Φιντέλ Κάστρο (1926-2016)
ΦΙΝΤΕΛ ΚΑΣΤΡΟ (1926-2016)
–
Στις 25 Νοεμβρίου έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 90 ετών ο ηγέτης της κουβανικής επανάστασης Φιντέλ Κάστρο. Τα μέσα μαζικής ενημέρωσης έσπευσαν να μιλήσουν για «αμφιλεγόμενη» προσωπικότητα, προφανώς για να εκφράσουν τη δική τους αμφισβήτηση στο πρόσωπό του και στο τι συμβόλιζε, δηλαδή την κουβανική επανάσταση και τον αγώνα του λαού της Κούβας για να οικοδομήσει μια σοσιαλιστική κοινωνία, μέσα σε ασφυκτικές συνθήκες οικονομικού εμπάργκο και απειλής στρατιωτικής επέμβασης. Σ’ αυτήν την κατεύθυνση εκμεταλλεύονται την κατάρρευση των χωρών του λεγόμενου «υπαρκτού σοσιαλισμού» και τη γραφειοκρατικοποίηση του καθεστώτος στην Κούβα για να αποδείξουν ότι αυτή η πάλη δεν έχει κανένα νόημα.
Η ιστορία της κουβανικής επανάστασης άλλα αποδεικνύει! Όταν τον Νοέμβριο του 1956, 83 επαναστάτες, ανάμεσά τους ο Φιντέλ Κάστρο και ο Τσε Γκεβάρα, πάνω σε ένα πλοιάριο, το Granma, αποβιβάστηκαν στην Κούβα, μόνο οι ίδιοι και ο λαός της Κούβας μπορούσαν να φανταστούν ότι στη 1 Ιανουαρίου του 1959 θα έμπαιναν στην Αβάνα νικητές.
Η Κούβα ήταν αποικία των ΗΠΑ από το 1898, όταν την εκκένωσαν οι Ισπανοί. Οι ΗΠΑ εγκατέστησαν εκεί στρατεύματα και την εκμεταλλεύτηκαν επιβάλλοντας τη μονοκαλλιέργεια. Επέβαλαν μια από τις πιο στυγνές και διεφθαρμένες δικτατορίες, αυτή του Μπατίστα το 1953, για να συνεχίσουν την εκμετάλλευσή της. Η δικτατορία του Μπατίστα, παρ’ όλο που υποστηριζόταν από τον ιμπεριαλισμό, αμφισβητούνταν ολοένα και περισσότερο όχι μόνο από την εργατική τάξη, αλλά και από τους αγρότες και τη μικρομπουρζουαζία, ακόμη και από τομείς των κυρίαρχων τάξεων. Το σταλινικό Λαϊκό Σοσιαλιστικό Κόμμα, μετά την παλιότερη συνεργασία του με τον Μπατίστα και στιγματισμένο από παλιότερες προδοσίες, δεν μπορούσε να εκμεταλλευτεί αυτή την αμφισβήτηση. Η γύρω από τον Φιντέλ Κάστρο ομάδα, ξένη προς τη σταλινική παράδοση, ήταν η ριζοσπαστικότερη πτέρυγα του λαϊκού κινήματος. Στην πορεία της προς την επανάσταση ριζοσπαστικοποίησε και ξεκαθάρισε ολοένα και πιο πολύ τον προσανατολισμό της προς την άποψη της συνεπούς υπεράσπισης των καταπιεζόμενων. Πεπεισμένος ο Κάστρο ότι το καθεστώς Μπατίστα ήταν καταδικασμένο, αναζήτησε με τους συντρόφους του εναλλακτική λύση. Δεν θέλησε να μοιραστεί την ηγεσία της πάλης με τους αστούς πολιτικούς και κατέληξε στο συμπέρασμα ότι μόνο ο ένοπλος αγώνας, η κατάληψη της εξουσίας και η καταστροφή του παλιού μηχανισμού της δικτατορίας ήταν η λύση. Την άποψη αυτή της καστρικής ομάδας συμπλήρωνε ο διεθνισμός και η πάλη σε λατινοαμερικάνικη κλίμακα.
Αυτή η γραμμή της συνεπούς υπεράσπισης των καταπιεζόμενων θα οδηγήσει την καστρική ομάδα μακριά από την πολιτική των σταλινικών Λαϊκών Μετώπων, που προέκριναν τη συμμαχία με την αστική τάξη και μια επανάσταση κατά «στάδια». Θα την οδηγήσει στην πράξη να πραγματοποιήσει την επανάσταση της εργατικής τάξης και των φτωχών αγροτών. Μετά από την ανατροπή του Μπατίστα, η καστρική ηγεσία προώθησε την κινητοποίηση των μαζών ενάντια στον ιμπεριαλισμό. Ο γνήσιος επαναστατικός προσανατολισμός της ηγεσίας και η κινητοποίηση των μαζών συνέδεε τους δύο παράγοντες όλο και πιο στενά. Με ένα κύμα γενικευμένων απαλλοτριώσεων των ιμπεριαλιστικών περιουσιών, αλλά και της κουβανικής μπουρζουαζίας, με το τσάκισμα του αστικού κράτους, δημιουργήθηκε το κουβανικό εργατικό κράτος. Ο αντάρτικος στρατός είχε έναν ηγεμονικό ρόλο σε αυτό.
Η μετέπειτα πορεία προς την οικοδόμηση και τη σταθεροποίηση του κουβανικού εργατικού κράτους χαρακτηρίστηκε από εξαιρετικά δύσκολες συνθήκες (μονοκαλλιέργεια, εμπάργκο). Παρ’ όλα αυτά η οικονομία γνώρισε μια ανάπτυξη, η ανεργία εξαλείφθηκε, ενώ χάρη στη σχεδιοποίηση και τις σχέσεις με τα κράτη του «υπαρκτού σοσιαλισμού» οι συνέπειές από τις διεθνείς διακυμάνσεις των τιμών της ζάχαρης (μονοκαλλιέργεια) μειώθηκαν. Το βιοτικό επίπεδο βελτιώθηκε αισθητά, προωθήθηκε η ενσωμάτωση των γυναικών στην οικονομική και κοινωνική ζωή, υπήρξε δωρεάν ιατρική περίθαλψη για όλους, με αποτέλεσμα τη μείωση της παιδικής θνησιμότητας και την άνοδο του προσδόκιμου ζωής. Δημιουργήθηκε σύστημα δωρεάν εκπαίδευσης για όλους, που αρκετά γρήγορα έφτασε τα επίπεδα ανεπτυγμένων καπιταλιστικών χωρών.
Η κουβανική επανάσταση και το κουβανικό εργατικό κράτος συνέβαλαν με πνεύμα διεθνιστικό στην αντι-ιμπεριαλιστική και επαναστατική πάλη σε πολλές χώρες της Λατινικής Αμερικής και της Αφρικής.
Βασική αιτία των γραφειοκρατικών παραμορφώσεων στο κουβανικό εργατικό κράτος, που απέρρεαν από την πολιτική της καστρικής ηγεσίας, ήταν η απουσία μορφών αυτοοργάνωσης (εργατικά συμβούλια) και αυτοδιαχείρισης. Το σχέδιο για την παραγωγή καταρτιζόταν από τα πάνω. Όσο και αν η καστρική ηγεσία αναγνώριζε τον κίνδυνο γραφειοκρατικοποίησης, δεν προχώρησε σε ένα εργατικό κράτος των συμβουλίων, στο οποίο τις αποφάσεις θα έπαιρναν οι ίδιοι οι παραγωγοί. Στην κατεύθυνση της γραφειοκρατικοποίησης συνέβαλε ο συνταγματικός ρόλος του ενός και μοναδικού κόμματος, προορισμένου να διευθύνει και να ελέγχει όλους τους μαζικούς φορείς και να προκαθορίζει σε μεγάλο βαθμό τις αποφάσεις τους. Στο εσωτερικό του κόμματος δεν υπήρχε δημοκρατία εκφρασμένη σε δικαίωμα δημιουργίας τάσεων ή έκφρασης εναλλακτικών θέσεων. Η οικονομική και στρατιωτική βοήθεια της ΕΣΣΔ συνέβαλαν στην κατεύθυνση της γραφειοκρατικοποίησης, παρά το γεγονός ότι η καστρική ηγεσία ασκούσε κριτική προς τη γραφειοκρατία των χωρών του «υπαρκτού σοσιαλισμού» και δεν ταυτιζόταν πλήρως με τις πολιτικές της.
Στην πορεία της κουβανικής επανάστασης και της εξέλιξης του κουβανικού εργατικού κράτους, η καστρική ηγεσία για μεγάλο χρονικό διάστημα διατήρησε ζωντανές σχέσεις με τις εργατικές και λαϊκές μάζες, μη επιτρέποντας σε αισθήματα εχθρότητας και εναντίωσης να αναπτυχθούν ενάντια στην καστρική ηγεσία.
Η επανάσταση στην Κούβα, ηγέτες της οποίας υπήρξαν ο Κάστρο και ο Τσε, είναι ένα από τα σημαντικότερα παραδείγματα που αποδεικνύουν ότι ο ιμπεριαλισμός –και μάλιστα ο αμερικάνικος– δεν είναι αήττητος, ότι η κοινωνικοποίηση των μέσων παραγωγής, ακόμη και αυτών των πενιχρών που διέθετε η Κούβα, μπορεί να επιφέρει μια άνοδο του βιοτικού επιπέδου και να επιτρέψει τη δημιουργία εκπαιδευτικού συστήματος και συστήματος υγείας. Απέδειξε επίσης ότι όταν οι εργάτες και τα φτωχά λαϊκά στρώματα πιστεύουν στο όραμα μιας άλλης κοινωνίας, μπορούν να αντέξουν τεράστιες πιέσεις.