Σύνοδος κορυφής στην Μπρατισλάβα: ίσως μια κρίσιμη αποτυχία

ΣΥΝΟΔΟΣ ΚΟΡΥΦΗΣ ΣΤΗΝ ΜΠΡΑΤΙΣΛΑΒΑ: ΙΣΩΣ ΜΙΑ ΚΡΙΣΙΜΗ ΑΠΟΤΥΧΙΑ

Από την Εργατική πάλη Οκτωβρίου

Η Σύνοδος Κορυφής της ΕΕ στην Μπρατισλάβα, στις 16 Σεπτέμβρη, μπορεί να ήταν άτυπη, αλλά ήταν κρίσιμη για το μέλλον της ίδιας της ΕΕ. Ο στόχος ήταν να αντιμετωπιστούν οι ισχυρές και θανάσιμες φυγόκεντρες/διαλυτικές δυνάμεις που την απειλούν, ειδικά μετά το BREXIT. Το αποτέλεσμα όμως της Συνόδου ήταν παταγώδης αποτυχία. Το μόνο που κατάφερε η Σύνοδος ήταν να καταρτίσει έναν «οδικό χάρτη» για το επόμενο εξάμηνο, ώστε να… αρχίσουν να συζητιούνται (όχι να λύνονται) όλα τα ζητήματα που απειλούν να τινάξουν την ΕΕ στον αέρα. Αυτή η ανικανότητα των ευρωπαίων ιμπεριαλιστών να αντιμετωπίσουν τα προβλήματα πρόκειται να προστεθεί στις διαλυτικές τάσεις και να τις οξύνει ακόμη περισσότερο.

Μετά την έξοδο της Βρετανίας, η Ιταλία καλείται να καλύψει το κενό στην «ηγετική» τριάδα της ΕΕ, ειδικά σε μια κρίσιμη περίοδο για αυτήν. Στην Μπρατισλάβα όμως, όχι μόνο δεν έγινε αυτό, αλλά ο Ρέντσι δεν υπέγραψε καν το «κείμενο τελικών συμπερασμάτων», αρνήθηκε να συμμετάσχει στην κοινή συνέντευξη τύπου Μέρκελ και Ολάντ και, μόλις επέστρεψε στην Ιταλία, αποτίμησε τη Σύνοδο ως εξής: «… περάσαμε ένα απόγευμα γράφοντας κείμενα χωρίς ψυχή και ορίζοντα…» και «…δεν ξέρω σε τι αναφέρεται η καγκελάριος Μέρκελ όταν μιλά για το πνεύμα της Μπρατισλάβα. Αν προχωρήσουμε με τον τρόπο αυτό, αντί για το πνεύμα της Μπρατισλάβα, θα συζητήσουμε για το φάντασμα της Ευρώπης. Στην Μπρατισλάβα κάναμε μια ωραία κρουαζιέρα στον Δούναβη, όλοι μαζί. Αλλά εγώ ήλπιζα να απαντήσω στην κρίση που προκλήθηκε από το Brexit, όχι μόνο να κάνω έναν γύρο με βάρκα».

Η αδυναμία της ΕΕ να ξεπεράσει, 7 χρόνια μετά, την κρίση του 2008-09, ο σχεδόν βέβαιος υποτροπιασμός της κρίσης, που μπορεί να αποδειχθεί πολύ πιο καταστροφικός από την αρχική εκδήλωσή της, η διαρκής και μάλλον αναπότρεπτη υποβάθμιση της ΕΕ απέναντι στις ΗΠΑ και στις BRICS, η πλήρης αποτυχία των νεοφιλελεύθερων πολιτικών της και οι καταστροφές που έχουν προκαλέσει, και πολλά άλλα, έχουν ως αποτέλεσμα, αφενός την απότομη όξυνση των ευρωπαϊκών ενδοϊμπεριαλιστικών ανταγωνισμών, αφετέρου τη γενικευμένη αποστασιοποίηση, που ολοένα και περισσότερο μετατρέπεται σε εχθρότητα, των εργατικών και λαϊκών μαζών της Ευρώπης. Η απότομη όξυνση των ενδοϊμπεριαλιστικών ανταγωνισμών προέρχεται από τη μετατόπιση του κέντρου της οικονομικής κρίσης της ΕΕ από την περιφέρεια στις τρεις μεγάλες χώρες (Ιταλία, Γαλλία, Γερμανία), που αντιμετωπίζουν πλέον σοβαρά οικονομικά προβλήματα ή, για την ακρίβεια, τα σοβαρά προβλήματά τους έχουν βγει πλέον στην επιφάνεια. Ταυτόχρονα, η αποχώρηση του βρετανικού ιμπεριαλισμού έχει σπάσει το ταμπού, την ασφαλιστική δικλείδα, και έχει απελευθερώσει τις αποσχιστικές τάσεις ή τουλάχιστον έχει ενισχύσει τις φυγόκεντρες τάσεις στο εσωτερικό της ΕΕ. Η αποχώρηση της Βρετανίας έχει υποβαθμίσει αντικειμενικά την ΕΕ στην παγκόσμια αγορά, κι αυτό ήδη φάνηκε και στις διαπραγματεύσεις για τη Διατλαντική Συμφωνία (TTIP): οι γάλλοι και γερμανοί ιμπεριαλιστές ξεκαθαρίζουν ότι οι διαπραγματεύσεις πρέπει να σταματήσουν γιατί οι αμερικάνοι ιμπεριαλιστές δεν δίνουν τίποτα. Υπάρχει άραγε καλύτερη απόδειξη για το βάρος της ακρωτηριασμένης ΕΕ στην παγκόσμια αρένα;

Η αποστασιοποίηση, η ολοένα και μεγαλύτερη αηδία, ακόμη και εχθρότητα των μαζών απέναντι στο οικοδόμημα της ΕΕ και τις ολοένα και πιο βάρβαρες νεοφιλελεύθερες πολιτικές της, οδηγεί στην όξυνση της πολιτικής κρίσης, στην εκλογική καθίζηση, αν όχι κατάρρευση, των βασικών κομματικών πυλώνων (δεξιά και σοσιαλδημοκρατικά κόμματα) και του δικομματισμού σε κάθε χώρα της Ευρώπης και, πολύ περισσότερο, στην αρχή ενός κύματος εργατικών αγώνων. Τελευταία, όμως, έχουμε και τη μετατόπιση του κέντρου της πολιτικής κρίσης από την περιφέρεια στο κέντρο της ΕΕ, δηλαδή στις μεγάλες χώρες  (Ισπανία, Ιταλία, Γαλλία, Γερμανία) ― με ευνοημένες εκλογικά, προς το παρόν, κυρίως τις ξενοφοβικές ή ακροδεξιές δυνάμεις, ή τις διάφορες πολιτικές τερατογενέσεις.

Η εικόνα της Ευρώπης μοιάζει ολοένα και περισσότερο με καράβι που βουλιάζει και όλοι αναζητούν ολοένα και περισσότερο διέξοδο σωτηρίας.

Μπροστά σε αυτή την κατάσταση, η Σύνοδος της Μπρατισλάβα υποτίθεται ότι θα έθετε τη βάση τόσο για την άμβλυνση των φυγόκεντρων τάσεων, όσο και για την άμεση εμβάθυνση της ενοποίησης, πάντα σε βάρος των ευρωπαϊκών εργατικών μαζών. Η Σύνοδος απέτυχε και στα δύο. Επιπλέον, απέτυχε και στο ζήτημα του προσφυγικού/μεταναστευτικού, που κινδυνεύει να αποδειχθεί το «ατύχημα» που θα διαλύσει την ΕΕ. Γιατί αν τελικά γίνει αποδεκτή η άρνηση των χωρών του Βίζεγκραντ (Ουγγαρία, Πολωνία, Σλοβακία, Τσεχία) να δεχθούν μετανάστες, τότε όχι μόνο θα έχει πρόβλημα η Γερμανία ή οι χώρες υποδοχής (Ιταλία, Ελλάδα), αλλά θα καταρρεύσει η πειθαρχία και θα διαλυθεί η συνοχή της ΕΕ. Έτσι, η κατάληξη της Συνόδου ήταν απλά μια συμφωνία πάνω στο «ζήτημα της ασφάλειας», δηλαδή ένα ακόμη προχώρημα της αντιδημοκρατικής αναδίπλωσης, ενώ για όλα τα άλλα φλέγοντα ζητήματα (δημοσιονομική πολιτική, τράπεζες, αντιμετώπιση οικονομικής κρίσης, ανεργία, ευρωστρατός, πρόγραμμα επενδύσεων, ενίσχυση πολιτικής ενοποίησης κ.α.) απλώς αποφασίστηκε ένα χρονοδιάγραμμα συζήτησής τους ― συζήτησής τους, όχι επίλυσής τους.