4 χρόνια από το δημοψήφισμα: Από το ΟΧΙ στην κυβέρνηση Μητσοτάκη

Από το ΟΧΙ στην κυβέρνηση Μητσοτάκη:  Κι όμως η ιστορία δεν επαναλαμβάνεται

Να κάνουμε τις σωστές επιλογές, να ανασυγκροτήσουμε τις δυνάμεις μας, να ανοίξουμε δρόμο στους αγώνες

Από την Εργατική Πάλη Ιουλίου-Αυγούστου

Πριν από 4 χρόνια, εργαζόμενοι, φτωχά λαϊκά στρώματα και νέοι, με το συντριπτικό ποσοστό 61,3% βροντοφώναξαν ένα περήφανο ΟΧΙ στο Δημοψήφισμα της 5ης Ιουλίου 2015. Απέρριψαν εμφατικά την απαράδεκτη και τελεσιγραφική συμφωνία, που πρότειναν οι δανειστές/τοκογλύφοι της ΕΕ και του ΔΝΤ.

Όμως αυτό το ΟΧΙ σήμαινε πολλά περισσότερα από την απόρριψη της πρότασης Γιούνκερ – και πάνω απ’ όλα την απόφαση του λαού να κάνει θυσίες για να απαλλαγεί από το μνημονιακό καθεστώς. Σήμαινε μια ρήξη με ευρώ–ΕΕ–ΔΝΤ–ιμπεριαλιστές, που μαζί με τους ντόπιους υπηρέτες τους απ’ τον Γενάρη του 2015 είχαν κλιμακώσει σαδιστικά την τρομοκρατία περί Grexit και ασύντακτης χρεοκοπίας, ενορχήστρωσαν τους αντιδραστικούς «Μένουμε Ευρώπη», επέβαλαν την χρηματοδοτική ασφυξία με το κλείσιμο τραπεζών και τα capital controls. Μετά την ήττα της σαμαρο–βενιζελικής χούντας (Γενάρης 2015), το αποτέλεσμα του Δημοψηφίσματος ήταν ένα ακόμη βαρύ πλήγμα για το αστικό μπλοκ εξουσίας ΝΔ– ΠΑΣΟΚ–Ποτάμι (αποκαλούσαν το Δημοψήφισμα «πραξικόπημα» και «εκτροπή», ούρλιαζαν για «εισβολή στο Μαξίμου» και «νέο Γουδί»!), και ιδιαίτερα της ακροδεξιάς εμπροσθοφυλακής Σαμαρά, Άδωνι, Βορίδη κ.α. Ηττήθηκαν κατά κράτος τα ΜΜΕξαπάτησης, οι αργυρώνητοι «δημοσιογράφοι» και όλος ο συρφετός των «Μένουμε Ευρώπη» (μεγαλοκαθηγητάδες, «επιστήμονες», «άνθρωποι της αγοράς» και άλλοι έμμισθοι υπάλληλοι των σύγχρονων μαυραγοριτών, εφοπλιστών, μεγαλοεργολάβων κ.α.), που επιδόθηκαν σε μια πρωτοφανή εκστρατεία τρομοκράτησης, συκοφαντίας, παραπληροφόρησης υπέρ του «ΝΑΙ». Ηττήθηκε η εργοδοσία μέσα στους χώρους δουλειάς, ο συρφετός από διευθυντές, μάνατζερ και εργοδοτικά τσιράκια, που μεταχειρίστηκαν κάθε βρώμικο μέσο υπεράσπισης του «ΝΑΙ» (εργοδοτικά κηρύγματα, εκβιασμοί, απολύσεις, λοκ άουτ, μη καταβολή μισθών, διαθεσιμότητες, υποχρεωτικές άδειες, υποχρεωτική συμμετοχή στις συγκεντρώσεις των «Μένουμε Ευρώπη» κ.α.). Τέλος, ήταν ένα ηχηρό χαστούκι στην προδοτική συνδικαλιστική γραφειοκρατία της ΓΣΕΕ: των ΠΑΣΚΕ/ΔΑΚΕ που καλούσαν στην υπερψήφιση του «ΝΑΙ» για να «διασφαλιστεί η παραμονή της χώρας σε ΕΕΕυρώ», αλλά και της σταλινικής γραφειοκρατίας του ΠΑΜΕ που με την γραμμή για άκυρο πριμοδοτούσε αντικειμενικά το «ΝΑΙ». Για να μην αναφέρουμε τις απειλητικές δηλώσεις στελεχών του ΚΚΕ ότι «μία έξοδος τώρα από το Ευρώ θα είναι καταστροφική για τον λαό»!

Αυτή η ήττα των αστικών επιτελείων –σε όλα τα επίπεδα, κοινωνικό, πολιτικό, ιδεολογικό, στρατηγικό– δεν θα μπορούσε να ανατραπεί παρά μόνο με μια μεγάλη ήττα του εργατικού κινήματος. Αυτή την ανεκτίμητη υπηρεσία τους προσέφερε ο ΣΥΡΙΖΑ/Τσίπρας, με αφετηρία την ιστορική προδοσία του «ΟΧΙ», που ολοκληρώθηκε με την τετράχρονη ούλτρα μνημονιακή διακυβέρνησή του, με οδυνηρές συνέπειες που μόνο σταδιακά άρχισαν να ξεδιπλώνονται, για να αποκαλυφτούν σήμερα πιο καθαρά.

Το ίδιο βράδυ, ο Τσίπρας με πρωτοφανή χυδαιότητα δήλωνε «δεν υπάρχουν νικητές και ηττημένοι», ότι «θα επιδιώξω συμφωνία εντός 48 ωρών». Καλούσε συμβούλιο πολιτικών αρχηγών, αυτούς δηλαδή που μόλις ο ελληνικός λαός είχε πετάξει στο πολιτικό περιθώριο. Σ’ αυτή την κρίσιμη στιγμή, Τσίπρας και ΣΥΡΙΖΑ δεν σκέφτονταν καμία ρήξη, στηριζόμενοι στη δύναμη και αποφασιστικότητα που έδειξαν οι εργαζόμενοι και τα φτωχά λαϊκά στρώματα. Η επιστροφή στον μνημονιακό βούρκο δεν οφείλεται σε «τραγικό λάθος» (η στάση των ιμπεριαλιστών το είχε ξεκαθαρίσει: ή πλήρης υποταγή στους οικονομικούς δολοφόνους ή έξοδος από την Ευρωζώνη), ούτε στον Βοναπάρτη Τσίπρα που παραμέρισε το κόμμα. Όσο κι αν ξαφνιάζει το μέγεθος της προδοσίας, ήταν η κατάληξη, το ολοκληρωτικό ναυάγιο της στρατηγικής και τακτικής ενός ξέπνοου ρεφορμιστικού σχεδίου, εμπλουτισμένου με γενναίες δόσεις αμοραλισμού και αριβισμού. Που είχε ως δόγμα το «πάση θυσία στο Ευρώ», τις αυταπάτες για «σκληρές διαπραγματεύσεις» και ήπια διαχείριση της κρίσης, τις ανίερες συμμαχίες. Μιας στρατηγικής καταδικασμένης, γιατί ήθελε να συμβιβάσει δανειστές και θύματα, ευρώ και απαλλαγή από τα μνημόνια, αγορές και κοινωνία.

Η προδοσία του ΟΧΙ και η αστική/μνημονιακή μετάλλαξη του ΣΥΡΙΖΑ δεν ήταν κεραυνός εν αιθρία, αλλά το αποκορύφωμα υποχωρήσεων ήδη με την ανάληψη της εξουσίας: συγκυβέρνηση με ΑΝΕΛ, Παυλόπουλος για Πρόεδρος της Δημοκρατίας, επαίσχυντη συμφωνία 20ης Φλεβάρη, άδειασμα των κρατικών ταμείων για αποπληρωμή των δανειστών. Αυτές οι διαρκείς υποχωρήσεις αποθρασύνουν τους ευρωπαίους ιμπεριαλιστές και τους ντόπιους συνεργάτες τους, για να ζητούν όλο και πιο σκληρά μέτρα, να επιβάλλουν τελεσίγραφα, να καταπατούν κάθε έννοια εθνικής και λαϊκής κυριαρχίας, με εμφανή στόχο να ξεζουμίσουν και να ταπεινώσουν τον ελληνικό λαό.

Το αποτέλεσμα ήταν το 3ο Μνημόνιο Τέρας, πολύ χειρότερο απ’ τα δύο προηγούμενα, με συνολικά μέτρα ύψους πολύ μεγαλύτερου από την πρόταση Γιούνκερ. Χάρη στον ΣΥΡΙΖΑ αυτή η αποικιοκρατικού τύπου σύμβαση θα κερδίσει ευρύτατη κοινοβουλευτική στήριξη, από 5 κόμματα (ΝΔ, ΠΑΣΟΚ, ΠΟΤΑΜΙ, ΣΥΡΙΖΑ, ΑΝΕΛ) με 220 περίπου βουλευτές και βεβαίως την «αριστερή» πρωθυπουργική υπογραφή! Μια ταπεινωτική συμφωνία για τον ελληνικό λαό, διδακτική για όποιον ισχυρίζεται ότι θα αμφισβητήσει τα Μνημόνια εντός ΕΕ!

Οι εκλογές–εξπρές του Σεπτέμβρη 2015 ήταν επιβεβλημένες για τον ΣΥΡΙΖΑ. Πέτυχε έτσι να εξαπατήσει τον ελληνικό λαό, να προλάβει τη λαϊκή οργή από τις καταστροφικές επιπτώσεις της μνημονιακής πολιτικής του. Έπειτα, κάθε μέρα και για τέσσερα χρόνια, η ελληνική οικονομία και κοινωνία βυθίστηκαν στα Μνημόνια. Μειώσεις μισθών και συντάξεων, διάλυση εργασιακών σχέσεων–δουλοποίηση των εργαζομένων, φοροληστεία, κατασχέσεις, πλειστηριασμοί, ιδιωτικοποιήσεις, χτύπημα συλλογικών διαπραγματεύσεων και του δικαιώματος στην απεργία, απελευθέρωση αγοράς προϊόντων και υπηρεσιών κ.α. Η βιομηχανική και αγροτική παραγωγή ερημώθηκαν, οι εισαγωγές εκτινάχθηκαν, οι εξαγωγές συρρικνώθηκαν. Το χρέος εκτινάχτηκε πάνω από το 180% του ΑΕΠ (129% το 2009), παγιώθηκε το καθεστώς Αποικίας Χρέους. Το τραπεζικό σύστημα καθηλώθηκε στην άτυπη χρεοκοπία. Η δημόσια περιουσία  υποθηκεύτηκε για 99 χρόνια στη διάθεση των ιμπεριαλιστών, «πιστωτών», τραπεζιτών/κερδοσκόπων μέσω του υπερταμείου. Ο ΣΥΡΙΖΑ/Τσίπρας πρόσφερε κάθε είδους διευκολύνσεις σε κεφάλαιο, τραπεζίτες, εφοπλιστές και παρασιτική ελίτ. Άσκησε μια επικίνδυνη, τυχοδιωκτική πολιτική πλήρους πρόσδεσης σε ΗΠΑ–ΝΑΤΟ–ΕΕ, στις πιο αντιδραστικές δυνάμεις της περιοχής (Αίγυπτος, Ισραήλ), βάθυνε την εμπλοκή στους ιμπεριαλιστικούς πολεμικούς τυχοδιωκτισμούς σε Μ. Ανατολή, ΝΑ Μεσόγειο, Βαλκάνια.

Ο Τσίπρας και η παρέα του άσκησαν την εξουσία με τα πιο άθλια μέσα της αστικής πολιτικής (ψέματα, αλαζονεία, διαρκή πολιτικά και κοινοβουλευτικά πραξικοπήματα, «αντίμετρα»–ελεημοσύνες, κράτος Έκτακτης Ανάγκης, βία των ΜΑΤ και δικαστικό παρασύνταγμα σε βάρος διαδηλωτών, αγωνιστών, μεταναστών), συμμαχώντας με κάθε δήθεν «προοδευτικό» μνημονιακό ρετάλι. Ξεδίπλωναν το δικό τους success story, πολύ χειρότερο από των Σαμαρά–Βενιζέλου, για «ελάφρυνση του χρέους», «έξοδο από τα Μνημόνια», «αποκατάσταση των αδικιών», ειδικά όσο πλησιάζαμε στις εκλογές.

Εφαρμόζοντας όλα αυτά στο όνομα της «Αριστεράς», προκάλεσαν μεγάλη ζημιά, ιδεολογική και πολιτική σύγχυση, απογοήτευση και ηττοπάθεια στους εργαζόμενους. Δυσφήμισαν τους αγώνες και τις σοσιαλιστικές ιδέες, ενταφίασαν –τουλάχιστον για ένα διάστημα– την ελπίδα που άνοιξε με τον παρατεταμένο κοινωνικό πόλεμο 2010–12. Ήταν η απαραίτητη προϋπόθεση για την εφαρμογή τόσων βάρβαρων μέτρων και η πολυτιμότερη προσφορά σε καπιταλιστές και ιμπεριαλιστές.

Η μνημονιακή κατάληξη του ΣΥΡΙΖΑ και η πτώση των αγώνων που τη συνόδευσε νομιμοποίησαν σε μερίδες του ελληνικού λαού το «δεν υπάρχει εναλλακτική». Κάθε μέρα που παρέμενε η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, συνολικά η πολιτική σκηνή μετακινούνταν δεξιότερα, με αποτέλεσμα τη διαμόρφωση ενός νέου συντηρητικού πολιτικού σκηνικού, όπως εντέλει αποτυπώθηκε. Όπως ισχύει ιστορικά και σήμερα σε πολλές χώρες, όσο το εργατικό κίνημα δεν επιβάλλει τα συμφέροντά του, η αφαίρεση κατακτήσεων οδηγεί στην επικράτηση ενός «ακραίου κέντρου», δυνάμεων με όλο και πιο σκληρά νεοφιλελεύθερα, ακροδεξιά χαρακτηριστικά.

Τα αστικά κόμματα νεκραναστήθηκαν από την ανυποληψία και αποσύνθεση όπου είχαν περιπέσει μέχρι το Δημοψήφισμα. Ειδικά η ΝΔ ανασυγκροτήθηκε σημαντικά, ανέκαμψε εκλογικά σε ποσοστά πριν την είσοδο στα Μνημόνια και τώρα ετοιμάζεται να ηγηθεί μιας ολομέτωπης κλιμάκωσης της αντεργατικής επίθεσης. Ο ΣΥΡΙΖΑ υποδύεται το «δημοκρατικό» ανάχωμα, ετοιμάζεται για μια ακόμη πιο δεξιά μετατόπιση με τη «νέα δημοκρατική, προοδευτική παράταξη» σε ρόλο «υπεύθυνης», συστημικής αντιπολίτευσης.

Όταν πριν 15 χρόνια ιδρύθηκε ο ΣΥΡΙΖΑ, αρκετοί από την άκρα αριστερά, έβλεπαν σ’ αυτόν το πολιτικό αποκρυστάλλωμα του αντιπαγκοσμιοποιητικού κινήματος. Κάποιοι έτρεξαν να βάλουν πλάτη, οραματιζόμενοι την οικοδόμηση του επαναστατικού κόμματος μέσα από τη συγχώνευση με τον αριστερό ρεφορμισμό. Από τη Γαλλία και την Ισπανία του Μεσοπολέμου, το βρώμικο ’89 στην Ελλάδα, την Κομμουνιστική Επανίδρυση στην Ιταλία και το Μπλόκο της Αριστεράς στην Πορτογαλία, μέχρι την διάλυση της Επαναστατικής Κομμουνιστικής Λίγκας (LCR) μέσα στο Νέο Αντικαπιταλιστικό Κόμμα (NPA) και τη σημερινή διαλυτική κατάσταση και του τελευταίου, η ιστορία βρίθει παραδειγμάτων, για όποιον θέλει να διδαχτεί. Εκλογικές συγκολλήσεις και ευκαιριακά μέτωπα, χωρίς αρχές και κυρίως χωρίς σχέδιο αγώνων, στη λογική «να γίνουμε πολλοί» οδηγεί στο μεγαλύτερο σκόρπισμα των δυνάμεων της εργατικής τάξης.

Κι όμως η ιστορία δεν επαναλαμβάνεται, παρά τις παλινδρομήσεις. Δεν μπορεί να υπάρξει «σταθερότητα» ή «ανάπτυξη», ούτε μακροπρόθεσμη ανασύσταση του αστικού μπλοκ εξουσίας, με τις σημερινές, χρεοκοπημένες νεοφιλελεύθερες συνταγές. Αυτό μαρτυρά η σημερινή κατάσταση της οικονομίας, που είναι πολύ χειρότερη από όταν μπαίναμε στα Μνημόνια το 2010. Αυτό υπαγορεύουν η κρίση του καπιταλιστικού συστήματος παγκόσμια και στην Ευρώπη που υποτροπιάζει, η αποσύνθεση της ΕΕ και η αστάθεια στην περιοχή που απειλείται εκρηκτική. Μια σειρά από μέτωπα είναι ανοιχτά ή θα ανοίξουν σύντομα. Η ανάπτυξη των αγώνων, αλλά και η επούλωση των πληγών του εργατικού κινήματος με μια ενωτική πολιτική, είναι βασικός όρος για να σώσουμε το βιοτικό επίπεδο, να χτίσουμε την ταξική και επαναστατική συνείδηση των εργαζομένων, των φτωχών λαϊκών στρωμάτων και της νεολαίας, να ανοίξουμε τον δρόμο στον Σοσιαλισμό, την μόνη διέξοδο στην καπιταλιστική βαρβαρότητα.