21 Απριλίου 1967: η εγκαθίδρυση της δικτατορίας

Μετά την τελική ήττα της ελληνικής επανάστασης το 1949, η ελληνική αστική τάξη και οι Αμερικάνοι ιμπεριαλιστές επέβαλαν στους Έλληνες εργαζόμενους ένα στυγνό καταπιεστικό καθεστώς. Χιλιάδες αγωνιστές φυλακίστηκαν, βασανίστηκαν, εξορίστηκαν και πάρα πολλοί εκτελέστηκαν. Το σύνολο ουσιαστικά των κομμάτων και οργανώσεων της εργατικής τάξης κηρύχθηκαν παράνομα, ενώ και στα συνδικάτα επιβλήθηκαν διορισμένες διοικήσεις.

Εξαιτίας της κατάστασης αυτής, το ποσοστό εκμετάλλευσης της ελληνικής εργατικής τάξης ήταν από τα υψηλότερα στον κόσμο κατά τις δεκαετίες του ’50 και του ’60. Ο ελληνικός καπιταλισμός εκμεταλλεύθηκε τους ευνοϊκούς συσχετισμούς και τη διεθνή συγκυρία και γνώρισε ραγδαία ανάπτυξη. Από την άλλη πλευρά όμως, η εκβιομηχάνιση δημιούργησε νέους και δυναμικούς κλάδους και στρώματα της εργατικής τάξης, που σε μεγάλο βαθμό δεν βαρύνονταν με τις οδυνηρές εμπειρίες του παρελθόντος. Έτσι το εργατικό κίνημα έδειξε εξαιρετικά γρήγορα σημάδια ανάκαμψης και το 1958 η ΕΔΑ, μοναδική νόμιμη έκφραση της αριστεράς, πήρε 25% στις εκλογές. Από τις αρχές της δεκαετίας του ’60 ξέσπασαν μαζικοί εργατικοί και λαϊκοί αγώνες ενάντια στο βάρβαρο μετεμφυλιακό καθεστώς. Το Δεκέμβρη του 1960 απεργοί οικοδόμοι συγκρούστηκαν με την αστυνομία στο κέντρο της Αθήνας. Το καθεστώς των διορισμένων διοικήσεων έσπασε σε πολλά συνδικάτα και δημιουργήθηκε η κίνηση των «115 Συνεργαζόμενων Εργατοϋπαλληλικών Οργανώσεων», που έδωσε τεράστια ώθηση στους αγώνες και το κίνημα. Παράλληλα, οι αγώνες για δωρεάν παιδεία και η ανάγκη για εξειδικευμένο εργατικό δυναμικό λόγω της οικονομικής ανάπτυξης άνοιξαν τις πύλες των πανεπιστημίων σε πολλά παιδιά από εργατικά και λαϊκά στρώματα. Το φοιτητικό κίνημα γνώρισε κι αυτό ραγδαία άνοδο και στάθηκε στο πλευρό των εργατικών αγώνων.

Την περίοδο αυτή η δεξιά παράταξη προσπάθησε να στερεώσει την κυριαρχία της, υιοθετώντας ένα πιο «εκσυγχρονιστικό» και «δημοκρατικό» προσωπείο, υπό την ηγεσία του Καραμανλή και με πολιτικό φορέα την ΕΡΕ (Εθνική Ριζοσπαστική Ένωση). Ωστόσο, δεν άργησε να γίνει φανερό ότι για την αντιμετώπιση της ανόδου των αγώνων δεν αρκούσε ο κρατικός κατασταλτικός μηχανισμός. Έτσι, η αστική τάξη στηρίχθηκε και στις ακροδεξιές παρακρατικές ομάδες, που οργάνωναν τρομοκρατικές επιθέσεις κατά των αγωνιστών και του κινήματος, με αποκορύφωμα τη δολοφονία του Γρηγόρη Λαμπράκη. Στο στρατό, το παρακράτος εκφραζόταν από τον ΙΔΕΑ (Ιερός Δεσμός Ελλήνων Αξιωματικών), που αποτέλεσε και τον πυρήνα των πραξικοπηματιών του 1967. Από την άλλη πλευρά, η ραγδαία ανερχόμενη Ένωση Κέντρου με ηγέτη τον Γεώργιο Παπανδρέου εκπροσωπούσε τα πιο δυναμικά κομμάτια της αστικής τάξης, που είχαν αναδειχθεί λόγω της οικονομικής ανάπτυξης. Η Ένωση Κέντρου προωθούσε κάποια μέτρα φιλελευθεροποίησης του μετεμφυλιακού καθεστώτος και κάποια σχετική ανεξαρτησία απέναντι στις ΗΠΑ, ωστόσο αντιτασσόταν σφοδρά σε οτιδήποτε μπορούσε να κλονίσει τους βασικούς πυλώνες της αστικής εξουσίας, μεταξύ των οποίων ήταν και τα ανάκτορα.

Η άνοδος των αγώνων, του συνδικαλισμού και της ταξικής συνείδησης δεν εκφράστηκε ανάλογα και σε πολιτικό επίπεδο, λόγω της προδοτικής πολιτικής της ΕΔΑ, που ήταν ουσιαστικά η νόμιμη πτέρυγα του σταλινικού ΚΚΕ. Το πολιτικό πρόγραμμα της ΕΔΑ και του ΚΚΕ ήταν η λεγόμενη «εθνική δημοκρατική αλλαγή», που στην πράξη σήμαινε τη συνεργασία με την «εθνική» και «δημοκρατική» αστική τάξη, με στόχο την «αυτοδύναμη οικονομική ανάπτυξη». Η ολέθρια αυτή πολιτική μετέτρεψε ουσιαστικά την ΕΔΑ σε πολιτική και εκλογική ουρά της Ένωσης Κέντρου και τελικά ανέδειξε στα μάτια των μαζών ως «μεσσία» τον Γεώργιο Παπανδρέου, φανατικό αντικομμουνιστή και πολέμιο του εργατικού κινήματος, τον ίδιο άνθρωπο που μαζί με τους Άγγλους ιμπεριαλιστές αιματοκύλισε το λαό της Αθήνας το Δεκέμβρη του 1944.

Η πολιτική κρίση κορυφώθηκε τον Ιούλη του 1965, όταν ο βασιλιάς Κωνσταντίνος, με τη στήριξη των Αμερικάνων, οργάνωσε την αποστασία των περισσότερων βουλευτών της Ένωσης Κέντρου, ανατρέποντας την κυβέρνηση του Παπανδρέου. Η κατάλυση του συντάγματος πυροδότησε ένα εκρηκτικό λαϊκό κίνημα, που έμεινε στην ιστορία ως «Ιουλιανά». Σχεδόν καθημερινά εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι έβγαιναν στους δρόμους απαιτώντας την κατάργηση της μοναρχίας, και στις 27 Αυγούστου κηρύχθηκε γενική πολιτική απεργία. Ήταν πια φανερό ότι το κίνημα ξεπερνούσε τις δημοκρατικές διεκδικήσεις και κλόνιζε τα θεμέλια της αστικής εξουσίας. Όμως η ηγεσία της ΕΔΑ κατήγγειλε ως «τυχοδιωκτικά» όσα συνθήματα ξέφευγαν από τα όρια της αστικής νομιμότητας και μπορούσαν να «τρομάξουν» τους αστούς κεντρώους συμμάχους της. Έκανε ότι μπορούσε για να περιορίσει το κίνημα σε κοινοβουλευτικά πλαίσια και πέτυχε τελικά να το εκφυλίσει.

Την άνοιξη του 1967 οι κύριες πολιτικές δυνάμεις συμφώνησαν για τη διεξαγωγή εκλογών. Ενώ ο κίνδυνος της δικτατορίας ήταν ορατός, η ηγεσία της ΕΔΑ καθησύχαζε το λαό και ασχολούνταν με την προεκλογική της εκστρατεία. Έτσι, το πραξικόπημα έγινε ανεμπόδιστα στις 21 Απρίλη. Οι δικτάτορες έθεσαν σε εφαρμογή τα σχέδια των επιτελείων της ελληνικής αστικής τάξης, που έτρεμε τη ραγδαία άνοδο των εργατικών αγώνων και την αμφισβήτηση της εξουσίας της, αλλά και του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού. Οι Αμερικάνοι είχαν ανάγκη ένα απόλυτα πειθήνιο καθεστώς στην Ελλάδα, στήριγμα για την εκστρατεία τους ενάντια στα κινήματα των αραβικών λαών, που έθεταν σε κίνδυνο ζωτικά ιμπεριαλιστικά συμφέροντα στον κρίσιμο χώρο της Μέσης Ανατολής. Δεν είναι τυχαίο ότι λίγες μόλις εβδομάδες μετά το πραξικόπημα εξαπολύθηκε η επίθεση του Ισραήλ κατά των αραβικών χωρών (πόλεμος των έξι ημερών). Επιπλέον, η επικράτηση της δικτατορίας θα επέτρεπε στους Αμερικάνους να επιβάλουν μια «λύση» του Κυπριακού σύμφωνη με τις επιδιώξεις τους.

Η επιβολή της δικτατορίας ήταν μια βαριά ήττα για την ελληνική εργατική τάξη, καθώς σήμαινε την ακύρωση των βασικών της δικαιωμάτων, το τσάκισμα των οργανώσεών της και των συνδικάτων, την απαγόρευση των απεργιών, τη λεηλασία των ασφαλιστικών ταμείων. Παράλληλα, το κίνημά της διακοπτόταν και αποσυνδεόταν από την παγκόσμια επαναστατική άνοδο εκείνης της εποχής. Ωστόσο, οι δικτάτορες δεν μπόρεσαν ποτέ να κάμψουν το φρόνημα των μαζών και η νέα άνοδος του κινήματος από το 1972-73 οδήγησε στην ηρωική εξέγερση του Πολυτεχνείου και την πτώση της χούντας, ανοίγοντας το δρόμο για μια περίοδο εξαιρετικά σημαντικών αγώνων και κατακτήσεων.