Η Άποψή μας: Φτωχοποίηση, υποβάθμιση υποδομών, ιδιωτικοποιήσεις, απάτες…

Προδημοσίευση από την Εργατική Πάλη Οκτωβρίου 2023 

1.700.000 στρέμματα καμένων δασικών εκτάσεων και χωριών, πάνω από 1.000.000 στρέμματα – μέχρι το τέλος Σεπτεμβρίου 2023 – πλημμυρισμένων εκτάσεων, δεκάδες καταγεγραμμένοι μέχρι στιγμής νεκροί και απροσδιόριστος αριθμός αγνοούμενων, άνθρωποι που τους ψάχνουν απεγνωσμένα οι συγγενείς τους και άνθρωποι που δεν τους ψάχνει κανείς γιατί ήταν μετανάστες, εργάτες γης από το Πακιστάν, το Μπαγκλαντές και αλλού. Γέφυρες γκρεμισμένες, δρόμοι κατεστραμμένοι, φράγματα διαλυμένα, σπίτια και μαγαζιά κατεστραμμένα ολοσχερώς, ζώα καμένα ή πνιγμένα, χωράφια θαμμένα κάτω από τόνους λάσπης ή στάχτης… με λίγα λόγια μια δραματική κατάσταση και μια τεράστια οικονομική καταστροφή. Ακόμη, εκατοντάδες χιλιάδες κάτοικοι αυτών των περιοχών έμεινα αβοήθητοι για μέρες, συχνά πάνω στις στέγες των σπιτιών τους χωρίς ούτε ένα μπουκαλάκι νερό ή με ένα κουβά και ένα λάστιχο προσπαθώντας να σβήσουν τη φωτιά για να σώσουν ό,τι μπορούσαν.

Ποιος ευθύνεται

Η κυβέρνηση των νεοφιλελεύθερων του Μητσοτάκη ρίχνει την ευθύνη για την καταστροφή, για μια ακόμα φορά, στην κλιματική αλλαγή και στα τρομακτικά μεγέθη νερού που έφερε αυτή η κακοκαιρία. Για τις πυρκαγιές, ιδιαίτερα εκείνη του Έβρου δεν υπάρχει η παραμικρή δικαιολογία γιατί επί 15 ολόκληρες μέρες καίγονταν μια τεράστια δασική έκταση, ενώ για την καταιγίδα Daniel και για την πρόσφατη Elias το Εθνικό Αστεροσκοπείο είχε βγάλει προειδοποιήσεις αρκετές μέρες προηγούμενα. Τέλος, οι ανακοινώσεις που έβγαλε η κυβέρνηση, εκτός του ότι ήταν καθυστερημένες ήταν και στη μεγάλη τους πλειοψηφία λανθασμένες. Όσον αφορά στον κρατικό μηχανισμό, πέρα από το ότι κινήθηκε καθυστερημένα, η βοήθεια που πρόσφερε ήταν ασήμαντη, όπως καταγγέλλεται από όλους τους κατοίκους των κατεστραμμένων περιοχών. Πολύ περισσότερα προσέφεραν οι εθελοντές που έτρεξαν από πολλά σημεία της χώρας.

Αυτό που αποδείχτηκε και σε αυτή την καταστροφή (όπως προηγούμενα με την πανδημία covid, το τραγικό δυστύχημα των Τεμπών και τόσα άλλα) είναι ότι η κυβέρνηση δεν έκανε ποτέ έργα που να προστατεύουν τους κατοίκους από κινδύνους οι οποίοι είχαν επισημανθεί πριν πολλά χρόνια (νέα αντιπλημμυρικά έργα, σωστή ενίσχυση των υποδομών, κ.ά.). Όσα ψέματα και να λένε, όσο κι αν επικαλούνται την κλιματική αλλαγή, είναι γνωστό ότι τα αντιπλημμυρικά έργα στο θεσσαλικό κάμπο έπρεπε γίνουν πριν πολλά χρόνια γιατί αυτή η καταστροφή θα ερχόταν — έργα και σχέδια που απαιτούνταν υπήρχαν από το 2007! Άλλωστε το 2020, μεγάλες περιοχές της Θεσσαλίας και της Καρδίτσας είχαν πλημμυρίσει ξανά από την καταιγίδα «Ιανός». Τότε, ο Μητσοτάκης μιλώντας στους κατοίκους της Καρδίτσας είχε υποσχεθεί πως θα ενισχυθούν τα αντιπλημμυρικά έργα «για να μην ξαναζήσουμε τέτοια καταστροφή». Τρία χρόνια μετά, η καταστροφή είναι ακόμα μεγαλύτερη. Επιπλέον, φαγώθηκαν εκατοντάδες εκατομμύρια ευρώ σε άχρηστα έργα βιτρίνας ή τσεπώθηκαν από ημέτερους και εργολάβους.

Το πρόβλημα είναι μεγαλύτερο και βαθύτερο

Πριν από τις τελευταίες καταστροφές και στην πραγματικότητα εδώ και αρκετά χρόνια ήταν φανερό ότι το πρόβλημα δεν είναι μόνο πολιτικό. Είναι πια αναμφισβήτητο ότι το σύστημα συνολικά, το κεφάλαιο, η αστική τάξη και μια διεφθαρμένη ελίτ για το μόνο που ενδιαφέρονται είναι πώς να αυξάνουν τα εισοδήματά τους με μεθόδους και τρόπους όπως: οι χαμηλοί μισθοί, οι ιδιωτικοποιήσεις, οι φοροαπαλλαγές, οι φοροδιαφυγές και φοροκλοπές, η λεηλασία του δημοσίου, η συρρίκνωση των πολιτικών, συνδικαλιστικών και δημοκρατικών ελευθεριών… η καταστολή και το κράτος έκτακτης ανάγκης. Χρόνο με το χρόνο σ’ αυτά προστίθεται η εγκατάλειψη των υποδομών, του φυσικού περιβάλλοντος κ.λπ. ή, στην καλύτερη/χειρότερη περίπτωση, ανατίθενται σε ημέτερους χρυσοδάκτυλους επιχειρηματίες.

Κάθε μέρα που περνά γίνεται φανερό ότι το καπιταλιστικό σύστημα και οι πολιτικές δυνάμεις που το υπηρετούν, ούτε θέλουν ούτε μπορούν να εξασφαλίσουν έστω και τους ελάχιστους όρους για μια ζωή υποφερτή και ασφαλής. Η κυβερνητική των α(χ)ρίστων του Μητσοτάκη, οι νεοφιλελεύθερες και μνημονιακές δυνάμεις, έχουν αναδείξει – αν δεν έχουν οξύνει – την κρίση του καπιταλιστικού συστήματος και έχουν αποδυναμώσει κατά πολύ την ηθική νομιμοποίηση του αυταρχικού και ανίκανου πολιτικού συστήματος. Κάθε μέρα που περνά όλο και περισσότεροι εργαζόμενοι διαπιστώνουν ότι η κυρίαρχη αστική τάξη και οι πολιτικές δυνάμεις που βρίσκονται στην εξουσία δεν είναι μόνο ανίκανες και άχρηστες, αλλά είναι ακόμη κάτι χειρότερο: αυτό θέλουν και μπορούν να κάνουν, δηλαδή να πλουτίζουν και να ευημερούν κλέβοντας τον ιδρώτα και την ατομική και δημόσια περιουσία των εργαζομένων, των φτωχών λαϊκών στρωμάτων και της νεολαίας. Όπως λένε και οι Μαρξ-Ένγκελς στο Κομμουνιστικό Μανιφέστο: «Η αστική τάξη είναι ανίκανη να παραμείνει άλλο κυρίαρχη τάξη της κοινωνίας (…) γιατί είναι ανίκανη να εξασφαλίσει στο σκλάβο της την ύπαρξη, ακόμη και μέσα στη σκλαβιά του. (…) Η κοινωνία δεν μπορεί πλέον να ζήσει κάτω από την κυριαρχία της αστικής τάξης, διότι η ύπαρξη της αστικής τάξης δεν συμβιβάζεται άλλο με την κοινωνία»[1]. Αυτή την κατάσταση της κυρίαρχης τάξης ήρθε, όχι μόνο να επιβεβαιώσει αλλά και να την τονίσει ακόμη περισσότερο η εκλογή του Στ. Κασσελάκη, ως νέου πρόεδρου του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ.

Το ερώτημα που προκύπτει αμείλικτο από όλη αυτή την ανικανότητα, αθλιότητα και παρακμή της αστικής τάξης και των πολιτικών δυνάμεων που την υπηρετούν: Για πόσο καιρό αυτές οι κοινωνικές και πολιτικές δυνάμεις μπορούν να νομιμοποιούν την κυριαρχία τους και να συνεχίζουν το ολέθριο και καταστροφικό έργο της κλοπής του πλούτου, του περιβάλλοντος και της ασφάλειας της κοινωνίας, των εκμεταλλευόμενων και καταπιεζόμενων τάξεων. Πρέπει να απαλλαγούμε από αυτή την κατάσταση όσο το δυνατό γρηγορότερα, γιατί δυστυχώς, όπως δείχνει και η ιστορία, αυτές τις παρακμιακές καταστάσεις και κρίσεις κυριαρχίας της αστικής τάξης τις εκμεταλλεύονται και οι ακροδεξιοί και οι φασίστες. Αυτό άλλωστε δείχνει και η άνοδός τους σ’ όλες τις ευρωπαϊκές χώρες τα τελευταία χρόνια.

Για να μπορέσουμε οι εργαζόμενοι, τα φτωχά λαϊκά στρώματα και η νεολαία να αντιμετωπίσουμε αυτή την αφόρητη και παρακμιακή κατάσταση πρέπει να ακολουθήσουμε την λενινιστική παράδοση, δεν αρκεί μόνο να είναι ανίκανοι οι κυρίαρχοι, πρέπει να μπορούν και οι «από κάτω» να ανατρέψουν την κατάσταση των πραγμάτων. Για να γίνει αυτό βασικές προϋποθέσεις είναι να υπάρχουν ανεξάρτητες οργανώσεις των εργαζομένων και επαναστατική οργάνωση, με πολιτικό πρόγραμμα όπου όλοι οι «από κάτω» θα βλέπουν έμπρακτα την ικανοποίηση των συμφερόντων τους, τις αξίες τους.

[1] Μαρξ-Ένγκελς, Μανιφέστο του Κομμουνιστικό Κόμματος, Σύγχρονη Εποχή (1998), σελ. 40