Γαλλία: πληθωρισμός και εργατικές κινητοποιήσεις (του Κώστα Σηφάκη)

Γαλλία: πληθωρισμός και εργατικές κινητοποιήσεις

 

του Κώστα Σηφάκη, εργαζόμενου-συνδικαλιστή στο Παρίσι

 

Μετά την έξοδο από τα περιοριστικά μέτρα λόγω Covid, στις αρχές Ιουνίου 2021, η οικονομική δραστηριότητα στη Γαλλία έχει επανέλθει στα προ κορονοϊού επίπεδα. Ως συνοδεία της ανάκαμψης εμφανίστηκε από τα τέλη του καλοκαιριού ένας όχι αμελητέος πληθωρισμός, ο οποίος επισήμως καταμετράται στα επίπεδα του 3στα τέλη Δεκέμβρη 2021 σε σχέση με τον Δεκέμβριο του 2020.

Αυτή η εκτίμηση υποτιμά, όπως και οι περισσότεροι γενικοί δείκτες, την πραγματική επίδραση του πληθωρισμού στην αγοραστική δύναμη και στο επίπεδο ζωής της εργατικής τάξης, καθώς λαμβάνει υπόψη τις διακυμάνσεις των τιμών προϊόντων που σπάνια καταναλώνονται από την εργατική τάξη και δεν αποτυπώνει το βάρος των προϊόντων τρέχουσας κατανάλωσης. Τα τρόφιμα και η βενζίνη, η θέρμανση και το ρεύμα σημειώνουν σημαντικά μεγαλύτερες αυξήσεις τιμών.

Η άνοδος των τιμών προκαλεί μέσα στη γαλλική κοινωνία και ιδιαίτερα μέσα στην εργατική τάξη μία γενικευμένη ανησυχία και έντονο εκνευρισμό. Μισθοί που μετά βίας ήταν βιώσιμοι καθίστανται απαράδεκτοι και μισθοί που θεωρούνταν αξιοπρεπείς αρχίζουν να υποβιβάζονται. Έτσι, ο πληθωρισμός πλήττει τους πλέον χαμηλόμισθους, αφορά όμως όλα τα στρώματα της εργατικής τάξης.

Η κυβέρνηση προσπάθησε με διάφορα μέτρα, που ενίοτε έχουν προεκλογικό ή και γελοίο χαρακτήρα, να απαλύνει την άνοδο των τιμών. Έθεσε σε εφαρμογή δημοσιονομικά μέτρα για επιδότηση των λογαριασμών του ηλεκτρικού ρεύματος, έδωσε έκτακτο επίδομα 100 ευρώ τον Δεκέμβριο σε όλους τους εργαζόμενους με μηνιαία εισοδήματα κάτω των 2.000 ευρώ καθαρά, ομολογώντας κατά έναν τρόπο ποιο θα έπρεπε να είναι το ύψος του κατώτατου μισθού. Σε ό,τι αφορά τον κατώτατο μισθό, αρκέστηκε στην εφαρμογή του αυτόματου μηχανισμού αναπροσαρμογής. Δηλαδή, μία καθιερωμένη αύξηση 1% στις αρχές του 2021, όταν ο πληθωρισμός δεν είχε ακόμα εκδηλωθεί, και μία έκτακτη αύξηση τον Νοέμβριο του ίδιου έτους 2,1%, όταν ο πληθωρισμός ήταν τέτοιος ώστε να θέσει σε κίνηση τον μηχανισμό αυτόματης αναπροσαρμογής. Έτσι, ο κατώτατος μισθός από 10,15 ευρώ την ώρα μικτά στα τέλη του 2020, χάρη στις δύο αυξήσεις μέσα στο 2021, πήγε στα 10,48 τον Νοέμβριο και πλέον στα 10,57 μετά την αυτόματη αύξηση κατά 0,9% τον Ιανουάριο του 2022.

Ωστόσο, αυτές οι στοιχειώδεις αυξήσεις του κατώτατου μισθού δεν συνοδεύονται από μία αυτόματη, υποχρεωτική αναπροσαρμογή των μισθών γενικά, καθώς οι ρήτρες αυτόματης αναπροσαρμογής με βάση τον κατώτατο μισθό απαγορεύονται στις συλλογικές συμβάσεις είτε κλαδικές είτε επιχειρησιακές.

Σε γενικές γραμμές η εξέλιξη των μισθών, πέραν του κατώτατου, εξαρτάται αφενός από τις συλλογικές συμβάσεις ανά κλάδο, οι οποίες σχετικά σπάνια επαναδιαπραγματεύονται, αφετέρου και κυριότερα από τις ετήσιες υποχρεωτικές διαπραγματεύσεις μεταξύ εργοδότη και αντιπροσωπευτικών συνδικάτων σε κάθε μία επιχείρηση ξεχωριστά. Οι διαπραγματεύσεις αυτές συνηθέστερα διεξάγονται το φθινόπωρο ή προς τα τέλη της χρονιάς, και όχι σπάνια συνοδεύονται από κινητοποιήσεις ανά επιχείρηση. Φέτος συνέπεσαν με την εμφάνιση του πληθωρισμού, που αποδείχτηκε ένα ισχυρό κέντρισμα για μία μεγαλύτερη έκταση και ένταση των κινητοποιήσεων.

Οι κινητοποιήσεις σχετικές με τους μισθούς απλώθηκαν σε όλο το φάσμα της οικονομίας. Στον ιδιωτικό τομέα, από τη βιομηχανία και τις μεταφορές μέχρι το εμπόριο και τις υπηρεσίες. Σε ορισμένες περιπτώσεις αφορούσαν πρωτόλειες απεργιακές απόπειρες σε μεγάλες επιχειρήσεις που δεν είχαν ξαναγνωρίσει τέτοια φαινόμενα στο πρόσφατο παρελθόν, σε άλλες περιπτώσεις επρόκειτο για αγώνες διάρκειας πολλών εβδομάδων. Σε κάθε περίπτωση, ενέπλεξαν και συνεχίζουν να εμπλέκουν εκατοντάδες χιλιάδες εργαζόμενους.

Σε πολλές βιομηχανίες τροφίμων υπήρξαν κινητοποιήσεις, καθώς επρόκειτο για βιομηχανίες που δεν σταμάτησαν να εργάζονται καθ’ όλη τη διάρκεια της επιδημίας, ανεβάζοντας πολλές φορές τον όγκο παραγωγής, τα κέρδη και ακολούθως ενισχύοντας το αίσθημα αδικίας από την πλευρά των εργαζόμενων, των οποίων οι μισθοί παρέμειναν στάσιμοι. Καθώς οι επιχειρήσεις αυτές συχνά βρίσκονται στην γαλλική επαρχία, οι εργαζόμενοι υποφέρουν επιπλέον από το αυξημένο κόστος της βενζίνης για τις μετακινήσεις τους. Μεταξύ των κινητοποιήσεων αυτών ξεχωρίζει ο απεργιακός αγώνας διάρκειας ενός μήνα τον Οκτώβριο-Νοέμβριο σε μία από τις μεγαλύτερες βιομηχανίες φουα-γκρα και σολομού, ονόματι Labeyrie, που, απέναντι σε μία σκληρή εργοδοσία, η οποία επιχείρησε να στείλει στα δικαστήρια τους πρωταγωνιστές εργάτες και συνδικαλιστές, έληξε με αυξήσεις 2,25% και ένα πριμ 200 ευρώ. Παρόμοιο σκληρό χαρακτήρα είχε και ο αγώνας στο εργοστάσιο Bergams, όπου μετά από ένα μήνα απεργιακού αγώνα για την κατάργηση ενός εκτρωματικού «συμφώνου ανταγωνιστικότητας», που είχε τεθεί σε εφαρμογή από τα τέλη του 2020 επιφέροντας τεράστιες μειώσεις μισθών, η εργοδοσία προχώρησε στο κλείσιμο της επιχείρησης και στην προσφυγή σε πτώχευση.

Οι στάσεις εργασίας, ή ολιγοήμερες απεργίες ήταν και είναι πολυάριθμες και πολύ συχνά επιτυχείς, με υποχώρηση της εργοδοσίας στα αιτήματα των απεργών, όλο τον Νοέμβριο και τον Δεκέμβριο, ιδιαίτερα στην αυτοκινητοβιομηχανία και στη μεταλλουργία, μεταξύ άλλων στα εργοστάσια των ArkemaMichelinGeneral Electric, στην αυτοκινητοβιομηχανία στην Toyota, τη Renault και αλλού. Ιδιαίτερα, στην εξοπλιστική βιομηχανία Dassault, που φτιάχνει τα περίφημα πολεμικά αεροπλάνα Rafale, συχνές και επιτυχείς ήταν οι στάσεις εργασίας μετά από κάθε νέα εμπορική συμφωνία της επιχείρησης.

Στο εμπόριο, τον Νοέμβριο και τον Δεκέμβριο υπήρξαν ορισμένες μονοήμερες απεργίες ή διάσπαρτες στάσεις εργασίας ανά εταιρεία, όπως στην Sephora, στα πολυκαταστήματα Fnac, στα σουπερμάρκετ Cora, στα Carrefour, στην μεγάλη αλυσίδα αθλητικών ειδών Decathlon. Ξεχωρίζει ο αγώνας στην αλυσίδα Leroy Merlin, όπου μετά από δύο εβδομάδες κινητοποιήσεων αποσπάστηκαν μηνιαίες αυξήσεις 65 ευρώ μεικτά κατ’ ελάχιστον και έκτακτο επίδομα 200 ευρώ.

Παράλληλα, υπήρξαν σημαντικές απεργίες στον τομέα των οδηγών αστικών και υπεραστικών λεωφορείων, καθώς επίκειται το πλήρες άνοιγμα του κλάδου στους ιδιώτες, που συνοδεύεται από επιθέσεις στις κατακτήσεις των οδηγών. Στα προάστια του Παρισιού, της Λυόν αλλά και άλλων πόλεων εξελίχθηκαν τοπικά έως και δίμηνης διάρκειας απεργίες, που κατέληξαν επιτυχώς σε ανάσχεση των ανά τόπους επιθέσεων στους εργαζόμενους και ενίοτε σε αξιόλογες αυξήσεις.

Οι περισσότερες κινητοποιήσεις διεκδικούσαν γενναίες αυξήσεις μισθών, έκτακτα επιδόματα, ενίοτε έναν 13ο  μισθό εκεί που δεν υπήρχε (δηλαδή την καταβολή στο τέλος του έτους ενός επιπλέον μισθού, συνήθης διεκδίκηση καθώς στο γαλλικό εργατικό δίκαιο δεν προβλέπεται ούτε δώρο Χριστουγέννων, ούτε δώρο Πάσχα, ούτε επίδομα αδείας). Συχνά εκκινούσαν από την απόρριψη των προτάσεων της εργοδοσίας στο πλαίσιο των υποχρεωτικών ετήσιων διαπραγματεύσεων, που προτείνει συνηθέστερα αυξήσεις της τάξεως του 1 ή 2% ή και μηδενικές.

Παράλληλα, υπήρξαν ορισμένες σημαντικές απεργιακές κινητοποιήσεις στον δημόσιο τομέα, εκ των οποίων ξεχωρίζουν οι κινητοποιήσεις από τις νοσοκόμες-μαιευτήρες και οι κινητοποιήσεις των εκπαιδευτικών, που στις 13 Ιανουαρίου, πραγματοποίησαν μία πολύ μαζική απεργία στην πρωτοβάθμια και στην δευτεροβάθμια με ογκώδεις διαδηλώσεις, με αιτήματα που αφορούσαν το υγειονομικό πρωτόκολλο και την πρόσληψη προσωπικού.

Παρά τις παρόμοιες διεκδικήσεις (με την εξαίρεση των εκπαιδευτικών) και αιτίες εμφάνισής τους, παρά τον εκτεταμένο χαρακτήρα τους, οι απεργίες δεν έχουν λάβει τον χαρακτήρα ενός κύματος, ενώ παραμένουν κερματισμένες στον εκάστοτε χώρο εργασίας. Είναι ένα φαινόμενο που ευνοείται από την μορφολογία της εργατικής αντιπροσώπευσης, τις συνήθειες της εργατικής τάξης και προφανώς την εργοδοσία στο σύνολό της και τα αστικά κόμματα.

Οι μεγάλες εργατικές συνομοσπονδίες (CFDTCGTFOSolidaires), των οποίων οι συνδικαλιστές τοπικά ηγούνται, εκόντες άκοντες, των αγώνων δεν έχουν κάνει καμία συστηματική προσπάθεια ενοποίησης τους μέχρι τώρα. Είχαν καλέσει στις 5 Οκτώβρη σε μία πανεθνική μέρα δράσης, που μικρή επιτυχία είχε και πλέον καλούν την Πέμπτη 27 Γενάρη σε μία ακόμα εθνική μέρα δράσης και κινητοποίησης με προμετωπίδα την αύξηση των μισθών. Μένει να φανεί εάν αυτή η μέρα δράσης θα αποτελέσει ένα σημείο αναφοράς για την γενίκευση και ενοποίηση των επιμέρους κινητοποιήσεων.

 

25/1/2022

Exit mobile version