Η Επανάσταση των Γαριφάλων στην Πορτογαλία

Η Πορτογαλική Επανάσταση των Γαριφάλων

Από την Εργατική Πάλη Απριλίου

Κλείνουμε 47 χρόνια από την πραγματοποίηση της Επανάστασης των Γαριφάλων, την πιο πρόσφατη επανάσταση στην Ευρώπη. Στις 25 Απριλίου του 1974, ύστερα από πρωτοβουλία του «Κινήματος Ενόπλων Δυνάμεων» (MFA), ανατρέπεται ο δικτάτορας Καετάνο και μαζί του η μακροβιότερη δικτατορία της σύγχρονης ιστορίας, που επιβλήθηκε από τον Σαλαζάρ το 1926.

Εκείνη την περίοδο η πορτογαλική μπουρζουαζία βρίσκονταν σε μεγάλα αδιέξοδα. Για δεκαετίες, η αστική τάξη είχε μεγάλη αδυναμία να εκφραστεί μέσω των παραδοσιακών αστικών θεσμών της Δύσης και στηριζόταν πάνω στον στρατό. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι η κύρια πηγή υπερσυσσώρευσης κεφαλαίου προερχόταν από το αποικιοκρατικό καθεστώς του Estado Novo (Νέο Κράτος), όπου ο πορτογαλικός καπιταλισμός αν και μακράν παραγκωνισμένος στον παγκόσμιο καταμερισμό εργασίας, συντηρούσε με νύχια και με δόντια τις αποικίες, όταν ακόμη και οι κλασσικοί ιμπεριαλιστές τις είχαν τυπικά εγκαταλείψει. Όλη αυτή η κατάσταση επέφερε ένα τρομακτικό κόστος σε ανθρώπινες ζωές αλλά και οικονομικούς πόρους: οι στρατιωτικές δαπάνες έφταναν στο 40% του προϋπολογισμού (!), τη στιγμή που το 25% των Πορτογάλων ζούσε σε συνθήκες ακραίας φτώχειας. Στον αντίποδα, κομμάτια της αστικής τάξης έβλεπαν αναγκαίο κάποιον αστικό εκσυγχρονισμό για την πρόσβαση στην ΕΟΚ.

Η κοινωνική εξουθένωση λόγω των αποικιών δεν άφηνε ανεπηρέαστο τον ίδιο τον στρατό, όπου τα κατώτερα στρώματα αξιωματικών που είχαν λαϊκή-εργατική καταγωγή, ήταν κακοπληρωμένα και σκορπισμένα από την Ανγκόλα μέχρι το Αν. Τιμόρ. Κάπως έτσι ήταν η βάση για την δημιουργία του MFA που, εξασφαλίζοντας την ανοχή των περισσότερων στρατηγών, εξαπέλυσαν ένοπλη ανταρσία κατά της δικτατορίας στις 25 Απρίλη 1974.

Το καθεστώς κατέρρευσε μέσα σε λίγες ώρες. Το MFA συγκρότησε προσωρινή κυβέρνηση, με συμμετοχή του Σοσιαλιστικού Κόμματος (ΣΚ) και του Κομμουνιστικού Κόμματος (ΚΚ), που έσπευσαν να περιφρουρήσουν τη «δημοκρατική ομαλότητα». Αυτή η μετάβαση δεν έρχεται ποτέ «ομαλά», όπως φαντάζονται αστοί και ρεφορμιστές, αλλά με την έκρηξη των μαζών και την εμφάνιση της επαναστατικής προοπτικής. Η ανατροπή της χούντας αποδείχτηκε το σύνθημα που περίμεναν οι καταπιεσμένοι εργαζόμενοι και νεολαία για να εισβάλουν δυναμικά στο προσκήνιο. Από τις πρώτες μέρες κατέκλυσαν τους δρόμους, καλώντας τους φαντάρους να σταθούν στο πλευρό τους και βάζοντας γαρίφαλα στις κάνες των όπλων. Ακολούθησε ένα τεράστιο απεργιακό κύμα, που ανάγκασε την προσωρινή κυβέρνηση να αυξήσει τον κατώτατο μισθό κατά 30%. Οι εργάτες όμως δεν σταμάτησαν εκεί και προχώρησαν σε μαζικές καταλήψεις εργοστασίων.

Πολλοί καπιταλιστές εγκατέλειψαν τα εργοστάσια και φυγάδευσαν τα κεφάλαιά τους στο εξωτερικό, ενώ οι εργάτες συνέχισαν να τα λειτουργούν μόνοι τους. Μια τεράστια διαδήλωση στις φυλακές επέβαλε την απελευθέρωση των πολιτικών κρατουμένων. Μια μεγάλη απεργία των οικοδόμων έφτασε να περικυκλώνει το προεδρικό μέγαρο για 2 μέρες, μέχρι τέλος να ικανοποιηθούν τα αιτήματά τους. Άστεγοι καταλάμβαναν άδεια σπίτια, βίλες, ξενοδοχεία και δημόσια κτήρια, ενώ οι εργάτες γης έπαιρναν τα κτήματα των τσιφλικάδων.

Η κυβέρνηση και το MFA έστελναν στρατό για να καταστείλουν τις απεργίες και τις καταλήψεις, όμως σε πολλές περιπτώσεις οι φαντάροι ενώνονταν με τους εξεγερμένους. Έτσι, δημιουργήθηκε ένα ριζοσπαστικό κίνημα μέσα στον στρατό, το SUV (Στρατιώτες Ενωμένοι θα Νικήσουμε). Παράλληλα, συγκροτήθηκαν εργοστασιακές επιτροπές, που σύντομα άρχισαν να συντονίζονται μεταξύ τους. Όλα έδειχναν ότι η Πορτογαλία είχε εισέλθει σε μια επαναστατική κατάσταση. Το ταξικό ένστικτο των καπιταλιστών λειτούργησε γρήγορα και οργάνωσαν δύο απόπειρες πραξικοπήματος, τον Σεπτέμβρη του 1974, με επικεφαλής τον «επαναστάτη», πρώην κυβερνήτη στην Πορτογαλική Γουινέα, Σπίνολα, (που μετά την αποτυχία του δήλωσε ηττημένος από την «αναρχία»), αλλά και άλλη μία τον Μάρτη του ’75. Όμως, η άμεση αντίδραση των εργαζομένων, με τεράστιες διαδηλώσεις, οδοφράγματα και συναδέλφωση με τους φαντάρους τσάκισαν τα πραξικοπήματα και ο Σπίνολα διέφυγε με ελικόπτερο στην Ισπανία. Οι δυνάμεις της Άκρας Αριστεράς (μέσα σ’ αυτές και το πορτογαλικό τμήμα της 4η Διεθνούς, το LCI) είχαν κομβικό ρόλο στις εξελίξεις, δίχως όμως να μπορεί να συγκροτηθεί ισχυρό επαναστατικό κόμμα με άμεσο στόχο την κατάληψη της εξουσίας.

Οι ιμπεριαλιστές, τρομοκρατημένοι από τον άμεσο κίνδυνο νίκης μιας σοσιαλιστικής επανάστασης στην καρδιά της Ευρώπης, εξαπέλυσαν μαζί με την σοσιαλδημοκρατία, τεράστια προπαγανδιστική εκστρατεία για τον κίνδυνο επιβολής «κομμουνιστικής δικτατορίας» στην Πορτογαλία. Το σταλινικό ΚΚ Πορτογαλίας και ο ηγέτης του Αλβάρο Κουνιάλ χαρακτήριζαν «αριστερίστικες προβοκάτσιες» τις καταλήψεις και το κίνημα μέσα στον στρατό και επικεντρώθηκαν στην εκστρατεία τους για τις εκλογές του Απρίλη του 1975, όπου όμως ηττήθηκαν κατά κράτος από το ΣΚ του Μάριο Σοάρες. Η νέα κυβέρνηση οργάνωσε μεθοδικά την αστική αντεπίθεση ενάντια στο κίνημα και τον Νοέμβρη του 1975 έδιωξε από τον στρατό τον Οτέλο ντε Καρβάλιο, πρωταγωνιστή της εξέγερσης του Απρίλη και προσκείμενο στην επαναστατική αριστερά, και άλλους αριστερούς αξιωματικούς. Το SUV, με την στήριξη κομματιών της Άκρας Αριστεράς οργάνωσε ανταρσία σε πολλές μονάδες, την οποία σύντομα καταδίκασε το ΚΚ, παρότι αρχικά ταλαντευόταν, και κάλεσε τον λαό να μείνει στα σπίτια του. Η κυβέρνηση καταδίωξε ανελέητα όλους τους αριστερούς αξιωματικούς και φαντάρους και τους πιο ριζοσπαστικούς αγωνιστές και άρχισε να ξηλώνει τις κατακτήσεις της επανάστασης.

Η Πορτογαλική Επανάσταση, με όλα τα επίκαιρα διδάγματά της και παρά τις ιδιαιτερότητές της, απέδειξε περίτρανα πως τα αστικοδημοκρατικά καθήκοντα εκπληρώνονται μόνο μέσα από το προχώρημα της σοσιαλιστικής επανάστασης, επιβεβαιώνοντας την στρατηγική της Διαρκούς Επανάστασης.