Ελληνικός καπιταλισμός: οριστικά και αμετάκλητα στις «οικονομίες της φαβέλας» με νέο κραχ στον ορίζοντα

αναδημοσίευση από την Εργατική Πάλη Ιούνη

Ο ντόρος που δημιούργησε στα καλοταϊσμένα ΜΜΕ η απερχόμενη κυβέρνηση Μητσοτάκη για δήθεν «σταθερή ανάπτυξη», ανήκει το λιγότερο στη σφαίρα του φανταστικού. Στην πραγματικότητα, ο ελληνικός καπιταλισμός όχι μόνο δεν έχει έλθει στην προ-μνημονιακή του κατάσταση, αλλά έχει υποβαθμιστεί οριστικά στην πιο χαμηλή βαθμίδα των οικονομιών της Δύσης (μιας Δύσης που κι αυτή με τη σειρά της βιώνει μια πρωτοφανή κρίση, με πρωταγωνιστή τις ΗΠΑ).

 

«Ανάπτυξη» πάνω σε συντρίμμια

Ως προς την ανάπτυξη του ΑΕΠ, η άνοδος στο 6,8% για το 2022 έρχεται από τη μία, λόγω της σύγκρισης που γίνεται με την πολύ βαθιά ύφεση του 2020 και από την άλλη, λόγω του αυξημένου πληθωρισμού (9,3% για την ίδια χρονιά) και των επιδοτήσεων διαφόρων pass που έδωσε η κυβέρνηση στους καπιταλιστές. Για το 2023, οι προβλέψεις του ΟΟΣΑ δείχνουν μια αισθητή συρρίκνωση του δείκτη στο 1,6%. Πιθανότατα, οι προβλέψεις θα πέσουν έξω, καθώς ήδη η ισχυρότερη οικονομία της ΕΕ, η Γερμανία, έχει μπει σε τροχιά ύφεσης. Και σίγουρα, με αυτά τα νούμερα δεν πρόκειται να ανακτηθεί το 1/4 του ΑΕΠ που χάθηκε από το 2008 και έπειτα. Αυτό θα γίνει… το 2037 (!) σύμφωνα με τις «αισιόδοξες» πάντα, προβλέψεις του ΟΟΣΑ.

 

Οι ιδιωτικοποιήσεις που βαφτίστηκαν «επενδύσεις»

Έπειτα από 13 χρόνια συνεχών αρνητικών επιδόσεων στις καθαρές επενδύσεις πάγιου κεφαλαίου (επενδύσεις πάγιου κεφαλαίου-αποσβέσεις), εμφανίζονται το 2022… να πλησιάζουν το μηδέν (σωρευτικά χάθηκαν πάνω από 100 δισ. ευρώ)! Αυτή η πορεία του μηχανολογικού εξοπλισμού της χώρας έχει γονατίσει τον παραγωγικό ιστό, με τη βιομηχανία να έχει βαλτώσει σε πολύ χαμηλούς δείκτες, χωρίς καμία ένδειξη αντίστροφης πορείας (το ίδιο και χειρότερα ισχύει για την αγροτική παραγωγή). Όσο για την παραγωγικότητα (βασικό σημείο σύγκρισης με άλλες καπιταλιστικές οικονομίες) συνεχίζει, επίσης, να πέφτει (96.6 το 2022, σε σχέση με το «φτωχό» 2015 [=100]).

Αυτά αγνοούνται στην έκθεση του διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδας (ΤτΕ), όπου παρουσιάζει τις επενδύσεις με ένα δικό του, νεοφιλελεύθερο τρόπο. Αναφέρεται σημαντική αύξηση των Ξένων Άμεσων Επενδύσεων στην έκθεση του Απρίλη 2023 (αύξηση στα 6,2 δισ. το 2023, από 5,5 το 2021 και 4,4 το 2019). Παρακάτω στην έκθεση συμπληρώνεται ότι «οφείλεται αφενός σε διαρθρωτικούς και συγκυριακούς παράγοντες και αφετέρου στην επιτάχυνση της υλοποίησης του στρατηγικού σχεδίου του ΤΑΙΠΕΔ για την αξιοποίηση της δημόσιας περιουσίας», με άλλα λόγια, το ξεπούλημα της δημόσιας περιουσίας καταγράφεται ως «επένδυση». Η κερδοσκοπική-παρασιτική δραστηριότητα του ξένου κεφαλαίου γίνεται ξεκάθαρη και στη σύνθεση των Άμεσων Ξένων Επενδύσεων: από τα 6,2 δισ., τα 1,9 (πάνω από το 1/3) κατευθύνθηκαν στην αγορά ακινήτων.

Τα χρήματα που θα εισρεύσουν από το Ταμείο Ανάκαμψης μέχρι το 2026 πράγματι θα είναι πολλά (μαζί με τα νέα ΕΣΠΑ, θα φτάσουν τα 120 δισ. ευρώ, δηλαδή το 60% του ΑΕΠ), αλλά δεν πρόκειται να πάνε με κανέναν τρόπο στην παραγωγική ανασυγκρότηση της οικονομίας. Το σχέδιό του «Ελλάδα 2.0» περιλαμβάνει τις γνωστές απάτες περί «πράσινης ανάπτυξης» και «καινοτομίας», με τη ντόπια ελίτ και τους ημετέρους της να περιμένουν πως και πως να ξεκοκαλίσουν ακόμα παραπάνω τα δημόσια ταμεία, βγάζοντας χωρίς καθόλου κόπο δυσθεώρητα κέρδη. Δεν μπορεί να υπάρξει άλλη διαχείριση από τους «άριστους», όταν τη διετία 2020-22 κλέψανε από τα δημόσια ταμεία μέσω απευθείας αναθέσεων 15 δισ.

 

Χρέος: ένα πηγάδι δίχως πάτο

Άλλη μια ανυπολόγιστη ζημιά στην οικονομία είναι το δυσβάσταχτο (δημόσιο και ιδιωτικό) χρέος, που δεν υπάρχει καμία σκέψη για δραστική μείωσή του από τα αστικά επιτελεία. Εξαιτίας του πληθωρισμού και της αύξησης του ΑΕΠ, ο λόγος δημόσιου χρέους προς ΑΕΠ φαίνεται μειωμένος, αλλά είναι πραγματικά μια σταγόνα στον ωκεανό (190% του ΑΕΠ το Δεκέμβρη του 2022 από 194% την αντίστοιχη περίοδο πέρυσι). Στην πραγματικότητα, το χρέος μεγαλώνει και χειροτερεύει: έχει ξεπεράσει τα 400 δισ. ευρώ, καθώς η κυβέρνηση με πανηγυρικό τόνο δανείζεται στις αγορές για να αποπληρώσει τα παλαιότερα δάνεια. Σε συνδυασμό με το ιδιωτικό χρέος (ληξιπρόθεσμοι φόροι, χρέη προς τα ασφαλιστικά ταμεία, κόκκινα δάνεια κ.λπ.) που φτάνει πλέον τα 256 δισ., αλλά και τη συνεχή άσχημη εικόνα τόσο του ισοζυγίου πληρωμών (-9,7% του ΑΕΠ για το 2022 — περίπου ίδιο με το 2010 που μπήκαμε στα μνημόνια), όσο και του πρωτογενούς ελλείμματος, καθιστούν τον ελληνικό καπιταλισμό καθ’ όλα ευάλωτο σε ένα νέο φούντωμα της κρίσης. Η «περίοδος χάριτος» τελείωσε και θα έχουμε από του χρόνου την επαναφορά του Συμφώνου Σταθερότητας όπως ανακοίνωσε η Κομισιόν, που αυτομάτως θα σημάνουν νέα αιματοβαμμένα πλεονάσματα της τάξεως του 2-2,5% και άρα νέες περικοπές σε δημόσιες δαπάνες και ενδεχομένως, νέα μνημόνια.

 

«Χρυσά» κέρδη, μισθοί «στα τάρταρα»

Οι αυξήσεις στον κατώτατο μισθό είναι στην πραγματικότητα μειώσεις για το σύνολο των εργαζομένων. Σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ , ο μέσος πραγματικός μεικτός μισθός στην Ελλάδα μειώθηκε κατά 7,4%, εξαιτίας του (σχεδόν διψήφιου) πληθωρισμού, ενώ το κατά κεφαλήν ΑΕΠ σε μονάδες αγοραστικής δύναμης είναι πλέον το 3ο χειρότερο στην ΕΕ. Σε βάθος δεκαετίας, μιλάμε για μείωση τουλάχιστον 30% του μέσου μισθού, όταν αντίστοιχα στην υπόλοιπη Ευρώπη υπήρχε αύξηση 10%.

Από την άλλη, οι καπιταλιστές έχουν επιδοθεί σε ένα ασταμάτητο φαγοπότι μετά την έκρηξη της ακρίβειας. Χαρακτηριστικά είναι τα στοιχεία στο Χρηματιστήριο Αθηνών: μέσα στο α´ τρίμηνο του 2023, 30 εισηγμένες επιχειρήσεις εμφάνισαν κερδοφορία κατά 169%(!) αυξημένη. Εξαιτίας των ιδιωτικοποιήσεων, της επιβολής αντεργατικών μέτρων και της χαμηλής φορολογίας το ελληνικό κεφάλαιο έχει τη μεγαλύτερη καθαρή αποδοτικότητα μέσα στην τελευταία εικοσαετία. Η πλήρης αναντιστοιχία με το επενδυτικό «εμπάργκο» που έχουν επιδοθεί οι καπιταλιστές, δείχνει τον παρασιτισμό του ελληνικού καπιταλισμού, που είναι ανίκανος να δει «πέρα απ’ τη μύτη του», δηλαδή να σκεφτεί ένα νέο οικονομικό μοντέλο μέσα στις νέες παγκόσμιες ανακατατάξεις που διαμορφώνονται.

Όσο η ελληνική αστική τάξη γίνεται συνώνυμη της κρίσης και της αρπαγής δημόσιου πλούτου, τόσο δυσβάσταχτο θα κάνουν τον βίο των εργαζόμενων και φτωχών. Χρειάζεται να πάρουμε πίσω τα κλεμμένα, να ανασυγκροτήσουμε την οικονομία πάνω στις ανάγκες της κοινωνίας. Σε ένα καθεστώς που δεν θέλει να παραχωρήσει τίποτα στους «από κάτω», να προχωρήσουμε σε μια πραγματική εναλλακτική, σε μια Κυβέρνηση των Εργαζομένων.