Η Άποψή μας | Η κρίση βαθαίνει (Συνέχεια του προηγούμενου)
Αναδημοσίευση από την Εργατική Πάλη Μαΐου 2024
Η δημοσιογραφική και επιπόλαιη ανάλυση των δημοσκοπικών ευρημάτων, πατώντας κυρίως στη μεγάλη διαφορά της ΝΔ από το δεύτερο κόμμα, καταλήγει στο συμπέρασμα ότι, παρά «την καταγραφή μιας φθοράς», ο Μητσοτάκης όχι μόνο δεν έχει πρόβλημα, αλλά είναι και κυρίαρχος της πολιτικής ζωής της χώρας. Το λιγότερο, πρόκειται για μια στατική αντιμετώπιση των πραγμάτων, αν όχι μια εσκεμμένη και προπαγανδιστική προκειμένου να εμφυσήσουν μια άλλη συνείδηση στους εργαζόμενους, τα φτωχά λαϊκά στρώματα και τη νεολαία από αυτή που τους αναδεικνύεται/έρχεται από τη βάρβαρη και καταστροφική πολιτική των νεοφιλελεύθερων αγριάνθρωπων του Μητσοτάκη.
Το πολιτικό σύστημα σε βαθύτατη κρίση
Αντίθετα απ’ ό,τι λέγεται και όπως δείχνουν τα πράγματα, το αστικό πολιτικό σύστημα μπαίνει στη δεύτερη φάση της κρίσης που ξεκίνησε το 2008 και την εποχή των μνημονίων. Και αντίθετα απ’ ό,τι λένε για ανάπτυξη, η οικονομική κρίση του ελληνικού καπιταλισμού βαθαίνει. Ουσιαστικά δεν ξεπεράστηκε ποτέ από το 2008 αν και πέρασαν 15 χρόνια. Το κλείσιμο ορισμένων μεγάλων βιομηχανιών (10 μεγάλα εργοστάσια έκλεισαν τα τελευταία 5 χρόνια) αποτελεί την καλύτερη απόδειξη. Επιπλέον η κρίση του παγκόσμιου καπιταλισμού και ιδιαίτερα του δυτικού μεγαλώνει, χωρίς να αποκλείεται μια κρίση ανάλογη ή και μεγαλύτερη (όπως προβλέπουν οι εγκυρότεροι οικονομολόγοι) εκείνης του 2008.
Απέναντι σ’ αυτή την κατάσταση όχι μόνο ο Μητσοτάκης και η νεοφιλελεύθερη συμμορία του, αλλά κι όλες οι δυνάμεις του αστικού πολιτικού συστήματος (ΣΥΡΙΖΑ, ΠΑΣΟΚ κ.λπ.) δεν έχουν και δεν προτείνουν καμία άλλη διαφορετική πολιτική, διαφορετικό προσανατολισμό της οικονομίας. Επομένως τα χειρότερα είναι μπροστά μας. Σε μια εποχή όπου ο κόσμος γίνεται περισσότερος ανταγωνιστικός οι υπάρχουσες αστικές πολιτικές δυνάμεις και το πολιτικό σύστημα μένουν προσκολλημένα στην ΕΕ, η οποία υποβαθμίζεται διαρκώς σε όλους τους τομείς (παραγωγικότητα, έρευνα, καινοτομία, τεχνολογία κ.ά.) έναντι των βασικών της ανταγωνιστών ΗΠΑ, Ρωσία, Κίνα και άλλων ασιατικών χωρών.
Τα πρόσφατα γεγονότα δείχνουν ότι η κατάσταση δεν είναι όπως ήταν πριν λίγους μήνες όπου η ΝΔ του Μητσοτάκη κέρδισε στις εκλογές με 41%. Η επίθεση του μεγαλο-ολιγάρχη Β. Μαρινάκη στην κυβέρνηση για το έγκλημα των Τεμπών δείχνει ότι τα πράγματα αλλάζουν ως προς την λυσσασμένη υποστήριξη που είχε από τους γνωστούς ολιγάρχες, οι οποίοι κατέχουν σχεδόν το σύνολο των ΜΜΕξαπάτησης. Είναι δύσκολο να υποθέσει κανείς ότι η επίθεση του Μαρινάκη ήταν απλώς μια τουφεκιά και ότι δεν είναι η αρχή μιας σύγκρουσης. Επίσης είναι δύσκολο να υποθέσει κανένας ότι ο Μαρινάκης είναι μόνος και δεν υπάρχουν και άλλοι που είναι «δυσαρεστημένοι» ή «διαφωνούντες» με τον Μητσοτάκη. Λέγεται ότι ανάμεσα σ’ αυτούς που παρακολουθούνταν από το Μαξίμου ήταν και βασικά στελέχη του ομίλου Βαρδινογιάννη αν όχι και ο ίδιος ο μεγαλοκαπιταλιστής! Το γεγονός ότι η σύγκρουση δεν είναι μικρή ούτε απλά για τη μονταζιέρα των παραποιημένων συνομιλιών (όσο και αν προκάλεσε μια αναζωπύρωση του τραγικού εγκλήματος) σε μεγάλο βαθμό αποδεικνύεται από το ότι ο ολιγάρχης Μαρινάκης απέρριψε οποιαδήποτε προσπάθεια διαπραγμάτευσης αν όχι συμβιβασμού, και από την παραίτηση δύο πολύ στενών μυστικοσυμβούλων και ειδικών για κάθε βρώμικη δουλειά, του υπουργού Επικρατείας, Σταύρου Παπασταύρου και του υφυπουργού παρά τω Πρωθυπουργώ, Γιάννη Μπρατάκου. Η πίτα της ελληνικής οικονομίας στενεύει και μικραίνει και για τους ολιγάρχες και αυτό είναι μια βασική αιτία για διαιρέσεις, μαχαιρώματα και συγκρούσεις.
Η κύρια αντιπολίτευση (ΣΥΡΙΖΑ, ΠΑΣΟΚ κ.λπ.) δεν περνάει μέρα που να μην έχει εσωτερική κρίση, η δε αξιοπιστία της στις μάζες διαρκώς και μειώνεται. Απλά δεν έχουν διαφορετική πολιτική και άλλο προσανατολισμό της οικονομίας, «διαφωνούν» ή καλύτερα γκρινιάζουν για ελλείψεις, παραλήψεις και λάθη της κυβέρνησης του Μητσοτάκη. Το ΚΚΕ έχει μια βαθιά αποπροσανατολική πολιτική είτε με τη διασπαστική πολιτική στα κινήματα, είτε με τις δημόσιες επιχειρήσεις και οργανισμούς (είναι το ίδιο είτε υπό δημόσιο είτε υπό ιδιωτικό έλεγχο), «άποψη» που αφήνει στο απυρόβλητο τον νεοφιλελευθερισμό και τις ιδιωτικοποιήσεις που αποτελούν τον πυρήνα της αστικής πολιτική τις τελευταίες δεκαετίες.
Οι «από κάτω» αμφισβητούν
Εργαζόμενοι, φτωχά λαϊκά στρώματα και νεολαία αμφισβητούν ό,τι λέγεται και γίνεται από τις κοινωνικές και πολιτικές δυνάμεις που βρίσκονται στην εξουσία. Αυτό δεν σημαίνει ότι ξεπεράστηκε η ήττα, το σοκ που υπέστηκαν οι εργαζόμενες και λαϊκές μάζες από την προδοτική πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ που επέβαλε το 3ο και 4ο μνημόνιο. Οι μάζες του 62% που αψήφησαν τις απειλές και τους εκβιασμούς της αστικής τάξης, της άθλιας αστικής πολιτικής ελίτ και των ιμπεριαλιστών της ΕΕ, αισθάνονται βαθειά προδομένες και ηττημένες.
Ωστόσο, η κοινωνική πόλωση και ο κοινωνικός αποκλεισμός εντείνονται, οι ανισότητες μεγαλώνουν και παίρνουν όλο και πιο αποκρουστικές μορφές, η διάλυση του οποιοδήποτε αναιμικού κοινωνικού κράτους επιταχύνεται, οι μισθοί πλησιάζουν αυτούς της Βουλγαρίας, ολοένα και αυξανόμενο μέρος του πληθυσμού χάνει τα σπίτια του, η δημόσια περιουσία ξεπουλιέται και το μέλλον γίνεται όλο και πιο αβέβαιο και σκοτεινό. Αυτοί συνοπτικά είναι οι λόγοι όπου καθημερινά ο υπόκωφος «κοινωνικός πόλεμος» μπαίνει όλο και περισσότερο στην κοινωνική ζωή, πράγμα που φαίνεται και από το γεγονός ότι οι αστικές δυνάμεις οικοδομούν το Κράτος Έκτακτης Ανάγκης που αυτή τη στιγμή βρίσκεται στα όρια της αστικής δημοκρατίας και πλησιάζει εκείνα του ολοκληρωτισμού.
Η αντίδραση των «από κάτω» είναι υπαρκτή και αρχίζει να παίρνει άλλα χαρακτηριστικά — όχι μόνο των περαστικών και φευγαλέων εκρήξεων. Το πρόσφατο φοιτητικό κίνημα ήταν διαφορετικό από τις εκρήξεις της περασμένης περιόδου. Παρά τις αδυναμίες, τις ελλείψεις και τον δούρειο ίππο/ΚΝΕ στο εσωτερικό του, ήταν ένα σημαντικό κίνημα, το μεγαλύτερο μετά το κίνημα της περιόδου 2010-15 και τους «αγανακτισμένους», δηλαδή εδώ και 10-15 χρόνια. Αυτό το κίνημα έδρασε στους δρόμους, ήταν της νεολαίας που λόγω ηλικίας δεν είχε γνωρίσει την Βάρκιζα των μνημονίων και του ΣΥΡΙΖΑ. Και αυτοί είναι μερικοί από τους λόγους που πολεμήθηκε τόσο άγρια και σκληρά (οι φοιτητές χαρακτηρίστηκαν «ληστές»!) από τους νεοφιλελευθέρους του Μητσοτάκη και όχι μόνο. Ωστόσο, θα ήταν υπερβολικό να μιλήσουμε ακόμη για μια νέα πρωτοπορία, γιατί λόγω όσων έχουν συμβεί τις τελευταίες δεκαετίες (εγκλήματα σταλινισμού και σοσιαλδημοκρατίας, αλλά και εκφυλισμός σημαντικών κομματιών της άκρας αριστεράς) η συγκρότηση μιας επαναστατικής πρωτοπορίας θα είναι πιο αργή και βασανιστική.
Το κοινωνικό θερμόμετρο λόγω της φτώχειας, των κοινωνικών ανισοτήτων, της ακρίβειας, των ιδιωτικοποιήσεων και συνολικά της απληστίας και της αθλιότητας των αστικών δυνάμεων (κοινωνικών και πολιτικών) χτυπάει κόκκινο. Το εργατικό και φοιτητικό κίνημα πρέπει να εγκαταλείψει τις πολιτικές της «ανάθεσης» και τα κόμματα που μας οδήγησαν στην προδοσία, την ήττα και την καταστροφή. Πρέπει θα θάψει οριστικά στη συνείδησή του κόμματα και μηχανισμούς που επανειλημμένα έχουν αποδειχτεί ανίκανα και προδοτικά. Πρέπει με «απλωμένη την αφοβία σα σημαία, οι νέοι με τα πρησμένα πόδια που τους έλεγαν αλήτες…»[i] να πιστέψουν ότι με μια επαναστατική πολιτική όλα είναι κατορθωτά και ότι το εργατικό κίνημα, κατάλληλα εξοπλισμένο, όλα τα μπορεί, και μπορεί να οικοδομήσει μια κοινωνία που θα εξυπηρετεί τα συμφέροντά του, μια σοσιαλιστική κοινωνία.
[i] Οδυσσέας Ελύτης, «Άξιον Εστί»