Η εκκαθάριση των Πολωνών κομμουνιστών: ένα στυγερό έγκλημα του Στάλιν (του Χρήστου Κεφαλή)

Η εκκαθάριση των Πολωνών κομμουνιστών: ένα στυγερό έγκλημα του Στάλιν

του Χρήστου Κεφαλή*

Η εκκαθάριση των ευρωπαϊκών κομμουνιστικών κομμάτων ήταν μια κομβική, καίρια πλευρά των σταλινικών εκκαθαρίσεων των χρόνων 1936-38. Στα πλαίσιά της κατηγορήθηκαν και εκτελέστηκαν σαν «πράκτορες των ναζί και των αστικών μυστικών υπηρεσιών» πλήθος κομμουνιστές, ηγέτες και στελέχη κομμουνιστικών κομμάτων, που είχαν καταφύγει κατά την προηγούμενη 15ετία στην ΕΣΣΔ, κατά κανόνα για να αποφύγουν τις διώξεις στις χώρες τους, όπου είχαν εγκαθιδρυθεί φασιστικά ή δικτατορικά καθεστώτα. Οι εκκαθαρίσεις αγκάλιασαν όλα τα ευρωπαϊκά κομμουνιστικά κόμματα, παίρνοντας μεγάλη έκταση στα ΚΚ της Γερμανίας, Ουγγαρίας, Βαλτικών Χωρών, Γιουγκοσλαβίας, Ελλάδας, κοκ. Σε κανένα άλλο κόμμα όμως δεν ήταν τόσο σαρωτικές όσο στο ΚΚ Πολωνίας, του οποίου η ηγεσία και το στελεχικό δυναμικό κυριολεκτικά εκμηδενίστηκε, ενώ το ίδιο το κόμμα διαλύθηκε επίσημα το 1938 με εντολή του Στάλιν, ως μια σφηκοφωλιά πρακτόρων.

Οι σταλινικές κατηγορίες ήταν βέβαια ψευδείς, συναγωνιζόμενες σε κυνισμό τα ψεύδη ενός Γκέμπελς. Τα δολοφονημένα στελέχη του ΚΚ Πολωνίας, όπως άλλωστε και των άλλων κομμάτων, ήταν έντιμοι αγωνιστές. Ανάμεσά τους περιλαμβάνονταν σύντροφοι της Ρόζας Λούξεμπουργκ, ακτιβιστές στο πολωνικό κόμμα από τα νεανικά τους χρόνια, που είχαν συμμετάσχει ενεργά στις επαναστάσεις του 1905 και του 1917, στην Πολωνία αλλά και στη Ρωσία τον Οκτώβρη και στον Κόκκινο Στρατό (η Πολωνία ήταν μέρος της τσαρικής Ρωσίας), καθώς και σε όλο το Μεσοπόλεμο στην Πολωνία, και είχαν υποστεί πολύχρονες φυλακίσεις, βασανισμούς και διώξεις, δείχνοντας αφοσίωση στην υπόθεση του κομμουνισμού. Είναι ζήτημα αν βρέθηκε αργότερα έστω και για έναν τους κάποιο στοιχείο που να υποστηρίζει τις κατηγορίες με τις οποίες καταδικάστηκαν και εκτελέστηκαν.

Στο παρόν άρθρο θα παρουσιάσουμε πρώτα γενικά τις εκκαθαρίσεις στην Κομιντέρν και το πολωνικό κόμμα. Στη συνέχεια θα δοθούν βιογραφικά στοιχεία για τους δολοφονημένους Πολωνούς κομμουνιστές. Σε ένα τελικό μέρος θα επιχειρηθεί μια σύνδεση με τις εθνικές εκκαθαρίσεις ενάντια στους Πολωνούς της ΕΣΣΔ, Πολωνούς αιχμαλώτους πολέμου, κ.λπ., που υπήρξαν θύματα της σταλινικής καταπίεσης, καθώς και μια τοποθέτηση σχετικά με τα αίτια και τις συνέπειες των σταλινικών εκκαθαρίσεων. Ελπίδα και φιλοδοξία μας είναι να αποτίσουμε έτσι ένα φόρο τιμής στους συκοφαντημένους Πολωνούς κομμουνιστές και πολίτες, και γενικότερα στα θύματα του σταλινισμού, δίνοντας μια αδρή αλλά ακριβή εικόνα της σταλινικής καταπίεσης και αχρειότητας.

  1. Μερικά γενικά στοιχεία για τις σταλινικές εκκαθαρίσεις στην Κομιντέρν και στο ΚΚ Πολωνίας

Ο πολωνικός σοσιαλισμός είχε δει και στο παρελθόν, όταν δρούσε ως Σοσιαλδημοκρατία του Βασιλείου της Πολωνίας και της Λιθουανίας (SDKPiL) στα πλαίσια της Τσαρικής Αυτοκρατορίας, ηγέτες του να εκτελούνται από την τσαρική αντίδραση. Αργότερα, στα 1919, η Ρόζα Λούξεμπουργκ και ο Λέο Γιόγκισες, επιφανείς ηγέτες του SDKPiL, δολοφονήθηκαν στη Γερμανία, με άμεση συνενοχή των ηγετών του SPD, Νόσκε και Έμπερτ, που είχαν γίνει σοβινιστές στον ιμπεριαλιστικό πόλεμο και είχαν συνταχθεί με τη γερμανική αστική τάξη. Όμως τα εγκλήματα των τσάρων και των Νόσκε ωχριούν μπροστά σε εκείνα του Στάλιν, τόσο που ακόμη και εκείνοι θα εκπλήσσονταν αν μάθαιναν ότι όσοι επαναστάτες γλίτωσαν από τα δικά τους νύχια, εκτελέστηκαν αργότερα στο όνομα του κομμουνισμού και της παγκόσμιας αδελφοσύνης από τη σταλινική ηγεσία.

Οι εκκαθαρίσεις στην Κομιντέρν, στο μηχανισμό και στα εθνικά τμήματά της, ακολούθησαν τη γενική τροχιά των εκκαθαρίσεων στο σοβιετικό κόμμα, με μια μικρή χρονική υστέρηση. Ήδη τον Αύγουστο του 1936 διεξάχθηκε, με εντολή του NKVD, του παντοδύναμου Λαϊκού Κομισαριάτου Εσωτερικών Υποθέσεων της ΕΣΣΔ, μια «επιθεώρηση» στην Κομιντέρν, στο πλαίσιο της οποίας το Τμήμα Στελεχών της Εκτελεστικής Επιτροπής της Κομμουνιστικής Διεθνούς (ΕΕΚΔ) έστειλε στο NKVD πληροφορίες για 3000 πρόσωπα από το δυναμικό των εθνικών τμημάτων για τα οποία υπήρχαν υποψίες ότι ήταν κατάσκοποι και σαμποτέρ[1]. Στα τέλη του μήνα, ο αναπληρωτής διευθυντής του τμήματος Μ. Τσερνομόρντικ έδωσε εντολή «να προετοιμαστούν λίστες παλιών τροτσκιστών και αμφίβολων μεταναστών». Μια βδομάδα αργότερα η Γραμματεία της ΕΕΚΔ έλαβε μια πρώτη λίστα με ονόματα μελών του ΚΚ Γερμανίας, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονταν και 32 ονόματα «τροτσκιστών και φραξιονιστών», για τους οποίους εκτιμούνταν ότι συνδέονταν με άτομα που είχαν ήδη συλληφθεί ή ότι βρίσκονταν στην υπηρεσία της Γκεστάπο. Στη συνέχεια παρόμοιες διαδικασίες δρομολογήθηκαν και στα άλλα κομμουνιστικά κόμματα.

Ακόμη και σε κόμματα που συγκριτικά θίχτηκαν λιγότερο, όπως το ΚΚ Ιταλίας, οι εκκαθαρίσεις πήραν μαζικό χαρακτήρα. Σε μια μεταγενέστερη εξέταση των φακέλων 307 Ιταλών μεταναστών διαπιστώθηκε πως οι 98 από αυτούς είχαν συλληφθεί στα 1936-38 από το NKVD. Μια άλλη λίστα Ιταλών περιλάμβανε 108 ονόματα για τα χρόνια 1935-38, με σημειώσεις πλάι στο καθένα για την περιοχή διαμονής, χρόνο σύλληψης και κατηγορία.

Οι διαδικασίες αυτές καθοδηγούνταν από τον ίδιο τον Στάλιν και τους στενούς συνεργάτες του στην ηγεσία του ΠΚΚ (Μπ), Γιεζόφ και αργότερα Μπέρια, Μολότοφ, Καγκάνοβιτς, Ζντάνοφ, Βοροσίλοφ, κ.ά. Στα 1936-38 το Πολιτικό Γραφείο έπαιρνε έναν ολοένα αυξανόμενο αριθμό αποφάσεων για καταπιεστικά μέτρα – 40 το 1936, 123 το 1937 και 72 το 1938. Μέρος αυτών των αποφάσεων ήταν και εκείνες για τις διώξεις στα εθνικά τμήματα της Κομιντέρν, οι οποίες, με βάση έρευνα του 1990, αγκάλιασαν συνολικά 31 κομμουνιστικά κόμματα.

Οι υπεύθυνοι της Κομιντέρν που συνέτασσαν τις λίστες εκτελούσαν εντολές, σε μια κατευθυνόμενη από τα πάνω διαδικασία ενοχοποιήσεων, η οποία είχε κατά κανόνα μοιραίες συνέπειες και για τους ίδιους. Οι συντάκτες των λιστών για το ΚΚ Γερμανίας που προαναφέρθηκαν χάθηκαν στις εκκαθαρίσεις, η Γκρέτε Βίλντε το 1943 ή 1944 στην Καραγκάντα, όπου είχε εξοριστεί από το 1937, και ο Γκέοργκ Μπρίκμαν στη Βορκούτα ή το Κοτλάς το 1942. Στην πορεία των ανακρίσεων οι κατηγορούμενοι ενοχοποιούσαν, με βάση υποδείξεις του NKVD ή με δική τους πρωτοβουλία, άλλα πρόσωπα, με συνέπεια στο τέλος να υπάρχει ενοχοποιητικό υλικό για όλους. Σε ένα γράμμα, π.χ., του Χ. Βαλέτσκι, ηγετικού στελέχους του ΚΚ Πολωνίας, προς τον Γιεζόφ στις 18 Μάη 1937, ενοχοποιούνταν 8 άλλοι κομμουνιστές από διάφορα κόμματα, οι οποίοι χάθηκαν στις εκκαθαρίσεις, τύχη που δεν απέφυγε και ο Βαλέτσκι.

Μέσα σε αυτό το εφιαλτικό πλαίσιο ξετυλίχτηκαν οι διώξεις των Πολωνών κομμουνιστών, οι οποίες μάλιστα είχαν ξεκινήσει ήδη από το 1933-34, πριν την έναρξη των μεγάλων διώξεων στο σοβιετικό κόμμα με τις Δίκες της Μόσχας. Στην ΕΣΣΔ βρίσκονταν τότε πολυάριθμοι Πολωνοί κομμουνιστές, καθώς τα αντικομμουνιστικά μέτρα στη χώρα μετά την ήττα της σοβιετικής προέλασης στη Βαρσοβία το 1920 και την επιβολή της δικτατορίας του Πιλσούδσκι το 1926, ανάγκαζαν πολλούς καταδιωκόμενους να διαφύγουν στην ΕΣΣΔ. Κυρίως όμως στη δεκαετία του 1920 ένας μεγάλος αριθμός φυλακισμένων Πολωνών κομμουνιστών είχαν ανταλλαγεί με Πολωνούς εθνικιστές που κρατούνταν στην ΕΣΣΔ.

Η τυπική κατηγορία ενάντια στους Πολωνούς κομμουνιστές ήταν ότι είχαν στρατολογηθεί από τις υπηρεσίες ασφάλειας του Πολωνού δικτάτορα Πιλσούντσκι και είχαν σταλεί ως πράκτορες στην ΕΣΣΔ για να οργανώνουν σαμποτάζ. Συγκεκριμένα, υποστηριζόταν ότι ενεργούσαν ως μέλη της Πολωνικής Στρατιωτικής Οργάνωσης (POW), μιας μυστικής οργάνωσης που είχε δημιουργήσει ο Πιλσούντσκι στα 1914. Αν και η POW είχε διαλυθεί στα 1921, ωστόσο υποτίθεται είχαν παραμείνει στην υπηρεσία της και ενεργούσαν για λογαριασμό της πολωνικής αντικατασκοπίας.

Για την πρώιμη έναρξη και έκταση αυτών των διώξεων μαρτυρά μεταξύ άλλων ένα γράμμα του Μπ. Μπεργκ, φυλακισμένου από τα 1934 Πολωνού κομμουνιστή, στα 1936 στον Δημητρόφ, όπου αναφέρεται ότι αρκετές εκατοντάδες κομμουνιστές και μη κομμουνιστές Πολωνοί είχαν συλληφθεί στην Ουκρανία με την παραπάνω κατηγορία. Ο Μπεργκ περιέγραφε στο γράμμα τις μεθόδους που είχαν χρησιμοποιήσει οι ανακριτές του NKVD για να αποσπάσουν ομολογίες, περιλαμβανόμενων των συνεχών ανακρίσεων, της παραμονής για ώρες σε ένα μπάνιο με κρύο νερό, των απειλών για τις οικογένειες των κρατουμένων, κοκ.

Στα μέσα του 1937 συνελήφθη ο Γ. Λένσκι, ο ΓΓ του κόμματος, και άλλα ηγετικά στελέχη όπως οι Α. Βάρσκι, Χ. Βαλέτσκι και Έ. Προύχνιακ. Μετά τη σύλληψη του Λένσκι συνέχισαν να αποστέλλονται στο όνομά του επιστολές σε κομματικά στελέχη, με τις οποίες καλούνταν στη Μόσχα για συνεννοήσεις. Με τον τρόπο αυτό ανακλήθηκαν από την Ισπανία δυο ηγέτες του κόμματος, οι K. Cichowski και G. Reicher, καθώς και ο εκπρόσωπός του στην Κομιντέρν St. Mertens, οι οποίοι επίσης εκτελέστηκαν.

Στις 9 Αυγούστου του 1937 το Πολιτικό Γραφείο του ΠΚΚ (Μπ) υπό τον Στάλιν αποφάσισε «να επιβεβαιώσει τη διαταγή του NKVD για την εξάλειψη της πολωνικής κατασκοπευτικής και σαμποταριστικής συμμορίας POW». Στη συνέχεια οι ανακριτές του NKVD προώθησαν στον Δημητρόφ υλικό που περιλάμβανε τις ομολογίες οκτώ μελών της ηγεσίας του ΚΚ Πολωνίας. Όλοι τους παραδέχονταν την ενοχή τους, δηλώνοντας ότι είχαν εισχωρήσει στο κόμμα με σκοπό να το διαλύσουν και να το υποτάξουν στον Πιλσούντσκι.

Οι ομολογίες, όπως και οι αντίστοιχες στις Δίκες της Μόσχας, ήταν απλά παράλογες και εξωπραγματικές. Στην κατάθεση του Λένσκι αναφερόταν, π.χ., ότι ήταν πράκτορας της POW από το 1917 και είχε ενταχθεί στους Μπολσεβίκους «με το σκοπό να υποστηρίξει την μπολσεβίκικη επανάσταση ώστε να μπορέσει αργότερα να αποκτήσει μια ηγετική θέση στη σοβιετική κυβέρνηση». Ο Λένσκι διαβεβαίωνε επίσης ότι το 90% των αντιπροσώπων στο 6ο Συνέδριο του ΚΚ Πολωνίας το 1932 ήταν πράκτορες της POW. Μέχρι το φθινόπωρο του 1937 τα περισσότερα ηγετικά στελέχη του ΚΚ Πολωνίας είχαν έτσι εκκαθαριστεί.

Ενώ ο Στάλιν ήταν ο ιθύνων νους των εκκαθαρίσεων γενικά, είναι σαφές ότι έδωσε ιδιαίτερο βάρος και κατηύθυνε προσωπικά την εκκαθάριση των Πολωνών κομμουνιστών. Στην ίδια περίοδο ο Δημητρόφ συνέταξε με εντολή του ένα «Σχέδιο Απόφασης του Προεδρείου της ΕΕΚΔ για τη Διάλυση του Πολωνικού Κομμουνιστικού Κόμματος», το οποίο απέστειλε στον Στάλιν με μια επιστολή όπου έθετε το ερώτημα αν η απόφαση θα έπρεπε να δημοσιευθεί πριν ή αφού ολοκληρωθεί η εκκαθάριση όλων των Πολωνών ηγετών και ζητούσε τη γνώμη του Στάλιν για τα περιεχόμενα της απόφασης.

Στην απόφαση τονιζόταν μεταξύ άλλων:

«Η συμμορία των κατασκόπων και προβοκατόρων που έχουν εμπλακεί στην ηγεσία του Πολωνικού Κομμουνιστικού Κόμματος, έχοντας φυτέψει, με τη σειρά τους, πράκτορες στην περιφέρεια της κομματικής οργάνωσης, πρόδωσαν συστηματικά τους καλύτερους γιους της εργατικής τάξης στον ταξικό εχθρό. Διοργανώνοντας αποτυχίες, κατέστρεφαν, χρόνο με το χρόνο, τις κομματικές οργανώσεις στην πολωνική ενδοχώρα, καθώς και στη Δυτική Λευκορωσία και τη Δυτική Ουκρανία. Αυτή η συμμορία διέστρεψε συστηματικά την πολιτική γραμμή του κόμματος έτσι ώστε να αποδυναμώσει την επιρροή του κομμουνισμού μεταξύ των μαζών, να κάνει το κόμμα όλο και πιο ξένο και εχθρικό προς την Κομμουνιστική Διεθνή. Για το έργο της αποσύνθεσης, ο πολωνικός φασισμός χρησιμοποίησε ευρέως τα τροτσκιστικά-μπουχαρινιστικά κατακάθια, που είτε ήταν ήδη, είτε ήταν πρόθυμα να γίνουν, πράκτορες της πολωνικής POW, λόγω της κοινής θεώρησής τους με το φασισμό. Η πολωνική POW πυροδότησε το φραξιονιστικό αγώνα στο κόμμα, μέσω των πρακτόρων της τόσο στην ομάδα Kostrzewa-Warski όσο και στην ομάδα Lenski-Henrykowski, και χρησιμοποίησε και τις δύο παρατάξεις για να αποδιοργανώσει το κόμμα και το έργο του μεταξύ των μαζών».

Η απόφαση περιλάμβανε επίσης στους «προβοκάτορες» ηγετικά στελέχη όπως ο Ντομπάλ και ο Ζάρσκι, καθώς και τις ομάδες των Sochacki-Bratowski, την ομάδα της Ποάλε Σιόν υπό τον Lampe, την Ουκρανική Σοσιαλδημοκρατική Ομάδα, την ομάδα UVO των Wasylkiw-Turianski, τη λευκορωσική ομάδα του Korczyk, και την ομάδα “Wyzwolenie” του Wojewodzki – πρακτικά, όλους τους ηγέτες του ΚΚ Πολωνίας, αλλά και κομμουνιστικών και αριστερών ομάδων σε γειτονικές χώρες.

Υποστηριζόταν ακόμη για τα στελέχη του ΚΚ Πολωνίας που είχαν φυλακιστεί πολλές φορές στην Πολωνία για τους αγώνες τους, ότι αυτό είχε γίνει σε συνεννόηση με την πολωνική κυβέρνηση, ώστε στη συνέχεια, οργανώνοντας μια ψεύτικη απόδραση, να εκπληρώσουν πιο εύκολα την πρακτορική αποστολή τους στην ΕΣΣΔ, αλλά και ότι η εκλογή τους ως βουλευτών του κόμματος ήταν έργο της αντίδρασης: «Προκειμένου να δώσουν στους προβοκάτορες πράκτορες και κατασκόπους τους κύρος μεταξύ των εργαζομένων [και] των μελών του Κομμουνιστικού Κόμματος, μετά τη διεξαγωγή πλαστών δικών, οι φασίστες συχνά υπέβαλαν τους δικούς τους πράκτορες σε φυλάκιση, ώστε αργότερα να μπορούσαν να απελευθερωθούν, το συντομότερο δυνατό, διοργανώνοντας “δραπετεύσεις”… Με τη βοήθεια των εκπροσώπων τους στα ηγετικά όργανα του κόμματος, τα Πιλσουδάκια προωθούσαν τους ανθρώπους τους [για παράδειγμα Warski, Sochacki, Dombal] στην κομμουνιστική ομάδα του κοινοβουλίου κατά τις εκλογές, τους έδιναν εντολή να εκφωνούν προκλητικές ομιλίες, τις οποίες χρησιμοποιούσαν οι φασίστες για να επιτεθούν στη Σοβιετική Ένωση και για την αιματηρή καταστολή του εργατικού και αγροτικού κινήματος»[2].

Ο Στάλιν έγραψε στο περιθώριο του γράμματος ότι «Η διάλυση έχει καθυστερήσει περίπου δυο χρόνια. Είναι αναγκαίο να διαλυθεί [το κόμμα], αλλά κατά τη γνώμη μου, αυτή η απόφαση δεν θα πρέπει να δημοσιευθεί στον Τύπο»[3]. Μια φρόνιμη ασφαλώς επιλογή. Μια τέτοια απόφαση που βεβαίωνε ότι ολόκληρο το ΚΚ Πολωνίας ήταν πράκτορες του εχθρού και ότι οι βουλευτές του που υπεράσπιζαν την ΕΣΣΔ στο κοινοβούλιο και φυλακίζονταν γι’ αυτό το έκαναν σε συνεννόηση με την αντίδραση, όντας πράκτορές της σε διατεταγμένη υπηρεσία, δύσκολα θα γινόταν πιστευτή…

Η απόφαση για τη διάλυση του ΚΚ Πολωνίας ψηφίστηκε από το Προεδρείο της ΕΕΚΔ στις 16 Αυγούστου 1938. Την ίδια περίοδο προχώρησε η εκκαθάριση του μηχανισμού της Κομιντέρν, που περιλάμβανε τους Πολωνούς αξιωματούχους της. Σύμφωνα με μια έκθεση που παρουσιάζει ο Firsov, μόνο ως τις 5 Φλεβάρη του 1937 είχαν εξεταστεί οι φάκελοι 387 υπαλλήλων της ΕΕΚΔ, από τους οποίους οι 58 είχαν απολυθεί ως ακατάλληλοι για εργασία και συλληφθεί από το NKVD. Πολλοί περισσότεροι ακολούθησαν αργότερα.

Ένα ερώτημα εδώ αφορά στους λόγους που ο Στάλιν προώθησε με τέτοιο ζήλο την εκκαθάριση του ΚΚ Πολωνίας. Δυο βασικοί λόγοι μπορεί να επισημανθούν.

Ο πρώτος συνδεόταν με το γεγονός ότι το ΚΚ Πολωνίας ήταν ένα από τα λίγα κόμματα στα οποία δεν είχε προχωρήσει ουσιαστικά η σταλινική «μπολσεβικοποίηση» και έτσι δεν ελεγχόταν από τη σταλινική κλίκα. Διατηρούνταν ακόμη ζωντανές οι παραδόσεις της Ρόζας Λούξεμπουργκ και παρέμενε στην ηγεσία μια πληθώρα στελεχών που στα χρόνια του πολέμου είχαν συνταχθεί με το λενινιστικό, διεθνιστικό ρεύμα. Στη δεκαετία του 1920 στελέχη του πολωνικού κόμματος είχαν αντιταχθεί δημόσια στον Στάλιν, υποστηρίζοντας εν μέρει την αντιπολίτευση στο ρωσικό κόμμα στα 1923-24. Αυτό το περιστατικό, και όχι οι ανεπαρκείς χειρισμοί στο πραξικόπημα του Πιλσούντσκι το Μάη του 1926, ήταν η κύρια αιτία για την οριστική απομάκρυνση από τον Στάλιν της πτέρυγας του Βάρσκι από την ηγεσία το 1929 και την εσπευσμένη προώθηση των εκκαθαρίσεων στο πολωνικό κόμμα[4].

Ένας δεύτερος, εξίσου βασικός λόγος αφορά στην εμμονική πεποίθηση του Στάλιν ότι οι ξένοι κομμουνιστές αλλά και οι παραμεθόριες εθνότητες της ΕΣΣΔ, ήταν όλοι δυνάμει πράκτορες της ναζιστικής Γερμανίας. Στην ίδια περίοδο όπου συντελούνταν οι διωγμοί των Ευρωπαίων κομμουνιστών, έλαβαν χώρα διαδικασίες εθνοκάθαρσης των «ύποπτης» εθνικότητας πολιτών της ΕΣΣΔ, Πολωνών, Γερμανών, Ελλήνων, Λιθουανών, Λετονών, Εσθονών, στην Ανατολή Κινέζων, Κορεατών, κ.ά., με περίπου 250.000 θύματα. Η Πολωνική και η Γερμανική Επιχείρηση ήταν οι δυο μεγαλύτερες τέτοιες επιχειρήσεις του NKVD, με την Πολωνική να ξεπερνά τα 100.000 θύματα – απλοί εργάτες, αγρότες και διανοούμενοι, εργαζόμενοι παραγωγικά σε εργοστάσια, συλλογικά αγροκτήματα, υπηρεσίες και αλλού.

Η Διαταγή 00485 –ένα αηδιαστικό, αχρείο έγγραφο με την παρανοϊκή σφραγίδα του Γιεζόφ– που δρομολόγησε την Πολωνική Επιχείρηση, παρέχει μια αδιάσειστη μαρτυρία της άρρηκτης σύνδεσης των δυο διαδικασιών. Στη Διαταγή οι Πολωνοί κομμουνιστές, καθώς και εκείνοι των Βαλτικών χωρών, κ.ά., παρουσιάζονται συλλήβδην ως πράκτορες ώστε να στηριχτεί το συμπέρασμα ότι οι 15.000 περίπου Πολωνοί πρόσφυγες που είχαν καταφύγει στην ΕΣΣΔ ήταν μέλη τέτοιων δικτύων και να δικαιολογηθεί η μαζική εκκαθάριση των Πολωνών. Χωρίς άλλα σχόλια, παραθέτουμε εδώ βασικά σημεία της Διαταγής:

«Επισυνάπτεται στην παρούσα διαταγή ένα μυστικό έγγραφο σχετικά με το φασιστικό αντάρτικο, κατασκοπία, εχθρικές, ηττοπαθείς και τρομοκρατικές δραστηριότητες των πολωνικών υπηρεσιών πληροφοριών στην ΕΣΣΔ, καθώς και αποδεικτικά στοιχεία που σχετίζονται με έρευνα για την POW (Πολωνική Στρατιωτική Οργάνωση) – αποδεικνύουν ότι η πολωνική ασφάλεια έχει εκπληρώσει ένα μακροχρόνιο και σχετικά ανεμπόδιστο έργο σαμποτάζ-κατασκοπίας στην επικράτεια της ΕΣΣΔ… Οι τώρα αναληφθείσες επιχειρήσεις για να απαλλαγούμε από τις τοπικές πολωνικές μονάδες κατασκοπίας και να παρεμποδίσουμε τις δραστηριότητες της POW δεν πέτυχαν πλήρως… Βασικές μονάδες της πολωνικής κατασκοπίας κατάφεραν να ξεφύγουν από την ταυτοποίησή τους για επιχειρησιακούς σκοπούς (από τη μάζα των Πολωνών προσφύγων, περίπου 15 χιλιάδες άτομα, σε ολόκληρη την Ένωση μόνο 9 χιλιάδες έχουν καταγραφεί επίσημα)…

Σας διατάσσω:

1) Να ξεκινήσετε στις 20 Αυγούστου 1937 μια επιχείρηση μεγάλης κλίμακας με σκοπό την εκκαθάριση των τοπικών μονάδων της POW και ειδικότερα των στελεχών τους σαμποτάζ-κατασκοπίας και αντάρτικου που βρίσκονται στον οικονομικό τομέα, τις μεταφορές, τις κρατικές φάρμες και συλλογικές φάρμες. Ολόκληρη η επιχείρηση θα πρέπει να εκτελεστεί εντός τριών μηνών, δηλαδή ως τις 20 Νοέμβρη 1937.

2) Να συλλάβετε:

α) τα πιο ενεργά μέλη της POW, τα οποία προσδιορίστηκαν στη διάρκεια των τρεχουσών ερευνών καθώς και τα μέχρι στιγμής άγνωστα, σύμφωνα με τη συνημμένη λίστα·

β) όλους τους Πολωνούς αιχμαλώτους πολέμου που παραμένουν στην ΕΣΣΔ·

γ) πρόσφυγες από την Πολωνία, ανεξάρτητα από την ημερομηνία εισόδου τους στο έδαφος της ΕΣΣΔ·

δ) πολιτικούς μετανάστες και άτομα που έφτασαν στην ΕΣΣΔ στο πλαίσιο προγραμμάτων ανταλλαγής πολιτικών κρατουμένων·

ε) πρώην μέλη του Πολωνικού Σοσιαλιστικού Κόμματος και άλλων πολωνικών αντι-σοβιετικών πολιτικών κομμάτων…

Η διάβρωση του ΚΚ Πολωνίας, του Πολωνικού Τμήματος της ΕΕΚΔ και του μηχανισμού της Κομιντέρν από τους Πολωνούς κατασκόπους και πράκτορες διευκολύνθηκε εξαρχής από το γεγονός ότι όταν το ΚΚ Πολωνίας δημιουργήθηκε το τέλος του 1918, η ηγεσία του περιέλαβε αυτόματα πολλά επιφανή μέλη της POW… Η δημιουργία της λεγόμενης αντιπολίτευσης στο Πολωνικό Σοσιαλιστικό Κόμμα το 1919 είναι ένα παράδειγμα της πιο τολμηρής πολιτικής προβοκάτσιας αυτού του είδους. Η αντιπολίτευση, με επικεφαλής τους Żarski, Landy-Witkowski, Witold Szturm de Sztrem, περιλάμβανε εξέχοντες προβοκάτορες – μέλη της POW…

Γνωρίζοντας ότι το μέρος των μελών της POW που είχαν διεισδύσει στην ανώτατη διοίκηση του ΚΚ Πολωνίας και εργάζονταν άμεσα για να χρησιμοποιήσουν το Κόμμα για να συνεργαστούν με πολιτικά στελέχη υπεύθυνα για το πραξικόπημα [του Πιλσούντσκι] (Warski, Kostrzewa, Krajewski, Landy-Witkowski) θα μπορούσε σύντομα να ξεσκεπαστούν και να αποκλειστούν από τις κορυφαίες δομές του κόμματος, η POW διατηρούσε μια εφεδρεία (με επικεφαλής τον Leszczyński) που φαινομενικά αποστασιοποιήθηκαν από το πραξικόπημα του Μάη και επρόκειτο να αναλάβουν την ηγεσία του ΚΚ Πολωνίας σε περίπτωση που η ομάδα Warski είχε ηττηθεί…

Ξεκινώντας το 1920 και εντείνοντας μετά το πραξικόπημα του Μάη, η POW χρησιμοποίησε κανάλια του ΚΚ Πολωνίας και του Πολωνικού Τμήματος της Κομιντέρν στο οποίο εμφυτεύθηκαν τόσο εξέχοντα μέλη της POW όπως οι Sochacki-Bratkowski, Leszczyński, Próchniak Bertyński, Bronkowski και πολλοί άλλοι. Στόχευε σε μια συστηματική, μεγάλης κλίμακας μεταφορά των πρακτόρων της στην ΕΣΣΔ με το πρόσχημα των πολιτικών μεταναστών και (ανταλλασσόμενων) πολιτικών κρατουμένων. Ως πολιτικοί κρατούμενοι, τέτοιοι Πολωνοί κατάσκοποι μεταφέρθηκαν στην ΕΣΣΔ όπως οι Pilar, Budzyński, Naujokaitis, Wysocki, Dąbal, Bielewski. Άλλοι μεταφέρθηκαν ως πολιτικοί μετανάστες – Wiślak, Henryk Lauer (επικεφαλής του τομέα μεταλλουργίας στην επιτροπή σχεδιασμού της ΕΣΣΔ), Zdziarski, Henrykowski, Brzozowski και αρκετές δεκάδες και εκατοντάδες άλλοι κατάσκοποι που διείσδυσαν σε διάφορες μονάδες του κρατικού μηχανισμού, της βιομηχανίας και της γεωργίας στην ΕΣΣΔ…

Μια παρόμοια μαζική οργάνωση – το Ανεξάρτητο Αγροτικό Κόμμα δημιουργήθηκε στην κεντρική επικράτεια της Πολωνίας από έναν εξέχοντα πολιτικό προβοκάτορα και αξιωματικό της Διεύθυνσης ΙΙ του Πολωνικού Αρχηγείου – τον Wojewódzki, ειδικά για να επωφεληθεί από την επαναστατικοποιούμενη πολωνική αγροτιά και να τη χρησιμοποιήσει για να μεταφέρει κατασκόπους στην ΕΣΣΔ μεταμφιεσμένους ως αγρότες ακτιβιστές που δήθεν έσωζαν τη ζωή τους και διέφευγαν της δίωξης από την αστυνομία. Όλα τα αποδεικτικά στοιχεία της έρευνας στην υπόθεση που παρουσιάζονται αποδεικνύουν αναμφίβολα ότι η συντριπτική πλειοψηφία των λεγόμενων πολιτικών μεταναστών από την Πολωνία περιελάμβανε είτε μέλη της POW (πρόσφυγες από το βασικό πολωνικό έδαφος, συμπεριλαμβανομένων των Πολωνών Εβραίων) είτε πράκτορες του II Τμήματος του Πολωνικού Αρχηγείου ή αξιωματικούς της πολιτικής αστυνομίας (Πολωνοί, Ουκρανοί, Λευκορώσοι και άλλοι)»[5].

  1. Βιογραφικά στοιχεία για τους Πολωνούς κομμουνιστές

Στο παρόν μέρος θα παρουσιαστούν βιογραφικά στοιχεία για τους εκκαθαρισμένους Πολωνούς κομμουνιστές. Ο κατάλογος ασφαλώς είναι ελλιπής, περιλαμβάνοντας μόνο τα πιο γνωστά, ηγετικά στελέχη του πολωνικού κόμματος. Πριν προχωρήσουμε δεν είναι όμως άσκοπο να πούμε δυο λόγια για το ΚΚ Πολωνίας[6].

Το πολωνικό κόμμα δημιουργήθηκε το Δεκέμβρη του 1918 από τη συνένωση του SDKPiL, της παραδοσιακής σοσιαλδημοκρατίας της Πολωνίας, και του PPS-Αριστερά, μιας αριστερής, διεθνιστικής διάσπασης του Πολωνικού Σοσιαλιστικού Κόμματος (PPS) στα 1906 (το τελευταίο συγκέντρωνε τους μικροαστούς σοσιαλιστές, που αγωνίζονταν για την ανεξαρτησία της Πολωνίας από την τσαρική Ρωσία). Ήταν ένα από τα λίγα κόμματα της Κομιντέρν που δεν προέκυψε από μια ρήξη με τον καθολικά κυρίαρχο οπορτουνισμό, όπως συνέβηκε στη Γερμανία, Γαλλία, Ιταλία και αλλού. Απεναντίας, λόγω των δεσμών του με το ρωσικό κόμμα στο πλαίσιο της τσαρικής αυτοκρατορίας και κυρίως λόγω της προηγούμενης εργασίας της Ρόζας Λούξεμπουργκ, βασιζόταν σε μια δική του επαναστατική παράδοση.

Μετά το πέρας του πολέμου και την απόκτηση της ανεξαρτησίας της χώρας, υπήρξαν στην Πολωνία σημαντικοί εργατικοί αγώνες, όμως ποτέ, ακόμη και στη φάση της προέλασης του Κόκκινου Στρατού προς τη Βαρσοβία το 1920, αυτό δεν πλησίασε σε μια επανάσταση. Η καταστροφική ήττα του 1920 και η σχετική αδυναμία του κινήματος είχαν ως συνέπεια ένα κύμα σκληρών αντικομμουνιστικών διωγμών στα επόμενα χρόνια, το οποίο επαναλήφθηκε μετά το 1926 με την επιβολή της δικτατορίας του Πιλσούντσκι. Ουσιαστικά, το κόμμα σε όλη την περίοδο του Μεσοπολέμου βρισκόταν σε μια κατάσταση ημιπαρανομίας ή παρανομίας.

Οι συνθήκες αυτές εμπόδισαν να γίνει το κόμμα μαζικό, όπως εκείνα της Γερμανίας, ή της Γαλλίας. Ταυτόχρονα, όμως, εμποδίστηκε έτσι ο σχηματισμός μιας υπαλληλικού τύπου κομματικής γραφειοκρατίας, που έγινε το στήριγμα για τη «σταλινοποίηση» των κομμάτων της Κομιντέρν στο Μεσοπόλεμο. Η ηγεσία του ΚΚ Πολωνίας, παρά τις κατά καιρούς «συμμορφώσεις» σε πιέσεις, δεν συνδέθηκε οργανικά με το σταλινισμό· ακόμη και ο Λένσκι, που προώθησε τις σταλινικές κατευθύνσεις, δεν ήταν ένας τυπικός σταλινικός ηγέτης, στο στιλ των Τέλμαν, Τορέζ, κ.ά. Γενικά, τα σταλινικής κλίσης στελέχη όχι μόνο ήταν μειοψηφία, αλλά οι συμπάθειές τους στον Στάλιν κρατούσαν από τον Οκτώβρη και τον εμφύλιο, όταν είχαν εργαστεί στο Πολωνικό Τμήμα του υπό τον Στάλιν Λαϊκού Επιτροπάτου Εθνοτήτων, παρά από μια ενεργή στράτευση στο πλευρό του στις διαμάχες του κομμουνιστικού κινήματος. Από την άλλη μεριά, ακριβώς λόγω της κυριαρχίας της παράδοσης της Λούξεμπουργκ, δεν δημιουργήθηκαν στο κόμμα και οι παραδοσιακοί χωρισμοί στο πρότυπο του ρωσικού κόμματος σε δεξιά (μπουχαρινική) και αριστερή (τροτσκιστική) πτέρυγα, που συχνά αναπαράχθηκαν μιμητικά σε άλλα ευρωπαϊκά ΚΚ. Η κύρια εσωκομματική σύγκρουση προέκυψε το 1926, κατά την επιβολή της δικτατορίας του Πιλσούντσκι, όταν η πλειοψηφία της ηγεσίας υπό τον Βάρσκι κράτησε μια λαθεμένη «ουδέτερη» στάση, στην οποία αντιπαρατέθηκε μια σημαντική μειοψηφία υπό τον Λένσκι, που προσανατολίστηκε αργότερα στον Στάλιν. Ήταν έτσι μια πάλη πάνω σε ένα πραγματικό πολιτικό ζήτημα· όχι το είδος της σχεδόν χωρίς νόημα φραξιονιστικής πάλης που ταλαιπώρησε το ΚΚΕ στο δεύτερο μισό της δεκαετίας του 1920.

Η συνέπεια όλων αυτών ήταν να μπαίνουν στο κόμμα αφοσιωμένοι αγωνιστές, οι πιο αξιόλογοι από τους οποίους αναδεικνύονταν στην ηγεσία. Η εικόνα που προκύπτει από τις βιογραφίες τους είναι ότι επρόκειτο για έντιμα, προικισμένα στελέχη, διανοούμενους και εργάτες με πρωτοπόρα και γεμάτη αυτοθυσία δράση στην πολωνική κοινωνία. Πολλοί, πριν και κατά την παραμονή τους στην ΕΣΣΔ, είχαν αποκτήσει αξιόλογη μόρφωση, τελειώνοντας πανεπιστημιακές σχολές και συνεισφέροντας ως συγγραφείς, δημοσιολόγοι, επικεφαλής ιδρυμάτων, κ.ά., στη σοβιετική οικοδόμηση.

Στις σταλινικές εκκαθαρίσεις χάθηκαν όλα τα μέλη της ηγεσίας του ΚΚ Πολωνίας στα χρόνια του Μεσοπολέμου, τόσο της πτέρυγας του Βάρσκι όσο και εκείνης του Λένσκι, μέλη του ΠΓ και βουλευτές, μέλη της ΚΕ και συνδικαλιστές. Ακόμη, αγροτικοί ηγέτες που είχαν ενταχθεί στο κόμμα (Βογιεβόντσκι, Ντομπάλ) και άλλοι από μικρότερες ομάδες.

Αυτές οι περιπτώσεις παρουσιάζονται στα επόμενα. Τα στοιχεία προέρχονται από την αγγλική και πολωνική Wikipedia και άλλες αναφερόμενες πηγές στο Διαδίκτυο. Για λόγους χώρου δεν περιλήφθηκε μια μεγάλη ομάδα Πολωνών που είχαν πολεμήσει στο ρωσικό εμφύλιο με τον Κόκκινο Στρατό και αναδείχτηκαν σε επιφανείς αξιωματικούς του στην ΕΣΣΔ, οι οποίοι εξαλείφθηκαν επίσης ως «πράκτορες ξένων υπηρεσιών», αναφερόμενοι ρητά στη διαταγή 00485. Δεν περιλαμβάνονται επίσης κατώτερα στελέχη του ΚΚ Πολωνίας και απλοί ακτιβιστές που χάθηκαν στις διώξεις, καθώς και αγωνιστές που φυλακίστηκαν το 1937-1938, επέζησαν στις σταλινικές φυλακές και τα στρατόπεδα και απελευθερώθηκαν στα 1946-56. Παραλείπονται τέλος και οι Πολωνοί στρατιωτικοί στην ΕΣΣΔ που δεν ήταν μέλη του ΚΚ Πολωνίας είτε του SDKPiL. Τα κενά αυτά θα καλυφθούν σε μια άλλη ευκαιρία.

Adolf Warski (Jerzy Warszawski) (20 Απρίλη 1868, Βαρσοβία – 21 Αυγούστου 1937, Μόσχα).

Συνιδρυτής του SDKPiL το 1893, μέλος της ηγεσίας του στα 1902-13, συναγωνιστής της Λούξεμπουργκ στη Γερμανία. Συμμετείχε στην επανάσταση του 1905, όταν ήταν συντάκτης των κομματικών εντύπων Robotnik, Czerwony Sztandar κ.ά. Φυλακίστηκε πολλές φορές από τις τσαρικές αρχές. Διεθνιστής στα χρόνια του παγκόσμιου πολέμου, εκπροσώπησε το κόμμα στις αντιπολεμικές συνδιασκέψεις του Τσίμερβαλντ και του Κίνταλ.

Το 1918 ήταν συνιδρυτής του ΚΚ Πολωνίας, μέλος της ΚΕ στα 1919-29 και του ΠΓ στα 1923-29 (με ένα διάλειμμα), ηγέτης της «πλειοψηφίας» του κόμματος και εκδότης του θεωρητικού οργάνου του Nowy Przegląd. Βουλευτής στα 1926-27 και 1928-29, έδωσε με τους λόγους του στο κοινοβούλιο ένα έξοχο παράδειγμα στον αγώνα ενάντια στον δικτάτορα Πιλσούντσκι. Το 1929 κατηγορήθηκε για «δεξιές παρεκκλίσεις» και απομακρύνθηκε από την ηγεσία και το 1930 από όλες τις κομματικές λειτουργίες με παρέμβαση της σταλινικής πλέον Κομιντέρν. Έμεινε στη Μόσχα, όπου εργάστηκε στο Ινστιτούτο Μαρξ-Ένγκελς-Λένιν. Αντιτάχθηκε στην επικράτηση του σταλινισμού στην ΕΣΣΔ και την Κομιντέρν.

Στις 12 Ιουλίου 1937 συνελήφθη από το NKVD. Στις 21 Αυγούστου το Στρατιωτικό Κολλέγιο του Ανωτάτου Δικαστηρίου της ΕΣΣΔ τον καταδίκασε σε θάνατο με την κατηγορία ότι ανήκε στην POW. Εκτελέστηκε την ίδια μέρα[7].

 

Maksymilian Horwitz (Henryk Walecki) (27 Αυγούστου ή 6 Σεπτέμβρη 1877, Βαρσοβία – 20 Σεπτέμβρη 1937, Μόσχα)

Με σπουδές μαθηματικών και φυσικής στη Γάνδη, από νεαρός ήταν ενεργός στην οργάνωση της Βαρσοβίας του Πολωνικού Σοσιαλιστικού Κόμματος (PPS). Στα 1905-1906 φυλακίστηκε στη Βαρσοβία. Μετά τη διάσπαση του PPS το 1906 εντάχθηκε στο PPS-Αριστερά. Ήταν ιδρυτικό μέλος του ΚΚ Πολωνίας το 1918. Στα 1918-19 και 1923-25 ήταν μέλος της ΚΕ του κόμματος και στα 1923-24 μέλος του ΠΓ και το 1922 μέλος της ΕΕΚΔ.

Στα 1919-20 φυλακίστηκε στη Βαρσοβία και κατόπιν στο στρατόπεδο Dąbie, από όπου δραπέτευσε το Δεκέμβρη του 1920. Από τα 1921 στην Κομιντέρν, εργάστηκε σε Ισπανία, Βέλγιο και Ελλάδα. Μέλος της ομάδας του Βάρσκι, μετά το 1926 απομακρύνθηκε από την Κομιντέρν. Από το 1925 ήταν μέλος του ΠΚΚ (Μπ) και από το 1926 έμενε στην ΕΣΣΔ. Στα 1935-37 διετέλεσε πολιτικός γραμματέας του περιοδικού Κομμουνιστική Διεθνής και μέλος της Διεθνούς Επιτροπής Ελέγχου της Κομιντέρν.

Συνελήφθη από το NKVD στις 21 Ιούνη 1937. Στις 20 Σεπτέμβρη καταδικάστηκε σε θάνατο από το Στρατιωτικό Κολέγιο του Ανωτάτου Δικαστηρίου της ΕΣΣΔ για συμμετοχή σε αντεπαναστατική τρομοκρατική οργάνωση και εκτελέστηκε την ίδια μέρα[8].

 

Maria Koszutska (Wera Kostrzewa) (2 Φλεβάρη 1876, Główczyn – 9 Ιούλη 1939, Μόσχα)

Δασκάλα, ηγέτης και θεωρητικός του PPS-Αριστερά και του ΚΚ Πολωνίας, εντάχθηκε στο PPS το 1902. Το 1903 συνελήφθη και φυλακίστηκε στη Βαρσοβία και το 1904 εξορίστηκε στη Σιβηρία. Επέστρεψε στη Βαρσοβία, αλλά συνελήφθη και δραπέτευσε το 1906.

Στα 1908-14 ήταν συντάκτρια στον κομματικό Τύπο. Το Δεκέμβρη του 1918 εκλέχτηκε στην ΚΕ του ΚΚ Πολωνίας στο ιδρυτικό του συνέδριο. Το 1919 συμμετείχε στη δημιουργία των πολωνικών σοβιέτ και φυλακίστηκε πάλι στις αρχές του 1920 και το 1921. Αργότερα έμεινε στο εξωτερικό, περνώντας στην Πολωνία παράνομα αρκετές φορές.

Το 1924, όταν η ηγεσία του ΚΚ Πολωνίας κατηγορήθηκε από τον Στάλιν ότι υποστήριζε τους τροτσκιστές και ότι έσπαζε τα κόκκαλα της Κομιντέρν, απάντησε σε μια συνεδρίαση με τον Στάλιν παρόντα:

«Οι κατηγορίες του συντρόφου Στάλιν για την υποστήριξή μας σε ευκαιριακές τάσεις στα ρωσικά και γερμανικά κόμματα είναι εντελώς αβάσιμες. Στην Κομμουνιστική μας Διεθνή, τα σπασμένα κόκαλα δένουν. Φοβάμαι όμως κάτι άλλο: ακριβώς λόγω του ιδιαίτερου προνομίου σας, είστε επικίνδυνοι όχι για τους ανθρώπους που, όπως εμείς, σπάνε κόκαλα, αλλά για εκείνους που δεν έχουν καθόλου κόκαλα».

Με διακοπές παρέμεινε μέρος της ΚΕ του κόμματος στα 1918-29 και του ΠΓ στα 1923-29. Μετά το 1929 έζησε στην ΕΣΣΔ, όπου αντιτάχθηκε στο σταλινισμό. Συνελήφθη το 1937, κατηγορήθηκε για εθνικισμό και τροτσκισμό και καταδικάστηκε σε 10 χρόνια φυλάκιση. Πέθανε στη φυλακή[9].

Ο σύζυγός της Józef Feliks Ciszewski (15 Δεκέμβρη 1876, Uładówka – 25 Ιανουαρίου 1938, Μόσχα), ηλεκτρολόγος μηχανικός, ανήκε από το 1899 στο PPS και από το 1906 στο PPS-Αριστερά. Ιδρυτικό μέλος του ΚΚ Πολωνίας και μέλος της ΚΕ του, συνελήφθη και φυλακίστηκε στη Βαρσοβία. Από το 1921 έμενε μόνιμα στην ΕΣΣΔ, όπου εργάστηκε σαν ανώτερο στέλεχος του Ανώτατου Συμβουλίου Εθνικής Οικονομίας της ΕΣΣΔ. Στις 28 Οκτώβρη 1937 συνελήφθη από το NKVD, καταδικάστηκε σε θάνατο στις 25 Ιανουαρίου 1938, και εκτελέστηκε την ίδια μέρα[10].

 

Jakub Fürstenberg (Jacob Hanecki) (15 Μάρτη 1879, Βαρσοβία – 26 Νοέμβρη 1937, Μόσχα)

Σπούδασε στο Βερολίνο, τη Χαϊδελβέργη και τη Ζυρίχη. Συμμετείχε στο πολωνικό εργατικό κίνημα από το 1896 και εντάχτηκε στο SDKPiL, όντας ένας από τους κύριους ηγέτες του στα 1903-09. Πήρε ενεργά μέρος στην επανάσταση του 1905 στην Πολωνία και φυλακίστηκε επανειλημμένα. Από το 1907 ήταν μέλος του ΡΣΔΕΚ, συντασσόμενος με τους Μπολσεβίκους. Μέλος της ΚΕ του ΡΣΔΕΚ από το 1907 και μέλος του Ρωσικού Γραφείου της ΚΕ στα 1908-10. Το καλοκαίρι του 1912 οργάνωσε τη μετακίνηση του Λένιν από το Παρίσι στην Κρακοβία και έγινε έμπιστος και βοηθός του. Από το Μάρτη του 1914, έζησε με τον Λένιν στο Πορονίν στα ρωσοαυστριακά σύνορα και όταν, μετά το ξέσπασμα του πολέμου, η τοπική χωροφυλακή συνέλαβε τον Λένιν, ο Γκανέτσκι βοήθησε στην απελευθέρωσή του και τη μετάβασή του στην Ελβετία.

Το 1917 έγινε μέλος του Γραφείου Εξωτερικών του ΠΚΚ (Μπ). Από το 1918 ήταν στέλεχος του Λαϊκού Επιτροπάτου Οικονομικών της ΡΣΟΣΔ, επίτροπος και διευθυντής της Λαϊκής Τράπεζας. Στα 1921-23 ήταν μέλος του Συμβουλίου Εξωτερικών Υποθέσεων, στα 1923-30 μέλος του Συμβουλίου του Λαϊκού Επιτροπάτου Εξωτερικού Εμπορίου της ΕΣΣΔ και στα 1930-35 μέλος του Προεδρείου του Ανώτατου Οικονομικού Συμβουλίου της ΡΣΟΣΔ.

Στις 18 Ιούλη 1937 συνελήφθη για διενέργειας κατασκοπίας υπέρ της Πολωνίας και της ναζιστικής Γερμανίας, καταδικάστηκε σε θάνατο και εκτελέστηκε στις 26 Νοέμβρη[11].

 

Henryk SteinDomski (5 Σεπτέμβρη 1883 – 26 Οκτώβρη 1937)

Μέλος στο SDKPiL από το 1904, το 1906 συνελήφθη δυο φορές και φυλακίστηκε ως το 1907. Το 1911, όταν ο Λένιν μετακινήθηκε στη Βαρσοβία, ο Ντόμσκι συνεργάστηκε μαζί του στην κυκλοφορία της Πράβντα.

Στην επανάσταση του 1917 υποστήριξε τους Μπολσεβίκους και από το Δεκέμβρη του 1918 μέλος της ΚΕ του ΚΚ Πολωνίας και από τους ηγετικούς προπαγανδιστές του. Το 1919 συνελήφθη και φυλακίστηκε στη Βαρσοβία. Το 1920 επέκρινε την προέλαση του Κόκκινου Στρατού στη Βαρσοβία, υποστηρίζοντας ότι η δικτατορία του προλεταριάτου θα επιβίωνε στην Πολωνία μόνο αν ήταν αποτέλεσμα μιας εσωτερικής επαναστατικής διαδικασίας. Στο 4ο Συνέδριο της Κομιντέρν, υποστήριξε υπεραριστερές θέσεις, αντιτασσόμενος στο ενιαίο μέτωπο και στη διανομή της γης στους αγρότες.

Όταν η ηγεσία του κόμματος απομακρύνθηκε το 1924, ο Ντόμσκι επέστρεψε παράνομα στην Πολωνία και ανέλαβε τη διοίκησή του. Το 1925 έγινε Γενικός Γραμματέας του κόμματος, εκδιώχτηκε όμως με παρέμβαση του Στάλιν ως υποστηρικτής του Ζινόβιεφ και αποβλήθηκε από την ΚΕ. Το 1927 υποστήριξε την αντιπολίτευση των Τρότσκι – Ζινόβιεφ. Διαγράφηκε από το κόμμα το 1928 και συνελήφθη. Στη συνέχεια, αφού αποκήρυξε την αντιπολίτευση, επέστρεψε στη Μόσχα και εργάστηκε ως δημοσιογράφος και συγγραφέας. Τον Απρίλη του 1930 επανήλθε στο κόμμα.

Στις αρχές του 1935 ο Ντόμσκι αποβλήθηκε εκ νέου από το ΚΚ Πολωνίας. Συνελήφθη στις 3 Νοέμβρη 1936 και εκτελέστηκε στις 26 Οκτώβρη 1937[12].

Julian Leszczyński (Lenski) (8 Ιανουαρίου 1889, Płock – 20 Αυγούστου 1939, Μόσχα)

Πήρε μέρος στην επανάσταση του 1905 όταν και προσχώρησε στο SDΚPiL. Το 1909-12 σπούδασε φιλοσοφία στην Κρακοβίας και εργάστηκε ως οργανωτής του κόμματος. Στη διάσπαση του SDΚPiL το 1912 υποστήριξε την προσκείμενη στους Μπολσεβίκους αντιπολίτευση των Γκανέτσκι και Ράντεκ. Συνελήφθη τον Οκτώβρη του 1913 και ξανά το 1914, όταν μεταφέρθηκε στο φρούριο Οριόλ και αργότερα εξορίστηκε στο Μτσενσκ.

Στην Πετρούπολη το Φλεβάρη του 1917, εκπροσώπησε το SDΚPiL στη Συνδιάσκεψη των Μπολσεβίκων τον Απρίλη. Στην εξέγερση του Οκτώβρη έλαβε μέρος στην κατάληψη του κεντρικού ταχυδρομείου. Στη νέα σοβιετική κυβέρνηση διορίστηκε Επίτροπος Πολωνικών Υποθέσεων στο Λαϊκό Επιτροπάτο Εθνοτήτων υπό τον Στάλιν.

Το 1924 εργάστηκε για την Κομιντέρν στο Βερολίνο, το Παρίσι και τη Βαρσοβία. Συνελήφθη στη Βαρσοβία τον Οκτώβρη, αλλά έκανε μια τολμηρή απόδραση όταν μεταφέρθηκε στο δικαστήριο. Εκλέχτηκε στην ΚΕ του KΚ Πολωνίας το 1925 και στο ΠΓ το 1926. Στα 1929-37 ήταν ΓΓ του κόμματος και μέλος της ΕΕΚΔ. Στα 1929-33 κατεύθυνε το παράνομο κόμμα από το Βερολίνο και αργότερα, όταν οι ναζί κατέλαβαν την εξουσία, από την Κοπεγχάγη και το Παρίσι.

Αν και υποστηρικτής του Στάλιν, τον Ιούνη του 1937 κλήθηκε στη Μόσχα, όπου συνελήφθη στις 20 Ιούνη από το NKVD. Υπάρχει αμφιβολία αν εκτελέστηκε αμέσως ή αν πέθανε στις 20 Αυγούστου 1939[13].

 

Sylwester Wojewódzki (1892, Πσκοφ – 25 Απρίλη 1938, Μόσχα)

Καταγόμενος από μια πατριωτική οικογένεια ευγενών, συμμετείχε από το γυμνάσιο στο κίνημα της πολωνικής ανεξαρτησίας. Στα 1913-14 εντάχθηκε στο PPS-Επαναστατική Φράξια. Στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο συνδέθηκε με τον Πιλσούντσκι. Στην ανεξάρτητη Πολωνία μετά το 1918 ανέλαβε σημαντικές θέσεις στον πολωνικό στρατό. Συμμετείχε στην εισβολή στη Σοβιετική Ρωσία και παρασημοφορήθηκε από τις αστικές αρχές της χώρας.

Μετά έφυγε από το στρατό και, προσβλέποντας στη δημιουργία μιας δημοκρατικής Πολωνίας, προσχώρησε στο αγροτικό αριστερό κόμμα PSL «Wyzwolenie». Καθώς το αγροτικό ζήτημα στην Πολωνία παρέμενε άλυτο, με τους ευγενείς να κατέχουν την περισσότερη γη, οι απόψεις του γίνονταν αυξανόμενα ριζοσπαστικές. Απαιτώντας να πραγματοποιηθεί η μεταρρύθμιση της γης χωρίς εξαγορά, την άνοιξη του 1924 μοίρασε ένα μεγάλο κτήμα του στους αγρότες που εργάζονταν εκεί, κρατώντας ένα διώροφο σπίτι και ένα οπωρώνα για την οικογένειά του.

Το 1924 δημιούργησε το Ανεξάρτητο Κόμμα Χωρικών (NPC), στο οποίο εντάχτηκαν 6 βουλευτές. Το κόμμα στο Σέιμ συνεργαζόταν στενά με το ΚΚ Πολωνίας. Τότε έκανε ένα ταξίδι στην ΕΣΣΔ, που του εδραίωσε την πεποίθηση ότι το αγροτικό ζήτημα είχε λυθεί εκεί επιτυχώς.

Ο Wojewódzki κράτησε μια μάλλον ευνοϊκή στάση στο πραξικόπημα του Πιλσούντσκι, βλέποντας όμως την πολιτική του έγινε αμείλικτος εχθρός του. Ως αποτέλεσμα, η ασυλία των βουλευτών του κόμματος άρθηκε επανειλημμένα και ο Τύπος του απαγορεύτηκε. Τον Ιανουάριο του 1927 το κόμμα αποκλείστηκε από το Σέιμ και το Μάρτη απαγορεύτηκε. Ο Wojewódzki κατηγορήθηκε ότι κατά την υπηρεσία του στον πολωνικό στρατό ήταν σοβιετικός πράκτορας, αλλά στη δίκη που έγινε αθωώθηκε.

Στις αρχές του 1928 προσχώρησε στο ΚΚ Πολωνίας και εργάστηκε στο Αγροτικό Τμήμα της ΚΕ. Ίδρυσε ένα νόμιμο αγροτικό κόμμα και έγινε εκπρόσωπός του στη Διεθνή των Αγροτών. Το 1928 διέμεινε στην ΕΣΣΔ. Εκ μέρους της ΚΕ του ΚΚ Πολωνίας, συμμετείχε στο Ευρωπαϊκό Συνέδριο Αγροτών στις 27-29 Μάρτη 1930 στο Βερολίνο. Μετά τη λήξη του συνελήφθη και διατάχθηκε να εγκαταλείψει τη Γερμανία. Γνωρίζοντας ότι στην Πολωνία κινδύνευε να συλληφθεί, αποφάσισε να μεταναστεύσει στην ΕΣΣΔ.

Τον Ιούνη του 1931 αναχώρησε στο Λένινγκραντ. Μετά την αποβίβασή του συνελήφθη από την OGPU και στις 16 Μάρτη 1933 καταδικάστηκε για κατασκοπία από το κολέγιο της OGPU σε φυλάκιση 10 ετών και φυλακίστηκε στο Jarosławl. Στις 25 Απριλίου 1938 το Στρατιωτικό Κολλέγιο του Ανωτάτου Δικαστηρίου της ΕΣΣΔ τον καταδίκασε σε θάνατο για συμμετοχή σε αντι-σοβιετική ανατρεπτική και τρομοκρατική οργάνωση. Εκτελέστηκε στην Κομουνάρκα κοντά στη Μόσχα την ίδια μέρα[14].

 

Tomasz Dąbal (29 Δεκέμβρη 1890, Sobowie – 21 Αυγούστου 1937, Μόσχα)

Σπούδασε νομικά στη Βιέννη και ιατρική στην Κρακοβία. Το 1911 εντάχθηκε στο Πολωνικό Αγροτικό Κόμμα και το 1920 στο ΚΚ Πολωνίας.

Βουλευτής στο Σέιμ, λίγες μέρες πριν από τη Μάχη του Βιστούλα δήλωσε σε ένα λόγο του: «Δεν θεωρώ τον Κόκκινο Στρατό ως εχθρό. Αντιθέτως, τον καλωσορίζω ως φίλο του Πολωνικού Έθνους». Με αυτή την αφορμή το Νοέμβρη του 1921 του αφαιρέθηκε η βουλευτική ασυλία, παραπέμφθηκε σε δίκη και καταδικάστηκε σε 6 χρόνια φυλακή. Το 1923, ως μέρος ανταλλαγής πολιτικών κρατουμένων, έφυγε για την ΕΣΣΔ, όπου στα 1923-28 ήταν Αναπληρωτής Γενικός Γραμματέας της Αγροτικής Διεθνούς. Διετέλεσε ακόμη Αναπληρωτής Γενικός Γραμματέας του Διεθνούς Οργανισμού Βοήθειας στους Επαναστάτες (MOPR). Φοίτησε στο Ινστιτούτο Κόκκινων Καθηγητών στη Μόσχα (1930-32), δημοσίευσε πάνω από 200 επιστημονικά άρθρα και στα 1934-35 ήταν αντιπρόεδρος της Ακαδημίας Επιστημών της Λευκορωσίας.

Στις 29 Δεκέμβρη 1936 συνελήφθη από το NKVD. Το εναντίον του κατηγορητήριο περιλάμβανε ένα σχέδιό του για τη σύνδεση του Εύξεινου Πόντου και της Βαλτικής Θάλασσας μέσω καναλιών και ένα άλλο για την αποξήρανση ελών στην πολωνοσοβιετική μεθόριο. Κατά το κατηγορητήριο, το πρώτο σχέδιο απέβλεπε «να διευκολύνει την είσοδο πολωνικών πολεμικών πλοίων στο σοβιετικό έδαφος», ενώ το δεύτερο «να διευκολυνθούν οι επιθετικές δραστηριότητες του πολωνικού στρατού στο μελλοντικό πολωνο-σοβιετικό πόλεμο». Μετά από βασανιστήρια, ο Ντομπάλ ομολόγησε την «ενοχή» του σε όλες τις κατηγορίες. Στις 21 Αυγούστου 1937 καταδικάστηκε σε θάνατο από το Στρατιωτικό Κολλέγιο του Ανωτάτου Δικαστηρίου της ΕΣΣΔ για «συμμετοχή σε κατασκοπευτική οργάνωση». Εκτελέστηκε την ίδια μέρα στη φυλακή του Λεφόρτοβο[15].

 

Kazimierz Cichowski (7 Δεκέμβρη 1887, Ostrowiec Świętokrzyski – 29 Οκτωβρίου 1937, Μόσχα)

Εντάχθηκε στο SDKPiL το 1907. Στα 1907-13 σπούδασε στη Λιέγη και τη Σορβόννη. Το 1917 προσχώρησε στο ΠΚΚ (Μπ). Το Νοέμβρη του 1917 ήταν Πρόεδρος της Κεντρικής Εκτελεστικής Επιτροπής (ΚΕΕ) του Σοβιέτ της Λιθουανίας-Λευκορωσίας. Το Δεκέμβρη έγινε Αναπληρωτής Λαϊκός Επίτροπος Εθνοτήτων για τις Πολωνικές Υποθέσεις στο Σοβναρκόμ, την κεντρική σοβιετική κυβέρνηση.

Το 1919 ήταν μέλος της προσωρινής Revkom της Λιθουανίας. Από το Φλεβάρη του 1919 ως τον Ιούλη του 1920 διετέλεσε πρόεδρος της ΚΕΕ της Σοβιετικής Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας της Λιθουανίας-Λευκορωσίας και συμμετείχε στην κυβέρνησή της. Αργότερα ήταν μέλος του πολιτικού τμήματος του Δυτικού Μετώπου.

Το 1920 έγινε μέλος της ΚΕ του ΚΚ Δυτικής Ουκρανίας (μέρους της Πολωνίας). Το 1923 φυλακίστηκε από τις πολωνικές αρχές για τρία χρόνια. Απελευθερώθηκε το 1925, όταν και έγινε μέλος της ΚΕ, του ΠΓ και της γραμματείας του ΚΚ Πολωνίας. Στα 1927-29 ήταν γραμματέας της κομμουνιστικής ομάδας στο πολωνικό Σέιμ. Το 1929 συνελήφθη ξανά και το 1930 καταδικάστηκε σε 8 χρόνια φυλάκιση. Το 1932 απελευθερώθηκε σε μια ανταλλαγή κρατουμένων και ήρθε στην ΕΣΣΔ όπου εργάστηκε στην ΕΕΚΔ. Τον Ιανουάριο-Ιούλη του 1937 ήταν στην Ισπανία, επικεφαλής του Τμήματος Στελεχών των Διεθνών Ταξιαρχιών.

Τον Αύγουστο του 1937 ανακλήθηκε στη Μόσχα, συνελήφθη τότε ή τον Οκτώβρη, καταδικάστηκε και εκτελέστηκε στις 29 Οκτώβρη[16].

 

Saul Amsterdam (Gustaw Henrykowski) (17 Μάρτη 1898, Nowy Sącz – 1 Νοέμβρη 1937, Μόσχα)

Εβραϊκής καταγωγής νομικός, δραστηριοποιήθηκε από νεαρός σε σοσιαλιστικές οργανώσεις. Το 1921 συμμετείχε στο 1ο Συνέδριο της Προφιντέρν και έγινε μέλος του ΚΚ Πολωνίας. Συμμετείχε στα συνέδρια της Κομιντέρν, από το 4ο το 1922 ως το 7ο του 1935. Από τους βασικούς κομματικούς ηγέτες στο Μεσοπόλεμο, ήταν στα 1923 μέλος της ΚΕ, στα 1928-1930 μέλος της Εθνικής Γραμματείας της ΚΕ και στα 1933-34 μέλος του ΠΓ. Αξιόλογος δημοσιολόγος με ευρείες γνώσεις στην εβραϊκή κουλτούρα.

Στις 25 Απρίλη 1937 συνελήφθη από το NKVD. Την 1η Νοέμβρη καταδικάστηκε σε θάνατο από το Στρατιωτικό Κολέγιο του Ανωτάτου Δικαστηρίου της ΕΣΣΔ για συμμετοχή σε αντεπαναστατική οργάνωση και εκτελέστηκε την ίδια μέρα[17].

 

Franciszek Grzelszczak (1 Ιανουαρίου 1881, Βαρσοβία – 25 Δεκέμβρη 1937, Μόσχα)

Κλειδαράς-μηχανικός, από το 1904 μέλος του SDKPiL, πήρε μέρος στην επανάσταση του 1905. Το Μάη του 1907 συμμετείχε στο 5ο Συνέδριο του ΡΣΔΕΚ στο Λονδίνο. Συνελήφθη και εξορίστηκε· μετά την επιστροφή του ήταν μέλος της Επιτροπής Πόλης Βαρσοβίας του SDKPiL.

Μετά το Φλεβάρη του 1917 εξελέγη μέλος της Στρατιωτικής Επιτροπής του Σοβιέτ του Δυτικού Μετώπου για τους Μπολσεβίκους. Τον Οκτώβρη εκλέχθηκε στο 2ο Πανρωσικό Συνέδριο των Σοβιέτ στην Πανρωσική Κεντρική Εκτελεστική Επιτροπή των Σοβιέτ (ΠΚΕΕ) και κατόπιν στη Συντακτική Συνέλευση με τη λίστα των Μπολσεβίκων. Διετέλεσε στέλεχος του Στρατιωτικού Τμήματος της ΠΚΕΕ, από τα τέλη του 1917 γραμματέας της Cheka και στέλεχος στο Λαϊκό Επιτροπάτο Εθνοτήτων. Το 1918 επέστρεψε στην Πολωνία, συνελήφθη στη Βαρσοβία και φυλακίστηκε. Απελευθερώθηκε το Νοέμβρη του 1918 και εκλέχθηκε πρόεδρος των Εργατικών Συμβουλίων στη Βαρσοβία.

Με την ίδρυση του ΚΚ Πολωνίας το Δεκέμβρη του 1918 έγινε μέλος της ΚΕ και του ΠΓ και γραμματέας τμημάτων της ΚΕ του κόμματος. Το Μάη του 1925 συνελήφθη, φυλακίστηκε και το 1928 πέρασε στην ΕΣΣΔ σε μια ανταλλαγή κρατουμένων. Εκλέχθηκε μέλος της ΕΕΚΔ στο 5ο Συνέδριο και από το 1935 μέλος της Διεθνούς Επιτροπής Ελέγχου της Κομιντέρν, με δράση στην Προφιντέρν και τη MOPR.

Το 1937 συνελήφθη από το NKVD και εκτελέστηκε στις 25 Δεκέμβρη[18].

 

Stefan Królikowski (26 Νοέμβρη 1881, Βαρσοβία – 21 Αυγούστου 1937, Μόσχα)

Κηπουρός, μέλος του PPS από το 1900, στα 1901-06 συνελήφθη και φυλακίστηκε πολλές φορές. Το Μάρτη του 1907, καταδικάστηκε σε φυλάκιση 5 ετών. Το 1911 επέστρεψε στην Πολωνία και στα 1912-15 ήταν μέλος της ΚΕ του PPS-Αριστερά. Το 1915 συνελήφθη από τις τσαρικές αρχές και εξορίστηκε στην Ανατολική Σιβηρία.

Μετά την επανάσταση του Φλεβάρη απελευθερώθηκε, δημιούργησε ένα τμήμα του PPS στην Πετρούπολη και είχε πόστα στα σοβιέτ της πόλης. Τον Απρίλη του 1918 επέστρεψε στην Πολωνία. Συνιδρυτής του ΚΚ Πολωνίας και μέλος της ΚΕ, τον Ιανουάριο του 1919 συνελήφθη και φυλακίστηκε. Το 1921 εκπροσώπησε το ΚΚ Πολωνίας στο 3ο Συνέδριο της Κομιντέρν και εκλέχθηκε στην ΕΕΚΔ και στο Κεντρικό Συμβούλιο της Προφιντέρν. Το 1921 συνελήφθη και καταδικάστηκε σε τρία χρόνια φυλακή. Κατά τη διάρκεια του εγκλεισμού του εξελέγη στο Σέιμ. Στο 2ο Συνέδριο του ΚΚ Πολωνίας το 1923 έγινε μέλος του ΠΓ. Τον Ιούλη του 1924 απομακρύνθηκε από την ηγεσία ως εκπρόσωπος της δεξιάς πτέρυγας. Το Νοέμβρη έγινε πρόεδρος της κομμουνιστικής ομάδας στο Σέιμ. Στα 1925-26 διέμενε στην ΕΣΣΔ καθώς κινδύνευε να συλληφθεί στην Πολωνία και από το 1929 ξανά στην ΕΣΣΔ.

Στις 11 Μάη 1937 συνελήφθη από το NKVD και κατηγορήθηκε ότι ανήκε στην POW. Στις 21 Αυγούστου 1937 καταδικάστηκε σε θάνατο από το Στρατιωτικό Κολλέγιο του Ανωτάτου Δικαστηρίου της ΕΣΣΔ και εκτελέστηκε την ίδια μέρα[19].

 

Edward Próchniak (4 Δεκέμβρη 1888, Puławy – 21 Αυγούστου 1937, Μόσχα)

Προσχώρησε στο SDKPiL το 1903. Το 1912 φυλακίστηκε στη Βαρσοβία. Μετά τη Ρωσική Επανάσταση, ηγήθηκε τμήματος του Λαϊκού Επιτροπάτου Εθνοτήτων στη Ρωσία. Κατά τον πολωνο-σοβιετικό πόλεμο διορίστηκε γραμματέας της Προσωρινής Επαναστατικής Επιτροπής, της κομμουνιστικής αρχής στην υπό τον Κόκκινο Στρατό Πολωνία. Στα 1921-24 εκπροσώπησε το ΚΚ Πολωνίας στην Κομιντέρν και ήταν μέλος της ΕΕΚΔ στα 1922-37 και του Προεδρείου της στα 1925-30. Ήταν μέλος του ΠΓ του ΚΚ Πολωνίας στα 1936-37.

Ο Próchniak κλήθηκε από το Παρίσι στη Μόσχα τον Ιούλη του 1937 και συνελήφθη στις 8 Ιούλη από το NKVD. Φυλακίστηκε στη Λουμπιάνκα και ανακρίθηκε στο Μπουτίρκι, όπου είχε φυλακιστεί και στην τσαρική εποχή. Παρά τα βασανιστήρια, αρνήθηκε τις κατηγορίες ότι ήταν πράκτορας της POW. Καταδικάστηκε σε θάνατο στις 21 Αυγούστου 1937 και εκτελέστηκε την ίδια μέρα[20].

 

Tadeusz Żarski (29 Ιούνη 1896, Piotrków Trybunalski – 22 Ιούλη 1934, Μόσχα)

Στα 1914-19 ήταν μέλος στο PPS. Στα 1914-16 φυλακίστηκε από τις τσαρικές αρχές και πέρασε στην αριστερά του κόμματος. Το 1918 επέστρεψε στην Πολωνία και τον Ιανουάριο του 1919 εξελέγη στο σοβιέτ της Βαρσοβίας. Αποχώρησε από το PPS και στα 1920-1921 ήταν μέλος του ΚΚ Γερμανίας και του ΚΚ Άνω Σιλεσίας.

Από το 1921 ήταν ενεργός στο ΚΚ Πολωνίας. Το 1925 έγινε μέλος του ΠΓ, στα 1925-27 ήταν μέλος της ΚΕ και στα 1929-30 βουλευτής. Το Μάη του 1930 συνελήφθη επειδή κάλεσε σε αντίσταση στις αρχές σε μια συγκέντρωση ανέργων και στα 1930-32 φυλακίστηκε. Το Σεπτέμβρη του 1932 έφυγε στην ΕΣΣΔ σε μια ανταλλαγή κρατουμένων και εργάστηκε στο Ινστιτούτο Παγκόσμιας Οικονομίας και Παγκόσμιας Πολιτικής.

Στις 9 Απρίλη 1934 συνελήφθη από την OGPU. Στις 16 Ιούλη 1934 καταδικάστηκε σε θάνατο για προβοκατόρικες δραστηριότητες και εκτελέστηκε στις 22 Ιούλη.

Η σύζυγός του, Zofia Maciejewska-Żarska συνελήφθη στις 28 Απρίλη 1934 και καταδικάστηκε σε 10 χρόνια στα γκούλαγκ. Το 1941 καταδικάστηκε σε θάνατο και εκτελέστηκε. Ο αδελφός του Mieczysław (1888-1944) δολοφονήθηκε από τους Ουκρανούς εθνικιστές, και ο άλλος αδελφός του Witold (1899-1940) ήταν θύμα της σφαγής του Κατίν[21].

 

Jan Paszyn (8 Μάη 1892, Stawiska – 11 Δεκέμβρη 1937, Μόσχα)

Κλειδαράς, μέλος του SDKPiL στα 1913-18 και του ΚΚ Πολωνίας από το 1918, συνδικαλιστής στους εργάτες της Βαρσοβίας. Το 1925 έγινε αναπληρωματικό και κατόπιν τακτικό μέλος της ΚΕ και του ΠΓ του κόμματος, μένοντας ως το 1937 με μικρές διακοπές. Το 1929 δικάστηκε και φυλακίστηκε. Το 1932, ως μέρος μιας ανταλλαγής κρατουμένων, ήρθε στην ΕΣΣΔ. Εκπροσώπησε το ΚΚ Πολωνίας στο 7ο Συνέδριο της Κομιντέρν το 1935.

Στις 11 Σεπτέμβρη 1937 συνελήφθη από το NKVD. Στις 11 Δεκέμβρη καταδικάστηκε σε θάνατο από το Στρατιωτικό Κολλέγιο του Ανωτάτου Δικαστηρίου της ΕΣΣΔ για συμμετοχή σε κατασκοπευτική τρομοκρατική οργάνωση και εκτελέστηκε την ίδια μέρα στην Κομουνάρκα[22].

 

Stanisław Burzyński (13 Νοέμβρη 1892, Βαρσοβία – 20 Σεπτέμβρη 1937, Μόσχα)

Εντάχθηκε στο ΚΚ Πολωνίας το 1921. Από το 1924 μέλος της Επιτροπής Βαρσοβίας του κόμματος και επικεφαλής του Επαγγελματικού Τμήματός της. Το 1927, στο 4ο Συνέδριο, εξελέγη όντας απών αναπληρωματικό μέλος της ΚΕ. Τον Αύγουστο του 1930 εξελέγη την ΚΕ του κόμματος και το 1932 στο ΠΓ. Στα 1930-32 ήταν βουλευτής στο Σέιμ και από το Σεπτέμβρη του 1931 στέλεχος της Προφιντέρν. Το Μάρτη του 1932 το Σέιμ του στέρησε την έδρα του λόγω της κομμουνιστικής του δραστηριότητας. Απειλούμενος με σύλληψη, μετανάστευσε στην Κοπεγχάγη και το Βερολίνο. Από το Μάρτη του 1934 γραμματέας της Προφιντέρν και επικεφαλής του τμήματος Πολωνίας-Βαλτικής, συμμετείχε το 1935 στο 7ο Συνέδριο της Κομιντέρν. Το Φλεβάρη του 1936 απομακρύνθηκε από το ΠΓ και την ΚΕ.

Στις 23 Ιούλη 1937 συνελήφθη από το NKVD στη Μόσχα. Στις 20 Σεπτέμβρη καταδικάστηκε από το Στρατιωτικό Κολλέγιο του Ανωτάτου Δικαστηρίου της ΕΣΣΔ για συμμετοχή σε τρομοκρατική οργάνωση και εκτελέστηκε την ίδια μέρα[23].

 

Bronisław Bortnowski (8 Απρίλη 1894, Βαρσοβία – 3 Νοέμβρη 1937, Μόσχα)

Από το 1912 μέλος στο SDKPiL και από το 1914 στέλεχος του κόμματος, στα τέλη Αυγούστου συνελήφθη στη Βαρσοβία, φυλακίστηκε και μεταφέρθηκε στο Σαρατόφ. Απελευθερώθηκε το Νοέμβρη του 1915. Ενταγμένος στους Μπολσεβίκους από το 1912, δούλεψε στη σύνταξη της Σοτσιάλ Ντεμοκράτ. Τον Απρίλη του 1917 συνδιοργάνωσε την ομάδα του SDKPiL στο Σαρατόφ και έγινε μέλος του τοπικού σοβιέτ. Τον Οκτώβρη πολέμησε στην Κόκκινη Φρουρά του Σαρατόφ και από το Δεκέμβρη ήταν στην Πετρούπολη, στέλεχος στο Λαϊκό Επιτροπάτο Εθνοτήτων. Στα μέσα του 1918 εργαζόταν στην Cheka ως γραμματέας του Τζερζίνσκι. Στις 30 Αυγούστου 1918 τραυματίστηκε στη σπονδυλική στήλη κατά την έφοδο στη Βρετανική Πρεσβεία στην Πετρούπολη και το δεξί του χέρι έμεινε αδύνατο έκτοτε. Το Δεκέμβρη του 1919 στάλθηκε στο Δυτικό Μέτωπο στο Σμολένσκ, όπου τον Οκτώβρη του 1920 έγινε επικεφαλής της Διεύθυνσης Πληροφοριών. Στα 1921-24 ήταν στο Βερολίνο επικεφαλής των σοβιετικών μυστικών υπηρεσιών. Πίσω στην ΕΣΣΔ, έγινε αναπληρωτής προϊστάμενος της Διεύθυνσης Πληροφοριών του Κόκκινου Στρατού.

Το 1930 εκλέχτηκε στην ΚΕ και το ΠΓ του ΚΚ Πολωνίας. Από το Δεκέμβρη του 1930 συμμετείχε στην ηγεσία του κόμματος στο Βερολίνο και αργότερα στην Κοπεγχάγη, όπου μεταφέρθηκε η έδρα του μετά την επικράτηση των ναζί στη Γερμανία. Ήταν μέλος της επιτροπής της ΕΕΚΔ που προετοίμασε το 7ο Συνέδριο, όπου έγινε αναπληρωματικό μέλος του Προεδρείου της ΕΕΚΔ.

Στις 10 Ιούνη 1937 συνελήφθη από το NKVD και εκτελέστηκε στις 3 Νοέμβρη[24].

 

Józef Łohinowicz (14 Φλεβάρη 1891, Zauszycach – 15 Μάρτη 1938, Komi ASSR)

Δάσκαλος, από το 1910 συνδέθηκε με τις λευκορωσικές σοσιαλιστικές οργανώσεις. Στα 1912-1917 ήταν στο ρωσικό στρατό. Μετά την επανάσταση του Φλεβάρη εξελέγη στην Εκτελεστική Επιτροπή του Σοβιέτ της 12ης Στρατιάς. Αρχικά υποστηρικτής των Εσέρων, αργότερα προσχώρησε στους Μπολσεβίκους. Στο Βίλνιους το 1921 ήρθε σε επαφή με τους εκεί κομμουνιστές. Στη συνέχεια προσχώρησε στο ΚΚ Πολωνίας. Το 1925 έγινε μέλος της ΚΕ του κόμματος και το Δεκέμβρη μέλος του ΠΓ, θέση που διατήρησε ως τα 1936. Από το 1925-26 έζησε στο Ντάντσιχ, τη Γερμανία και τη Δανία. Τον Ιανουάριο του 1936 κλήθηκε από τη Δανία στη Μόσχα και απομακρύνθηκε από τις θέσεις του στο ΚΚ Πολωνίας.

Στις 18 Φλεβάρη 1936 συνελήφθη από το NKVD της Λευκορωσίας. Στις 25 Ιούνη καταδικάστηκε από το Ειδικό Κολλέγιο του NKVD σε πέντε χρόνια σε στρατόπεδο συγκέντρωσης για αντεπαναστατικές δραστηριότητες και εγκλείστηκε στο συγκρότημα Uchtpieczłag στο Κόμι. Στις 15 Μάρτη 1938, καταδικάστηκε σε θάνατο από το NKVD του Αρχαγγέλου και εκτελέστηκε σε μια μαζική εκτέλεση κρατουμένων του στρατοπέδου[25].

 

Stanisław Mertens (Stefan Skulski) (3 Μάη 1892, Λοτζ – 21 Σεπτέμβρη 1937, Μόσχα)

Μέλος του SDKPiL από το 1909, φυλακίστηκε στα 1913-14 από τις τσαρικές αρχές. Το 1918 εντάχθηκε στο ΠΚΚ (Μπ) και το 1919 έγινε πολιτικός επίτροπος ταξιαρχίας του Κόκκινου Στρατού. Στον πολωνο-σοβιετικό πόλεμο το 1920 υπηρέτησε στην Προσωρινή Επαναστατική Επιτροπή της Πολωνίας. Στα 1922 ασχολήθηκε με παράνομη κομματική εργασία στην ανατολική Πολωνία. Στα 1923-27 και μετά το 1931 ήταν μέλος της ΚΕ του KΚ Πολωνίας και μέλος του ΠΓ στα 1923-25 και μετά το 1935, ενώ είχε διατελέσει εκπρόσωπός του στην Κομιντέρν. Το 1925 συνελήφθη και φυλακίστηκε από τις πολωνικές αρχές. Το 1928 ανταλλάχθηκε με κρατούμενους και έφυγε για την ΕΣΣΔ.

Συνελήφθη στις 21 Ιούλη 1937 από το NKVD, στις 21 Σεπτέμβρη καταδικάστηκε σε θάνατο από το Στρατιωτικό Κολλέγιο του Ανωτάτου Δικαστηρίου της ΕΣΣΔ για «συμμετοχή σε αντισοβιετική οργάνωση» και εκτελέστηκε την ίδια μέρα[26].

 

Jerzy Czeszejko (Sochacki) (29 Νοέμβρη 1892, Νίζιν – 4 Σεπτέμβρη 1933, Μόσχα).

Προσχώρησε στο PPS το 1914 και στο ΚΚ Πολωνίας το 1921. Στα 1921-33 ήταν μέλος και αναπληρωματικό μέλος της ΚΕ του ΚΚ Πολωνίας, και στα 1929-33 μέλος του ΠΓ, ενώ είχε εκλεγεί και βουλευτής στο πολωνικό Σέιμ. Εκπρόσωπος του ΚΚ Πολωνίας στην ΕΕΚΔ από το 1930 και αναπληρωματικό μέλος του Προεδρείου της από το 1931. Συνελήφθη στη Μόσχα στις 15 Αυγούστου 1933 και αυτοκτόνησε στις 4 Σεπτέμβρη 1933, πηδώντας από μια γέφυρα πάνω από την αυλή της φυλακής ή, σύμφωνα με μια άλλη εκδοχή, πηδώντας από το παράθυρο του δωματίου όπου ανακρίθηκε και βασανίστηκε. Όπως αναφέρεται, άφησε ένα σημείωμα, γραμμένο με το αίμα του, διακηρύσσοντας την αθωότητά του και τη σταθερή πίστη του στο κομμουνιστικό κόμμα[27].

 

Osyp Kriłyk (22 Ιούλη 1898, Krakowiec – 11 Σεπτέμβρη 1941, Οριόλ)

Από οικογένεια κληρικών, σπούδασε νομικά. Από το 1920 ήταν γραμματέας του ΚΚ Ανατολικής Γαλικίας, από το 1923 στο ΚΚ Δυτικής Ουκρανίας (αυτόνομο τμήμα του ΚΚ Πολωνίας) και από το 1923 μέλος της ΚΕ και του ΠΓ του KΚ Πολωνίας. Το 1923 καταδικάστηκε σε φυλάκιση τριών ετών. Το 1929 συνελήφθη στο Λβοφ και φυλακίστηκε. Απελευθερώθηκε το 1930 και το 1932 έφυγε για την ΕΣΣΔ και έζησε στο Χάρκοβο.

Συμπαθών της Αριστερής Αντιπολίτευσης, στις 13 Απρίλη 1933 συνελήφθη από την ουκρανική GPU ως πράκτορας της τσεχοσλοβάκικης και πολωνικής κατασκοπίας. Στις 23 Σεπτέμβρη 1933 καταδικάστηκε σε 10 χρόνια φυλάκισης στο Οριόλ. Στις 8 Σεπτέμβρη 1941 καταδικάστηκε σε θάνατο από το Στρατιωτικό Κολλέγιο του Ανωτάτου Δικαστηρίου της ΕΣΣΔ. Εκτελέστηκε μαζί με 156 άλλους εξέχοντες πολιτικούς κρατούμενους στο Οριόλ (συμπεριλαμβανομένων των Μαρία Σπιριντόνοβα και Κριστιάν Ρακόφσκι)[28].

 

Henryk Bitner (20 Δεκέμβρη 1887, Λοτζ – 10 Σεπτέμβρη 1937, Μόσχα)

Ξυλουργός, διακεκριμένος ακτιβιστής, στην επανάσταση του 1905 οργάνωσε απεργίες ξυλουργών. Από το 1906 ήταν μέλος του PPS-Αριστερά. Το Δεκέμβρη του 1907 συνδικαλιστής στην ξυλεία στο Λοτζ. Το 1909-1910 φυλακίστηκε επειδή οργάνωσε μια απεργία ξυλουργών και αργότερα έφυγε για την Κρακοβία και τη Βιέννη. Από το 1911 διεύθυνε οργανώσεις του PPS-Αριστερά σε διάφορες περιοχές.

Από το 1914 στον τσαρικό στρατό, μετά το Φλεβάρη του 1917 έγινε μέλος του σοβιέτ της μεραρχίας του και τον Απρίλη συμμετείχε σε συνέδριο στρατιωτών στην Πετρούπολη. Τον Ιούνη ήρθε σε επαφή με την τοπική στρατιωτική οργάνωση των Μπολσεβίκων. Εκλέχτηκε στην Επαναστατική Επιτροπή της 8ης Στρατιάς και συμμετείχε στις μάχες τον Οκτώβρη του 1917. Το Φλεβάρη του 1918 οργάνωσε μια πολωνική κόκκινη μονάδα στο Μογκίλεφ, της οποίας έγινε διοικητής.

Το Σεπτέμβρη του 1918 επέστρεψε στην Πολωνία. Τον Νοέμβρη ίδρυσε το σοβιέτ των Εργατών στο Zagłębie και οργάνωσε την τοπική Κόκκινη Φρουρά. Συμμετείχε στο 1ο Συνέδριο του ΚΚ Πολωνίας. Στις 21 Ιούλη 1919 συνελήφθη σε διαμαρτυρία ενάντια στον πόλεμο με τη Σοβιετική Ρωσία και φυλακίστηκε ως το 1921. Στη συνέχεια ηγήθηκε της οργάνωσης του κόμματος στο Λοτζ και στα 1922-24 φυλακίστηκε ξανά. Το 1923, στο 2ο συνέδριο του κόμματος, εξελέγη ερήμην στην ΚΕ όπου έμεινε ως το 1925. Το 1927 εξελέγη δήμαρχος στο Czeladź και το 1928 βουλευτής του κόμματος στο Λοτζ. Το Μάρτη του 1929 του αφαιρέθηκε η ασυλία επειδή συμπαραστάθηκε σε δικαζόμενους εργάτες.

Στην Τσεχοσλοβακία αργότερα, απελάθηκε για τους λόγους του σε συγκεντρώσεις. Στα 1929-31 φοίτησε στη Διεθνή Σχολή Λένιν στη Μόσχα και μετά στάλθηκε από την Κομιντέρν στην Αυστρία, όπου συνελήφθη και απελάθηκε. Στη Μόσχα το 1932, έγινε ερευνητής στο Ινστιτούτο Μαρξ-Ένγκελς-Λένιν. Το 1934 δημοσίευσε τις συλλογές ντοκουμέντων «Προλεταριάτο» και «Το RDR στην Πολωνία 1918-1919», και του απονεμήθηκε ο τίτλος του υποψηφίου διδάκτορα ιστορικών επιστημών.

Στις 21 Μάη 1937 συνελήφθη από το NKVD. Στις 7 Σεπτέμβρη, καταδικάστηκε σε θάνατο με την κατηγορία «ότι ανήκε σε κατασκοπευτική, τρομοκρατική οργάνωση». Εκτελέστηκε στις 10 Σεπτέμβρη 1937[29].

 

Władysław Baczyński (8 Ιούλη 1893, Prząław – μετά το 1937, ΕΣΣΔ)

Εργάτης χαλυβουργίας, στα 1908-10 ήταν μέλος του PPS, από το 1916 στο SDKPiL και από το 1918 στο ΚΚ Πολωνίας. Το 1922 συνελήφθη και φυλακίστηκε για 6 μήνες στο Będzin. Μετά έφυγε στη Γαλλία, όπου στα 1922-26 εργάστηκε σε ορυχείο και στο ΚΚ Γαλλίας. Το 1926 πήγε στην Αγγλία όπου πήρε μέρος στη Γενική Απεργία. Πίσω στην Πολωνία έγινε στέλεχος του ΚΚ Πολωνίας. Το 1928 εκλέχτηκε βουλευτής του κόμματος στο Σέιμ αλλά το Μάη του στερήθηκε η ασυλία και κατηγορήθηκε για εσχάτη προδοσία ως μέλος ανατρεπτικής οργάνωσης. Καταδικάστηκε σε 5 χρόνια φυλάκισης στη φυλακή Pawiak στη Βαρσοβία. Το 1932, μετά από ανταλλαγή πολιτικών κρατουμένων, έφυγε για την ΕΣΣΔ, όπου εργάστηκε ως τεχνικός εξόρυξης στο Ντονμπάς και εντάχθηκε στο ΠΚΚ (Μπ).

Στις 11 Αυγούστου 1937 συνελήφθη, στις 29 Δεκεμβρίου 1937 καταδικάστηκε σε θάνατο και εκτελέστηκε σε άγνωστη ημερομηνία[30].

 

Stanisław Lancucki (6 Νοέμβρη 1882, Grochowce – 20 Σεπτέμβρη 1937, Μόσχα)

Εργάτης, συνδικαλιστής στο Przemyśl και στο Sanok όπου το 1901 συνδιοργάνωσε την πρώτη απεργία των μεταλλουργών. Στο Παρίσι το 1912, αργότερα επέστρεψε στη Γαλικία όπου εντάχθηκε στο σοσιαλδημοκρατικό κόμμα της ως τα 1920 και εκλέχτηκε βουλευτής. Το Μάη του 1921 πέρασαν με τον T. Dąbal στο ΚΚ Πολωνίας, δημιουργώντας την ομάδα του στο Σέιμ. Στις 18 Δεκέμβρη 1924 το Σέιμ ήρε την ασυλία του, συνελήφθη και φυλακίστηκε. Αν και αθωώθηκε παρέμεινε στη φυλακή καταδικασμένος αργότερα σε 6 χρόνια φυλάκισης, που μειώθηκαν σε 4. Απελευθερώθηκε τον Αύγουστο του 1928 και τον Ιούλιο του 1929 έφυγε στην ΕΣΣΔ. Το 1931 δημοσίευσε τα απομνημονεύματά του στη Μόσχα. Το 1927 του απονεμήθηκε το Παράσημο της Κόκκινης Σημαίας.

Συνελήφθη από το NKVD στις 14 Ιούνη 1937. Στις 20 Σεπτέμβρη καταδικάστηκε σε θάνατο από το Στρατιωτικό Κολλέγιο του Ανωτάτου Δικαστηρίου της ΕΣΣΔ για «συμμετοχή στην πολωνική εθνικιστική τρομοκρατική οργάνωση» και εκτελέστηκε την ίδια μέρα[31].

 

Wacław Rożek (Daniel Ronowski) (6 Μάη 1899, Brzucci-Kotlice – μετά το 1935, ΕΣΣΔ)

Από το 1920 ήταν ενεργός στο ΚΚ Πολωνίας. Στέλεχος του κόμματος και δήμαρχος στο Czeladź στα 1927-28, το Μάρτη του 1928 εκλέχτηκε βουλευτής. Στο κοινοβούλιο του στερήθηκε κάμποσες φορές ο λόγος για μη συμμόρφωση με τους κανονισμούς. Οργάνωσε συγκεντρώσεις και συνελεύσεις στο Λοτζ, τη Βαρσοβία και το Zagłębie. Τον Αύγουστο του 1930 έγινε αναπληρωματικό μέλος της ΚΕ του κόμματος. Το Μάρτη του 1934 του στερήθηκε η κοινοβουλευτική ασυλία. Ο Rożek έφυγε για την ΕΣΣΔ, όπου μετά το 1935 χάθηκαν τα ίχνη του. Πιθανότατα έπεσε θύμα των σταλινικών εκκαθαρίσεων σε άγνωστες συνθήκες[32].

 

Adam Landy (Witkowski) (9 Ιούλη 1891, Βαρσοβία – 21 Αυγούστου 1937, Μόσχα)

Δάσκαλος, συνδικαλιστής, από το 1909 μέλος του PPS-Αριστερά και συνηγέτης της νεολαίας του. Το Σεπτέμβρη του 1918 πέρασε στην αριστερή μειοψηφία του PPS και φυλακίστηκε από τους Γερμανούς στο φρούριο στο Modlin. Το Νοέμβρη έγινε πρόεδρος του Εργατικού Συμβουλίου στο Λούμπλιν και από τον Ιανουάριο του 1919 μέλος της προεδρίας του Εργατικού Συμβουλίου της Βαρσοβίας. Μετά από την οργάνωση μιας απεργίας από κοινού με τους κομμουνιστές διαγράφηκε προσωρινά από το PPS. Από το 1919 ανήκε στην ΚΕ των Συνδικάτων. Συνελήφθη ως ένας από τους διοργανωτές της απεργίας των εργαζομένων στη γεωργία τον Οκτώβρη του 1919. Μετά την απόφαση του PPS να διαλύσει τα εργατικά συμβούλια, αποχώρησε από το PPS. Το 1921 έγινε μέλος του ΚΚ Πολωνίας και ένας από τους κύριους ακτιβιστές του στο συνδικαλιστικό κίνημα. Συνελήφθη και δικάστηκε αρκετές φορές. Από το 1927 ήταν εκπρόσωπος του ΚΚ Πολωνίας στην Κομιντέρν, μέλος του ΠΚΚ (Μπ) και από το 1929 μέλος του Κεντρικού Συμβουλίου της Προφιντέρν.

Στις 19 Ιανουαρίου 1937 συνελήφθη από το NKVD. Στις 21 Αυγούστου 1937 καταδικάστηκε σε θάνατο από το Στρατιωτικό Κολλέγιο του Ανωτάτου Δικαστηρίου της ΕΣΣΔ με τις κατηγορίες της προδοσίας και συμμετοχής σε αντεπαναστατική τρομοκρατική οργάνωση και εκτελέστηκε την ίδια μέρα.

Η σύζυγός του Zofia Landy, συνελήφθη από το NKVD στις 2 Μάρτη 1937, καταδικάστηκε και εκτελέστηκε στις 2 Σεπτέμβρη 1937[33].

 

Mieczysław Bernstein-Redens (7 Ιούλη 1889, Tomaszów – 19 Δεκέμβρη 1937, Μόσχα)

Νομικός, από το 1915 κατατάχτηκε στο ρωσικό στρατό και μετά το Φλεβάρη 1917 ήταν μέλος του σοβιέτ του λόχου του. Τον Οκτώβρη του 1917 ήταν αντιπρόσωπος στο Συνέδριο των Σοβιέτ στην Οδησσό και μέλος της διοίκησής του.

Το Δεκέμβρη του 1918 επέστρεψε στην Πολωνία και εντάχθηκε στο ΚΚ Πολωνίας, δρώντας σαν συνδικαλιστής στη Βαρσοβία. Στο 2ο Συνέδριο του κόμματος το 1923 εξελέγη αναπληρωματικό μέλος της ΚΕ. Από τον Οκτώβρη του 1925 ήταν μέλος της ΚΕ του ΚΚ Πολωνίας. Το Μάρτη του 1929 συνελήφθη και καταδικάστηκε σε φυλάκιση 6 ετών.

Το 1932 έφυγε για την ΕΣΣΔ μέσω ανταλλαγής πολιτικών κρατουμένων. Από τον Ιανουάριο του 1933 εργάστηκε στην Ευρωπαϊκή Γραμματεία της Προφιντέρν στο Βερολίνο και από το Δεκέμβρη του 1933 ήταν γραμματέας του Ευρωπαϊκού Γραφείου της Προφιντέρν. Τον Απρίλη του 1936 ήρθε στη Μόσχα όπου εργάστηκε στην Προφιντέρν και την ΕΕΚΔ.

Στις 27 Ιούλη 1937 συνελήφθη από το NKVD. Στις 9 Δεκέμβρη καταδικάστηκε σε θάνατο από το Στρατιωτικό Κολέγιο του Ανωτάτου Δικαστηρίου της ΕΣΣΔ για «συμμετοχή σε αντεπαναστατική οργάνωση τρομοκρατών» και εκτελέστηκε την ίδια μέρα[34].

 

Bernard Zaks (13 Ιούλη 1886, Łódź – 11 Απρίλη 1937, Μόσχα)

Το 1902 προσχώρησε στο SDKPiL. Στα 1904-05 σπούδασε φυσικές επιστήμες στη Λιέγη και εντάχθηκε στο ΡΣΔΕΚ. Πίσω στο Λοτζ, συμμετείχε στην επανάσταση του 1905 και συνελήφθη αρκετές φορές. Φυλακίστηκε τον Απρίλη του 1907 και καταδικάστηκε σε εξορία στη Σιβηρία, ποινή που μετατράπηκε σε απέλαση στο εξωτερικό. Σπούδασε στη Λειψία και στο Παρίσι και το 1911 επέστρεψε στην Πολωνία, όπου ήταν μέλος της Επιτροπής Πόλης της Βαρσοβίας (1912-13). Φυλακίστηκε ξανά το Φλεβάρη του 1913. Με το ξέσπασμα του πολέμου μεταφέρθηκε στο Orzel nad Oka και αργότερα στη Μόσχα.

Απελευθερώθηκε το Φλεβάρη του 1917 και το Μάρτη εντάχθηκε στη διοίκηση του SDKPiL στη Μόσχα. Συμμετείχε στην εξέγερση του Οκτώβρη στην Πετρούπολη, όπου εργάστηκε στη Στρατιωτική Επαναστατική Επιτροπή. Το 1920 έγινε μέλος της Προσωρινής Επαναστατικής Επιτροπής της Πολωνίας, αρμόδιος για τη βιομηχανία. Μετά την ήττα του Κόκκινου Στρατού στη Βαρσοβία, εργάστηκε στο ρωσικό κόμμα και στο ΚΚ Πολωνίας. Στα 1920-25 κατείχε υψηλές θέσεις στα οικονομικά όργανα της ΡΣΟΣΔ και το 1924 έγινε αναπληρωτής επικεφαλής του Διοικητικού Τμήματος στο Συμβούλιο των Λαϊκών Επιτρόπων της ΕΣΣΔ. Δίδαξε κοινωνικές επιστήμες σε πανεπιστήμια της Μόσχας.

Το 1925 επέστρεψε στην Πολωνία. Ήταν ενεργός στην ΚΕ του KΚ Πολωνίας και στην εφημερίδα του, Nowy Przegląd. Στο πραξικόπημα του Πιλσούντσκι επέκρινε ισχυρά την κομματική ηγεσία για την ανοχή της. Συνελήφθη το 1928 για αντικρατικές δραστηριότητες, καταδικάστηκε σε 8 χρόνια φυλακή, αλλά το 1932 εκδιώχθηκε στην ΕΣΣΔ ως μέρος μιας ανταλλαγής κρατουμένων. Εργάστηκε στη Σοβιετική Κρατική Τράπεζα και εκπροσώπησε το ΚΚ Πολωνίας στην ΕΕΚΔ.

Το 1937 συνελήφθη από το NKVD, καταδικάστηκε σε θάνατο για αντεπαναστατικές δραστηριότητες και εκτελέστηκε στις 11 Απρίλη[35].

 

Mieczysław Broński (1882, Λοτζ – 1 Σεπτέμβρη 1938, Μόσχα)

Καταγόμενος από οικογένεια βιομηχάνων στο Λοτζ, σπούδασε σε πανεπιστήμια του Μονάχου. Το 1902 έγινε μέλος του SDKPiL. Στην επανάσταση του 1905 εργάστηκε σαν προπαγανδιστής και μέλος της Επιτροπής Πόλης της Βαρσοβίας. Το 1906 εξέδιδε την κομματική εφημερίδα Czerwony Sztandar (Κόκκινη Σημαία). Συνελήφθη το 1906, φυλακίστηκε και το 1907 μετανάστευσε στην Ελβετία.

Με το ξέσπασμα του πολέμου πήρε διεθνιστική θέση. Συμμετείχε στο αντιπολεμικό κίνημα του Τσίμερβαλντ και ήταν ο Πολωνός αντιπρόσωπος στο 2ο συνέδριό του στο Κίνταλ το 1916, όταν πέρασε στην αριστερή πτέρυγα. Αναφέρεται ότι έφερε στον Λένιν τα νέα ότι ξέσπασε η επανάσταση το Φλεβάρη του 1917 στη Ρωσία.

Τον Ιούνη του 1917 ήρθε στην Πετρούπολη, όπου εντάχθηκε στους Μπολσεβίκους. Μετά την μπολσεβίκικη επανάσταση εργάστηκε στην κρατική τράπεζα. Από το Μάη του 1918 διετέλεσε Αναπληρωτής Λαϊκός Επίτροπος για το Εμπόριο και τη Βιομηχανία. Το 1919 στάλθηκε στη Γερμανία ως απεσταλμένος της Κομιντέρν και μίλησε στο ιδρυτικό συνέδριο της Κομμουνιστικής Διεθνούς Νέων στο Βερολίνο το Νοέμβρη. Στα 1920-24, ήταν σοβιετικός απεσταλμένος στην Αυστρία. Το 1924 επέστρεψε στη Ρωσία και εργάστηκε στο Λαϊκό Επιτροπάτο Οικονομικών. Στα 1927-37 ήταν καθηγητής Πολιτικής Οικονομίας στο Πανεπιστήμιο της Μόσχας.

Συνελήφθη στις 9 Σεπτέμβρη 1937, κατηγορούμενος ότι ήταν μέρος τρομοκρατικής συνωμοσίας. Εκτελέστηκε στην Κομουνάρκα στις 1 Σεπτέμβρη 1938.

Η κόρη του Wanda Brońska-Pampuch (1911-1972) έμενε μαζί του στην ΕΣΣΔ από το 1931. Συνελήφθη το 1938 και καταδικάστηκε σε 8 χρόνια στο στρατόπεδο της Κολύμα[36].

 

Józef Unszlicht (Mława 1879 – 29 Ιούλη 1938, Μόσχα)

Προσχώρησε στο επαναστατικό κίνημα το 1896 στη Βαρσοβία, όπου σπούδασε ηλεκτρολογία. Μέλος του SDKPiL από το 1900, έδρασε παράνομα στη Βαρσοβία και στο Λοτζ, ενώ συνελήφθη επτά φορές στα 1902-13. Το 1911, υποστήριξε τον Λένιν και τους Μπολσεβίκους στις διαφωνίες με τη Ρόζα Λούξεμπουργκ.

Το Φλεβάρη του 1917 ήταν εξορία στη Σιβηρία, όπου εξελέγη μέλος του Σοβιέτ του Ιρκούτσκ με τους Μπολσεβίκους. Τον Απρίλη ήρθε στην Πετρούπολη, όπου συνεισέφερε στη στρατιωτική οργάνωσή τους. Συνελήφθη στις ημέρες του Ιούλη και κρατήθηκε στη φυλακή Κρέστνι. Το Δεκέμβρη του 1917 ήταν συνιδρυτής της Cheka. Κατά τον Πολωνο-Σοβιετικό Πόλεμο το 1920 υπηρέτησε στην πολωνική Προσωρινή Επαναστατική Επιτροπή. Το 1921 διορίστηκε αναπληρωτής επικεφαλής της Cheka, υπό τον Τζερζίνσκι. Το 1925 έγινε Αναπληρωτής Επίτροπος του Λαού για τον Πόλεμο και το 1930 μεταφέρθηκε σε οικονομική εργασία. Το Σεπτέμβρη του 1933 διορίστηκε επικεφαλής του στόλου της πολιτικής αεροπορίας και το 1935 έγινε γραμματέας της Πανρωσικής ΚΕΕ της ΕΣΣΔ.

Συνελήφθη στις 11 Ιούνη 1937. Δύο εβδομάδες αργότερα, ο επικεφαλής του NKVD Γιεζόφ είπε στην Ολομέλεια της ΚΕ του ΠΚΚ (Μπ) ότι είχε αποκαλυφθεί μια «Πολωνική Στρατιωτική Οργάνωση» κατάσκοπων στην ΕΣΣΔ, κατονομάζοντας τον Ούνσλιχτ ως ηγέτη της. Καταδικάστηκε σε θάνατο στις 28 Ιούλη 1938 και εκτελέστηκε στην Κομουνάρκα[37].

Η αδελφή του Zofia Unszlicht (5 Ιούλη 1882, Mława – 26 Οκτώβρη 1937, Μόσχα) ήταν επίσης στέλεχος στο SDKPiL από πριν τον πόλεμο. Τον Ιανουάριο του 1917 φυλακίστηκε στο Havelberg και από το 1918 ήταν μέλος του ΚΚ Πολωνίας. Με συμπάθειες στην Αριστερή Αντιπολίτευση, μετά τη δολοφονία του Κίροφ συνελήφθη από το NKVD. Στις 26 Μάρτη 1935 καταδικάστηκε σε πέντε χρόνια σε στρατόπεδο εργασίας και από τον Ιανουάριο του 1937 κρατούνταν στο Jarosław. Στις 26 Οκτώβρη 1937 παραδόθηκε στη Μόσχα από το NKVD, την ίδια μέρα καταδικάστηκε σε θάνατο από το Στρατιωτικό Κολλέγιο του Ανώτατου Δικαστηρίου της ΕΣΣΔ για συμμετοχή σε τρομοκρατική αντεπαναστατική οργάνωση και εκτελέστηκε[38].

 

Henryk Lauer (Ernest Brand) (28 Δεκέμβρη 1890, Βαρσοβία – 21 Αυγούστου 1937, Μόσχα)

Σε ηλικία 16 χρονών πήρε μέρος στην επανάσταση του 1905. Στα 1908-10 σπούδασε μαθηματικά στη Ζυρίχη και στα 1910-12 στη Σορβόννη. Το 1911 γνώρισε από κοντά τον Λένιν και κατά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο κατέφυγε στην Ελβετία. Από το 1919 επέστρεψε στη Βαρσοβία και εντάχθηκε στο ΚΚ Πολωνίας, όντας ένας από τους αξιόλογους διανοούμενους του κόμματος. Ήταν μέλος της ΚΕ του στα 1920-22 και 1925-29, στην ομάδα του Βάρσκι. Το 1921 ήταν επικεφαλής της Γραμματείας της ΚΕ και εκπρόσωπος του κόμματος στο 3ο Συνέδριο της Κομιντέρν. Συνελήφθη τον Ιανουάριο του 1922 και φυλακίστηκε ως το Μάρτη του 1923. Εκτείοντας την ποινή του μετέφρασε τον 1ο τόμο του Κεφαλαίου του Μαρξ στα πολωνικά. Το Μάρτη του 1923, στο πλαίσιο ανταλλαγής πολιτικών κρατουμένων, έφυγε για την ΕΣΣΔ. Τον Ιούνη του 1929 καταδικάστηκε μαζί με την υπόλοιπη ηγεσία και απομακρύνθηκε από την ΚΕ. Μετά εργάστηκε στο Ανώτατο Συμβούλιο Εθνικής Οικονομίας της ΕΣΣΔ ως το 1931. Στα 1931-37 ήταν μέλος του Προεδρείου του Gosplan, επικεφαλής του τμήματος μεταλλευτικής και μεταλλουργικής βιομηχανίας του και συνεργάτης του Γ. Πιατακόφ.

Στις 22 Μάη 1937 συνελήφθη από το NKVD, στις 21 Αυγούστου καταδικάστηκε σε θάνατο από το Στρατιωτικό Κολέγιο του Ανωτάτου Δικαστηρίου της ΕΣΣΔ για κατασκοπία, σαμποτάζ και συμμετοχή στην POW και εκτελέστηκε την ίδια μέρα[39].

 

Władysław Feinstein (Zdzisław Leder) (16 Σεπτέμβρη 1880, Βαρσοβία – Φλεβάρης 1938, Μόσχα)

Μέλος του SDKPiL από τα 1900. Σπούδασε μηχανολόγος-μηχανικός στη Βαρσοβία και ήταν στενός συνεργάτης του Λούξεμπουργκ, από το 1904 γραμματέας της σύνταξης της Czerwony Sztandar και στα 1908-10 γραμματέας του Κεντρικού Συμβουλίου του SDKPiL. Το 1918 εντάχθηκε στο ΚΚ Πολωνίας και από το 1921 ήταν στην ΕΣΣΔ, όπου διετέλεσε στα 1924-26 ήταν επιστημονικός γραμματέας του προέδρου του Ανώτατου Συμβουλίου Εθνικής Οικονομίας της ΕΣΣΔ. Συγγραφέας πολλών έργων, μεταξύ άλλων του Marcin Kasprzak. Από τη ζωή και τους αγώνες ενός Πολωνού επαναστάτη (1906).

Την 1η Σεπτέμβρη 1937 συνελήφθη και στάλθηκε σε στρατόπεδο, όπου πέθανε.

Ο γιος του Witold (1913-2007) αποβλήθηκε από την Ακαδημία του Κόκκινου Στρατού το 1938, στον οποίο κατατάχθηκε αργότερα και πολέμησε ως ταγματάρχης από το 1943 σε διάφορα μέτωπα. Συνελήφθη στη Λαϊκή Πολωνία το 1952 και φυλακίστηκε για 2 χρόνια όταν και βασανίστηκε άγρια, αλλά παρέμεινε κομμουνιστής ως το τέλος της ζωής του. Με τον αδελφό του Στέφαν συνέγραψαν ένα βιβλίο δημοσιευμένο στα γερμανικά με τίτλο Unbeirrbar Rot: Zeugen und Zeugnisse einer Familie (2002) και αργότερα στα πολωνικά, γύρω από τους αγώνες των μελών της οικογένειάς τους στο κομμουνιστικό κίνημα[40].

 

Antoni Lipski (12 Ιούνη 1904, Dąbrowa Górnicza – 28 Αυγούστου 1938, Μόσχα)

Από εργατική οικογένεια, το 1921 εντάχθηκε στο ΚΚ Πολωνίας και ήταν Γραμματέας της Επιτροπής Βαρσοβίας της νεολαίας του κόμματος, εκπρόσωπος και μέλος αργότερα στην ΕΕ της Κομμουνιστικής Διεθνούς Νέων. Συνελήφθη και φυλακίστηκε αρκετές φορές στην Πολωνία για τη δράση του. Το 1930, στο 5ο Συνέδριο του ΚΚ Πολωνίας, εκλέχτηκε μέλος της ΚΕ. Μέλος της Εθνικής Γραμματείας της ΚΕ και επικεφαλής της στα 1936-37. Τον Αύγουστο του 1937 μετατέθηκε στην Πράγα και το Δεκέμβρη έφυγε για το Παρίσι, από όπου κλήθηκε αργότερα στη Μόσχα. Αρχές του 1938 συνελήφθη από το NKVD και εκτελέστηκε στις 28 Αυγούστου με την κατηγορία της προδοσίας.

Δυο αδελφοί του έπεσαν επίσης θύματα των σταλινικών διώξεων.

Ο Ludwik Lipski (25 ή 26 Αυγούστου 1900, Dąbrowa Górnicza – 7 Δεκέμβρη 1937, Μόσχα) πολέμησε το 1920 ενάντια στον Κόκκινο Στρατό και αιχμαλωτίστηκε. Αφού επέστρεψε το 1922, εντάχθηκε στο ΚΚ Πολωνίας. Από το 1924 μέλος της ηγεσίας της νεολαίας του, συνελήφθη και φυλακίστηκε αρκετές φορές. Γραμματέας του κόμματος στην Περιφέρεια Βαρσοβίας, από το 1932-33 εργάστηκε στη Γραμματεία των Βαλτικών Χωρών της ΕΕΚΔ στην ΕΣΣΔ και αργότερα δίδαξε πολιτική οικονομία στη Διεθνή Σχολή της Κομιντέρν. Τον Αύγουστο του 1937 συνελήφθη από το NKVD και εκτελέστηκε στις 7 Δεκέμβρη.

Ο Leon Lipski (16 Μάρτη 1902, Dąbrowa Górnicza – 21 Ιούνη 1943, Βαρσοβία) πήρε μέρος στο σοβιετικό κίνημα στην Πολωνία από το 1919. Ήταν γραμματέας πολλών τοπικών οργανώσεων του κόμματος και από το 1936 μέλος της ΚΕ. Στα 1919-38 φυλακίστηκε πολλές φορές. Αντιτάχθηκε στη σταλινοποίηση του κόμματος και στην απόφαση της διάλυσής του το 1938. Από το τέλος του 1940 ως τον Ιούνη του 1941 φυλακίστηκε από το NKVD στο Μινσκ. Αργότερα επέστρεψε στην Πολωνία και πήρε μέρος στην αντίσταση, ιδρύοντας μια κομμουνιστική οργάνωση ανεξάρτητη από το σταλινικό Πολωνικό Εργατικό Κόμμα. Στις 21 Ιούνη 1943 δολοφονήθηκε από μέλη της Λαϊκής Φρουράς, ένοπλου κλάδου του Πολωνικού Εργατικού Κόμματος, στη Βαρσοβία[41].

 

Konstanty Graeser-Kalicki (7 Οκτώβρη 1901, Μόσχα – 3 Φλεβάρη 1939, Μόσχα)

Επαγγελματίας, το 1920 ξεκίνησε νομικές σπουδές στο Πόζναν, όπου εντάχθηκε στο ΚΚ Πολωνίας. Στα 1924-27 και 1929-32 φυλακίστηκε στην Πολωνία για κομμουνιστική δραστηριότητα. Μετά πήγε στην ΕΣΣΔ, όπου ήταν αναπληρωτής διοικητής της Στρατιωτικής-Πολιτικής Σχολής στη Μόσχα στα 1932-33, επικεφαλής του πολωνικού τμήματος των Διεθνών Μαθημάτων Λένιν στα 1933-35. Αξιόλογος διανοούμενος, μετάφρασε στα πολωνικά τη Συσσώρευση του Κεφαλαίου της Λούξεμπουργκ και το 2ο τόμο του Κεφαλαίου του Μαρξ. Το 1932 έγινε αναπληρωματικό μέλος της ΚΕ του κόμματος και το 1936 τακτικό μέλος. Συνελήφθη στις 21 Σεπτέμβρη 1937 και πέθανε στη φυλακή[42].

 

Stanisław Budzynski (9 Σεπτέμβρη 1894, Βαρσοβία – 21 Αυγούστου 1937, Μόσχα)

Γιος τσαγκάρη, ήταν μέλος στο SDKPiL από το 1912. Από το 1913 μέλος της Επιτροπής Πόλης της Βαρσοβίας, φυλακίστηκε τον Ιούλη του 1915 – Δεκέμβρη του 1916. Στη Μόσχα το Φλεβάρη του 1917 εντάχθηκε στους Μπολσεβίκους και πήρε ενεργά μέρος στη ρωσική επανάσταση. Τον Οκτώβρη εξελέγη στη Στρατιωτική Επαναστατική Επιτροπή της Μόσχας, διοικητής του 55ου συντάγματος πεζικού, και συμμετείχε στο επιτελείο της εξέγερσης των Μπολσεβίκων, έχοντας σημαντικές θέσεις.

Προς τα τέλη του 1918 ήρθε στην Πολωνία και έγινε μέλος του Κεντρικού Συμβουλίου του SDKPiL. Ήταν ενεργός στη Βαρσοβία και το Λοτζ, όπου οργάνωσε τα Σοβιέτ Αντιπροσώπων των Εργατών και μονάδες Κόκκινης Φρουράς. Συμμετείχε στο 1ο Συνέδριο του ΚΚ Πολωνίας, συνελήφθη και τον Απρίλη του 1920 έφυγε στην ΕΣΣΔ. Εκεί ήταν αρχισυντάκτης πολωνικών περιοδικών, ενώ δίδαξε πολιτική οικονομία στο Κομμουνιστικό Πανεπιστήμιο των Εθνικών Μειονοτήτων της Δύσης (KUNMZ). Συγγραφέας πολλών φυλλαδίων και άρθρων για το αγροτικό και το εθνικό ζήτημα. Στα 1934-37 ήταν επικεφαλής της έδρας μαρξισμού-λενινισμού στη Διεθνή Σχολή Λένιν.

Στις 10 Ιούνη 1937 συνελήφθη από το NKVD. Στις 21 Αυγούστου το Στρατιωτικό Κολλέγιο του Ανωτάτου Δικαστηρίου της ΕΣΣΔ τον καταδίκασε σε θάνατο με την κατηγορία της κατασκοπίας και εκτελέστηκε την ίδια μέρα[43].

 

Łazar Aronsztam (21 Ιούνη 1896, νότια Πολωνία – 25 Μάρτη 1938, ΕΣΣΔ)

Πολωνοεβραίος ακτιβιστής, το 1915 προσχώρησε στους Μπολσεβίκους και συμμετείχε στην επανάσταση του Φλεβάρη στο Χάρκοβο και τον Οκτώβρη στη Μόσχα. Υπηρέτησε στον Κόκκινο Στρατό ως επίτροπος μεραρχίας και επιθεώρησης πυροβολικού. Το 1921 του απονεμήθηκε το Παράσημο της Κόκκινης Σημαίας. Το 1924, έκανε παράνομη δουλειά για το ΚΚ της Πολωνίας, έγινε μέλος της ΚΕ του και Γραμματέας στο ΚΚ Δυτικής Λευκορωσίας και συνελήφθη από τις πολωνικές αρχές. Το 1928 έφυγε για την ΕΣΣΔ ως μέρος ανταλλαγής πολιτικών κρατουμένων. Από το 1929 ήταν διευθυντής του πολιτικού συμβουλίου της στρατιωτικής περιοχής της Λευκορωσίας και από το 1933 σε ανάλογη θέση στην Άπω Ανατολή.

Συνελήφθη στις 31 Μάη 1937, καταδικάστηκε σε θάνατο στις 9 Φλεβάρη 1938 και εκτελέστηκε στις 25 Μάρτη 1938.

Οι αδελφοί του Ilya (1895-1919) και Boris (1899-1919) πολέμησαν στον Κόκκινο Στρατό και σκοτώθηκαν στις μάχες με τους Λευκούς. Ο αδελφός του Grigory (1893-1938) επίσης πολέμησε στον Κόκκινο Στρατό. Εκτελέστηκε στις σταλινικές εκκαθαρίσεις στις 19 Μάρτη 1938, όπως και η αδελφή του Esfir[44].

 

Jerzy Heryng (13 Μάρτη 1886, Βαρσοβία – 25 Δεκέμβρη 1937, Μόσχα)

Από το 1905 ανήκε στο PPS. Συνιδρυτής του PPS-Αριστερά, συνελήφθη δύο φορές το 1907 και απελάθηκε από την Πολωνία. Σπούδασε στη Λωζάνη και την Κρακοβία και έζησε στο Τορίνο. Το 1919 επέστρεψε στη Βαρσοβία, προσχώρησε στο ΚΚ Πολωνίας και ήταν μέλος της Επιτροπής Πόλης της Βαρσοβίας, ενεργός στον πολιτισμό και στον κομματικό Τύπο. Το 1924 συνελήφθη για 8 μήνες. Στη φυλακή, μαζί με τους Julian Bruno και Waclaw Wroblewski μετέφρασε τον 1ο τόμο του Κεφαλαίου του Μαρξ. Ήταν γραμματέας της σύνταξης της Nowy Przegląd και μέλος της ΚΕ από το 1931. Δικηγόρος και συγγραφέας ήταν ένας από τους κύριους κομματικούς ιδεολόγους.

Τον Ιούνη του 1937 έφυγε για τη Μόσχα και στις 29 Σεπτέμβρη συνελήφθη από το NKVD. Στις 25 Δεκέμβρη 1937 καταδικάστηκε σε θάνατο από το Στρατιωτικό Κολέγιο του Ανωτάτου Δικαστηρίου της ΕΣΣΔ για συμμετοχή σε αντι-σοβιετική κατασκοπευτική οργάνωση και εκτελέστηκε την ίδια μέρα[45].

 

Wincenty Aniołkowski (γεννημένος Karolczyk) (22 Μάρτη 1891, Βαρσοβία – 1942;, ΕΣΣΔ)

Εργάτης, από το 1910 μέλος του SDKPiL. Από το 1912 υπηρέτησε στο ρωσικό πυροβολικό. Στην επανάσταση του Φλεβάρη και του Οκτώβρη συμμετείχε ενεργά στα σοβιέτ στη μονάδα του. Στα τέλη Αυγούστου 1918 επέστρεψε στην Πολωνία και έγινε μέλος του σοβιέτ στα εργαστήρια σιδηροδρόμων στο Bródno και εκπρόσωπος στο Εργατικό Σοβιέτ της Βαρσοβίας. Το Δεκέμβρη του 1918 εντάχθηκε στο ΚΚ Πολωνίας και στα 1925-28 ήταν μέλος της Επιτροπής Πόλης Βαρσοβίας. Τον Ιούλη του 1928 συνελήφθη και φυλακίστηκε. Το 1929 έγινε μέλος της Γραμματείας της ΚΕ του ΚΚ Πολωνίας και στα 1930-37 μέλος της ΚΕ. Από τον Ιανουάριο του 1932 εργάστηκε στο Ντάντσιχ και μετά στην ΕΣΣΔ, όπου ήταν εργοδηγός σε αεροπορικά εργοστάσια στη Μόσχα.

Τον Ιούλη του 1937 συνελήφθη από το NKVD και φυλακίστηκε. Πέθανε πιθανότατα το 1942 στη φυλακή[46].

 

Icchok Amster (25 Οκτώβρη 1903, Βαρσοβία – 1937;, ΕΣΣΔ)

Από εβραϊκή εργατική οικογένεια, κλειδαράς, στα 1919-22 ήταν ενεργός σε εβραϊκές κομμουνιστικές οργανώσεις νεολαίας και στα συνδικάτα στη Βαρσοβία. Το Δεκέμβρη του 1921 συνελήφθη για ένα μήνα. Τον Αύγουστο του 1922 συνελήφθη ξανά και καταδικάστηκε σε φυλάκιση 3 ετών. Το 1927 στάλθηκε από το ΚΚ Πολωνίας στη Διεθνή Σχολή Λένιν στη Μόσχα, όπου έμεινε ενάμιση χρόνο. Μετά την επιστροφή του, ήταν ενεργός στην Άνω Σιλεσία, όπου το Δεκέμβρη του 1929 συνελήφθη για 4 μήνες. Μετά επέστρεψε στη Βαρσοβία, όπου ήταν στη διοίκηση της Επιτροπής Βαρσοβίας του κόμματος. Το 1930 εκλέχτηκε αναπληρωματικό μέλος της ΚΕ. Αρχές της δεκαετίας του 1930 έφυγε στην ΕΣΣΔ και εργάστηκε στα Ουράλια. Το 1937 συνελήφθη και εκτελέστηκε[47].

 

Mirosław Zdziarski (26 Φεβρουαρίου 1892, Cieślach – 1939, Μόσχα)

Από το 1908 ήταν μέλος του PPS-Αριστερά. Στα 1910-12 σπούδασε ιστορία στο Λβοφ. Συνελήφθη και φυλακίστηκε πολλές φορές, ενώ το 1914 εξορίστηκε στη Σιβηρία, αλλά πάντα κατόρθωνε να αποδρά. Επέστρεψε στην Πολωνία τον Ιούλη του 1918 αλλά οι Γερμανοί τον συνέλαβαν και φυλακίστηκε πάλι, όπως έγινε και τον Ιούνη του 1920 στη Βαρσοβία. Μεταφέρθηκε στο Wronki και μετά στο Dąbie κοντά στη Βαρσοβία, από όπου δραπέτευσε, μαζί με 37 ακόμη κομμουνιστές. Στα 1918-23 ήταν μέλος της ΚΕ του ΚΚ Πολωνίας και αρθρογράφος στον κομματικό Τύπο, ενώ αποφοίτησε από την Ανώτερη Εμπορική Σχολή στη Βαρσοβία. Το 1925 συνελήφθη πάλι και φυλακίστηκε για ένα χρόνο στη φυλακή Pawiak στη Βαρσοβία. Εκεί έγραψε το διάσημο βιβλίο του Οι Αποδράσεις μου όπου αφηγείται τις εμπειρίες που βίωσε περιφερόμενος από φυλακή σε φυλακή. Στις 25 Δεκέμβρη 1926 δραπέτευσε εκ νέου και κατέφυγε στην ΕΣΣΔ. Εκεί συνεργαζόταν με σοβιετικά και πολωνικά περιοδικά. Δημοσίευσε το 1929 την μπροσούρα Σύγχρονη Πολωνία, ενώ μετέφρασε στα πολωνικά έργα του Λένιν.

Στις 10 Ιούνη 1937 συνελήφθη αφού ολοκλήρωσε μια διάλεξή του στο Ινστιτούτο Οικονομικών Επιστημών. Εκτελέστηκε ή πέθανε στη φυλακή, το 1939[48].

 

Wiktor Żytłowski (1900 Żytomierz – 3 Νοέμβρη 1937, Μόσχα)

Εβραϊκής καταγωγής, μέλος του ΚΚ Πολωνίας από το 1920, στέλεχος στο Λοτζ, φυλακίστηκε στα 1921-24. Από το 1924 βρισκόταν στην ΕΣΣΔ ως στέλεχος στην ΕΕΚΔ. Στα 1926-28 ήταν αξιωματούχος της OGPU στη Μόσχα. Μετά την ανάληψη της ηγεσίας από τον Λένσκι, βοήθησε στην εδραίωση της νέας καθοδήγησης. Το 1930 εξελέγη αναπληρωματικό και το 1935 τακτικό μέλος της ΚΕ, και μέλος της Εθνικής Γραμματείας του κόμματος.

Στις 15 Μάη 1937 συνελήφθη από το NKVD. Τη 1η Νοέμβρη εγκρίθηκε από τους Στάλιν και Μολότοφ μια λίστα με 144 ονόματα, στα οποία περιλαμβανόταν και το δικό του. Στις 3 Νοέμβρη 1937 καταδικάστηκε σε θάνατο από το Στρατιωτικό Κολλέγιο του Ανωτάτου Δικαστηρίου της ΕΣΣΔ με την κατηγορία της συμμετοχής σε μια τρομοκρατική-ανατρεπτική οργάνωση. Εκτελέστηκε την ίδια μέρα στην Κομουνάρκα στη Μόσχα[49].

 

Szczepan Rybacki (2 Αυγούστου 1887, Βαρσοβία – 1941, ΕΣΣΔ)

Εργάτης οικοδομών στη Βαρσοβία, από το 1906 έγινε μέλος του SDKPiL και στα 1916-18 μέλος του Κεντρικού Συμβουλίου του. Το 1908 εξορίστηκε στη Σιβηρία, από όπου δραπέτευσε το 1912. Στα 1915-18 ήταν γραμματέας του Συνδικάτου Εργατών Βιομηχανίας Αλευριού και στα 1915-19 μέλος του Συμβουλίου Συνδικάτων της Βαρσοβίας. Στα 1916-17 φυλακίστηκε από τους Γερμανούς. Στα τέλη του 1918 συνδιοργάνωσε το Σοβιέτ των Εργατών στο Zagłębie και στα 1919-23 ήταν πρόεδρος του συνδικάτου στην Οικοδομική Βιομηχανία. Προσχώρησε στο ΚΚ Πολωνίας και στα 1918-1923 ήταν μέλος της ΚΕ. Από το 1925 βρισκόταν στην ΕΣΣΔ, όπου επιμελούνταν την πολωνική εφημερίδα του Κιέβου Δρεπάνι. Το 1935 ήταν ο εκδότης μιας πολωνικής έκδοσης των κειμένων του Λένιν.

Συνελήφθη και καταδικάστηκε τον Αύγουστο του 1937, πέθανε στη φυλακή[50].

 

Władysław Stein (Antoni Krajewski) (6 Σεπτέμβρη 1886, Βαρσοβία – 20 Σεπτέμβρη 1937, Μόσχα)

Εβραϊκής καταγωγής, λογιστής και δημοσιογράφος, μέλος του SDKPiL από το 1904. Στα 1910-14 φυλακίστηκε για τη δράση του. Δραπέτευσε από την εξορία και συνεργάστηκε στα χρόνια του πολέμου με τον Λένιν. Από το 1916 μέλος του Εθνικού Συμβουλίου του SDKPiL. Το 1920 φυλακίστηκε εκ νέου. Στα 1920-21 και 1927-29, ήταν μέλος της ΚΕ του ΚΚ Πολωνίας, στα 1923-28 μέλος της Εθνικής Γραμματείας του και από το 1924 μέλος του Προεδρείου της Κομιντέρν. Στην ΕΣΣΔ από το 1930 ήταν επικεφαλής του τομέα Τύπου της Κομιντέρν.

Στις 26 Μάη 1937 συνελήφθη από το NKVD. Στις 20 Σεπτέμβρη καταδικάστηκε σε θάνατο από το Στρατιωτικό Κολλέγιο του Ανωτάτου Δικαστηρίου της ΕΣΣΔ για «συμμετοχή σε τρομοκρατική οργάνωση κατάσκοπων» και εκτελέστηκε την ίδια μέρα[51].

 

Wacław Karol Wróblewski (1878 – 1934, Μόσχα;)

Δημοσιογράφος, από το 1904 μέλος στο PPS και από το 1906 στο PPS-Αριστερά, το 1917 συνελήφθη από τους Γερμανούς και φυλακίστηκε στο Havelberg. Από τους συνιδρυτές του ΚΚ Πολωνίας, μέλος της ΚΕ στα 1918-19 και 1922-24. Αργότερα ήταν στη Γαλλία και τη Γερμανία και από το 1931 έζησε στην ΕΣΣΔ. Συνελήφθη από το NKVD και εκτελέστηκε το 1934[52].

 

Leon Purman (3 Νοέμβρη 1895, Włocławek – 5 Δεκεμβρίου 1933, Μόσχα)

Γιος εμπόρου σπούδασε οικονομικά στη Λειψία, όπου ήταν μέλος του PPS-Αριστερά και του SPD. Συμμετείχε στο 1ο Συνέδριο του ΚΚ Πολωνίας το 1918 και από το Μάη του 1920 ήταν μέλος της ΚΕ του. Συνελήφθη και φυλακίστηκε το 1920-21 στη Βαρσοβία. Το Μάη του 1925 συνελήφθη πάλι και στις 31 Οκτώβρη 1926 καταδικάστηκε σε 6 χρόνια φυλάκιση. Στις 15 Δεκέμβρη 1926 δραπέτευσε από το Pawiak με τον Mirosław Zdziarski, κρύφτηκε στη Βαρσοβία και μετά διέφυγε από την Πολωνία. Στα 1927-30 ήταν αναπληρωματικό μέλος της ΚΕ του κόμματος και εκπρόσωπός του στην ΕΕΚΔ. Σε κομματικές αποστολές στο Βερολίνο και την Ισπανία αργότερα, αρχές του 1933 επέστρεψε στη Μόσχα. Αυτοκτόνησε όταν η OGPU συνέλαβε τους Sochacki και Wróblewski[53].

 

Witold Tomorowicz (15 Οκτώβρη 1893, Zamośc – 26 Οκτώβρη 1937, Μόσχα)

Δικηγόρος, εντάχθηκε στο SDKPiL το 1914 και στο ΚΚ Πολωνίας το 1918. Μέλος της ΚΕ του κόμματος στα 1927-30, συνελήφθη πολλές φορές στην Πολωνία. Ασχολήθηκε με μαρξιστική φιλολογική εργασία και οργάνωσε ένα κομμουνιστικό πανεπιστήμιο στις φυλακές. Από το 1933 ήταν στην ΕΣΣΔ. Στις 22 Αυγούστου 1937 συνελήφθη από το NKVD. Στις 26 Οκτώβρη καταδικάστηκε σε θάνατο από το Στρατιωτικό Κολλέγιο του Ανωτάτου Δικαστηρίου της ΕΣΣΔ για συμμετοχή σε τρομοκρατική οργάνωση και εκτελέστηκε την ίδια μέρα[54].

 

Władysław Kowalski (14 Ιούλη 1883, Βαρσοβία – 1937;, ΕΣΣΔ)

Οδοντοτεχνίτης, ανήκε στο PPS από το 1903 και στο PPS-Αριστερά από το 1906. Το 1916 προσχώρησε στο SDKPiL και το 1918 στο ΚΚ Πολωνίας. Στα 1917-18 φυλακίστηκε από τους Γερμανούς. Το Φλεβάρη του 1919 συμμετείχε στην οργάνωση της κομμουνιστικής κυβέρνησης στο Μινσκ. Μέλος της ΚΕ του ΚΚ Πολωνίας στα 1918-22, πήρε αριστερίστικες θέσεις και το 1923 απομακρύνθηκε από το κόμμα. Από το 1926 έζησε στην ΕΣΣΔ. Συνελήφθη από το NKVD και εκτελέστηκε, πιθανώς το 1937[55].

 

Η ετυμηγορία της ιστορίας

Όταν το 1944-45 ο Κόκκινος Στρατός απελευθέρωσε την Πολωνία σχεδόν όλοι οι αγωνιστές που θεμελίωσαν το ΚΚ Πολωνίας ήταν πλέον νεκροί. Οι περισσότεροι είχαν δολοφονηθεί από τα εκτελεστικά αποσπάσματα του Στάλιν στην ΕΣΣΔ, κάποιοι άλλοι από εκείνα των ναζί στην Πολωνία. Από τα διακεκριμένα κομματικά στελέχη του Μεσοπολέμου, ελάχιστοι της νέας γενιάς όπως ο Βλαντισλάβ Γκομούλκα (1905-1982) είχαν επιζήσει, επειδή είχαν μείνει στην Πολωνία. Εκείνοι που είχαν επιβιώσει ήταν μόνο οι ακραιφνείς σταλινικοί που ανέλαβαν την πολιτική ηγεσία όπως ο Bolesław Bierut (1892-1956), καθώς και στελέχη που είχαν έρθει μετά το 1939 στη Ρωσία και είχαν ενταχθεί ενεργά στο NKVD σαν τους J. Różański,  J. Brystiger, A. Fejgin, κ.ά., όλοι άσημοι κατά το Μεσοπόλεμο, οι οποίοι μετά το 1945 έγιναν βασανιστές στις πολωνικές μυστικές υπηρεσίες[56].

Ο Μπιέρουτ, ο οποίος είχε σωθεί και αυτός από τις σταλινικές εκκαθαρίσεις μάλλον τυχαία, επειδή στάλθηκε στην Πολωνία το 1935, και είχε εργαστεί στο Μινσκ το 1941 στη διοίκηση της πόλης υπό τους ναζί, δίνει ένα τυπικό παράδειγμα των «χωρίς κόκαλα» αριβιστών, στους οποίους είχε αναφερθεί το 1924 η Κοσούτσκα. Ασκώντας την ηγεσία στα 1944-56 (ήταν Πρόεδρος του Εθνικού Κρατικού Συμβουλίου στα 1944-47 και Πρόεδρος της χώρας στα 1947-52) εφάρμοσε πιστά τις ντιρεκτίβες του Στάλιν για την επιβολή μιας αστυνομικού τύπου εξουσίας στην Πολωνία. Από την απελευθέρωση κιόλας αυτό περιλάμβανε διώξεις ενάντια σε αστικά στοιχεία, που γρήγορα επεκτάθηκαν και σε αριστερές ομάδες και σχηματισμούς, που δεν δέχονταν την επιβολή μιας σταλινικού τύπου δικτατορίας.

Ο ίδιος ο Γκομούλκα στην Ολομέλεια του Πολωνικού Εργατικού Κόμματος το Μάη του 1945 στιγμάτισε αυτές τις τάσεις: «Μια δεύτερη χώρα αρχίζει να εμφανίζεται πάνω από τα κεφάλια μας στη χώρα μας. Οι αρχές ασφαλείας ακολουθούν μια ορισμένη πολιτική στην οποία κανείς δεν επιτρέπεται να παρέμβει. Οι συνθήκες στις φυλακές είναι ζωώδεις. Αυτό πρέπει να σταματήσει». Το 1946 επανέλαβε αυτές τις κριτικές, δηλώνοντας: «Στην Πολωνία οι σοβιετικές αρχές δεν μπορούν να ερευνούν και να συλλαμβάνουν. Είναι αναγκαίο να απαιτήσουμε αυτό να σταματήσει και να απελευθερωθούν οι άνθρωποι. Οι άνθρωποι δεν μπορούν απλά να πεθαίνουν. Αυτή είναι η δική μας κυριαρχία»[57].

Η πλήρης υπερίσχυση της σταλινικής πτέρυγας υπό τον Μπιέρουτ προκάλεσε από το 1948 και στην Πολωνία ένα ευρύ κύμα διώξεων όπως στις άλλες λαϊκές δημοκρατίες. Ο ίδιος ο Γκομούλκα φυλακίστηκε στα 1951-54. Μετά το 1956, με το 20ό Συνέδριο του ΚΚΣΕ, ανέλαβε στην ηγεσία και ακολούθησε μια πορεία φιλελευθεροποίησης, με την υποστήριξη της πλειοψηφίας του πολωνικού λαού. Σε αυτό το πλαίσιο αποκαταστάθηκαν οι δολοφονημένοι στα 1936-38 αγωνιστές του ΚΚ Πολωνίας και, σε αντίθεση με ό,τι συνέβηκε αλλού, εκτιμήθηκε και αναδείχτηκε στην κομματική φιλολογία η συνεισφορά τους.

Σε μια από τις συνεδριάσεις της ΚΕ μετά το 1956 ο Γκομούλκα αναφέρθηκε στη διάλυση του κόμματος και τις συκοφαντίες ενάντια στους ηγέτες του. Στην ερώτηση αν το 1938 πίστευε αυτές τις ιστορίες είχε απαντήσει «όχι». Όταν ρωτήθηκε παραπέρα γιατί δεν είχε διαμαρτυρηθεί, αναγνώρισε: «Δεν ήμουν αρκετά γενναίος για να το κάνω, ή δεν είχα αρκετή αυτοπεποίθηση, αλλά αν ο Λένιν ζούσε τότε στην Πολωνία θα είχε διαμαρτυρηθεί»[58].

Αυτή η τελευταία πράξη της μεταπολεμικής καταπίεσης και της μερικής κάθαρσης ήταν ο επίλογος σε μια ιστορική τραγωδία το κύριο μέρος της οποίας είχε γραφτεί καιρό πριν και δεν μπορούσε πια να αντιστραφεί.

Οι ισχυρισμοί της σταλινικής ηγεσίας περί προδοσίας των Πολωνών κομμουνιστών ήταν γκεμπελικού τύπου συκοφαντίες, στις οποίες δεν έχει νόημα να επανέλθουμε στην κατακλείδα του παρόντος. Η ποταπότητα των κατηγοριών ότι οι Πολωνοί κομμουνιστές είχαν επίτηδες φυλακιστεί από την πολωνική ασφάλεια για να εμφανιστούν σαν αγωνιστές και να μπορέσουν να εκπληρώσουν τα σαμποτάζ τους στην ΕΣΣΔ είναι δύσκολο να εκφραστεί με λέξεις· αν μια τέτοια λογική γίνει δεκτή, θα μπορούσε να αποδείξει κανείς ότι και ο Μαρξ έγραψε το Κεφάλαιο και υπεράσπισε την Παρισινή Κομμούνα για να κρύψει ότι είχε πουληθεί στους αστούς ή ότι ο Λένιν και οι Μπολσεβίκοι έκαναν τον Οκτώβρη για να κρύψουν ότι ήταν πράκτορες του τσάρου και να μπορέσουν έτσι να υπονομεύσουν την ΕΣΣΔ. Ευγενικές, κορυφαίες μορφές αγωνιστών, όπως ο Sylwester Wojewódzki, που πέρασε στο ΚΚ της Πολωνίας απαρνούμενος την τάξη του, μοίρασε τη γη του στους αγρότες και αγωνίστηκε με αυτοθυσία για τα συμφέροντά τους, κατηγορήθηκε από την αστική Πολωνία σαν σοβιετικός πράκτορας και εκτελέστηκε στην ΕΣΣΔ σαν πράκτορας της αστικής Πολωνίας, θα αποτελούν ένα αιώνιο κατηγορώ για τους σταλινικούς δημίους, εκθέτοντας την υποκρισία τους.

Δεν θα ήταν άσκοπο, ωστόσο, να σημειωθεί εδώ για λόγους πληρότητας, ότι από τους ελάχιστους κατηγορημένους Πολωνούς κομμουνιστές που επέζησαν, κυρίως επειδή βρίσκονταν στην Πολωνία ή σε άλλες χώρες, κανένας δεν πέρασε στην υπηρεσία του φασισμού (σε αντίθεση, π.χ., με ό,τι συνέβηκε στην Ελλάδα όπου η σταλινοποίηση του ΚΚΕ από τον Ζαχαριάδη είχε φέρει στον αφρό τα πιο σκάρτα στοιχεία, με συνέπεια ένα μεγάλο μέρος της ηγεσίας να περάσει στην υπηρεσία του Μανιαδάκη).

Στην απόφαση του 1938 για τη διάλυση του ΚΚ Πολωνίας αναφερόταν σαν ένας από τους «πράκτορες» Πολωνούς ο Alfred Lampe. Ο Λάμπε (1900-1943), κομματικό στέλεχος από το 1921, ήταν Γραμματέας της κομμουνιστικής νεολαίας της Πολωνίας στα 1922-29 και μέλος του ΠΓ του κόμματος στα 1929-32. Το 1932 εργάστηκε στη Μόσχα στην Προφιντέρν και το 1933 επέστρεψε στην Πολωνία για να ηγηθεί της Εθνικής Γραμματείας του κόμματος. Συνελήφθη και φυλακίστηκε στα 1933-39, όταν και στιγματίστηκε σαν «προδότης». Το 1941 πήγε στο Μινσκ και αργότερα στη Μόσχα, πρωτοστατώντας μαζί με τον Paweł Finder στην οργάνωση της πολωνικής αντίστασης στους ναζί. Στα 1942-43 διηύθυνε αντιφασιστικά περιοδικά, συντελώντας καθοριστικά στην ίδρυση ένοπλων πολωνικών αντιφασιστικών μονάδων. Ο Λάμπε διατήρησε μια ανεξάρτητη στάση και σε επιστολή του προς τις σοβιετικές αρχές στη διάρκεια του πολέμου διαμαρτυρόταν για τη μεταχείριση των Πολωνών στην ΕΣΣΔ ως πολιτών δεύτερης κατηγορίας. Πέθανε στα 1943 από ανακοπή καρδιάς[59].

Από την άλλη μεριά, η σταλινική πρακτορολογία βοήθησε πραγματικούς προδότες και πράκτορες να ενταχθούν στο κόμμα περνώντας απαρατήρητοι. Μια περίπτωση ήταν ο Józef Mützenmacher (1903-1947), αναπληρωματικό μέλος της ΚΕ του ΚΚ Πολωνίας στο Μεσοπόλεμο, ο οποίος είχε γίνει πράκτορας της πολωνικής ασφάλειας και με ψευδώνυμο κυκλοφόρησε το 1934 ένα διάσημο συκοφαντικό βιβλίο για το πολωνικό κόμμα. Ο Mützenmacher μετά το 1945 άλλαξε εμφάνιση και με νέο όνομα έγινε επικεφαλής στο τμήμα προσωπικού στη Διεύθυνση Σιδηροδρόμων του Βρότσλαβ. Εντάχθηκε στο Πολωνικό Εργατικό Κόμμα, ήταν μέλος της διοίκησης της τοπικής επιτροπής του και τιμήθηκε με το «Χρυσό Σταυρό Αξίας» για τις υπηρεσίες του. Πέθανε το 1947, μάλλον από δηλητηρίαση[60].

Ο Ι. Ντόιτσερ, πολωνικής καταγωγής ιστορικός, σε ένα άρθρο του δίνει μια εκτενή εικόνα της πορείας του κόμματος και των σταλινικών παρεμβάσεων που κορυφώθηκαν με την εκκαθάριση του 1936-38. Το ΚΚ Πολωνίας, εκτιμά, ήταν ενωμένο ως το 1926, όταν ο Πιλσούντσκι επέβαλε τη δικτατορία στη χώρα. Όπως συνέβηκε και στη Βουλγαρία με το πραξικόπημα του Τσαγκόφ την ίδια δεκαετία, μια μερίδα του κόμματος αδράνησε θεωρώντας ότι επρόκειτο για «ενδοαστική υπόθεση» – ένα λάθος που σημάδεψε αρνητικά το κίνημα για δεκαετίες. Ο Ντόιτσερ εγκωμιάζει τη γενναία στάση του Βάρσκι απέναντι στον δικτάτορα, με την οποία διέσωσε την τιμή του κόμματος:

«Ο Βάρσκι προσπάθησε όσο καλύτερα μπορούσε να επανορθώσει το “λάθος του Μάη”. Στην περίσταση αυτή έδειξε μεγάλη αξιοπρέπεια, μαχητικότητα και προσωπικό θάρρος. Στο όνομα του κόμματος, εκτόξευσε κατηγορίες καταπρόσωπα στον Πιλσούντσκι και γι’ αυτό, με εντολή του δικτάτορα και παρουσία του δικτάτορα, τον έσυραν έξω από την Εθνική Συνέλευση οι φρουροί του Πιλσούντσκι. Για να συνειδητοποιήσουμε το αποτέλεσμα που είχε η κραυγή του Βάρσκι, “Κάτω ο δικτάτορας”, πρέπει να έχουμε κατά νου τη λατρεία που περιέβαλλε τον Πιλσούντσκι εκείνη την εποχή. Ο ίδιος ο Πιλσούντσκι αιφνιδιάστηκε από αυτή την κραυγή: ήταν η πρώτη επίθεση στο θρύλο του, η πρώτη προσπάθεια να ξεσκιστεί. Θυμάμαι επίσης την εικόνα του Βάρσκι στην Πλατεία του Θεάτρου την 1η Μάη του 1928. Βάδιζε στην πρώτη γραμμή μιας τεράστιας και παράνομης διαδήλωσής μας, μέσα από το χαλάζι από βολές των πυροβόλων όπλων και τουφεκιών με τα οποία μας υποδέχτηκαν οι πολιτοφυλακές του Σοσιαλιστικού Κόμματος, ενώ δεκάδες και εκατοντάδες τραυματίες έπεφταν στις τάξεις μας, σήκωσε το λευκόγκριζο κεφάλι του, ένας εύκολος, ψηλός στόχος ορατός από μακριά· ανυποχώρητος και ακλόνητος, μίλησε στο πλήθος. Αυτή ήταν η εικόνα του που είχα στο μυαλό μου όταν, μερικά χρόνια αργότερα, ανακοινώθηκε από τη Μόσχα ότι ήταν προδότης, κατάσκοπος και πράκτορας του Πιλσούντσκι»[61].

Αναφορικά με τις αιτίες που ώθησαν τον Στάλιν στην εκμηδένιση των Πολωνών κομμουνιστών, ο Ντόιτσερ αναφέρει την απέχθειά του για τις παραδόσεις της Ρόζας Λούξεμπουργκ, τις οποίες θεωρούσε ως μια πολωνική εκδοχή του τροτσκισμού. Όπως σημειώνει ο ίδιος, αυτή η εκτίμηση δεν τεκμηριώνεται άμεσα καθώς δεν υπήρχαν τροτσκιστικές ομάδες στο ΚΚ Πολωνίας στη δεκαετία του 1920, ώστε η στάση του Στάλιν καταλήγει στην τυπική για τον ίδιο και τις σταλινικές ηγεσίες απόρριψη κάθε άλλης άποψης εκτός από τη δική τους και κάθε ανεξάρτητης πολιτικής στάσης ως προδοτικής:

«Η Ρόζα Λούξεμπουργκ… αναμφίβολα, έκανε κάποια λάθη… Ήταν, και είναι ακόμη, απαραίτητο να αναλύονται αυτά τα λάθη αυστηρά και αντικειμενικά, και να τα βλέπουμε στις πραγματικές τους αναλογίες. Αυτό, ωστόσο, δεν ήταν το είδος της ανάλυσης στην οποία ενδιαφερόταν ο Στάλιν, ούτε ο Ζινόβιεφ στα χρόνια 1923-24, όταν… κήρυξαν έναν ιερό πόλεμο ενάντια στο λουξεμπουργκισμό, δηλαδή στην κύρια ιδεολογική παράδοση του πολωνικού κομμουνισμού… Ενστικτωδώς, ο Στάλιν εντόπισε τη σχέση της Ρόζας Λούξεμπουργκ με τον Τρότσκι. Και, παρόλο που δεν υπήρξε τροτσκιστική αντιπολίτευση μέσα στο πολωνικό κόμμα κατά τη δεκαετία του 1920, το κόμμα αυτό του απέπνεε “τροτσκισμό”. Ο Στάλιν θεώρησε το λουξεμπουργκισμό ως την πολωνική ποικιλία του τροτσκισμού»[62].

Πέρα από αυτή την πλευρά, υπάρχει ασφαλώς, όπως ήδη έχει επισημανθεί, και το γενικότερο πλαίσιο των διωγμών των χρόνων 1936-38 ενάντια στις παραμεθόριες εθνικότητες της ΕΣΣΔ. Από στοιχεία μετά το άνοιγμα των σοβιετικών αρχείων το 1991 προκύπτει ότι από τις 680.000 περίπου εκτελέσεις στα 1936-1938, οι 247.000 ήταν θύματα των εθνικών διώξεων. Οι συλλήψεις γίνονταν στα πλαίσια αντίστοιχων εθνικών εκκαθαριστικών επι­χειρήσεων του NKVD, με πιο σημαντικές την πολωνική και τη γερμανική. Φυσικά, στα θύματα θα πρέπει να προστεθούν και εκείνα των μετακινήσεων κάτω από άθλιες συνθήκες ολόκληρων πληθυσμών, Κοζάκων στα χρόνια της κολεκτιβοποίησης, Τατάρων, Καλμούκων, Τσετσένων, κ.ά., κατά το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, όπου χιλιάδες ζωές χάνονταν είτε στη διάρκεια του ταξιδιού είτε στα στρατόπεδα συγκέντρωσης.

Η πολωνική επιχείρηση, δρομολογημένη μετά από την υιοθέτηση της Διαταγής 00485 ήταν η πιο μαζική από τις εθνικές εκκαθαρί­σεις στην ΕΣΣΔ στα 1937-38. Η διαταγή, τιτλοφορούμενη «Για την εξάλειψη των πολωνικών σαμποταριστικών και κατασκοπευτικών ομάδων και μονάδων της Πολωνικής Στρατιωτικής Οργάνωσης», ψηφίστηκε από το ΠΓ του ΠΚΚ (Μπ.) στις 9 Αυγούστου 1937 και υπογράφηκε από τον Γιεζόφ στις 11 του ίδιου μήνα. Συνολικά μέσα σε 14 μήνες συνελήφθησαν περίπου 143.800 άτομα πολωνικής καταγωγής, από τα οποία 140.000 καταδικάστηκαν με συνοπτικές διαδικασίες και εκτελέστηκαν οι 111.000. Ανάμεσά τους περιλαμβάνονταν δεκάδες χιλιάδες αγρότες, εργάτες σιδηροδρόμων και βιομηχανικοί εργάτες. Άλλες 30.000 εξο­ρίστηκαν σε στρατόπεδα καταναγκαστικής εργασίας. Οι σύζυγοι των Πολωνών εκτοπίστηκαν στο Καζαχστάν για 5-10 χρόνια, ενώ τα παιδιά τους κλείστηκαν σε ορφανοτροφεία. Οι διώξεις συνεχίστηκαν και μετά την ενσωμάτωση της Ανατολικής Πολωνίας στην ΕΣΣΔ, ώστε το 1941 κρατούνταν σε φυλακές και διάφορα στρατόπεδα στην ΕΣΣΔ περί τους 380.000 Πολωνοί[63].

Μέρος αυτής της διαδικασίας ήταν η εξόντωση των Πολωνών που είχε συλλάβει ο σοβιετικός στρατός κατά την εισβολή του στη χώρα το Σεπτέμβρη του 1939. Περί τις 22.000 Πολωνοί αξιωματικοί, διανοούμενοι, χωροφύλακες, κ.ά., εκκαθαρίστηκαν στο Κατίν και σε ουκρανικές και λευκορωσικές φυλακές. Η σταλινική ενοχή γι’ αυτό το έγκλημα είναι πλήρως αποδεδειγμένη και την έχουμε καταδείξει αλλού[64]. Εκείνο που χρειάζεται να επισημανθεί είναι η ακραία υποκρισία των νεοσταλινικών δημοσιολόγων του ΚΚΕ, που σε πείσμα όλων των γεγονότων επιμένουν ότι ο Στάλιν δεν θα μπορούσε ποτέ να διαπράξει ένα τέτοιο έγκλημα και ότι πρόκειται για «προβοκάτσια των ναζί και των ιμπεριαλιστών». Όταν ο Στάλιν δεν δίστασε να εξοντώσει με γκεμπελικές συκοφαντίες σχεδόν όλους τους Πολωνούς κομμουνιστές και πάνω από 100.000 Πολωνούς πολίτες της ΕΣΣΔ, γιατί θα δίσταζε να κάνει το ίδιο με αξιωματικούς του πολωνικού στρατού, τους οποίους θεωρούσε εχθρούς του;

Φυσικά οι διαμαρτυρίες της νεοσταλινικής ηγεσίας και των δημοσιολόγων του ΚΚΕ για το Κατίν και άλλα παρόμοια θέματα, καθώς και η από μέρους τους αποθέωση του Στάλιν, αποτελούν συνειδητή υποκρισία, που αποσκοπεί να συγκαλύψει τις σκοτεινές σελίδες του σταλινισμού στην ιστορία του ΚΚΕ. Μια ανάλογη περίπτωση με τους Πολωνούς κομμουνιστές, ήταν εκείνη των ηγετικών στελεχών του ΚΚΕ που απέδρασαν το 1931 από τις φυλακές Συγγρού, κατέφυγαν στην ΕΣΣΔ και εκεί εξοντώθηκαν (Χαϊτάς, Ευτυχιάδης, Μαρκοβίτης) ή φυλακίστηκαν με την κατηγορία ότι ήταν πράκτορες και είχαν αποδράσει με εντολή της ελληνικής ασφάλειας. Υπάρχουν ακόμη τα ζητήματα της εκκαθάρισης ενός πλήθους αγωνιστών και απλών πολιτών της ελληνικής μειονότητας στην ΕΣΣΔ, καθώς και αγωνιστών που εξόντωσε η ζαχαριαδική ηγεσία στην κατοχή και μετά την ήττα του ΔΣΕ· εκκαθαρίσεις που ακόμη και αν δεν ήταν τόσο ερημωτικές όσο με τους Πολωνούς πήραν ευρεία έκταση. Μόνα στα πρόσφατα χρόνια, χάρη σε ανεξάρτητες έρευνες[65], έχει ριχτεί ένα φως σε αυτές τις πτυχές, που αποκρύβονται μεθοδικά στις πλαστογραφημένες «κομματικές ιστορίες» του ΚΚΕ. Αν οι Πολωνοί κομμουνιστές που ακολούθησαν τον Στάλιν και πλήρωσαν με τη ζωή τους, όπως ο Λένσκι, έχουν το ελαφρυντικό της άγνοιας, οι ηγήτορες του ΚΚΕ αποδεικνύουν με τη στάση τους ότι ανήκουν στην κατηγορία εκείνων που όχι μόνο δεν ξέρουν σε κάποια στιγμή, αλλά που δεν θέλουν να ξέρουν και δεν θα ξέρουν ποτέ.

Πώς μπορεί να εξηγηθεί το ακραίο μένος του Στάλιν ενάντια στους Πολωνούς; Μια σειρά παράγοντες πρέπει να ληφθούν υπόψη εδώ. Ο μεγαλορωσικός σοβινισμός του Στάλιν, στον οποίο είχε αναφερθεί ο Λένιν, τον έκανε να θεωρεί εχθρούς όχι μόνο την αστική τάξη της Πολωνίας αλλά και τον πολωνικό λαό, μια επικίνδυνη εθνότητα από την οποία μπορούσε να προκύψουν απειλές για την ΕΣΣΔ και κύρια για τη δική του δικτατορική εξουσία. Σε αυτό θα πρέπει να προστεθεί και η προσωπική ευθύνη του Στάλιν για τη δεινή ήττα του Κόκκινου Στρατού στη μάχη του Βιστούλα. Στην κρίσιμη φάση της σοβιετικής προέλασης ο Στάλιν είχε παρακούσει την εντολή του Τρότσκι για μεταφορά της στρατιάς ιππικού του νοτιοδυτικού μετώπου του Λβοφ, του οποίου ηγούνταν, στο πολωνικό μέτωπο, αφήνοντας ακάλυπτο τον Κόκκινο Στρατό στην πολωνική αντεπίθεση. Σε τέτοιες περιπτώσεις, όταν δικές του ενέργειες προκαλούσαν ιστορικές καταστροφές, ο Στάλιν είχε εύκαιρη την εύκολη εξήγηση των συνωμοσιών και των σαμποτέρ για να αποσείει τις ευθύνες του, αφού η αναγνώριση ενός λάθους ήταν πέρα από τις δυνάμεις του. Ο φόβος ότι οι Πολωνοί κομμουνιστές μπορεί να εναντιώνονταν στο σύμφωνο με τη ναζιστική Γερμανία το 1939 μπορεί επίσης να έπαιξε ένα ρόλο, αν και η εκκαθάριση βασικά είχε ήδη εκπληρωθεί.

Οι φόβοι του Στάλιν για πολωνική επίθεση στην ΕΣΣΔ αποδείχτηκαν αβάσιμοι. Ο πολωνικός λαός ήταν γενικά αντιφασιστικός στα χρόνια του πολέμου, δοκιμάζοντας πάνω του τις πιο άγριες πλευρές της ναζιστικής θηριωδίας. Και είναι βέβαιο, και μόνο από την ίδια την άρνησή του να δημοσιευθεί η απόφαση διάλυσης του ΚΚ Πολωνίας, ότι ο Στάλιν ποτέ δεν πίστευε ότι οι Πολωνοί κομμουνιστές είχαν γίνει «πράκτορες του Πιλσούντσκι». Έτσι αυτό που μένει είναι η εξουσιομανία του Στάλιν και των συνεργατών του και η αδίστακτη προσφυγή τους στην πιο κτηνώδη βία. Η ίδια η αίσθηση του ιστορικού παρασιτισμού τους, τους έκανε να εξαλείφουν βάναυσα κάθε ανεξάρτητη τάση στο κομμουνιστικό κίνημα, την οποία αντιμετώπιζαν σαν απειλή. Τελικά, ο Στάλιν «κατάφερε» στο όνομα του κομμουνισμού, αυτό που δεν μπόρεσε ποτέ να κάνει η πολωνική αντικομμουνιστική αστική τάξη: να διαλύσει το ΚΚ Πολωνίας. Και μαζί με αυτό, και πολλά άλλα που κατέστρεψε, δυσφήμισε απροσμέτρητα τα ιδανικά του κομμουνισμού.

Η τραγωδία των Πολωνών κομμουνιστών δίνει μια από τις πιο κτυπητές καταδείξεις της ιστορικής κενότητας του σταλινισμού. Οι σταλινικές εκκαθαρίσεις εξόντωσαν τις καλύτερες δυνάμεις στο πολωνικό και σε άλλα κόμματα χωρίς να δημιουργήσουν τίποτα· στην πορεία μάλιστα, συνδυασμένες με καταστροφικές πολιτικές επιλογές σε χώρες όπως η Γερμανία, η Ισπανία και η Γαλλία, οδήγησαν στη διάλυση την Κομμουνιστική Διεθνή. Ταυτόχρονα φαλκίδεψαν τις προοδευτικές δυνατότητες που άνοιξε η αντιφασιστική νίκη στις λαϊκές δημοκρατίες και υπονόμευσαν εκ βάθρων τα θετικά μεταρρυθμιστικά κινήματα στην ΕΣΣΔ, όπως το 20ό Συνέδριο και η Περεστρόικα. Η δουλοπρέπεια, η αποθάρρυνση και η διπροσωπία που εισήγαγαν στο κομμουνιστικό κίνημα, σκεπάζοντάς τα μάλιστα με υποκριτικούς όρκους πίστης στον Λένιν και τον κομμουνισμό, δεν μπόρεσαν να ξεπεραστούν ποτέ. Ομολογήθηκαν ακόμη και στον καιρό του Στάλιν από κομμουνιστές που είχαν τη στοιχειώδη ευθύτητα να αναγνωρίσουν την αλήθεια. Ένας από αυτούς, ο Ούγγρος Ε. Βάργκα, σε γράμμα του προς τον Στάλιν το 1938, ανέφερε την πραγματική κατάσταση που επικρατούσε στις γραμμές της Κομιντέρν εξαιτίας των διωγμών:

«Σαν αποτέλεσμα των μαζικών συλλήψεων, τα στελέχη που είναι ακόμα ελεύθερα βρίσκονται σε μια κατάσταση πλήρους αποθάρρυνσης και κατάθλιψης. Αυτό το αίσθημα έχει διαχυθεί σ’ όλα τα όργανα κι έχει κάνει την εμφάνισή του ακόμα και στα μέλη της Εκτελεστικής Γραμματείας. Οφείλεται κατά κύριο λόγο στην παντελή αδυναμία τους να επέμβουν στις συλλήψεις των εξόριστων που ζουν σήμερα στο έδαφος της Σοβιετικής Ένωσης… Πολλοί απ’ αυτούς μαζεύουν κάθε βράδυ τα πράγματά τους περιμένοντας τη σύλληψή τους. Ο διαρκής φόβος τούς έχει μισοτρελάνει και τους έχει κάνει ανίκανους για οποιαδήποτε εργασία»[66].

Αυτό δεν σημαίνει ότι οι αγώνες και η θυσία των Πολωνών κομμουνιστικών, και των μελών και στελεχών άλλων κομμουνιστικών κομμάτων που γνώρισαν την ίδια μοίρα, ήταν μάταια. Οι μάχες που έδωσαν ενάντια στον ανερχόμενο φασισμό το Μεσοπόλεμο, η αντοχή τους στις διώξεις στη χώρα τους και στην ΕΣΣΔ και η δέσμευσή τους στον αγώνα για το σοσιαλισμό, φωτίζουν τους σύγχρονους δρόμους του κομμουνιστικού κινήματος. Πάνω απ’ όλα υπογραμμίζουν την ανάγκη για μια πλήρη, μαρξιστικά θεμελιωμένη ρήξη με το σταλινισμό ως το πρώτιστο καθήκον της νέας γενιάς των αγωνιστών.

*Ο Χρήστος Κεφαλής είναι μέλος της ΣΕ της Μαρξιστικής Σκέψης.

[1] Τα στοιχεία εδώ και παρακάτω είναι από το άρθρο F. Firsov, «Dimitrov, the Comintern and Stalinist Repression», στη συλλογή Stalin’s Terror: High Politics and Mass Repression in the Soviet Union (επιμ. B. McLoughlin και K. McDermott), Palgrave Macmillan, Νέα Υόρκη 2004.

[2] Για τα αποσπάσματα, βλέπε A. Dallin – F.I. Firsov, Dimitrov and Stalin, 1934-1943: Letters from the Soviet Archives, σελ. 28-31, παράθεση στο «Dimitrov to Stalin on the Dissolution of the Polish Communist Party», https://espressostalinist.com/2017/02/01/dimitrov-to-stalin-on-the-dissolution-of-the-polish-communist-party/.

[3] Στο ίδιο.

[4] Ο Π. Βογιατζής συνοψίζει εύστοχα αυτή την πλευρά: «Το ΚΚ Πολωνίας ήταν αυτό που δέχτηκε τα περισσότερα χτυπήματα. Για τον Στάλιν αποτελούσε κόκκινο πανί ήδη από το 1923-24, όταν η ηγεσία του πήρε το μέρος της Αριστερής Αντιπολίτευσης στην εσωκομματική πάλη που διεξαγόταν στο ΚΚΣΕ. Οι εκκαθαρίσεις στο ΚΚΠ είχαν αρχίσει από τότε, ενώ από τα τέλη της δεκαετίας του ’20 πήραν ανοιχτά τη μορφή φυσικών διώξεων, με την εξορία της “δεξιάς” πτέρυγας. Μέλη της ΚΕ και κομμουνιστές αντιπρόσωποι στην πολωνική βουλή είχαν στηθεί στο εκτελεστικό απόσπασμα ήδη στα 1933-34, πολύ πριν ξεκινήσουν παρόμοιες διαδικασίες για τα υπόλοιπα κόμματα της Διεθνούς» (Π. Βογιατζής, «Οι σταλινικές εκκαθαρίσεις στην Κομιντέρν και τα ξένα κομμουνιστικά κόμματα», Μαρξιστική Σκέψη, τόμ. 9, σελ. 218).

[5] «Concerning: fascist-guerilla, espionage, hostile, defeatist and terrorist activities of Polish Intelligence in the USSR» [Order no. 00485], http://bazhum.muzhp.pl/media/files/Polityka_i_Spoleczenstwo/Polityka_i_Spoleczenstwo-r2008-t-n5/Polityka_i_Spoleczenstwo-r2008-t-n5-s220-239/Polityka_i_Spoleczenstwo-r2008-t-n5-s220-239.pdf.

[6] Στα 1918-25 ο επίσημος τίτλος του κόμματος ήταν Κομμουνιστικό Εργατικό Κόμμα Πολωνίας και σε συνέχεια Κομμουνιστικό Κόμμα Πολωνίας. Στο άρθρο χρησιμοποιούμε γενικά τη σύντμηση «ΚΚ Πολωνίας».

[7] «Adolf Warski», https://pl.wikipedia.org/wiki/Adolf_Warski.

[8] «Maksymilian Horwitz», https://pl.wikipedia.org/wiki/Maksymilian_Horwitz και https://en.wikipedia.org/wiki/Maksymilian_Horwitz.

[9] «Maria Koszutska», https://pl.wikipedia.org/wiki/Maria_Koszutska.

[10] «Józef Feliks Ciszewski», https://pl.wikipedia.org/wiki/J%C3%B3zef_Feliks_Ciszewski.

[11] «Ганецкий, Яков Станиславович», https://ru.wikipedia.org/wiki/%D0%93%D0%B0%D0%BD%D0%B5%D1%86%D0%BA%D0%B8%D0%B9,_%D0%AF%D0%BA%D0%BE%D0%B2_%D0%A1%D1%82%D0%B0%D0%BD%D0%B8%D1%81%D0%BB%D0%B0%D0%B2%D0%BE%D0%B2%D0%B8%D1%87.

[12] «Henryk Domski», https://en.wikipedia.org/wiki/Henryk_Domski.

[13] «Julian Leszczyński», https://en.wikipedia.org/wiki/Julian_Leszczy%C5%84ski.

[14] «Sylwester Wojewódzki», https://pl.wikipedia.org/wiki/Sylwester_Wojew%C3%B3dzki.

[15] «Tomasz Dąbal», https://pl.wikipedia.org/wiki/Tomasz_D%C4%85bal και Rafał Kuzak, «“Operacja polska”. Zapomniane sowieckie ludobójstwo na 100 tysiącach Polaków», https://wielkahistoria.pl/operacja-polska-zapomniane-sowieckie-ludobojstwo-na-100-tysiacach-polakow/.

[16] «Kazimierz Cichowski», https://en.wikipedia.org/wiki/Kazimierz_Cichowski.

[17] «Saul Amsterdam», https://pl.wikipedia.org/wiki/Saul_Amsterdam.

[18] «Franciszek Grzelszczak», https://pl.wikipedia.org/wiki/Franciszek_Grzelszczak.

[19] «Stefan Królikowski», https://pl.wikipedia.org/wiki/Stefan_Kr%C3%B3likowski.

[20] «Edward Próchniak», https://en.wikipedia.org/wiki/Edward_Pr%C3%B3chniak.

[21] «Tadeusz Żarski», https://pl.wikipedia.org/wiki/Tadeusz_%C5%BBarski.

[22] «Jan Paszyn», https://pl.wikipedia.org/wiki/Jan_Paszyn.

[23] «Stanisław Burzyński» https://pl.wikipedia.org/wiki/Stanis%C5%82aw_Burzy%C5%84ski_(komunista).

[24] «Bronisław Bortnowski», https://pl.wikipedia.org/wiki/Bronis%C5%82aw_Bortnowski.

[25] «Józef Łohinowicz», https://pl.wikipedia.org/wiki/J%C3%B3zef_%C5%81ohinowicz.

[26] «Stanisław Mertens», https://pl.wikipedia.org/wiki/Stanis%C5%82aw_Mertens.

[27] «Jerzy Czeszejko-Sochacki», https://en.wikipedia.org/wiki/Jerzy_Czeszejko-Sochacki.

[28] «Osyp Kriłyk», https://pl.wikipedia.org/wiki/Osyp_Kri%C5%82yk.

[29] «Henryk Bitner», https://pl.wikipedia.org/wiki/Henryk_Bitner.

[30] «Władysław Baczyński», https://pl.wikipedia.org/wiki/W%C5%82adys%C5%82aw_Baczy%C5%84ski_(polityk).

[31] «Stanisław Lancucki», https://pl.wikipedia.org/wiki/Stanis%C5%82aw_%C5%81a%C5%84cucki.

[32] «Wacław Rożek», https://pl.wikipedia.org/wiki/Wac%C5%82aw_Ro%C5%BCek.

[33] «Adam Landy», https://pl.wikipedia.org/wiki/Adam_Landy.

[34] «Mieczysław Bernstein-Redens», https://pl.wikipedia.org/wiki/Mieczys%C5%82aw_Bernstein-Redens.

[35] «Bernard Zaks», https://pl.wikipedia.org/wiki/Bernard_Zaks.

[36] «Mieczysław Broński», https://en.wikipedia.org/wiki/Mieczys%C5%82aw_Bro%C5%84ski.

[37] «Józef Unszlicht», https://en.wikipedia.org/wiki/J%C3%B3zef_Unszlicht.

[38] «Zofia Unszlicht», https://pl.wikipedia.org/wiki/Zofia_Unszlicht-Osi%C5%84ska.

[39] «Henryk Gustaw Lauer», https://pl.wikipedia.org/wiki/Henryk_Gustaw_Lauer.

[40] «Zdzisław Leder», https://pl.wikipedia.org/wiki/Zdzis%C5%82aw_Leder.

[41] «Antoni Lipski» https://pl.wikipedia.org/wiki/Antoni_Lipski_(dzia%C5%82acz_komunistyczny), «Ludwik Lipski», https://pl.wikipedia.org/wiki/Ludwik_Lipski, «Leon Lipski», https://pl.wikipedia.org/wiki/Leon_Lipski.

[42] «Konstanty Graeser-Kalicki», https://pl.wikipedia.org/wiki/Konstanty_Graeser-Kalicki.

[43] «Stanisław Budzyński», https://pl.wikipedia.org/wiki/Stanis%C5%82aw_Budzy%C5%84ski.

[44] «Łazar Aronsztam», https://pl.wikipedia.org/wiki/%C5%81azar_Aronsztam.

[45] «Jerzy Heryng», https://pl.wikipedia.org/wiki/Jerzy_Heryng.

[46] «Wincenty Aniołkowski», https://pl.wikipedia.org/wiki/Wincenty_Anio%C5%82kowski.

[47] «Icchok Amster», https://pl.wikipedia.org/wiki/Icchok_Amster.

[48] «Mirosław Zdziarski», https://pl.wikipedia.org/wiki/Miros%C5%82aw_Zdziarski και «STANISŁAW KOSTANECKI – MIROSŁAW ZDZIARSKI (1892-1939)», http://mazowsze.hist.pl/files/Rocznik_Mazowiecki/Rocznik_Mazowiecki-r1969-t2/Rocznik_Mazowiecki-r1969-t2-s309-339/Rocznik_Mazowiecki-r1969-t2-s309-339.txt.

[49] «Wiktor Żytłowski», https://pl.wikipedia.org/wiki/Wiktor_%C5%BByt%C5%82owski.

[50] «Szczepan Rybacki», https://pl.wikipedia.org/wiki/Szczepan_Ryback.

[51] «Władysław Stein-Krajewski», https://pl.wikipedia.org/wiki/W%C5%82adys%C5%82aw_Stein-Krajewski.

[52] «Wacław Wróblewski», https://pl.wikipedia.org/wiki/Wac%C5%82aw_Wr%C3%B3blewski.

[53] «Leon Purman», https://pl.wikipedia.org/wiki/Leon_Purman.

[54] «Witold Tomorowicz», https://pl.wikipedia.org/wiki/Witold_Tomorowicz.

[55] «Władysław Kowalski», https://pl.wikipedia.org/wiki/W%C5%82adys%C5%82aw_Kowalski_(komunista).

[56] Η Julia Brystiger (1902-1975), μέλος του κόμματος από τα 1927, ήρθε στην ΕΣΣΔ το 1939, όπου βοήθησε το NKVD να συλλάβει τα τελευταία μέλη του που είχαν μείνει ελεύθερα. Τον Οκτώβρη του 1944 έγινε μέλος στο Πολωνικό Εργατικό Κόμμα και, ως στέλεχος στο Υπουργείο Ασφάλειας της ΛΔ Πολωνίας, διεξήγαγε κτηνώδεις ανακρίσεις βασανίζοντας προσωπικά τους κρατουμένους. Ο Anatol Fejgin (1909-2002), κομματικό στέλεχος από το 1928, το 1939 πέρασε στην υπηρεσία του NKVD και έγινε διευθυντής στα 1949 του Ειδικού Γραφείου στο Υπουργείο Δημόσιας Ασφάλειας της Πολωνίας. Ο Józef Różański (1907-1981) εντάχθηκε στο NKVD το 1939 και ήταν συνταγματάρχης της μυστικής αστυνομίας της Πολωνίας μεταπολεμικά. Ο Różański συνελήφθη το 1953 και καταδικάστηκε για βασανισμούς και δολοφονίες δεκάδων κρατουμένων σε 5 χρόνια φυλακή το 1955 και σε 15 χρόνια το 1957, όταν και ο Fejgin καταδικάστηκε σε 12 χρόνια. Πολλοί άλλοι τέτοιοι φανατικοί που υπηρέτησαν πιστά το σταλινικό σύστημα, όπως ο Mieczysław Widaj (1912-2008) ο Salomon Morel (1919-2007), κ.ά., δεν είχαν καμιά σχέση με το ΚΚ Πολωνίας του Μεσοπολέμου.

Είναι χαρακτηριστικό ότι στην πολωνική Wikipedia, όπου οι Brystiger, Fejgin, Różański κ.ά., όχι άδικα καταδικάζονται σαν «κομμουνιστές» (θα έπρεπε, «σταλινικοί») εγκληματίες, σε κανένα στέλεχος του ΚΚ Πολωνίας δεν καταλογίζονται ωμότητες, ακόμη και στα 1917-20, όταν η βία ήταν στην ημερήσια διάταξη. Αναφέρεται μόνο ότι είχαν διατυπωθεί υποψίες, από τις κρατικές πολωνικές αρχές, για εμπλοκή του Μπαράνσκι στην ανατίναξη της Ακρόπολης της Βαρσοβίας το 1923, αλλά αναγνωρίζεται ότι δεν βρέθηκαν στοιχεία.

[57] Παρατίθεται στο «Władysław Gomułka», https://pl.wikipedia.org/wiki/W%C5%82adys%C5%82aw_Gomu%C5%82ka.

[58] Παρατίθεται στο Ι. Ντόιτσερ, «The Tragedy of the Polish Communist Party», https://www.marxists.org/archive/deutscher/1958/polish-tragedy.htm, σημείωση 1.

[59] «Alfred Lampe», https://pl.wikipedia.org/wiki/Alfred_Lampe.

[60] «Józef Mitzenmacher», https://pl.wikipedia.org/wiki/J%C3%B3zef_M%C3%BCtzenmacher.

[61] Ι. Ντόιτσερ, στο ίδιο.

[62] Στο ίδιο.

[63] Για τα παρατιθέμενα στοιχεία, βλέπε Τ. Μάρτιν, The Affirmative Action Empire, Cornell University Press, Λονδίνο 2001 και το λήμμα «Polish Operation of the NKVD», https://en.wikipedia.org/wiki/Polish_Operation_of_the_NKVD.

[64] Βλέπε Χρ. Κεφαλής, Υπόθεση Κατίν, εκδ. Επίκεντρο, Αθήνα 2017.

[65] Βλέπε, π.χ., Μ. Μαρκοβίτης, Όχι δεν Είμαι Εχθρός του Λαού, εκδ. Επίκεντρο, Αθήνα 2017· Μ. Μαρκοβίτης, «Θρύψαλα Ελλήνων κομμουνιστών στα χρόνια του μεγάλου τρόμου», στη Μαρξιστική Σκέψη, τόμ. 11, σελ. 327-361· Βλ. Αγτζίδης, Ο Κόκκινος Καπνάς και ο Ελληνισμός του Καυκάσου, Εναλλακτικές Εκδόσεις, Αθήνα 2010, κ.ά.

[66] Παρατίθεται στο Π. Βογιατζής, ό.π., σελ. 217. Ο Βογιατζής παραθέτει και μερικά περιστατικά ενδεικτικά του κλίματος της προδοσίας και της κατάδοσης που δημιούργησαν οι σταλινικές διώξεις. Για να αρκεστούμε σε ένα, ακόμη και ο Τίτο, ο οποίος αργότερα καθοδήγησε το γιουγκοσλαβικό αντάρτικο και ήρθε σε ρήξη με τον Στάλιν, όταν συνελήφθη η γυναίκα του, η Γερμανίδα κομμουνίστρια Λ. Μπάουερ, έγραψε μια μακροσκελή απολογία, όπου έκανε «αυτοκριτική» για το ότι η σχέση του με την Μπάουερ ήταν μια κηλίδα στην κομματική του ζωή και δεν είχε δείξει την επαγρύπνηση που χρειαζόταν (στο ίδιο, σελ. 219).