Το γράμμα του Γ. Βιτσώρη για το ΕΑΜ και τους Έλληνες Τροτσκιστές και μια απάντηση στο άρθρο “Παράδοση και επαναστατική πολιτική” της σελίδας Νέα Προοπτική
Το γράμμα του Γ. Βιτσώρη προς τους έλληνες τροτσκιστές (10 Φλεβάρη1946) -το οποίο παραθέτουμε από κάτω- έχει και αυτό ιστορική αξία μια που αναφέρεται στην πολιτική και τη στάση τους την περίοδο της κατοχής, των Δεκεμβριανών και απέναντι στο ΕΑΜ. Αν και στα βασικά του σημεία ασκεί την ίδια κριτική με την απόφαση της Ευρωπαϊκής Γραμματείας της 4ης Διεθνούς (στην λήψη της οποίας μάλλον συμμετείχε και ίδιος), σε ορισμένα σημεία είναι ακόμη πιο επικριτικός και βέβαια διαπράττει σοβαρά λάθη, πολλά, ίσως, λόγω άγνοιας ή λειψής πληροφόρησης, όπως όταν γράφει: Στην Ελλάδα, όπου η θέση της σοβιετικής γραφειοκρατίας ήταν διαφορετική, το ελληνικό κομμουνιστικό κόμμα αντιτάχθηκε στον αφοπλισμό της Αντίστασης.
Αν όμως το παραπάνω απόσπασμα της κριτικής, μπορεί να οφείλεται σε άγνοια ή σε κακή πληροφόρηση, πως μπορεί να εξηγηθεί το απόσπασμα όπου γράφει: Αλλά μέσα σ’ αυτά που κατάφερα να προμηθευτώ, δεν βρήκα τίποτα που να δείχνει μια καθαρή θέση ενάντια στον εγγλέζικο ιμπεριαλισμό και την ένοπλη επέμβασή του στην πολιτική ζωή της χώρας. Όλα τα τότε κείμενα των τροτσκιστών αναφέρονταν στο κίνδυνο του αγγλικού ιμπεριαλισμού και προειδοποιούσαν το εργατικό κίνημα για το θανάσιμο κίνδυνο που διέτρεχε – άλλοι ήταν αυτοί που Καλωσόριζαν τους Άγγλους Απελευθερωτές, τους Μεγάλους μας Σύμμαχους άγγλους κ.λπ. Η απόφαση (Φλεβάρης 1945) της ΚΕ του Κόμματος Κομμουνιστών Διεθνιστών Ελλάδας – ΚΚΔΕ (τμήμα της 4ης Διεθνούς), Τα γεγονότα του Δεκέμβρη στο φως του Μαρξισμού [Δημοσιεύεται ολόκληρη στο Κείμενα από την ιστορία του Εργατικού Κινήματος, Προλετάριος και Διεθνιστής της Κατοχής, εκδ. Εργατική Πάλη (2018), σελ. 360], που ομολογουμένως κάνει εξαιρετική ανάλυση, αρκεί για να διαπιστώσουν οι αγωνιστές του εργατικού και κομμουνιστικού κινήματος για το ρόλο που έπαιξαν όλες οι κοινωνικές και πολιτικές δυνάμεις της εποχής. Ένα μικρό απόσπασμα αυτής της απόφασης, σημείο 5, για τον αγγλικό ιμπεριαλισμό λέει: Τα γεγονότα του Δεκέμβρη μαζί με την προϊστορία τους επιβεβαιώνουνε πλέρια την τεταρτοδιεθνιστική άποψη για το ρόλο των «μεγάλων μας συμμάχων άγγλων» και για το νέο καθεστώς κατοχής που θα γνώριζε η χώρα μετά την αποχώρηση των γερμανών… Θέλοντας το συντομότερο να επιστρατεύσει και να σφαγιάσει στα πολεμικά μέτωπα για τα συμφέροντά του τις προλεταριακές μάζες της χώρας, στάθηκε στο πλευρό της μπουρζουαζίας και πρωτοστάτησε στο έργο της ανόρθωσης και ανασύνταξης του διαλυμένου κρατικού μηχανισμού, του μηχανισμού της καταπιεστικής βίας της πάνω στις μάζες. Με την προκλητική του επέμβαση υπέρ της αστικής αντίδρασης, με την επιβολή της κυρίαρχης βούλησής του πάνω στα κυβερνητικά και πολιτικά ζητήματα όξυνε την κρίση και επιτάχυνε το ξέσπασμα της σύγκρουσης που την επιδίωκε γιατί απέβλεπε στην συντριβή του λαϊκού κινήματος που ήτανε φορέας της σοβιετικής επιρροής σε μια περιοχή απόλυτα συνδεδεμένη με τα συμφέροντά του και περιέκλεινε κινδύνους για την αστική κυριαρχία.
Όμως, ένα σημείο της κριτικής του, περνάει τα όρια και γίνεται εξαιρετικά κακόβουλο, ιδιαίτερα για έναν αγωνιστή/τροτσκιστή σαν Γ. Βιτσώρη. Ειλικρινά πιστεύουμε ότι δεν θα αισθανόταν τόσο άνετα όταν έγραφε: Στο μεταξύ, οι «καθαροί» επαναστάτες, αφού διαπίστωσαν ότι οι εργάτες πάλευαν κάτω από μια «βρώμικη» σημαία, έπλεναν τα χέρια τους λέγοντας στους εργάτες: «Αν πηγαίνετε με τους “βρώμικους”, σας γυρίζουμε την πλάτη». Κι αυτοί ήταν θαρραλέοι, κι αυτοί ήξεραν να πεθαίνουν σαν ήρωες. Έπεφταν φωνάζοντας: «Ζήτω η παγκόσμια επανάσταση». Το κακό ήταν ότι έπεφταν μακριά από τις μάζες. Και το πρόγραμμα τους παρέμενε άγνωστο γι’ αυτές.
Τέλος, ο Γ. Βιτσώρης πολύ πιο ξεκάθαρα από την απόφαση της Ευρωπαϊκής Γραμματείας της 4ης Διεθνούς, πρότεινε στους έλληνες τροτσκιστές να μπουν στο ΕΑΜ. Γράφει: Να μπάσουν τα μέλη τους μέσα σε όλες τις μαζικές οργανώσεις και να συμμετάσχουν στον αγώνα και να υπερασπίσουν τη διεθνιστική πολιτική παντού όπου αυτό είναι δυνατό. Να οργανώσουν, παντού όπου αυτό είναι δυνατό, σχηματισμούς εργατικούς και αγροτικούς, (παράνομα συνδικάτα, ομάδες παρτιζάνων, εργατικές πολιτοφύλακες) που θα πραγματοποιούσαν μέσα στην πάλη το ενιαίο μέτωπο με τις άλλες μαζικές οργανώσεις που διευθύνονταν από τους σοσιαλιστές και τους σταλινικούς. Να βάλουν μπροστά ένα πλάνο δουλειάς προς τους γερμανούς στρατιώτες για τη συναδέλφωση με τους εργαζόμενους των κατειλημμένων χωρών, για έναν κοινό αγώνα ενάντια στον κατακτητή ιμπεριαλισμό και τον «νικημένο» καπιταλισμό. (οι υπογραμμίσεις είναι δικές μου). Είναι τόσες πολλές οι απορίες και τα ερωτηματικά που εγείρονται από αυτό το απόσπασμα, που είναι αδύνατο να τα εκθέσουμε όλα, γι’ αυτό θα αρκεστούμε σε μερικά. Ήταν ανάγκη να πάνε μέσα στο ΕΑΜ για να πούνε όλα αυτά, δεν αρκούσε που τα φώναζαν και τα πάλευαν με όλες τις δυνάμεις από έξω, μέσα στις μάζες; Ας αφήσουμε κατά μέρος τι θα πάθαιναν μόλις άνοιγαν το στόμα τους, κάτι που έγινε πριν καν προλάβουν και μιλήσουν, όσοι έκαναν το λάθος και πήγαν στο ΕΑΜ. Πηγαίνοντας οι τροτσκιστές στο ΕΑΜ θα έκαμναν ενιαίο μέτωπο ή θα έμπαιναν σε ένα Λαϊκό Μέτωπο, και έτσι θα συμμετείχαν στο ενταφιασμό της επανάστασης, όπως έγινε σχεδόν με όλα τα λαϊκά μέτωπα στην Ευρώπη; Μπορεί να ισχυριστεί κάποιος στα σοβαρά, ότι μέσα στο ΕΑΜ θα μπορούσαν να βάλουν θέμα συναδέλφωσης με τους γερμανούς στρατιώτες; Που οφείλεται η προτροπή/«σχέδιο» του Γ. Βιτσώρη, σε άγνοια; Οπωσδήποτε όχι, αλλά μάλλον για να «υποστηρίξει» την κατάφωρα λανθασμένη θέση του συνολικά για το ΕΑΜ, και όχι μόνο αν θα έπρεπε να πάνε ή όχι οι τροτσκιστές.
Σ.Π.
Το γράμμα του Γιώργου Βιτσώρη για το ΕΑΜ και τους Έλληνες Τροτσκιστές
Ο χαρακτηρισμός του ΕΑΜ σαν ένα κίνημα που αποτελεί προέκταση του αγγλοσαξονικού μετώπου επιχειρήσεων στο εσωτερικό της χώρας, είναι όχι μόνο στείρος, μα και αντικειμενικά αντεπαναστατικός. Είναι αναμφισβήτητο ότι ο αγγλοσαξονικός ιμπεριαλισμός εκμεταλλεύτηκε τα κινήματα αντίστασης στις χώρες που ήταν κατειλημμένες από τις δυνάμεις του Άξονα. Βοήθησε σ’ αυτό από τις ρεφορμιστικές και σταλινικές ηγεσίες. Αλλά αυτά τα κινήματα ήταν πάνω από όλα κινήματα καταπιεσμένων μαζών για την υπεράσπιση των οικονομικών τους κατακτήσεων και των ελευθεριών τους. Ήταν η προσφορά της πάλης τους ενάντια στους δικούς τους καπιταλισμούς. Και η πάλη ενάντια στον καπιταλισμό δεν γίνεται με αφορισμούς γενικού τύπου. Γίνεται με απεργίες, με διαδηλώσεις, με συμπλοκές.
Και όταν οι μάζες μπαίνουν στον αγώνα και πολεμάνε με τις γροθιές τους ή με όπλα, δεν έχουν μπροστά τους ούτε τους Λοβέρδους, ούτε τους Μποδοσάκηδες, αλλά τις οπλισμένες τους δυνάμεις: την εποχή της γερμανικής κατοχής την Γκεστάπο, τα SS και τους βασιλικούς με τους ντόπιους πράκτορες τους – σήμερα, τα συντάγματα του Σκόμπι. Φυσικά, η γερμανική κατοχή γέννησε μεγάλες πατριωτικές αυταπάτες και οι ηγεσίες, σταλινική και ρεφορμιστική, έβαλαν τα δυνατά τους για να δυναμώσουν αυτές τις αυταπάτες: σύγχυσαν το κίνημα των καταπιεσμένων μαζών με το εθνικιστικό κίνημα της μπουρζουαζίας. Το καθήκον μας ήταν όχι να γυρίσουμε την πλάτη στις μάζες και να μείνουμε “πάνω από το ρεύμα”, αλλά να μπούμε μέσα στον αγώνα με το πρόγραμμα και τα συνθήματα μας και να προσπαθήσουμε να του δώσουμε ένα ταξικό και διεθνιστικό χαρακτήρα. “Ενάντια στο ρεύμα” δεν σημαίνει “πάνω από το ρεύμα”.
Ποια θα έπρεπε να είναι η πολιτική των τμημάτων της Τέταρτης Διεθνούς; Να αναγνωρίσουν το κίνημα των μαζών ενάντια στον ντόπιο καπιταλισμό και ενάντια στην ξένη καταπίεση σαν ένα κίνημα γεννημένο αυθόρμητα μέσα στις συνθήκες που δημιουργήθηκαν από την κατοχή. Να καταγγείλουν τη συμμαχία των εργατικών κομμάτων με τις εθνικές αστικές οργανώσεις “αντίστασης”. Να καταγγείλουν το σοβινιστικό χαρακτήρα της σταλινικής και σοσιαλιστικής πολιτικής. Να της αντιτάξουν ένα πρόγραμμα πάλης βασισμένο πάνω στην πάλη των τάξεων και το διεθνισμό. Στο σύνθημα “Θάνατος στους γερμαναράδες”!, να αντιτάξουν το σύνθημα της συναδέλφωσης με τους γερμανούς στρατευμένους εργάτες.
Στο πρακτικό μέρος: να διατηρήσουν την απόλυτη πολιτική ανεξαρτησία του κόμματος. Να μπάσουν τα μέλη τους μέσα σε όλες τις μαζικές οργανώσεις και να συμμετάσχουν στον αγώνα και να υπερασπίσουν τη διεθνιστική πολιτική παντού όπου αυτό είναι δυνατό. Να οργανώσουν, παντού όπου αυτό είναι δυνατό, σχηματισμούς εργατικούς και αγροτικούς, (παράνομα συνδικάτα, ομάδες παρτιζάνων, εργατικές πολιτοφύλακες) που θα πραγματοποιούσαν μέσα στην πάλη το ενιαίο μέτωπο με τις άλλες μαζικές οργανώσεις που διευθύνονταν από τους σοσιαλιστές και τους σταλινικούς. Να βάλουν μπροστά ένα πλάνο δουλειάς προς τους γερμανούς στρατιώτες για τη συναδέλφωση με τους εργαζόμενους των κατειλημμένων χωρών, για έναν κοινό αγώνα ενάντια στον κατακτητή ιμπεριαλισμό και τον «νικημένο» καπιταλισμό.
Σε σχέση με τον πόλεμο του 1914-1918 ο δεύτερος παγκόσμιος πόλεμος παρουσιάζει δυο «ιδιομορφίες», η παραγνώριση των οποίων δεν θα μπορούσε παρά να οδηγήσει σε πολιτική αυτοκτονία.
Η πρώτη είναι ότι ο εθνικοσοσιαλισμός, που βρέθηκε επικεφαλής των δυνάμεων του Άξονα, καθόρισε σαν στόχο του, όχι μόνο να συντρίψει τους αντιπάλους ιμπεριαλισμούς, αλλά επίσης να αναδιοργανώσει την Ευρώπη και όλο τον κόσμο σύμφωνα με τις φιλοσοφικές, κοινωνικές και πολιτικές του αντιλήψεις. Δεν περιορίστηκε μόνο σε μια στρατιωτική κατοχή. Χρησιμοποιώντας άμεσα ή έμμεσα τα ντόπια αντιδραστικά στοιχεία, ανέλαβε την εγκατάσταση του φασιστικού καθεστώτος. Επέβαλε το κορπορατίστικο σύστημα. Οι εργατικές οργανώσεις απαγορεύτηκαν τελείως. Οι ρατσιστικοί διωγμοί πήραν ανήκουστες διαστάσεις: οι Εβραίοι εξολοθρεύτηκαν κυριολεκτικά. Εκατομμύρια εργάτες κατάντησαν σκλάβοι με την Υποχρεωτική Υπηρεσία Εργασίας. Η Ευρώπη μετατράπηκε σε ένα πλατύ στρατόπεδο συγκέντρωσης. Κι αυτό δεν είχε ένα προσωρινό χαρακτήρα: ήταν η εθνικοσοσιαλιστική “νέα Ευρώπη” που θα έπρεπε να συνεχίζει να υπάρχει μετά τον πόλεμο, αν αυτός ο πόλεμος κερδιζόταν από το φασισμό. Πώς μπορεί να διατείνεται κανείς ότι το προλεταριάτο θα ’πρεπε να μείνει αδιάφορο μπροστά σ’ αυτή την απόπειρα ναζιστικοποίησης ολόκληρου του κόσμου δια της βίας; Πως μπορεί να διατείνεται κανείς ότι ο εργάτης που βγαίνει στο βουνό για να αποφύγει την υποχρεωτική εργασία, ο Εβραίος που παίρνει τα όπλα για να μην ψηθεί μέσα στα κρεματόρια, ο χωρικός που του προσέφερε άσυλο και που για να μη συλληφθεί, παίρνει κι αυτός το δρόμο του βουνού, δεν είναι παρά πράκτορες του αγγλοσαξονικού ιμπεριαλισμού; Και όταν αυτή η έξοδος προς τα βουνά αγκαλιάζει εκατομμύρια ανθρώπους στην Ευρώπη, βρίσκονται μαρξιστές που τους γυρίζουν την πλάτη και διακηρύχνουν ότι δεν έχουν τίποτα το κοινό με όλους αυτούς!
Η δεύτερη ιδιομορφία είναι η συμμετοχή της ΕΣΣΔ στον πόλεμο. Εδώ πρέπει πρώτα να διευκρινίσουμε τη θέση μας απέναντι στην ΕΣΣΔ. Εάν είναι μια καπιταλιστική χώρα – όπως διακηρύχνουν οι υπέρ-αριστεροί κάθε είδους – το ζήτημα της υπεράσπισης της δεν μπαίνει καθόλου. Αλλά εάν η ΕΣΣΔ, παρά το γραφειοκρατικό της εκφυλισμό, παραμένει ένα εργατικό κράτος – όπως διακηρύχνει η Τετάρτη Διεθνής – η υπεράσπιση της είναι για μας ένα πρωταρχικό καθήκον. Είναι η ΕΣΣΔ ή όχι η πρώτη μας προλεταριακή πατρίδα; Αν ναι, από τη στιγμή που βρίσκεται σε πόλεμο με άλλες χώρες καπιταλιστικές, είμαστε οι στρατιώτες της, σε οποιαδήποτε γωνία της γης κι αν βρισκόμαστε. Οφείλουμε να την υπερασπιστούμε με όλα τα μέσα – με τον τύπο μας και με την προπαγάνδα μας – με την κινητοποίηση των μαζών, τα όπλα, το αντάρτικο, το σαμποτάζ. Σ’ αυτή την περιπτώσει ο επαναστατικός ντεφαιτισμός παίρνει μέσα στην πρακτική μια καινούργια μορφή. Απέναντι στους ιμπεριαλισμούς που είναι σύμμαχοι με την ΕΣΣΔ, η στάση μας είναι η ίδια που είχαμε και χτες – πάλη για την ανατροπή του καπιταλισμού, ακόμα και κατά τη διάρκεια του πολέμου, γιατί πιστεύουμε ότι μόνο με το θρίαμβο της προλεταριακής επανάστασης θα γίνουν αυτές οι χώρες οι πραγματικοί σύμμαχοι της ΕΣΣΔ και θα ανοιχτούν καινούργιες δυνατότητες για την οικοδόμηση του σοσιαλισμού παγκόσμια και την αναγέννηση της ΕΣΣΔ. Αλλά όταν ένα ή περισσότερα ιμπεριαλιστικά κράτη βρίσκονται σε πόλεμο ενάντια στην ΕΣΣΔ, εισβάλλουν στα εδάφη της και καταστρέφουν με τη φωτιά και το σιδερό το έργο της οικοδόμησης του σοσιαλισμού του ρώσικου προλεταριάτου, η πάλη μας ενάντια σ’ αυτούς τους ιμπεριαλισμούς παίρνει το χαρακτήρα μιας άμεσης κινητοποίησης των καταπιεσμένων μαζών και της χρησιμοποίησης όλων των μέσων και πάνω απ’ όλα της στρατιωτικής δράσης (αντάρτικο, καταστροφή των μέσων επικοινωνίας, των αποθεμάτων, του υλικού, κατασκοπία προς όφελος της ΕΣΣΔ). Σε πρώτο πλάνο, φυσικά, βάζουμε το σύνθημα της συναδέλφωσης με τους στρατιώτες αυτών των χωρών. Τους καλούμε να στρέψουν τα όπλα τους ενάντια στους αξιωματικούς τους, να αρνηθούν να πολεμήσουν ενάντια στην ΕΣΣΔ, να περάσουν στις γραμμές του Κόκκινου Στρατού, στη Ρωσία ή μέσα στον αντάρτικο στρατό στις κατεχόμενες χώρες. Όταν περνάνε στις γραμμές μας, τους υποδεχόμαστε σαν ταξικά αδέλφια. Αλλά ο ιμπεριαλισμός έχει πλήθος μέτρα για να παρατείνει για καιρό την υποταγή των στρατευμένων μαζών. Είναι ή όχι καθήκον μας να τον εμποδίσουμε να συντρίψει την ΕΣΣΔ, πριν τα πλήθη των στρατιωτών του ξυπνήσουν και περάσουν με το μέρος μας; Σε τι διαφέρει το καθήκον του έλληνα εργάτη ή του αντάρτη απ’ αυτό του ρώσου παρτιζάνου; Όταν ο πρώτος, ανατινάζοντας μια γέφυρα, εμποδίζει τη μεταφορά στρατού ή κανονιών για το ρωσικό μέτωπο, δεν υπερασπίζεται την ΕΣΣΔ; Και με τον ίδιο τρόπο που κι ο ρώσος παρτιζάνος εξολοθρεύει τα εχθρικά σώματα στα μετόπισθεν; Στον εμφύλιο πόλεμο οι επαναστατικές δυνάμεις βρίσκονται συχνά αναγκασμένες να ρίξουν πάνω στους στρατιώτες που ο ταξικός εχθρός έχει επιστρατεύσει με τη βία. Κι όμως ανάμεσα σ’ αυτούς τους στρατιώτες υπάρχουν εργαζόμενοι. Οφείλει κανείς να τους κερδίσει για την επανάσταση. Αλλά, στο μεταξύ, οφείλει κανείς πάνω απ’ όλα να υπερασπιστεί τα οδοφράγματα. Ο συναισθηματισμός δεν έχει καμία σχέση με τον πόλεμο, και κυρίως με τον εμφύλιο πόλεμο. Ο πόλεμος της ΕΣΣΔ ενάντια σε μια ή περισσότερες καπιταλιστικές χώρες υπόκειται, από πολλές απόψεις, στους ίδιους νόμους με τον εμφύλιο πόλεμο. Πρέπει να την υπερασπίσουμε ακόμα κι ενάντια σ’ εκείνους που πολεμάνε εναντίον της παρά τη θέληση τους. Οι διακηρύξεις μας για την χωρίς όρους υπεράσπιση της ΕΣΣΔ δεν θα ήταν παρά αξιοθρήνητη υποκρισία, αν τις συνοδεύαμε με πράξεις μόνο κάθε φορά που θα ήταν δυνατό. Περνώντας από το σχολείο του βουνού, πλατείες εργατικές, αγροτικές και μικροαστικές μάζες έμαθαν να κάνουν τον πόλεμο ενάντια στο καθεστώς. Έμαθαν να πυροβολούν ενάντια στις οπλισμένες δυνάμεις της μπουρζουαζίας. Έμαθαν να καταπατούν τους νόμους και να σπάζουν την καπιταλιστική πειθαρχία. Έμαθαν να οργανώνουν τάγματα, συντάγματα, μεραρχίες, να σχηματίζουν επιτελεία, να φτιάχνουν σχέδια δράσης. Έμαθαν να κατακτούν περιοχές και να τις κυβερνούν, να νομοθετούν, να δικάζουν, να διοργανώνουν τον ανεφοδιασμό, να βάζουν σε κίνηση το μηχανισμό της παραγωγής. Έμαθαν ότι ένας έξυπνος και τολμηρός εργάτης μπορεί να γίνει αξιωματικός πολύ πιο ικανός από έναν γιο αριστοκράτη που φοράει μονόκλ. Έμαθαν ότι η κατάληψη της εξουσίας δεν είναι ένα πράγμα αδύνατο.
Αυτό που έλειψε σ’ αυτές τις μάζες, ήταν μια μαρξιστική πολιτική ηγεσία. Δεν μπορέσαμε να τους δώσουμε αυτήν την ηγεσία, στη Γαλλία λόγω των δισταγμών μας και των αδυναμιών μας, στην Ελλάδα γιατί θέλαμε να κρατήσουμε «καθαρά τα χέρια». Η θέση του ηγέτη κατακτιέται μέσα στην πάλη. Όταν ένας εργάτης αγωνίζεται με τα’ όπλο στο χέρι, αντικρίζοντας σε κάθε στιγμή το θάνατο, δεν έχει ούτε τον καιρό ούτε τη διάθεση να αφήσει το οδόφραγμα του για να πάει ν’ ακούσει τα μαθήματα και τις συμβουλές κάποιου «αγνού» που στέκεται παράμερα νίβοντας τα χέρια του. Αλλά το ταξικό του ένστικτο επιτρέπει εύκολα να καταλάβει και να παραδεχτεί μια ταξική πολιτική, όταν του την εξηγεί ένας σύντροφος που βρίσκεται στο ίδιο οδόφραγμα και αντιμετωπίζει τους ίδιους κίνδυνους μ’ αυτόν. Θα διαβάσει με ενδιαφέρον μια εργατική εφημερίδα που του παρουσιάζει ένα επαναστατικό πρόγραμμα, όταν αυτή η εφημερίδα τον υποστηρίζει μέσα στον αγώνα του και μοιράζεται από τους συναγωνιστές του, αλλά θα απωθήσει με αποστροφή μια εφημερίδα που, κάτω από το πρόσχημα της «πίστης» στο επαναστατικό πρόγραμμα, τον καλεί στην παθητικότητα και στη λιποταξία.
Αυτό που χαρακτηρίζει την πρώτη περίοδο που ακολούθησε την «απελευθέρωση» των κατειλημμένων από τη Γερμανία χωρών, είναι η ορμητική είσοδος των οπλισμένων μαζών μέσα στον πολιτικό στίβο. Γύρω από τις παρτιζάνικες οργανώσεις που κατά τη διάρκεια της κατοχής βρισκόντουσαν λίγο – πολύ απομακρυσμένες από τα προλεταριακά κέντρα, συγκεντρώνονται με μιας οι καταπιεσμένες μάζες και κυρίως οι εργάτες. Οι συνδικαλιστικές οργανώσεις, περνώντας από την παρανομία στη νομιμότητα, βλέπουν τον αριθμό των μελών τους να αυξάνει μ’ έναν ιλιγγιώδη ρυθμό. Οι «πατριωτικές» πολιτοφύλακες, των οποίων η σύνθεση, κατά μεγάλο μέρος, ήταν εργατική και που κατά τη διάρκεια της κατοχής αποτελούσαν κυρίως ένα είδος παράνομων ομάδων αυτοάμυνας μέσα στα εργοστάσια, τις συνοικίες και τα χωριά, μεταμορφώνονται στις μέρες της εξέγερσης σε ένοπλες μαζικές οργανώσεις των οποίων το δίχτυο καλύπτει όλη τη χώρα. Δεκάδες χιλιάδες εργάτες, προπαντός νέοι, μπαίνουν μέσα στους σχηματισμούς της στρατιωτικής αντίστασης (FFI στη Γαλλία, ΕΛΛΑΣ στην Ελλάδα). Όλες αυτές οι λαϊκές δυνάμεις και κυρίως το προλεταριάτο – του οποίου το ταξικό ένστικτο και η πρωτοβουλία επιβεβαιώθηκαν μέσα σ’ αυτά τα γεγονότα – μπαίνουν μέσα στην πολιτική ζωή χρησιμοποιώντας από τη δύναμη των πραγμάτων, επαναστατικές μεθόδους (διοργάνωση της τροφοδοσίας, χτύπημα της μαύρης αγοράς, εκκαθαρίσεις, εκτέλεση των χαφιέδων κλπ). Η περίοδος που ανοίγεται με την «απελευθέρωση», είναι αναμφισβήτητα μια περίοδος δυαδικής εξουσίας. Μέσα από τις καταπιεσμένες μάζες βγαίνουν καινούργια στελέχη (αξιωματικοί, οργανωτές, επιτροπές εργοστάσιων, κλπ). Τα συνδικαλιστικά στελέχη ανανεώνονται. Ένα νέο αίμα αρχίζει να κυλάει στις φλέβες των λαϊκών οργανώσεων. Η εμπιστοσύνη των μαζών στη δύναμη τους, η αναγέννηση των ελπίδων τους, η βεβαιότητα ότι είναι ικανές να συντρίψουν τις δυνάμεις της αντίδρασης, ότι είναι ικανές να κυβερνήσουν, τους ανοίγουν τις μεγαλύτερες προοπτικές.
Ποιες είναι οι αιτίες του γρήγορου εκφυλισμού και της συντριβής αυτού του κινήματος; Πριν απ’ όλα ο λανθασμένος προσανατολισμός που του έδωσαν τα παραδοσιακά κόμματα από τον καιρό της κατοχής, οι εθνικιστικές αυταπάτες που καλλιέργησαν, ο αισχρός σωβινισμός, η παραίτηση τους από κάθε ανεξαρτησία απέναντι στο εθνικιστικό κίνημα της αντί-γερμανικής μερίδας της μπουρζουαζίας, οι αυταπάτες που δημιούργησαν γύρω από την εθνική ενότητα και το ρόλο των αστών αρχηγών (Ντε Γκωλ στη Γαλλία), καθώς και το ρόλο του λεγόμενου ελευθερωτή, του αμερικανικού και εγγλέζικου ιμπεριαλισμού.
Κατεχόμενη από πανικό μπροστά στην έκταση του κινήματος και κυρίως μπροστά στον πρωτεύοντα ρόλο της εργατικής τάξης, η αστική τάξη συσπειρώθηκε γύρω από τους πολιτικούς της αντιπροσώπους και αποφάσισε να πάρει αποφασιστικά μέτρα. Οι δηλώσεις νομιμοφροσύνης των κομμουνιστών δεν την καθησύχαζαν, πρώτα γιατί δεν τους είχε εμπιστοσύνη, και έπειτα γιατί οι οπλισμένες μάζες μπορούσαν κάλλιστα, σε μια δοσμένη στιγμή, να απελευθερωθούν από την κομμουνιστική κηδεμονία και βρίσκοντας άλλους επαναστάτες ηγέτες, να βαδίσουν στο δρόμο της πάλης των τάξεων.
Η κατάσταση μπήκε στη φάση της διάλυσης του κινήματος, της οποίας η πορεία και οι μέθοδες διέφεραν σε κάθε χώρα ανάλογα με τις ιδιαίτερες συνθήκες και τους διεθνείς όρους και προπαντός ανάλογα με το ρόλο των κομμουνιστικών κομμάτων. Στη Γαλλία π.χ. ο αφοπλισμός και η διάλυση των πατριωτικών πολιτοφυλακών, η απόλυση των αξιωματικών του FFI, η ανάκληση κάθε πρωτοβουλίας από τις οργανώσεις της Αντίστασης, έγιναν ειρηνικά χάρη στην ανοικτή και κυνική μεσολάβηση του γαλλικού κομμουνιστικού κόμματος. Στην Ελλάδα, όπου η θέση της σοβιετικής γραφειοκρατίας ήταν διαφορετική, το ελληνικό κομμουνιστικό κόμμα αντιτάχθηκε στον αφοπλισμό της Αντίστασης. Ο εγγλέζικος ιμπεριαλισμός – για τον οποίο η Ελλάδα αποτελεί ένα στρατηγικό σημείο από όπου εξαρτάται η ασφάλεια της διώρυγας του Σουέζ και του δρόμου προς τις Ινδίες – πέρασε στην άμεση κι ένοπλη επέμβαση. Η σύγκρουση του Δεκέμβρη ήταν αναπόφευκτη. Αυτή η σύγκρουση έδειξε τον καταπληκτικό δυναμισμό της ελληνικής Αντίστασης.
Η αντίσταση των μαζών στην ντόπια μπουρζουαζία και στον εγγλέζικο ιμπεριαλισμό ήταν μια πράξη καθαρά επαναστατική, που είχε μια εξαιρετική απήχηση στο εξωτερικό. Αν η διεθνής κατάσταση ήταν διαφορετική, αν το προλεταριακό κίνημα στις άλλες χώρες δεν είχε ευνουχιστεί από τη σταλινική και ρεφορμιστική ηγεσία, αν η Σοβιετική Ένωση είχε ακολουθήσει μια διεθνιστική πολιτική, η Επανάσταση του Δεκέμβρη δεν θα είχε ίσως καταπνιγεί μετά από 33 μέρες ηρωικού αγώνα που προκάλεσε την κατάπληξη και τον θαυμασμό ολόκληρου του κόσμου.
Ο υποκειμενικός παράγοντας της συντριβής του επαναστατικού κινήματος του Δεκέμβρη, καθώς και της χωρίς μάχη ήττας των μαζών στις άλλες χώρες, είναι πάνω απ’ όλα η αδυναμία και τα βαριά σφάλματα των κομμάτων της Τέταρτης Διεθνούς που όχι μόνο δεν κατάλαβαν τη σημασία του κινήματος – τόσο κατά τη διάρκεια της κατοχής, όσο και μετά την «απελευθέρωση» – αλλά έφτασαν μέχρι το σημείο να το αρνηθούν, να το θεωρήσουν σαν ξένο προς τα συμφέροντα του προλεταριάτου. Κάλεσαν τους εργάτες να μείνουν στην μπάντα, δηλαδή να λιποτακτήσουν. Οι εργάτες δεν τους άκουσαν και είχαν δίκιο. Οι οπαδοί της Τέταρτης Διεθνούς, αποφασισμένοι να κρατήσουν «καθαρά τα χέρια» τους, στάθηκαν «πάνω απ’ το ρεύμα», δηλαδή πάνω και μακριά από τις μάζες. Άφησαν έτσι τους σταλινικούς και τους ρεφορμιστές ελεύθερους να γεμίσουν τα κεφάλια των μαζών με τη σοβινιστική τους προπαγάνδα. Και γιατί όλα αυτά; Επειδή οι αγωνιζόμενες μάζες δεν είχαν ένα ταξικό πρόγραμμα! Αλλά, ποιος τους είχε παρουσιάσει ένα ταξικό πρόγραμμα; Ποιος, έξω από την επαναστατική τους πρωτοπορία, θα μπορούσε να τους δώσει ένα ταξικό πρόγραμμα; Έχετε καθόλου σκεφτεί το γεγονός ότι η αντίσταση στις κατεχόμενες χώρες που στην αρχή ήταν προπαντός ένα «πατριωτικό» κίνημα με κοινωνική σύνθεση αστική και μικροαστική, άρχισε να παίρνει ένα μαζικό χαρακτήρα και να προσελκύει προλεταριακά στρώματα μετά την επίθεση ενάντια στην ΕΣΣΔ και την επιβολή της υποχρεωτικής εργασίας; Ότι το κίνημα μπήκε στην πιο αγωνιστική του φάση μετά τις πρώτες επιτυχίες του Κόκκινου Στρατού; Τι σημαίνει αυτό; Αυτό σημαίνει ότι προσπαθώντας να ξεφύγει τη σκλαβιά της υποχρεωτικής εργασίας και την εξορία, ο εργάτης πήρε τα όπλα για να υπερασπίσει όχι την «πατρίδα», αλλά την ελευθερία του, το δικαίωμα του στην ελεύθερη δουλειά. Μην σας κακοφαίνεται, υπεραριστεροί, αυτό είναι ένα δικαίωμα ιερό και τελείως «ταξικό». Αυτό σημαίνει ότι με την είσοδο της ΕΣΣΔ στον πόλεμο ο εργάτης, συνειδητά ή ενστικτώδικα, ένοιωσε ότι η χώρα της σοσιαλιστικής επανάστασης βρισκότανε σε κίνδυνο και μαζί της το παγκόσμιο σοσιαλιστικό κίνημα. Αυτό δεν είναι ένα ιερό δικαίωμα, αλλά ένα ιερό καθήκον και ένα καθήκον ταξικό. Κατά τη διάρκεια της πρώτης φάσης του πολέμου ενάντια στην ΕΣΣΔ, όταν οι στρατιές του Χίτλερ βάδιζαν «θριαμβευτικά» προς το Στάλινγκραντ, ήταν οι πιο θαρραλέοι, οι πιο συνειδητοί, οι πιο «πολιτικοί» από τους εργάτες που μπήκαν στον αγώνα. Και όταν η εποποιία του Στάλινγκραντ άλλαξε την όψη του πολέμου, οι πλατιές, διστακτικές μάζες, οι λιγότερο «πολιτικές», ενώθηκαν μαζί τους. Αυτή η σύμπτωση δεν σας λέει τίποτα;
Αλλά αυτοί που στα μάτια του εργάτη αντιπροσώπευαν γι’ αυτόν την Οκτωβριανή Επανάσταση, είχαν αναλάβει να γεμίσουν τα κεφάλια με πατριωτισμό. Βρισκόντουσαν εκεί, επικεφαλής των παράνομων συνδικαλιστικών οργανώσεων, επικεφαλής των πατριωτικών πολιτοφυλακών. Και ήταν θαρραλέοι. (Είναι χοντροκομμένα γελοίο να κατηγοράμε για δειλία τους σταλινικούς, όπως το κάνει η «Εργατική Πάλη» στο νούμερο της στις 31/12/1945). Βρισκόντουσαν μέσα στον αγώνα και ήξεραν να πεθαίνουν σαν ήρωες. Και έπεφταν στο πλευρό του εργάτη. Το δυστύχημα είναι ότι έπεφταν φωνάζοντας: «Ζήτω η πατρίδα».
Στο μεταξύ, οι «καθαροί» επαναστάτες, αφού διαπίστωσαν ότι οι εργάτες πάλευαν κάτω από μια «βρώμικη» σημαία, έπλεναν τα χέρια τους λέγοντας στους εργάτες: «Αν πηγαίνετε με τους “βρώμικους”, σας γυρίζουμε την πλάτη». Κι αυτοί ήταν θαρραλέοι, κι αυτοί ήξεραν να πεθαίνουν σαν ήρωες. Έπεφταν φωνάζοντας: «Ζήτω η παγκόσμια επανάσταση». Το κακό ήταν ότι έπεφταν μακριά από τις μάζες. Και το πρόγραμμα τους παρέμενε άγνωστο γι’ αυτές.
Στη διάρκεια της ισπανικής επανάστασης οι μάζες που πάλευαν ενάντια στον Φράνκο κι ενάντια στο διεθνή φασισμό, καθοδηγούνταν από τους αστούς δημοκράτες, τους σοσιαλπατριώτες, τους σταλινικούς, τους αναρχοσυνδικαλιστές, τους Βάσκους καθολικούς κ.λπ. Ο δημοκρατικός στρατός ήταν κάτω από τις διαταγές μιας κυβέρνησης που δεν είχε τίποτα το κοινό με την προλεταριακή επανάσταση. Οι Τροτσκιστές δεν έβαλαν στο ίδιο τσουβάλι τις μάζες και τους αρχηγούς τους. Έκαναν ότι ήταν δυνατό για να τις διαφωτίσουν. Αλλά βρέθηκαν μέσα στη φωτιά της μάχης, στην πρώτη γραμμή, και πολλοί απ’ αυτούς έπεσαν χτυπημένοι, άλλοι από τις σφαίρες του Φράνκο, κι άλλοι από σφαίρες της Γκε Πε Ου.
Το δικαίωμα της αυτονομίας των λαών είναι μια από τις βασικές διεκδικήσεις του μαρξιστικού-λενινιστικού προγράμματος. Αυτή η διεκδίκηση αποχτά πολύ μεγαλύτερη σημασία όταν πρόκειται για μια «μικρή χώρα» που ήταν, κι εξακολουθεί να είναι, κάτω από την επιρροή του βρετανικού ιμπεριαλισμού. Καλούσαμε πάντα τις καταπιεζόμενες μάζες να παλέψουν ενάντια στο Σίτι (του Λονδίνου), ενάντια στον Χάμπρο, ενάντια στο Διεθνή Οικονομικό Έλεγχο, για την κατάργηση του χρέους στις ξένες δυνάμεις. Αν ρίξουμε μια ματιά στις εφημερίδες των ομάδων της αντιπολίτευσης πριν τον πόλεμο, θα βρούμε πολλές φορές αυτές τις διεκδικήσεις.
Και να που όταν ο ελληνικός λαός ορθώνεται ενάντια στις ένοπλες δυνάμεις του ιμπεριαλισμού που ανέκαθεν είχε μετατρέψει την ελληνική χερσόνησο σε προμαχώνα της υπεράσπισης του δρόμου στις Ινδίες, και τον ελληνικό λαό σε κρέας για τα κανόνια με σκοπό να εξυπηρετηθεί η ληστρική αυτή πολιτική, ξεχνάμε τα πάντα. Δεν διάβασα όλες τις εκδόσεις των ελλήνων συντρόφων πριν, στη διάρκεια και μετά τα Δεκεμβριανά. Αλλά μέσα σ’ αυτά που κατάφερα να προμηθευτώ, δεν βρήκα τίποτα που να δείχνει μια καθαρή θέση ενάντια στον εγγλέζικο ιμπεριαλισμό και την ένοπλη επέμβαση του στην πολιτική ζωή της χώρας. Αυτό μας αφήνει αδιάφορους;
Το γαλλικό μας κόμμα θα πληρώσει κι αυτό πολύ ακριβά τη θέση, που για καιρό ήταν λαθεμένη, για το κίνημα της Αντίστασης. Χωρίς να φτάσει ως το σεχταριστικό παραλήρημα των ελλήνων συντρόφων μας, ακολούθησε μια γραμμή γεμάτη δισταγμούς, συστολές, και μόνο προς το τέλος βρήκε το σωστό δρόμο. Κι αυτό χάρη στο εσωτερικό δημοκρατικό καθεστώς και την έντονη, αλλά γόνιμη συζήτηση, ανάμεσα στις τάσεις – μια συζήτηση που συνεχίστηκε ακόμα και στις πιο δύσκολες στιγμές της παρανομίας και της τρομοκρατίας. Αυτή η διστακτική στάση δεν του επέτρεψε –παρά το γεγονός ότι ένας μεγάλος αριθμός των μαχητών του βρισκόταν στις πιο προχωρημένες γραμμές της Αντίστασης– να εξασκήσει μια αποφασιστική επιρροή στα γεγονότα αντιπαραθέτοντας το διεθνιστικό επαναστατικό πρόγραμμα του στη σοβινιστικοί και συμβιβαστική πολιτική των σοσιαλιστών και των σταλινικών. Όλα αυτά είναι σοβαρά, πολύ σοβαρά. Τώρα πρέπει να διορθώσουμε την πολιτική μας. Γι’ αυτό πρέπει να ξεκινήσουμε από μια ειλικρινή, αυστηρή κι ανοικτή αυτοκριτική.
Στη γενική τους γραμμή, συμφωνώ με τις θέσεις της μειοψηφίας της «Εργατικής Πάλης», τόσο σ’ ότι αφορά το ΕΑΜ, όσο και στα Δεκεμβριανά, όσο και σ’ ότι αφορά τα άμεσα καθήκοντα, κυρίως πάνω στο θέμα «μοναρχία ή δημοκρατία» και πάνω στο σύνθημα «το ΕΑΜ στην εξουσία». Διάβασα σε μια απάντηση της Κεντρικής τους Επιτροπής ένα απόσπασμα όπου τους κατηγορούν ότι είχαν μια ασυνεπή στάση σε σχέση με τη θέση τους. Δεν μπορώ να γνωρίζω σε ποιες συνθήκες βρέθηκαν και πως έδρασαν. Αλλά ξέρω ότι όταν μια μειοψηφία ορθώνεται ενάντια στην πολιτική της πλειοψηφίας, πρέπει προτού σπάσει την πειθαρχία να παλέψει για να κερδίσει με τις απόψεις της την οργάνωση. Κάθε είδους ψυχολογικοί παράγοντες κι άλλοι παρεμβαίνουν σε παρόμοιες περιπτώσεις κι εμποδίζουν το γρήγορο ξεκαθάρισμα της κατάστασης. Πρέπει να ληφθεί υπ’ όψη το γεγονός ότι η σταλινική ηγεσία του κινήματος της Αντίστασης ακολουθούσε μια πολιτική εξόντωσης των αντιπολιτευόμενων, ακόμα κι όταν αυτοί ήταν έτοιμοι να μπουν στις γραμμές του κινήματος. Το θέμα, πάντως, δεν περιορίζονταν στην είσοδο μερικών μαχητών στις γραμμές του ΕΑΜ και του ΕΛΑΣ. Ήταν πρώτα απ’ όλα η πολιτική των οργανώσεων μας που έπρεπε να είναι διαφορετική. Αν ήταν, τα πρακτικά προβλήματα θα μπορούσαν να είχαν λυθεί σύμφωνα με τις δυνατότητες κάθε στιγμής.
Νομίζω ότι είναι καιρός να τελειώνουμε με τις δόλιες μεθόδους της εσωτερικής πάλης. Σε κάθε περιπτώσει, για να αποφευχθεί οποιαδήποτε παρεξήγηση, σας διακηρύσσω ότι προσωπικά ήμουν συνεπής με τις απόψεις μου.
Γρηγοριάδης 10 Φλεβάρη 1946 (Είναι το ψευδώνυμο του Γ. Βιτσώρη)
Ο Γιώργος Βιτσώρης υπήρξε ουσιαστικά ο πολιτικός ηγέτης των Ελλήνων Κομμουνιστών-Τροτσκιστών της προπολεμικής περιόδου, της οργάνωσης ΚΟΜΛΕΑ (ελληνικό τμήμα της Διεθνούς Αριστερής Αντιπολίτευσης) και βασικός υπεύθυνος έκδοσης της εφημερίδας της οργάνωσης, της «Πάλης των Τάξεων». Το 1938 πήρε μέρος στο ιδρυτικό συνέδριο της Τετάρτης Διεθνούς στη Γαλλία και από το 1940 συμμετείχε στη γαλλική Αντίσταση. Η παρούσα επιστολή προς τους Έλληνες τροτσκιστές στάλθηκε από τη Γαλλία μεταξύ τέλους του πολέμου και της έναρξης του εμφυλίου, 1946, με το ψευδώνυμο «Γρηγοριάδης». Θεωρούμε ότι είναι ένα ιδιαίτερα σημαντικό ντοκουμέντο για την ιστορία του ελληνικού αλλά και του διεθνούς τροτσκιστικού κινήματος.
–
Μια αναγκαία απάντηση
Κάθε φορά που τα μέλη της ΟΚΔΕ ή η ΟΚΔΕ σαν οργάνωση ασχολούνται με κάποιο θέμα ο γνωστός Θ. Κουτσουπός (Θ.Κ.) -φαίνεται να παραφυλάει στη γωνιά- «επιτίθεται» με ό,τι κουβαλάει και έμαθε στη χιλίτικη σχολή, δηλαδή το ψέμα, την παραποίηση και τη συκοφαντία. Δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτα άλλο από το να επιστρατεύουμε την υπομονή μας, «τάχει αυτά η παραπολιτική» και να του επιστρέψουμε τους χαρακτηρισμούς. Λίγα γι’ αυτά που γράφει στο σημείωμα του, Παράδοση και επαναστατική πολιτική, που δημοσιεύτηκε στην ηλεκτρονική σελίδα Νέα Προοπτική, (www.neaprooptiki.gr) στις 8 Δεκεμβρίου 2021.
- Αναφέρει: Για δεκαετίες αυτή η κριτική (εννοεί την απόφαση της Ευρωπαϊκής Γραμματείας της 4ης Διεθνούς που δημοσιεύτηκε στην ιστοσελίδα της ΟΚΔΕ την 1η Δεκέμβρη 2021) όπως και τα συμπληρωματικά κείμενα του τροτσκιστή ηγέτη Γιώργου Βιτσώρη, με την κριτική στην πολιτική των τροτσκιστών της Ελλάδας στον καιρό της Κατοχής, έμεναν εκτός ενδιαφέροντος ή κριτικής της ΟΚΔΕ. Είναι δυνατόν να μη γνωρίζει ο Θ.Κ., που μας παρακολουθεί εδώ και 50 χρόνια, ότι το ΚΔΚΕ και κυρίως η ΟΚΔΕ έχουν φέρει στη επιφάνεια και έχουν εκδώσει -και θα συνεχίσει να το κάνει- σχεδόν όλα τα γραπτά, κείμενα, βιβλία και έχουν κάνει γνωστές τις απόψεις και τις θέσεις του τροτσκιστικού κινήματος στο ελληνικό αλλά και στο παγκόσμιο εργατικό κίνημα. Τότε γιατί αυτή η ανιστόρητη «κατηγορία», μαζί με κάτι ασυνάρτητες συνδέσεις περί 1905, Λένιν, Τρότσκι κ.λπ.;
- Γράφει ο Θ.Κ.: Ο Σ.Π. στον τίτλο και στην εισαγωγή του θέτει εντός εισαγωγικών τα Δεκεμβριανά. Τι υπονοεί δηλαδή με τα εισαγωγικά: «Δεκεμβριανά»; Ότι δεν έγινε επανάσταση, αλλά κάτι ψευδεπίγραφο. Μετά από αυτό το αστείο ερώτημα και αφού γράφει ότι ο Σ.Π., καταφέρνει να συμπυκνώσει όλη τη λαθεμένη αντίληψη της πλειοψηφίας των τροτσκιστικών ομάδων τον καιρό της Κατοχής και της παράδοσης που κληροδοτήθηκε -άκριτα- στις επόμενες γενιές, μας «απειλεί» ότι , όπως θα δείξει, έρχεται σε πλήρη αντίθεση με τις θέσεις του Τρότσκι και επίσης με του Παντελή Πουλιόπουλου. Πράγματι πιστεύουμε ότι οι θέσεις των ελλήνων τροτσκιστών όπως και σε παγκόσμιο επίπεδο για ολόκληρη εκείνη την περίοδο ήταν βασικά σωστές (Αναφέρεται και στο βιβλίο του Πιερ Φρανκ, Η 4η Διεθνής, συμβολή στην ιστορία του τροτσκιστικού κινήματος) και τα λάθη τους ήταν δευτερεύουσας σημασίας. Έκαναν ό,τι ήταν δυνατόν και έδρασαν όπως μπορούσαν για να μετατρέψουν μια διαδικασία διαρκούς επανάστασης που είχε ξεκινήσει σε ορισμένες χώρες, με κορυφαία παραδείγματα, στην Ευρώπη, την Ελλάδα και την Γιουγκοσλαβία[1], που θα μπορούσε να μετασχηματίσει το κίνημα αντίστασης σε σοσιαλιστική επανάσταση, όπως αναφέρει η απόφαση της ΚΕ του ΚΚΔΕ στο σημείο 6: «Στη σύγκρουση ανάμεσα στο λαϊκό κίνημα και στις συνασπισμένες δυνάμεις του ελληνικού και εγγλέζικου ιμπεριαλισμού η επέμβαση των ολιγάριθμων τεταρτοδιεθνιστών, για να δώσουν συνειδητή έκφραση στην κίνηση των μαζών και να τις σπρώξουνε στο δρόμο της επαναστατικής ταξικής πάλης, γίνηκε αντικειμενικά αδύνατη από τα πιεστικά, γραφειοκρατικά και τρομακτικά μέτρα που η σταλινική ηγεσία χρησιμοποίησε για να παρεμποδίσει κάθε ανεξάρτητη εκδήλωση των εργαζομένων και από τη δολοφονική εκστρατεία της εναντίον των τεταρτοδιεθνιστών και άλλων επαναστατών που στοίχησε τη ζωή σε δεκάδες αγωνιστές της εργατικής τάξης. Η εξοντωτική λύσσα του σταλινισμού (που πρόδωσε κάθε ιδεολογική και πολιτική παράδοση του επαναστατικού μαρξισμού) εναντίον των επαναστατών-διεθνιστών προδιαγράφει το φοβερό τρόπο με τον οποίο οι γραφειοκράτες του Κρεμλίνου θα στραφούν εναντίον του προλεταριακών εξεγέρσεων μέσα στην Ευρώπη ζητώντας να τις πνίξουν. (Αυτή η τελευταία φράση είναι προφητική!).
Για την περίπτωση του Α. Στίνα το μικρό εισαγωγικό σημεία του Σ.Π. για την απόφαση της Ευρωπαϊκής Γραμματείας της 4ης Διεθνούς, αναφέρει την εξής και μοναδική φράση που αποτελείται από 4 λέξεις μέσα σε μια πρόταση, Η απόφαση αυτή έχει ιστορική αξία, αλλά οφείλουμε να πούμε ότι η κριτική που ασκεί -τουλάχιστον όσον αφορά τις θέσεις των τροτσκιστικών οργανώσεων και όχι του Α. Στίνα– είναι άδικη και σε πολλά σημεία λανθασμένη. Να τι γράφει ο γνωστός για τις διαστρεβλώσεις Θ.Κ.: Γιατί, Ο Σ.Π. διαχωρίζει τον Άγι Στίνα και την οργάνωσή του από τις τροτσκιστικές οργανώσεις. .. Ο Στίνας ήταν ένας από τους ηγέτες του τροτσκισμού από τις αρχές της δεκαετίας του 1930 και στην Κατοχή. Για να κλείσει την σχετική παράγραφο των ασυναρτησιών του με το εξής: Έχοντας ζυμωθεί σε ένα κίνημα, το τροτσκιστικό, που αντιμετώπισε την παραχάραξη της Ιστορίας από το σταλινισμό, θεωρούμε αδιανόητο να βλέπουμε στρεβλώσεις της Ιστορίας από στελέχη του τροτσκιστικού κινήματος. Και λίγο παρακάτω το αναγορεύει, με τον σχηματισμό του ΚΔΚΕ (Κομμουνιστικό Διεθνιστικό Κόμμα Ελλάδας) ο Στίνας υπήρξε ο πρώτος γραμματέας του μέχρι το 1947. Πρόκειται για ιστορική ανακρίβεια, ο Α. δεν υπήρξε ποτέ γραμματέας του ΚΔΚΕ.[2] Να σημειώσουμε ακόμη ότι ο Θ.Κ. «υπερασπίζεται» τον Α. Στίνα για οπορτουνιστικούς λόγους και για να χτυπήσει τον τροτσκισμό και τίποτα άλλο.
- Μετά την θλιβερή εισαγωγή, μερικά σημεία της οποίας θίχτηκαν παραπάνω, αποφασίζει να μπει στο κύριο θέμα του εισαγωγικού σημειώματος του Σ.Π., που χαρακτηρίζει την κριτική που ασκεί η απόφαση της Ευρ. Γρ. της 4ης Διεθνούς, «Άδικη και Λανθασμένη». Γράφει, λοιπόν, ο Θ.Κ. παραθέτοντας ένα απόσπασμα του Α. Στίνα («Ο Ε.Λ.Α.Σ., όπως και ο Ε.Δ.Ε.Σ. ήταν στρατοί που συνεχίζανε στο εσωτερικό της χώρας τον πόλεμο εναντίον των Γερμανών και Ιταλών»), του Λουκά Καστρίτη-Καρλιάφτη («Έτσι, η δημιουργία του ΕΛΑΣ-ΕΑΜ κι ο ανταρτοπόλεμος ήταν μια προέκταση της σοσιαλπατριωτικής υπεράσπισης της αστικής Ελλάδας»), του Χρήστου Αναστασιάδη («Μακρυά από το προδοτικό ΕΑΜ, συγκροτείστε το δικό σας ταξικό μέτωπο πάλης») που εκπροσωπούσε τους γνήσιους «αντι-ντεφετιστές», τα ίδια έλεγαν και έκαναν. Πραγματικά δεν καταλαβαίνουμε τι χαρακτηρίζει λάθος ο Θ.Κ. Σε τελευταία ανάλυση δεν είναι σωστό αυτό που λέει ο Λουκάς Καρλιάφτης, και αυτό δεν έγινε τελικά; Όσον αφορά για τη φράση του Χρήστου Αναστασιάδη σε ποιο σημείο έχει «αντίρρηση» ο Θ.Κ., δεν ήταν προδοτικό της ελληνικής επανάστασης το ΕΑΜ; Μήπως ήθελε, όπως φαίνεται από αυτά που γράφει παρακάτω και συνολικά στο «άρθρο» του, να παροτρύνει να πάνε στο προδοτικό ΕΑΜ;
- Λίγο πιο κάτω ο Θ.Κ. μιμείται σε συκοφαντίες τους Ζαχαριαδικούς σταλινικούς, μια που σήμερα μόνο μερικά σταλινιζαχαριαδικά απολιθώματα του «εργατικού αγώνα», γράφουν παρόμοιες αθλιότητες, γράφει: Η πικρή αλήθεια είναι ότι η πλειοψηφία των ελληνικών τροτσκιστικών οργανώσεων πλην εξαιρέσεων, όπως ο Σταύρος Βερούχης και πολλά άλλα απλά μέλη, αντιτάχθηκαν στην ένοπλη αντίσταση στους φασίστες κατακτητές, συνολικά στη δράση του αντάρτικου και έμειναν μακριά ασκώντας την κριτική μιας «ορθοδοξίας» που αρνείται να αναλύσει με την υλιστική ιστορική διαλεκτική την ζωντανή πραγματικότητα και τις αντιφάσεις της, μένοντας προσκολλημένη σε «νεκρά σχήματα», όπως προειδοποιούσε ο Παντελής Πουλιόπουλος στις συζητήσεις της Ακροναυπλίας. Η πικρή αλήθεια για τον Θ.Κ. είναι ότι οι έλληνες τροτσκιστές έκαναν ό,τι μπορούσαν και ό,τι θα μπορούσε να κάνει κάθε επαναστατική μαρξιστική οργάνωση και γι’ αυτό επέζησε ο τροτσκισμός και όσοι κληρονομήσαμε αυτή την παράδοση είμαστε υπερήφανοι. Όσοι θέτουν στο εαυτό τους το αμείλικτο ερώτημα, Τι θα έπρεπε να κάνουν; δυστυχώς, τη μόνη απάντηση που δίνουν είναι ότι θα έπρεπε να πάνε στο ΕΑΜ ή λίγο πιο κομψά ότι θα έπρεπε να έχουν προσανατολισμό προς το ΕΑΜ. Οι ίδιοι πάντως αναγνωρίζουν ότι με αυτή τη κίνησή τους δεν θα κατόρθωναν να αλλάξουν σε τίποτα την πορεία των πραγμάτων, αλλά όπως λέει ένας από αυτούς θα είχαν θέσει τον εαυτό τους και τις οργανώσεις τους στο ίδιο «κάδρο» που οι μανάδες και οι πατεράδες μας έθεσαν τον Άρη.
Δεν γνωρίζουμε αν οι υποστηρικτές της άποψης της εισόδου στο ΕΑΜ το ξέρουν ή το αγνοούν, αν και μας φαίνεται απίθανο να μη το γνωρίζουν – υπάρχει η περίπτωση της αρχειομαρξιστικής οργάνωσης ΚΑΚΕ (Κομμουνιστικό Αρχειομαρξιστικό Κόμμα Ελλάδας). Το ΚΑΚΕ είχε γενικά μια πιο ανεκτική στάση από το ΕΑΜ, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι είχε εγκαταλείψει τις θέσεις του, κωδικοποιημένα υποστήριζαν: ανατροπή της δικής μας κυβέρνησης, συναδέλφωση στα χαρακώματα, μετατροπή του πολέμου σε επανάσταση. Κατήγγειλε το γράμμα του Ζαχαριάδη ως εθνικιστικό, καθώς θεωρούσε την πολεμική εμπλοκή της κυβέρνησης Μεταξά ως ιμπεριαλιστική κ.λπ. Το 1943 το ΚΑΚΕ πρότεινε στο ΕΑΜ τη δημιουργία ταξικού επαναστατικού μετώπου, όμως το ΕΑΜ/ΚΚΕ αρνήθηκε. Μετά την αποχώρηση των γερμανικών στρατευμάτων (Οκτώβριος 1944) το ΚΑΚΕ προβλέποντας πως τώρα η σύγκρουση θα γινόταν με τους Εγγλέζους πρότεινε την επίσημη προσχώρηση του κόμματος στο ΕΑΜ, με τη διευκρίνιση (αρκετά αφελής, όπως τα «σχέδια» του Βιτσώρη και του Θ.Κ.!) ότι δε θα υπερασπιζόταν (το ΚΑΚΕ) τα συμφέροντα των Αγγλο-αμερικάνων ιμπεριαλιστών και δεν θα στήριζαν την κυβέρνηση Παπανδρέου. Βέβαια το ΚΚΕ αρνήθηκε, μια που αυτό θα σήμαινε διάσπαση με τους συμμάχους άγγλους και την κυβέρνηση «εθνικής ενότητας». Και όχι μόνο αυτό θα αρχίσουν και οι εκτελέσεις από την ΟΠΛΑ και τον ΕΛΑΣ. Πολλοί αγωνιστές αρχειομαρξιστές σαν άτομα πήγαν στο ΕΑΜ, κρύβοντας την ταυτότητά τους, όσοι ανακαλύφθηκαν ταπεινώθηκαν και εκτελέστηκαν αμέσως με τον χειρότερο τρόπο.[3]
Είναι γνωστό και παραδεκτό σχεδόν από το σύνολο των τάσεων του εργατικού κινήματος, ότι οι τροτσκιστές κατά τη διάρκεια του Μεσοπολέμου παρήγαγαν τις πιο επεξεργασμένες μαρξιστικές αναλύσεις για τον ελληνικό κοινωνικό σχηματισμό, το εργατικό κίνημα, τη διεθνή κατάσταση, τον φασισμό, τον πόλεμο κτλ. Ακόμη και τα άρθρα στα έντυπα της κατοχικής περιόδου, Προλετάριος και Διεθνιστής, παρά την σκληρή πολεμική τους, υπερβαίνουν κατά πολύ την ΕΑΜική αρθρογραφία, από την άποψη της ποιότητας της ανάλυσης, των προτάσεων γενικά και ιδιαίτερα για τα καθήκοντα του εργατικού και λαϊκού κινήματος για την κατάκτηση της εξουσίας. Σήμερα ακόμη και το ΚΚΕ δέχεται, ότι η πολιτική που υποστήριζε τότε το κόμμα ήταν όλα λάθος, την οποία και καταγγέλλει σαν ρεφορμιστική. Η μπροσούρα του Δ, Γληνού, Τι είναι και τι θέλει το ΕΑΜ που ήταν το πιο επίσημο κείμενό του, αλλά απαράδεκτο από κάθε άποψη, γράφει: ο σημερινός αγώνας του λαού μας στο περιεχόμενό του δεν μπορεί να είναι τίποτ’ άλλο, παρά απελευθερωτικός… Στη μορφή του ο σημερινός αγώνας δε μπορεί, παρά να είναι παλλαϊκός, ν’ αγκαλιάσει όλα τα στρώματα του λαού, και τον εργάτη, και τον αστό, και τον αγρότη και το διανοούμενο. Και μ’ αυτή την έννοια της παλλαϊκότητας ο αγώνας αυτός χαρακτηρίζεται σαν αγώνας εθνικός. Και αυτό τον προσδιορισμό δεν τον «παραβίασε» ποτέ το ΕΑΜ/ΚΚΕ, όσοι τόλμησαν γνωρίζουνε πολύ καλά τι έπαθαν. Ο ίδιος Μ. Μαΐλης[4], ηγετικό στέλεχος του ΚΚΕ, μας υπενθυμίζει ότι, …στο πρώτο διάγγελμα της ΠΕΕΑ (η λεγόμενη κυβέρνηση του Βουνού – Σ.Π. ) προς τον ελληνικό λαό η ατομική ιδιοκτησία κατοχυρωνόταν ως δικαίωμα, και ακόμη ότι,… στον Γ. Παπανδρέου είχε προταθεί να αναλάβει την ηγεσία του ΕΑΜ, αλλά αυτός αρνήθηκε. Προχωρώντας ο Μ. Μαΐλης αναφέρει τη δήλωση του Γιώργη Σιάντου (Γραμματέα της ΚΕ του ΚΚΕ) στην ΠΕΕΑ, το 1944: Στην Ελλάδα δεν μπορούμε να εφαρμόσουμε σοσιαλισμό και αν ακόμα όλος ο κόσμος μας πει πάρτε την και κάνετε σοσιαλισμό. Η ωρίμανση των συνθηκών οδηγεί σε αστικοδημοκρατικές λύσεις. Αφού λυθούν όλα αυτά τα αστικοδημοκρατικά προβλήματα, τότε δημιουργούνται οι προϋποθέσεις για να πάμε προς το σοσιαλισμό, ομαλά, μέσα στη δημοκρατική εξέλιξη… Όλα αυτά όποιος έχει μια στοιχειώδη γνώση τη πολιτικής του ΚΚΕ εκείνη την περίοδο, ασφαλώς και θα καταλάβει ότι προέρχονταν από τις αναλύσεις του και από τις αντιμαρξιστικές αποφάσεις της 6ης Ολομέλειας του 1934 και ό,τι επακολούθησε, και όχι από κάποιες πιέσεις από κάποιες αστικές δυνάμεις.
- Αγνοώντας ή καλύτερα παραποιώντας όλα τα πραγματικά δεδομένα ο Θ.Κ., και στηριζόμενος μόνο σε ορισμένα δευτερεύοντα χαρακτηριστικά της διακυβέρνησης του ΕΑΜ -και αυτά επιλεκτικά-, γράφει: Στην απελευθερωμένη από το αντάρτικο Ελλάδα, ιδίως στην Ελλάδα του βουνού, συντελείτο μια κοσμογονία, μια βαθιά λαϊκή επανάσταση, ένας πόλεμος χωρικών -με την έννοια που μιλούσε ο Ένγκελς για τη Γερμανία του 1525- κάτω από την ηγεσία του σταλινικού κόμματος της εργατικής τάξης που στα μάτια του φτωχού λαού αντιπροσώπευε τον κομμουνισμό, την Οκτωβριανή Επανάσταση και την ΕΣΣΔ. Λαϊκή αυτοδιοίκηση με αιρετούς και ανακλητούς αντιπροσώπους, λαϊκά δικαστήρια με εκλεγμένους και ανακλητούς δικαστές χωρίς δικηγόρους και κρατικούς δικαστές, καταλήψεις τσιφλικιών, συστηματικό κάψιμο υποθηκοφυλακείων, ήταν εκδηλώσεις της βαθιάς επαναστατικής αλλαγής που έφερε στις συνειδήσεις των πλατιών μαζών ο ιμπεριαλιστικός πόλεμος, οι συνθήκες της φασιστικής Κατοχής και η ανάδυση του ένοπλου απελευθερωτικού αντάρτικου. Γινόταν μια επανάσταση αλλά οι κλεισμένοι στα προπαγανδιστικά συνθήματα τροτσκιστές έμεναν μακριά και καταδίκαζαν.
Δυστυχώς για τον Θ.Κ. και αφήνοντας προς στιγμή τις συνήθεις συκοφαντίες του (κλεισμένοι στα προπαγανδιστικά συνθήματα τροτσκιστές έμεναν μακριά και καταδίκαζαν) προς τις ηρωικές παραδόσεις του τροτσκιστικού κινήματος, τα πράγματα δεν είναι τόσο απλά. Μπορεί η γενεσιουργός αιτία των ηττών που γνώρισε το ελληνικό εργατικό κίνημα να ήταν οι αποφάσεις της 6ης Ολομέλειας του 1934, αλλά δεν ήταν οι μόνη αιτία. Θα υπάρξουν και άλλες αποφάσεις και ενέργειες, που αναμφίβολα εδράζονταν σε εκείνες τις αποφάσεις όπως και στη γενικότερη πολιτική της σταλινικής 3ης Διεθνούς και του Κρεμλίνου, χωρίς τις οποίες, ίσως να υπήρχε διαφορετική εξέλιξη στην πορεία της ελληνικής επανάστασης. Τέτοιες ήταν το λαϊκομετωπικό ΕΑΜ και η κουλτούρα του, η στάση απέναντι στους ιμπεριαλιστές, η πειθήνια στάση απέναντι στις εντολές της Μόσχας, οι συμφωνίες του Λιβάνου, της Καζέρτας, η κυβέρνηση «Εθνικής Ενότητας», η Βάρκιζα κ.λπ. Δεν είναι δυνατόν να αναφερθούμε διεξοδικά σε όλα αυτά τα γεγονότα. Θα μείνουμε μόνο στην τελευταία φάση του αγώνα, εκεί άλλωστε που κυρίως επικεντρώνονται οι «απόψεις» στο συγκεκριμένο απόσπασμα του Θ.Κ.
Όταν ο αγώνας έμπαινε στη κρίσιμη φάση στα τέλη του 1943 αρχές του 1944, η ηγεσία του ΚΚΕ, σύμφωνα με το μικροαστικό κείμενο Τι είναι και τι θέλει το ΕΑΜ, στρέφει τη δύναμη του κόμματος όχι προς την κατεύθυνση της ενίσχυσης των ριζοσπαστικών λαϊκών οργανώσεων και γενικότερα του κινήματος, αλλά προς την πίεση τους για μια πιο συντηρητική «εθνικοενωτική» πολιτική. Το ίδιο το ΠΓ του κόμματος στέλνει συνεχώς εγκυκλίους, με τις οποίες συνιστά να «αποφεύγονται η καταπάτηση των θεσμών, που πρέπει να παραμείνουν σεβαστοί» και συνιστά ιδιαίτερη προσοχή στις σχέσεις με την εκκλησία. Το τι ακριβώς εννοούσε η ηγεσία του ΚΚΕ και πιο ήταν το αποτέλεσμα των εγκυκλίων; σε πολλά χωριά και κωμοπόλεις να επανέλθουν οι παλιοί «εκλεγμένοι» επί Μεταξά αυτοδιοικητικοί «άρχοντες» και ο Κώδικας της Λαϊκής Δικαιοσύνης να τροποποιηθεί σε συντηρητή κατεύθυνση![5] Στην 10η Ολομέλεια του ΚΚΕ (Γενάρης 1944) γίνεται σύσταση να αποφεύγονται «τα αριστερά λάθη… η αντιαγγλική πολεμική… και σοβαρά στραπατσαρίσματα της πολιτικής γραμμής του κόμματος, ιδίως στην ελεύθερη Ελλάδα, όπου εχθρικά στοιχεία ζήτησαν να ικανοποιήσουν ατομικά συμφέροντα σε βάρος του λαού…». Βέβαια, με τον όρο «εχθρικά στοιχεία» το ΚΚΕ εννοούσε εκείνους τους αγωνιστές (ακόμη και μέλη του κόμματος), που πάλευαν για το προχώρημα της επανάστασης (απαλλοτριώσεις τσιφλικιών, εκκλησιαστικών και μοναστηριακών κτημάτων, που συνέχιζαν να κατέχουν τεράστιες εκτάσεις σε πολλές περιοχές της χώρας). Γνωρίζουμε τι σήμαινε ο τρομερός χαρακτηρισμός, «εχθρικά στοιχεία». Τέλος με τη συγκρότηση της ΠΕΕΑ (Πολιτική Επιτροπή Εθνικής Απελευθέρωσης) «Κυβέρνηση του Βουνού» (10 Μαρτίου 1944 – 2 Σεπτεμβρίου 1944) όλες αυτές οι ενέργειες όπως και κάθε άλλη που ξεπερνούσε τα αστικά πλαίσια, τέθηκαν «εκτός νόμου». Όπως σημειώνει Θ. Χατζής (Γραμματέας του ΕΑΜ και κορυφαίο στέλεχος του ΚΚΕ) στο έργο του Η νικηφόρα επανάσταση που χάθηκε, «Η Πράξη 12 της ΠΕΕΑ, που αναφερόταν στις διατάξεις για τη Λαϊκή Δικαιοσύνη ξανάφερνε σε ισχύ το πριν την κατοχή ιδιωτικό και ποινικό Δίκαιο. Περιοριζόταν η δικαιοδοσία των Λαϊκών Δικαστηρίων. Δεν θα μπορούσαν να δικάζουν, προς το παρόν, υποθέσεις κληρονομικές, κυριότητας (που ήταν το βασικό «αίτημα» των γαιοκτημόνων), διαζυγίου και ακύρωσης γάμου (που ήταν το βασικό «αίτημα» της Εκκλησίας)».
Στο μικρό του βιβλίο ο Δημήτρης Μαριόλης[6], που αναφέρεται στην οικονομική και κοινωνική πολιτική του ΕΑΜ είναι πολύ αποκαλυπτικός. Ποια ήταν αυτή η πολιτική[7], σκληρή λιτότητα ή και μνημόνια: Μειώσεις μισθών, απολύσεις «πλεοναζόντων» δημοσίων υπαλλήλων, κίνητρα στους βιομήχανους για να βάλουν, τάχα, «μπροστά την παραγωγή», απίστευτη ρεμούλα με τους πόρους της διεθνούς βοήθειας. Ακόμα χειρότερα οι Εαμικοί υπουργοί δέχτηκαν τη νομισματική μεταρρύθμιση του Ζολώτα, μέσω της οποίας χάθηκαν οι λαϊκές αποταμιεύσεις, αλλά και τα χρέη των καπιταλιστών πριν τον πόλεμο. Το αποτέλεσμα αυτής της πολιτικής, όπως λέει ο Δ. Μαριόλης, ήταν να ξεσπάσει ένας υπερπληθωρισμός, «με αποτέλεσμα να εξανεμίζονται οι μισθοί και να απλώνεται επικίνδυνα το φάσμα της πείνας πάνω από τις μεγάλες πόλεις». Και συνεχίζει Δ. Μαριόλης «Οι πιο σημαντικές και μαζικές αντιδράσεις στην οικονομική πολιτική των Εαμικών υπουργών προήλθαν από την εργατική και λαϊκή βάση του ΕΑΜ… Οι κοινωνικές συμμαχίες της κατοχικής περιόδου κλονίζονται, τα μεσαία και μικροαστικά στρώματα ταλαντεύονται, αναζητώντας πολιτικές λύσεις και στηρίζοντας την πολιτική επιλογή της εθνικής ενότητας, ενώ η εργατική τάξη… βλέπει τις πολιτικές και κοινωνικές προσδοκίες της να διαψεύδονται…» (σελ. 60-62).
Τέλος, να σημειώσουμε ακόμη, ότι πουθενά ούτε στην ιδρυτική διακήρυξη του ΕΑΜ ούτε της ΠΕΕΑ αναφέρεται η λέξη σοσιαλισμός, αντίθετα και στα δύο σημαντικά κείμενα αναφέρεται ο «σεβασμός της ατομικής ιδιοκτησίας». Αυτά τα λίγα αρκούν να πείσουν τον κάθε αγωνιστή ότι δεν «Γινόταν μια επανάσταση» παρά μόνο στη φαντασία του Θ.Κ.
- Ενώ στο παραπάνω σημείο (4) ο Θ.Κ., γράφει, εκτοξεύοντας μια πρωτοφανή σταλινική συκοφαντία, «…αντιτάχθηκαν στην ένοπλη αντίσταση στους φασίστες κατακτητές, συνολικά στη δράση του αντάρτικου και έμειναν μακριά ασκώντας την κριτική μιας “ορθοδοξίας”…», στο τέλος του λιβελογραφήματός του λέει τα αντίθετα, «Παλεύανε μέσα σε τρομερά δύσκολες συνθήκες ενάντια στη καταπίεση του φασισμού, του ελληνικού καπιταλιστικού κράτους και της σταλινικής συκοφαντικής δολοφονικής μηχανής. Και τον καιρό της κατοχής δεν έμεναν στα σπίτια τους, συμμετείχαν στον αγώνα με την οργάνωση διαδηλώσεων, απεργιών, απαλλοτριώσεις αποθηκών και μοίρασμα τροφίμων στον πεινασμένο λαό της Αθήνας και πολλά άλλα. Αγωνίζονταν και πέθαιναν, τραγουδώντας τη Διεθνή, όπως ο Μήτσος Σούλας και οι σύντροφοί του μπροστά στο εκτελεστικό απόσπασμα της Καισαριανής. Ή έκαναν διεθνιστικό αντιπολεμικό κήρυγμα στους άνδρες του εκτελεστικού αποσπάσματος, όπως ο Παντελής Πουλιόπουλος που εκτελέστηκε μαζί με τους συντρόφους του στο Νεζερό». Αν και ακόμη δεν έχει γραφτεί η ιστορία των τροτσκιστών στην περίοδο της κατοχής, στα Δεκεμβριανά κ.λπ., ωστόσο υπάρχουν αρκετά άρθρα, μελέτες, αναφορές σε βιβλία που μπορεί να σχηματίσει άποψη ο οποιοσδήποτε αγωνιστή του εργατικού κινήματος και καλόπιστος αναγνώστης. Πρώτα-πρώτα πολιτικά, ακόμη και το ΚΚΕ επισημαίνει τα λάθη που διέπραξε το ΕΑΜ/ΚΚΕ και κάνει κριτική παρόμοια με εκείνη που έκαναν οι τροτσκιστές. Στο Δοκίμιο Ιστορίας του Κόμματος[8] αναφέρει: «2. Στη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου το Διεθνές Κομμουνιστικό Κίνημα δεν μπόρεσε να διαμορφώσει επαναστατική στρατηγική για την έξοδο από τον ιμπεριαλιστικό πόλεμο με στόχο την κατάκτηση της εργατικής εξουσίας (και άρα να εξοπλίσει και να καθοδήγει τις εργατικές και λαϊκές δυνάμεις)…Αντίθετα, τροφοδότησαν οπορτουνιστικές παρεκκλίσεις που τελικά διάβρωσαν το κομμουνιστικό κίνημα και στη μεταπολεμική περίοδο. Έτσι, δε διαμορφώθηκαν προϋποθέσεις για την ταξική χειραφέτηση των κινημάτων, διαδικασία που προετοιμάζει και διευθύνει την επαναστατική πρωτοβουλία και τους δεσμούς τους με τις λαϊκές μάζες». Και συνεχίζει στο σημείο 3: «Τελικά το σημείο της μαζικότητας του εργατικού και λαϊκού κινήματος δεν μπορεί να εκτιμηθεί βραχυπρόθεσμα και αποσπασμένα από τα ποιοτικά του στοιχεία, δηλαδή τους στόχους για τους οποίους αυτό το κίνημα μαχόταν. Το θεμελιακό ζήτημα, που αποτελεί και το πραγματικό κριτήριο της επιτυχίας ή μη της πολιτικής του ΚΚΕ σε κάθε περίοδο, είναι ακριβώς το κατά πόσο η πολιτική του συσπειρώνει τις απαραίτητες δυνάμεις για την κατάκτηση της εργατικής εξουσίας σε συνθήκες επαναστατικής κατάστασης». Και Συνεχίζει στο σημείο 4, αφού υιοθετεί σχεδόν το σύνολο της κριτικής του Πουλιόπουλου και των τροτσκιστών για τον ελληνικό καπιταλισμό, για την αστική τάξη, για την εξάρτηση κ.ά. αναφέρει: «Εξαιτίας όλων των παραπάνω και στη συνέχεια και της στρατηγικής του αντιφασιστικού μετώπου, η ταξική αντίθεση κεφαλαίου-εργασίας υποτάχτηκε στην “εθνική ενότητα”». Και συνεχίζει: «Το ΚΚΕ…εξ αντικειμένου εγκλώβιζε τη λαϊκή πάλη σε μια μορφή αστικής εξουσίας, έστω της κοινοβουλευτικής αστικής δημοκρατίας». Στο σημείο 7, αναφέρει: «…Η Οργανωτική χαλαρότητα στο Κόμμα, σε συνδυασμό με τη διάχυση του ΚΚΕ στις γραμμές του ΕΑΜ. Η ορμητική μαζικοποίηση του Κόμματος και η σχετικά εύκολη στρατολογία, δίχως την ανάλογη ιδεολογικοπολιτική προετοιμασία και την απαιτούμενη εσωκομματική ζωή, είχαν ως αποτέλεσμα η κομματική-κομμουνιστική συνείδηση λίγο να διαφέρει από την ΕΑΜική».
Η δράση των ελλήνων τροτσκιστών ήταν από τις πιο σημαντικές, αν όχι η σημαντικότερη, από όλα τα υπόλοιπα τροτσκιστικά κινήματα της Ευρώπης, και αυτός είναι ένας βασικός λόγους που είχαν τα περισσότερα θύματα από κάθε άλλη χώρα,[9] όπως και γιατί συγκέντρωσαν τη μήνι του Τσόρτσιλ[10]. Στο μικρό του βιβλίο «Δεκεμβριανά και Προλεταριάτο», που υπογράφει ο Λουκάς Καρλιάφτης[11] (σελ. 30-34), αναφέρεται για την δράση των τροτσκιστών στη σελ. 30.. : «…Αλλά το προλεταριάτο χρειαζόταν μια ηγεσία και ένα πρόγραμμα και λύσεις για τα άμεσα προβλήματά του, ενώ το “Μεταβατικό Πρόγραμμα της 4ης Διεθνούς” ήταν άγνωστο ακόμα στην Ελλάδα. Ο πόλεμος και οι φυλακές είχαν αποκόψει κάθε σύνδεση με το εξωτερικό. Και από το 1938 που φτιάχτηκε το “Μεταβατικό”, όλα τα στελέχη μας ήταν στα στρατόπεδα συγκέντρωσης της Μεταξικής δικτατορίας. Οι Τροτσκιστές βρίσκονταν μέσα στην πάλη για τις οικονομικοπολιτικές διεκδικήσεις των μαζών. Διεύθυναν μερικές απ’ τις λίγες απεργίες που έγιναν, όπως των εργατών μπετών στα Γερμανικά έργα με επικεφαλής τον Κλεάνθη Δεμπαμπή (Δεπαπή), των τραπεζοϋπαλλήλων, κατώτερων και ανωτέρων, της Εθνοτράπεζας μ’ επικεφαλής τον Σωκράτη και Τρίμη κι άλλες.
Έπαιξαν αποφασιστικό ρόλο στα γεγονότα κατά της επιστράτευσης που αποφάσισαν οι Γερμανοί, όπου διακρίθηκε ο Παλμός κ.ά. Στα μπλόκα κατά των Γερμανών. Στα τολ , στις αποθήκες των μαυραγοριτών και το μοίρασμα τροφίμων, στους πεινασμένους. Στις συνελεύσεις των σωματείων όπου μιλούσαν ενάντια στον πόλεμο, παρά τις απειλές των Σταλινικών για φυσική εξόντωση. Στα τοιχοκολλήματα των προκηρύξεων και των παράνομων εφημερίδων μας με κίνδυνο τουφεκισμού απ’ τους φασίστες και τραβήγματα στα μπουντρούμια της ΕΑΜίτικης πολιτοφυλακής (σε ειδικό τμήμα της ΟΠΛΑ), με βασανιστήρια και στήσιμο στους τοίχους.
Γράψιμο στους τοίχους των συνθημάτων μας: “Κάτω ο πόλεμος”, “Ζήτω η 4η Διεθνής”, Συμμετοχή στις μαζικές διαδηλώσεις με συνθήματα ενάντια και στα δυο ιμπεριαλιστικά μπλοκ. Και πάνω απ’ όλα συμμετοχή στις μάχες και στα οδοφράγματα κατά του Εγγλέζικου ιμπεριαλισμού και των τανκς των Σκόμπυ και Παπανδρέου, απ’ όπου οι Σταλινικοί αποσπούσαν και εκτελούσαν τους συντρόφους μας.
Η άνοδος του κινήματος κατά την “απελευθέρωση” πλημμύρισε και μαζικοποίησε τα συνδικάτα. Αλλά η κυβέρνηση της Εθνικής Ενότητας αστών-Σταλινικών δεν έδινε λύσεις στα προβλήματα, δεν έδινε προοπτικές. Η προβολή ενός προγράμματος δημοκρατικών και μεταβατικών διεκδικήσεων μέσα στο οποίο το περίφημο σύνθημα των μπολσεβίκων “σπάστε τα δεσμά σας από τους αστούς”, “φτιάξτε μια δική σας κυβέρνηση”, θα μπορούσε να αποκαλύψει το ρόλο των συμφιλιωτών Σταλινικών, να αφυπνίσει τους εργάτες και να προπαρασκευάσει την ανεξάρτητη επέμβαση του προλεταριάτου.
Οργανωτικά, το Τροτσκιστικό κίνημα ήταν διασπασμένο. Η παρέκκλιση της “ντεφαιστικής τάσης” από τις βασικές αρχές της 4ης Διεθνούς – υπεράσπισης της ΕΣΣΔ, αλλά συνδεδεμένο με την πολιτική της Επαναστατικής ανατροπής και το γλίστρημα της Παμπλικής τάσης στον λικβινταριστικό Παμπλισμό – τυφλός εισοδισμός μέσα στο “κίνημα αντίστασης”, συνοδεύονταν με τον αντιενωτικό και διασπαστικό ρόλο τους που είχε μοιραία αποτελέσματα σ’ αυτή την κρίσιμη καμπή του κινήματος. Έτσι, το τροτσκιστικό κίνημα βρέθηκε σε μια τεράστια αδυναμία γιατί αντιμετώπισε μια αιματοβαμμένη τρομοκρατία δίχως προηγούμενο στην ιστορία του κινήματος, εάν κρατήσουμε λογαριασμό τις αναλογίες της δύναμής του με τα θύματα του. Η απώλεια ηρωικών αγωνιστών της 4ης Διεθνούς, με ακατάλυτους δεσμούς μέσα στο μαζικό κίνημα της χώρας μας, αραίωσε τις γραμμές μας και δεν μας επέτρεψε να παίξουμε το ρόλο μας σαν η μοναδική Διεθνιστική και Επαναστατική Οργάνωση, στη πορεία του μαζικού κόμματος, για την συντριβή όλων των δομών του καπιταλισμού.
Αντιμετωπίζαμε διπλά χτυπήματα. Από την μια μεριά, από τους δήμιους της αστικής αντίδρασης, και από την άλλη από τους δολοφόνους σοσιαλπροδότες. Εάν η έκθεση Κρούτσεφ λογάριασε σε 1.700.000 τα θύματα του Σταλινισμού στη Ρωσία, η έκθεση του πράκτορα της KGB Μπαρζιώτα λογάριασε σε 800 τους Τροτσκιστές που πέσανε θύματα της τρομοκρατίας της ΟΠΛΑ μέχρι και το Δεκεμβριανό κίνημα. Στον εμφύλιο πόλεμο της Ισπανίας στα 1931-38, οι εκτελέσεις των Τροτσκιστών άρχισαν προς το τέρμα τους. Στην Ελλάδα, άρχισαν το έργο τους οι δήμιοι του Σταλινισμού δυο χρόνια πριν ξεσπάσει ο Δεκέμβρης. Δεν ήταν τυχαίο ότι ο Πουλιόπουλος, παλιός γραμματέας του ΚΚΕ και ηγέτης του παλαιοπολεμικού κινήματος, και ο Σταύρος Βερούχης της Κ.Ε. του “Μπολσεβίκου” και γραμματέας της Γενικής Συνομοσπονδίας Αναπήρων και Θυμάτων Πολέμου, την εποχή του πρώτου παγκοσμίου πόλεμου, που συμβόλιζαν την αντιπολεμική πάλη και που ηγήθηκαν δεκάδων αντιπολεμικών κινητοποιήσεων, πέσανε θύματα ο πρώτος των ιμπεριαλιστών και ο δεύτερος των σοσιαλπροδοτών.
Τον Δεκέμβρη, οι Σταλινικοί είχαν προγράψει 250 Τροτσκιστές. Τα όργανα της ΟΠΛΑ, με τον Μπαρζιώτα επικεφαλής, περιφέρονταν με τα αυτόματα στο χέρι για εκκαθαριστικές αντιτροτσκιστικές επιχειρήσεις. Η γραμμή ήταν: “Μπροστά σε μια ομάδα Χιτών από την μια μεριά, κι ένα Τροτσκιστή απ’ την άλλη, θ’ αφήνουν τους Χίτες και θα σκοτώνουν τον Τροτσκιστή”. Τα στελέχη μας που βγήκαν στα οδοφράγματα εκτελέστηκαν επί τόπου. Στην Πλατεία Πλαστήρα, ένας τουφεκίστηκε πισώπλατα, ενώ πολέμαγε τους ταξικούς μας εχθρούς. Άλλος έπεσε τη στιγμή που πήγαινε για την έκδοση προκήρυξης. Άλλοι πέσανε επί τόπου, μέσα σε οδομαχίες.
Ο Γραμματέας της οργάνωσής μας (Λουκάς Καρλιάφτης) που κατέβηκε από προάστιο προς το κέντρο, ανάμεσα από τα διασταυρούμενα πυρά, διαπίστωσε, με τις επαφές που είχε, ότι το φράγμα αντιτροτσκιστικού πυρός ήταν αδιαπέραστο. Και η “πολιτοφυλακή’”— ο τίτλος αυτός δεν αποδίδει καθόλου το νόημα της “εργατικής πολιτοφυλακής”— ήταν γεμάτη από Τροτσκιστές που στέλνονταν στο εκτελεστικό απόσπασμα. Σκοπός αυτών των δολοφονιών ήταν να εμποδίσουν τους Τροτσκιστές να βρεθούν δίπλα από τους μαχόμενους αντάρτες και να εμποδίσουν την ανεξάρτητη δράση του προλεταριάτου.
…Στις επεισοδιακές συγκρούσεις με τους αντεπαναστάτες του Ζέρβα, τους Χίτες και τα ρέστα, οι Τροτσκιστές διαδήλωναν την αλληλεγγύη τους προς τους αντάρτες και τους ΕΑΜίτες. Και κριτικάριζαν όλα τα μεταξύ τους σύμφωνα λυκοφιλίας, όπως στον Γοργοπόταμο, που γίνονταν κάτω από τις ευλογίες του Εγγλέζικου ιμπεριαλισμού και του Στάλιν.
…Ακόμα και η ένταξη μέσα στον ίδιο αυτό στρατό, αλλά με ξέχωρη τη δική μας πολιτική, και έχοντας πίσω μας ξέχωρη τη δική μας ένοπλη οργάνωση, δεν αποκλείονταν. Ο εμφύλιος πόλεμος στην Ισπανία μαζί με αγωνιστές της βάσης με τους Σοσιαλιστές, τους Σταλινικούς και ακόμη μαζί με τους “αριστερούς” της μπουρζουαζίας ενάντια στην φασιστική αντίδραση, αυτό μας δίδαξε. Αλλά τελικά αυτή η συμπαράταξη ήταν αδύνατη. Μας έφραζε το δρόμο το τείχος της φυσικής εξόντωσης των αγωνιστών μας από τους Σταλινικούς. Αυτές οι εκτελέσεις δημιουργούσαν μια πολιτική πραγματικότητα που δεν επέτρεπε συνύπαρξη στην πράξη».
Δεν είναι μόνο αυτά που αναφέρονται στο μικρό βιβλίο Δεκεμβριανά και Προλεταριάτο. Είναι γνωστές τρείς σημαντικές περιπτώσεις δημιουργίας ανεξάρτητων αντάρτικων ομάδων από αρχειομαρξιστές και τροτσκιστές, οι οποίες προσπάθησαν να συντονιστούν και με τον ΕΛΑΣ, όλες είχαν το ίδιο φρικτό τέλος. α) Στην Ήπειρο (ελέγχονταν από τον Ζέρβα) περιοχή της Πωγωνιανής[12], ο αρχειομαρξιστής Θωμάς Παπαδόπουλος με συνεργάτη τον σπουδαστή Βαγγέλη Πλιάκο συγκρότησαν τ αντάρτικη ομάδα, και εξέδιδαν τη δακτυλογραφημένη εφημερίδα Επαναστάτης. Σχημάτισαν «ενιαίο μέτωπο» με το ΕΑΜ στις τοπικές εκλογές λαϊκών επιτροπών εναντίον του Ζέρβα, τον οποίο και νίκησαν. Και οι δύο εκτελέστηκαν από τους σταλινικούς τον Ιανουάριο του 1944, με την χαλκευμένη κατηγορία της προδοσίας (Στο ίδιο πρόσωπο αναφέρεται και ο εκπρόσωπος του ΚΑΚΕ (Κομμουνιστικό Αρχειομαρξιστικό Κόμμα Ελλάδας) Γ. Ποντίκης, στις συζητήσεις του ΚΚΕ με τις τροτσκιστικές οργανώσεις 15/12/1946. β) Στο Αγρίνιο[13], υπήρχε η πολύ ισχυρή οργάνωση των αρχειομαρξιστών[14], που είχε διακριθεί από τις συμμετοχή της στους σκληρούς καπνεργατικούς αγώνες της πόλης. Από αυτή την οργάνωση αρχειομαρξιστών σχηματίστηκε η πρώτη αντάρτικη ομάδα της περιοχής, με επικεφαλής τον Πάνο Αναστασίου και τους αδερφούς Καπετανάκη, που σαν ανεξάρτητη ομάδα επιδίωξαν και πέτυχαν τη συνεργασία με τον ΕΛΑΣ. Οι σταλινικοί τους έστησαν παγίδα και τους έστειλαν σε ανταρτοδικείο με την κατηγορία πως από αμέλεια του Π. Αναστασίου δεν ανατινάχτηκε τρένο με γερμανοτσολιάδες. Η σκευωρία κατέρρευσε και αθωώθηκε από τρία συνεχόμενα ανταρτοδικεία. Μετά και την τρίτη αθώωση, οι σταλινικοί τον εκτέλεσαν μυστικά κάπου στο Καρπενήσι και στη συνέχεια δολοφόνησαν τους αδερφούς Καπετανάκη, Μανώλη και Νίκο, και την υπόλοιπη ομάδα (ο Γ. Καρύτσας αναφέρει 19 άτομα). Τόσο ήταν το μίσος των σταλινικών κατά των «τροτσκιστών καπετανάκηδων (που) έφτασε μέχρι ν’ αποφασίσουν εκτέλεση των γονέων τους. Στον τοίχο του σπιτιού τους γράψανε: φωτιά και τσεκούρι στη φιδοφαμίλια». Επίσης, σημαντικοί αγωνιστές αυτής της ομάδας που εκτελέστηκαν από τους σταλινικούς ήταν ο Ν. Ξανθόπουλος, ηγέτης των καπνεργατικών αγώνων, ο Κ. Καλογερίδης, (καπνεργάτης και αυτός που πριν προσχωρήσει στον τροτσκισμό ήταν γραμματέας της ΤΕ Αγρινίου του ΚΚΕ). γ) Στη Μακεδονία περιοχή Αμύνταιου[15], γράφει ο Γ Ποντίκης, “Στη Μακεδονία, στην περιοχή του Αμύνταιου, ο σύντροφός μας Παπαδόπουλος είχε οργανώσει 500 αντάρτες. Οι σταλινικοί τον κάλεσαν να συντονίσει μαζί τους τον αγώνα και κανόνισαν σχετική συνάντηση όπου τον κάλεσαν. Ο σύντροφός μας πήρε το επιτελείο του και πήγε. Οι σταλινικοί τους είχαν στημένη ενέδρα και τους δολοφόνησαν”.
Τέλος , όπως αναφέρει Γ. Ποντίκης,[16] σε άλλες περιοχές, τροτσκιστές και κυρίως αρχειομαρξιστές πρωτοστάτησαν στην ίδρυση τμημάτων του ΕΛΑΣ στην περιοχή τους. Οι περισσότεροι δολοφονήθηκαν το ’44. Ο Βαμβακάς στην Κοζάνη, ο Κοκκινογιάνης στην Καβάλα, ο Γκίκας στην Έδεσσα, ο Δαμαλάς στην Λάρισα, Θεσσαλονίκη και τόσοι άλλοι. Ξεχωριστή περίπτωση αποτελεί ο Σταύρος Βερούχης. Ο Σ. Βερούχης, ήταν από τα ιστορικά στελέχη του κομμουνισμού στην Ελλάδα. Στρατιώτης στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, τυφλώθηκε από τα πολεμικά αέρια. Για τα επόμενα χρόνια ήταν ο αδιαφιλονίκητος ηγέτης της Ομοσπονδίας Αναπήρων Πολέμου, που μαζί με την οργάνωση Παλαιών Πολεμιστών του Πουλιόπουλου, πρωτοστάτησαν στους αγώνες του μεσοπολέμου. Στη δικτατορία του Μεταξά εξορίζεται στην Εύβοια, όπου τον βρίσκει η κατοχή. Ψηφίζεται από την Εύβοια σαν αντιπρόσωπος – εκλέκτορας για τις εργασίες της ΠΕΕΑ, της κυβέρνησης του βουνού, αλλά στο δρόμο από την Εύβοια για την ΠΕΕΑ, το κλιμάκιο που μεταφέρει τον τυφλό αγωνιστή/κομμουνιστή τον αποκεφαλίζει!
Στην υπόλοιπη Ελλάδα, δεν υπήρξε οργανωμένη είσοδος τροτσκιστών στο αντάρτικο, αλλά μεμονωμένες προσχωρήσεις αγωνιστών που εντάσσονταν στον ΕΛΑΣ της περιοχής τους, άλλοτε φανερώνοντας και άλλοτε κρύβοντας (από τον φόβο της δολοφονίας) τις πολιτικές τους ιδέες. Σε γενικές γραμμές όσες τροτσκιστικές-αρχειομαρξιστικές ομάδες επιχείρησαν να ιδρύσουν ή ίδρυσαν αντάρτικες ομάδες εξοντώθηκαν από τον ΕΛΑΣ ή ακόμη όσοι σαν άτομα -κυρίως αρχειομαρξιστές- προσχώρησαν και ανακαλύφθηκαν είχαν φρικτό τέλος. Γλύτωσαν μόνο όσοι έκρυψαν την ταυτότητά τους.[17]
- Ο Θ.Κ. έχει ένα απλοϊκό σχήμα στο κεφάλι του, ΕΑΜ – όλοι έπρεπε να πάνε εκεί, δεν εξετάζει τίποτα άλλο, δηλαδή τις συγκεκριμένες συνθήκες που είχαν διαμορφωθεί και τη δολοφονική λύσσα των σταλινικών. Τι πολιτική θα υποστήριζαν οι τροτσκιστές μέσα στο ΕΑΜ; Θα μπορούσαν να μιλήσουν ενάντια στη συμφωνία του Λιβάνου; της Καζέρτας; Θα μπορούσαν μιλήσουν ενάντια στη συμμετοχή στη κυβέρνηση «Εθνικής Ενότητας»; Θα μπορούσαν μήπως να κάνουν πολιτική «Πάνω στο σύνθημα της κυβέρνησης, το ρίξιμο του συνθήματος ‘‘το ΕΑΜ στην εξουσία’’ απαλλαγμένο από κάθε πράκτορα τον αστικών κομμάτων σαν συνεργασία εργατικών και αγροτικών κομμάτων, κόβοντας κάθε συνεργασία με την μπουρζουαζία και υπερασπίζοντας ένα δημοκρατικό και αντικαπιταλιστικό πρόγραμμα δράσης κάτω από τον έλεγχο και την προστασία των εργατικών και αγροτικών μαζών», όπως πρότεινε η Ευρωπαϊκή Γραμματεία της 4ης Διεθνούς; Θα μπορούσαν να πουν ότι έπρεπε το κίνημα να είναι, έστω, επιφυλακτικό απέναντι στους άγγλους, σύμφωνα με την ιστορία μας και όλων των λαών; Θα μπορούσαν να μιλήσουν για τους μισθούς που επί «εθνικής κυβέρνησης» ήταν χειρότεροι από τους κατοχικούς; Θα μπορούσαν να μιλήσουν για τις απολύσεις; Θα μπορούσαν να μιλήσουν για τη νομισματική πολιτική του Ζολώτα; Θα μπορούσαν να μιλήσουν για τις ρεμούλες; Θα μπορούσαν να μιλήσουν ενάντια στις συμφωνία της Γιάλτας και της Βάρκιζας- και ναι θα είχαν καλύτερη τύχη από τον Άρη Βελουχιώτη ; Όποιος δεν τον ακολουθεί στη μυθιστορία του, τον κατακεραυνώνει σαν σεχταριστή, γι’ αυτό και είναι ανίκανος να εξετάσει και να καταλάβει την πολιτική των τροτσκιστών εκείνης της εποχής και μάλιστα αρκετές δεκαετίες μετά, όταν όλα τα δεδομένα εκείνης της περιόδου και τόσα άλλα έχουν γίνει γνωστά.[18] Πριν μπούμε σε μια ανάλυση της πολιτικής των τροτσκιστών στην Κατοχή, στα Δεκεμβριανά κ.λπ., θέλουμε να σημειώσουμε, ότι είναι γελοία η άποψη ότι η είσοδος στο ΕΑΜ θα άλλαζε έστω και κατ’ ελάχιστο την πολιτική του ή ότι αυτό που λέει ο Θ.Κ. «Ωστόσο, μια προσεκτική πολιτική ενότητας και συμμετοχής στο αντάρτικο κίνημα του ΕΑΜ/ΕΛΑΣ, στην πάλη για να προσανατολιστεί το κίνημα στην κατεύθυνση της σοσιαλιστικής επανάστασης, μια διαρκής πρόκληση να κοπούν οι δεσμοί με τη μπουρζουαζία και τους ιμπεριαλιστές “συμμάχους”, θα καθιστούσε δυσκολότερη τη θέση της σταλινικής ηγεσίας και από μια άποψη θα μπορούσε ίσως, δευτερευόντως, να λειτουργήσει ως πολιτική άμυνας απέναντι στις συκοφαντίες». Το μόνο που θα άλλαζε αυτή η τακτική θα ήταν ο αριθμός των δολοφονημένων αγωνιστών. Ακόμη και αν οι τροτσκιστές εδώ και σε όλο τον κόσμο είχαν την πιο άριστη πολιτική γραμμή, ο συσχετισμός των δυνάμεων ήταν τέτοιος που δεν θα είχε ούτε την παραμικρή επιτυχία, αλλά πριν από αυτό θα έκανε απαγορευτική την οποιαδήποτε συμμετοχή – εκτός του ότι επρόκειτο για ξεφωνημένο λαϊκό μέτωπο. Η επικράτηση του ΕΑΜ/ΚΚΕ και των ΚΚ των άλλων χωρών δεν οφείλονταν σε οποιαδήποτε σωστή ή ανωτερότητα της πολιτικής τους (σήμερα όλοι αναγνωρίζουν, ακόμη και το ίδιο το ΚΚΕ, ότι ήταν πέρα για πέρα λανθασμένη και η χειρότερη που θα μπορούσε να υπάρξει), αλλά σε ορισμένους παράγοντες που καθόρισαν την πορεία της παγκόσμιας επανάστασης, μετά την επικράτηση του σταλινισμού: Ο συσχετισμός των δυνάμεων ανάμεσα στα ΚΚ και τους επαναστάτες μαρξιστές, το κύρος των ΚΚ λόγω των δεσμών τους με την Σοβιετική Ένωση -την πατρίδα της Οκτωβριανής Επανάστασης-, το χαμηλό επίπεδο της συνείδησης της εργατικής τάξης σαν αποτέλεσμα μιας μακράς περιόδου από ήττες – όλα αυτά έκαναν αδύνατο για τους τροτσκιστές να ανταγωνισθούν τους σταλινικούς για την ηγεσία του μαζικού κινήματος. Έτσι έχοντας κανένας υπόψη τα παραπάνω, τα όποια «λάθη» έγιναν από τους έλληνες τροτσκιστές ήταν δευτερεύουσας σημασίας και δεν επηρέασαν καθόλου το αποτέλεσμα της ιστορία. Αντίθετα με την πολιτική και τη δράση τους άφησαν μια σημαντική παρακαταθήκη για τις επόμενες γενιές.
Ποια ήταν η πολιτική που ακολούθησαν οι έλληνες τροτσκιστές την περίοδο της κατοχής. Αναμφισβήτητα, φαίνεται από όλα τα κείμενα, τάχθηκαν ενάντια στον ιμπεριαλισμό των Ναζί στην Ευρώπη, χωρίς τον παραμικρό δισταγμό ή τις διαφορετικές θέσεις που είχε κατά καιρούς ο σταλινισμός. Για τους τροτσκιστές η κατοχή (όπως λέει και ο Τρότσκι, σε ένα από τα τελευταία άρθρα του, We Do Not Change Our Course-Δεν αλλάζουμε την πορεία μας, γραμμένο στο τέλος Ιουνίου 1940) είναι διπλή καταπίεση και εκμετάλλευση. Επομένως, αγώνας των καταπιεζόμενων εργατών, αγροτών και των μικροαστικών στρωμάτων των πόλεων ενάντια στους Γερμανούς Ναζί ιμπεριαλιστές και τους υποτακτικούς τους, ήταν ένας πόλεμος απελευθέρωσης. Την αυτόνομη φύση αυτού του αγώνα/πολέμου δεν την αρνήθηκαν ποτέ, γιατί το αντίθετο θα σήμαινε ότι ήθελαν να ζουν κάτω από τη σκλαβιά των γερμανών ή ότι θα έπρεπε να είχαν εξασφαλίσει τη μελλοντική απαλλαγή από οποιαδήποτε δυνάστη. Πάλεψαν με όλες τις δυνάμεις τους να φύγει η ηγεσία του αγώνα από τα χέρια των αστών, των σταλινικών, γιατί πολύ γρήγορα διείδαν ότι τελικά αυτός ο μεγαλειώδης αγώνας θα ξεπουλιόταν στους δυτικούς ιμπεριαλιστές – όπως και έγινε. Αυτό δεν ήταν το καθήκον τους, αυτό δεν είναι το καθήκον κάθε επαναστάτη, να φύγει η ηγεσία του κινήματος από τα προδοτικά τους χέρια;
Οι συνθήκες κάτω από τις οποίες ζούσε ο ελληνικός λαός ήταν απάνθρωπες. Για να απαλλαγούν από αυτές τις συνθήκες αγωνίζονταν και πολεμούσαν οι εργατοαγροτικές μάζες, γιατί ήταν πεινασμένοι και υπερ-εκμεταλλευόμενοι, κλείνονταν σε στρατόπεδα συγκέντρωσης, γιατί μεταφέρονταν βιαίως να εργαστούν σαν σκλάβοι στη Γερμανία, γιατί γίνονταν μαζικές σφαγές αμάχων γιατί δεν είχαν δικαίωμα να απεργήσουν, γιατί απαγορεύθηκαν τα συνδικάτα, γιατί κομμουνιστές, Ρομά, Εβραίοι, ομοφυλόφιλοι συνδικαλιστές φυλακίζονταν, εξοντώνονταν κ.λπ. Όλες αυτές οι μάζες δεν εξεγέρθηκαν, ούτε γενικά εξεγείρονται, για ήταν εθνικιστές. Σίγουρα, υπήρχε και ο εθνικισμός και συχνά στα μεγάλα κινήματα υπάρχει, αλλά αυτός ήταν ο δευτερεύοντας λόγος. Ο κύριος λόγος ήταν οι απάνθρωπες συνθήκες διαβίωσης, η κοινωνική τους, η πολιτική τους και η εθνική τους καταπίεση που ήταν τόσο ανυπόφορη που ωθούσε εκατομμύρια στο δρόμο του αγώνα και της αντίστασης. Οι έλληνες τροτσκιστές υποστήριξαν όλους αυτούς τους αγώνες με στόχο να τους μετατρέψουν σε μια νικηφόρα σοσιαλιστική επανάσταση, αλλά γνώριζαν ότι για να μπορέσουν/μπορεί να γίνει αυτό, έπρεπε να απαλλάξουν το κίνημα από αυτούς που το υπότασσαν στους δυτικούς ιμπεριαλιστές, στην «εθνική κυβέρνηση» και ότι αν δεν κατόρθωνα αυτό θα αναδυόταν και πάλι ο καπιταλισμός – όπως και έγινε.
Οι έλληνες τροτσκιστές, όπως λέει και ο Τρότσκι, δεν έκριναν ποτέ τις εργατικές και λαϊκές μάζες με τον ίδιο τρόπο που έκριναν την αστική τάξη ή τους ιμπεριαλιστές όπως οι σταλινικοί με αυτά που έλεγαν για τους άγγλους και αμερικάνους ιμπεριαλιστές. Ακόμη και όταν οι εργάτες μιλούσαν για εθνική άμυνα ή σήκωναν το «εθνικό λάβαρο». Μπορούσαν να διακρίνουν ανάμεσα στο τι έλεγαν και τι εννοούσαν – να κρίνουν την αντικειμενική ιστορική φύση της παρέμβασής τους και στη δυναμική της και όχι τις λέξεις που χρησιμοποιούσαν. Δεν απέρριψαν ποτέ τις εργατικές και λαϊκές μάζες και τον αγώνα τους, γιατί τα συνθήματά τους δεν ήταν καλά ή ακόμη και εθνικιστικά, δεν τις χαρακτήρισαν αστικές γιατί τα συνθήματα ήταν αστικά, αλλά προσπάθησαν να τους δώσουν τη σωστή κατεύθυνση να τις κάνουν τάξη δι’ εαυτή, όπως θα έκαμνε κάθε επαναστάτης. Ακόμη καθόρισαν σωστά την ταξική φύση του κινήματος του ΕΑΜ από τις αντικειμενικές του ρίζες και κοινωνική σύνθεση και όχι βάση τη μικροαστικής ιδεολογίας του, την οποία σωστά χαρακτήρισαν σαν τέτοια. Δεν αρνήθηκαν το προοδευτικό χαρακτήρα της αντίστασης, της μαζικής αντίστασης και της ένοπλής πάλης[19], χωρίς όμως αυτά να τα συγχέουν με τον άθλιο χειρισμό της ηγεσίας των σταλινικών και των συμμάχων τους.
Αυτή η πολιτική βοήθησε πρακτικά τους τροτσκιστές; Όλα τα δεδομένα και οι μαρτυρίες που υπάρχουν είναι ότι πράγματι τους βοήθησε, παρά τις αφάνταστα δύσκολες συνθήκες. Είναι γνωστό ότι με το τέλος τις κατοχής οι τροτσκιστές είχαν υποστεί πολύ σημαντικές απώλειες. Ένα σημαντικό μέρος από το στελεχικό δυναμικό τους είχε εκτελεστεί από τους Γερμανοϊταλούς, ένα άλλο από τους αστούς και τους σταλινικούς. Η αποχώρηση των Γερμανών θα μεταφέρει ουσιαστικά το κέντρο του αγώνα από τα βουνά στις γειτονιές τις Αθήνας (και λιγότερο άλλων μεγάλων πόλεων), όπου σε τελευταία ανάλυση, αν όχι κυριολεκτικά, θα κριθεί και η τύχη της ελληνικής επανάστασης. Όσο πλησιάζαμε προς Δεκέμβρη οι τροτσκιστές, αν και αποδεκατισμένοι, απομονωμένοι κατασυκοφαντημένοι, διαρκώς κρυπτόμενοι από τον φόβο να δολοφονηθούν από τους σταλινικούς (είχαν αρχίσει οι μαζικές δολοφονίες), η πολιτική τους είχε κάποια απήχηση στους απλούς ΕΑΜίτες.[20] Στην συντριπτική τους πλειοψηφία οι τροτσκιστές έβλεπαν και προειδοποιούσαν τις μάζες ότι η σύγκρουση έρχεται ανάμεσα στις συνασπισμένες δυνάμεις της αντίδρασης με επικεφαλής τους άγγλους ιμπεριαλιστές και τις εξεγερμένες εργατικές και λαϊκές μάζες. Να τι λέει ο Λ. Καρλιάφτης ή Κ. Καστρίτης[21] (διαψεύδοντας τους συκοφάντες και παραχαράκτες, συνειδητούς ή ασυνείδητους, της ιστορίας του κινήματός μας), που έδρασε στην κατοχή: «Κύριο καθήκον των τεταρτοδιεθνιστών ήταν σ’ αυτή τη φάση σύγκρουσης του ΕΛΑΣ με τους αστούς και τους σκόμπυδες να συμπολεμήσουν με τους Ελασίτες σκοπεύοντας στην ανεξάρτητη δράση των μαζών για μια σοσιαλιστική διέξοδο της Δεκεμβριανής κρίσης του καπιταλισμού. Αλλά η ταχτική του «χτυπάμε μαζί – βαδίζουμε χωριστά» αποδείχθηκε απραγματοποίητη. Εμποδίστηκαν από το φράγμα πυρός που στρεφόταν εναντίον τους. Με σύνθημα του πράχτορα της Γκε-Πε-Ου Μπαρζιώτα –«τσακίστε επί τόπου τους υπερασπιστές των σοβιέτ και εχθρούς της λαϊκής δημοκρατίας», ο μηχανισμός της ΟΠΛΑ θέρισε τους επαναστάτες. Η Λαϊκή Πολιτοφυλακή (Ελασίτικη Ασφάλεια) που την διεύθυναν παλιοί αξιωματικοί Χωροφυλακής, οργίασε». Πολλοί από αυτούς που πολέμησαν στα οδοφράγματα στις μάχες των Δεκεμβριανών εξοντώθηκαν από τους σταλινικούς της ΟΠΛΑ. Για την ιστορία αναφέρουμε: τον Νίκο Αραβαντινό, ηγέτης των αγροτών στην Κεφαλονιά, με πολλά χρόνια φυλακής και εξορίας. Τον πατέρα του τον είχαν εκτελέσει νωρίτερα οι Γερμανοί. Τον Κοσμά Χαριτωνίδη, στέλεχος των τροτσκιστών στην Κοκκινιά, δολοφονήθηκε στο Σχιστό κατά την υποχώρηση του ΕΛΑΣ. Τον Γιώργη Δόξα, οικοδόμο, που απήχθηκε από τα οδοφράγματα της Καλλιθέας και εκτελέστηκε αφού βασανίστηκε. Τον Παναγιώτη Τσιγγέλη, πρόεδρο του Σωματείου ζαχαροπλαστών. Τον Σπύρο Στεφάνου, αρτεργάτη. Τον Θεόφιλο Δημητριάδη, πρόεδρος του Σωματείου Ανθρακεργατών στο λιμάνι του Πειραιά. Τον Δημήτρη Τάση, εργάτη μετάλλου. Τον Θύμιο Αδραμυτίδη, υπάλληλος του Ευαγγελισμού, δολοφονήθηκε την ημέρα του συλλαλητηρίου στο Σύνταγμα. Τον Μήτσο Μελιάδη. Τον Νίκο Βενετσάνο, μέλος του ΚΚΕ από το ’23, που πέρασε στον τροτσκισμό το 1934. Τον Θανάση Οικονόμου, στέλεχος της ΕΠΟΝ του Γκύζη, κερδήθηκε από τους διεθνιστές τον Νοέμβρη και δολοφονήθηκε τον Δεκέμβρη. Τον Σπύρο Πηλίτση, αντάρτη του ΕΛΑΣ που πέρασε στον τροτσκισμό. Τον Γιάννη Γραμμένο, υπάλληλο στο νοσοκομείο «Σωτηρία», ΕΑΜίτης που κερδήθηκε στον τροτσκισμό τον Δεκέμβρη και εκτελέστηκε λίγες μέρες μετά από την ΟΠΛΑ. Άλλοι πάλι, γλίτωσαν την τελευταία στιγμή, συχνά με τη μεσολάβηση των συναγωνιστών τους που εμπόδισαν την ΟΠΛΑ να τους δολοφονήσει.[22]
Το τέλος του λιβελογραφήματος του Θ.Κ. κλείνει με συμβουλές για την Επαναστατική παράδοση και μας προτρέπει να μελετήσουμε το μικρό κείμενο του Τρότσκι αριστούργημα διαλεκτικής “Μάθετε να σκέφτεστε!”. Σου επιστρέφουμε και τις συμβουλές και τις προτροπές σου, βλέπουμε ότι προχώρησες, έμαθες και τον εισοδισμό “sui generis”. Μάθε λοιπόν ότι η ΟΚΔΕ δεν ορκίζεται στο όνομα κανενός, αλλά εκτιμάει βαθύτατα την τεράστια προσφορά στον επαναστατικό μαρξισμό του Ερνέστ Μαντέλ. Με την ευκαιρία Θ.Κ., έπαψες να προσκυνάς τον Τζέρι Χίλυ; Αν και οι μέθοδές σου δεν μας δείχνουν κάτι τέτοιο.
[1] Στις μόνες χώρες που ολοκληρώθηκε αυτή η διαδικασία ήταν στην Γιουγκοσλαβία, την Αλβανία και αργότερα στην Κίνα, όπου οι ηγεσίες των κινημάτων αυτών των χωρών δεν ακολούθησαν τις εντολές της Γιάλτας και της Μόσχας και απαλλοτρίωσαν τους καπιταλιστές και το κράτος τους. Να τι συμβούλευε -όπως άλλωστε και στο ΚΚΕ- το Κομμουνιστικό Κόμμα της Σοβιετικής Ένωσης προς τους Γιουγκοσλάβους κομμουνιστές: «Μην επιτίθεσθε στην ιδιωτική ιδιοκτησία. Μην ωθείτε τους Αμερικανούς σε εχθρότητα προς την Σοβιετική Ένωση με το να επιτίθεσθε στην ιδιωτική ιδιοκτησία.» (παρατίθεται από τον Ε. Μαντέλ)
[2] Το πρώτο συνέδριο του ΚΔΚΕ (ενοποιητικό) έγινε στις 27 Ιουλίου 1946 σε μια χαράδρα της Πεντέλης. Οι αντιπρόσωποι που έλαβαν μέρος ήταν 35 [της ομάδας του Χ. Αναστασιάδη (8), της ομάδας του Λ. Καρλιάφτη (16) και της ομάδας του A. Στίνα (11)] – λέγεται ότι αντιπροσώπευαν περίπου 200-250 μέλη. Το συνέδριο παρακολούθησαν, σαν εκπρόσωποι της Διεθνούς, ο Σέρι Μάγκαν και ο Μιχάλης Ράπτης ή Πάμπλο. Πρώτος γραμματέας εκλέχθηκε ο Χρήστος Αναστασιάδης, όποιος έμεινε μέχρι τον Μάιο του 1947, όπου αποχώρησε από το ΚΔΚΕ και ο Στίνας με τη μετέπειτα γνωστή πορεία του. Από το 1947 και περίπου 10 χρόνια, δηλαδή μέχρι το 1957 γραμματέας ήταν ο Λ. Καρλιάφτης.
[3] Περισσότερα δες το άρθρο του Κ. Παλούκη, Οι αρχειμαρξιστές απέναντι στο ΕΑΜικό κίνημα
[4] Ριζοσπάστης, 7 Οκτωβρίου 2012
[5] Χρήστος Τυροβούζης, Αυτοδιοίκηση και λαϊκή δικαιοσύνη 1942-1945, Συμβολή στην ιστορία των θεσμών της Ελληνικής Αντίστασης, εκδ. Προσκήνιο (1991).
[6] Δημήτρης Μαριόλης, Η αδύνατη ταξική ανακωχή – Η πολιτική του ΕΑΜ στα υπουργία Οικονομικών, Εργασίας και στα συνδικάτα μέχρι τα Δεκεμβριανά, εκδ. ΚΨΜ (2015).
[7] Ο Θ. Χατζής Η Νικηφόρα επανάσταση που χάθηκε, τόμ. Δ΄, εκδ. Δωρικός, σελ 98, γράφει: «Όλα τα μέτρα που πήραν ήταν υπέρ του αστικού καθεστώτος και μάλιστα του παλιού υπανάπτυκτου τύπου και της υποτέλειας στους Άγγλους». Ο Β. Μπαρτζώτας, «Οι εργάτες σήμερα πληρώνονται λιγότερο απ’ ό,τι επί Γερμανών» και οι μισθοί έπεσαν κατά από τα επίπεδα τα κατοχής. Τα ίδια έλεγαν και τα έντυπα των τροτσκιστών. Στον Διεθνιστή, του ΚΚΔΕ (φύλλο 18 και 21 Νοεμβρίου), σελ 276-281 και 290-291 αντίστοιχα, στο «Προλετάριος» και «Διεθνιστής» της Κατοχής, εκδ. Εργατική Πάλη
[8] Δοκίμιο Ιστορίας του ΚΚΕ 1939-1949, Β1 Τόμος, στο Κεφάλαιο, 12. Βασικά συμπεράσματα της Πάλης του ΚΚΕ από την κατοχή στην Βάρκιζα, εκδ. Σύγχρονη Εποχή (2018), σελ. 486-492.
[9] Ο Πιερ Μπρουέ μιλάει 800 θύματα στηριζόμενος σε αναφορά του Β. Μπαρτζιώτα. Ο αριθμός αυτό περιλαμβάνει και άλλους αγωνιστές και όχι μόνο τροτσκιστές. Επίσης ο Μπρουέ γράφει, «Στον κατάλογο των επιτυχιών και του ηρωισμού και το μαρτυρολόγιο των διώξεων οι Έλληνες έρχονται στην δεύτερη θέση μετά από τους τροτσκιστές της Σοβιετικής Ένωσης… αυτοί οι τροτσκιστές είναι σχεδόν πάντα οι παλαιότεροι και οι καλύτεροι Έλληνες επαναστάτες και όπως έλεγαν στην εποχή τους-Έλληνες κομμουνιστές». (Αναφέρεται από τον Μάριο Εμμανουηλίδη στο βιβλίο του, Αιρετικές Διαδρομές, Ο ελληνικός τροτσκισμός και ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος).
[10] Δες ομιλία στη Βουλή των Κοινοτήτων, Hansard, (πρακτικά) 18 Ιανουαρίου 1945.
[11] Πρόκειται για ντοκουμέντο που ψηφίστηκε ομόφωνα στο ιδρυτικό συνέδριο της «Εργατικής Πρωτοπορίας» το 1963, όπου συμμετείχαν πολλοί αγωνιστές που είχαν λάβει μέρος στα γεγονότα και στη δράση των τροτσκιστών εκείνης της εποχής.
[12] Στην περίπτωση αναφέρεται και Π. Νούτσος στο βιβλίο του, Η Σοσιαλιστική Σκέψη στην Ελλάδα, τόμ. 3 ( 1993), σελ. 528.
[13] Γιάννης Η. Καρύτσας, Ο σφαγιασμός των αρχειομαρξιστών της περιοχής του Αγρινίου από τον ελληνικό σταλινισμό, εκδ. Άρδην (2002). Πολλά στοιχεία υπάρχουν και σε πάρα πολλά site και της περιοχής Αγρινίου. Η περίπτωση του Αγρινίου αναφέρεται επίσης και από τον Γ. Ποντίκη στο βιβλίο, Συζητήσεις Ανάμεσα στο ΚΚΕ, στο ΚΔΚΕ, τη ΔΕΠ και το ΚΑΚΕ, εκδ. του Λαού, σελ. 159-160
[14] Από τα Αρχεία του Τρότσκι για την Ελλάδα φαίνεται ότι στο Αγρίνιο το Γενάρη του 1933 δρούσαν γύρω στους 130 Αρχειομαρξιστές.
[15] Συζητήσεις Ανάμεσα στο ΚΚΕ, στο ΚΔΚΕ, τη ΔΕΠ και το ΚΑΚΕ, εκδ. του Λαού, σελ. 159.
[16] ό.π., σελ 160.
[17] Επίσης πολλά ονόματα δολοφονηθέντων τροτσκιστών, αρχειομαρξιστών και άλλων αγωνιστών αναφέροντα βιβλίο, ΚΔΚΕ, Βασικά προβλήματα του Εργατικού Κινήματος, σελ. 33 κ.λπ.
[18] Αυτά που αποκαλύπτονται από τον Νίκο Παπαδάτο στα άκρως ενδιαφέροντα βιβλία του, Άκρως Απόρρητο, οι σχέσεις ΕΣΣΔ-ΚΚΕ/1944-1953 και Ο Μπεζεντάκος μάς άφησε γεια, Οι διώξεις των Ελλήνων κομμουνιστών στην ΕΣΣΔ / 1937-1938, είναι ανατριχιαστικά και επιβεβαιώνουν τον χαρακτηρισμό του Λ. Τρότσκι “Ο σταλινισμός είναι η μάστιγα της ΕΣΣΔ και η λέπρα του διεθνούς εργατικού κινήματος”, Τα εγκλήματα του Στάλιν, εκδ. Προμηθέας (1962), σελ 307.
[19] Ο Θ.Κ., όπως και ο Γ. Βιτσώρης, κάνει κριτική στους τροτσκιστές για τους ενδοιασμούς που είχαν για το ανταρτικό. Αλλά αν νομίζει ο Θ.Κ. ότι το θέμα είναι τόσο εύκολο ώστε να μπορεί να ξεμπερδεύει με διαστρεβλώσεις, αντιτάχθηκαν στην ένοπλη αντίσταση στους φασίστες κατακτητές, συνολικά στη δράση του αντάρτικου και με αρλούμπες περί αναλύσεων με την υλιστική ιστορική διαλεκτική την ζωντανή πραγματικότητα, το μόνο που μπορούμε να κάνουμε είναι να εκφράσουμε τη λύπη μας. Πάντως, η τακτική του αντάρτικού -όχι ότι αποκλείεται- αλλά δημιουργεί πολλά προβλήματα γύρω από το χαρακτήρα της επανάστασης, όπως βέβαια και δεν την δικαιώνει απέναντι στις παραδοσιακές μορφές, τις οποίες επιτιμητικά ο Θ.Κ χαρακτηρίζει μεταφυσικό αξίωμα.
[20] Αυτό συνάγεται από πραγματικούς αριθμούς μελών και συμπαθούντων σύμφωνα με τις μαρτυρίες. Στο ενοποιητικό συνέδριο του 1946 συμμετείχαν 35 αντιπρόσωποι κατά τον Λ. Καρλιάφτης (40 κατά το Δημήτρη Κατσορίδα), οι οποίοι αντιπροσώπευαν περίπου 200-250 ενεργά μέλη, σύμφωνα με τον Δημήτρη Λιβιεράτο (ήταν οργανωτικός υπεύθυνος την Αθήνα και κάνει λόγο για 180 μέλη). Τέλος, ο ίδιος αναφέρει ότι οι συμπαθούντες ήταν περίπου 400.
[21] Κώστας Καστρίτης, Ανταρτοπόλεμος και Αναθεωρητισμός
[22] Στη σελ. 92 του βιβλίου, Ελληνικός Τροτσκισμός , ένα χρονικό 1923-1946, των Δ. Κατσορίδα, Δ. Λιβιεράτου, Κ. Παλούκη, αναφέρεται: «Η πολιτική και ηθική ανωτερότητα όλων των αντιπολιτευόμενων στο ΚΚΕ οργανώσεων φάνηκε στο γεγονός πως, παρά τις δολοφονίες που υπέστησαν από τον σταλινισμό, οι οικογένειες των θυμάτων δεν υπέβαλαν μηνύσεις. Οι τροτσκιστικές οργανώσεις τους παρότρυναν να μην υποβάλουν, επειδή οι θεώρησαν τις δολοφονίες αυτές ενδοταξική διαμάχη μεταξύ εργατικών οργανώσεων και δεν θα έπρεπε να δώσουν επιχειρήματα στον ταξικό εχθρό να χτυπήσει το εργατικό κίνημα». Νομίζουμε ότι αυτή απόφαση/οδηγία που έδωσαν οι τροτσκιστικές οργανώσεις προς τις οικογένειες των δολοφονημένων, καθορίστηκε μάλλον από τις συγκεκριμένες συνθήκες και σε κάθε περίπτωση δεν έχει σχέση με «πολιτική και ηθική ανωτερότητα» ή και «ενδοταξική διαμάχη». Μιλάμε για τις πιο αποτρόπαιες δολοφονίες, που ήταν βάναυση βεβήλωση των ηθικών και πολιτικών αρχών του εργατικού κινήματος και της κομμουνιστικής ιδεολογίας. Και κάτι ακόμη, α) οι δολοφονίες αυτές δεν αφορούσαν/αφορούν μόνο τις οικογένειες, γιατί εξοντώθηκε ένα σημαντικό μέρος του ανθού του εργατικού κινήματος. Παραπάνω. Στο τέλος του βιβλίου του Μάριου Εμμανουηλίδη, Αιρετικές Διαδρομές, Ο ελληνικός τροτσκισμός και ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος, αναφέρεται ένας κατάλογος τροτσκιστών από τους οποίους πάρα πολλοί δολοφονήθηκαν όπως και άλλα ενδιαφέροντα στοιχεία.