Και έτσι έκανε, πλη­ρώ­νο­ντας ταυ­τό­χρο­να και το κό­στος αυτής της επι­λο­γής, ενώ βίωσε τρα­γω­δί­ες, είτε ιστο­ρι­κές είτε προ­σω­πι­κές, όπως ήταν ο θά­να­τος της με­γα­λύ­τε­ρης κόρης της, της Μαί­ρης, σε ηλι­κία 42 ετών.

Τον πόνο της τον διο­χέ­τευ­σε στα τρα­γού­δια που έγρα­φε. Έγρα­φε πα­ντού. Σε χαρ­το­πε­τσέ­τες, σε πα­κέ­τα τσι­γά­ρων, σε χαρτί του χα­σά­πη, σε κομ­μά­τια πλη­ρω­μής λο­γα­ρια­σμών. Εξαι­ρε­τι­κά κομ­μά­τια, όπως το «Όνει­ρο απα­τη­λό», «Πε­ρα­σμέ­νες μου αγά­πες», «Είμαι αητός χωρίς φτερά», «Ηλιο­βα­σι­λέ­μα­τα», «Η φα­ντα­σία», «Συρ­μα­το­πλέγ­μα­τα βαριά», «Δυο πόρ­τες έχει η ζωή», «Ποιος θα με πλη­ρο­φο­ρή­σει», το εξαι­ρε­τι­κό και λι­γό­τε­ρο γνω­στό «Σιγά, τις μα­χαι­ριές σιγά», είναι μόνο με­ρι­κά από τα πά­μπολ­λα τρα­γού­δια που έχει γρά­ψει. Οι στί­χοι της έχουν δύ­να­μη και μα­στο­ριά, και έχουν συν­δε­θεί με τις ζωές όλων μας.

Συ­νερ­γά­στη­κε με με­γά­λες προ­σω­πι­κό­τη­τες της μου­σι­κής (Καλ­δά­ρας, Χιώ­της, Τσι­τσά­νης, Ρε­πά­νης, Χα­τζι­δά­κις), και σε πολ­λές πε­ρι­πτώ­σεις πού­λα­γε τα τρα­γού­δια της για να βγά­λει χρή­μα­τα για να χαρ­το­παί­ξει, χωρίς να τη νοιά­ζουν τα πνευ­μα­τι­κά δι­καιώ­μα­τα. Μέχρι που από­κα­με και κά­θι­σε σε ένα πα­γκά­κι. Και λίγο πριν ανοί­ξει την δεύ­τε­ρη πόρτα της ζωής και πε­ρά­σει στην αιω­νιό­τη­τα, βλέ­πει δίπλα της τους αγα­πη­μέ­νους της, που είχαν φύγει: τη μάννα της, το δεύ­τε­ρο άντρα της, τον Γιώρ­γο, και την κόρη της, τη Μαίρη. «Δυο πόρ­τες έχει η ζωή/ άνοι­ξα μια και μπήκα/ σερ­γιά­νι­σα ένα πρω­ι­νό/ κι ώσπου να ’ρθει το δει­λι­νό/ από την άλλη βγήκα».

Η Ευ­τυ­χία Πα­πα­γιαν­νο­πού­λου υπήρ­ξε μια γυ­ναί­κα, η οποία δη­μιούρ­γη­σε αρι­στουρ­γή­μα­τα σε ένα χώρο αυ­στη­ρά αντρο­κρα­τού­με­νο, κα­τα­φέρ­νο­ντας να κερ­δί­σει τον σε­βα­σμό των αντρών, οι οποί­οι υπο­κλί­θη­καν μπρο­στά της. Μια ται­νία με έντο­νες συ­γκι­νή­σεις.