Συζήτηση για τη 4η Διεθνή Μέρος 3ο : Η παγκόσμια πολιτική, οικονομική και κοινωνική κρίση και η επερχόμενη αντεπίθεση της Εργατικής Τάξης (Μετάφραση απο socialist action)

Συζήτηση για τη 4η Διεθνή Μέρος 3ο :

Η παγκόσμια πολιτική, οικονομική και κοινωνική κρίση και η επερχόμενη αντεπίθεση της Εργατικής Τάξης 

 

Μετάφραση απο socialist action: https://socialistaction.org/2022/06/07/debate-in-the-fourth-international-part-iii-capitalisms-world-economic-political-and-social-crises-and-the-coming-fightback/

 

[Εισαγωγικό σημείωμα συντάκτη: Δημοσιεύουμε εδώ το τρίτο και τελευταίο κείμενο που παρουσιάστηκε από τη Σοσιαλιστική Δράση ως μειοψηφική άποψη στη συνεδρίαση στις 19-23 Φεβρουαρίου 2022 της Τέταρτης Διεθνούς (FI), ενός διεθνούς σοσιαλιστικού ρεύματος περίπου 56 κομμάτων [συμπεριλαμβανομένων των επίσημων συνεργατών, των συμβουλευτικών κομμάτων χωρίς δικαίωμα ψήφου και των ομάδων παρατηρητών] σε όλο τον κόσμο. Περίπου 150 εκπρόσωποι αυτών των κομμάτων συγκεντρώθηκαν φέτος μέσω του Zoomi,   λόγω της πανδημικής κρίσης, για να συζητήσουν για την πολιτική και το πρόγραμμα της Τέταρτης Διεθνούς. Η πολιτική στην παρακάτω έκθεση υιοθετήθηκε από την Εθνική Επιτροπή Σοσιαλιστικής Δράσης/ΗΠΑ, ένα αδελφό κόμμα του FI στο οποίο απαγορεύεται από την αντιδραστική νομοθεσία των ΗΠΑ να είναι επίσημο μέλος οποιασδήποτε διεθνούς σοσιαλιστικής οργάνωσης. Το παρακάτω κείμενο απορρίφθηκε από τη συνεδρίαση της 4ης Διεθνούς του Φεβρουαρίου από τη συντριπτική πλειοψηφία των αντιπροσώπων. Η κεντρική θέση του πλειοψηφικού κειμένου υποστηρίζει ότι η οικοδόμηση επαναστατικών σοσιαλιστικών κομμάτων σύμφωνα με το λενινιστικό μοντέλο οπουδήποτε στον κόσμο σήμερα δεν είναι στην ημερήσια διάταξη. Η πλειοψηφία της 4ης Διεθνούς ισχυρίζεται ψευδώς ότι η παρούσα συγκυρία έχει καταστήσει αδύνατη οποιαδήποτε σοβαρή πρόκληση στην καπιταλιστική κυριαρχία και κατά συνέπεια η οικοδόμηση των λενινιστικών κομμάτων σήμερα δεν είναι τίποτα περισσότερο από μια σεχταριστική χίμαιρα. Αντίθετα, η 4η Διεθνής στη μεγάλη της  πλειοψηφία υποστηρίζει ότι η οργάνωση «πλατιών αντικαπιταλιστικών κομμάτων» που περιλαμβάνουν μια ποικιλία «αριστερών» ρευμάτων καθώς και ρεφορμιστές, σταλινικούς, αριστερούς σοσιαλδημοκράτες και πράσινους κ.λπ. –τα οποία δραστηριοποιούνται κυρίως στον εκλογικό στίβο, πρέπει να είναι ο πρωταρχικός προσανατολισμός της 4ης Διεθνούς. Το παρακάτω κείμενο, ελαφρώς ενημερωμένο για να καλύψει τις εξελίξεις από τη συνεδρίαση της 4ης Διεθνούς του Φεβρουαρίου και μετά, αμφισβητεί αυτή την άποψη σε όλα τα βασικά της σημεία. Με μεγάλη λεπτομέρεια εξετάζει στις αυξανόμενες κρίσεις που ξεδιπλώνονται στο παγκόσμιο καπιταλιστικό σύστημα και προμηνύουν αυξανόμενη αστάθεια, συνεχείς κρίσεις, όλο και περισσότερο εντεινόμενες επιθέσεις στους εργαζόμενους και τους καταπιεσμένους, καθώς και μεγάλους αγώνες αντεπίθεσης την επόμενη περίοδο.] 

 

Σήμερα, η νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση του παγκόσμιου καπιταλισμού χαρακτηρίζεται στην καλύτερη ως μια νέα μορφή οργάνωσης όπου οι παγκόσμιες αλυσίδες αξίας έχουν γίνει η κυρίαρχη μορφή παραγωγής, απασχολώντας εργαζόμενους για κάθε μία στις πέντε δουλειές στον πλανήτη. Από εμπορεύματα χαμηλής έως υψηλής τεχνολογίας, από βασικά καταναλωτικά αγαθά έως μεγάλο κεφαλαιουχικό εξοπλισμό, από τρόφιμα έως υπηρεσίες, τα αγαθά για την παγκόσμια αγορά παράγονται πλέον σε πολλές χώρες, ενταγμένα σε παγκόσμιες αλυσίδες αξίας. 

Με επικεφαλή τα κυρίαρχα καπιταλιστικά-ιμπεριαλιστικά έθνη, ειδικά τις ΗΠΑ και την Κίνα, το σύστημα περιλαμβάνει τη αρπαγή και τη μεταφορά της υπεραξίας από τους εργαζόμενους των φτωχότερων χωρών σε κορυφαίες εταιρείες στις προηγμένες χώρες. Σήμερα, οι εταιρείες παγκόσμιων αλυσίδων αξίας που αντιπροσωπεύουν μόνο το 15% όλων των εμπορικών εταιρειών παγκοσμίως, καταλαμβάνουν περίπου το 80 τοις εκατό του συνολικού εμπορίου. 

Σε αυτή την παγκοσμιοποίηση ώθηση έδωσαν ουσιαστικά οι εγγενείς αντιφάσεις στο ίδιο το καπιταλιστικό σύστημα. Το συνεχώς μειούμενο μέσο ποσοστό κέρδους, όπως κατέδειξε επανειλημμένα ο μαρξιστής οικονομολόγος Μάικλ Ρόμπερτς, αντιμετωπίστηκαν παγκοσμίως με ολοένα εντεινόμενες επιθέσεις κατά των εργαζομένων, που χαρακτηρίστηκαν από επιθέσεις στα συνδικάτα, τεράστιες κοινωνικές περικοπές, αντεργατική νομοθεσία, απολύσεις, εντατικοποίηση, περιστασιακή μερική απασχόληση, αναγκαστικές υπερωρίες, περικοπές στα επιδόματα, κατάργηση των συντάξεων και επιβολή πολλαπλών μισθολογικών συστημάτων. Όταν αυτό αποδείχθηκε ανεπαρκές για να σταματήσει τη μείωση των κερδών, η άρχουσα ελίτ ξεκίνησε μια τεράστια προσπάθεια να μεταφέρει την παραγωγή εκτός των συνόρων της για να απελευθερωθεί από τα κέρδη που είχαν κατακτήσει οι εργάτες μετά από δεκαετίες αγώνα. 

 

Η Κίνα μπαίνει στον ΠΟΕ (Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου) 

Οι διαδικασίες «αποβιομηχάνισης» των ΗΠΑ, του Ηνωμένου Βασίλειου και της Ευρώπης, με στόχο την εξωχώρια απασχόληση σε χώρες με χαμηλούς μισθούς, στην πρώτη περίοδο, ειδικά στην Κίνα, όπου η είσοδος/αποδοχή της Κίνας στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου (ΠΟΕ) το 2001 κλείστηκε με βάση τη συμφωνία του «Κομμουνιστικού Κόμματος» της άρχουσας τάξης να ανοίξει ουσιαστικά την οικονομία της στη ωμή ιμπεριαλιστική εκμετάλλευση και τη διείσδυση σε μαζική κλίμακα. 

Αυτό περιλάμβανε τη συστηματική και κυβερνητικά υποστηριζόμενη εκμετάλλευση του εργατικού δυναμικού της Κίνας, του μεγαλύτερου πληθυσμιακά προλεταριάτου στον κόσμο, και την εγκατάσταση εργοστασίων των ΗΠΑ και της ΕΕ στην Κίνα που τη συνόδευσε, εργοστασίων που πλήρωναν τους κινέζους εργαζομένους σε μισθολογικές κλίμακες που αντιστοιχούσαν στους χαμηλότερους μισθούς στη γη, ενώ εγγυούνταν στις ξένες εταιρείες σχεδόν μηδενικό φόρο και άλλες ασυναγώνιστες παραχωρήσεις. 

Οι έφηβες Κινέζες που ζούσαν σε κοιτώνες στα εργοστάσια, δουλεύοντας εβδομαδιαία πάνω από 80 ώρες, επτά ημέρες την εβδομάδα με έξι σεντς την ώρα, δεν ήταν η εξαίρεση σε αυτά τα sweat-shops (εργοστάσια με άθλιες συνθήκες εργασίας), όπου τα συνδικάτα ήταν ανύπαρκτα. 

Στις Ηνωμένες Πολιτείες, το αποτέλεσμα ήταν η υπεράκτια μεταφορά αμέτρητων θέσεων εργασίας στην Κίνα και σε άλλες χώρες με χαμηλούς μισθούς, από το Βιετνάμ μέχρι το Μπαγκλαντές, την Ινδονησία, το Μεξικό και όχι μόνο. 

Η διαδικασία περιλάμβανε φαινόμενα όπως μεγάλες εταιρείες σαν την Apple να απασχολούν περίπου ένα εκατομμύριο Κινέζους εργαζομένους με μισθούς και ωράριο σκλάβων και να πουλούν τηλέφωνα Apple αξίας 1.000 $, από τα οποία ελάχιστα δολάρια πήγαιναν στους Κινέζους και άλλους ασιάτες εργάτες στο τέλος της αλυσίδας αξίας. 

Η διαδικασία επαναλήφθηκε παγκοσμίως καθώς τα μεγάλα καπιταλιστικά έθνη του Βορρά μετέφεραν εργοστάσια στον Νότο και την Ανατολή, με την επακόλουθη αύξηση της ανεργίας στο Βορρά και μια αναπόφευκτη πτωτική πίεση στους μισθούς παντού. 

Η διαδικασία της αποβιομηχανοποιημένης παγκοσμιοποίησης στα κορυφαία καπιταλιστικά έθνη άνοιξε την πόρτα πιο πλατιά από ποτέ σε κάθε μορφή αντιμεταναστευτικής ρατσιστικής προκατάληψης που βασίζεται στους αναπόφευκτους ισχυρισμούς ότι οι Κινέζοι και άλλες εθνικότητες είχαν κλέψει τις δουλειές τους και ότι οι μετανάστες από έθνη όπου ο ιμπεριαλισμός είχε μετατρέψει τις χώρες τους σε ερείπια έκαναν το ίδιο. 

 

Η αποδυνάμωση των συνδικαλιστικών οργανώσεων των Η.Π.Α 

Αυτή η διαδικασία αποβιομηχάνισης είχε ως αποτέλεσμα την αποδυνάμωση του συνδικαλιστικού κινήματος στα προηγμένα έθνη, ενώ στα φτωχά έθνη οι κυβερνήσεις ουσιαστικά εγγυήθηκαν ότι στα ξένα εργοστάσια δεν θα υπήρχε συνδικαλισμός. Στις ΗΠΑ σήμερα, τα συνδικάτα έχουν συρικνωθεί στα χαμηλότερα επίπεδα εκπροσώπησης του τελευταίου αιώνα με μόλις το 6 τοις εκατό του ιδιωτικού τομέα να συνδικαλίζεται. Καθώς οι εργαζόμενοι είναι φορτωμένοι με μια ολοένα και πιο διεφθαρμένη γραφειοκρατία και προσδεμένοι στο Δημοκρατικό Κόμμα και το καπιταλιστικό σύστημα όσο ποτέ άλλοτε, μόνο μια μαζική αντεπίθεση της εργατικής τάξης, σε συμμαχία με τους πιο καταπιεσμένους και εκμεταλλευόμενους, θα επιτρέψει στους εργαζόμενους να επιστρέψουν στο προσκήνιο στις ΗΠΑ και σε όλο τον κόσμο. Με την ήττα του Τζέρεμι Κόρμπιν, το Βρετανικό Εργατικό Κόμμα βρίσκεται εξίσου χρεοκοπημένο μπροστά στη συνεχιζόμενη καπιταλιστική επίθεση. 

Η ανυπαρξία των εργατικών κινημάτων στις προηγμένες καπιταλιστικές χώρες έχει μεγεθυνθεί από τη διαδικασία αποβιομηχάνισης και την ανικανότητα της γραφειοκρατίας να υπερασπιστεί και να οργανώσει τους εργαζόμενους από τις καταπιεσμένες κοινότητες και τους μετανάστες, για να μην αναφερθούμε στα σχετικά νέα εργοστάσια-αποθήκες υπερ-διανομής τύπου Amazon, γύρω από γιγάντιες κατασκευαστικές εταιρείες και κόμβους μεταφορών, στους οποίους σχεδόν δεν υπάρχει συνδικαλισμός. 

Η Κίνα μπαίνει στην παγκόσμια σκηνή 

Από το 2001, ωστόσο, έχουμε δει κάποιες κρίσιμες αλλαγές στο παγκόσμιο καπιταλιστικό σύστημα παραγωγής, που χαρακτηρίζονται ιδιαίτερα από την ανυποχώρητη επιμονή των κινέζων καπιταλιστών να ανταγωνιστούν τις ΗΠΑ σε παγκόσμια κλίμακα. Αυτό βασίστηκε στη στρατηγική στροφή της Κίνας στην κατασκευή των δικών της εργοστασίων εφοδιασμένων με την πιο σύγχρονη τεχνολογία –εργοστάσια που συναγωνίζονται και ξεπερνούν όλο και περισσότερο την ποιότητα και την παραγωγική ικανότητα εκείνων που ανήκουν και διευθύνονται από αμερικανικές και ευρωπαϊκές εταιρείες στην Κίνα ή οπουδήποτε αλλού στον κόσμο. 

Η απάντηση των αμερικάνικων επιχειρήσεων ότι η Κίνα είχε κλέψει τα «δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας» τους, ουσιαστικά έπεσε στο κενό, για να μην αναφέρουμε το γεγονός ότι ο ίδιος ο ΠΟΕ, με τις εσωτερικές επιτροπές διαιτησίας του, ουσιαστικά οδηγήθηκε σε αργό θάνατο, αν εκτοπίστηκε ως εντελώς άσχετος. Οι κορυφαίες εταιρείες του κόσμου δεν θα επέτρεπαν σε μια ομάδα διαιτητών να αποφασίσει πώς θα διαχειρίζονταν τις οικονομίες τους ή πώς θα ρύθμιζαν τον παγκόσμιο ανταγωνισμό. Με τους κορυφαίους ανταγωνιστές στον κόσμο, συμπεριλαμβανομένης της Κίνας, να συναγωνίζονται για αγορές, ο νόμος της ζούγκλας έγινε η αρχή που εφαρμόζεται. Οι ρυθμιστικές αρχές του ΠΟΕ των περασμένων δεκαετιών είχαν την ικανότητα, μέσω απειλών για  κυρώσεις και εκφοβισμού, να περιορίζουν τους ανταγωνιστές τους στην παγκόσμια αγορά, αλλά όχι σήμερα. 

Με την Κίνα να αναδεικνύεται σε σημαντικό παίκτη, χρησιμοποιώντας υπερσύγχρονη τεχνολογία στον τομέα της παραγωγής και διανομής και στην παγκόσμια αλυσίδα αξίας του Δρόμου του Μεταξιού μέσω της οποίας εξάγει δισεκατομμύρια δολάρια σε υπεραξία από φτωχά έθνη, το  προηγούμενο ανταγωνιστικό πλεονέκτημα των ΗΠΑ και των συμμάχων τους εξαφανίζεται γρήγορα, αν δεν έχει ήδη εξαφανιστεί. Αυτό εξηγεί σε μεγάλο βαθμό την επιβολή μιας σειράς τιμωρητικών δασμών από την διακυβέρνηση Τραμπ στις κινεζικές εξαγωγές στις ΗΠΑ. Ενώ οι δημοκρατικοί αρχικά αντιτάχθηκαν σε αυτούς τους δασμούς, πιθανότατα φοβούμενοι ότι θα επιβάλλονταν επίσης σε κινεζικές εισαγωγές στις ΗΠΑ που κατασκευάζονταν εταιρείες που είχαν τη βάση τους στην Κίνα, η διακυβέρνηση Μπάιντεν συνέχισε τη δασμολογική πολιτική του Τραμπ. 

Περιττό να πούμε ότι οι δασμοί «δικαιολογηθήκαν» με το πρόσχημα της τιμωρίας της Κίνας για τις «παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων». Δικαιώματα τα οποία, φυσικά, παρά τη μεγάλη δημοσιότητα, αναφέρονταν σπάνια, ή και καθόλου, στις εκθέσεις των διαπραγματεύσεων μεταξύ αμερικανών και κινέζων αξιωματούχων, όπως και μεταξύ του Μπάιντεν ή/και του Τραμπ με τον Πρόεδρο Σι Τζινπίνγκ της Κίνας. Τα εταιρικά μέσα ενημέρωσης ανέφεραν ευσυνείδητα τις δηλώσεις των προέδρων των ΗΠΑ σε συνεντεύξεις τύπου, όπου επέπλητταν την Κίνα για τη δίωξη των Ουιγούρων Μουσουλμάνων της, αλλά ελάχιστοι πίστευαν σοβαρά ότι αυτή η δίωξη είχε οποιαδήποτε σχέση με την πολιτική των ΗΠΑ. Πράγματι, η ρατσιστική δίωξη των καταπιεσμένων από τις ΗΠΑ στις ΗΠΑ και παγκοσμίως, συμπεριλαμβανομένων των πολλαπλών ρατσιστικών, αποικιοκρατικών κατακτητικών πολέμων τους, έχει μειώσει σημαντικά την πολιτική επιρροή των ΗΠΑ στην παγκόσμια σκηνή. 

Τα παραπάνω δεν έχουν σκοπό να δικαιολογήσουν ή υποτιμήσουν τη σκληρότητα της συστηματικής και φρικτής δίωξης του μουσουλμανικού λαού των Ουιγούρων από την Κίνα, αλλά να αποκαλύψει την κραυγαλέα υποκρισία των ΗΠΑ σε όλα τα ζητήματα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. 

 

Η απάντηση των ΗΠΑ στην άνοδο της Κίνας 

Στην πραγματικότητα, η άνοδος της Κίνας στην παγκόσμια σκηνή, με το ΑΕΠ της να πλησιάζει συνεχώς, αν όχι να ξεπερνά των ΗΠΑ, έχει θέσει το κεντρικό ζήτημα για την άρχουσα τάξη των ΗΠΑ. Αυτό το απλό γεγονός εξηγεί την ατελείωτη σειρά μέτρων που έχει υιοθετήσει η άρχουσα τάξη των ΗΠΑ στην προσπάθειά της να διατηρήσει το ανταγωνιστικό της πλεονέκτημα στην παγκόσμια αγορά. 

 

Ας τα εξετάσουμε εν συντομία. 

  • Η διαδικασία ξεκινά με τη γενικευμένη μακροπρόθεσμη μετατόπιση του πλούτου του έθνους από τους εργαζόμενους στην ελίτ. Αυτή η αύξηση της ανισότητας της στασιμότητας και ανασφάλειας του εισοδήματος της εργατικής τάξης ήταν πάντα ένα δικομματικό σχέδιο. Κατά τη διάρκεια της διακυβέρνησης του Ουίλιαμ Κλίντον στη δεκαετία του 1990, το 1% κέρδισε το 45% της αύξησης του διαθέσιμου εθνικού εισοδήματος. Επί Τζορτζ Μπους, τη δεκαετία του 2000, το 1% έλαβε το 73% του πλούτου. Επί Ομπάμα, το πλουσιότερο 1% κατείχε περισσότερο ιδιωτικό καθαρό πλούτο από το 90% των Αμερικανών, αφού είχε λάβει σχεδόν όλα τα κέρδη του στο αφορολόγητο εισόδημά του,  κατά τη διάρκεια της προεδρίας του. 

Το εισόδημα της ελίτ των ΗΠΑ αυξήθηκε κατά 31% μεταξύ 2009 και 2013, ενώ το εισόδημα του χαμηλότερου 99% αυξήθηκε μόνο κατά 0,4%. Αυτό το πλουσιότερο 1% κατέλαβε το 95% των εισοδηματικών κερδών τα πρώτα τρία χρόνια της «ανάκαμψης» του Ομπάμα. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, τα προγράμματα «ποσοτικής χαλάρωσης» της κυβέρνησης με σχεδόν μηδενικά επιτόκια παρείχαν άμεσες επιδοτήσεις κεφαλαίου στους λίγους προνομιούχους. 

 

  • Αντίθετα, όσοι είχαν χάσει σπίτια και θέσεις εργασίας κατά τη διάρκεια της κατάρρευσης των ενυπόθηκων δανείων υψηλού κινδύνου έλαβαν ελάχιστα ή τίποτα. Πράγματι, η κυβέρνηση Ομπάμα έδωσε το καθήκον της παροχής βοήθειας σε είχαν κόκκινα στεγαστικά δάνεια στις ίδιες τις τράπεζες και τις εταιρείες που ήταν κατά κύριο λόγο υπεύθυνες για τη δημιουργία των τοκογλυφικών στεγαστικών δανείων –τα οποία στη συνέχεια χρησιμοποιήθηκαν ως παράγωγα και πουλήθηκαν σε επενδυτές, οι οποίοι έτσι επωφελήθηκαν από τη φούσκα των στεγαστικών και την κατάρρευσή της. 
  • Η ανισότητα έχει αυξηθεί μέσω της διακυβέρνησης τόσο των Δημοκρατικών όσο και των Ρεπουμπλικανών εδώ και δεκαετίες. Όταν ο Ρόναλντ Ρίγκαν έγινε πρόεδρος το 1981, το πλουσιότερο 0,01% κατείχε το 7% του εθνικού πλούτου. Μέχρι το 2014, το μερίδιό τους είχε τριπλασιαστεί στο 22%. Επιτράπηκε στις διεθνικές εταιρείες να ελαχιστοποιήσουν τους φόρους τους μετατοπίζοντας το 40% των ξένων κερδών τους σε χαμηλότερες φορολογικές δικαιοδοσίες, δηλαδή σε φορολογικούς παραδείσους. Μεταξύ 1980 και 2014, τίποτα από την αύξηση του εθνικού εισοδήματος ανά ενήλικα δεν πήγε στο κατώτερο 50%. Τα δύο τρίτα πήγαν στο 10% των πιο πλούσιων και το 36% στο πλουσιότερο 1%. Το εισόδημα εκτοξεύτηκε στα ύψη στην κορυφή της πυραμίδας, ανεβαίνοντας 121% για το πλουσιότερο 10%, 205% για το πλουσιότερο 15 και 636% για το πλουσιότερο 0,001%. Αυτή η πολύ άνιση κατανομή συνεχίστηκε ακόμη και όταν ξεκίνησε η οικονομική ανάκαμψη το 2021. 

 

Η Συγκέντρωση και Συγκεντροποίηση  του Πραγματικού και Πλασματικού Κεφαλαίου  

 

  • Κατά τη διάρκεια της τρέχουσας περιόδου η συγκέντρωση και η συγκεντροποίηση  του πλούτου αυξήθηκαν υπέρμετρα. Πάνω από τις μισές δημόσιες εταιρείες εξαφανιστήκαν τα τελευταία είκοσι χρόνια. Μεταξύ 1996 και 2016, ο αριθμός των μετοχών που είναι στο χρηματιστήριο στις ΗΠΑ μειώθηκε κατά περίπου 50% –από περισσότερες από 7.300 σε λιγότερες από 3.600. Κύρια αιτία αυτής της μείωσης είναι οι συγχωνεύσεις και οι εξαγορές. 
  • Το αποτέλεσμα αυτής της αυξημένης συγκέντρωσης, συγκεντροποίησης και χρηματιστικοποίησης είναι εμφανές. Από το 2007 έως το 2016, οι επαναγορές μετοχών (ειδικά η επαναγορά των δικών τους μετοχών) από 461 εταιρείες εισηγμένες στον δείκτη S&P 500 ανήλθαν συνολικά σε 4 τρισεκατομμύρια δολάρια, ποσό ίσο με το 54%  των κερδών τους. Αυτές οι εταιρείες δήλωσαν επίσης 2,9 τρισεκατομμύρια δολάρια σε μερίσματα, το 39% των κερδών τους. Για να χρηματοδοτήσουν αυτές τις εξαγορές, αύξησαν το εταιρικό χρέος και χρησιμοποίησαν τα ταμειακά αποθέματα των θυμάτων εξαγοράς ως εγγύηση για να δανειστούν, προκειμένου να διευκολυνθεί η αγορά μετοχών και να χρηματοδοτηθούν οι πληρωμές στους επενδυτές, ενώ απέλυσαν πολλούς από τους υπαλλήλους των διαμελισμένων εταιρειών. 

 

  • Έτσι, τα κέρδη στον καπιταλισμό των ΗΠΑ, σήμερα, σπάνια κατευθύνονται στην κατασκευή νέων εργοστασίων, στην απασχόληση νέων εργαζομένων και στην επέκταση της παραγωγής, αλλά περισσότερο, σε μεγάλο βαθμό, στην αγορά ή επαναγορά μετοχών της εταιρείας, γεγονός που διογκώνει τον πλούτο της ομάδας στα ανώτερα κλιμάκια που κατέχουν τη συντριπτική πλειοψηφία των εταιρικών μετοχών. 

 

O Μαρξ σχετικά με την πτωτική τάση του ποσοστού κέρδους 

Το γεγονός ότι η ελίτ των επιχειρήσεων στρέφεται στην εκτενή χρηματιστικοποίηση είναι μια άμεση αντανάκλαση της πτώσης των ποσοστών κέρδους μέσω των επενδύσεων στους παραγωγικούς τομείς.  Στον σημερινό άκρως ανταγωνιστικό καπιταλισμό, τα μέσα ποσοστά κέρδους σε αυτούς τους τομείς βρίσκονται σε γενικευμένη και μακροχρόνια πτώση λόγω αυτού που ο Μαρξ αποκαλούσε διαρκώς αυξανόμενη οργανική σύνθεση του κεφαλαίου, δηλαδή τη σχέση μεταξύ παγίου κεφαλαίου (μηχανές) και μεταβλητού κεφαλαίου (ανθρώπινη εργατική δύναμη). Για να το θέσουμε απλά, όπως εξηγεί ο Μαρξ στον πρώτο τόμο του Κεφαλαίου, η μέση αξία ενός προϊόντος υπολογίζεται από το μέσο ποσό ανθρώπινης εργατικής δύναμης που περιλαμβάνεται σε αυτό κατά τη διαδικασία της παράγωγής του. Με την πάροδο του χρόνου, ο ανταγωνισμός αναγκάζει τους καπιταλιστές να ανακαινίζουν επανειλημμένα τις παραγωγικές τους εγκαταστάσεις αντικαθιστώντας την ανθρώπινη εργατική δύναμη με μηχανές. Αυτό ωφελεί αρχικά τους πρώτους στην αγορά με τη νέα τεχνολογία και τους επιτρέπει να πουλήσουν το προϊόν τους σε τιμή μεγαλύτερη από την πραγματική του αξία. Καθώς όμως ο ανταγωνισμός εντείνεται, οι πιο αδύναμες εταιρείες αποχωρούν ενώ πιο σοβαροί ανταγωνιστές εισάγουν ακόμη πιο προηγμένες τεχνολογικές καινοτομίες και αυτό το αρχικό πλεονέκτημα μειώνεται. 

Με τον καιρό η τιμή και η αξία των εμπορευμάτων τείνουν να φτάσουν σε ισορροπία και το αντίστοιχο μέσο ποσοστό κέρδους μειώνεται σε αντιστοιχία με τη μειωμένη ποσότητα της ανθρώπινης εργατικής δύναμης που περιλαμβάνεται. Αυτή η απλή εξήγηση εξηγεί τη διστακτικότητα του κεφαλαίου να επενδύσει σε όλο και πιο προηγμένη τεχνολογία όπου τα ποσοστά κέρδους μειώνονται συνεχώς. 

Εξ’ ου και η σημερινή μαζική στροφή προς την χρηματιστικοποίηση του κεφαλαίου, δηλαδή, σε τεράστιες «κερδοσκοπικές» επενδύσεις στο χρηματιστήριο και σε συναφή κερδοσκοπικά σχήματα. Αυτό επιταχύνθηκε ποιοτικά από το ότι η κυβέρνηση χαρίζει κυριολεκτικά δάνεια τρισεκατομμυρίων δολαρίων στην ελίτ των επιχειρήσεων, με σχεδόν μηδενικά επιτόκια, δάνεια που δικαιολογεί στο όνομα της βοήθειας προς τις εταιρίες για να δημιουργήσουν νέες μονάδες και να απασχολήσουν περισσότερους εργαζομένους. Στην πραγματικότητα, αυτό σπάνια ισχύει. Αντίθετα, η ελίτ των επιχειρήσεων επενδύει όλο και περισσότερο στο χρηματιστήριο, αλλά αυτή τη φορά, όπως θα δούμε, με μια ιδιαιτερότητα. 

Οι μακροχρόνιοι παρατηρητές τρόμαξαν από τον βαθμό στον οποίο η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ έσπευσε το 2020, σε σύγκριση με την οικονομική κρίση του 2007–09, να επιδοτήσει το χρηματοπιστωτικό τομέα. Η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ διέθεσε, για ακόμα μια φορά, τρισεκατομμύρια δολάρια σχεδόν δωρεάν χρήματος με επιτόκια που ήταν ήδη κυμαίνονταν από 0 έως 0,25 τοις εκατό. Ο δανεισμός τρισεκατομμυρίων δολαρίων που ήταν διαθέσιμα σε διάφορους βαθμούς εγγυήσεων και η χορήγηση δανείων απευθείας σε εταιρείες, άφησε την Τράπεζα εκτεθειμένη στην απορρόφηση τυχόν ζημιών, προκειμένου να προσπαθήσει να επαναφέρει την αγορά όπως ήταν. Αυτή η πιστωτική επέκταση, ποσοτικά μεγαλύτερη από οποιαδήποτε άλλη βοήθεια διάσωσης στην ιστορία, διαβεβαίωσε τους κερδοσκόπους ότι θα διασώζονταν και πάλι την επόμενη φορά. Αυτή η τεράστια επένδυση πλασματικού κεφαλαίου δεν έχει εξασφαλισμένη υλική βάση σε εμπορεύματα ή παραγωγική δραστηριότητα. Αντίθετα, βασίζεται στην αναμενόμενη μελλοντική αξία που δημιουργείται για να δικαιολογήσει την ανταλλαγή του. Ελάχιστοι πιστεύουν ότι αυτό το προσδοκώμενο μέλλον θα πραγματοποιηθεί ποτέ. 

 

Από τις «κερδοσκοπικές» επενδύσεις στα εγγυημένα κέρδη 

Η ισχυρότερη επιχειρηματική ελίτ επενδύει όλο και περισσότερο στο χρηματιστήριο αυτό το «δωρεάν χρήμα» που της χαρίστηκε από την Ομοσπονδιακή Τράπεζα ή το Υπουργείο Οικονομικών των ΗΠΑ, συν τα χρήματα που αποκτά από την πώληση του κεφαλαίου που προέρχεται από τις συνεχιζόμενες συγχωνεύσεις και εξαγορές της, συχνά για να αγοράσει τις δικές της μετοχές, γνωρίζοντας πολύ καλά ότι η «εμπιστευτική πληροφόρηση» για αυτές τις συναλλαγές, που προηγουμένως ήταν «παράνομες», είναι σήμερα η συνήθης πρακτική. Αυτή η απλή ιδέα έχει κεντρικό ρόλο στην πρωτοφανή άνοδο των τιμών στο χρηματιστήριο σε μια εποχή πρωτοφανών επιθέσεων κατά των εργαζομένων. Ο κερδοσκοπικός καπιταλισμός ή αλλιώς «καπιταλισμός του καζίνο» που προηγουμένως βρισκόταν στις χρηματιστηριακές συναλλαγές έχει αλλάξει σημαντικά σε ένα σύστημα όπου οι μυημένοι, τα εταιρικά στελέχη που επιβλέπουν τις συναλλαγές επαναγοράς των μετοχών τους, γνωρίζουν εκ των προτέρων ότι το αποτέλεσμα θα ενισχύσει την προσωπική τους περιουσία. 

Η άνοδος των αμερικανικών, ιαπωνικών και ευρωπαϊκών χρηματιστηρίων υπήρξε τόσο θεαματική που οι κινέζοι καπιταλιστές γίνονται όλο και πιο ανυπόμονοι να εισαγάγουν τις εταιρείες τους στις αγορές των ΗΠΑ, αν όχι και σε άλλες. «Αν δίνουν δωρεάν χρήματα, γιατί να μας αποκλείσουν;» κάλλιστα θα μπορούσε να είναι το μότο των δισεκατομμυριούχων της Κίνας. Η Κίνα έχει κι αυτή τα κυβερνητικά προγράμματα διάσωσης σε λειτουργία, όπως με την πρόσφατη αδυναμία πληρωμής του τεράστιου ομίλου κατασκευής ακινήτων, Evergrande που αποδείχθηκε ανίκανος να καλύψει τις δόσεις των ύψους 400 δισεκατομμυρίων δολαρίων χρεών του. 

 

Διάσωση των μεγιστάνων σε όλα τα μέτωπα 

Ο σημερινός υπερπλουτισμός της καπιταλιστικής ελίτ επιταχύνεται περαιτέρω από τις κυβερνητικές μειώσεις στη φορολογία που χορηγούν επιπλέον τρισεκατομμύρια δολάρια στην επιχειρηματική ελίτ. Για να αποκτήσει ένα δημοφιλές προφίλ, ο πρόεδρος Μπάιντεν εξέφρασε τη έντονη διαφωνία του για το γεγονός ότι οι πλούσιοι «όντως δεν πληρώνουν φόρους», ενώ υποσχέθηκε νομοθεσία που θα τους υποχρεώσει να το κάνουν. Δεν έγινε ποτέ. 

Το 80% του πολυδιαφημιζόμενου προγράμματος Προστασίας της Μισθοδοσίας της κυβέρνησης, ύψους  800 δισεκατομμυρίων δολαρίων αποκαλύφθηκε ότι δεν ξεπέρασε το 20%! Δηλαδή, η υπόσχεση να χορηγηθούν ουσιαστικά μη επιστρεπτέα δάνεια σε «μικρές» εταιρείες που διατήρησαν τους εργαζομένους τους κατά τη διάρκεια της πανδημίας και των συναφών κρίσεων αποδείχθηκε ότι ήταν ακόμη μια απάτη υπέρ των εταιρειών, με τους εργοδότες –συμπεριλαμβανομένων των μεγάλων εταιρικών αλυσίδων– να τσεπώνουν τα κεφάλαια της κυβέρνησης και, σε μεγάλο βαθμό, να  απολύουν τους εργαζόμενούς τους. 

Το ίδιο ισχύει  και με το πολυδιαφημισμένο πρόγραμμα υποδομών του Μπάιντεν, από το οποίο έχει αφαιρεθεί κάθε σοβαρό μέτρο για την αποτροπή της κλιματικής καταστροφής, την ίδια στιγμή που διαθέτει τρισεκατομμύρια δολάρια σε ιδιωτικές εταιρείες για την υποτιθέμενη ανοικοδόμηση και επισκευή αυτοκινητοδρόμων, γεφυρών και τούνελ. 

Αυτός ο συνδυασμός «δανείων ποσοτικής χαλάρωσης», νομοθεσίας μείωσης φορών και της πρόσφατης νομοθεσίας έκτακτης ανάγκης συνέβαλε στις εξοργιστικές περιουσίες της ελίτ, ενώ οι εργαζόμενοι υπέστησαν μαζικές εξώσεις, απολύσεις, για να μην αναφέρουμε το φόρο αίματος του ενός εκατομμυρίου νεκρών στις ΗΠΑ μέχρι σήμερα και των πάνω από δεκαπέντε εκατομμυρίων παγκοσμίως από την πανδημία COVID-19. 

Εν τω μεταξύ, ζητήθηκε από τον Έλον Μασκ της εταιρείας Tesla, του οποίου η περιουσία των πολλών δισεκατομμυρίων δολαρίων μπορεί τελικά να τον κάνει τον πρώτο τρισεκατομμυριούχο στον κόσμο, να πληρώσει στην ολλανδική κυβέρνηση τα τέλη επισκευής για να επιτραπεί στο πλήρως ηλεκτρικό σούπερ γιοτ του, αξίας 800 εκατομμυρίων δολαρίων, να αναχωρήσει από το Ρότερνταμ, μετά την αποσυναρμολόγηση μιας ιστορικής γέφυρας που βρέθηκε στο δρόμο του! Έκτοτε, ο Μασκ σχεδιάζει την 33 δισεκατομμυρίων δολαρίων εξαγορά του Twitter, μοχλεύοντας το κεφάλαιο της Tesla. Στοχεύοντας να εξασφαλίσει τον έλεγχο του πολιτικού περιεχομένου του Twitter –στο όνομα φυσικά της «ελευθερίας του λόγου» (για τους δισεκατομμυριούχους)– μια από τις πρώτες πράξεις του ήταν η δέσμευση να επαναφέρει τον λογαριασμό του Ντόναλντ Τραμπ στο Twitter. 

 

Οι αμερικανικές πολεμικές δαπάνες 

Οι αμερικανικές πολεμικές δαπάνες, που ανήλθαν σε ιστορικά ύψη υπό τη διακυβέρνηση του Τραμπ και του Μπάιντεν, συνέβαλλαν, επίσης σε μεγάλο βαθμό, στα καπιταλιστικά κέρδη σε αυτήν την εξαιρετικά μονοπωλιακή βιομηχανία, όπου η ανταπόκριση δημιουργεί την αξία των θανατηφόρων πολεμικών όπλων– αεροπλάνων, υποβρυχίων, αεροπλανοφόρων, βομβών, κ.τ.λ.– και η τιμή τους είναι κυριολεκτικά ανύπαρκτη. Το παράδειγμα με το καρτελάκι των 10.000 δολαρίων στο καπάκι της λεκάνης ενός πυρηνικού υποβρυχίου ισχύει γενικότερα για όλα τα πολεμικά προϊόντα από τα μαχητικά τζετ μέχρι αεροπλανοφόρα των πολλών εκατομμυρίων. Ο πόλεμος είναι προσοδοφόρος! Τελεία! Όσο περισσότεροι πόλεμοι, τόσο το καλύτερο! είναι το άγραφο πιστεύω του στρατιωτικού βιομηχανικού μπλοκ, όπου οι χθεσινοί στρατηγοί γίνονται τα αυριανά εταιρικά στελέχη. 

Το πρόσφατο αίτημα του Μπάιντεν για 33 δισεκατομμύρια δολάρια επιπλέον για τον αμερικανοκίνητο πόλεμο στην Ουκρανία, ανέβηκε αυτόματα σε 40 δις δολάρια επιπλέον του πρωτοφανούς ετήσιου αμερικάνικου πολεμικού προϋπολογισμού των 800 δις δολαρίων, ένα νούμερο που αντιπροσωπεύει τις μισές περίπου από τις αμερικάνικες διαθέσιμες δαπάνες. Η πρόσφατη εμφάνιση του Μπάιντεν στη μονάδα κατασκευής πυραύλων Lockheed Martin Javelin, όπου είπε στους συγκεντρωμένους εργάτες ότι συνέβαλλαν στις προσπάθειες των ΗΠΑ για την παγκόσμια ειρήνη και ότι ήταν πατριωτικό τους καθήκον να παράγουν όσο το δυνατόν περισσότερα όπλα, μας πληροφορεί, ακόμα μια φορά, ότι ιδιωτικό στρατιωτικό-βιομηχανικό μπλοκ των ΗΠΑ και η κυβέρνηση των ΗΠΑ υπάρχουν για να προωθούν τα συμφέροντα της άρχουσας τάξης, της οποίας αυτές καθ’ αυτές οι επιχειρήσεις ταυτίζονται με τη εξαπόλυση πολέμων θανάτου και καταστροφής σε όλο τον κόσμο. Με 1.100 αμερικάνικες στρατιωτικές βάσεις σε 110 χώρες, η πολεμική μηχανή των ΗΠΑ καθώς και η τάξη των καπιταλιστών και η κυβέρνηση πίσω από αυτήν, ορθώνονται σαν τα πιο αιμοσταγή, γενοκτόνα τερατουργήματα στην παγκόσμια ιστορία.  

 

Ο επανυπολογισμός του κόστους ζωής στην εποχή του COVID 

Η σημερινή καπιταλιστική ελίτ στα περισσότερα από τα προηγμένα καπιταλιστικά έθνη έχει υπολογίσει ότι η προστασία από τους θανάτους από τον COVID είναι δευτερεύουσας σημασίας σε σχέση με την προστασία της ζωής των εργαζομένων [της εργασίας]. Οι διαταγές για επιστροφή στην εργασία παρά τα 250.000 καταγεγραμμένα νέα κρούσματα καθημερινά, η αυξανόμενη θεσμική απόρριψη της υποχρεωτικής χρήσης μάσκας, η μείωση της απαιτούμενης απόστασης μεταξύ των ατόμων στα σχολεία και τους άλλους δημόσιους χώρους, γίνονται όλο και περισσότερο ο κανόνας, με τους κυβερνώντες πλούσιους να υπολογίζουν ότι ένας συνδυασμός «αποδεκτών θανάτων», 2.500 καθημερινά στις ΗΠΑ πριν από μερικούς μήνες, και η «ανοσία της αγέλης» αρκούν για να καλύψουν τις ανάγκες του καπιταλισμού. 

Τα ποσοστά εμβολιασμού που είναι λιγότερο από 2% στις φτωχότερες χώρες, μας πληροφορούν ότι το ρατσιστικό, αποικιακό καπιταλιστικό σύστημα βλέπει τις ζωές των πιο καταπιεσμένων ως σχεδόν άχρηστες, εκτός βέβαια κι αν μπορούν να συνδεθούν με τις διάφορες παγκοσμιοποιημένες αλυσίδες αξίας. 

Η πανδημία του COVID τονίζει την εξαθλίωση της ολοένα και πιο ιδιωτικοποιημένης παγκόσμιας υγειονομικής περίθαλψης με σκοπό το κέρδος. Το γεγονός ότι οι γιγάντιες φαρμακευτικές εταιρείες αποσπούν εκβιαστικά αμέτρητα δισεκατομμύρια δολάρια σε κέρδη και η επιστημονική έρευνα για κρίσιμα ζητήματα υγείας παραμένει στην αρμοδιότητα των επιχειρησιακών κερδοσκόπων απαγγέλει το κατηγορητήριο του συστήματος του οποίου οι εγγενείς λειτουργίες υποτάσσουν την ανθρώπινη ζωή στο καπιταλιστικό κέρδος. Θα προσθέσουμε μόνο ότι η ίδια η πανδημία, μία από τις πολλές που έχουν ήδη ταλαιπωρήσει την ανθρωπότητα, είναι άμεσο προϊόν της συνεχιζόμενης καταστροφής του περιβάλλοντος και της καταπάτησης της φύσης που φέρνει ολοένα και περισσότερο τον άνθρωπο σε επαφή με ζώα που μεταφέρουν ασθένειες από τα οποία ήταν προηγουμένως απομονωμένος. 

 

Το χρέος των Η.Π.Α 

Σήμερα, το χρέος των ΗΠΑ έχει εκτοξευθεί στο ιστορικό υψηλό των 30 τρισεκατομμυρίων δολαρίων, ποσό που πλησιάζει, αν δεν υπερβαίνει ήδη, το συνολικό ετήσιο ΑΕΠ των ΗΠΑ! Αναμφίβολα η πληρωμή αυτού του χρέους από τους εργαζόμενους με τη μορφή της αυξημένης φορολογίας και κοινωνικών περικοπών είναι η προοπτική των κυβερνώντων πλουσίων. 

Σήμερα, το 37% αυτού του χρέους ανήκει σε ξένους που δρούσαν με την υπόθεση ότι τα ομόλογα των ΗΠΑ ήταν σταθερές και ασφαλείς επενδύσεις. Οι ΗΠΑ έχουν το μεγαλύτερο εξωτερικό χρέος στον κόσμο, γεγονός ολοένα και πιο ανησυχητικό στο πλαίσιο μιας οικονομίας που διαχωρίζεται όλο και περισσότερο από την παραγωγή εμπορευμάτων και σήμερα μαστίζεται από πληθωρισμό που πλησιάζει το 9%, ποσοστό που δεν έχει παρατηρηθεί τα τελευταία 40 χρόνια. Εκτός από τις τιμές των τροφίμων που αυξάνονται με ετήσιο ρυθμό 8%, οι εργαζόμενοι έχουν αναγκαστεί να υπομείνουν τις αυξήσεις των τιμών του φυσικού αερίου κατά 24% και τις αυξήσεις της τιμής των καυσίμων αερίου κατά 40%. 

 

Η άνοδος της ακροδεξιάς και των νεοφασιστών στις Η.Π.Α. 

Η επίθεση των εμπνευσμένων από τον Τραμπ τραμπούκων  στο κτίριο του Καπιτωλίου των ΗΠΑ, στις 6 Ιανουαρίου 2021, έδωσε μια γεύση του τί επιφύλασσε στον αμερικανικό λαό η προσκείμενη σε αυτόν πτέρυγα της άρχουσας ελίτ. Το σχέδιό του ήταν κυριολεκτικά να ακυρώσει τις εκλογές στις ΗΠΑ χρησιμοποιώντας κάποιες ανωμαλίες ή ασάφειες στο επίσημο δίκαιο των ΗΠΑ, και με την καθοδηγούμενη από την ακροδεξιά δύναμη και τη βία να εισβάλλει σε μια εν εξελίξει κοινή συνεδρίαση του Κογκρέσου. Θα ανάγκαζε, έτσι, το Κογκρέσο να απορρίψει την πιστοποίηση των αποτελεσμάτων της ψηφοφορίας. Αυτό συνοδεύτηκε από μια σειρά 100 αγωγών που προορίζονταν να επικυρωθούν τελικά, όπως ανέμενε, από την δική του πλειοψηφία στο Ανώτατο Δικαστήριο. Οι σχετικές τακτικές περιλάμβαναν την πίεση σε διάφορους εκλογικούς αξιωματούχους της πολιτείας να συμμετάσχουν σε επανακαταμέτρηση των ψήφων που θα έδινε στον ίδιο, και όχι στον Τζόζεφ Μπάιντεν, την πλειοψηφία στο Εκλογικό Σώμα. Σε περίπτωση μαζικών διαδηλώσεων στους δρόμους που θα αμφισβητούσαν το προγραμματισμένο πραξικόπημα του, ο Τραμπ υπολόγιζε στους στρατηγούς του να βγουν μαζικά στους δρόμους και να συλλάβουν τους αριστερούς ταραχοποιούς. 

Όλα αυτά κατέληξαν σε ένα άδοξο κλείσιμο, όταν ο Τραμπ συνάντησε τη συντονισμένη και συνδυασμένη αντίθεση των κυρίαρχων πτερύγων και θεσμών της άρχουσας τάξης των ΗΠΑ, από τους πολυδισεκατομμυριούχους των καθοριστικής σημασίας εταιρειών μέχρι τον στρατό, τη CIA, το FBI και ακόμη και τον ηγέτη της μειοψηφίας του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος. Πράγματι, οι φιλοδοξίες του Τραμπ για μια μορφή δικτατορικής διακυβέρνησης τελείωσαν το βράδυ των εκλογών, μήνες πριν από τα γεγονότα της 6ης Ιανουαρίου. Όταν αρνήθηκε να αναγνωρίσει τα εκλογικά αποτελέσματα, βρέθηκε αντιμέτωπος με μαζικές παραιτήσεις από το προσωπικό του και το υπουργικό του συμβούλιο. Στην πραγματικότητα, η άρχουσα τάξη των ΗΠΑ είχε ταχθεί εναντίον της προεδρίας Τραμπ πολύ πριν από τις εκλογές του Νοεμβρίου 2020. Στη μεγάλη πλειονότητά της, η άρχουσα ελίτ του έθνους, μη βλέποντας την ανάγκη για ένα φανερό δικτατορικό καθεστώς, αποφάσισε να προσανατολίσει τις κύριες δυνάμεις της στην εκστρατεία του Μπάιντεν, συμπεριλαμβανομένης της δαπάνης πρωτοφανών δισεκατομμυρίων δολαρίων στα μέσα μαζικής ενημέρωσης που έλεγχε και προειδοποιώντας τα κομμάτια που επηρεάζονταν από τον Τραμπ στον στρατό και το δικαστικό σύστημα ότι ένα πραξικόπημα Τραμπ δεν ήταν στην ημερήσια διάταξη της άρχουσας τάξης. Η κυρίαρχη ελίτ, τουλάχιστον προς το παρόν, δεν χρειάζεται να επιβάλλει μια διακυβέρνηση φασιστικού τύπου, ειδικά όταν δεν βρίσκεται αντιμέτωπη με κάτι που να μοιάζει με σοβαρή απειλή από το εργατικό κίνημα των ΗΠΑ. 

 

Η άνοδος της ακροδεξιάς σε διεθνές επίπεδο 

Το ότι τα νεοφασιστικά ρεύματα τύπου Τραμπ υπάρχουν και αυξάνονται σε όλο τον κόσμο δεν αμφισβητείται. Οι εκπρόσωποί τους συναντήθηκαν πρόσφατα στην Ισπανία, συμπεριλαμβανομένων κεντρικών ηγετών των αντιδραστικών «λαϊκιστικών-εθνικιστικών» ουγγρικών και πολωνικών κυβερνώντων κομμάτων, καθώς και της Μαρίν Λεπέν από το νεοφασιστικό κόμμα Εθνική Συσπείρωση στη Γαλλία, πρώην Εθνικό Μέτωπο. Αυτά τα ρεύματα, όπως και η πλειοψηφία του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος του Τραμπ, και παρόμοιοι σχηματισμοί στην Ινδία, το BJP του Μόντι και το Σοσιαλφιλελεύθερο Κόμμα του Μπολσονάρο, βασίζονται σε μεγάλο βαθμό σε δυσαρεστημένα στρώματα της μεσαίας τάξης καθώς και σε τμήματα της εργατικής τάξης αποξενωμένα από τα παραδοσιακά καπιταλιστικά κόμματα, τα οποία κατηγορούν για τις τεράστιες απώλειες θέσεων εργασίας, την αποβιομηχάνιση, τις πτωχεύσεις μικρών επιχειρήσεων και την εισροή μεταναστών που υποτίθεται ότι παίρνουν τις δουλειές τους. 

Ελλείψει σοβαρών μαχόμενων εργατικών εναλλακτικών προτάσεων, αυτά τα ρεύματα αυξάνονται, με μερικά να απειλούν όλο και περισσότερο με βίαιες επιθέσεις τους αποδιοπομπαίους τράγους, τους πιο καταπιεσμένους. Παραμένουν όμως μια διακριτή μειοψηφία και ακόμη περισσότερο όταν οι μαχητικές δυνάμεις βγαίνουν στους δρόμους για να εκφράσουν τα μεγάλα τους παράπονα, όπως με τα 25 εκατομμύρια που συμμετείχαν στις πρωτοφανείς διαμαρτυρίες των ΗΠΑ, Black Lives Matter κατά του συστημικού ρατσισμού ή με τα δεκάδες εκατομμύρια που κινητοποιήθηκαν για να υπερασπιστούν τους Ινδούς αγρότες ή τις λαϊκές  μάζες στη Χιλή που απέρριψαν αποφασιστικά το σύνταγμα της εποχής του Πινοσέτ. Παρόμοιες κινητοποιήσεις της εργατικής τάξης και της νεολαίας είναι ο κανόνας σε όλο τον κόσμο, αλλά σε όλες λείπει μια σοβαρή ταξική ηγεσία που έχει στόχο να κερδίσει τη συντριπτική πλειοψηφία σε ενωτικούς αγώνες μετωπικού τύπου και να φέρει μεγάλες νίκες για την εργατική τάξη. 

 

Η οικοδόμηση επαναστατικών σοσιαλιστικών λενινιστικών κομμάτων 

Προϋπόθεση γι’ αυτό είναι ο συνεχής αγώνας για την οικοδόμηση μαζικών επαναστατικών σοσιαλιστικών λενινιστικών κομμάτων με απλά μέλη βαθιά ριζωμένα σε όλους τους σημερινούς και τους μελλοντικούς αγώνες των εργαζομένων. 

Η αντιδραστική δεξιά σε όλες τις εκφάνσεις της δεν έχει άλλες λύσεις στις ολοένα βαθύτερες κρίσεις του καπιταλισμού εκτός από το να μετατρέπει τα θύματά της σε αποδιοπομπαίους τράγους. Τμήματα της άρχουσας τάξης σήμερα, συμπεριλαμβανομένων των Τραμπ, Μπόρις Τζόνσον, Μόντι, Μπολσονάρο κτλ, για να αναφέρουμε μερικούς, επιδιώκουν να κρατάνε σφιχτά τα λουριά στις δυσαρεστημένες μάζες, μέχρι τη στιγμή που οι καλά οργανωμένες και υπό την ηγεσία των σοσιαλιστών κινητοποιήσεις της εργατικής τάξης αρχίζουν να αποτελούν σοβαρή απειλή για την καπιταλιστική τάξη πραγμάτων. 

Ο προσανατολισμός μας στη σταθερή οικοδόμηση κομμάτων και σε ενωτικές, μετωπικές κινητοποιήσεις που δείχνουν τη δύναμη των εργαζομένων στους δρόμους είναι το κλειδί για το μέλλον της 4ης Διεθνούς. Το ότι αυτή η αντεπίθεση της εργατικής τάξης θα αποκτήσει με τον καιρό έναν μαζικό χαρακτήρα είναι αναμφισβήτητο. Το ότι οι επαναστάτες θα παίξουν βασικό ρόλο στον αγώνα για την ανεξαρτησία των κινημάτων και την ολοένα βαθύτερη ενότητα εξαρτάται από το τι κάνουν οι επαναστάτες σήμερα. 

Ο σημερινός προσανατολισμός της Ενιαίας Γραμματείας της 4ης Διεθνούς βασίζεται στην λανθασμένη θέση ότι οι καιροί έχουν καταστήσει αδύνατη οποιαδήποτε σοβαρή πρόκληση στην καπιταλιστική κυριαρχία και ότι κατά συνέπεια η οικοδόμηση λενινιστικών κομμάτων σήμερα δεν είναι τίποτα περισσότερο από μια χίμαιρα. Αντίθετα, το Γραφείο της Ενιαία Γραμματεία και οι προηγούμενες συνεδριάσεις της Τέταρτης Διεθνούς προβάλλουν έναν προσανατολισμό σε κατά βάση εκλογικά, ρεφορμιστικά πλατιά κόμματα που στοχεύουν στην πραγματοποίηση μερικών «πρακτικών» μεταρρυθμίσεων σε έναν κατά τα άλλα σχετικά σταθερό παγκόσμιο καπιταλιστικό κόσμο. Δείξαμε επαρκώς εδώ ότι ο παγκόσμιος καπιταλισμός απέχει πολύ από το να είναι σταθερός. Είναι κορεσμένος από κρίσεις που προέρχονται από την ίδια τη λειτουργία του συστήματος. Δεν μπορεί παρά να στοχεύει συνεχώς στην επίλυση αυτών των κρίσεων σε βάρος της εργατικής τάξης. Δεν έχουμε καμία αμφιβολία ότι η εργατική τάξη θα βρει κατάλληλους τρόπους να υπερασπιστεί τα συμφέροντά της. Η επιτυχία της, ωστόσο, θα εξαρτηθεί από την ικανότητα πειθαρχημένων, έμπειρων και αφοσιωμένων επαναστατών, πλήρως προετοιμασμένων να βοηθήσουν  και να καθοδηγήσουν τις μελλοντικές επαναστατικές κινητοποιήσεις σε μεγάλες ταξικές αγωνιστικές τομές που θα ανοίξουν το δρόμο για την κατάργηση του καπιταλισμού και το σοσιαλιστικό μέλλον.