Τον Φεβρουάριο οι εκλογές στην Ιταλία

Σε νέα φάση αναμένεται να μπει η πολιτική κρίση στην Ιταλία μετά τις εκλογές που προκηρύχθηκαν για τις 24 Φλεβάρη. Ο Μάριο Μόντι παραιτήθηκε από την πρωθυπουργία μετά την απόσυρση της στήριξής του από το κόμμα του Μπερλουσκόνι. Πρόκειται φυσικά για προεκλογικά παιχνίδια και ενδοαστικούς ανταγωνισμούς. Το κόμμα του Μπερλουσκόνι άλλωστε ψήφισε όλα τα κρίσιμα σχέδια νόμου του Μόντι. Επιπλέον, η θητεία της κυβέρνησης έληγε έτσι και αλλιώς την άνοιξη του 2013. Η επίσπευση των εκλογών για μερικές βδομάδες εντάσσεται πιθανά σε μια προσπάθεια του Μπερλουσκόνι να μην αφήσει χρόνο στον Μόντι να προετοιμάσει την κατάσταση για να κατέβει ο ίδιος ως υποψήφιος.

Ο Μόντι ανέλαβε την πρωθυπουργία ως τεχνοκράτης σωτήρας μετά τον εξαναγκασμό του Μπερλουσκόνι σε παραίτηση και είχε τη στήριξη τόσο των διαφόρων κομματιών της δεξιάς όσο και του Δημοκρατικού Κόμματος της “κεντροαριστεράς”. Με την ευρεία κοινοβουλευτική στήριξη που διέθετε εφάρμοσε ένα σκληρό πρόγραμμα αντιμεταρρυθμίσεων, περικοπών σε μισθούς, συντάξεις και κοινωνικές δαπάνες, χτυπήματος των εργασιακών και ασφαλιστικών δικαιωμάτων, αύξησης της φορολογίας στα χαμηλά εισοδηματικά στρώματα κλπ. Τα αποτελέσματα ήταν ανάλογα με αυτά που βλέπουμε και στις υπόλοιπες χώρες του ευρωπαϊκού νότου. Τον Οκτώβριο, σύμφωνα με την ιταλική στατιστική υπηρεσία, οι άνεργοι έφθαναν στα 2,87 εκατομμύρια, οι εργαζόμενοι με μερική απασχόληση τα 3,8 εκατομμύρια, ενώ μεγάλη αύξηση παρουσιάζεται και στους εργαζόμενους με προσωρινές συμβάσεις. Συνολικά το 34% του ενεργού πληθυσμού είναι άνεργοι ή έχουν επισφαλή εργασία. Το 2013 η ανεργία αναμένεται να εκτιναχθεί σε νέα επίπεδα ρεκόρ. Η ιταλική οικονομία βρίσκεται σε φάση ύφεσης και υποχώρησης. Η Ilva, μια από τις μεγαλύτερες χαλυβουργίες της Ευρώπης, ανακοίνωσε 1.400 νέες απολύσεις, ενώ άλλες 1.200 ήδη έχουν γίνει. Με το τέλος του έτους λήγουν 700.000 συμβάσεις εργασίας. Η μεγαλύτερη εργατική συνομοσπονδία, η CGIL, προειδοποίησε ότι το 70% κινδυνεύουν να μην ανανεωθούν, ενώ για όσες ανανεωθούν αυτό θα γίνει με δραστικές μειώσεις μισθών, αφού από 1ης Ιανουαρίου θα τεθεί σε ισχύ η αντιμεταρρύθμιση των εργασιακών σχέσεων.

Σύμφωνα με άλλες μελέτες τα κατά κεφαλή εισοδήματα έχουν καταρρεύσει στα επίπεδα του 1993, ενώ 2,5 εκατομμύρια νοικοκυριά έχουν πουλήσει χρυσό ή άλλα τιμαλφή την τελευταία διετία. Την περίοδο 2007-2011 ο πλούτος των νοικοκυριών μειώθηκε κατά 5,8%. Το 11,1% (περίπου 2,8 εκατομμύρια νοικοκυριά ή 8,17 εκατομμύρια άτομα) βρίσκονται ήδη κάτω από το όριο της φτώχειας, ενώ το 28,4% κινδυνεύει να βρεθεί κάτω από το όριο το αμέσως επόμενο διάστημα.

Οι νέες περικοπές στην Υγεία κατά 8 δις ευρώ έως το 2014 θα οδηγήσουν στο κλείσιμο 7.389 κλινών στα νοσοκομεία της χώρας. Στην κλίνη του Προκρούστη έχουν μπει και οι δαπάνες για την παιδεία. Με την αλλαγή του έτους οι Ιταλοί θα βρεθούν αντιμέτωποι με αυξήσεις στα τρόφιμα, τις μεταφορές, τα καύσιμα, την ηλεκτρική ενέργεια, το φυσικό αέριο, το νερό, τις τραπεζικές υπηρεσίες, τις ασφάλειες αυτοκινήτων, τις ταχυδρομικές υπηρεσίες, με νέους φόρους, αυξημένα τέλη στους αυτοκινητόδρομους, τα αεροδρόμια, την καθαριότητα κλπ.

Παρά όμως αυτά τα πρωτοφανή μέτρα το δημόσιο χρέος της Ιταλίας φθάνει πλέον τα 2 τρις ευρώ και η διαρκής ανάγκη αναχρηματοδότησής του βυθίζει ολοένα και περισσότερο την ιταλική οικονομία στο θανατηφόρο σπιράλ του χρέους.

Μετά από αυτά καθόλου τυχαίο δεν είναι ότι σε ποσοστό μεγαλύτερο του 60% οι Ιταλοί δεν επιθυμούν να δουν τον εγκάθετο των τραπεζών, των Βρυξελλών και του Βερολίνου Μόντι να κατεβαίνει στις εκλογές. Ωστόσο, ο Μόντι ανακοίνωσε μετά από έντονες παρασκηνιακές διαβουλεύσεις ότι θα ηγηθεί συνασπισμού κομμάτων στις εκλογές του Φεβρουαρίου, ενώ δεν έχει ξεκαθαρίσει αν θα διεκδικήσει και την πρωθυπουργία. Έχει ήδη δημοσιοποιήσει το “μανιφέστο” του, με τίτλο “Να αλλάξει η Ιταλία, να αναμορφωθεί η Ευρώπη”, όπου προβλέπεται η συνέχιση της αντιλαϊκής πολιτικής. Οι δυνάμεις που το υιοθέτησαν είναι το χριστιανοδημοκρατικό κόμμα Ένωση Κέντρου, το νεοσυσταθέν κίνημα “Μελλοντική Ιταλία” του προέδρου της Φεράρι Λούκα Κορντέρο Ντι Μοντετζέμελο, το κόμμα Μέλλον και Ελευθερία του Τζιανφράνκο Φίνι, η καθολική εκκλησία και τεχνοκράτες υπουργοί της κυβέρνησης Μόντι. Είναι προφανής η προσπάθεια της ιταλικής αστικής τάξης, σε συνεργασία με Βερολίνο και Βρυξέλλες (το Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα στηρίζει Μόντι) να συγκροτήσουν έναν πόλο εξουσίας γύρω από το πρόσωπο του Μόντι και να εμποδίσουν τον Μπερλουσκόνι να επανακάμψει για μια ακόμα φορά στην εξουσία!

Η πρώτη δημοσκόπηση δίνει σε ένα ενοποιημένο “κεντρώο” ψηφοδέλτιο του Μόντι περίπου 18% (αξιοσημείωτο είναι ότι το 65% από αυτό προέρχεται από την κεντροαριστερά). Το κόμμα του Μπερλουσκόνι παίρνει γύρω στο 16,5%, η Λέγκα του Βορρά 5,5% και η νεοφασιστική δεξιά του Στοράτσε 2%. Το Δημοκρατικό Κόμμα (με τον Μπερσάνι στο τιμόνι) παίρνει 31%, ενώ η Αριστερά Οικολογία Ελευθερία του Βέντολα (πρόθυμος σύμμαχος του Δημοκρατικού Κόμματος) περιορίζεται σε ένα 4%-5%.

Μια διαφορετική φωνή που ακούγεται από το Κόμμα των Πέντε Αστέρων του κωμικού της τηλεόρασης Μπέπε Γκρίλο (διατυπώνει έναν μάλλον λαϊκίστικο λόγο ενάντια στη λιτότητα και την καθεστωτική πολιτική) συγκεντρώνει στις δημοσκοπήσεις το 14%. Αποτελεί μια έκφραση της οργής τμημάτων της ιταλικής κοινωνίας, όμως απέχει πολύ από τη διατύπωση ενός εναλλακτικού προγράμματος.

Η αντινεοφιλελεύθερη αριστερά βρίσκεται κατακερματισμένη και στο περιθώριο των πολιτικών εξελίξεων. Οι συζητήσεις που γίνονται εν όψει των εκλογών για τη συγκρότηση κοινού ψηφοδελτίου ανάμεσα σε κάποια από τα απομεινάρια της Κομμουνιστικής Επανίδρυσης, τους Ιταλούς Κομμουνιστές, τους Πράσινους κ.α. φαίνεται να περιορίζονται στην αναζήτηση ενός κακέκτυπου του ΣΥΡΙΖΑ και στην προσπάθεια να τραβήξουν το κόμμα του Βέντολα από την αγκάλη του Δημοκρατικού Κόμματος.

Το πολιτικό τοπίο στην Ιταλία αποπνέει αδιέξοδο. Η επόμενη κυβέρνηση, είτε κεντροδεξιά είτε κεντροαριστερή, θα επιχειρήσει μια νέα σαρωτική επίθεση στην εργατική τάξη και τα φτωχά λαϊκά στρώματα. Μόνο οι αγώνες των εργαζομένων, της νεολαίας και των φτωχών λαϊκών στρωμάτων μπορούν να βάλουν φρένο και να δημιουργήσουν τις προϋποθέσεις για την ανατροπή αυτής της πολιτικής και της βαρβαρότητας που προσπαθούν να επιβάλουν.

ΕΡΓΑΤΙΚΗ ΠΑΛΗ – Ιανουάριος 2013