Οκτώβρης 1912: Το ξέσπασμα του Α΄ Βαλκανικού Πολέμου

Αναδημοσίευση από την Εργατική Πάλη Οκτωβρίου

 Τα αίτια

Τόσο στην ελληνική, όσο και στη διεθνή «επίσημη» ιστοριογραφία, ως βασικό αίτιο των Βαλκανικών Πολέμων αναφέρεται η προσπάθεια των λαών των Βαλκανίων να διώξουν τους «καταπιεστές» Οθωμανούς και να δημιουργήσουν «ελεύθερα» και «δημοκρατικά» αστικά κράτη. Αυτές οι απόψεις δεν αποτελούν παρά απόπειρα διαστρέβλωσης της ιστορίας και απόκρυψης του εγκληματικού ρόλου των ντόπιων αστικών τάξεων και των δυτικών ιμπεριαλιστών, που για τα συμφέροντά τους δεν δίστασαν να εμπλέξουν την εργατική τάξη και τα φτωχά λαϊκά στρώματα στο μεγαλύτερο αιματοκύλισμα, που όμοιό του μέχρι τότε δεν είχε γνωρίσει ο τόπος.

Το τέλος του 18ου αιώνα βρήκε την οθωμανική αυτοκρατορία σε μια κατάσταση οικονομικής, κοινωνικής και γενικά διαλυτικής κρίσης. Οι ιστορικά πεπερασμένες παραγωγικές μέθοδοι έδιναν τη σειρά τους σε μια οικονομική και θεσμική καθίζηση της Αυτοκρατορίας, η οποία από τον 18ο αιώνα φαινόταν πως όδευε προς τα ιστορικά της όρια και τη διάλυση. Σε αυτό το πλαίσιο, οι νεογέννητες αστικές τάξεις των Βαλκανίων δεν θα μπορούσαν να αφήσουν ανεκμετάλλευτη την ευκαιρία για την εδαφική, πληθυσμιακή και οικονομική διεύρυνση και επέκτασή τους.

Για την Ελλάδα, η οποία ήδη από τον 19ο αιώνα είχε κυριαρχήσει εμπορικά σε όλα τα παράλια της ανατολικής λεκάνης της Μεσογείου και από τις αρχές του 20ού αιώνα γνώριζε την μεγαλύτερη – έως τότε – εκβιομηχάνισή της, ο «τουρκικός ζυγός», αποτελούσε μια τροχοπέδη για την παραπέρα ανάπτυξη και ίσως αναβάθμισή της στον καπιταλιστικό χάρτη. Η προσπάθεια της στροφής του ελληνικού κεφαλαίου από τις παροικίες στο εσωτερικό της χώρας και η αναζήτηση νέων εδαφών και εργατικών χεριών για αυτόν τον σκοπό, αποτέλεσαν την λυδία λίθο για να εμπλακεί η ελληνική αστική τάξη στον Α΄ Βαλκανικό Πόλεμο. Τα άλλα δύο βαλκανικά κράτη (Σερβία, Βουλγαρία) γνώριζαν και αυτά μια ανάπτυξη τόσο οικονομική, όσο και στρατιωτική και ήθελαν και αυτά με τη σειρά τους να αρπάξουν από τη λεία. Ταυτόχρονα, τόσο ο δυτικός ιμπεριαλισμός, όσο και η τσαρική Ρωσία, ο καθένας για τους δικούς του λόγους, έβλεπαν την εκπλήρωση των συμφερόντων τους μέσα από την εξόντωση και τον διαμελισμό του «Μεγάλου Ασθενή» και τη λύση του λεγόμενου «Ανατολικού Ζητήματος».

Τα γεγονότα του πολέμου

Από τον Νοέμβριο του 1911 έως και τον Φεβρουάριο της επόμενης χρονιάς, Σερβία και Βουλγαρία διεξήγαγαν συνομιλίες με πλήρη μυστικότητα. Τελικά, στις 24 Φεβρουαρίου του 1912 υπογράφηκε από τους πρωθυπουργούς των δύο κρατών συμμαχική συνθήκη η οποία, δύο μήνες αργότερα, μετατράπηκε και σε στρατιωτική συμφωνία. Τον Σεπτέμβριο του 1912 υπέγραψε τη συμφωνία η Ελλάδα και πλέον, με την υποστήριξη των Μεγάλων Δυνάμεων είχε προετοιμαστεί η συμμαχία που θα διεξήγαγε τον πόλεμο ενάντια στους Οθωμανούς.

Στις 4 Οκτωβρίου 1912 δόθηκε η αφορμή. Έπειτα από άγριες σφαγές των Τούρκων σε Σλάβους Χριστιανούς στα Κότσανα με αφορμή τον τραυματισμό τούρκων στρατιωτών από Βούλγαρους, η Βαλκανική Συμμαχία κήρυξε τον πόλεμο κατά της Τουρκίας.

Ο ελληνικός στρατός μέσα σε λιγότερο από μισό χρόνο κατάφερε να φτάσει από τη Θεσσαλία μέχρι την Κεντρική Μακεδονία, καταλαμβάνοντας όλη την Ήπειρο και σημαντικές εμπορικές πόλεις της εποχής, όπως η Θεσσαλονίκη, η Βέροια, η Καστοριά κ.ά.

Ανάλογες ήταν και οι επιτυχίες των άλλων βαλκανικών κρατών. Ο σερβικός στρατός νίκησε αρχικά τους Οθωμανούς στο Κουμάνοβο, νίκησε στη μάχη που δόθηκε στο Πρίλεπ και ανάγκασε στη συνέχεια τους Τούρκους να υποχωρήσουν προς τα Μπίτολα. Εκεί δόθηκε μια ακόμη αποφασιστική μάχη στην οποία για ακόμη μια φορά κέρδισε ο σερβικός στρατός, ενώ στη συνέχεια κατευθύνθηκε προς νοτιοανατολικά.

Οι Βούλγαροι κατεύθυναν τις στρατιωτικές τους δυνάμεις προς την Ανδριανούπολη και την Κωνσταντινούπολη αλλά και προς τη Μακεδονία με κύριο στόχο την κατάληψη της Θεσσαλονίκης και της Καβάλας, της Δράμας και των Σερρών. Τελικά κατέλαβαν την περιοχή από την κοιλάδα του Άρδα μέχρι και τον Νέστο, ενώ στις 13 Μαρτίου 1913 κατέλαβαν και την Αδριανούπολη.

Το τέλος του Α΄ Βαλκανικού Πολέμου

Έπειτα από 180.000 νεκρούς και αμέτρητους τραυματίες, ο Α΄ Βαλκανικός Πόλεμος τερματίστηκε με τη συνθήκη του Λονδίνου (30 Μαΐου 1913). Σε αυτή προβλεπόταν να δοθούν στους νικητές (τα βαλκανικά κράτη) όλα τα ευρωπαϊκά εδάφη που βρίσκονταν δυτικά της γραμμής Αίνου – Μηδείας, εκτός της Αλβανίας. Επιπλέον, οι «Μεγάλες Δυνάμεις» θα γίνονταν υπεύθυνες για τη χάραξη των συνόρων και το διακανονισμό των ζητημάτων που αφορούσαν την Αλβανία. Στην ουσία επρόκειτο για μια ακόμη προσπάθεια των δυτικών ιμπεριαλιστών να κρατηθούν στην περιοχή, να έχουν τη δικαιολογία να παρεμβαίνουν στα ντόπια πράγματα και να δημιουργούν εξελίξεις με βάση τα δικά τους συμφέροντα. Αυτή τους η στάση, σε αλληλεπίδραση με την αγωνία των βαλκανικών κρατών για τον διαμοιρασμό των νέων «φρεσκο-απελευθερωμένων» εδαφών είναι που θα οδηγήσει λίγους μήνες αργότερα στον Β΄ Βαλκανικό Πόλεμο.

110 χρόνια μετά

Φέτος, συμπληρώνονται 110 χρόνια από τον Α΄ Βαλκανικό Πόλεμο. Ο πόλεμος αυτός απέδειξε ότι οι αστικές τάξεις δεν βλέπουν έθνη, πολιτισμούς και θρησκείες, παρά μόνο μια ατέρμονη προσπάθεια οικονομικής κυριαρχίας και εξυπηρέτησης των συμφερόντων τους. Και για να το πετύχουν αυτό είναι διατεθειμένοι να θυσιάσουν τις ζωές των «από κάτω» και να καταστείλουν βίαια κάθε δικαίωμά μας. Πάνω από ένα αιώνα μετά, βρισκόμαστε ξανά στην αρένα των πολεμικών συγκρούσεων και των οικονομικών ανταγωνισμών που στήνουν οι ιμπεριαλιστές και διαταράσσουν ολόκληρη την ευρύτερη περιοχή. Ο πόλεμος στην Ουκρανία, η στρατιωτικοποίηση ανατολικών χωρών της Ευρώπης (Σουηδία, Φινλανδία, Πολωνία κ.ά.), οι προκλητικές και φιλοπόλεμες πρακτικές των κυβερνήσεων της περιοχής (μεταξύ αυτών ξεχωρίζει και η άκρως νεοφιλελεύθερη φιλοαμερικανική και επικίνδυνη στάση της κυβέρνησης Μητσοτάκη), μετατρέπουν τα Βαλκάνια για ακόμα μια φορά σε κομμάτι του «σιδηρούν παραπετάσματος» των ΗΠΑ και της χρεοκοπημένης ΕΕ, εγκυμονώντας τεράστιους κινδύνους για τους λαούς της περιοχής μας.