Για ποιον Σοσιαλισμό παλεύουμε
Αναδημοσίευση από την Εργατική Πάλη Απριλίου
Η παγκόσμια αστική τάξη μαζί με τις άγριες νεοφιλελεύθερες επιθέσεις στα κοινωνικά, πολιτικά και δημοκρατικά δικαιώματα, τον πόλεμο και την περιβαλλοντική καταστροφή εξαπολύει εδώ και δεκαετίες μια ιδεολογική επίθεση στην εργατική τάξη. Αυτή έχει πάρει πρωτοφανείς διαστάσεις με το λεγόμενο «τέλος της ιστορίας» που διακήρυξαν οι ιδεολόγοι της μετά την κατάρρευση των γραφειοκρατικοποιημένων εργατικών κρατών, του λεγόμενου «υπαρκτού σοσιαλισμού», διακηρύσσοντας ότι «δεν υπάρχει εναλλακτική» (ΤΙΝΑ) – φράση που είχε χρησιμοποιήσει η Θάτσερ για να πει ότι ο νεοφιλελευθερισμός είναι μονόδρομος. Αυτή η επίθεση στις αρχές και αξίες του εργατικού κινήματος, στην ιστορία και τους αγώνες του για μια κοινωνία χωρίς εκμετάλλευση και καταπίεση, έφτασε μέχρι την αντικομμουνιστική υστερία της θεωρίας των «δύο άκρων», που εξισώνει τον κομμουνισμό με τον φασισμό.
Η επίθεση αυτή στηρίζεται στην τεράστια δυσφήμιση του Σοσιαλισμού, σαν ανώτερου κοινωνικού συστήματος από τον καπιταλισμό, που επέφερε η γραφειοκρατικοποίηση των χωρών του «υπαρκτού σοσιαλισμού». Σε αυτές τις χώρες, η γραφειοκρατία είχε αφαιρέσει την πολιτική εξουσία από την εργατική τάξη και τα Σοβιέτ (Εργατικά Συμβούλια), επιβάλλοντας τη δικτατορία του κόμματος ή καλύτερα της Κεντρικής Επιτροπής του.
Η ιδεολογία της γραφειοκρατίας συνοψίζεται στα εξής: Το κόμμα ή καλύτερα η Κεντρική Επιτροπή κατέχει το ανώτερο επίπεδο συνείδησης, ένα αλάθητο. Οι εργατικές μάζες είναι καθυστερημένες πολιτικά, τις απασχολούν μόνο άμεσες υλικές ανάγκες. Δεν κατανοούν τα «ιστορικά συμφέροντά» τους και αν αποφασίζουν οι ίδιες, μεγαλώνει ο κίνδυνος της «αντεπανάστασης». Ωστόσο, η ιστορική εμπειρία από την κατάρρευση αυτών των καθεστώτων απέδειξε περίτρανα ότι η γραφειοκρατική (κακο)διοίκηση ήταν αυτή οδήγησε σε καπιταλιστική παλινόρθωση και μετατροπή της γραφειοκρατίας σε αστική τάξη.
Τη δυσφήμιση αυτή του Σοσιαλισμού ύπουλα και υποκριτικά αξιοποίησε και αξιοποιεί η αστική τάξη για να διατρανώσει την «ανωτερότητα» της κίβδηλης αστικής δημοκρατίας της. Η αστική δημοκρατία αποτελεί ακόμη και στις πιο ανεπτυγμένες δημοκρατίες μια δικτατορία της αστικής τάξης. Γιατί δημοκρατία και ισότητα δεν υπάρχει όταν υπάρχει κοινωνική ανισότητα και όταν η συντριπτική πλειοψηφία της κοινωνίας, οι εργαζόμενοι, δεν μπορούν να επιβιώσουν παρά μόνο πουλώντας την εργατική τους δύναμη. Όταν οι εργαζόμενοι είναι έξω από τα πραγματικά κέντρα των αποφάσεων και η συμμετοχή τους είναι μόνο έμμεση ή μέσω της ψήφου. Κάθε τέσσερα χρόνια στις εκλογές, τα αστικά κόμματα με άθλια ψέματα υφαρπάζουν την ψήφο των εργαζομένων και των φτωχών λαϊκών στρωμάτων, για να εφαρμόσουν στη συνέχεια πολιτικές εξυπηρέτησης των συμφερόντων του κεφαλαίου. Άλλωστε συχνά η αστική τάξη κυβερνά με ανοιχτές δικτατορίες και μισοφασιστικά ή φασιστικά καθεστώτα ενάντια στο εργατικό κίνημα.
Για την ΟΚΔΕ και το ρεύμα του επαναστατικού μαρξισμού, η καταστροφή του αστικού κράτους και η κοινωνικοποίηση των βασικών τομέων της παραγωγής αποτελούν τις βασικές προϋποθέσεις για τη δικτατορία του προλεταριάτου. Η δικτατορία του προλεταριάτου δεν σημαίνει δικτατορικές μεθόδους διακυβέρνησης. Είναι η δικτατορία της εργατικής τάξης, των εργαζομένων και των φτωχών λαϊκών στρωμάτων, αλλά και κάθε σύμμαχου καταπιεσμένου τμήματος, δηλαδή της συντριπτικής πλειοψηφίας της κοινωνίας, ενάντια στην αστική τάξη, που είναι μικρή μειοψηφία. Μ’ αυτή την έννοια είναι η εργατική-σοσιαλιστική δημοκρατία, όπου η συντριπτική πλειοψηφία αποφασίζει και ενεργεί για το συνολικό κοινωνικό συμφέρον – και έτσι είναι κατά πολύ διευρυμένη και ανώτερη από την αστική δημοκρατία.
Το κράτος με το οποίο η εργατική τάξη ασκεί την εξουσία της είναι τα εργατικά συμβούλια, που με γενικές συνελεύσεις αποφασίζουν πάνω σε στρατηγικά και τακτικά ζητήματα της οικονομίας, της πολιτικής, της κοινωνίας. Στόχος είναι η κάλυψη των ανθρώπινων αναγκών, η ανάπτυξη της οικονομίας προς την κατεύθυνση της δημιουργίας αφθονίας αγαθών ξεκινώντας από τα πιο βασικά (τροφή, ένδυση, κατοικία, υγεία, εκπαίδευση, συγκοινωνίες κ.ά.). Ο ελεύθερος εφοδιασμός αυτών των αγαθών θα πρέπει να αντικαταστήσει προοδευτικά τον μισθό σε χρήμα. Δεν θα είναι πια οι τυφλοί νόμοι της αγοράς και του κέρδους που ρυθμίζουν την παραγωγή και οδηγούν σε σπατάλη παραγωγικών δυνάμεων (καπιταλιστικές κρίσεις), αλλά ο συνειδητός δημοκρατικός σχεδιασμός. Τα εργατικά συμβούλια ανά επιχείρηση, κλάδο, περιοχή, κοινωνικά κινήματα, κινήματα γυναικών, εκπαίδευσης κ.ά. θα ενωθούν σε εθνικό επίπεδο – εκλέγοντας αντιπροσώπους που θα δεσμεύονται από τις αποφάσεις τους, άμεσα ανακλητούς. Η νομοθετική και η εκτελεστική εξουσία θα είναι ενωμένες. Σε όλους τους τομείς, οι κρατικοί διοικητικοί μηχανισμοί θα εφαρμόζουν τις αποφάσεις των συμβουλίων. Οι διοικητικοί υπεύθυνοι θα εκλέγονται και θα αμείβονται, ακόμη και στις ανώτερες θέσεις, με τον μισθό του ειδικευμένου εργάτη. Θα καταργηθεί η ιεραρχία στο εργοστάσιο και στους χώρους δουλειάς και θα αντικατασταθεί από την αυτοδιεύθυνση με βάση τη δημοκρατία των παραγωγών.
Στην πορεία οικοδόμησης του Σοσιαλισμού, αυτό το κράτος «μη κράτος» της εργατικής τάξης θα απονεκρώνεται, στον βαθμό που θα επεκτείνεται η άμεση δημοκρατία και η αυτοδιαχείριση. Αυτή η πορεία προς την αταξική σοσιαλιστική κοινωνία έχει ως βασική προϋπόθεση την εξάπλωση της επανάστασης και της νέας κοινωνίας σε διεθνές επίπεδο.
Οι γραφειοκρατικές μονοκομματικές δικτατορίες στον «υπαρκτό σοσιαλισμό» αποτελούν επιπλέον στοιχείο δυσφήμισης του Σοσιαλισμού. Στη δικτατορία του προλεταριάτου δεν μπορεί να υπάρχει μία μόνο άποψη, από ένα μόνο κόμμα. Η ύπαρξη πολλών απόψεων προκύπτει από τις διαφοροποιήσεις μέσα στην ίδια την εργατική τάξη. Τα πολιτικά κόμματα θα επιζούν για όσο υπάρχουν ακόμα συγκρούσεις συμφερόντων, δηλαδή μέχρι την ολοκλήρωση οικοδόμησης μιας αταξικής σοσιαλιστικής κοινωνίας – και οι εργαζόμενοι θα έχουν δικαίωμα να τα ψηφίζουν, έστω κι αν είναι επηρεασμένα από μικροαστικές ιδεολογίες ή και την αστική ιδεολογία. Μόνο όσα στρέφονται ένοπλα ενάντια στο εργατικό κράτος θα απαγορευτούν.
Η διαπάλη αυτών των κομμάτων μέσα στα εργατικά συμβούλια αποτελεί ένα σχολείο για την εργατική τάξη. Το επαναστατικό κόμμα δεν έχει να φοβηθεί τίποτε από αυτό τον πολυκομματισμό. Η προσπάθειά του να ριζώσει στην εργατική τάξη και να κερδίσει την πλειοψηφία της δεν θα ασκείται με κατασταλτικά μέσα, αλλά με πολιτικά και ιδεολογικά.
Αυτή η αντίληψη είναι θεμελιώδης για να αποκαταστήσουμε το απελευθερωτικό όραμα και την ελκτικότητα του Σοσιαλισμού μετά από τη δυσφήμιση που επέφεραν τα σταλινικά εγκλήματα.