Συμφωνία Τσίπρα – Ιερώνυμου: Ακόμα μια απάτη από τον «μετρ» του είδους, Τσίπρα
Η διαφαινόμενη συμφωνία μεταξύ του πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα και του Αρχιεπισκόπου Ιερώνυμου, παρά τις δυσκολίες που απ’ ότι φαίνεται θα συναντήσει μέχρι την επίσημη θεσμοθέτησή της, αποτελεί ένα ακόμη μνημείο πολιτικής εξαπάτησης από την πλευρά του πρωθυπουργού.
Η κίνηση αυτή είναι κατά βάση προεκλογική, και χαρακτηρίζεται, όπως όλες σχεδόν οι κινήσεις της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ από μια εξόφθαλμη διγλωσσία. Ο Τσίπρας επιχειρεί προεκλογικά να φανεί ότι «λύνει» ακόμη ένα μεγάλο ζήτημα, αυτό των σχέσεων εκκλησίας-κράτους, στοχεύοντας σε διπλά οφέλη: Από τη μια να πιστωθεί έναντι ενός αριστερού-προοδευτικού ακροατηρίου ότι λύνει επιτέλους το ζήτημα, αφετέρου να κερδίσει τη στήριξη ή έστω την ανοχή ή ακόμα και τη «σιωπή» της εκκλησίας ενόψει της προεκλογικής περιόδου.
Κατ’ αρχήν, η συμφωνία αυτή δεν έχει να κάνει σε τίποτα με το διαχωρισμό Εκκλησίας-Κράτους, το οποίο είναι πράγματι ένα σοβαρό και άλυτο ζήτημα στην Ελλάδα. Η συμφωνία δεν αλλάζει σε τίποτα το απαρχαιωμένο νομικό καθεστώς που υπάρχει στην Ελλάδα σχετικά με το ζήτημα του κλήρου και της εκκλησιαστικής περιουσίας, πέρα από μια θολή και συμπληρωματική διατύπωση περί «θρησκευτικής ουδετερότητας» του κράτους.
Η συμφωνία είναι κατά βάση μια οικονομική συμφωνία, μια ακόμη «μπίζνα» από την οποία ουσιαστικά η εκκλησία βγαίνει και πάλι κερδισμένη:
1. Οι κληρικοί παύουν να θεωρούνται τυπικά δημόσιοι υπάλληλοι ωστόσο οι μισθοί τους θα καλύπτονται και πάλι από το Δημόσιο, με ειδικό κονδύλι που θα παρέχεται στην Ιερά Σύνοδο, η οποία θα είναι υπεύθυνη για τη διαχείρισή του. Αποσαφηνίζεται ότι το κράτος είναι υποχρεωμένο να καλύπτει τις μισθολογικές ανάγκες του κλήρου, σαν αποζημίωση για την εκκλησιαστική και μοναστηριακή περιουσία που παλιότερα περιήλθε στο ελληνικό κράτος. Η αποδοχή αυτής της επιχειρηματολογίας από την πλευρά της κυβέρνησης αποτελεί μια τεράστια επιτυχία για την εκκλησία. Μάλιστα, η «αποζημίωση» αυτή θα πρέπει να δίνεται στο διηνεκές! Για τον Τσίπρα, η σημασία αυτής της «αλλαγής» έγκειται στο ότι θα καταφέρει, με τις γνωστές συριζαϊκές αλχημείες του, να παρουσιάσει μια «ελάφρυνση» του δημόσιου τομέα κατά 10.000 περίπου εργαζόμενους (!), πράγμα που θα μπορέσει να χρησιμοποιήσει –και πάλι με αλχημείες- για να παρουσιάσει κάποιες προεκλογικές «προσλήψεις»!
2. Στο ζήτημα της εκκλησιαστικής περιουσίας, ο Τσίπρας βαδίζει στα χνάρια του Σαμαρά, τον οποίον όμως μάλλον ξεπερνάει. Μετά την ίδρυση της «Εταιρείας Αξιοποίησης Εκκλησιαστικής Περιουσίας Α.Ε.», η οποία ιδρύθηκε το 2013 με κοινή απόφαση Σαμαρά-Αρχιεπισκοπής Αθηνών, η νέα συμφωνία Τσίπρα-Ιερώνυμου εντάσσει στην προς αξιοποίηση περιουσία και όλα τα «αμφισβητούμενα» ακίνητα. Εδώ πρέπει να γίνει ξεκάθαρο, ότι αυτό ήταν ένα πάγιο αίτημα της ίδιας της εκκλησιαστικής ιεραρχίας, καθώς οι εν λόγω αμφισβητήσεις αφορούν συνήθως δημόσια περιουσία, που η Ελληνική και Ορθόδοξη εκκλησία αμφισβητεί με… αδιάσειστα στοιχεία όπως κάποιο φιρμάνι του σουλτάνου!
Η συμφωνία μέχρι στιγμής συναντά αντιδράσεις τόσο στο εσωτερικό της Ιεράς Συνόδου, όσο και από το Οικουμενικό Πατριαρχείο, το οποίο διατηρεί αρκετά δικαιώματα πάνω στην Εκκλησία της Ελλάδας. Οι λόγοι γι’ αυτές τις αντιδράσεις, είναι όχι φυσικά ότι «ξεπουλιέται η Ορθοδοξία», όπως διατείνεται το φασιστοειδές και γνωστός υποστηρικτής της Χρυσής Αυγής που ακούει στο όνομα Αμβρόσιος, αλλά γιατί πολλοί στους κόλπους της Εκκλησίας βλέπουν ότι υπάρχει περιθώριο για ακόμη σκληρότερη διαπραγμάτευση και μεγαλύτερα οφέλη από μια επικείμενη συμφωνία.
Το ζήτημα του πλήρους διαχωρισμού της εκκλησίας από το κράτος αποτελεί ένα στοιχειώδες αστικοδημοκρατικό αίτημα, το οποίο στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες έχει λυθεί ήδη από την περίοδο των αστικών επαναστάσεων, από τον 19ο ή ακόμη και από τον 18ο αιώνα. Στην Ελλάδα, η τεράστια καθυστέρηση σε αυτό το ζήτημα έχει να κάνει με τις ειδικές συνθήκες διαμόρφωσης του ελληνικού καπιταλισμού. Όχι φυσικά με την υποτιθέμενη προσφορά της εκκλησίας στη διαμόρφωση του ελληνικού έθνους (είναι γνωστό ότι παρά τους διάφορους μύθους για κρυφό σχολειό κλπ, η εκκλησία ήταν πολέμιος ακόμα και της αστικής επανάστασης του 1821, ενώ η περιουσία της όχι μόνο παρέμεινε ανέγγιχτη αλλά πολλαπλασιάστηκε στην περίοδο της τουρκοκρατίας). Αλλά κυρίως γιατί στάθηκε ένας πολύτιμος σύμμαχος για τον ελληνικό αστισμό σε όλη την ιστορία του, και κυρίως στις πιο σκοτεινές εποχές του (δικτατορία Μεταξά, Εμφύλιος, μετεμφυλιακό κράτος, δικτατορία των συνταγματαρχών κλπ), και πάντοτε ενάντια στο εργατικό κίνημα.
Μέχρι σήμερα η εκκλησία της Ελλάδας απολαμβάνει εξωφρενικά προνόμια, έχει μετατραπεί σε έναν καθόλου ευκαταφρόνητο καπιταλιστή και ιδιοκτήτη γης, ενώ είναι γνωστό ότι εμπλέκεται σε κάθε λογής οικονομικά και όχι μόνο σκάνδαλα (βλ. υπόθεση Βατοπεδίου κλπ).
Η θέση των μαρξιστών (παράλληλα με την υποχρέωσή τους να διεξάγουν δραστήρια αντιθρησκευτική και αθεϊστική προπαγάνδα) ήταν και είναι πάντα η ανακήρυξη της θρησκείας σε αυστηρά ιδιωτική υπόθεση και ο πλήρης διαχωρισμός εκκλησίας-κράτους. Η κατάργηση κάθε εμπλοκής θρησκευτικών θεμάτων σε κρατικές υποθέσεις (μάθημα Θρησκευτικών, θρησκευτικοί όρκοι σε δικαστήρια, θρησκευτικοί γάμοι και βαφτίσεις), η ισότιμη αντιμετώπιση όλων των θρησκειών και των αντίστοιχων εκκλησιών από το κράτος, η απαλοιφή κάθε θρησκευτικής αναφοράς από το Σύνταγμα κλπ. Τέλος, στο ζήτημα της (αμύθητης) περιουσίας της Ορθόδοξης Εκκλησίας, η βαριά φορολογία και η κατάργηση κάθε είδους προνομιακής μεταχείρισης και φοροαπαλλαγής, ως και μια εκτεταμένη απαλλοτρίωση/εθνικοποίηση χωρίς αποζημίωση, είναι απαραίτητος όρος για οποιαδήποτε στοιχειώδη μεταρρύθμιση.
OΡΓΑΝΩΣΗ ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΩΝ ΔΙΕΘΝΙΣΤΩΝ ΕΛΛΑΔΑΣ