Η επέμβαση στα κοινωνικά κινήματα και αγώνες

Αναδημοσίευση από την Εργατική Πάλη Απριλίου

Η ταξική πάλη και κατ’ επέκταση τα καθήκοντα των επαναστατών έχουν ως επίκεντρο και κορμό την εργατική τάξη, ωστόσο δεν εξαντλούνται αποκλειστικά σε αυτό. Είναι αναγκαία, εφικτή και χρήσιμη η ανάπτυξη και άλλων ή ευρύτερων κινημάτων. Μάλιστα αποτελεί όρο για την κοινωνική και πολιτική ριζοσπαστικοποίηση ευρύτερων μαζών. Ώστε να αντιληφθούν τον συνολικό τρόπο με τον οποίο ασκείται η εξουσία του κεφαλαίου σε όλες τις σφαίρες της κοινωνικής και πολιτικής ζωής, καθώς και τα καταστροφικά αποτελέσματά της, δηλαδή την ουσία της δομικής κρίσης του καπιταλισμού. Αυτή η κριτική μπορεί να ενισχύσει τη διαμόρφωση μιας συνείδησης αντικαπιταλιστικής, ειδικά όσο η κρίση του συστήματος χειροτερεύει και τα προβλήματα, η ανικανότητα της αστικής τάξης να δώσεις λύσεις ξεχειλίζουν από παντού.

Τέτοια κινήματα και αγώνες είναι: Η υπεράσπιση του δημόσιου και δωρεάν χαρακτήρα κοινωνικών υπηρεσιών/αγαθών και η καθολική επέκτασή τους (υγεία, παιδεία, νερό κ.λπ.). Το φοιτητικό κίνημα και γενικότερα το κίνημα της νεολαίας. Το αντιπολεμικό κίνημα. Η πάλη ενάντια στην καταστολή, τον ρατσισμό και τον φασισμό. Ενάντια στην καταπίεση των γυναικών. Για τη σωτηρία του περιβάλλοντος.

Η συμμετοχή σε τέτοια κινήματα είναι υποχρέωση των επαναστατών μαρξιστών, διαφορετικά η «πολιτικοποίηση» των εργαζομένων και της νεολαίας αδυνατίζει ή γίνεται μια διαδικασία εντελώς προπαγανδιστική και αφηρημένη. Ή –η άλλη όψη του ίδιου νομίσματος– η διαχείριση αυτών των προβλημάτων αφήνεται στην πρωτοβουλία των αστικών δυνάμεων και τις μισερές λύσεις των ρεφορμιστών.

Επεμβαίνοντας οι επαναστάτες σε τέτοια κινήματα και αγώνες, πρέπει «να εκπροσωπούν τα συμφέροντα του κινήματος στο σύνολό του» (όπως το έθεταν ήδη οι Μαρξ και Ένγκελς στο Κομμουνιστικό Μανιφέστο). Αυτό σημαίνει να επεμβαίνουν με τη μέθοδο του μεταβατικού προγράμματος, προωθώντας: α) Αιτήματα ενοποιητικά, που επίσης δείχνουν τη σύνδεση κάθε επιμέρους προβλήματος με την αιτία, το καπιταλιστικό σύστημα και την κρίση του. β) Την αυτοοργάνωση και τον μαχητικό χαρακτήρα αυτών των κινημάτων.

Η «απλότητα» αυτών των καθηκόντων μπορεί να φαντάζει αυτονόητη. Για παράδειγμα, να προωθούμε αγώνες για αιτήματα όπως π.χ.: Όχι στις ιδιωτικοποιήσεις. Λεφτά για δημόσια δωρεάν παιδεία και υγεία για όλους. Διάλυση των ειδικών σωμάτων καταστολής, αφοπλισμός της αστυνομίας. Καμία συμμετοχή στους ιμπεριαλιστικούς πολέμους, έξω βάσεις και ΝΑΤΟ. Κατάργηση κάθε ρατσιστικής διάκρισης ενάντια σε πρόσφυγες-μετανάστες. Μέτρα για την πραγματική προστασία του περιβάλλοντος από την καπιταλιστική λεηλασία. Ίσα δικαιώματα για τις γυναίκες, χρηματοδότηση-ενίσχυση των δημόσιων δομών εκπαίδευσης και ανατροφής των παιδιών κ.ο.κ.

Ωστόσο απαιτείται ιδιαίτερη προσοχή. Τα τελευταία χρόνια, η κρίση του εργατικού κινήματος έχει κάνει την υλοποίηση αυτών των καθηκόντων πιο περίπλοκη. Το πρόβλημα είναι ότι έχει αδυνατίσει η πολιτική ηγεμονία της εργατικής τάξης. Με άλλα λόγια, όλα τα παραπάνω δεν θεωρούνται σαν οργανικό τμήμα ενός προγράμματος και μιας πάλης για τη συνολική αλλαγή της κοινωνίας. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να διαστρεβλώνεται και να χάνεται ο πολιτικός χαρακτήρας αυτών των κινημάτων. Να χάνεται η κρίσιμη σύνδεση του «μερικού» και το «γενικό» – και αυτό καταλήγει να αθωώνεται ο πραγματικός ένοχος, το καπιταλιστικό σύστημα και η κρίση του.

Έτσι βλέπουμε συχνά αποπροσανατολιστικές λογικές, πρακτικές και συνθήματα. Για παράδειγμα: Ενάντια στην καταστολή, προτάσσεται ο «εκδημοκρατισμός» του αστικού κράτους ή «νομικές ενέργειες». Ενάντια στον πόλεμο, αφηρημένα συνθήματα για «ειρήνη», «διεθνές δίκαιο» ή η άρνηση να δοθεί προτεραιότητα στην πάλη ενάντια στους «δικούς μας» ιμπεριαλιστές και αστικές κυβερνήσεις. Στο χώρο π.χ. της εκπαίδευσης, ο ανεξάρτητος και μαχητικός αγώνας του φοιτητικού κινήματος μπαίνει στην ίδια μοίρα με την επιδίωξη «συμμαχιών» με «καλούς» πρυτάνεις ή περιορίζεται σε έναν «φοιτητοκεντρισμό». Αλλά και παραπέρα: Το πρόβλημα της γυναικείας ή της σεξουαλικής καταπίεσης μετατρέπεται σε εγγενές πρόβλημα ύπαρξης του ανδρικού φύλου. Η διέξοδος από την περιβαλλοντική καταστροφή αναζητείται σε αντιδραστικές ουτοπίες, παραλλαγές του νεοφιλελεύθερου ιδεολογήματος ενός «πράσινου καπιταλισμού» (η λεγόμενη ολιγοεπάρκεια κ.ά.).

Έτσι, η ενέργεια τέτοιων κινημάτων κατακερματίζεται, διασκορπίζεται σε έναν ατέρμονο «θεματικό ακτιβισμό» ή σε αταξικούς και ατομικίστικους «δικαιωματισμούς» και «ταυτοτικά κινήματα». Αντί να χύνονται σε μια κοινή κοίτη και να φουσκώνουν ένα αντικαπιταλιστικό ρεύμα, εκτρέπονται και χάνονται σε χιλιάδες παραπόταμους. Και καθώς δεν αναζητούν μια συνολική διέξοδο και ανατροπή, αντικειμενικά καταλήγουν στην υποταγή στο νεοφιλελεύθερο δόγμα «Δεν υπάρχει εναλλακτική», στη διαίρεση των εκμεταλλευόμενων και καταπιεσμένων υψώνοντας αξεπέραστα τείχη ανταγωνισμών ανάμεσά τους.

Όλα τα παραπάνω οδηγούν πάντα στην ηγεμονία της αστικής πολιτικής (που οι ρεφορμιστές αποτελούν αγωγό της μέσα στο εργατικό κίνημα). Αυτή δεν παρακολουθεί αμέτοχη αλλά προσπαθεί συστηματικά να επιβάλλεται μέσα από ιδεολογήματα και μηχανισμούς όπως: «πολιτικοποίηση, όχι κομματικοποίηση», «μη κυβερνητικές οργανώσεις» (όλες είναι κρατικά σιτιζόμενες και ελεγχόμενες), «εταιρική ευθύνη», «πράσινη ανάπτυξη», «συμπεριληπτικότητα, όχι διακρίσεις» κ.λπ.

Αυτά αποτελούν σήμερα κοινό λόγο όλων των αστικών δυνάμεων, τόσο της «ακροδεξιοκεντρώας» ΝΔ όσο και των «προοδευτικών» σε ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ. Και μάλιστα ένα από τα πιο βασικά κομμάτια της κυρίαρχης ιδεολογίας, όσο παλιότερες εκφράσεις της χάνονται ή βρίσκονται σε κρίση και αδυνατίζουν (πατρίδα, θρησκεία, οικογένεια, ατομική ιδιοκτησία κ.ά.). Περιττό να πούμε ότι αυτές οι ψευτοπροοδευτικές «μόδες» ταιριάζουν γάντι σε έναν αστικό σχηματισμό όπως το ΜεΡΑ25, με τους νεολογισμούς του ότι «δεν έχουμε καπιταλισμό αλλά ένα σύστημα ολιγαρχών και τεχνοφεουδαρχίας».

Είναι γεγονός ότι σήμερα ένα μεγάλο μέρος της άκρας και ριζοσπαστικής αριστεράς δεν μπορεί να αναγνωρίσει καν αυτό το μέτωπο πάλης. Έχει επομένως σοβαρό πρόβλημα να προτάξει μια σθεναρή αντίσταση – και γι’ αυτό βλέπουμε τη φυσιογνωμία οργανώσεων ή σχημάτων να μετατοπίζεται από εργατική-κομμουνιστική σε καμπάνιες θεματικές ή δικαιωματισμού. Πρόκειται για σοβαρή απειλή, που πρέπει να αντιμετωπιστεί πολιτικά προβάλλοντας την κεντρικότητα της εργατικής τάξης και την υπαγωγή όλων των επιμέρους στόχων στον κεντρικό, τη σοσιαλιστική επανάσταση.