Ο Μπεζεντάκος μάς άφησε γεια – ο σταλινισμός πότε; (του Χρήστου Κεφαλή)

Ο Μπεζεντάκος μάς άφησε γεια – ο σταλινισμός πότε; 

 

Χρήστος Κεφαλής* | 09.03.2022 

 

Για το βιβλίο του Νίκου Παπαδάτου, εκδόσεις ΚΨΜ, Αθήνα 2021 

«Όσο κι αν είναι βια­στι­κή η εποχή μας, όσο κι αν έχει συ­νη­θί­σει να κλεί­νει γρή­γο­ρα τις απο­σκευ­ές της, τους φα­κέ­λους της, και να προ­χω­ρεί στον επό­με­νο σταθ­μό, καλό θα είναι να μη λη­σμο­νεί πως υπάρ­χουν κά­ποιες υπο­θέ­σεις που δεν κλεί­νο­νται μαζί με τους φα­κέ­λους, απο­μέ­νουν ανοι­κτές στη συ­νεί­δη­ση του αν­θρώ­πι­νου γέ­νους. Γιατί αν ήταν όλα να τερ­μα­τί­ζο­νται έτσι, συ­νο­πτι­κά, ελα­φρο­συ­νεί­δη­τα, δίχως διά­κρι­ση, εν­δοια­σμούς, και δίχως κά­ποια κα­τά­λοι­πα ευ­λά­βειας, τότε δεν θα είχε κα­νέ­να απο­λύ­τως νόημα και η ιστο­ρία των λαών και η ζωή των αν­θρώ­πων»[1].

Με αυτά τα αξιο­ση­μεί­ω­τα λόγια ο Άγ­γε­λος Τερ­ζά­κης, πάνω από 60 χρό­νια πριν, το 1959, είχε ανα­φερ­θεί στα ανοι­κτά ζη­τή­μα­τα της ιστο­ρί­ας της ΕΣΣΔ, συ­γκε­κρι­μέ­να τη συ­κο­φά­ντη­ση του Τρό­τσκι και την εξό­ντω­ση των πα­λιών Μπολ­σε­βί­κων. Αυτές οι «κλει­σμέ­νες απο­σκευ­ές και οι φά­κε­λοι» φυ­σι­κά δεν αφο­ρού­σαν μόνο το κόμμα των Μπολ­σε­βί­κων. Ανα­ρίθ­μη­τοι κομ­μου­νι­στές από όλα τα κομ­μου­νι­στι­κά κόμ­μα­τα της Ευ­ρώ­πης που είχαν κα­τα­φύ­γει στην ΕΣΣΔ, με­τα­ξύ αυτών και από το ΚΚΕ, συ­νά­ντη­σαν την ίδια μοίρα στις στα­λι­νι­κές εκ­κα­θα­ρί­σεις του 1936-38. Και το «κλεί­σι­μο» αυτών των υπο­θέ­σε­ων εκ­πλη­ρώ­θη­κε αρ­γό­τε­ρα από τα ίδια τα κομ­μου­νι­στι­κά κόμ­μα­τα, που έκα­ναν ό,τι μπο­ρού­σαν για να πα­ρα­δώ­σουν τα γε­γο­νό­τα στη λήθη, θο­λώ­νο­ντας την ιστο­ρι­κή αλή­θεια και εμπο­δί­ζο­ντας να βγουν τα ανα­γκαία συ­μπε­ρά­σμα­τα.

Το βι­βλίο του Νίκου Πα­πα­δά­του Ο Μπε­ζε­ντά­κος μας άφησε γεια. Οι διώ­ξεις των Ελ­λή­νων Κομ­μου­νι­στών στην ΕΣΣΔ, 1937-1938, έρ­χε­ται να ανοί­ξει μια ση­μα­ντι­κή τέ­τοια «απο­σκευή», την εκ­κα­θά­ρι­ση των Ελ­λή­νων κομ­μου­νι­στών που είχαν κα­τα­φύ­γει στην ΕΣΣΔ, κυ­ρί­ως συμ­μέ­το­χων στις δυο με­γά­λες απο­δρά­σεις κρα­τού­με­νων από τις φυ­λα­κές Συγ­γρού και τις φυ­λα­κές της Αί­γι­νας, που είχαν λάβει χώρα στις αρχές της δε­κα­ε­τί­ας του 1930. Ανά­με­σά τους πε­ρι­λαμ­βά­νο­νταν υψη­λό­βαθ­μα στε­λέ­χη του ΚΚΕ αλλά και απλοί ακτι­βι­στές, από τους οποί­ους όσοι πα­ρέ­μει­ναν στην ΕΣΣΔ έπε­σαν θύ­μα­τα της εκ­κα­θά­ρι­σης. Συ­γκε­κρι­μέ­να από τους δρα­πέ­τες της φυ­λα­κής Συγ­γρού οι Αν­δρό­νι­κος Χαϊ­τάς (Γραμ­μα­τέ­ας του ΚΚΕ στα 1927-31), Κώ­στας Ευ­τυ­χιά­δης (μέλος του Πο­λι­τι­κού Γρα­φεί­ου), Βα­σί­λης Ασί­κης (μέλος της ΚΕ), Μάρ­κος Μαρ­κο­βί­της (κομ­μα­τι­κό στέ­λε­χος) και Πε­ρι­κλής Κα­ρα­σκό­γιας (υπεύ­θυ­νος του Ρι­ζο­σπά­στη) (σελ. 98-99). Από τους δρα­πέ­τες των φυ­λα­κών Αί­γι­νας οι Μι­χά­λης Μπε­ζε­ντά­κος, Αβρα­άμ Δερ­βί­σο­γλου, Από­στο­λος Κλει­δω­νά­ρης και Μό­σχος Δουλ­γέ­ρης. Οι τε­λευ­ταί­οι, με την εξαί­ρε­ση του Κλει­δω­νά­ρη, ενός υψη­λό­βαθ­μου κομ­μα­τι­κού στε­λέ­χους που αν και κα­τα­δι­κά­στη­κε σε θά­να­το πέ­θα­νε το 1946 στη φυ­λα­κή, ήταν απλοί ακτι­βι­στές, που είχαν πε­ρά­σει στο ΚΚΕ από τον τρο­τσκι­στι­κό χώρο και χά­θη­καν το 1938.

Από την αρχή πρέ­πει να πούμε ότι ενώ οι αγω­νι­στές αυτοί ήταν, ο κα­θέ­νας με τον τρόπο του, ση­μα­ντι­κές και αντι­προ­σω­πευ­τι­κές φυ­σιο­γνω­μί­ες για το κομ­μου­νι­στι­κό κί­νη­μα της χώρας μας, δεν μπο­ρεί να θε­ω­ρη­θούν μορ­φές με διε­θνή εμ­βέ­λεια στο κομ­μου­νι­στι­κό κί­νη­μα. Αυτό δεν υπο­νο­εί διό­λου μια μομφή ή υπο­τί­μη­σή τους. Το ερ­γα­τι­κό, σο­σια­λι­στι­κό κί­νη­μα εμ­φα­νί­στη­κε στην Ελ­λά­δα κα­θυ­στε­ρη­μέ­να, και όταν το ΚΚΕ ιδρύ­θη­κε το 1918 δεν είχε πίσω του ούτε κά­ποιες σο­βα­ρές βά­σεις, ούτε μια εγ­χώ­ρια θε­ω­ρη­τι­κή πα­ρά­δο­ση ή επαφή με τις διε­θνείς εξε­λί­ξεις. Σε άλλα κομ­μου­νι­στι­κά κόμ­μα­τα, όπως της Γερ­μα­νί­ας, της Ουγ­γα­ρί­ας, της Πο­λω­νί­ας, κ.ά., θα βρού­με έτσι πολύ ευ­ρύ­τε­ρες φυ­σιο­γνω­μί­ες, με ενερ­γό συμ­με­το­χή στα με­γά­λα επα­να­στα­τι­κά γε­γο­νό­τα της επο­χής, στη Ρωσία και τις χώρες τους, που ση­μά­δε­ψαν την πο­ρεία της Κο­μι­ντέρν για να χα­θούν επί­σης στις στα­λι­νι­κές εκ­κα­θα­ρί­σεις. Αρκεί να ανα­φέ­ρου­με φι­γού­ρες όπως ο Ούγκο Εμπερ­λάιν και ο Χάιντς Νόι­μαν στο γερ­μα­νι­κό κόμμα, ο Βάρ­σκι και Κο­σού­τσκα στο πο­λω­νι­κό, ο Μπέλα Κουν στο ΚΚ Ουγ­γα­ρί­ας, το ανά­λο­γο των οποί­ων δεν θα βρε­θεί στο ΚΚΕ, του­λά­χι­στον με­τα­ξύ των θυ­μά­των των εκ­κα­θα­ρί­σε­ων του 1936-38 (με­τα­γε­νέ­στε­ρα θύ­μα­τα της ζα­χα­ρια­δι­κής ανω­μα­λί­ας, του ελ­λη­νι­κού αντί­στοι­χου του στα­λι­νι­σμού, όπως ο Κα­ρα­γιώρ­γης έχουν από αυτή την άποψη με­γα­λύ­τε­ρη βα­ρύ­τη­τα, καθώς επι­σφρά­γι­σαν τη με­γά­λη δε­κα­ε­τία του εα­μι­κού κι­νή­μα­τος). Ακόμη κι έτσι, οι ιστο­ρί­ες των Ελ­λή­νων κομ­μου­νι­στών, με την αγω­νι­στι­κή τους δια­δρο­μή και το τρα­γι­κό τέλος τους, έχουν να μας πουν ση­μα­ντι­κά πράγ­μα­τα για το πα­ρελ­θόν και ακόμη για το παρόν και το μέλ­λον του κομ­μου­νι­στι­κού μας κι­νή­μα­τος.

Ο τί­τλος του βι­βλί­ου χρω­στιέ­ται στον Μι­χά­λη Μπε­ζε­ντά­κο, μια φυ­σιο­γνω­μία που η τύχη αλλά και η ανά­γκη έκανε εμ­βλη­μα­τι­κή για το ελ­λη­νι­κό κομ­μου­νι­στι­κό κί­νη­μα του Με­σο­πο­λέ­μου. Η ιστο­ρία του είναι λί­γο-πο­λύ γνω­στή.

Ο Μπε­ζε­ντά­κος, ερ­γά­της βε­λο­νο­ποι­ί­ας από τον Πει­ραιά, γεν­νη­μέ­νος γύρω στο 1910, εντά­χτη­κε νε­α­ρός στο ερ­γα­τι­κό κί­νη­μα, αρ­χι­κά στον τρο­τσκι­στι­κό χώρο. Στις 1 Αυ­γού­στου 1931, σε μια συ­μπλο­κή με την αστυ­νο­μία κατά τη διάρ­κεια αντι­φα­σι­στι­κής-αντι­πο­λε­μι­κής δια­δή­λω­σης, πυ­ρο­βό­λη­σε και σκό­τω­σε έναν αστυ­νο­μι­κό, συ­νε­λή­φθη και με­τα­φέρ­θη­κε στις φυ­λα­κές Συγ­γρού (αν και στη σύ­γκρου­ση είχαν λάβει μέρος και άλλοι αγω­νι­στές, ο Μπε­ζε­ντά­κος πήρε στις ανα­κρί­σεις πάνω του όλη την ευ­θύ­νη). Στις φυ­λα­κές, ή κατ’ άλ­λους το 1929, ο Μπε­ζε­ντά­κος πέ­ρα­σε στο ΚΚΕ και η ηγε­σία του απο­φά­σι­σε την από­δρα­σή του, καθώς η θα­να­τι­κή κα­τα­δί­κη του ήταν βέ­βαιη.

Η μυ­θι­στο­ρη­μα­τι­κή του από­δρα­ση το Μάρτη του 1932 –ο Μπε­ζε­ντά­κος τρύ­πη­σε τον τοίχο του κε­λιού του, προ­σποιού­με­νος για καιρό τον άρ­ρω­στο, και πή­δη­ξε από κει στο δρόμο– προ­κά­λε­σε με­γά­λη αί­σθη­ση και τα­ρα­χή στην κυ­βέρ­νη­ση. Ενέ­πνευ­σε ένα διά­ση­μο πο­λι­τι­κό τρα­γού­δι, αφιε­ρω­μέ­νο σε αυτόν, που τρα­γου­διέ­ται ακόμη και σή­με­ρα, «Οι αστοί τρο­μά­ξα­νε/ και κά­στρα φτιά­ξα­νε/ να κλεί­σουν τα παι­διά των ερ­γα­τών/ μ’ αυτοί με μια γρο­θιά/ σπά­ζου­νε τα δεσμά/ τα κά­στρα κα­ταρ­γού­νε των αστών!» Ο Μπε­ζε­ντά­κος διέ­φυ­γε στην ΕΣΣΔ, όπου συ­νε­λή­φθη, κα­τα­δι­κά­στη­κε σε θά­να­το και εκτε­λέ­στη­κε στις 11 Απρί­λη 1938, στο πεδίο βολής Μπού­το­βο κοντά στη Μόσχα (σελ. 93).

Ο τί­τλος του βι­βλί­ου του Πα­πα­δά­του είναι εμπνευ­σμέ­νος από αυτό το τρα­γού­δι, αντι­γρά­φο­ντας έναν από τους στί­χους του: «Και μες στο καρ­να­βά­λι/ οι αστοί την πάθαν πάλι/ ο Μπε­ζε­ντά­κος μάς άφησε γεια!» Κάνει βέ­βαια ένα προ­φα­νή ει­ρω­νι­κό και ταυ­τό­χρο­να γε­μά­το τρα­γι­κές νότες υπαι­νιγ­μό: Ο Μπε­ζε­ντά­κος άφησε γεια στους αστούς με τη δρα­πέ­τευ­σή του από τις φυ­λα­κές Συγ­γρού και άφησε γεια στη ζωή στην ΕΣΣΔ, εκτε­λε­σμέ­νος από εκεί­νους που θε­ω­ρού­σε ως θε­μα­το­φύ­λα­κες της υπό­θε­σης του κομ­μου­νι­σμού, για την οποία αγω­νι­ζό­ταν και είχε φυ­λα­κι­στεί.

Το βι­βλίο χω­ρί­ζε­ται σε δυο μέρη: μια εκτε­νή ει­σα­γω­γή του συγ­γρα­φέα, «Οι διώ­ξεις των Ελ­λή­νων κομ­μου­νι­στών στην ΕΣΣΔ» (σελ. 27-142) και ένα μέρος με αρ­χεια­κά υλικά, «Αρ­χεια­κά υλικά που προ­έρ­χο­νται από τα πρώην αρ­χεία της КГБ (KGB)». Το δεύ­τε­ρο αυτό μέρος πε­ρι­λαμ­βά­νει πρα­κτι­κά από τις ανα­κρί­σεις των αδι­κο­χα­μέ­νων στε­λε­χών του ΚΚΕ, συ­γκε­κρι­μέ­να των Χαϊτά (Σιφ­ναί­ου), Κα­ρα­κό­ζοφ (Ευ­τυ­χιά­δη), Τσα­γκα­ρά­κη (Τόμοφ, ενός στε­λέ­χους της ΟΚΝΕ που επί­σης είχε κα­τα­φύ­γει στην ΕΣΣΔ), Βρετ­τού (Δερ­βί­σο­γλου), Οσμά­νη (Δουλ­γέ­ρη) και Μπεν­δά (Μπε­ζε­ντά­κου) – τα διπλά ονό­μα­τα οφεί­λο­νται στο γε­γο­νός ότι είχαν πάρει στην ΕΣΣΔ ένα νέο ονο­μα­τε­πώ­νυ­μο. Πε­ρι­λαμ­βά­νει δε επί­σης με­τα­γε­νέ­στε­ρα ντο­κου­μέ­ντα από την ανα­θε­ώ­ρη­ση των υπο­θέ­σε­ών τους όταν δρο­μο­λο­γή­θη­κε η απο­στα­λι­νο­ποί­η­ση το 1956. Πρό­κει­ται για έγ­γρα­φα που βρήκε ο συγ­γρα­φέ­ας στα σο­βιε­τι­κά κρα­τι­κά αρ­χεία στη διάρ­κεια έρευ­νάς του στα 2017-19.

Η κα­τη­γο­ρία με την οποία βρέ­θη­καν αντι­μέ­τω­ποι οι δρα­πέ­τες αγω­νι­στές του ΚΚΕ ήταν πα­νο­μοιό­τυ­πη. Στην πραγ­μα­τι­κό­τη­τα, υπο­στή­ρι­ζε το κα­τη­γο­ρη­τή­ριο, δεν ήταν κομ­μου­νι­στές που είχαν φυ­λα­κι­στεί για τους αγώ­νες τους από την ελ­λη­νι­κή αντί­δρα­ση, αλλά πρά­κτο­ρες της ελ­λη­νι­κής ασφά­λειας. Η ασφά­λεια είχε ορ­γα­νώ­σει τη δρα­πέ­τευ­σή τους και τους είχε φυ­γα­δεύ­σει στη συ­νέ­χεια στην ΕΣΣΔ ώστε, κα­λυ­πτό­με­νοι με το μαν­δύα των κομ­μου­νι­στών δρα­πε­τών, να ορ­γα­νώ­σουν αντι­σο­βιε­τι­κά κα­τα­σκο­πευ­τι­κά δί­κτυα και σα­μπο­τάζ.

Η κα­τη­γο­ρία δεν ήταν πρω­τό­τυ­πη ούτε η πε­ρί­πτω­σή τους μο­να­δι­κή. Γερ­μα­νοί κομ­μου­νι­στές που είχαν δια­φύ­γει από τη χώρα τους μετά τη νίκη του Χί­τλερ, επει­δή είχαν λάβει μέρος σε μάχες με τους ναζίꞏ Πο­λω­νοί που είχαν φυ­λα­κι­στεί για χρό­νια στα κά­τερ­γα του Πιλ­σούν­τσκιꞏ διω­κό­με­νοι σύ­ντρο­φοι τους από τις δι­κτα­το­ρί­ες στην κε­ντρι­κή Ευ­ρώ­πη και τις Βαλ­τι­κές χώρες – κα­τα­δι­κά­στη­καν για τα ίδια «εγκλή­μα­τα». Όλοι τους ήταν, φαί­νε­ται, πρά­κτο­ρες των ναζί και των αστι­κών αρχών των χωρών τους, που τους φυ­λά­κι­ζαν επί­τη­δες για να περ­νούν ως υπε­ρά­νω υπο­ψί­ας κομ­μου­νι­στές και να φέ­ρουν έτσι σε πέρας τα ανό­σια έργα τους.

Στα ντο­κου­μέ­ντα των ανα­κρί­σε­ων που πα­ρα­θέ­τει ο Πα­πα­δά­τος πα­ρα­κο­λου­θού­με πώς οι ανα­κρι­τές του NKVD εξα­νά­γκα­ζαν τα θύ­μα­τά τους να ομο­λο­γούν την ενοχή τους σε αυτές τις αυ­θαί­ρε­τες, τε­ρα­τω­δώς συ­κο­φα­ντι­κές και κυ­νι­κές κα­τη­γο­ρί­ες. Αν και σε αρ­κε­τές πε­ρι­πτώ­σεις επέ­με­ναν αρ­χι­κά στην αθω­ό­τη­τά τους, η αντί­στα­σή τους καμ­πτό­ταν μέσα από πιέ­σεις και απει­λές, που συχνά πε­ρι­λάμ­βα­ναν φυ­σι­κά και ψυ­χο­λο­γι­κά βα­σα­νι­στή­ρια ή ψεύ­τι­κες υπο­σχέ­σεις ότι η ομο­λο­γία θα τους σώσει τη ζωή, ενώ στην πραγ­μα­τι­κό­τη­τα επρό­κει­το για επι­κύ­ρω­ση της θα­να­τι­κής τους κα­τα­δί­κης. Είναι χα­ρα­κτη­ρι­στι­κή η πε­ρί­πτω­ση του Ευ­τυ­χιά­δη (Κα­ρα­κό­ζοφ) ο οποί­ος είχε αρ­νη­θεί ότι ήταν εχθρός της Σο­βιε­τι­κής Ένω­σης και «αμε­τα­νό­η­τος δι­πρό­σω­πος τρο­τσκι­στής», όπως του κα­τα­λο­γι­ζό­ταν (σελ. 105-106). Στη συ­νέ­χεια, σε με­τα­γε­νέ­στε­ρη ανά­κρι­ση, ο ίδιος θα ανα­γνω­ρί­σει ότι όχι μόνο ήταν «δι­πρό­σω­πος τρο­τσκι­στής» αλλά έκανε και «κα­τα­σκο­πευ­τι­κή δου­λειά μέσα στην ΕΣΣΔ». Ο ίδιος δή­λω­νε με ακραία αυ­το­τα­πεί­νω­ση:

«Ανα­γνω­ρί­ζω ότι πράγ­μα­τι, επί 20 ημέ­ρες έκανα αγώνα ενά­ντια στην ανά­κρι­ση, Βλέπω ότι αυτό δεν έφερε κα­νέ­να απο­τέ­λε­σμα. Μέσα στα ψέ­μα­τά μου μπερ­δεύ­τη­κα ακόμη κι εγώ ο ίδιος, και ξε­σκε­πά­στη­κα από εσάς ως εχθρός του ΠΚΚ (μπ.) και του λαού. Τώρα μου έμει­νε μο­να­χά ένας δρό­μος, κι αυτός – αν και βρι­σκό­μα­στε κοντά στο τέλος – είναι, να αφο­πλι­στώ πλή­ρως και με αυτόν τον τρόπο να βοη­θή­σω τα όρ­γα­να της κρα­τι­κής ασφά­λειας να δια­λύ­σουν μια ακόμα φωλιά κα­τα­σκό­πων στη Σο­βιε­τι­κή Ένωση» (σελ. 107).

Στην πα­ρα­πά­νω «ομο­λο­γία» η πρό­τα­ση ότι «βρι­σκό­μα­στε κοντά στο τέλος» δίνει μια έν­δει­ξη ότι ο Ευ­τυ­χιά­δης δεν είχε αμ­φι­βο­λία τι τον πε­ρί­με­νεꞏ ίσως απλά ήθελε να συ­ντο­μεύ­σει το μαρ­τύ­ριό του.

Ανά­λο­γη ήταν η πο­ρεία των «ανα­κρί­σε­ων» και στις υπό­λοι­πες υπο­θέ­σεις. Χωρίς να επε­κτα­θού­με, θα πα­ρα­θέ­σου­με μόνο μια μαρ­τυ­ρία της Εβγκέ­νια Μπρεϊ­νίφ­σκα­για, μιας Πο­λω­νί­δας μη­χα­νι­κού η οποία είχε συλ­λη­φθεί στο πλαί­σιο της διε­ξα­γό­με­νης τότε Πο­λω­νι­κής Επι­χεί­ρη­σης ως κα­τά­σκο­πος το Φλε­βά­ρη του 1938, όπως πα­ρου­σιά­ζε­ται από τον Πα­πα­δά­το. Η ίδια πε­ριέ­γρα­ψε τα πε­ρι­στα­τι­κά της ανά­κρι­σής της, στις 16 Μάρτη 1938, στη διάρ­κεια της οποί­ας ο ίδιος ο ανα­κρι­τής της είχε ανα­γνω­ρί­σει ότι οι κα­τη­γο­ρί­ες ήταν ψεύ­τι­κες:

«Ο ανα­κρι­τής μου πα­ρου­σί­α­σε ένα Πρω­τό­κολ­λο ανά­κρι­σης προς υπο­γρα­φή που είχε ήδη συ­ντα­χθεί και το οποίο ανέ­φε­ρε ότι ανα­γνώ­ρι­ζα την πα­ρά­δο­ση πλη­ρο­φο­ριών για την πα­ρα­γω­γή των ερ­γα­στη­ρί­ων της βιο­μη­χα­νί­ας Νο 46 σε πρά­κτο­ρες ξένων υπη­ρε­σιών, όταν δού­λευα εκεί το 1935. Ο ανα­κρι­τής δεν με άφησε να συ­νε­χί­σω την ανά­γνω­ση του Πρω­το­κόλ­λου ανά­κρι­σης, λέ­γο­ντάς μου: Για ποιον λόγο να συ­νε­χί­σε­τε την ανά­γνω­ση; Θα τρο­μο­κρα­τη­θεί­τε. Όταν του είπα ότι όλα αυτά δεν ήταν παρά μια σκευω­ρία, μου απά­ντη­σε: Το γνω­ρί­ζου­με αυτό καλά στη NKVD και δεν έχου­με τί­πο­τα ενα­ντί­ον σας προ­σω­πι­κά, όμως πρέ­πει να υπο­γρά­ψε­τε το Πρω­τό­κολ­λο, δεν θα ξε­φύ­γε­τε, συλ­λη­φθή­κα­τε πολύ απλά διότι είστε πο­λω­νι­κής κα­τα­γω­γής και οφεί­λου­με να συ­μπλη­ρώ­σου­με τις λί­στες» (σελ. 109).

Όλες οι υπο­θέ­σεις των εκ­κα­θα­ρι­σμέ­νων Ελ­λή­νων κομ­μου­νι­στών επα­νε­ξε­τά­στη­καν μετά το 1956. Οι ενα­ντί­ον τους κα­τα­δι­κα­στι­κές απο­φά­σεις ακυ­ρώ­θη­καν και, σύμ­φω­να με τα έγ­γρα­φα που πα­ρα­θέ­τει ο Πα­πα­δά­τος, σε πολ­λές πε­ρι­πτώ­σεις δια­πι­στώ­θη­κε όχι μόνο η απου­σία στοι­χεί­ων αλλά και η ύπαρ­ξη αντι­φά­σε­ων ανά­με­σα σε όσα κα­τα­λό­γι­ζαν ο ένας στον άλλο και σε όσα πα­ρα­δέ­χο­νταν στις ανα­κρί­σεις για τον εαυτό τους. Εν­δει­κτι­κά θα στα­θού­με σε με­ρι­κές επι­ση­μάν­σεις σχε­τι­κά με τη δια­δι­κα­σία της ανά­κρι­σης από την εξέ­τα­ση του κα­τη­γο­ρη­τη­ρί­ου ενα­ντί­ον του Μπε­ζε­ντά­κου (Μπεν­δά) μετά από έφεση που είχε υπο­βάλ­λει η κόρη του:

«Στα ει­δι­κά αρ­χεία δεν βρέ­θη­καν ενο­χο­ποι­η­τι­κά αρ­χεία για τον Μπεν­δά, απο­δεί­χτη­κε όμως ότι, όταν ήταν στην Ελ­λά­δα, ανέ­πτυσ­σε ενερ­γή επα­να­στα­τι­κή δράση. Κατά την προ­α­νά­κρι­ση έγι­ναν κα­τά­φω­ρες πα­ρα­βιά­σεις της σο­σια­λι­στι­κής νο­μι­μό­τη­τας: το ένταλ­μα σύλ­λη­ψης του Μπεν­δά εκ­δό­θη­κε από τον ει­σαγ­γε­λέα μετά τη σύλ­λη­ψή του, η από­φα­ση σχε­τι­κά με την απαγ­γε­λία κα­τη­γο­ρί­ας δεν του γνω­στο­ποι­ή­θη­κε, ενώ από την υπό­θε­ση είναι κα­τα­φα­νές ότι υπο­βλή­θη­κε σε ανά­κρι­ση ως κα­τη­γο­ρού­με­νος, πριν την ανα­φε­ρό­με­νη στο ερω­τη­μα­το­λό­γιο ημε­ρο­μη­νία σύλ­λη­ψής του (φύλλο ανά­κρι­σης 1-2, 5, 9-13)ꞏ με την ολο­κλή­ρω­ση της ανά­κρι­σης δεν ενη­με­ρώ­θη­κε για τα υλικά της υπό­θε­σης» (σελ. 336-337).

Ποια ήταν η στάση του ΚΚΕ απέ­να­ντι στις υπο­θέ­σεις των εκ­κα­θα­ρι­σμέ­νων στε­λε­χών του;

Για μια ορι­σμέ­νη πε­ρί­ο­δο, του­λά­χι­στον ως το 20ό Συ­νέ­δριο του ΚΚΣΕ, μπο­ρού­με βά­σι­μα να υπο­θέ­σου­με ότι, ενώ γνώ­ρι­ζαν καλά ότι οι εκ­κα­θα­ρί­σεις που είχαν λάβει χώρα στα 1936-38 στην ΕΣΣΔ συ­μπε­ρι­λάμ­βα­ναν και στε­λέ­χη του ΚΚΕ, δεν είχαν ακρι­βείς πλη­ρο­φο­ρί­ες για την τύχη του κα­θε­νός ατο­μι­κά. Κα­τα­το­πι­στι­κό σε σχέση με αυτό είναι ένα υπό­μνη­μα του Δ. Παρ­τσα­λί­δη, τότε ηγε­τι­κού στε­λέ­χους του ΚΚΕ και του ΕΑΜ, προς τον Μο­λό­τοφ στις 31/1/1946, το οποίο πα­ρα­θέ­τει ο Πα­πα­δά­τος στο προη­γού­με­νο βι­βλίο του Άκρως Απόρ­ρη­το. Ο Παρ­τσα­λί­δης ανα­φε­ρό­ταν εκεί στα στε­λέ­χη του ΚΚΕ που είχαν φοι­τή­σει στο KUNMZ (Κομ­μου­νι­στι­κό Πα­νε­πι­στή­μιο των Εθνι­κών Μειο­νο­τή­των της Δύσης), ζη­τώ­ντας πλη­ρο­φο­ρί­ες γι’ αυτά. Ανέ­φε­ρε σαν πα­ρά­δειγ­μα τον Χαϊτά: «Το Κόμμα είχε τη γνώμη ότι πρέ­πει να γυ­ρί­σουν στην Ελ­λά­δα σχε­δόν όλοι, και με­ρι­κοί σαν τον Χαϊτά, π.χ., που κα­νείς δεν είχε καλή γνώμη γι’ αυ­τούς… Και τώρα εγώ προ­σω­πι­κά νο­μί­ζω πως όσοι σώ­ζο­νται και δεν τους βα­ρύ­νουν λοι­πές υπο­ψί­ες, αν θα κα­τέ­βαι­ναν στην Ελ­λά­δα θα ήταν κα­λύ­τε­ρα»[2].

Από το υπό­μνη­μα γί­νε­ται σαφές ότι ο Παρ­τσα­λί­δης τε­λού­σε υπό το κρά­τος ψευ­δαι­σθή­σε­ων σχε­τι­κά με τους Έλ­λη­νες κομ­μου­νι­στές που είχαν κα­τα­φύ­γει στην ΕΣΣΔ στη δε­κα­ε­τία του 1930ꞏ στην πραγ­μα­τι­κό­τη­τα είχαν εξο­ντω­θεί σχε­δόν όλοι και είναι ζή­τη­μα αν απέ­με­νε κα­νείς ζω­ντα­νός για να επι­στρέ­ψει στην Ελ­λά­δα. Σε αυτές τις ψευ­δαι­σθή­σεις συ­νέ­βα­λαν πι­θα­νό­τα­τα και οι ψευ­δείς ή αό­ρι­στες πλη­ρο­φο­ρί­ες που δί­νο­νταν από τις στα­λι­νι­κές αρχές σε σχε­τι­κά αι­τή­μα­τα του ΚΚΕ. Για τον Μπε­ζε­ντά­κο, π.χ., είναι βέ­βαιο ότι είχαν δοθεί ψεύ­τι­κες πλη­ρο­φο­ρί­ες ότι είχε με­τα­βεί στην Ισπα­νία για να πάρει μέρος στον εμ­φύ­λιο και σκο­τώ­θη­κε στις μάχες[3].

Μετά το 1956 όταν επα­νε­ξε­τά­στη­καν οι υπο­θέ­σεις των δο­λο­φο­νη­μέ­νων αγω­νι­στών, συχνά με αι­τή­μα­τα συ­ζύ­γων ή παι­διών τους που είχαν επι­ζή­σει, είναι αδύ­να­το να μην επέ­πε­σαν στην αντί­λη­ψη των τότε ηγε­σιών του ΚΚΕ οι δια­δι­κα­σί­ες αυτές, τα απο­τε­λέ­σμα­τά τους και τα σχε­τι­κά έγ­γρα­φα των σο­βιε­τι­κών δι­κα­στι­κών αρχών. Οι ηγε­σί­ες του ΚΚΕ απο­φά­σι­σαν, ωστό­σο, να σιω­πή­σουν και να σκε­πά­σουν, πέρα από ελά­χι­στες τυ­πι­κές «απο­κα­τα­στά­σεις», αυτές τις υπο­θέ­σεις στη λήθη. Αυτή η τα­κτι­κή απο­σιώ­πη­σης κο­ρυ­φώ­θη­κε από τη νε­ο­στα­λι­νι­κή ηγε­σία Πα­πα­ρή­γα και τη διά­δο­χη ηγε­σία Κου­τσού­μπα μετά το 1990, όταν και η στα­λι­νι­κή ανα­πα­λαί­ω­ση στο ΚΚΕ συν­δυά­στη­κε με την επα­να­βε­βαί­ω­ση της επί­ση­μης εκ­δο­χής ότι οι εκ­κα­θα­ρι­σμέ­νοι στα 1936-38 κομ­μου­νι­στές, Σο­βιε­τι­κοί και ξένοι, απο­τε­λού­σαν μια «πέμ­πτη φά­λαγ­γα» στο εσω­τε­ρι­κό της ΕΣΣΔ. Μόνο ανε­ξάρ­τη­τοι ερευ­νη­τές, όπως οι Βλ. Αγ­τζί­δης, Μ. Μαρ­κο­βί­της, κ.ά., προ­σκό­μι­σαν κατά και­ρούς στοι­χεία για την πραγ­μα­τι­κή τύχη των αγω­νι­στών, ερευ­νώ­ντας ανε­ξάρ­τη­τα τα σχε­τι­κά σο­βιε­τι­κά αρ­χεία.

Εν­δει­κτι­κό της σιω­πής της ηγε­σί­ας του ΚΚΕ είναι το γε­γο­νός ότι στις ογκώ­δεις, απα­τε­ω­νί­στι­κες κομ­μα­τι­κές ιστο­ρί­ες που εκ­δί­δουν δεν λένε λέξη για την τύχη του Μπε­ζε­ντά­κου και των άλλων δρα­πε­τών από τις φυ­λα­κές Συγ­γρού και Αί­γι­νας. Αντί­θε­τα, επα­να­λαμ­βά­νουν την ψευδή εκ­δο­χή σύμ­φω­να με την οποία πο­λέ­μη­σαν στην Ισπα­νία: «Ανά­με­σα σε εκεί­νους που βρέ­θη­καν στην Ισπα­νία ήταν και οι Ζαν­νής Φλω­ρά­κος, Αβρα­άμ Δερ­βί­σο­γλου, Βαγ­γέ­λης Θω­μά­ζος, Από­στο­λος Κλει­δω­νά­ρης, Μό­σχος Δουλ­γέ­ρης, Μι­χά­λης Μπε­ζα­ντά­κος και Νίκος Βα­βού­δης, που είχαν δρα­πε­τεύ­σει από την Αί­γι­να»[4].

Οι υπο­θέ­σεις των εκ­κα­θα­ρι­σμέ­νων Ελ­λή­νων κομ­μου­νι­στών αξιο­ποι­ή­θη­καν στη συ­νέ­χεια από τις στα­λι­νι­κές αρχές ως απο­δεί­ξεις για την ύπαρ­ξη ευ­ρέ­ων κα­τα­σκο­πευ­τι­κών δι­κτύ­ων με­τα­ξύ των ελ­λη­νι­κής κα­τα­γω­γής πο­λι­τών της ΕΣΣΔ. Αυτό έδωσε τη βάση για την εκ­κα­θά­ρι­ση των Ελ­λή­νων στο πλαί­σιο των εθνι­κών επι­χει­ρή­σε­ων του 1937-38, οι οποί­ες πε­ριέ­λα­βαν τις υπο­τι­θέ­με­να «ύπο­πτες» εθνό­τη­τες της ΕΣΣΔ, κυ­ρί­ως Πο­λω­νούς, Γερ­μα­νούς, Λευ­κο­ρώ­σους, Κο­ρε­ά­τες, Έλ­λη­νες, κ.ά. Η Ελ­λη­νι­κή Επι­χεί­ρη­ση κό­στι­σε περί τις 20.000 θύ­μα­τα, με δε­κά­δες χι­λιά­δες Έλ­λη­νες να με­τε­γκα­θί­στα­νται βίαια από την Ου­κρα­νία, την Αμπ­χα­ζία και τον Καύ­κα­σο στο Κα­ζακ­στάν και το Τουρ­κμε­νι­στάν. Ο Πα­πα­δά­τος πα­ρα­θέ­τει τη Δια­τα­γή 50215 του Γιε­ζόφ, υπο­γε­γραμ­μέ­νη στις 11 Δε­κέμ­βρη 1937, με την οποία δρο­μο­λο­γή­θη­κε η δια­δι­κα­σία, με το πρό­σχη­μα της εξά­λει­ψης των σα­μπο­τέρ και των κου­λά­κων, από την οποία δί­νου­με τα κύρια ση­μεία:

«Από τα υλικά της έρευ­νας προ­κύ­πτει πως οι ελ­λη­νι­κές μυ­στι­κές υπη­ρε­σί­ες ανα­πτύσ­σουν ενερ­γή κα­τα­σκο­πευ­τι­κή δράση και εν­θαρ­ρύ­νουν στά­σεις εντός της ΕΣΣΔ, υλο­ποιώ­ντας εντο­λές των βρε­τα­νι­κών, γερ­μα­νι­κών και ια­πω­νι­κών μυ­στι­κών υπη­ρε­σιών. Η δράση αυτή επι­κε­ντρώ­νε­ται στις ελ­λη­νι­κές πα­ροι­κί­ες στις πε­ρι­φέ­ρειες του Ρο­στόφ επί του Ντον, της Οδησ­σού και άλλων πε­ριο­χών της Ου­κρα­νί­ας, στην Αμπ­χα­ζία και σε άλλες δη­μο­κρα­τί­ες της Υπερ­καυ­κα­σί­ας στην Κρι­μαία, καθώς και σε δια­σκορ­πι­σμέ­νες ομά­δες Ελ­λή­νων σε διά­φο­ρες πε­ριο­χές και τό­πους της Σο­βιε­τι­κής Ένω­σης…

Δια­τάσ­σω:

Στις 15 Δε­κεμ­βρί­ου τρέ­χο­ντος έτους, ταυ­τό­χρο­να σε όλες τις δη­μο­κρα­τί­ες, πε­ριο­χές και πε­ρι­φέ­ρειες, να συλ­λη­φθούν όλοι οι Έλ­λη­νες για τους οποί­ους υπάρ­χουν υπο­ψί­ες κα­τα­σκο­πεί­ας, σα­μπο­τάζ, εξέ­γερ­σης και εθνι­κι­στι­κής αντι­σο­βιε­τι­κής δρά­σης… Ταυ­τό­χρο­να, όσο προ­χω­ρά η επι­χεί­ρη­ση συλ­λή­ψε­ων, διε­νερ­γή­στε έντο­νη ανα­κρι­τι­κή ερ­γα­σία, με σκοπό την πλήρη απο­κά­λυ­ψη όλων των εστιών κα­τα­σκο­πευ­τι­κής, σα­μπο­τα­ρι­στι­κής, στα­σια­στι­κής και εθνι­κι­στι­κής δρά­σης της ελ­λη­νι­κής κα­τα­σκο­πεί­ας, δί­νο­ντας ιδιαί­τε­ρη προ­σο­χή στην απο­κά­λυ­ψη όλων των σχέ­σε­ων των πρα­κτό­ρων της ελ­λη­νι­κής κα­τα­σκο­πί­ας με τις βρε­τα­νι­κές, γερ­μα­νι­κές και ια­πω­νι­κές μυ­στι­κές υπη­ρε­σί­ες… Ανα­φέ­ρε­τε τα απο­τε­λέ­σμα­τα της διε­ξα­γω­γής των συλ­λή­ψε­ων έως τις 18 Δε­κεμ­βρί­ου. Να ενη­με­ρώ­νε­τε για την εξέ­λι­ξη της έρευ­νας με πε­ρι­λη­πτι­κές ανα­φο­ρές πέντε ημε­ρών, οι οποί­ες θα πε­ριέ­χουν τα πο­σο­τι­κά στοι­χεία και τις πιο ου­σια­στι­κές και ση­μα­ντι­κές κα­τα­θέ­σεις» (σελ. 96-97).

Στη δια­τα­γή, μετά τη δή­λω­ση «Σε σύλ­λη­ψη υπό­κει­νται όλοι οι Έλ­λη­νες υπή­κο­οι και πο­λί­τες της ΕΣΣΔ που ανή­κουν στις κά­τω­θι κα­τη­γο­ρί­ες», ανα­φέ­ρο­νταν συ­γκε­κρι­μέ­να πέντε κα­τη­γο­ρί­ες, οι οποί­ες στην πραγ­μα­τι­κό­τη­τα, λόγω της γε­νι­κό­τη­τάς τους, μπο­ρού­σαν να κα­λύ­ψουν οποια­δή­πο­τε σύλ­λη­ψη: όσοι πα­ρα­κο­λου­θού­νταν από τις σο­βιε­τι­κές υπη­ρε­σί­ες, πρώην με­γα­λέ­μπο­ροι, κερ­δο­σκό­ποι, λα­θρέ­μπο­ροι, όσοι εκ­δή­λω­ναν εθνι­κι­στι­κές τά­σεις, πο­λι­τι­κοί με­τα­νά­στες από την Ελ­λά­δα και όλοι οι Έλ­λη­νες που είχαν έλθει στην ΕΣΣΔ πα­ρά­νο­μα από άλλες χώρες του κό­σμου και όλοι οι Έλ­λη­νες που είχαν εγκα­τα­στα­θεί στην επι­κρά­τεια της ΕΣΣΔ και θε­ω­ρού­νταν ξένοι πρά­κτο­ρες (σελ. 96-97).

Θα ήταν πα­ρά­λει­ψη να μην ανα­φέ­ρου­με εδώ ότι το θέμα της τύχης του Μι­χά­λη Μπε­ζε­ντά­κου έχει ερευ­νη­θεί και από άλ­λους ιστο­ρι­κούς στο χώρο της αρι­στε­ράς. Ο Κώ­στας Πα­λού­κης εντό­πι­σε επί­σης ανε­ξάρ­τη­τα τα έγ­γρα­φα στα σο­βιε­τι­κά αρ­χεία και πα­ρου­σί­α­σε το 2021 σε άρθρα του τα σχε­τι­κά στοι­χεία. Ο Πα­λού­κης ανα­φέ­ρει ότι ο Μπε­ζε­ντά­κος και ο Βρετ­τός εκτε­λέ­στη­καν την ίδια μέρα στο Μπού­το­βο, πα­ρα­θέ­το­ντας επί­σης μια δε­κά­δα πε­ρί­που ακόμη εκτε­λε­σμέ­νων Ελ­λή­νων κα­τοί­κων Μό­σχας, από τους οποί­ους ορι­σμέ­νοι δεν ανα­φέ­ρο­νται στο βι­βλίο του Πα­πα­δά­του. Αρ­γό­τε­ρα ο Πα­λού­κης ήρθε σε επαφή με τον γιο της κόρης του Μπε­ζε­ντά­κου, ο οποί­ος του απέ­στει­λε και τη μο­να­δι­κή σω­ζό­με­νη φω­το­γρα­φία του από τη δια­μο­νή του στην ΕΣΣΔ πριν τη σύλ­λη­ψή του[5].

Ένα ευ­ρύ­τε­ρο πα­ρα­πέ­ρα ζή­τη­μα αφορά στην αξιο­λό­γη­ση της συμ­βο­λής των εκ­κα­θα­ρι­σμέ­νων στην ΕΣΣΔ Ελ­λή­νων κομ­μου­νι­στών στο κομ­μου­νι­στι­κό κί­νη­μα της χώρας μας. Ενώ δεν υπάρ­χει καμιά αμ­φι­βο­λία ότι ήταν όλοι έντι­μοι αγω­νι­στές, είναι εξί­σου αλη­θι­νό ότι στη δια­δρο­μή τους θα βρει κα­νείς λάθη και αδυ­να­μί­ες, ενί­ο­τε σο­βα­ρά. Ο Χαϊ­τάς, για πα­ρά­δειγ­μα, ήταν ένας αξιό­λο­γος για την εποχή δια­νο­ού­με­νος, εκ­πρό­σω­πος (όπως και ο Ευ­τυ­χιά­δης) αυτού που θα μπο­ρού­σε να απο­κλη­θεί «μπου­χα­ρι­νι­κή πτέ­ρυ­γα» του ΚΚΕ. Στη διάρ­κεια της πα­ρα­μο­νής του στην ΕΣΣΔ με­τέ­φρα­σε με­τα­ξύ άλλων το βι­βλίο του Ντε­μπό­ριν Ο Λένιν Φι­λό­σο­φος, με ικανά σχό­λια (κυ­κλο­φο­ρού­σε από τις εκ­δό­σεις Ανα­γνω­στί­δη). Ωστό­σο, ως Γραμ­μα­τέ­ας του ΚΚΕ απέ­τυ­χε να βάλει τάξη στο κόμμα και η φρα­ξιο­νι­στι­κή πάλη εκεί­νης της πε­ριό­δου επέ­φε­ρε απο­διορ­γά­νω­ση. Πέρα από τα δια­νο­ου­με­νί­στι­κα στοι­χεία στην προ­σέγ­γι­σή του, έπαι­ξε ρόλο εδώ η γε­νι­κή ανε­πάρ­κεια του τότε στε­λε­χι­κού δυ­να­μι­κού του ΚΚΕ και θα πρέ­πει να του δοθεί το ελα­φρυ­ντι­κό ότι δεν στά­θη­κε τόσο κα­θο­λι­κά ανε­παρ­κής όσο ο Ζα­χα­ριά­δης στο επό­με­νο στά­διο, ούτε ήταν ένας εξου­σιο­μα­νής όπως αυτός. Σε κάθε πε­ρί­πτω­ση, η κρι­τι­κή των αδυ­να­μιών είναι ένα πράγ­μα και οι συ­κο­φα­ντί­ες, οι πα­ρα­χα­ρά­ξεις και η λήθη είναι ένα άλλο.

Ο ανα­γνώ­στης θα βρει δίχως άλλο πολλά ακόμη εν­δια­φέ­ρο­ντα τόσο στην κα­τα­το­πι­στι­κή Ει­σα­γω­γή του Πα­πα­δά­του, όσο και στο μέρος των ντο­κου­μέ­ντων. Η πα­ρου­σί­α­σή τους ξε­φεύ­γει από τα όρια της πα­ρού­σας κρι­τι­κής. Δεν μπο­ρεί όμως να μην επι­ση­μά­νου­με κα­τα­λη­κτι­κά, ως μια αδυ­να­μία του βι­βλί­ου, την ανε­πάρ­κεια των συ­μπε­ρα­σμά­των τα οποία συ­νά­γει ο συγ­γρα­φέ­ας στον «Επί­λο­γο» του ει­σα­γω­γι­κού του δο­κι­μί­ου.

Η αδυ­να­μία αυτή δεν βα­ραί­νει μόνο τον ίδιο τον Πα­πα­δά­το δε­δο­μέ­νου ότι –ας το επα­να­λά­βου­με– οι εκ­κα­θα­ρι­σμέ­νοι Έλ­λη­νες κομ­μου­νι­στές δεν ήταν τόσο κομ­βι­κές προ­σω­πι­κό­τη­τες του διε­θνούς κομ­μου­νι­στι­κού κι­νή­μα­τος, ώστε να μπο­ρεί να συ­νά­γει κα­νείς από τη μοίρα τους όλα τα ανα­γκαία συ­μπε­ρά­σμα­τα σχε­τι­κά με εκεί­νη τη φάση της ιστο­ρί­ας του, που ση­μα­δεύ­τη­κε από την κυ­ριαρ­χία του στα­λι­νι­σμού. Ωστό­σο, ο Πα­πα­δά­τος μένει αρ­κε­τά πίσω και από εκεί­να τα συ­μπε­ρά­σμα­τα που το υλικό του του επέ­τρε­πε αναμ­φι­σβή­τη­τα να εξά­γει.

Όταν, για πα­ρά­δειγ­μα, δη­λώ­νει ότι «η μη τή­ρη­ση των συ­νω­μο­τι­κών κα­νό­νων (konspiratsya) κα­τα­δί­κα­σε πολ­λούς κομ­μου­νι­στές κατά την πε­ρί­ο­δο των “Με­γά­λων εκ­κα­θα­ρί­σε­ων”» (σελ. 132), αυτό ηχεί σαν να επα­να­λαμ­βά­νει πε­ρι­φρα­στι­κά τις κα­τη­γο­ρί­ες των στα­λι­νι­κών αρχών με τις οποί­ες δι­καιο­λο­γού­νταν οι εκ­κα­θα­ρί­σεις, ότι οι συ­γκε­κρι­μέ­νοι κομ­μου­νι­στές είτε ήταν πρά­κτο­ρες είτε δεν ήταν επαρ­κώς επά­γρυ­πνοι, ώστε είχαν ως απο­τέ­λε­σμα πα­ρα­συρ­θεί από τους πρά­κτο­ρες και είχαν γίνει όρ­γα­νά τους – και επει­δή, βε­βαί­ως, υπό τις τότε δυ­σχε­ρείς συν­θή­κες δεν ήταν δυ­να­τό να δια­κρί­νο­νται οι μεν από τους δε, η εκ­κα­θά­ρι­σή τους ήταν τε­λι­κά δι­καιο­λο­γη­μέ­νη. Το ότι αυτό προ­βαλ­λό­ταν ως νο­μι­μο­ποί­η­ση των εκ­κα­θα­ρί­σε­ων από τους θύτες δεν ση­μαί­νει βέ­βαια ότι ήταν και η πραγ­μα­τι­κή αιτία τους.

Ο Πα­πα­δά­τος ανα­γνω­ρί­ζει φυ­σι­κά ότι «είναι… αδύ­να­το να κρί­νου­με τις εκτε­λέ­σεις και τα γκου­λάγκ ως ανα­γκαί­ες προ­ϋ­πο­θέ­σεις για την εγκα­θί­δρυ­ση σο­σια­λι­στι­κών κοι­νω­νι­κών συν­θη­κών». Ωστό­σο, η δια­βε­βαί­ω­σή του στο ίδιο ση­μείο ότι «η βία… ξε­κι­νά­ει ήδη την πε­ρί­ο­δο του Ρω­σι­κού Εμ­φυ­λί­ου Πο­λέ­μου… δεν πρω­το­εμ­φα­νί­στη­κε ως φαι­νό­με­νο απο­κλει­στι­κά στην πε­ρί­ο­δο ο Στά­λιν ανέ­λα­βε την ηγε­σία του ΠΚΚ (μπ.)», κάθε άλλο παρά βοηθά στην απο­σα­φή­νι­ση του ζη­τή­μα­τος, εφό­σον πα­ρα­κάμ­πτε­ται το ερώ­τη­μα για τι λογής βία επρό­κει­το (σελ. 131).

Από μαρ­ξι­στι­κή άποψη, η γε­νι­κό­λο­γη κα­τα­δί­κη της βίας δεν μπο­ρεί να μας πάει πολύ μα­κριά, γιατί τότε θα έπρε­πε να κα­τα­δι­κά­σου­με σχε­δόν όλη την αν­θρώ­πι­νη ιστο­ρία. Πρέ­πει να εξε­τά­ζου­με τις σχέ­σεις ανά­με­σα στις τά­ξεις, ώστε να απα­ντά­με στο ερώ­τη­μα αν η συ­γκε­κρι­μέ­νη βία υπη­ρε­τεί προ­ο­δευ­τι­κούς ή αντι­δρα­στι­κούς σκο­πούς. Ένας ιστο­ρι­κός δεν είναι υπο­χρε­ω­μέ­νος να ακο­λου­θεί το μαρ­ξι­σμό και δεν απαι­τεί­ται από αυτόν να πα­ρου­σιά­ζει ολο­κλη­ρω­μέ­νες τέ­τοιες ανα­λύ­σεις. Ωστό­σο, θα πε­ρί­με­νε κα­νείς να μπο­ρεί να θέσει σε ένα στοι­χειώ­δες επί­πε­δο το ερώ­τη­μα σχε­τι­κά με τους σκο­πούς της στα­λι­νι­κής βίας, και αυτό ακρι­βώς λεί­πει από την ει­σα­γω­γή του Πα­πα­δά­του.

Είναι μια ση­μα­ντι­κή έλ­λει­ψη, καθώς άλλοι θε­ω­ρη­τι­κοί είχαν εξε­τά­σει αυτό το ζή­τη­μα ήδη από τις δε­κα­ε­τί­ες του 1930 και του 1940. Εδώ θα αρ­κε­στού­με να πα­ρα­θέ­σου­με τις κρί­σεις του Χ. Λάσκι, ο οποί­ος επι­σή­μαι­νε τόσο τις θε­με­λιώ­δεις δια­φο­ρές ανά­με­σα στη μπολ­σε­βί­κι­κη βία του Οκτώ­βρη και τη στα­λι­νι­κή βία, όσο και τη στό­χευ­ση της τε­λευ­ταί­ας στην υπε­ρά­σπι­ση των γρα­φειο­κρα­τι­κών προ­νο­μί­ων:

«Οι Μπολ­σε­βί­κοι μπο­ρεί να υπο­στή­ρι­ζαν την Κόκ­κι­νη Τρο­μο­κρα­τία, αλλά αυτή συν­δε­ό­ταν με με­γά­λους και δη­μιουρ­γι­κούς σκο­πούς, που η κοινή λο­γι­κή των μαζών ήταν ικανή να κα­τα­λά­βει… Μετά το 1924, και ιδίως μετά το 1927, ο Στά­λιν και οι συ­νερ­γά­τες του, αλλά πάνω απ’ όλα ο Στά­λιν, απέ­κτη­σαν ένα κε­κτη­μέ­νο συμ­φέ­ρον στην εξου­σία, από το οποίο δεν ήταν έτοι­μοι να πα­ραι­τη­θούν. Σε αυτό το συμ­φέ­ρον θυ­σιά­στη­καν τόσο η δη­μο­κρα­τία στο Κόμμα όσο και η ευ­ρύ­τε­ρη δη­μο­κρα­τία στην οποία βαθ­μιαία θα οδη­γού­σε. Σε αυτό, επί­σης, θυ­σιά­στη­καν πολλά στη Γερ­μα­νία, την Κίνα και την Ισπα­νία, που θα είχαν συ­νει­σφέ­ρει σε αυτήν την ίδια την πα­γκό­σμια επα­νά­στα­ση από την οποία εξαρ­τιό­ταν η γρή­γο­ρη επι­τυ­χία της Ρω­σι­κής Επα­νά­στα­σης… Οπωσ­δή­πο­τε είναι δύ­σκο­λο να μην αι­σθαν­θεί κα­νείς ότι η έκτα­ση και η έντα­ση της σο­βιε­τι­κής δι­κτα­το­ρί­ας έχει ως αντι­κεί­με­νο λι­γό­τε­ρο την επί­τευ­ξη του σο­σια­λι­στι­κού σκο­πού από τη δια­τή­ρη­ση του Στά­λιν και των επι­λεγ­μέ­νων συ­νερ­γα­τών του στην εξου­σία με κάθε κό­στος. Είναι δύ­σκο­λο, δια­φο­ρε­τι­κά, να εξη­γη­θεί η ποινή που επι­βάλ­λε­ται για τη δια­φω­νία με τις από­ψεις του˙ είναι δύ­σκο­λο να εξη­γη­θούν δια­φο­ρε­τι­κά οι ανα­το­λί­τι­κες ευ­λο­γί­ες που του απο­δί­δο­νται. Η λα­τρεία του Στά­λιν έχει γίνει μια αλη­θι­νή θρη­σκεία, με το Πο­λι­τι­κό Γρα­φείο να λει­τουρ­γεί σαν Κον­κλά­βιο των Καρ­δι­να­λί­ων, και τη μυ­στι­κή αστυ­νο­μία σαν Ιερά Εξέ­τα­ση, για χάρη του μπολ­σε­βί­κου Πάπα. Η από­κλι­ση από την ορ­θο­δο­ξία, όπως στη στρα­τευ­μέ­νη θρη­σκεία, τι­μω­ρεί­ται με φυ­λά­κι­ση και θά­να­το»[6].

Αυτές οι αλή­θειες, τις οποί­ες είχε συ­νά­γει ο Λάσκι ήδη στα 1943, δεν βρί­σκουν τη θέση τους στο βι­βλίο του Πα­πα­δά­του ή του­λά­χι­στον δεν εκ­φρά­ζο­νται σαφώς στις συ­να­γω­γές του. Δεν παύ­ουν, ωστό­σο, να προ­βάλ­λουν ισχυ­ρά από το πλού­σιο υλικό του, ώστε μπο­ρού­με βά­σι­μα να πούμε ότι γε­μί­ζο­ντας μια κενή σε­λί­δα της ιστο­ρί­ας του κομ­μου­νι­στι­κού μας κι­νή­μα­τος πρό­σφε­ρε μια ση­μα­ντι­κή υπη­ρε­σία.

 

*Ο Χρή­στος Κε­φα­λής είναι μέλος της ΣΕ της Μαρ­ξι­στι­κής Σκέ­ψης.